30 Δεκεμβρίου, 2014

Παραμύθι Ο Αϊ-Βασίλης στην Ονειρούπολη Του Ιωάννη Δεϊρμεντζόγλου

 
Δεκέμβρης μήνας και στην πατρίδα του Αϊ-Βασίλη, πέρα στον μακρινό  βορρά, ο χειμώνας έπεσε πάλι βαρύς. Το χιόνι σκέπασε τις στέγες, τα δέντρα,  τους θάμνους, τις αυλές άσπρισε ο τόπος, ντύθηκε στα νυφιάτικα. Ο Αϊ-Βασίλης καθισμένος στην κουνιστή πολυθρόνα του, πλάι στο  αναμμένο τζάκι, διαβάζει ένα-ένα τα γράμματα των παιδιών από όλο τον
κόσμο και ετοιμάζεται.  Πω πω, παραγγελίες! Λογής παιχνίδια γεμίζουν τους σάκκους του! 
Θα τα μεταφέρει με το έλκηθρο στα πιο μακρινά μέρη της γης. Κούκλες, τόπια,  τρενάκια, αυτοκινητάκια, βαρκούλες και πόσα άλλα, που δίνουν χαρά στα  παιδιά και κάνουν τα όνειρά τους να μοιάζουν αληθινά!
        Ξάφνου στέκει απορημένος. Κρατά στα χέρια ένα φάκελο- γράφει:"ΟΝΕΙΡΟΥΠΟΛΗ". Όμορφο όνομα! σκέφτεται. Ανοίγει τον φάκελο διαβάζει. «Καλέ μας Αϊ-Βασίλη, σε παρακαλούμε να επισκεφτείς την μικρή πολιτεία μας. Έχουμε ετοιμάσει το δικό σου σπιτάκι, ζεστό από την αγάπη μας και σε περιμένουμε.Έλα να γνωρίσεις τις ομορφιές της πόλης μας!   Τον κήπο με τα τρεχούμενα νερά και τα πανύψηλα πλατάνια, που τους καλοκαιρινούς μήνες δροσίζονται οι επισκέπτες κάτω από τα τεράστια κλαδιά τους - χέρια γιγάντων
απλωμένα θαρρείς.Σε περιμένουμε να ξαποστάσεις λίγο από το κουραστικό σου ταξίδι, να
χαρείς την συντροφιά των ευγενικών και φιλόξενων κατοίκων της πόλης μας. Θα μας βρεις στην βόρεια Ελλάδα, την ξακουστή Μακεδονία, την Πατρίδα του Μεγαλέξανδρου, στην πόλη της Δράμας ». 
"Ονειρούπολη"- μουρμούρισε ο Αϊ-Βασίλης και ένα χαμόγελο
ζωγραφίστηκε στα ροδομάγουλά του. "Πρέπει να πάω. Είναι τόσο ευγενική η πρόσκληση των παιδιών, δεν μπορώ να αρνηθώ" είπε και βιαστικά βγήκε έξω.  "Χόι - χόι"! Στη φωνή του Αϊ-Βασίλη, τα ελάφια ζεμένα το  βαρυφορτωμένο έλκηθρο, ξεκίνησαν. Ντριν ... ντριν ακούστηκαν τα κουδουνάκια τους στον αγέρα. Γλίστρησαν στον παγωμένο δρόμο και ξαφνικά λες και έβγαλαν φτερά, πέταξαν επάνω από πολιτείες.  Πέρασαν βουνά και λόφους, κάμπους και λίμνες, ποτάμια και λαγκαδιές, χώρες όμορφες, άλλες δασωμένες, καταπράσινες και άλλες σκεπασμένες κάτω απ' το κατάλευκο σεντόνι του χιονιού.
"Χόι - χόι"! ακούστηκε πάλι χαϊδευτική η φωνή του Αϊ-Βασίλη, σαν να έλεγε: "Τρέξτε ελαφάκια μου, τρέξτε πιο γρήγορα .. μας περιμένουν τα παιδιά της Ονειρούπολης". 
Στη Δράμα, στην όμορφη πόλη του βορρά, τούτες τις μέρες ζωντανεύει το όνειρο! Κάποιες ζωηρές ηλιαχτίδες ξεγλιστρούν κλεφτά από τη χώρα του ονείρου, πέφτουν στις πρασιές του κήπου, χαϊδεύουν με τη μαγική τους χάρη τα γυμνά δέντρα, τους θάμνους, τα ήρεμα νερά, σκορπούν τη φωτεινή τους λάμψη και με μιας όλα ζωντανεύουν! Έρχεται στο καταχείμωνο της θλίψης, η Άνοιξη και ανασταίνεται η πόλη της χαράς η 'ΌΝΕΙΡΟΥΠΟΛΗ".

Στην πόλη του ονείρου η αγάπη και η εθελοντική προσφορά των απλών   πολιτών µε τη συνδρομή και του δήμου στήνει στον κατάφυτο πνεύμονα του κήπου μικρές μικρές φωλιές ευτυχίας.Ένα μήνα ο κήπος του παραμυθιού θα σείεται από τις χαρούμενες  φωνούλες και τα τρεχαλητά των λιλιπούτειων επισκεπτών, που δεν χορταίνουν να "πετούν" σαν μέλισσες ανάμεσα στα σπιτάκια, τους πύργους, τα παιχνίδια, τα φωτεινά δεντράκια ... 
 
Διάσπαρτα στο φωτεινό χώρο τα ξύλινα κουκλόσπιτα. Στέκουν κάτω από τα γιγάντια κλαδιά των πλατάνων, που απλώνονται προστατευτικά πάνω τους, καρτερώντας µε ορθάνοιχτες τις πόρτες τα παιδιά, να δημιουργήσουν στο "Σπίτι των εκπλήξεων", να φωτογραφηθούν, να γευτούν γλυκίσματα - λουκουμάδες μελωμένους, πίτες - που πλάθονται εκείνη τη στιγμή από τα άξια χέρια των γυναικών που υπηρετούν παραδοσιακούς συλλόγους. 
Στο σπίτι του Αϊ-Βασίλη καίει το τζάκι στη γωνιά.   Οι σπίθες πετάγονται σαν μικρές πυγολαμπίδες, σκάνε στον αέρα και έπειτα πέφτουν νεκρές στη φωτιά. Έξω το κρύο δυνάμωσε. Στο σπιτάκι η φωτιά σκόρπισε τη γλυκιά θαλπωρή της, έτοιμη να ζεστάνει τον ποθητό επισκέπτη των παιδιών. Μακρινό το ταξίδι του και ο χιονιάς δεν αστειεύεται! Σαν έλθει θα καθήσει στην πολυθρόνα του και ίσως κλείσει και λίγο τα µάτια του να ξαποστάσει. Γέρασε και κουράζεται εύκολα. Κι όμως η αγάπη του για τα παιδιά, τέτοιες γιορτινές μέρες - Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά - τον δυναμώνει. Παίρνει κουράγιο και τα επισκέπτεται όπου και αν είναι· ακόμα και στο πιο µακρινό μέρος της γης. Έρχεται κάθε χρόνο να μοιράσει δώρα, να σκορπίσει χαρά, να λάμψει το  χαμόγελο στα πικραμένα χείλη των μικρών φίλων του. Το έχουν τόση ανάγκη  οι τρυφερές ψυχούλες τους! Από μακριά ακούστηκαν αδύναμα κουδουνίσματα που συνεχώς  δυνάμωναν όσο πλησίαζαν στη Ονειρούπολη. "Χόι - χόι"! η φωνή του Αϊ- Βασίλη. Τα ελαφάκια έκοψαν το τρεχαλητό τους, σταμάτησαν στην πρασιά του κήπου, ρουθουνίζοντας τις ζεστές ανάσες τους. Με χαρούμενες φωνούλες και γελαστά προσωπάκια τα παιδιά έτρεξαν να υποδεχτούν τον Αϊ-Βασίλη. Όρµησαν στην αγκαλιά του. Άνοιξε εκείνος τα χέρια του και έκλεισε μέσα τους τα κεφαλάκια τους. Χάιδεψε τις μακριές κοτσίδας των κοριτσιών και τρυφερά έσυρε στην αγκαλιά του το μικρότερο. Χάθηκε το σγουρό κεφαλάκι  του στ' άσπρα γένια του καλού γέροντα.  Αλλά να, η Χιονούλα µε την πάλλευκη στολή της που υποδέχεται τον αγαπημένο των παιδιών µε γλυκό χαμόγελο και πιο πέρα η χρυσή πριγκήπισσα που υποκλίνεται µε αριστοκρατικές κινήσεις εμπρός του. « Καλώς ήρθες στην  Ονειρούπολη », του λένε.   Αγκαλιασμένα σαν σμάρι από μελίσσια που ακολουθούν τη Βασίλισσα έφτασαν τα παιδιά στο σπιτάκι του Αϊ-Βασίλη. Έκατσε εκείνος στην  πολυθρόνα του πλάι στο τζάκι, κοίταξε ένα γύρο, γέλασαν τα µάτια του κάτω
απ' τα συρμάτινα γυαλιά.   "Σας ευχαριστώ για την ζεστή φωλιά που µου  ετοιμάσατε· ζεστή σαν την καρδιά σας, αγνή και καθαρή σαν την ψυχή σας",  είπε. "Ξεκουράσου, Αϊ-Βασίλη - ψέλλισε το μεγαλύτερο - έπειτα έλα μαζί  μας, να γνωρίσεις τη μικρή μας πολιτεία. Είναι μικρή, μα χωράει όλη την αγάπη του κόσμου". "Έρχομαι! Ανυπομονώ να γνωρίσω όσα η αγάπη σας, η φαντασία και η εθελοντική προσφορά εργασίας κατάφεραν να δημιουργήσουν στην όμορφη  πόλη σας".  
Να η καλύβα του "Παραμυθιού", εκεί που η γιαγιά Καλή, καθώς  συνδαυλίζει τη φωτιά στ' αναμμένο τζάκι και οι φλόγες κίτρινες, κόκκινες, πορτοκαλί, στήνουν τρελό χορό, αρχίζει το παραμύθι.  « Μια φορά και έναν καιρό σε μια χώρα μακρινή η μονάκριβη κόρη του
βασιλιά, η όμορφη πριγκιποπούλα, αρρώστησε βαριά ... ». Κι όσο το παραμύθι  ξετυλίγεται και οι λέξεις απ' τα χείλη της γιαγιάς γίνονται εικόνες μαγικές, οι  μικροί ακροατές τεντώνουν τ' αυτάκια τους, ανοίγουν τα μάτια, μπαίνουν στην  χώρα του ονείρου, ταξιδεύουν ... Και από ταξιδευτές του παραμυθιού γίνονται  σε λίγο ταξιδευτές με το τρενάκι της γραμμής. Τους περιμένει στο σταθμό.   Ανεβαίνουν μαζί με τον Αϊ-Βασίλη. Χτυπά το καμπανάκι, ξεκινούν. Άλλοι   οδηγοί και άλλοι επιβάτες αποχαιρετούν με χαμόγελα τους γονείς, ως ότου το
τρενάκι χαθεί στην πρώτη στροφή.  Το ταξίδι είναι μεγάλο κι οι επιβάτες πολλοί. Κουράζεται το τρενάκι. Φυσά, βγάζει καπνούς, σφυρίζει, προχωρεί αργά, φτάνει κάποτε στο τέρμα.
Είναι η αφετηρία απ' όπου ξεκίνησε. Είναι η πλατεία της πόλης. Εκεί τους  περιμένει το "ΚΑΡΟΥΖΕΛ". Τα αλογάκια του έτοιμα να καλπάσουν κι αυτά στο όνειρο. Τρέχουν με ορμή σε κάμπους καταπράσινους, λοφίσκους, περνούν  γέφυρες και ποτάμια, μπαίνουν σε δάση, κρύβονται σε σπηλιές. Κάνουν ό, τι  προστάζουν οι μικροί καβαλάρηδες, που αεικίνητοι κτυπούν τα πόδια, τα  χέρια, φωνάζουν να τρέξουν τα άλογα νικώντας και τον άνεμο!
Σ' αυτή τη χώρα του παραμυθιού, μικροί και μεγάλοι, νέοι και γέροι,  γίνονται ένα.  Σβήνει ο χρόνος τις ηλικίες και κι ο νους νικά την αχλύ της  μνήμης, γυρίζει πίσω τούς νοσταλγούς, τότε που ήταν παιδιά!  Σε αυτή την  Πολιτεία του γέλιου και της χαράς όλοι έχουν μια ηλικία.  Είναι όλοι παιδιά!   Καμιά διάκριση, καμιά εξουσία.  Δεν υπάρχουν βασιλιάδες  και  υπηρεσίες.  Υπάρχουν μόνο  ευτυχισμένα, χαμογελαστά  πρόσωπα! 
Όμως τι κρίμα! Πόσο γρήγορα περνούν οι ευτυχίες! Αυτή η πόλη θα   ζήσει  ένα  μήνα  σ' αυτό  το  γοητευτικό  περιβάλλον.  Οι μαγικές ηλιαχτίδες που  σκόρπισαν τη χαρά,  θα  φύγουν στη χώρα  του ονείρου, παίρνοντας μαζί τους  πίσω τη λάμψη της ευτυχίας.  Το όνειρο θα σβήσει κι ο κόσμος της  "ΟΝΕΙΡΟΥΠΟΛΗΣ"  θα  γυρίσει  στην  πάλη της καθημερινότητας. Η 'ΌΝΕΙΡΟΥΠΟΛΗ" θα είναι όμως στην καρδιά του κόσμου.   Θα γίνει
η λαχτάρα και η απαντοχή για τον επόμενο χρόνο. Ως τότε θα περιμένει και θα
ονειρεύεται!  "Χόι - χόι"! ακούστηκε η φωνή του Αϊ-Βασίλη. Τα ελαφάκια ξεκίνησαν.
Ντριν ... ντριν ακούστηκαν τα κουδουνάκια τους στον αγέρα ...
«Στο καλό Αϊ-Βασίλη! Του χρόνου να μας ξανάρθεις! Θα σε περιμένουμε ... ».
http://www.proinos-typos.gr/news.php?subaction=sf&id=1293819479&archive=&start_from=&ucat=11&do=cat11

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου