Ὁ Ἅγιος Θαλλέλαιος
Στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι μικρή ἡ παράταξη τῶν Ἁγίων ἰατρῶν καί μάλιστα τῶν Μαρτύρων ἰατρῶν, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο προσέφεραν μέ αὐταπάρνηση τίς ὑπηρεσίες τους στήν κοινωνία, ἀλλά ὑπέστησαν καί τό μαρτύριο γιά τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς εἶναι καί ὁ Θαλλέλαιος, ὁ ὁποῖος ἔζησε στόν Λίβανο τόν 3ο μ.Χ. αἰώνα.
Ἦταν ἀκόμη ἐποχή εἰδωλολατρίας καί μάλιστα διωγμοῦ κατά τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ καί τῶν πιστῶν της. Ὅμως ὁ Θαλλέλαιος εὐτύχησε νά γεννηθεῖ ἀπό γονεῖς Χριστιανούς καί μάλιστα πιστούς καί ἐνάρετους. Τόν Βερούκιο καί τήν Ρωμυλία. Εὐφυής, ἀπό τήν πρώτη του ἡλικία διέκρινε τόν ἐνάρετο χαρακτήρα καί τήν ἀναστροφή τῶν γονέων του καί προσπάθησε νά τούς μιμηθεῖ σέ ὅλα. Τούς μιμήθηκε στήν φωτισμένη καί θερμή τους πίστη, τήν ἀγάπη καί τήν φιλανθρωπία, τήν παρρησία καί τήν ὁμολογία. Κι ὅλα αὐτά μέσα στό πονηρό περιβάλλον τῆς εἰδωλολατρίας, τῆς φιλαυτίας καί τοῦ ἀτομισμοῦ. Ὁ Θαλλέλαιος, σύμφωνα μέ τό παράδειγμα τῶν γονέων του, θέλησε νά θέσει τόν ἑαυτό του στήν ὑπηρεσία τῶν συνανθρώπων του, τούς ὁποίους στό ὄνομα τοῦ Θεοῦ τῆς ἀγάπης ἀγάπησε μέ ὅλη τήν καρδιά του. Σπούδασε λοιπόν τήν ἰατρική ἐπιστήμη καί μ’ αὐτήν ἔγινε ὁ πρόθυμος καί ἀκούραστος ὑπηρέτης στό περιβάλλον του, σέ Χριστιανούς καί εἰδωλολάτρες. Πραγματικός μιμητής τοῦ Κυρίου στή νίψη τῶν ποδιῶν τῶν συνάνθρωπών του, ὑπηρέτης καί δοῦλος ὅλων (Ἰωάν. ιγ΄ 14 – 15.), (Μάρκ. ι΄ 13 – 14).
Ὁ χριστιανός ἰατρός δέν εἶχε ἀνάγκη χρημάτων. Πλούσιος ἀπό τούς γονεῖς του, διέθετε, μαζί μέ τίς γνώσεις του καί τίς δυνάμεις του, ἀπό τά δικά του χρήματα γιά τήν ἀνακούφιση τῶν ἀσθενῶν, ὅπου κι ἄν τόν καλοῦσαν. Γιά τούς ἀσθενεῖς καί τίς οἰκογένειές τους ἦταν ὄχι μόνο ὁ θεράπων ἰατρός, ἀλλά συγχρόνως καί ὁ ἄγγελος τῆς παρηγοριᾶς, ὁ εὐθαρσής ὁμολογητής τῆς χριστιανικῆς ὁμολογίας. Γιά τούς Χριστιανούς ὁ θαρραλέος ἐπιστήμων, ὁ ὁποῖος στήριζε στήν πίστη καί τήν ἐλπίδα, ἐνίσχυε στήν ἀρετή καί τούς ἀγῶνες, μάλιστα στήν περίοδο ἐκείνη τῶν διωγμῶν.
Γιά τούς εἰδωλολάτρες ἦταν ὁ ἱεραπόστολος τῆς ἀγάπης. Θλιβόταν ὅταν διαπίστωνε τήν ἄγνοια τῆς ἀλήθειας, τήν τυραννία τῆς πολύμορφης ἁμαρτίας. Ὡς ἰατρός γνώριζε πόσο ταλαιπωρεῖ τό σῶμα καί τήν ψυχή ἡ ἁμαρτία. Καί προσπαθοῦσε τότε μέ ὅλη τή δύναμη τῆς ἐπιστήμης καί τῆς πίστεως νά ἐμπνεύσει στούς ἀσθενεῖς του ἐθνικούς τήν ἀλήθεια τῆς χριστιανικῆς πίστεως, τή μετάνοια καί τή νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Σ’ αὐτά ἄς προστεθοῦν καί τά θαύματα, τά ὁποῖα ἐπιτέλεσε ἡ πίστη του. Ὅταν δηλαδή διεπίστωνε δύσκολες ἤ καί ἀνίατες ἀσθένειες, γονάτιζε μέ πίστη σέ προσευχή καί ἱκέτευε τόν Θεό γιά τή θαυματουργική θεραπεία. Καί μέ τήν προσευχή του καί τήν θαυμαστή ἐπέμβαση τοῦ Κυρίου ἔγιναν πολλές ἰάσεις.
Γράφει ὁ ἱερός ὑμνωδός: «Νέος τό σῶμα ὑπάρχων, ταῖς δέ φρεσί τέλειος, θεογνωσίαν ἀληθῆ, καθάπερ ἥλιος ἔλαμψας». Γιά ὅλα αὐτά ὁ Θαλλέλαιος ἀγαπήθηκε ἀπό πολλούς, ἀλλά καί τό ὄνομά του ἀναφερόταν μέ μεγάλο θαυμασμό ἀπό ὅλους.
Τόν ἀγάπησαν πολλοί, ἀλλά καί μερικοί τόν μίσησαν, ζηλότυποι εἰδωλολάτρες, διῶκτες τοῦ Χριστιανισμοῦ. Ἄλλωστε καί ὁ αὐτοκράτωρ Νουμεριανός (283 – 284) εἶχε ἐξαπολύσει διωγμό ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν. Γι’ αὐτό καί ὁ ἔπαρχος Τιβεριανός κινήθηκε νά συλλάβει τόν χριστιανό ἰατρό. Ὁ Θαλλέλαιος ὅμως διέφυγε στήν Κιλικία, γιά νά συνεχίσει κι ἐκεῖ τό φιλάνθρωπο διπλό ἔργο του. Ὅμως κι ἐκεῖ δέν φαίνεται νά ἐργάσθηκε γιά πολλά ἔτη. Τόν ἀναγνώρισαν ὡς Χριστιανό, καί ὡς ἐπικίνδυνο τόν ὁδήγησαν στόν ἄρχοντα τοῦ τόπου Θεόδωρο, ὁ ὁποῖος καί τόν βασάνισε μέ φοβερά μαρτύρια.
Οἱ ἱεροί Συναξαριστές μᾶς διασώζουν τή σειρά τῶν μαρτυρίων. Στήν ἀρχή τοῦ τρύπησαν τούς ἀστραγάλους καί ἀπ’ αὐτούς μέ σχοινί τόν κρέμασαν μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω. Στή συνέχεια, γιά νά πνιγεῖ, τόν ἔριξαν στό βάθος τῆς θάλασσας, ἀπ’ ὅπου ὅμως βγῆκε τελείως ἀβλαβής. Κατόπιν τόν ἔριξαν στά θηρία, ἀλλά καί τά θηρία, ἡμερότερα στήν περίπτωση αὐτή ἀπό τούς δημίους του, τόν ἄφησαν ἀνέπαφο. Τελικά, τόν Μάϊο τοῦ ἔτους 289, τοῦ ἔκοψαν τό κεφάλι καί ὁ ἰατρός τῆς ἀγάπης παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Θεό τῆς ἀγάπης, ἀφοῦ προηγουμένως μέ τήν ἀγάπη του ὁδήγησε στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἀμέτρητους ἀνθρώπους. Γιά νά σημειώσει καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος: «Οἱ πόνοι σου, μακάριε, εὐῶδες ὡς θυμίαμα τῷ Εὐεργέτῃ προσηνέχθησαν τήν ἄπονον ἐντεῦθεν βασιλείαν, Ἅγιε, καί ζωήν κεκλήρωσαι, μετά πάντων ἐκλεκτῶν».
Φιλάνθρωπος, πράγματι χριστιανός ἰατρός ὁ ἅγιος καί μάρτυς Θαλλέλαιος, ὁ ὁποῖος μέ τήν πίστη καί τήν ἐπιστήμη του εὐεργέτησε σώματα καί ψυχές ἀνθρώπων. Παράδειγμα ἄξιο γιά μίμηση!
Στιχηρόν Ἑσπερινοῦ. Ἦχος δ΄.
Ὄμβροις τῶν αἱμάτων σου, μεγαλομάρτυς Θαλλέλαιε, ἀθεΐας τήν κάμινον ἐνθέως κατέσβεσας,
νῦν δέ τῶν θαυμάτων, ρείθροις ἀπελαύνεις, πάθη ποικίλα καί πιστοῖς ρῶσιν παρέχεις ἐν θείᾳ χάριτι,
διό τήν θείαν μνήμην σου περιχαρῶς ἑορτάζομεν καί τήν κόνιν τοῦ σώματος ἱερῶς προσπτυσσόμεθα.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ΄.
Ἀθλοφόρε Ἅγιε καί ἰαματικέ Θαλλέλαιε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.
Ἀπό τό βιβλίο «Φωστῆρες Ὑπέρλαμπροι»
Ἀρχιμ. Θεοδώρου Μπεράτη
Ἡ Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία
«Διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν» (Πράξ. 16,9), εἶναι ἡ ἔκκληση τοῦ Μακεδόνα ποὺ βλέπει σὲ ὅραμα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐνῷ βρίσκεται στὴν Τρωάδα. Τὴ φωνὴ αὐτὴ τὴν θεωρεῖ ὡς φωνὴ Θεοῦ καὶ χωρὶς ἀναβολὴ ἀποφασίζει νὰ διαπεραιωθεῖ στὸ ἐκλεκτότερο τμῆμα τῆς Εὐρώπης, τὴν Μακεδονία. Μαζί του παίρνει καὶ τοὺς ἐκλεκτούς του συνεργάτες, Τιμόθεο, Σίλα καὶ Λουκᾶ. Ἀποβιβάζονται στὴ Νεάπολη, σημερινὴ Καβάλα, κι ἀπὸ κεῖ ἀναχωροῦν γιὰ τοὺς Φιλίππους. Ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Φιλίππων καὶ κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ Ζυγάκτου ποταμοῦ εἶναι ὁ τόπος προσευχῆς τῶν Ἰουδαίων. Στὶς συγκεντρωμένες ἐκεῖ γυναῖκες ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κηρύττει, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Εὐρώπη, τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Οἱ θεοφοβούμενες γυναῖκες ἀκοῦν μὲ προσοχὴ καὶ εὐλάβεια τὰ λόγια του ἀγνώστου Ἰουδαίου. Ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ περισσότερο ἀπ΄ ὅλες ἐνθουσιάζεται εἶναι ἡ Λυδία, ἡ προσήλυτος πορφυρόπωλις ἀπὸ τὰ Θυάτειρα. Μέσα της γίνεται ἕνας σεισμός. Ἡ καρδιὰ τῆς Λυδίας ἦταν πάντα ἀνήσυχη. Δὲν μποροῦσε νὰ λατρεύει θεοὺς καὶ θεὲς ποὺ ὀργίαζαν μεταξύ τους. Ἔτσι ὁδηγήθηκε στὸν κῆπο προσευχῆς τῶν Ἰουδαίων. Γνώρισε τὸ νόμο τοῦ Ἰσραὴλ κι ἄναψε μέσα της ἡ δίψα γιὰ τὴν ἀναζήτηση τοῦ Μεσσία. Καὶ τώρα ἀκούει γιὰ πρώτη φορὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο νὰ μιλάει γιὰ τὸ Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου. Ἡ Λυδία ἀποδέχεται χωρὶς καμιὰ ἀντίῤῥηση τὴν νέα διδασκαλία. Πιστεύει στὸ Χριστὸ καὶ δηλώνει κατηγορηματικὰ πὼς καὶ αὐτὴ θέλει νὰ γίνει Χριστιανή. Καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁλοκληρώνει τὸ ἔργο του. Στὰ γάργαρα νερὰ τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτου βαπτίζει τὴν Λυδία. Ἡ πρώτη χριστιανὴ τῆς Μακεδονίας πολιτογραφεῖται στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Τώρα εἶναι τὸ πρῶτο μέλος τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ καρδιά της πλημμυρίζει ἀπὸ αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἄνοιξαν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς της καὶ ζητᾶ νὰ τοὺς φιλοξενήσει στὸ σπίτι της. «Καὶ τις γυνὴ ὀνόματι Λυδία, πορφυρόπωλις πόλεως Θυατείρων, σεβόμενη τὸν Θεόν, ἤκουεν, ἧς ὁ Κύριος διήνοιξε τὴν καρδίαν προσέχειν τοῖς λαλουμένοις ὑπὸ τοῦ Παύλου, ὡς δὲ ἐβαπτίσθη καὶ ὁ οἶκος αὐτῆς, παρεκάλεσε λέγουσα· εἰ κεκρίκατέ με πιστὴν τῷ Κυρίῳ εἶναι, εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον μου μείνατε· καὶ παρεβιάσατο ἡμᾶς» (Πράξ. 16,14-15).
«Διαβὰς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν» (Πράξ. 16,9), εἶναι ἡ ἔκκληση τοῦ Μακεδόνα ποὺ βλέπει σὲ ὅραμα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐνῷ βρίσκεται στὴν Τρωάδα. Τὴ φωνὴ αὐτὴ τὴν θεωρεῖ ὡς φωνὴ Θεοῦ καὶ χωρὶς ἀναβολὴ ἀποφασίζει νὰ διαπεραιωθεῖ στὸ ἐκλεκτότερο τμῆμα τῆς Εὐρώπης, τὴν Μακεδονία. Μαζί του παίρνει καὶ τοὺς ἐκλεκτούς του συνεργάτες, Τιμόθεο, Σίλα καὶ Λουκᾶ. Ἀποβιβάζονται στὴ Νεάπολη, σημερινὴ Καβάλα, κι ἀπὸ κεῖ ἀναχωροῦν γιὰ τοὺς Φιλίππους. Ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Φιλίππων καὶ κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ Ζυγάκτου ποταμοῦ εἶναι ὁ τόπος προσευχῆς τῶν Ἰουδαίων. Στὶς συγκεντρωμένες ἐκεῖ γυναῖκες ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κηρύττει, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν Εὐρώπη, τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Οἱ θεοφοβούμενες γυναῖκες ἀκοῦν μὲ προσοχὴ καὶ εὐλάβεια τὰ λόγια του ἀγνώστου Ἰουδαίου. Ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ περισσότερο ἀπ΄ ὅλες ἐνθουσιάζεται εἶναι ἡ Λυδία, ἡ προσήλυτος πορφυρόπωλις ἀπὸ τὰ Θυάτειρα. Μέσα της γίνεται ἕνας σεισμός. Ἡ καρδιὰ τῆς Λυδίας ἦταν πάντα ἀνήσυχη. Δὲν μποροῦσε νὰ λατρεύει θεοὺς καὶ θεὲς ποὺ ὀργίαζαν μεταξύ τους. Ἔτσι ὁδηγήθηκε στὸν κῆπο προσευχῆς τῶν Ἰουδαίων. Γνώρισε τὸ νόμο τοῦ Ἰσραὴλ κι ἄναψε μέσα της ἡ δίψα γιὰ τὴν ἀναζήτηση τοῦ Μεσσία. Καὶ τώρα ἀκούει γιὰ πρώτη φορὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο νὰ μιλάει γιὰ τὸ Λυτρωτὴ τοῦ κόσμου. Ἡ Λυδία ἀποδέχεται χωρὶς καμιὰ ἀντίῤῥηση τὴν νέα διδασκαλία. Πιστεύει στὸ Χριστὸ καὶ δηλώνει κατηγορηματικὰ πὼς καὶ αὐτὴ θέλει νὰ γίνει Χριστιανή. Καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὁλοκληρώνει τὸ ἔργο του. Στὰ γάργαρα νερὰ τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτου βαπτίζει τὴν Λυδία. Ἡ πρώτη χριστιανὴ τῆς Μακεδονίας πολιτογραφεῖται στὴ βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Τώρα εἶναι τὸ πρῶτο μέλος τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἡ καρδιά της πλημμυρίζει ἀπὸ αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης πρὸς αὐτοὺς ποὺ ἄνοιξαν τὰ μάτια τῆς ψυχῆς της καὶ ζητᾶ νὰ τοὺς φιλοξενήσει στὸ σπίτι της. «Καὶ τις γυνὴ ὀνόματι Λυδία, πορφυρόπωλις πόλεως Θυατείρων, σεβόμενη τὸν Θεόν, ἤκουεν, ἧς ὁ Κύριος διήνοιξε τὴν καρδίαν προσέχειν τοῖς λαλουμένοις ὑπὸ τοῦ Παύλου, ὡς δὲ ἐβαπτίσθη καὶ ὁ οἶκος αὐτῆς, παρεκάλεσε λέγουσα· εἰ κεκρίκατέ με πιστὴν τῷ Κυρίῳ εἶναι, εἰσελθόντες εἰς τὸν οἶκον μου μείνατε· καὶ παρεβιάσατο ἡμᾶς» (Πράξ. 16,14-15).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου