31 Ιουλίου, 2018

Άγιος Γαβριήλ ο δια Χριστόν Σαλός στην Γεωργία

Έγινε η εκταφή του Αγίου Γαβριήλ του δια Χριστόν Σαλού στην Γεωργία (Δείτε ΦΩΤΟ)

Δημοσίευση: 23 Φεβρουαρίου 2014, 8:00 μμ | Ανανέωση: Ιούλιος 31, 2018 στις 3:48 μμ


Εισαγωγικά

Το Σάββατο, στις 22 Φεβρουαρίου 2014, σύμφωνα με την απόφαση της αγίας Συνόδου της Αποστολικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Γεωργίας, πραγματοποιήθηκε ανακομιδή των αγίων λειψάνων του Όσιου Πατρός Γαβριήλ, του Ομολογητή, τα οποία θα μεταφερθούν στο Ναό Μεταμορφώσεως Σωτήρος στη γυναικεία Μονή του Σαμτάβρο.

Στις 20 Δεκεμβρίου του 2012, σύμφωνα με την απόφαση της Συνόδου της Αποστολικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Γεωργίας ανακηρύχθηκε Άγιος ο αρχιμανδρίτης Γαβριήλ (Ουργκεμπάτζε) με το εξής όνομα: Όσιος Πατήρ Γαβριήλ, ο Ομολογητής – Σάλος. Η μνήμη του πλέον θα τιμάται στις 2 Νοεμβρίου.

Λίγα λόγια γιά τόν βίο του.

Ὁ π.Γαβριὴλ ὁ Γεωργιανὸς γεννήθηκε στὶς 26 Αὐγούστου 1926 στὴν Τυφλίδα .Ὁ πατέρας τοῦ ἦταν φανατικὸς κομμουνιστής.

Ἡ μητέρα του ,ἡ ὁποία ἀργότερα ἔγινε μοναχὴ μὲ τὸ ὄνομα Ἄννα ,ἐκοιμήθη στὶς 26 Ἀπριλίου 2000 καὶ εἶναι θαμμένη δίπλα στὸν γιό της.

Οἱ γείτονές του τὸν θυμοῦνται ἀπὸ μικρὸ παιδὶ νὰ νηστεύει καὶ παρόλη τὴν ἀθειστικὴ ἀνατροφὴ ποὺ ἔλαβε, στὰ 12 τοῦ χρόνια ἤξερε τὸ εὐαγγέλιο ἀπέξω .Ἔγινε μοναχὸς τὸ 1955 ἐπὶ κομμουνιστικοῦ καθαστῶτος. Γιὰ σαράντα χρόνια ἔζησε σὲ νεκροταφεῖα, φυλακὲς καὶ ψυχιατρεῖα. Ἐπὶ δεκαπέντε χρόνια ζητιάνευε ταπεινωμένος, λοιδωρούμενος καὶ περιφρονημένος ἀπ’ ὅλους.

Ἡ «σαλότητά» του ἄρχισε νὰ ἐκδηλώνεται στὶς 1 Μαίου 1965. Σ’αὐτὴν τὴν ἐπίσημη γιὰ τοὺς κομμουνιστὲς ἡμέρα,παρουσία τῶν ἀρχῶν,εἶχε συγκεντρωθεῖ μεγάλο πλῆθος στὴν κεντρικὴ πλατεία τῆς Τυφλίδας. Πίσω ἀπὸ τοὺς ἐπίσημους δυὸ τεράστια πορτραίτα τοῦ Στάλιν καὶ τοῦ Λένιν κάλυπταν ἕνα μεγάλο μέρος ἑνὸς κτιρίου.

Ξαφνικά,καὶ ἐνῶ στὴν ἀσφυκτικὰ γεμάτη ἀπὸ κόσμο πλατεία οἱ ἐκδηλώσεις εἶχαν φτάσει στὸ ἀποκορύφωμά τους, ἡ 12μετρη φωτογραφία τοῦ Στάλιν ἔπιασε φωτιά. Τί εἶχε γίνει; Ὁ μοναχὸς Γαβριὴλ καταφέρνοντας νὰ φτάσει στὸν πρῶτο ὄροφο τοῦ κυβερνητικοῦ κτιρίου, ἄνοιξε τὸ παράθυρο καὶ περιέλουσε τὸ πίσω μέρος τῶν πορτραίτων μὲ βενζίνη βάζοντας φωτιά.


Μετὰ ἀπὸ λίγο κάηκε καὶ τὸ πορτραῖτο τοῦ Λένιν. Ὁ τρόμος εἶχε ἁπλωθεῖ πάνω ἀπὸ τὸ πλῆθος καὶ ἐπικρατοῦσε νεκρικὴ σιγῆ. Ὅσο τὰ πορτραίτα καιγόνταν ὁ μοναχὸς Γαβριὴλ φώναζε ἀπὸ τὸ παράθυρο τὰ παρακάτω λόγια: «Ὁ Κύριος εἶπε νὰ μὴ φτιάχνουμε εἴδωλα. Νὰ μὴν ἔχετε ἄλλους θεοὺς ἐκτὸς ἀπὸ ἐμένα. Καλοί μου ἄνθρωποι συνέλθετε! Ὅσοι ἔζησαν σ’αὐτὴν τὴ γῆ ἦταν πάντα χριστιανοί! Ἐσεῖς γιατί προσκυνᾶτε τὰ εἴδωλα; Ἡ δόξα ἀνήκει μόνο στὸ Θεό.Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πέθανε καὶ τὴν τρίτη ἡμέρα ἀναστήθηκε… Τὰ εἴδωλά σας ὅμως δὲ θὰ ἀναστηθοῦν ποτέ. Ἀκόμη καὶ ὅταν ζοῦσαν ἦταν νεκροί»!

Ἀμέσως τὸν κατέβασαν κάτω μὲ ἕνα πυροσβεστικὸ ὄχημα τοῦ ὁποίου ὕψωσαν τὴν σκάλα .Ἔπειτα τὸ πλῆθος ὅρμησε ἐπάνω του. Τὸν χτύπησα μὲ κλωτσιές, μὲ τὶς κάνες τῶν ὅπλων, μὲ τοὺς πυροσβεστικοὺς σωλῆνες, φωνάζοντας: «Ἀφῆστε μὲ νὰ ἀποτελειώσω αὐτὴν τὴν ψείρα!…» Ὅλοι ἤθελαν νὰ πατήσουν αὐτὸν τὸν ”εχθρό τοῦ λαού”γιὰ νὰ δείξουν τὸν ζῆλο τους. Μὲ δυσκολία τὸν ἔβγαλαν οἱ πυροσβέστες ἀπὸ τὰ νύχια τοῦ πλήθους .Ὁ λόγος ποὺ δὲν τὸν πυροβόλησαν ἦταν ὅτι μετὰ ἀπ’ὅλα αὐτὰ ἔδειχνε ἀκριβῶς σὰν ἕνα πτῶμα.

Τὸ κεφάλι τοῦ ἦταν ἀνοιγμένο καὶ τοῦ εἶχαν σπάσει 17 κόκκαλα. Γιὰ ἕναν μήνα ἦταν στὸ νοσοκομεῖο ἀναίσθητος. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ φυλακὴ ἀφοῦ τοῦ ἔδωσαν ἕνα ”πιστοποιητικό τρέλλας”. Ζοῦσε μαζὶ μὲ τὴ μητέρα του.Κανεὶς δὲν τὸν δεχόνταν σπίτι του,οὔτε σὲ καμία δουλειά.

Ὅλοι τὸν ἤξεραν καὶ τὸν φοβόνταν. Οὔτε αὐτὸς οὔτε ἡ μάνα τοῦ μποροῦσαν νὰ βγοῦν ἔξω κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας.Ἐὰν ἔβγαιναν οἱ γείτονες ἀμόλουσαν τὰ σκυλιὰ ἐπάνω τους

Γιὰ πολὺ καιρὸ ὁ μοναχὸς Γαβριὴλ ζοῦσε περιφρονημένος καὶ διωκόμενος ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Μυστικὰ ἀποτραβιόνταν σὲ μία μικρὴ σπηλιὰ ποὺ εἶχε σκάψει σ’ἕναν βράχο καὶ προσευχόνταν μὲ δάκρυα.Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη οἱ ἐκκλησίες ἦταν κατεστραμμένες καὶ οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνταν νὰ ἐπικοινωνήσουν μεταξύ τους.

Ὁ γέροντας Γαβριὴλ εἶχε φτιάξει στὴν αὐλὴ τοῦ μία μικρὴ ἐκκλησία μὲ τέσσερις τρούλους. Τοῦ τὴν κατέστρεψαν πολλὲς φορές, αὐτὸς ὅμως τὴν ξαναέφτιαχνε μὲ μεγαλύτερο ζῆλο.

Όταν ὁ καιρὸς τῶν διωγμῶν πέρασε, πολλοὶ ἄνθρωποι ἄρχισαν νὰ ἀναζητοῦν στὸ πρόσωπό του ἕναν πνευματικὸ καθοδηγητή. Εἶχε τὸ προορατικὸ χάρισμα ἐνῶ ὑπάρχουν πολλὲς μαρτυρίες γιὰ θαύματα ποὺ ἔχει ἐπιτελέσει.Τὰ τελευταία χρόνια τῆς ζωῆς τοῦ ἀποτραβήχθηκε στὴ Μονὴ Mtskheta ὅπου ἔγινε ἀρχιμανδρίτης καὶ ὅπου καὶ τὸν κήδεψαν.Πρὶν πεθάνει τοῦ πῆραν αἷμα γιὰ κάποιες ἀναλύσεις. Αὐτὸ τὸ αἷμα δὲν χάλασε. Ὁ Θεὸς τῆς ἀληθείας ἐδοξάσθη σ’αὐτόν. Ἡ μορφὴ τοῦ γέροντα Γαβριὴλ ἔδειχνε ξεκάθαρα ὅτι ὁ Χριστὸς κατοικεῖ στὴν ψυχή του.Ἐκοιμήθη στὶς 2 Νοεμβρίου 1995.

«Ὅτι εἶναι κακὸ στὸν ἄνθρωπο εἶναι συμπτωματικό. Νὰ μὴν περιφρονεῖτε κανέναν,ἀκόμη κι ἂν βλέπετε πόσο ἀνήθικοι,μέθυσοι καὶ βλάσφημοι εἶναι.Ἡ Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει καὶ σ’αὐτοὺς κάπου, χωρὶς βέβαια νὰ τὸ συνειδητοποιοῦν. Εἶναι φυσιολογικὸ ὁ ἐχθρὸς νὰ θέλει νὰ λερώσει αὐτὴν τὴν Εἰκόνα.Δὲν εἶναι καθόλου εὔκολο νὰ βλέπεις τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ σὲ ἐκείνους ποὺ σὲ ὀνειδίζουν καὶ σοῦ συμπεριφέρονται σὰν θηρία. Αὐτοὺς ὅμως πρέπει νὰ τοὺς λυπᾶσαι ἀκόμη πιὸ πολὺ ἐπειδὴ ἡ ψυχὴ τοὺς ἔχει παραμορφωθεῖ,χωρὶς ἴσως νὰ μπορεὶ νὰ ἐπανορθωθεῖ ποτέ,καταδικάζοντας τὴ ψυχή τους σὲ αἰώνια βάσανα…Πόσο δύσκολο εἶναι αὐτό: Ν’ἀγαπήσει κάποιος τοὺς ἐχθρούς του! (Γέροντας Γαβριήλ).

[ΠΗΓΗ: ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ: Διδαχή του Γέροντος Γαβριήλ του διά Χριστόν σαλού από τή Γεωργία].

Και τι θα κάνουμε τόσα χρόνια στον παράδεισο; Δε θα βαρεθούμε;

Πώς θα περνάμε στον ουρανό, κοντά στο Θεό, στο Χριστό, συντροφιά με τους αγίους; 
Η Αγία Γραφή συχνά κάνει λόγο για τη Βασιλεία των Ουρανών. Ο ευαγγελιστής Ιωάννης γράφει στην Αποκάλυψη: «Μακάριοι οι νεκροί που από τώρα πεθαίνουν εν Κυρίω. Ναι, λέει το Πνεύμα, για να αναπαυθούν από τους κόπους τους» (ιδ΄ 13). Το μακαρισμό αυτό θα έπρεπε να το δούμε σε σχέση με έναν επόμενο: «Μακάριοι είναι όσοι έχουν κληθεί στο γλέντι του γάμου του Αρνίου» (ιθ΄ 9).

Και οι δύο μακαρισμοί αναφέρονται στην κατάσταση που θα επικρατεί στη Βασιλεία των Ουρανών. Στον ένα γίνεται λόγος για την ανάπαυση, που θα αισθανθούν οι δίκαιοι, από τους κόπους, τις δοκιμασίες και τις θλίψεις. Και στον άλλο έχουμε ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός
Η Βασιλεία των Ουρανών που επιφυλάσσει ο Θεός στους εκλεκτούς, σ’ αυτούς που ανταποκρίνονται στο προσκλητήριο της αγάπης Του, δεν είναι απλή ανάπαυση. Δεν είναι απουσία δεινών. Δεν είναι ουδέτερη κατάσταση.
Η ανάπαυση των δικαίων θα είναι μετοχή και συμμετοχή στην απερίγραπτη χαρά του ουρανού. Συμμετοχή στο «γλέντι του γάμου του Αρνίου». Στην επουράνιο Ιερουσαλήμ, ανάμεσα σε μυριάδες αγγέλους, που πανηγυρίζουν και σκορπίζουν τη χαρά, μαζί με όλους τους «καταγραμμένους στον ουρανό» (Εβρ. ιβ΄ 23). Στα αγαθά «που μάτι δεν τα είδε και αφτί δεν τα άκουσε και στην καρδιά του ανθρώπου δεν ανέβηκε, αυτά που ετοίμασε ο Θεός γι’ αυτούς που τον αγαπούν» (Α΄ Κορ. β΄ 9).

Εκεί η ψυχή βρίσκει το πλήρωμα της ευτυχίας της, την εκπλήρωση όλων των όμορφων πόθων της. Δε ζει σε κατάσταση παθητικής ακινησίας. Δεν έχουμε βουδιστικό Νιρβάνα, ούτε τα Ηλύσια Πεδία της αρχαιότητας, ούτε τους υλιστικούς Παραδείσους του Ισλάμ. «Αυτοί που καταξιώθηκαν να γευτούν τον αιώνα εκείνο και την εκ νεκρών ανάσταση… ισάγγελοι είναι και υιοί του Θεού, αφού είναι υιοί της αναστάσεως» (Λουκ. κ΄ 35-36).

Να, η ζωή μας, να, το έργο μας στη Βασιλεία των Ουρανών. Οι άνθρωποι γίνονται ισάγγελοι, όμοιοι με τους αγγέλους και αναλαμβάνουν το ίδιο έργο των αγγέλων κοντά στο θρόνο του Θεού. Οι άγγελοι αντλούν τη μακαριότητά τους από τη θέση τους και το έργο τους κοντά στο Θεό, ατενίζοντας τη δόξα Του. Και για όλες τις ψυχές ισχύουν τα λόγια του Ψαλμωδού, όταν με αγαλλίαση έλεγε, «θα χορτασθώ, όταν θα δω τη δόξα σου» (Ψαλμός ιστ΄ 15).

Το άπειρο μεγαλείο του Θεού τούς κάνει να μεταπηδούν από έκπληξη σε έκπληξη. Και η αγγελική δοξολογία είναι το φυσικό επακόλουθο της ωραίας και μακαρίας ζωής, που ζουν κοντά στο Θεό.

Υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία από το να ζει κανείς αδιάκοπα μέσα σε ατμόσφαιρα απέραντης αγάπης; Αν αισθάνεται κανείς αγαλλίαση κοντά σε ανθρώπους πηγαίας και ειλικρινούς αγάπης, ποια μακαριότητα θα αισθανθεί κοντά στην αστείρευτη Πηγή της αγάπης, το Θεό;

Οι άγιοι που ζούσαν την αγάπη του Θεού και στη γη αυτή, δεν την αντάλλαζαν ούτε με όλους τους θησαυρούς. Εκεί στη Βασιλεία των Ουρανών, που δε θα βλέπουν «μπερδεμένα σαν μέσα από αντανάκλαση», αλλά θα ατενίζουν «πρόσωπο προς πρόσωπο» τη δόξα του Θεού και θα δέχονται την αγάπη Του, σαν αναγεννημένοι «υιοί της αναστάσεως» , ποιος θα μπορούσε να περιγράψει τη μακαριότητά τους.

Αυτή την υπόσχεση έδωσε ο Κύριος σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές, λίγο προ του σταυρικού πάθους στους μαθητές Του. Να τι τους διαβεβαίωσε: Εσείς που μείνατε κοντά μου και οι δοκιμασίες δε σας κλόνισαν, για την αφοσίωσή σας, σας υπόσχομαι «να τρώτε και να πίνετε στο τραπέζι μου στη βασιλεία μου» (Λουκ. κβ΄ 30).
Υπογραμμίζει την τιμή που επιφυλάσσει στους εκλεκτούς. Προνομιακή η θέση τους κοντά Του: «Οι συνδαιτυμόνες του βασιλιά θεωρούνται οι πρώτοι από όλους» (Θεοφύλακτος). Πολλοί μπορούν να επικοινωνούν και να αναστρέφονται τους άρχοντες. Αλλά μόνο οι περισσότερο οικείοι συντρώγουν μαζί τους. Μια τέτοια ιδιαίτερη τιμητική θέση επιφυλάσσει ο Χριστός στους μαθητές Του.

Παραβολικές εικόνες για να ψηλαφήσουμε κάπως τους ασύλληπτους πνευματικούς κόσμους. Το ζήτημα που θα έπρεπε να μας απασχολεί περισσότερο δεν είναι η κατάσταση, αλλά η κατάκτηση της Βασιλείας των Ουρανών. Με πόσο πόθο άφηνε την ψυχή του να το εκφράσει ο άγιος Ηλίας Μηνιάτης: «Ω παράδεισε, παράδεισε! Εμείς μπορούμε να σε κερδίσουμε, μα εμείς δεν μπορούμε να σε καταλάβουμε».

Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας

Του Μητροπολίτου Κεντρώας Αφρικής Ιγνατίου.

Για αυτόν τον εξαίρετο άνδρα δεν γνωρίζουμε πολλά. Ούτε τα πρωτινά ούτε τα στερνά του χρόνια. Σαν ένας «διάττων αστήρ» κάμνει την εμφάνισή του στις σελίδες της Γραφής. Μας καταπλήσσει με την τίμια και ευγενική και τολμηρή διαγωγή του και έπειτα δεν αναφέρεται πια πουθενά.

Και οι τέσσερις Ευαγγελιστές τον αναφέρουν. Και ο καθένας τους του αφιερώνει τέσσερις το πολύ πέντε στίχους για να περιγράψει το ήθος του ανδρός, τις διαθέσεις του, την γενναία στάση του και την αγία και πολύτιμη προσφορά των υπηρεσιών του προς τον νεκρό Κύριο Ιησού.

Αλλά ας βάλουμε σε μια σειρά τα όσα γνωρίζουμε από την Γραφή.
Ο Ιωσήφ εν πρώτοις, όπως γίνεται φανερό και από το όνομα του, ήταν Εβραίος. Ήταν εγκατεστημένος στην πρωτεύουσα του Ισραήλ, την Ιερουσαλήμ. Όμως δεν ήταν ντόπιος. Είχε γεννηθεί και μεγάλωσε στην Αριμαθαία, μια πόλη της Ιουδαίας. Και ο τόπος της καταγωγής του έγινε σαν ένα επώνυμό του, ώστε, προκειμένου να προσδιορίσουν οι άνθρωποι της εποχής του για ποιόν Ιωσήφ κάμνουν λόγο, έλεγαν το όνομά του και πρόσθεταν την καταγωγή του. Έτσι τον γνωρίζουμε κι εμείς: «Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας».

Ο Ιωσήφ είχε σπουδαία θέση στην κοινωνία της Ιερουσαλήμ και το έθνος του. Ήταν καθώς μας πληροφορούν οι ιεροί Ευαγγελιστές, Βουλευτής. Δηλαδή ήταν μέλος του Ανωτάτου Ιουδαϊκού Συνεδρίου και Βουλευτηρίου. Δεν είχε από καταγωγή την θέση αυτή αλλά από προσωπική του αξία. Η Γραφή προκειμένου να μας πληροφορήσει ποια θέση είχε ο Ιωσήφ στην εκτίμηση της κοινωνίας, μας τον χαρακτηρίζει «ευσχήμονα». Και «ευσχήμων» λεγόταν ο σεβαστός, ο κατά πάντα και υπό πάντων αξιοσέβαστος άνθρωπος. Και βέβαια δεν ήταν η θέση και η ιδιότης του βουλευτού που τον καθιστούσε στα μάτια όλων «ευσχήμονα», αλλά ο χαρακτήρας του ο καλός και η αρετή του. Διότι ο ευαγγελιστής Λουκάς προσθέτει την πληροφορία ότι ο Ιωσήφ ήταν «ανήρ αγαθός και δίκαιος». Αγαθός στον χαρακτήρα του και ενάρετος από άσκηση και προσωπική καλλιέργειά του στην αρετή. Ο Ματθαίος προσθέτει ότι ήταν και «πλούσιος». Είχε και ιδιοκτησία υπολογίσιμη στην Ιερουσαλήμ.
Όλα αυτά παρουσιάζουν στα μάτια μας τον Ιωσήφ ένα πρόσωπο επίσημο, αριστοκρατικό, ευγενικό, υψηλό, πράγματι αξιόλογο.

Παρά ταύτα, άλλα είναι εκείνα που μας κάμνουν να τον παραδεχθούμε βαθύτερα και να τον αγαπήσουμε με όλη μας την καρδιά και να τον θαυμάσουμε.

Ο Ιωσήφ αποδείχθηκε υπόδειγμα τιμίου ανθρώπου, τολμηρού και πράγματι αφοσιωμένου στον Ιησού μαθητή. Βέβαια ευθύς από την αρχή δεν παρουσιάστηκε έτσι. Μολονότι και αυτός «ην προσδεχόμενος την βασιλείαν του Θεού», εν τούτοις ευθύς εξ αρχής δεν εκδηλώθηκε. Γνώριζε δηλαδή τον Χριστό εκ φήμης, που έφθανε στην Ιουδαία από την Γαλιλαία, όπου συνήθως δρούσε ο Ιησούς. Και προσωπικά τον άκουσε, όταν ο Κύριος ανέβηκε τρεις φορές στα Ιεροσόλυμα και μιλούσε και συζητούσε στην στοά του Σολομώντος και αλλού. Τότε τον παραδέχθηκε ως θείο διδάσκαλο και από Θεού απεσταλμένο. Πίστεψε και στην ερχόμενη βασιλεία Του που κήρυττε ο Ναζωραίος. Όμως έμενε κρυμμένος. Κρυφός μαθητής. Βλέπεις, ο Χριστός ανέκαθεν είχε πολύ περισσότερους μυστικούς φίλους και μαθητές απ’ ότι μπορεί να υπολογίζει και να φαντασθεί κανείς. Τώρα για ποιο λόγο δεν εξεδήλωσε ο Ιωσήφ από την πρώτη στιγμή τις καλές διαθέσεις του απέναντι στον Χριστό; Δεν μπορούμε ακριβώς να γνωρίζουμε. Ίσως από φρονιμάδα να περίμενε τον πιο κατάλληλο καιρό για να εκδηλωθεί, όπως και έγινε. Θα του δούμε αυτό. Ίσως από δειλία. Δεν αποκλείεται κι αυτό, αν και εκ πρώτης όψεως τέτοια αδυναμία φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με την κατοπινή του τόλμη. Συμβαίνει πολλές φορές μερικοί που σε μικρότερες δοκιμασίες φέρονται δειλοί, σε μεγαλύτερες αποδεικνύονται απίθανα θαρραλέοι. Έρχεται ένα βαθύτερο και ισχυρότερο συναίσθημα και υπερισχύει και παρουσιάζει άλλον εξ άλλου τον δειλό. Και στην περίπτωση του Ιωσήφ, όπως άλλωστε σε μύριες όσες, ο αδίκως πάσχων και εσταυρωμένος Χριστός προκάλεσε μεγαλύτερη συγκίνηση παρ’ όσον ως γοητευτικός διδάσκαλος και θαυματουργός. Μια φορά ο ευαγγελιστής Ιωάννης μας πληροφορεί ότι «εκ των αρχόντων πολλοί επίστευσαν εις τον Ιησούν, αλλά διά τους Φαρισαίους ουχ ωμολόγουν, ίνα μη αποσυνάγωγοι γένωνται» (Ιω. ιβ΄ 42). Η επιρροή των Φαρισαίων επάνω στον λαό και η παροιμιώδης κακία τους ήταν κάτι που όλοι το υπολόγιζαν, ακόμη και οι άρχοντες. Έπειτα το να απαγορευθεί, έστω και προσκαίρως, σε μέλος του συνεδρίου να μπει στη Συναγωγή, ήταν σοβαρή υπόθεση, που όλοι την λογάριαζαν. Όμως ίσως ήταν και της πρόνοιας του Θεού να μένει κρυμμένος μαθητής ο Ιωσήφ, για να χρησιμοποιηθεί όταν θα χρειαζόταν. Ίσως και τα τρία μαζί να ήταν. Δεν έχει και πολλή σημασία αυτό.

Σημασία έχει ότι, όταν ήλθε η περίσταση, ο Ιωσήφ αποτίναξε από πάνω του κάθε δισταγμό ή δειλία και φάνηκε άξιος του Θεού, τίμιος και τολμηρός και αφοσιωμένος μαθητής του Ιησού. Και η τιμιότητά του εκδηλώθηκε στην εξής κυρίως περίσταση. Όταν στα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής προσκλήθηκαν όλα τα μέλη του ιουδαϊκού συνεδρίου με παρακίνηση των αρχιερέων και Φαρισαίων για να αποφασίσουν την εις θάνατον καταδίκη του Ιησού, ο Ιωσήφ ήταν ένας από τους ελαχίστους ή το πιθανότερον ο μόνος που διαφώνησε ως προς την απόφαση της καταδίκης του Αθώου και ως προς τις απαίσιες μεθόδους με τις οποίες επεδίωξαν οι σκοτεινοί συνάδελφοί του να εξασφαλίσουν από τον Ρωμαίο ηγεμόνα Πόντιο Πιλάτο την επικύρωση της αποφάσεως τους και καταδίκης Του στον σταυρικό θάνατο. Ο ευαγγελιστής Λουκάς συγκεκριμένα ιστορεί: «Ούτος (δηλαδή ο Ιωσήφ) ουκ ην συγκατατεθειμένος τη βουλή και τη πράξει αυτών».

-«Εσείς μπορείτε να αποφασίζετε ότι θέλετε. Εγω διαφωνώ. Δεν βάφω τα χέρια μου στου Αθώου το αίμα» ήταν η πράγματι γενναία θέση που πήρε σ’ εκείνες τις αποφασιστικές διαβουλεύσεις του Συνεδρίου. Και αυτό θα πει τίμιος άνθρωπος. Θα υποστηρίξει το δίκαιο, θα ταχθεί αναφανδόν με τον αθώο, και ας του στοιχίσει ότι του στοιχίσει. Ο τίμιος δεν κρατάει ένοχη σιωπή, πολύ περισσότερο δεν συντάσσεται με τους αδίκους όταν κρίνεται το δίκαιο του αθώου. Είναι ευθύς ίσιος, «ντόμπρος»άνθρωπος. Είναι όπως ο Ιωσήφ. Πόσες φορές και σήμερα κρίνεται ο Χριστός, το ιερό Ευαγγέλιο Του, η Εκκλησία Του και οι δικοί Του σε κοσμικές συγκεντρώσεις, σε διάφορες παρέες, επειδή και μέσα εκεί βρίσκονται άνθρωποι που ευλαβούνται τον Χριστό, αλλά δεν έχουν την τιμιότητα και το θάρρος να πάρουν το μέρος του Χριστού! Και συμβαίνει αυτό, διότι η τιμιότητα θέλει κότσια, χρειάζεται σθένος, τόλμη, κι αυτά δεν τα διαθέτουν όλοι!

Γι αυτό και ο Ιωσήφ είπαμε ότι μαζί με την τιμιότητά του έδειξε και την ανδρεία του, την παλικαριά του. Το πόση τόλμη χρειαζόταν να διαφωνήσει ο Ιωσήφ προς όλο το σώμα του Συνεδρίου για να το εκτιμήσεις σωστά, πρέπει να σκεφθείς ότι στην απόφαση αυτή ούτε και αυτός ο Πιλάτος δεν τόλμησε να αντισταθεί.

Όμως έδειξε και αλλού την γενναιότητά του ο Ιωσήφ. Όταν το κακούργημα είχε συντελεσθεί, όταν ο Ιησούς ήταν ήδη καρφωμένος επάνω στον σταυρό και νεκρός και ενώ όλοι οι Εβραίοι είχαν αποσυρθεί στα σπίτια τους για να κάμουν το Πάσχα τους, τότε ο Ιωσήφ «τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού». Ο Ιωσήφ με το διάβημά του αυτό συντασσόταν χωρίς επιφύλαξη με το μέρος του Εσταυρωμένου. Τα «έπαιζε» όλα για όλα. Πως θα ερμήνευε ο Πιλάτος το διάβημά του; Πως θα του το συγχωρούσαν οι συνάδελφοί του και προπάντων οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι; Το πιο πιθανό ήταν και αποσυνάγωγο να τον κάμουν και από μέλος του Συνεδρίου να τον αποκηρύξουν, ακόμη –γιατί όχι;- και τον εξοντωτικό πόλεμο να του κηρύξουν. Ο Ιωσήφ αδιαφόρησε για όλα. Αυτός έπαιρνε στα φανερά τη θέση του μαθητού. Ας γινόταν ότι ήθελε.

Που είναι εκείνοι που κατηγορούν για δειλία τους Χριστιανούς; Που είναι εκείνοι που θέλουν να είναι Χριστιανοί και δεν τολμούν; Ας παρατηρήσουμε όλοι καλά τον Ιωσήφ. Να διδαχθούν και να ενθαρρυνθούν οι φίλοι. Να εντραπούν οι συκοφάντες. Ο Ιωσήφ τολμά τα ατόλμητα, επιχειρεί τα απίθανα.

Αποδείχθηκε τίμιος, έπειτα και τολμηρός. Ήλθε η σειρά να φανεί και η άλλη του αρετή: Όλα τα δικά του στην υπηρεσία του Ιησού!

Ο Πιλάτος οπωσδήποτε συγκινήθηκε. Του δώρισε το σώμα του Ιησού. Και ο Ιωσήφ αγόρασε σεντόνι καθαρό και μαζί με τον Νικόδημο (ήταν και αυτός πρώην κρυφός μαθητής, και τώρα τολμά κι αυτός και να λάβεις υπόψη σου ότι ήταν... Φαρισαίος!) και οι δυό τους με προσωπική τους προσπάθεια αποκαθηλώνουν τον Εσταυρωμένο, τον τυλίσσουν με το σεντόνι και τον ενταφιάζουν με τον τρόπο που συνήθιζαν οι Ιουδαίοι.

Κοντά στον τόπο όπου εσταύρωσαν τον Ιησού, ο Ιωσήφ είχε έναν κήπο. Και μέσα στον κήπο, λαξευμένο στον βράχο έναν οικογενειακό τάφο. Καινούργιο, που μέσα του δεν είχε ενταφιαστεί μέχρι τότε κανείς. Μέσα λοιπόν σε αυτόν με πολλή φροντίδα κήδεψαν τον Ιησού.

Ο Ιωσήφ κύλησε στο στόμιο του σπηλαιοειδούς τάφου του μια πέτρα, και με τον Νικόδημο έφυγαν. Είχε κάμει το καθήκον του στο ακέραιο. Ήταν τώρα ήσυχος. Έδυε ο ήλιος της Παρασκευής. Τα άστρα θα έφερναν το Σάββατο, το Πάσχα των Εβραίων.

Ο Ιωσήφ δεν αναφέρεται πουθενά πλέον στην Γραφή. Ίσως και δεν χρειαζόταν. Στην δεδομένη περίσταση έκαμε το καθήκον του. Και ο Θεός τον δόξασε τόσο, όσο ο ίδιος ποτέ δεν το ονειρευόταν. Ποτέ δεν περίμενε ότι ο ενταφιασμός εκείνος του Διδασκάλου του θα τον έκαμνε αθάνατο. Και ποτέ δεν φανταζόταν ότι εκείνο το μνήμα που λάξευε στον κήπο του θα γινόταν μνημείο του. Διακινδύνευσε την θέση του στην Συναγωγή και στο Βουλευτήριο, και με αυτό εξασφάλισε επίζηλη θέση στην Εκκλησία του Χριστού. Βγήκε από την μυστικότητα και αποκαλύφθηκε στα φανερά μαθητής του Εσταυρωμένου, κι Εκείνος τον ανέδειξε διδάσκαλο τιμιότητος, τόλμης και αφοσιώσεως στον χριστιανικό κόσμο και όχι μόνο. Οι αμετανόητοι ομοεθνείς του –πρέπει να θεωρείται βέβαιο– τον αποδοκίμασαν, και να ότι ο Ιωσήφ αναδείχθηκε παγκόσμια εξαίρετη χριστιανική μορφή των αποστολικών χρόνων. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να άκουσε για Χριστό αναστημένο και να αγνοεί τον «ευσχήμονα βουλευτήν», τον Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας.

Έτσι δοξάζει ο Κύριος Ιησούς όλους εκείνους που με τιμιότητα, τόλμη και αφοσίωση παίρνουν σαφή θέση κοντά Του!
Πηγήhttps://paraklisi.blogspot.com/2018/07/blog-post_676.html#more

30 Ιουλίου, 2018

Οἱ Ἅγιοι Σίλας, Σιλουανός, Ἐπαινετός, Κρήσκης καὶ Ἀνδρόνικος οἱ Ἀπόστολοι

Αποτέλεσμα εικόνας για Οἱ Ἅγιοι Σίλας, Σιλουανός, Ἐπαινετός, Κρήσκης καὶ Ἀνδρόνικος οἱ Ἀπόστολοι

Ὅλοι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τοὺς ἑβδομήκοντα μαθητὲς τοῦ Κυρίου καὶ ὅλοι ὑπηρέτησαν τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ «ἐν κόπῳ καὶ μόχθω, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι». Δηλαδή, ὑπηρέτησαν τὸν Κύριο μὲ κόπο καὶ μόχθο, μὲ ἀγρυπνίες πολλὲς φορές, μὲ πείνα καὶ δίψα στὶς μακρινὲς ὁδοιπορίες, μὲ νηστεῖες, μὲ ψῦχος καὶ γυμνότητα. Πράγματι, ὁ μὲν Σίλας στοὺς Φιλίππους τῆς Μακεδονίας, χτυπήθηκε καὶ φυλακίστηκε μαζὶ μὲ τὸν Παῦλο (Πράξ. ιστ´ 25-39). Καὶ ἀφοῦ ἔπειτα ἀκολούθησε τὸν Παῦλο σὲ πολλὲς περιοδεῖες του, ἔγινε ἐπίσκοπος Κορίνθου. Ὁ δὲ Κρήσκης ἐμόχθησε σὰν ἐπίσκοπος Καρχηδόνος. Ὁ Σιλουανός, σὰν ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ὅπου ἔκανε πολλοὺς ἀγῶνες καὶ ὑπέστη πολλὰ βάσανα γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἀγωνίστηκε καὶ ὁ Ἐπαινετός, σὰν ἐπίσκοπος Καρθαγένης. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος μὲ τοὺς ἴδιους κόπους καὶ στερήσεις ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν πίστη στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.

29 Ιουλίου, 2018

Διαπλοκή αμαρτίας και ψυχασθένειας κατά την ορθόδοξη θεολογία (π. Συμεών Κραγιόπουλος)

                                 
Έχοντας δει τις βασικότερες θέσεις του Καθηγητή Ιω. Κορναράκη για τον τρόπο που η ψυχανάλυση μπορεί θαυμάσια να συνδυαστεί με την θεολογία, και να βοηθήσει στην κατανόηση δύσκολων θεολογικών προβλημάτων, θα προσπαθήσουμε τώρα να εκθέσουμε, κατά το δυνατόν, την σχετική διδασκαλία του π. Συμεών Κραγιοπούλου (σημειωτέον ότι ο π. Συμεών έχει γράψει ολόκληρο βιβλίο όπου σχολιάζει τα πορίσματα του εν λόγω καθηγητή)[1]. Η διαφορά με τον ακαδημαϊκό θεολόγο είναι ότι ο π. Κραγιόπουλος, όντας ποιμένας, προχωρεί σε μια φιλοκαλική εμβάθυνση όλων αυτών των θεμάτων, πάντα έχοντας υπόψη του τις βασικές προκείμενες της θεολογίας. Ωστόσο, πρέπει να πούμε ότι προτιμήσαμε να εμμείνουμε όχι τόσο στο ζήτημα της ένοχης (αυτό απαιτεί ξεχωριστή πραγμάτευση), όσο στον τρόπο που αλλοιώνονται οι διάφοροι ανθρώπινοι χαρακτήρες από την ψυχασθένεια, όσο και στην «θεραπεία» που η Εκκλησία προτείνει στον πιστό.

Καταρχήν, σύμφωνα με τον π. Συμεών, πραγματικά υγιής άνθρωπος είναι αυτός που έχει αληθινή αγάπη για τον Θεό και τον συνάνθρωπό του. Η αληθής αγάπη είναι αυτή, και μόνον αυτή, που βοηθά το άτομο να προοδεύσει πνευματικά, αλλά και να μην απολέσει την ψυχική του ισορροπία. Και μάλιστα υπάρχει ένας βαθύς θεολογικός λόγος γι’ αυτό: όπως ο Θεός είναι ένας κατά τη φύση, αλλά Τρία Πρόσωπα, παρομοίως και ο άνθρωπος είναι και αυτός πολλά πρόσωπα (υπάρχει δηλαδή ένας εικονισμός της «τριαδικότητας του Θεού»). «Μέσα στη ριζά της υπάρξεώς μας είναι και οι άλλοι».[2] Οι αρρωστημένες καταστάσεις αρχίζουν ακριβώς όταν κανείς δεν διαθέτει ακριβώς την πνευματική, και όχι απλά συναισθηματική («ψυχική» κατά την βιβλική ορολογία) αγάπη, η οποία, στο βάθος της, είναι κίβδηλη.

Όταν λείπει αυτή η βασική αυτή πνευματική προϋπόθεση, ο άνθρωπος, προσπαθώντας να τα βγάλει πέρα, να επιβιώσει και να υπάρξει επιτυχώς ως άτομο στη ζωή, αναγκάζεται να καταφύγει στις εξής τρεις λύσεις, γνωστές βέβαια από την Ψυχολογία:
 α) παθολογική προσκόλληση στους άλλους
 β) εχθρική στάση έναντι αυτών
 γ)απομόνωση, κλείσιμο στον εαυτό.
 Σημειωτέον, πάντως, ότι κατά τον π. Συμεών, σε όλες αυτές τις ψυχοπαθολογικές καταστάσεις, το άτομο βαθύτερα γνωρίζει ότι καταφεύγει σε μια αρρωστημένη αντίδραση, ωστόσο σκέπτεται ενδόμυχα ως εξής: «ας αρρωστήσω, ας μην είμαι ‘‘νορμάλ’’, τουλάχιστον ας περισώσω ό,τι μπορώ». Βαθύτερα δηλαδή υποκρύπτεται ένας λογισμός. Τη δύναμη των «λογισμών», αυτής της βασικής φιλοκαλικής έννοιας, για όσους δεν γνωρίζουν, ανακάλυψε ξανά στον αιώνα μας η Γνωστική Ψυχολογία, η οποία περισσότερο εμμένει στους συνειδητούς «λογισμούς» (τους οποίους δεν πρέπει να συγχέουμε με τις «σκέψεις», καθώς οι λογισμοί δεν είναι ενεργητικοί στοχασμοί, αλλά συνιστούν μάλλον μια παθητικότητα που επιβάλλεται στο άτομο, και γίνεται συχνά καταναγκαστικά δεκτή από αυτό. Η όλη διαδικασία είναι εντελώς φευγαλέα, συχνά και ασυνείδητη, ενώ η σκέψη είναι άμεσα συνδεδεμένη με την προθετικότητα, με την άμεση, καθαρή συνείδηση). Βασικό θέμα του π. Κραγιοπούλου, είναι πάντως το πώς δουλεύουν οι λογισμοί στον ψυχικώς νοσούντα, και όχι απλώς αμαρτωλό.

Πώς λοιπόν διαπλέκονται αμαρτία και ψυχοπάθεια; Ας ξεκινήσουμε από την πρώτη περίπτωση ψυχοπαθολογίας που αναφέραμε, την παθολογική προσκόλληση σε κάποιους άλλους, την εξάρτηση δηλαδή που αναπτύσσει κάποιο άτομο έναντι των άλλων, την αρρωστημένη του αδυναμία να ζήσει δίχως κάποιους συγκεκριμένους ανθρώπους. Είναι λοιπόν βέβαιο, κατά τον π. Συμεών, ότι ρίζα της προσκόλλησης είναι η φιλαυτία, καθότι ο προσκολλώμενος, όπως λέγει, διακρίνεται από μια ανασφάλεια, «έναν φόβο και μια ανησυχία να περισώσει το εγώ του», πράγμα που αποτελεί και την πρώτιστη φροντίδα του. Τον ενδιαφέρει βαθύτερα να σταθεί, εγωπαθώς βέβαια, στα πόδια του, ενώ ακόμα πιο βαθιά χαρακτηρίζεται, παραδόξως, από μια αυταρέσκεια, μια προσπάθεια ίσως (νομίζω ότι αυτό εννοεί ο πατήρ) να ανταποκριθεί σε ένα είδωλο δύναμης που έχει σχηματίσει για το εαυτό του. Είναι εντελώς περίεργο ότι ο εξαρτημένος από τον άλλον, και άρα υποτίθεται, γεμάτος αυτοεξουθένωση πιστός, στην ουσία είναι γεμάτος αυταρέσκεια. Εδώ ο πατήρ Συμεών θίγει ένα άλλο ζήτημα, και πάλι φιλοκαλικό: το πώς δηλαδή μεταμφιέζονται τα πάθη. Είναι ένα πελώριο θέμα, που απαιτεί ξεχωριστή πραγμάτευση.

Προσκολλώμενος τώρα ο άνθρωπος, και εξαρτώμενος από κάποιον άλλο, χάνει βαθμιαία την ελευθερία του, την ανεξαρτησία του, τον δυναμισμό του. Η προσωπικότητά του δηλαδή νεκρώνεται. Και μάλιστα, γίνεται κανείς να εξαρτηθεί, διαβάζουμε στον π. Συμεών, από τον πνευματικό του, τον λεγόμενο «Γέροντα» (είναι το γενικότερο κλίμα σήμερα έτσι που ευνοεί αυτήν την υποκριτική καλλιέργεια της ψυχής), ενώ, ακόμη, υπάρχει και η πιθανότητα να εξαρτηθεί κανείς και από τον ίδιο τον Θεό! Ούτε στον Θεό δεν πρέπει να προσκολλάται κανείς, διδάσκει παραδόξως ο πατήρ Κραγιόπουλος, και δίνει το εξής παράδειγμα για να επεξηγήσει τι εννοεί: αυτός που είναι προσκολλημένος αρρωστημένα στον Θεό, όταν προσεύχεται πχ με πάθος για να ικανοποιηθεί ένα αίτημά του, αν δεν εισακουστεί, θα φύγει μακριά από την Εκκλησία, ενώ αντιθέτως, όποιος πιστεύει με αγάπη και ταπείνωση, αν συμβεί κάτι τέτοιο, πιο πολύ θα αγαπήσει τον Χριστό, πιο πολύ θα αρχίσει να προσεύχεται.
*****************

Περνάμε τώρα να εξετάσουμε την τρίτη περίπτωση (θα παραλείψουμε για λόγους οικονομίας την δεύτερη), όπου κανείς, επειδή δεν διαθέτει αληθινή αγάπη, κλείνεται αρρωστημένα στον εαυτό του, απομονώνεται (πράγμα που δεν συμβαίνει καθόλου, όπως νομίζουν μερικοί, με τον πραγματικό ασκητή, τον ερημίτη). Στο σημείο αυτό, ο π. Κραγιόπουλος λέγει το εξής άκρως σημαντικό: κάθε ύπαρξη φέρει εντός της, καθ’ εαυτήν, έναν μηδενισμό (αυτό θυμίζει Χάιντεγκερ και Σαρτρ, και πράγματι, ο π. Συμεών, που γνωρίζει το φιλοσοφικό κίνημα του υπαρξισμού, κατάλαβε πολύ καλά, περισσότερο από πολλούς φιλοσοφο-θεολογούντες, τον μηδενιστικό του χαρακτήρα, που είναι άλλωστε και παγκοίνως παραδεκτός στην βιβλιογραφία). Ο λόγος είναι το ότι ο άνθρωπος, ενώ κατ’ ουσίαν, ως προς το βαθύτερο είναι του, όντας «εικόνα Θεού», είναι τριαδικός (=εντός του εαυτού του υπάρχουν εγγενώς και οι άλλοι άνθρωποι), όταν θεωρείται ως «άτομο», με την ριζική έννοια (=σε αντιδιαστολή με τους άλλους), κλείει πράγματι εντός του αυτό το μηδέν. Αυτό σημαίνει ότι, ο άνθρωπος, ως μονάδα, εν αντιδιαστολή δηλαδή προς τους άλλους, ως ριζική «διάκριση» έναντι αυτών (όπως πχ γίνεται σε σύγχρονες φιλοσοφικές εκδοχές του φιλελευθερισμού), δεν είναι απλώς λιγότερη ισχύς, λιγότερη δύναμη, ή ό,τι άλλο, αλλά «μηδέν», κάτι δηλαδή αρνητικό, με την έννοια μάλιστα του «Άδη». Ο εγωισμός δεν είναι απλά «αμαρτία», αλλα και νιχιλισμός(μηδενισμος), αυτό νομίζω ότι θέλει να πει ο πατήρ, και δεν το σχολιάζω περαιτέρω, καθώς το θεωρώ εξαιρετικά δύσκολο για παροδική πραγμάτευση θέμα.

Εν πάση περιπτώσει, κλειόμενος κανείς στον εαυτό του, ζώντας εν μονώσει, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να αναπτύσσει αυτόν τον μηδενισμό, και φυσικά να αλλοτριώνεται ολοένα και περισσότερο. Η μόνωση είναι έτσι μια αληθινή κόλαση, καθότι ζει κανείς τον Άδη του αρνητισμού («η κόλασή μου είναι οι άλλοι», είπε και ο Σαρτρ, όχι διαμαρτυρόμενος ανθρωπιστικά έναντι κάποιας αλλοτρίωσης, αλλά θεωρώντας εξορισμού τους άλλους ως άρση της ελευθερίας του). Μόνωση εν γένει σημαίνει απόσυρση στον εαυτό, απόσυρση από την ζωή, αυτοκαταστροφή. Τελικά, κατ’ αυτόν τον τρόπο, κινείται κανείς μακριά και από τον ίδιο του τον εαυτό, γι’ αυτό και δεν ξέρει, σε τελική ανάλυση ποιος είναι. Δεν έχει μήτε αυτογνωσία, μήτε υγιή αυτοπεποίθηση.

Ας κάνουμε ωστόσο εδώ μια παρένθεση : ο κλειστός στον εαυτό του άνθρωπος, στους θρησκευτικούς κύκλους, αρκετά συχνά, εκλαμβάνεται για μεγάλος ησυχαστής, νηπτική φύση, ασκητικό και μυστικιστικό πνεύμα. Αν μάλιστα δεν ξέρει ο πνευματικός από αυτά, είναι πιθανόν να πέσει στην παγίδα, να πιστέψει κάτι τέτοιο, και να μην βοηθήσει αναλόγως τον πιστό. Ευθύνη έχει λοιπόν και ο πνευματικός πατήρ, να θεραπεύει σωστά τα πνευματικά του τέκνα, και δεν πέφτει όλο το βάρος της θεραπείας, κατά τον π. Συμεών, στον εξομολογούμενο.

Πρέπει επίσης εδώ να προσθέσουμε ότι η μόνωση καμιά φορά συνδυάζεται, περιέργως, και με την προσκόλληση. Συμβαίνει δηλαδή, όπως διαβάζουμε, ο κλειστός άνθρωπος, επειδή δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνος του στην ζωή, να έχει αρρωστημένη ανάγκη από κάποιους άλλους, για να τον βοηθήσουν. Και έτσι, αν και βαθύτερα μονήρης, ανίκανος να επικοινωνήσει και να ξανοιχτεί στον οποιονδήποτε, προσκολλάται κιόλας στους άλλους, πιθανόν και σε κάποιον πνευματικό. Γίνεται δηλαδή τα τρία βασικά είδη ψυχοπαθολογίας, να συνδυάζονται επιπλέον μεταξύ τους, και η μια κατάσταση να αποτελεί το βαθύτερο υπόστρωμα κάποιας άλλης. Οπότε καταλαβαίνουμε πόσο δύσκολο είναι το έργο του πνευματικού πατρός, που πρέπει όλα αυτά, αμαρτία και ψυχοπαθολογία μαζί, να τα εξιχνιάσει και να τα θεραπεύσει.

*****************

Χρειάζεται τώρα να εξηγήσουμε λίγο περισσότερο γιατί το κλείσιμο στον εαυτό δεν συνιστά απλά ψυχοπάθεια, αλλά μαζί και αμαρτία. Αυτό το κλείσιμο, λοιπόν, που αναπτύσσεται όταν λείπει η υγιής αγάπη, προκύπτει κυρίως από έναν φόβο του ασθενούς μην του κλέψει κανείς την προσωπικότητά του. Ο κλειστός άνθρωπος έχει συνήθως πολύ οδυνηρά βιώματα από την παιδική του ηλικία (μπορεί πχ να είχε, ως γνωστόν, πολύ αυταρχική μητέρα), και επιπλέον, όταν κάποια στιγμή προσπάθησε στην εφηβεία να ξανοιχτεί (πχ μέσω του έρωτα), να έζησε μια «ερωτική απογοήτευση», ή κάτι ανάλογο. Σε ορισμένες μάλιστα τέτοιες περιπτώσεις, όπως αυτή της αυταρχικής μητέρας, μπορεί το μικρό παιδί να αναπτύσσει από νωρίς παθολογική εξάρτηση, υποταγή, πάντα με τον λογισμό, «ας σκύψω τώρα το κεφάλι, να διασώσω ό,τι μπορώ». Στην πραγματικότητα όμως, παρά την πολύ επαφή, την εξάρτηση από αυτήν την εξουσιαστική μητέρα, βαθύτερα το άτομο έχει «ταμπουρωθεί» για τα καλά στον εαυτό του, έχει κλειστεί, και εκεί μέσα νομίζει ότι βρήκε την ασφάλειά του. Ο βαθύτερος φόβος του, που συνιστά βέβαια αμαρτία, είναι μην τυχόν και έρθει σε επαφή με τους άλλους –αλλά η αγάπη είναι ο αληθής χριστιανισμός. Ερμηνεύοντας έτσι τα πράγματα, μιλώντας για αυτό που συμβαίνει στα πιο ενδόμυχα στρώματα του ανθρώπινου είναι, είναι βέβαιο ότι ο π. Συμεών έχει υπόψη του τον φιλοκαλικό όρο «καρδιά», το περιεχόμενο του οποίου ταυτίζεται εν μέρει με τον «βαθύ εαυτό» της ψυχανάλυσης. Είναι αυτή ακριβώς η επιστήμη που επανέφερε, ευτυχώς, στον δυτικό κόσμο την έννοια εν μέρει της νηπτικής «καρδίας», που είναι κάτι πολύ πιο βαθύ από τον «mind».

Αντί για αυτήν την αγάπη, λοιπόν, η εγωτική ανάγκη για επάρκεια και αυτάρκεια κυριαρχεί στον ασθενή. Εφόσον είναι μόνος του, κάνει το παν για να τα βγάλει πέρα και μόνος στη ζωή. Θέλει να είναι καθ’ όλα «επαρκής», δεν επιθυμεί μήτε να τον βοηθούν αλλα μήτε και να βοηθά κανέναν. Δεν θέλει να νιώσει την ταπείνωση του να βοηθιέται από τον συνάνθρωπο, δεν ξέρει τι θα πει αλληλεγγύη. Μερικές φορές μάλιστα, γίνεται και πολύ εφευρετικός, καθώς αναπτύσσει καταναγκαστικά τις όποιες διανοητικές ικανότητές του, προκειμένου να επιτύχει σε όλα μόνος του. Αλλά όλα αυτά, απλώς τρέφουν τον εγωισμό του, την φιλαυτία του. Περαιτέρω, φοβάται να ανοιχτεί πολύ ακόμη και έναντι του Θεού. Τον τρομάζει η αλήθεια ότι ο Θεός τα βλέπει όλα, και άρα κοιτά και μέσα στην δική του ψυχή, βλέπει τα μύχιά του. Δεν θέλει κανείς απολύτως να διεισδύει στην ψυχή του! Και έτσι, πάλι δεν ταπεινώνεται, δεν μπορεί να πει «αυτός είμαι, Θεέ μου, ένα τίποτε, δες με». Το παράδοξο είναι, ότι μπορεί και να θρησκεύεται πολύ, να μην λείπει από λειτουργίες, κηρύγματα, και ακόμη και εξομολογήσεις. Ωστόσο, και την ώρα που εξομολογείται, και πάλι ο καημός του είναι μην τυχόν και εμπιστευτεί τον Θεό (αυτό φυσικά πρέπει να το διακρίνει ο πνευματικός πατήρ). Για να είναι μάλιστα πιο σίγουρος ότι κανείς, μήτε ο Θεός, θα τον δουν, νεκρώνει τα συναισθήματά του -πάνω από όλα την αγάπη- , τα αναστέλλει, ώστε να μην λειτουργούν. Κατ’ αυτόν τον τρόπο είναι σίγουρος ότι κανείς δεν θα τον αγγίξει. Πώς λοιπόν να φτάσει μέσα του η χάρη του Θεού; Γιατί ακριβώς με τα συναισθήματα ανοιγόμαστε, εκδηλωνόμαστε, φανερωνόμαστε, άρα και «εκτιθέμεθα», με την καλή έννοια, οπότε και ταπεινωνόμαστε.

Και μάλιστα, αν τα πράγματα αναγκάσουν τον κλειστό άνθρωπο να στραφεί προς τους άλλους, τότε ή εξαφανίζεται η ασφάλειά του και νιώθει να χάνεται η γη κάτω από τα πόδια του, ή γίνεται αλκοολικός, ή διαπράττει απόπειρα αυτοκτονίας κλπ. Γενικά, παθαίνει νευρικό κλονισμό, ο οποίος συχνά έρχεται στην επιφάνεια μετά από κάποια μικροσυμβάντα, που λειτουργούν κατά βάση ως αφορμή, ενώ βέβαια βαθύτερα υπάρχει πολύ σημαντικότερη αιτία.

******************

Δεν θα αναλύσουμε περισσότερο όλα αυτά (ας προστρέξει ο αναγνώστης στα έργα των ίδιων των συγγραφέων), γιατί πρέπει, προς το τέλος, να θέσουμε απλώς το ερώτημα: ποια είναι τελικά η λύση σε όλα αυτά; Η λύση βέβαια, όπως ήδη είπαμε, είναι η αληθινή αγάπη προς τον Θεό και τους άλλους, καθώς αυτή, όντας έξοδος προς τους άλλους (εδώ ο πατήρ Συμεών, χρησιμοποιώντας τον όρο «έξοδος», νομίζω ότι παραπέμπει στο επίσης φιλοκαλικό θέμα της «πράξης», που ενεργείται ακριβώς λόγω της αγάπης, ενώ υπονοεί και το ότι η αγάπη είναι η γενεσιουργός αίτια αυτής της Μεγάλης Εξόδου, που λέγεται «Εκκλησία»), βγάζει φυσικά τον άνθρωπο από την μόνωση, την κλειστότητα. Η αγάπη κάνει τον άνθρωπο εν γένει ανοιχτό, τόσο προς τον Θεό, όσο και προς τον συνάνθρωπο.

Πώς όμως θα έρθει αυτή η αληθινή αγάπη; Πρώτα από όλα, χρειάζεται να καταλάβει κανείς τι του συμβαίνει, τι γίνεται μέσα στην ψυχή του, και να μην φοβηθεί να το αποδεχτεί με ταπείνωση. Η αρετή αυτή, που είναι μάλλον κάτι περισσότερο από «αρετή» και συνιστά υπαρξιακή στάση, αποτελεί όλο το μυστικό, καθώς μπροστά της δεν μπορεί να σταθεί κανένα κόμπλεξ, καμιά ψυχοπάθεια. «Αυτό είμαι, Χριστέ μου, δες με». Στον ταπεινό άνθρωπο δεν χωρεί ψυχοπαθολογία, και οι Άγιοι δεν έχουν «ασυνείδητο», γράφει ο π. Συμεών. Οι ντροπές και οι προσπάθειες να κρυφτούμε, δεν μας βγάζουν από την φιλαυτία, ούτε από την ψυχασθένεια. Περαιτέρω, χρειάζεται υπακοή με εμπιστοσύνη, ασφαλώς σε κάποιον πνευματικό πατέρα (μιλάμε άλλωστε τώρα και για το ζήτημα της αμαρτίας, που δεν μπορεί να τακτοποιήσει ο ψυχαναλυτής), που γνωρίζει βέβαια από αυτά, διαθέτει όμως και αγιοπνευματική πείρα. «Όταν λοιπόν το ξέρει κανείς αυτό», γράφει ο πατήρ, και «πει ‘‘εγώ είμαι ένα ανθρωπάκι’’ και παρακαλεί τον Θεό, θα πάει να βρει και άνθρωπο κατάλληλο, που μπορεί να τον βοηθήσει, θα κάνει και ό,τι άλλο χρειάζεται, ώστε σιγά σιγά , όλο και περισσότερο να ελευθερώνεται από αυτήν την κατάσταση, να προχωρεί προς την αλήθεια, να προχωρεί προς την υγιή κατάσταση».[3]

Επιπλέον, επειδή η κλειστότητα δημιούργησε στην ψυχή μια σκληράδα, την μετέβαλε σε αδιαπέραστο, αληθινό γρανίτη, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, είναι ανάγκη να αποθέσει κανείς όλη αυτή την κατάσταση, όπως λέγει ο πατήρ Συμεών, στην «φωτιά του Θεού». «Ο γρανίτης, για να λιώσει, θέλει παρά πολλούς βαθμούς θερμοκρασίας. Και για να φύγει αυτή η κατάσταση, για να λιώσει αυτό το τείχος, για να ανοίξει η ψύχη, χρειάζεται οπωσδήποτε μεγάλη θερμοκρασία πίστεως». [4] Στο σημείο αυτό είναι εμφανές πόσο η αμαρτία, η απώθηση συγκεκριμένα της ηθικής συνείδηση -μια επισήμανση που δεν κάνουν δυστυχώς οι ψυχαναλυτές- αλλοιώνει την ψυχή, όχι μόνο με συμπλέγματα, νευρώσεις κλπ, αλλά και με κάτι που είναι ακόμη χειρότερο: μιλάμε για την ηθική εξαχρείωση, τον νιχιλιστικό εκμαυλισμό και εκφαυλισμό του ανθρώπου. Όλη αυτή η κατάσταση συνιστά μια πέρα για πέρα πνευματική κατάπτωση, που μόνο το νυστέρι ενός «μικρού Χριστού», δηλαδή ενός πνευματικού πατέρα, μπορεί να γιατρέψει. Πώς γίνεται αυτό; Πρέπει να αφήσει, διαβάζουμε, ο πιστός την φωτιά του Θεού να εισέρθει σαν ηλιαχτίδα στην ψυχή του. Τότε η ψυχή θα αρχίσει να ξαναζεί μέσα στο φως του Θεού. Ο Κύριος, που έρχεται απαλά, «ως υετός επί πόκον» (=ψιλή βροχή που πέφτει σε μαλλί προβάτου), θα θερμάνει, ως γλυκιά θαλπωρή, την ανθρώπινη ύπαρξη. Και όλη αυτή η «καλή αλλοίωση» είναι δυνατή απλά και μόνο αν υπάρχει ταπείνωση.

*******************

Τελειώνοντας την εργασία αυτή, θα ήθελα να πω κάτι, που αφορά ειδικά τον π. Συμεών Κραγιόπουλο. Επειδή λοιπόν δεν ήταν ένας απλός θεολόγος του γραφείου, αλλά ένας αληθινός άνθρωπος του Θεού, ένας σύγχρονος -ας μου συγχωρηθεί η τόλμη- θεοφόρος Πατέρας της Εκκλησίας, οι σχετικές εργασίες του, όπου αποτιμά και κρίνει την Ψυχανάλυση (κρατώντας μάλιστα πολλά θετικά από αυτήν), θα πρέπει να θεωρηθούν ως ένα «πατερικό προηγούμενο», με όλο το βάρος που στην Ορθόδοξη Εκκλησία φέρει ο όρος «πατερικό». «Πνευματικός άνθρωπος ανακρίνει μεν πάντα, αυτός δε υπ’ ουδενός ανακρίνεται».

ΕΝΑΣ ΤΟΥΡΚΟΣ ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΠΟΥ ΕΖΗΣΕ ΤΗΝ ΕΙΣΒΟΛΗ ΔΙΗΓΕΙΤΑΙ....


Ξένια Χαραλάμπους‎ προς ΠΟΤΑΜΟΣ ΤΟΥ ΚΑΜΠΟΥ- ΓΑΛΗΝΗ - ΞΕΡΟΣ
24 Ιουλίου 2015


Αυτόπτης μάρτυρας Μουσταφά Ονγκάν (Ομαδάρχης).
 Τον Ιούλιο του 1974 υπηρετούσα στην Άγκυρα. 
Ένα απόγευμα μάς ανακοίνωσαν ότι θα συμμετείχαμε τάχα σε κάποια νατοϊκή άσκηση. Όπως μας είπαν, η μονάδα μας έπρεπε να μετακινηθεί. 
Έτσι νομίζοντας ότι πηγαίναμε σε άσκηση, μεταφερθήκαμε στο λιμάνι της Μερσίνας, νότια παράλια της Τουρκίας. Εκεί μας μάζεψαν οι ανώτεροί μας και μόνο τότε μας αποκάλυψαν ότι θα πάμε να “σώσουμε” την Κύπρο. 
Έπειτα μας επιβίβασαν μαζί με τα άρματα μάχης και τον υπόλοιπο εξοπλισμό σ” ένα πλοίο και αμέσως μας έστειλαν στο νησί. 
Ήμασταν περίπου 500-600 άτομα. Εγώ ήμουν υπεύθυνος ενός αντιαεροπορικού ερπυστριοφόρου, που μπορούσε να χτυπήσει στόχο εν κινήσει. 
Επειδή είχα αποστηθίσει τον αριθμό του τανκ, τον θυμάμαι ακόμη και τώρα. Ήταν το υπ” αριθμόν 23 ερπυστριοφόρο της μοίρας, με στρατιωτικό αριθμό κυκλοφορίας 189820. Υπό τις διαταγές μου είχα έντεκα άτομα.
(…) Στην Κύπρο πήγα απ” την αρχή της εισβολής και παρέμεινα εκεί για περίπου 3-5 μήνες. 
Αυτά που έζησα και είδα ακόμη και σήμερα μου φέρνουν εφιάλτες. 
Μόλις φτάσαμε στην Κυρήνεια, οι Έλληνες μαχητές μάς έκαναν να ζήσουμε στιγμές αγωνίας. 
Σύμφωνα με το σχέδιο, έπρεπε να ενωθούμε με τις μονάδες της Ταξιαρχίας Αλεξιπτωτιστών της Καισαρείας, που έπεσαν με αλεξίπτωτα πίσω από τον Πενταδάκτυλο. Απ” ό,τι ακούσαμε, οι αλεξιπτωτιστές και οι καταδρομείς είχαν πολλές απώλειες. 
Εμείς, μόνο μετά την αεραπόβαση, τη σταθεροποίηση και την προώθηση των καταδρομέων και των αλεξιπτωτιστών προς τον Πενταδάκτυλο, νιώσαμε ασφαλείς. Μέχρι να μας καλύψουν οι καταδρομείς επικρατούσε ένα χάος. Κανένας δεν ήξερε τι έκανε και που πήγαινε. 
Μερικοί από εμάς έκλαιγαν και άλλοι τρέπονταν σε άτακτη φυγή. Όλη η περιοχή έμοιαζε με κόλαση. 
Η πείνα, η δίψα, η ψυχολογική ένταση ήταν ανυπόφορες. 
Πρώτη φορά βρέθηκα τόσο κοντά στο θάνατο και πρώτη φορά συνειδητοποίησα την αξία της ζωής.

Αργότερα, όταν είχαμε πλέον διαφύγει τον κίνδυνο και οι Έλληνες μαχητές αποσύρθηκαν από τον Πενταδάκτυλο και κατέφυγαν σε νοτιότερες περιοχές αρχίσαμε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στα γύρω χωριά. 
Κατά την πραγματοποίηση αυτών των επιχειρήσεων, που έμειναν γνωστές με το όνομα “Επιχειρήσεις Σκούπα”, στην ουσία ο τουρκικός στρατός και οι Τουρκοκύπριοι Μουτζαχίντ δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να λεηλατούν τις περιουσίες των Ελληνοκυπρίων, να βιάζουν γυναίκες και μικρά κορίτσια, να δολοφονούν αμάχους, ακόμη και μικρά παιδιά. 
Εδώ δεν ίσχυαν οι διεθνείς συμβάσεις και οι κανόνες του πολέμου. 
Οι συμμορίες των Μουτζαχίντ, που υποτίθεται πως ήταν υπό τις διαταγές των αξιωματικών του τουρκικού στρατού, ήταν αυτοί που είχαν το γενικό πρόσταγμα και αποφάσιζαν για όλα. 
Το τραγικό σε αυτή την υπόθεση είναι πως παρίσταναν τους ήρωες και νόμιζαν ότι επιτελούν εθνικό και θεάρεστο έργο. Αυτοί αποφάσιζαν και για τις ομαδικές εκτελέσεις των αιχμαλώτων. 
Έλεγαν γεμάτοι κυνισμό: “Τι να τους κάνουμε; Αν δεν τους σκοτώσουμε, θα έχουμε να τους ταΐζουμε”. 
Στο χωριό Μόρα, (Μέριτς), κοντά στην Λευκωσία, εκτελέστηκαν ομαδικά, δηλαδή δολοφονήθηκαν 100 περίπου Ελληνοκύπριοι. 
Ήταν κάτοικοι του χωριού και άλλοι που κατέφυγαν εκεί από τις γύρω περιοχές. Μεταξύ των ανθρώπων που σκοτώθηκαν στην προσπάθεια τους να ξεφύγουν από τις εξόδους του χωριού υπήρχαν ηλικιωμένοι, γυναίκες και παιδιά. 
Μετά την απάνθρωπη εκείνη σφαγή, τα πτώματα έμειναν άταφα για περίπου μία εβδομάδα. 
Με τη ζέστη που επικρατούσε (βρισκόμασταν στην καρδιά του καλοκαιριού) η έκθεση τους στον ήλιο δημιουργούσε κινδύνους για την υγεία μας. 
Στην ατμόσφαιρα υπήρχε μια έντονη μυρωδιά. Μεγάλες μαύρες μύγες ήρθανε κατά σμήνη στην περιοχή και οι στρατιώτες άρχισαν να υποφέρουν από ναυτία, διάρροιες και εμετούς. 
Μετά από αυτά οι διοικητές μας, που φοβήθηκαν ότι τα μικρόβια θα προκαλούσαν επιδημίες, έδωσαν εντολή να ταφούν τα πτώματα. 
Την εκτέλεση της εντολής της αναλάβαμε εγώ και ο συστρατιώτης μου, ο Σεβκέτ Αβτσίογλου, που έτυχε να είναι και συμπατριώτης μου.
 Εγώ ήξερα να χειρίζομαι σκαπτικά μηχανήματα και μπουλντόζες. Γι” αυτό με όρισαν υπεύθυνο της ταφής των πτωμάτων.
 Με μία μπουλντόζα, που μας δόθηκε για αυτό τον σκοπό, ανοίξαμε ένα μεγάλο λάκκο και πετάξαμε μέσα τα νεκρά διαμελισμένα σώματα, που βρίσκονταν σε προχωρημένη σήψη. 
Μη με ρωτάτε πως μαζέψαμε τα πτώματα και πως τα βάλαμε στον λάκκο. Ο Σεβκέτ Αβτσίογλου είναι αυτόπτης μάρτυρας και μπορεί να επιβεβαιώσει το γεγονός αυτό της σφαγής και της ομαδικής ταφής των θυμάτων του χωριού Μόρα. 
Ο ομαδικός τάφος βρίσκεται λίγο έξω από το χωριό, κοντά σε ένα ρέμα. Ακόμα θυμάμαι πάρα πολύ καλά αυτό το μέρος. Θα μπορούσα να πάω ακόμη και σήμερα και αν χρειαστεί να το εντοπίσω. 
Εκεί, μέσα σε αυτό τον ομαδικό τάφο, υπάρχουν εκατό περίπου άνθρωποι, για τους οποίους δεν γνωρίζει κανείς τίποτα.

Από τους Ελληνοκύπριους που πιάναμε αιχμαλώτους αλλά και  από αυτούς που σκοτώναμε στο δρόμο παίρναμε ό,τι πολύτιμο είχανε πάνω τους, λεφτά και χρυσαφικά. 
Ειδικά οι διοικητές μας ήταν αυτοί που, όταν γύρισαν πίσω στην Τουρκία από την “Επιχείρηση Ειρήνη” στην Κύπρο, ήταν πλούσιοι. 
Αυτοί ήταν που διέπραξαν τα περισσότερα εγκλήματα και τις περισσότερες λεηλασίες.
Ο πόλεμος αποκτηνώνει τους ανθρώπους.
 Ένας ψηλός μελαχρινός υπολοχαγός, που δήλωνε ότι καταγόταν από την κωμόπολη Μπαμπά Εσκιλί της Θράκης, ενώ κάποιοι λέγανε ότι ήταν στην πραγματικότητα από τα Άδανα, βίασε μία μικρή Ελληνοκύπρια 13-14 χρονών. 
Βρισκόμασταν στη βιομηχανική περιοχή της Λευκωσίας. Το κορίτσι όταν είδε τις διαθέσεις του, άρχισε να ουρλιάζει τρομαγμένο.

 Ένας Κούρδος συστρατιώτης μας από την Ούρφα, ο Μεχμέτ Ντεμίρ, που μιλούσε με δυσκολία τα τουρκικά, μπαίνοντας στην μέση παρακάλεσε τον υπολοχαγό να μην πειράξει τη μικρή. Εκείνος όμως δεν άκουγε κανέναν.
 Ο Μεχμέτ, ένας άνθρωπος αγνός, λαϊκός, δεν του το συγχώρεσε ποτέ. 
Με την πρώτη ευκαιρία, όταν βρέθηκαν μόνοι τους σε κάποια περιπολία, τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Αργότερα, στην αναφορά που έδωσε στους ανωτέρους μας, ισχυρίστηκε ότι ο υπολοχαγός σκοτώθηκε σε ενέδρα των Ελληνοκυπρίων.
“Και Τουρκοκύπριοι έπεσαν θύματα του τουρκικού στρατού και των παρακρατικών κατά την εισβολή”

Κατά την περίοδο της εισβολής είχαν και οι Τουρκοκύπριοι το μερίδιο τους στις ταπεινώσεις και τους εξευτελισμούς από τον τουρκικό στρατό και τους παρακρατικούς. 
Θα αναφέρω ένα περιστατικό: Έξω από το χωριό Μόρα είδαμε δύο νεαρές κοπέλες που βάδιζαν μόνες τους. 
Εμείς τις συλλάβαμε, όπως είχαμε εντολή να κάνουμε με όποιον κυκλοφορούσε στην περιοχή. 
΄Όπως μας είπαν οι ίδιες οι κοπέλες, ήταν Τουρκοκύπριες. Ακολουθώντας την τυπική διαδικασία, τις παραδώσαμε στους ανωτέρους μας. Αργότερα ακούσαμε ότι τις βίασαν οι ίδιοι οι διοικητές μας.

Μία από τις φρικτότερες αναμνήσεις μου από εκείνη την περίοδο είναι η εξής: 
Σ” ένα αγρόκτημα κοντά στην παλιά πόλη της Λευκωσίας βρήκαμε κρυμμένο μέσα σ” ένα στάβλο έναν άοπλο νεαρό Ελληνοκύπριο. Ήταν 20 έως 23 χρονών. Οι Μουτζαχίντ, σε συνεργασία με τους επικεφαλής μας, αφού βασάνισαν τον νεαρό με τον πλέον απάνθρωπο τρόπο, τον δολοφόνησαν εν ψυχρώ.
 Αυτό το γεγονός ήταν καθοριστικής σημασίας για εμένα. Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η καρδιά μου ράγισε από αυτή την κτηνωδία 
και σκέφτηκα πως οι δήθεν ελευθερωτές, αυτοί που βρίσκονταν στην Κύπρο τάχα για την ειρήνη, ήταν στην πραγματικότητα τέρατα.

28 Ιουλίου, 2018

Ὁ εὐσεβὴς Βασιλιᾶς Θεοδόσιος Β´ ὁ Νέος ἢ Μικρὸς

                                                       


Βασίλευσε τὸ ἔτος 408 σὲ ἡλικία μόλις ἑπτὰ χρονῶν, διάδοχος τοῦ πατέρα του Ἀρκαδίου. Ὀνομάστηκε Μικρὸς γιὰ νὰ διακρίνεται ἀπὸ τὸν παπποῦ του τὸν μεγάλο. Τοῦ μετέδωσε τὴν χριστιανικὴ εὐσέβεια ἡ ἀδελφή του Πουλχερία καὶ ἔτσι ἔτρεφε μεγάλη εὐλάβεια καὶ ἀφοσίωση στὴν ὀρθόδοξη πίστη. Ὅταν ὁ Θεοδόσιος ὁ Μικρὸς ἀνέλαβε τὸ βασιλικὸ σκῆπτρο, μὲ τὴν βοήθεια τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ὑποστήριξε θερμὰ τὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθόδοξης Πίστης καὶ τὴν ἀσφάλεια τοῦ συμβόλου της. Ἔτσι, μὲ βασιλικὸ θέσπισμα τῆς 19ής Νομεθρίου τοῦ 430, συνῆλθε τὴν 22α Ἰουνίου τοῦ 431 στὴν Ἔφεσο ἡ τρίτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος, ποὺ καταδίκασε τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τοῦ Νεστορίου. Ἡ Ἐκκλησία, γιὰ τὴν θερμὴ εὐσέβεια καὶ τὴν σπουδαία αὐτὴ ὑπηρεσία τοῦ Θεοδοσίου Β´ πρὸς τὴν Ὀρθοδοξία, τὸν κατάταξε στὸν χορὸ τῶν Ἁγίων της.


Είναι περισσότερο γνωστός για την σύνταξη  του Θεοδοσιανού κώδικα, καθώς και για την κατασκευή των Θεοδοσιανών Τειχών της Κωνσταντινούπολης.

Ο Θεοδόσιος υποστήριξε τα ελληνικά γράμματα και εμφύσησε στο Βυζάντιο ελληνική νοοτροπία.

 Υπό την επιρροή της Ευδοκίας ,της συζύγου του αυτοκράτορα, αναδιοργανώθηκε η παιδεία, ιδρύθηκε το Πανδιδακτήριο (πανεπιστήμιο) της Κωνσταντινουπόλεως.

Ιερά Μονή Αγίας Παρασκευής Μονοδένδρι, Iωάννινα

Σε ένα από τα παραδοσιακά και όμορφα Ζαγοροχώρια του νομού Ιωαννίνων, στο Μονοδένδρι, την ιδιαίτερη πατρίδα των μεγάλων ευεργετών αδελφών Ριζάρη, υπάρχει εδώ και 600 χρόνια το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής. Η μονή βρίσκεται κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού της μεγαλύτερης ίσως χαράδρας στον κόσμο, του Βίκου.

Το μοναστήρι απέχει λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από την πλατεία του χωριού. Ένα όμορφο λιθόστρωτο οδηγεί στην είσοδο της μονής που χτίστηκε το 1412 από τον άρχοντα Μιχαήλ Βοεβόδα. Πρόκειται για μοναστήρι – φρούριο, καθώς βρίσκουμε πύλη με καμάρα, κτίσματα
πέτρινα, καλοχτισμένα κελιά, πηγάδι, καταπακτή, κ.λ.π. που σε όλα κυριαρχεί το περίτεχνο χτίσιμο της πέτρας.

Κατά την παράδοση χτίσθηκε από ασκητές, οι οποίοι από τον 13ο αιώνα ασκήτευσαν στις σπηλιές που υπάρχουν βορειοδυτικά από το μοναστήρι. Σύμφωνα με επιγραφή στο υπέρθυρο του κυρίως ναού, ο ναός ανεγέρθη και ιστορήθηκε το 1412-13, από τον άρχοντα Μιχαήλ Βοεβόδα το Θεριανό. Ο ναός είναι μονόχωρη αίθουσα και καλύπτεται από τοιχογραφίες που έγιναν σε δύο εποχές.


Στο 15ο αι. ανήκουν οι τοιχογραφίες του δυτικού, βόρειου (παράσταση με το Βοεβόδα και τη σύζυγό του με ενδυμασίες της εποχής) και ανατολικού τοίχου, οι οποίες είναι ιδιαίτερης σημασίας καθώς αποτελούν από τα ελάχιστα δείγματα της περιόδου στην Ήπειρο. Οι τοιχογραφίες του νότιου τοίχου είναι του 1869. Εικονίζονται ολόσωμοι Άγιοι, σκηνές από το δωδεκάορτο, κ.λ.π.

Στην πρόσοψη του ναού, εικονίζεται η Αγ. Παρασκευή στηθαία εντός κόγχης, το μαρτύριο της πιο κάτω και ένας έφιππος Άγιος. Το τέμπλο έχει εικόνες του 19ου αι. Η εικόνα της Αγ. Παρασκευής που υπάρχει στο ναό, είναι βορειοελλαδικής τέχνης και χρονολογείται το 17ο αιώνα.

Το σημερινό συγκρότημα του μοναστηριού διατηρείται σε καλή κατάσταση και αποτελείται από το καθολικό, τα κελιά, το ηγουμενείο, τους βοηθητικούς χώρους και τη “λόντζα”. Η λόντζα είναι χωριστό κελί εξώστης, χτισμένο ακριβώς πάνω από τη χαράδρα, που χρησίμευε για κρυψώνας και έξοδο κινδύνου (μέσω καταπακτής που οδηγούσε στη χαράδρα).

Από το μοναστήρι, μονοπάτι σκαλισμένο στο βράχο οδηγεί στο “ασκηταριό” και τα “σπιτάκια” τα οποία εκτός από χώρους ασκητείας αποτελούσαν και οχυρές θέσεις, προσβάσιμες μόνο με τη χρήση ξύλινης γέφυρας

Το Ίδρυμα Περιθάλψεως Χρονίως Πασχόντων ‘’ ο Άγιος Παντελεήμων ‘’ εόρτασε με λαμπρότητα τον Προστάτη του

Παρουσία πλήθους προσκυνητών από την ευρύτερη περιοχή της Σπάρτης, το Ίδρυμα Περιθάλψεως Χρονίως Πασχόντων της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, που εδρεύει στη Μαγούλα, εόρτασε την Πέμπτη 26 και Παρασκευή 27 Ιουλίου 2018 τον προστάτη του Άγιο Παντελεήμονα.

Συγκεκριμένα, το απόγευμα της παραμονής τελέσθηκε ο Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός μετ’ αρτοκλασίας χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Ευσταθίου και με την συμμετοχή πολλών κληρικών από την ευρύτερη περιοχή. Επίκαιρα μίλησε ο Αρχιερατικός Επίτροπος Σπάρτης και εφημέριος του Ι.Ν Αγίου Σπυρίδωνος, Πανοσ. Αρχ. Σεραφείμ Κοσμάς, ο οποίος τόνισε ότι η πίστη προς τον Θεό θα πρέπει να συνοδεύεται από την άδολη και θυσιαστική αγάπη. Ολοκληρώνοντας αναφέρθηκε στον σεπτό Ποιμενάρχη μας, ο οποίος ακολουθώντας ακριβώς αυτόν τον δρόμο, της πίστεως και της αγάπης, δημιούργησε, μεταξύ πολλών άλλων, το Άσυλο Ανιάτων Σπάρτης, το οποίο με περίσσια φροντίδα περιθάλπει πάσχοντες συνανθρώπους μας. Μετά το πέρας του Πανηγυρικού Εσπερινού ο Σεβασμιώτατος ευχαρίστησε όλους όσοι συμμετείχαν στην θρησκευτική τελετή, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους εργαζόμενους, τον Διευθυντή και τα μέλη του Δ.Σ του Ιδρύματος ευχόμενος να έχουν υγεία και δύναμη ώστε να συνεχίσουν το θεάρεστο όσο και απαιτητικό έργο τους.




Την κυριώνυμη ημέρα της εορτής τελέστηκε ο Όρθρος, η αρτοκλασία και η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτη μας. Για τον τιμώμενο Άγιο μίλησε ο Ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεώς μας Πανοσ. Αρχιμ. Ευστάθιος Πορφύρης, ο οποίος παράλληλα υπογράμμισε ότι στις δύσκολες ημέρες που διανύουμε, η εμπιστοσύνη και η πίστη μας προς τον Χριστό πρέπει να εκδηλώνονται χωρίς όρους, όρια και προϋποθέσεις καθώς αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος για να ξεπεραστούν εμπόδια που συχνά φαντάζουν ανυπέρβλητα.

Κατακλείοντας τη θρησκευτική τελετή, ο Σεβασμιώτατος έκανε ιδιαίτερη αναφορά στους δωρητές και τους ευεργέτες του Ιδρύματος επισημαίνοντας πως οι αρετές της ελεημοσύνης και της ευγνωμοσύνης θα πρέπει να συνυπάρχουν στην ζωή μας, αφού είναι χρέος μας να ευγνωμονούμε αυτούς που μας ευεργετούν. Με ιδιαίτερα θερμά λόγια μίλησε για τους ομογενείς μας, οι οποίοι ποτέ δεν λησμόνησαν τον τόπο τους, αντιθέτως με συγκινητική συνέπεια και γενναιοδωρία συνεχίζουν να στηρίζουν την δύσκολη προσπάθεια που καταβάλλουν τα Ιδρύματα της τοπικής Εκκλησίας. Στο πλαίσιο αυτό, ο σεπτός Ποιμενάρχης μας γνωστοποίησε στο εκκλησίασμα ότι το Ίδρυμα πρόσφατα κατέστη δικαιούχος της διαθήκης του αειμνήστου ζεύγους ομογενών μας από την Βαλτιμόρη των Η.Π.Α, Ηλία και Ασπασίας Κουμουτζή, βάσει της οποίας θα λάβει το ποσό των εκατόν πενήντα χιλιάδων δολαρίων (150.000$). Ολοκληρώνοντας την ομιλία του ο Σεβασμιώτατος ευχήθηκε στους ευσεβείς πιστούς να βρίσκονται πάντα υπό την σκέπη του Αγίου Παντελεήμονος.

Ακολούθησε το καθιερωμένο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των δωρητών και ευεργετών του Ιδρύματος. Αμέσως μετά ξεκίνησε η λιτάνευση της Ιερής Εικόνας του Αγίου στους χώρους του Ιδρύματος, όπου ο σεπτός Ποιμενάρχης μας είχε την ευκαιρία να ευλογήσει και να προσφέρει χαρά με την παρουσία του στους εμπερίστατους συνανθρώπους μας που φιλοξενούνται εκεί.

Τη μνήμη του Αγίου Παντελεήμονος τίμησαν με την παρουσία τους κατά τον Εσπερινό η Αντιπεριφερειάρχης Λακωνίας, κ. Αδαμαντία Τζανετέα και ο στρατιωτικός διοικητής Λακωνίας, Ταξίαρχος κ. Ιορδάνης Χατζηνικολάου, και κατά την Πανηγυρική Θεία Λειτουργία, ο Βουλευτής Λακωνίας κ. Αθανάσιος Δαβάκης, ο Δήμαρχος Σπάρτης κ. Ευάγγελος Βαλιώτης, ο Αντιδήμαρχος κ. Δημήτριος Αποστολάκος, εκπρόσωποι φορέων και πλήθος πιστών.



27 Ιουλίου, 2018

Διακόσια χρόνια η Παναγία ετοίμαζε τον τόπου που είχε εκλέξει για το Μοναστήρι της

      Στα διακόσια εκείνα χρόνια, πού η αγιορείτικη εκείνη εικόνα της Γοργοεπηκόου κατέβαινε γενιά τη γενιά στην οικογένεια των προγόνων της Ιφιγέ­νειας Αναπλιώτου, στη Σμύρνη, στα ίδια εκείνα διακόσια περίπου χρόνια, η ίδια η Θεοτόκος εμφα­νιζόταν στην κορφή του βουνού της Μάνδρας σε γενιές ποιμένων, και ετοίμαζε τον τόπο πού η ίδια είχε εκλέξει για το περιβόλι της.
     Και τί θαύμα, και ευλογία, να βρεθούν οι τἐσσερεις μοναχές μπροστά στην Ιφιγένεια Αναπλιώτου να παραλάβουν την αγία Της εικόνα, και τί ευλο­γία, να αξιωθούν εκείνες να χτίσουν, κατά το θέλη­μά της, το μοναστηρι της.
    Πολλές φορές, όταν ήταν κακοκαιρία και δεν μπορούσαν να κατεβούν οι ίδιες στο χωριό, ανέβαιναν και τους έφερναν ψωμί και νερό μερικοί από τη Μάνδρα και όλο τις ρωτούσαν, πώς μπορούν να μένουν μόνες τους, πάνω στο βουνό.
-Η Παναγία, πού φυλάει όλον τον κόσμο, φυλάει και μας, τους απαντούσαν. Ακόμα, πολλοί πού έρχονταν απ΄ την Ελευσίνα και τη Μάνδρα, επειδή έβλεπαν ένα φως επάνω στην κορφή, τις ρωτούσαν: αρχίσατε το κτίσιμο;
       Εκείνες όμως, ούτε φως άναβαν στην κορφή, ούτε το κτίσιμο μπορούσαν να αρχίσουν. Όλο εμπόδια. Δεν μπορούσαν να πάρουν την άδεια.
.                
     Έν τέλει, ύστερα από πολλά εμπόδια και τα­λαιπωρίες, ο τότε Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος κ. Νικόδημος, ζήτησε ένα σχέδιο Μοναστηριού απ΄ τον ΟΔΕΠ, και στη συνέχεια, υπεγράφη το Διάταγμα της Ιδρύσεως της Ιεράς Μονής της Γοργοεπηκόου, και ενεκρίθη η άδεια οικοδόμησής της, το 1972.
     Στην αρχή, τους έδωσε ο Χρήστος Ρόκας, ένα προκατασκευασμενο λυόμενο, πού είναι το σημερινό παρεκκλήσι του Αγίου Κοσμά, και εκεί τοποθέτησαν την Εικόνα της Παναγίας, όσο να κτι­σθεί το Μοναστηρι, και το λειτούργησαν στις 13 Ιουλίου 1971 και στις 6 Αυγούστου 1971, έβαλαν τον θεμελιο λίθο του ενός τετάρτου του Μοναστη­ριού, ήμερα της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, εις ανάμνηση του Ακτίστου Φωτός και γιατί οι περα­στικοί απ΄ το δημόσιο δρόμο της Μάνδρας και της Ελευσίνας, έβλεπαν ένα φώς, ψηλά στην κορφή του βουνού. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, έγιναν τα εγκαίνια, από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Νικόδημο, και μπήκα­νε μεσα στη Μονή, αφήνοντας πιά το Μοναστηράκι τους στο κτίσμα.
      Όμως, για το κτίσιμο του Μοναστηριού, δεν αρκούσαν μόνο η γη πού έδώρησαν οι ευλαβείς χρι­στιανοί. Μήτε η ιερή φλόγα, πού θέρμαινε και φώτιζε τις καρδιές των τεσσάρων Μοναχών. Ήξεραν καλά όλες τους, πώς η οικονομική δαπάνη θα ήταν τερά­στια. Μα πιο τεράστια σταθηκε η πίστη τους στην αντίληψη και την βοήθεια της Κυρίας Θεοτόκου.
    Και βρέθηκαν χρήματα, με τις προσωπικές περιουσίες και οικονομίες των Μοναζουσών της Αδελ­φότητας, επίσης οι γο­νείς τους, έκαναν πολλές δωρεές. Η καλή διαχείρηση, κι η άκρα οικονομία στο κάθε τί, στο να μην πληρώνουν δραχμή, όταν μπορούν να κάνουν μόνες τους μια εργασία, όσο βαρειά κι αν είναι, οι αδιά­λειπτες νηστείες τους κι η πενιχρότατη Μοναχική τους τράπεζα, όλα αυτά βοήθησαν στο έργο τους.

     Με την δύναμη του Θεού και την χάρη της Παναγίας. Με πολλές και ποικίλες δωρεές των χριστιανών πού ευλόγησε και θεράπευσε από ανία­τες ασθένειες, με την θαυματουργική της επέμβαση και ρύθμιση άλυτων προβλημάτων της ζωής τους, και χαροποιούνται με την θαυματουργική της επέμ­βαση και αγάλλονται και την κατακοσμούν με της ευγνωμοσύνης τους τα απανθίσματα, και της πίστης τους τα πεποικιλμένα αφιερώματα.
      Στις 23 Σεπτεμβρίου 1973, στα εγκαίνια της Μονής, έγινε Μέγας πανηγυρικός Εσπερινός στον Άγιο Κοσμά, πού φιλοξενούσε την Εικόνα της Θεοτό­κου, και Αγιασμός, στο διάδρομο της Μονής.
     Στις 29 Οκτωβρίου 1978, θεμελιώθηκε το καθολικό της Μονής από τον Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Μεγάρων και Σαλαμίνος κ.κ. Βαρθολομαίον ενώ στις 7 Σεπτεμβρίου 1982, έγιναν τα «Θυρανοίξια». Την παραμονή της Ιεράς πανηγύρεως, μετεφέρθη η Εικόνα της Παναγίας από το παρεκκλήσι του Αγίου Κοσμά, στο καθολικό της Μονής, με τιμές βασιλίσσης, από την φιλαρμο­νική του Δήμου, και τον Σεβασμιώτατο Μητροπο­λίτη Μεγάρων και Σαλαμίνος, κ.κ. Βαρθολομαίον, καθώς και με πλειάδα ιερέων και Μοναχών και πλήθη κόσμου, πού πλημμύρισαν τις ράχες.
     Οι προσκυνητές, μπροστά στο χάρμα αυτό των οφθαλμών, πού στέφει την πέτρινη κορφή του βουνού, μπροστά στο θαυμάσιο αυτό απάνθισμα που ύψωσε η πίστη τεσσάρων γυναικών, υποκλίνο­νται με σεβασμό, και καθώς προχωρούν προς τον Πανάχραντο Θρόνο Της, απ΄ τον χτύπο της καρδιάς τους και την ιερή αγαλλίαση, πού τους πλημμυρίζει, αισθάνονται γαληνεμενοι, και βέβαιοι, πώς η Κυρία Θεοτόκος, η Γοργοεπήκοος, τους περιέβαλε κι όλας, με το άμετρο, το άπειρο, και γλυκύτατο έλεος Της.
    Στην Ιερά Μονή εκτός από την θαυματουργή εικόνα της Γοργοεπηκόου φυλάσσονται και άλλες θαυματουργές εικόνες όπως: της Παναγίας της Γλυκυτάτης, του Αγίου Σπυρίδωνος, του Αγίου Χαραλάμπους και του Αγίου Νικολάου.
Η Ιερά Μονή Παναγίας Γοργοεπηκόου Μάνδρας Αττικής, πανηγυρίζει στις 8 Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο.

Κύρια πηγή: Χρυσούλας Χατζηγιαννιού· Φιλολόγου, Η Κυρία Γοργοεπήκοος· Από την αιματωβαμένη Σμύρνης στα βουνά της Μάνδρας, Έκδοσις Ε΄, Ιεράς Κοινοβιακής Μονής, «Παναγίας της Γοργοεπηκόου», Μάνδρα Αττικής 2002.


Ι.Μονή Παναχράντου Αγίου Παντελεήμονος Άνδρου

           
Το μοναστήρι αυτό βρίσκεται κυριολεκτικά γαντζωμένο πάνω στο βουνό , περιστοιχισμένο από μεγάλους βραχώδεις όγκους , οπού ο αέρας με το πέρασμα των αιώνων σμίλεψε πάνω τους εκατοντάδες μικρές σπηλιές , οι μεγαλύτερες των οποίον χρησιμοποιήθηκαν και ως ασκηταριά από τους παλαιότερους μοναχούς.
Ή μονή παρουσιάζει , κατά το τύπο των βυζαντινών μοναστηριών , όψη φρουρίου και ή έκταση πού καταλαμβάνει είναι αρκετά μεγάλη , με τα κτίρια της να είναι κτισμένα σε παραλληλόγραμμη διάταξη , έχοντας μήκος κατά πολύ μεγαλύτερο από το πλάτος της. Λόγω του απόκρημνου τοπίου ή μονή πήρε αυτή την στενόμακρη διάταξη και δίνει σήμερα την εντύπωση λαβυρίνθου, αφού εκτός του στενού κεντρικού διαδρόμου της , μόνο στενότατα δρομάκια σε οδηγούν στα υπόλοιπα κελιά.

Όταν καταφέρεις και βγεις στο υψηλότερο σημείο της , ή πανοραμική θέα σε αποζημιώνει , δίνοντας σου πραγματικά την αίσθηση ότι αιωρείσαι στο κενό. Για την Ιστορική απαρχή της μονής , δυστυχώς , δεν έχουμε πολλά στοιχεία , και αυτό μας δίνει μια αβεβαιότητα ως προς τις συνθήκες που επικράτησαν εδώ τότε. Βασιζόμενοι σε δύο χειρόγραφα , πού διασώζονται σήμερα , και στην τοπική παράδοση , δεχόμαστε ότι ή ιστορία ξεκίνησε ως έξης : Πριν το 960 μ.χ. , δύο μοναχοί , πού ασκήτευαν στο απέναντι βουνό έβλεπαν ένα φως κάθε βράδυ σε σημείο κοντινό με αυτό οπού σήμερα είναι κτισμένη ή μονή.
Βλέποντας τέτοιο θαύμα , για πολύ καιρό αποφάσισαν να έρθουν προς εξερεύνηση του φαινομένου.

Αφού έψαξαν αρκετά , αξιώθηκαν από τη χάρη του Θεού να βρουν την σεβάσμια εικόνα της Παναγίας της Πανάχραντου , κάτω από ένα σπήλαιο, κοντά στο σημείο οπού τώρα βρίσκεται ο Ναός του Φωτοδότη (όνομα το όποιο πήρε προφανώς από το φως πού φανερώθηκε εδώ).

Περιμένοντας ικανό καιρό μήπως φανερώνονταν άλλος μοναχός πού να ασκήτευε εκεί και να προσεύχονταν στην εικόνα και αφού δεν φανερώθηκε κανένας, πήραν την εικόνα μαζί τους στο κελί τους στον απέναντι βουνό. Το βράδυ εκείνο το φως, πού έβλεπαν, δεν ξαναφάνηκε, γεγονός πού τους επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για τη χάρη της Παναγίας. Όταν ξημέρωσε ή καινούργια ήμερα , ή εικόνα είχε εξαφανιστεί από το σημείο οπού την είχαν ακουμπήσει και προς μεγαλύτερη έκπληξη τους το φως ξαναφάνηκε το επόμενο βράδυ.
Επιστρέφοντας στο σημείο πού είχαν βρει την εικόνα, είδαν πώς και αυτή είχε θαυματουργικώς επιστρέψει εκεί!
Αφού παρακάλεσαν μετά δακρύων να επιτρέψει ή Παναγία να πάρουν την εικόνα της , την επήραν , άλλα και πάλι δια νυκτός ή Παναγιά επέστρεψε στον τόπο της.
Το γεγονός αυτό συνέβη αρκετές φορές ακόμα, όταν τελικώς φωτίστηκαν και κατοίκησαν μόνιμα κοντά στο σπήλαιο, οπού έφτιαξαν και μικρό ασκητήριο.

Ή φήμη αυτή διαδόθηκε γρήγορα και έτσι και άλλοι μοναχοί ήρθαν εδώ και αποτέλεσαν την πρώτη αδελφότητα. Αργότερα , και συγκεκριμένα το 961 μ.χ. ο Νικηφόρος Φωκάς εκστράτευε εναντίον των Κρητικών που είχαν αλλαξοπιστήσει , αλλά λόγω του ενάντιου ανέμου που συνάντησε, αναγκάστηκε να σταματήσει στην Άνδρο.
Θέλοντας να προσευχηθεί κάπου για το δύσκολο έργο πού είχε αναλάβει , οι κάτοικοι του νησιού του υπέδειξαν το ασκητήριο , πού είχαν φτιάξει οι προαναφερθέντες μοναχοί. Έτσι , ο Φωκάς επισκέφθηκε το μέρος και αφού προσκύνησε την Παναγία υποσχέθηκε πώς θα βοηθούσε τούς μοναχούς να φτιάξουν το μοναστήρι , πού θα τους προστάτευε από πιθανές επιθέσεις αν τελικά κατάφερνε να νικήσει στον πόλεμο.

Ό Φωκάς, τελικά , ελευθέρωσε την Κρήτη και επέστρεψε στην Άνδρο , οπού άφησε πολλά χρήματα , με τα όποια οι μοναχοί έχτισαν τα πρώτα κτίρια της μονής, ή οποία ονομάστηκε στο εξής Ιερά Μονή Πανάχραντου προς τιμή της Παναγίας. Από την κτίση της Μονής και μέχρι το 1590, δεν διασώζεται, δυστυχώς , κανένα έγγραφο στο αρχείο της Μονής και ίσως σε αυτό να έπαιξε σημαντικό ρόλο ή μεγάλη περίοδος φραγκοκρατίας πού πέρασε ή Άνδρος ( 1200 - 1566 ).

Από το 1590 όμως και μετά , οπού ή Άνδρος πέρασε στα χέρια των Τούρκων , το μοναστήρι γνώρισε μεγάλη ακμή , με πρωτεργάτη το Μητροπολίτη τότε Άνδρου και Κέας Γαβριήλ.
Την περίοδο αυτή , ανακαινίστηκε και το καθολικό της Μονής ( 1602 - 1608 ) και πήρε τη μορφή , πού έχει μέχρι σήμερα. Σιγά σιγά , ή δύναμη του μοναστηρίου άρχισε να μεγαλώνει και. έφτασε στο σημείο να περιλαμβάνει στο δυναμικό της περί τους 360 εγγεγραμμένους μοναχούς και κτηματική περιουσία στο μεγαλύτερο μέρος της Άνδρου, καθώς επίσης και μετόχια στην Κωνσταντινούπολη, τη Χίο, τη Μυτιλήνη, τη Ρόδο και τη Σμύρνη.
Ή περιουσία αυτή για να διατηρηθεί ανάγκασε τους μοναχούς να ταξιδεύουν πολύ , γεγονός πού συντέλεσε ώστε να συγκεντρωθούν στη Μονή πάρα πολλά κειμήλια καθώς και πλήθος Αγίων Λειψάνων.

Το σπουδαιότερο από τα Άγια Λείψανα πού φυλάσσονται εδώ , είναι ή τιμία κάρα του Άγιου Παντελεήμονος ή οποία και μεταφέρθηκε εδώ από την Κωνσταντινούπολη το 1705 με τη σύμφωνη γνώμη του τότε Πατριάρχη Κοσμά του Γ' , ενώ επίσης φυλάσσονται και τεμάχια από τα λείψανα των Άγιων Άειθαλα , Άβερκίου , Χαραλάμπους , Τρύφωνος κ.ά. Ή μεγάλη δε αυτή ανάπτυξη της Μονής ώθησε το Οικουμενικό Πατριαρχείο να την ανακηρύξει σε Σταυροπηγιακή το 1683 , γεγονός πού έδωσε μεγάλη ανεξαρτησία στη Μονή και πολλά προνόμια.

Ή μεγάλη δύναμη τη; Μονής σε μοναχούς και ή εξάπλωση της σε πολλά μέρη εκτός Άνδρου, ήταν αναμενόμενο να συντελέσουν τα μέγιστα ώστε αυτή να παίξει σημαντικό ρόλο στα σπουδαιότερα ιστορικά γεγονότα πού σημάδεψαν την πατρίδα μας.
Πιο συγκεκριμένα , την περίοδο της Εθνικής Επαναστάσεως , πρώτοι οι μοναχοί της Πανάχραντου κήρυξαν την επανάσταση στο νησί και ιστορικοί της εποχής αποδίδουν την πρώτη επαναστατική ενέργεια σ΄αυτούς. Επίσης, ο Παναχραντινός μοναχός και Μητροπολίτης Τζίας και Θερμίων Νικόλαος Ρούσσος , ευλόγησε τα όπλα της εν Μολδοβλαχία αρξαμένης επαναστάσεως υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη , τον Φεβρουάριο του 1821.

Γνωρίζουμε δε , βάσει χειρογράφων , πώς και χρηματικώς ή Μονή βοήθησε το κατά δύναμη στις ανάγκες της Πατρίδος την δύσκολη εκείνη περίοδο. Μετέπειτα , όταν βασιλεύς της Ελλάδος ήταν ο Όθωνας , το Μοναστήρι αριθμούσε ακόμη πολλούς μοναχούς και αυτός ήταν ο λόγος που δεν το έκλεισαν , σύμφωνα με το διάταγμα τότε του Mauer , πού απαιτούσε να κλείσουν όλα τα αντρικά μοναστήρια με πληθυσμό κάτω των πέντε μοναχών και όλα τα γυναικεία εκτός από τρία. Την περίοδο αύτη μάλιστα έστειλαν στο Μοναστήρι εξόριστο τον μοναχό Χριστόφορο Παναγιωτόπουλο , καλύτερα γνωστό σε εμάς ως Παπουλάκο.
Ό χαρισματικός αυτός μοναχός πέρασε εδώ τα τελευταία επτά και μισό χρόνια της ζωής του και εκοιμήθη στις 18 Ιανουαρίου του 1861.

Ή ζωή των ελληνικών μοναστηριών είναι πάντα συνυφασμένη με την ιστορία του έθνους μας , με μια σχέση προσφοράς και αγάπης , όσο και αν κάποιοι σήμερα δεν θέλουν να παραδεχθούν κάτι τέτοιο. Για τη Μονή της Πανάχραντου τα επόμενα δύο περιστατικά αποδεικνύουν αυτή την αλήθεια.

Το πρώτο είναι με την εισροή των προσφύγων από την Μικρά Ασία. Ή Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος , δέχτηκε τότε , να απαλλοτριωθούν μεγάλα τμήματα από την περιουσία των μοναστηριών , προς ενίσχυση των ανθρώπων αυτών. Από τη Μονή Πανάχραντου πήραν όλα τα κτήματα πού είχε αυτή εκτός Άνδρου , καθώς και τα μισά περίπου από αυτά πού είχε πάνω στην Άνδρο.

Το δεύτερο περιστατικό συνέβη κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Σύμφωνα με μαρτυρίες ανθρώπων πού βρίσκονται ακόμα εν ζωή , ο τότε Ηγούμενος της Μονής, παρουσιάστηκε χωρίς φόβο μπροστά στον Γερμανό διοικητή και τον παρακάλεσε να τους επιτρέψει να σιτίζουν παιδιά από τα χωριά της Άνδρου , πράγμα πού έγινε. Έτσι πολλοί σήμερα οφείλουν ευγνωμοσύνη στη Μονή , αφού τα αρκετά ζώα πού είχε και ή ακούραστη προσφορά των μοναχών βοήθησαν στο να μην πεθάνουν αρκετοί από την πείνα.

Τα επόμενα χρόνια ή Μονή άρχισε να φθίνει σε έμψυχο δυναμικό , με αποτέλεσμα πριν μερικά χρόνια να μείνει μόνο ένας μοναχός. Παρόλα αυτά , ή Χάρις του Θεού φαίνεται είχε άλλα σχέδια γία τη Μονή και έτσι , αντί να πέσει σε παρακμή , ανακαινίστηκε πλήρως από τον ένα αυτό καλόγερο , ο όποιος μάλιστα, με τη βοήθεια πολλών Ανδρίων , έκανε όλα τα έργα χωρίς να χαλάσει την παραδοσιακή εικόνα του μοναστηρίου. Ό μοναχός αυτός είναι ο Αρχιμανδρίτης Ευδόκιμος Φραγκουλάκης και είναι σήμερα Ηγούμενος σπό Μοναστήρι. Σήμερα είναι εγγεγραμμένοι στο μοναχολόγιο πέντε μοναχοί , που συνεχίζουν με τη φιλοξενία τους και το έργο τους την προσφορά της Μονής. Όπως ο π. Αέτιος και ο π. Φιλάρετος.

Τη Μονή μπορεί κανείς σήμερα να επισκεφθεί όλο το χρόνο , από την ανατολή έως τη δύση του ήλιου , ενώ εάν θέλει και μπορεί να φιλοξενηθεί για λίγες ημέρες.
Οι μεγαλύτερες εορτές πού γίνονται στη Μονή είναι δύο.
Του Αγίου Παντελεήμονος, στις 27 Ιουλίου , οπού πολύ μεγάλο πλήθος από όλη την Ελλάδα έρχεται να συνεορτάσει και στις 15 Αυγούστου , εορτή της Παναγίας της Πανάχραντου.
Τις άλλες μέρες γίνονται οι ακολουθίες αρκετά πρωί , κατά το μοναστηριακό τυπικό , υπό το φως των κεριών , σε ένα κατανυκτικό περιβάλλον.
Το μοναστήρι είναι αρκετά μεγάλο για τον αριθμό των μοναχών του και έτσι ο επισκέπτης που το περιτριγυρίζει θα αισθανθεί τον τόπο ερημικό. Είναι όμως ακόμα πιο σίγουρο πώς μέσα από τα βουβά χειρόγραφα (υπάρχουν αρκετά) τα παλαιά Ιερά σκεύη (πού τώρα στέκονται " φαγωμένα " από την πολλή χρήση στις προθήκες του μουσείου της Μονής) τους φανταχτερούς πολυελαίους και τα ασημένια πολυκάντηλα, τους άδειους από μοναχούς οντάδες και τα παλαιά παρεκκλήσια πού φιλοξενεί ή Μονή , θα ακούσει τις ψυχές όλων αυτών πού αναλώθηκαν εδώ πάνω σε αυτό το βράχο , για να μπορέσουν με την προσφορά τους και κυρίως με τις προσευχές τους , να κατευνάσουν τον Θεό, ώστε να λυπηθεί τους ανθρώπους και κυρίως τους αμαρτωλούς.

Ὁ Ἅγιος Παντελεήμων ὁ Μεγαλομάρτυς καὶ Ἰαματικὸς


                                         

Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νικομήδεια. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Εὐστόργιο καὶ τὴν μητέρα του, ποὺ ἦταν εὐσεβέστατη χριστιανή, Εὐβούλη. Ὁ Παντελεήμων γρήγορα στερήθηκε τὶς φροντίδες τῆς μητέρας του, διότι πέθανε πρόωρα. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ διδαχθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ ἕνα διακεκριμένο λειτουργό της Ἐκκλησίας, τὸν Ἱερέα Ἑρμόλαο. Τότε ὁ  Παντελεήμων εἶχε τελειώσει τὶς ἰατρικές του σπουδές, κοντὰ στὸ φημισμένο γιατρὸ Εὐφρόσυνο. Τὴν ἐπιστήμη του χρησιμοποίησε ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς ἀπόρους ἀσθενεῖς καὶ ἔτρεχε μὲ μοναδικὴ προθυμία στὶς καλύβες τους, βοηθώντας τους ὄχι μόνο ἰατρικά, ἀλλὰ καὶ χρηματικά. Σὲ κάθε σπίτι ποὺ ἔμπαινε δίδασκε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἔφερνε σ΄ αὐτὸ πολλὲς ψυχές. Ἦταν εὐσπλαγχνικὸς σὲ ἀκρότατο βαθμὸ γιὰ ὅλους τοὺς  πάσχοντες, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ δώρησε τὸ χάρισμα νὰ θεραπεύει ἀσθενεῖς μὲ μόνη τὴν προσευχή του. Ἔτσι θεράπευσε πολλούς, μεταξὺ αὐτῶν καὶ ἕνα τυφλό, ποὺ ἔγινε  ἀφορμὴ νὰ συλλάβει ὁ Διοκλητιανὸς καὶ τὸν Ἅγιο. Τὸν τυφλὸ τὸν θανάτωσε διότι πίστεψε στὸ Χριστὸ καὶ τὸν Παντελεήμονα ὑπέβαλε σὲ φρικτὰ βασανιστήρια, ὥσπου  στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε. Ὁ Παντελεήμων, ὅμως, ἀνήκει σ΄ αὐτούς, γιὰ τοὺς ὁποίους ὁ Κύριος εἶπε: «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται». Μακάριοι, δηλαδή, εἶναι οἱ εὐσπλαχνικοί, ποὺ συμπονοῦν στὴ δυστυχία τοῦ πλησίον, διότι αὐτοὶ θὰ ἐλεηθοῦν ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.

26 Ιουλίου, 2018

Ἡ κατάπαυση τρικυμίας



1. ΓΙΑΤΙ ΑΡΓΕΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ;

Μετὰ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καὶ δὺο ἰχθύων στὴν ἔρημο, ὁ Κύριος ἐζήτησε ἀπὸ τοὺς μαθητὰς του νὰ περάσουν μὲ τὸ πλοῖο στὸ ἀπέναντι μὲρος τῆς λίμνης· καὶ ὁ ἴδιος ἀνέβηκε στὸ βουνὸ γιὰ νὰ προσευχηθῇ μόνος του. Μόλις ὅμως ἔπεσε ἡ νύκτα βαθειὰ, τὸ πλοῖο τῶν μαθητῶν εἶχε προχωρήσει καταμεσὶς στὴ λίμνη καὶ κλυδωνιζόταν ἀπὸ τὰ ἄγρια κύματα. Λίγο πρὶν ξημερώσῃ, οἱ μαθηταὶ ταλαιπωρημὲνοι ἀπὸ τὴν φοβερή τρικυμὶα, εἶδαν μέσα στὸ σκοτάδι τρομοκρατημένοι μιὰ ἀνθρώπινη μορφὴ νὰ πλησιάζῃ πρὸς αὐτοὺς, περπατῶντας πάνω στὰ κύματα, σὰν φάντασμα. Καὶ ἀπὸ τὸ φόβο τους ἔβγαλαν κραυγὲς ἀγωνίας. Ἀμὲσως ὅμως ἄκουσαν τὴν φωνὴ τοῦ Κυρίου νὰ τοὺς λέγῃ: «Θαρσεῖτε» Ἔχετε θᾶρρος. «Ἐγώ εἰμι». «Μὴ φοβεῖσθε».

Γιατὶ ὅμως ὁ Κύριος, τοὺς ἄφησε ὅλη τὴ νύκτα νὰ βασανίζωνται μὲ τὰ πελώρια κύματα καὶ δὲν ἔσπευσε ἀμὲσως νὰ τοὺς βοηθήσῃ; Γιατὶ δὲν ἦλθε κοντὰ τους ἀμὲσως μόλις κινδύνεψε ἡ ζωή τους; Καὶ μάλιστα ἐμφανίστηκε μὲ τέτοιο τρόπο ποὺ ἐπέτεινε ἀκόμη περισσότερο τὸ φόβο καὶ τὴν ἀγωνὶα τους; Οἱ ἱεροί ἑρμηνευταί ἐξηγοῦν ὅτι ὁ Χριστὸς ἄφησε τοὺς μαθητὰς νὰ συγκλονίζωνται ὅλη τὴν νύκτα γιὰ νὰ τοὺς ἀνὰψῃ μεγαλύτερη τὴν ἐπιθυμία τῆς σωτηρίας τους. Γιὰ νὰ κατανοήσουν τὴν μικρότητα καὶ τὴν ἀδυναμία τους καὶ τὴν ἐξάρτησί τους ἀπὸ Αὐτὸν καὶ νὰ λαχταρήσουν τὴν παρουσία του. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἀπεκάλυψε ἀμὲσως τὸν ἑαυτὸ του, καθὼς περπατοῦσε πάνω στὰ κύματα, ἀλλὰ τοὺς ἄφησε, καθώς πλησίαζε περισσότερο κοντὰ τους, νὰ ζοῦν σὲ ἀκόμη μεγαλύτερη ἀγωνία.

Αὐτὴ ἡ εἰκόνα τῆς τρικυμισμὲνης λίμνης εἶναι μιὰ μικρογραφία καὶ τῆς δικῆς μας πολυκύμαντης ζωῆς μας. Κάτι παρόμοιο κάνει ὁ Κύριος καὶ στὴ δική μας ζωή. Δὲν ἐμφανίζεται καὶ δὲν ἀποκαλύπτεται ἀμὲσως μόλις ἀρχίζουμε νὰ συγκλονιζώμαστε στὰ μύρια ἄστατα κύματα τῶν πειρασμῶν καὶ δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς μας, τὰ ὁποῖα ἀπειλοῦν νὰ μᾶς καταποντὴσουν· ἀλλὰ ἔρχεται στὴν ὕστατη στιγμὴ τῆς ἀγωνίας μας, στὸ «ἀμὴν» τῆς ὑπομονῆς μας. Καὶ μάλιστα λίγο πρὶν ἔλθῃ νὰ λύσῃ τὸ πρόβλημά μας, προσθέτει κι ἄλλους φόβους πάνω στοὺς ἀρχικοὺς, ἐπιτρέπει κι ἄλλες δοκιμασίες, κάποτε χειρότερες καὶ φοβερώτερες. Κι ἐμεῖς ἀπογοητευμὲνοι, κραυγάζουμε, Κύριε, χανόμαστε, Ἔλα. Δὲν ἀντέχουμε ἄλλο στὸ δράμα μας!

Μὴπως ὁ Κύριος δὲν ξέρει τοὺς φόβους μας καὶ τοὺς πειρασμούς μας; Ἀσφαλῶς τὰ ξέρει ὅλα. Ἀλλὰ μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ μᾶς παιδαγωγεῖ καὶ μᾶς διδάσκει νὰ μὴ περιμὲνουμε ἀμὲσως τὴν λύσι ἀπὸ τὰ δεινὰ ποὺ μᾶς συνέχουν· ἀλλὰ νὰ ὑπομὲνουμε ὅσα ἔρχονται στὴ ζωή μας μὲ γενναιότητα. Διότι γνωρίζει καλά ὁ πάνσοφος δημιουργὸς μας ὅτι ἡ περίοδος αὐτὴ ποὺ τὸν περιμὲνουμε μὲ ἱερή προσδοκία νὰ ἔλθῃ στὸ πλοιάριο τῆς ψυχῆς μας, εἶναι ἡ πιὸ γόνιμη περίοδος τῆς ζωῆς μας· περιόδος κατὰ τὴν ὁποία καλλιεργούμαστε πνευματικῶς σὲ βάθος, μὲ τὴν ἀναμονὴ καὶ τὴν ὑπομονὴ, μὲ τὰ δάκρυα καὶ τὴν προσευχὴ, μὲ τὴν ἐπιμονὴ καὶ τὴν πίστι. Ὥσπου κάποια ὥρα ἀκοῦμε κι ἐμεῖς τὴν φωνὴ τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωὴ μας: «Θαρσεῖτε ἐγώ εἰμί». Κι ἀμὲσως γεμίζουμε εἰρήνη καὶ χαρά καθώς γαληνεύῃ ἡ τρικυμισμὲνη ζωή μας. Παίρνουμε θᾶρρος καὶ δύναμι γιὰ νὰ διαπεράσουμε τὴν θάλασσα τῶν δοκιμασιῶν, νὰ συνεχίσουμε τὸ ταξίδι αὐτῆς τῆς ζωῆς πρὸς τὴν ἀντίπερα ὄχθη, στὴν οὐράνια γαλήνη καὶ ἀσφάλεια.

2. ΤΑ ΚΥΜΑΤΑ ΚΑΙ Ο ΑΝΕΜΟΣ

Μὲσα στὸν τρόμο τῆς τρικυμίας ὁ Πέτρος φώναξε: Κύριε, ἐάν εἶσαι σύ, δός μου τὴν ἐντολή νὰ ἔλθω κοντὰ σου. Καὶ μόλις ὁ Κύριος τὸν ἐκάλεσε, κατέβηκε ἀπὸ τὸ πλοῖο ὁ Πέτρος κι ἄρχισε νὰ περπατᾶ πάνω στὰ νερά. Ὅταν ὅμως κάποια στιγμὴ κοίταξε τὸν ἄνεμο ποὺ ἦταν πολὺ δυνατὸς, φοβήθηκε, ἄρχισε νὰ βουλιάζῃ κι ἐκραύγασε δυνατὰ: Κύριε, σῶσε με, θά πνιγῶ! Γιατὶ ὅμως συνέβη αὐτὸ; Ὁ Πέτρος ποὺ δὲν φοβήθηκε τὸν μεγαλύτερο κίνδυνο, νὰ περπατὴσῃ πάνω στὴ θάλασσα, τώρα φοβᾶται τὸν μικρότερο, τὸν ἄνεμο, μὴν τὸν ρίξῃ κάτω; Καὶ ἐνῷ ἦταν ψαρᾶς καὶ καλός κολυμβητὴς;

Ὁ Πέτρος φοβήθηκε, διότι ἦταν πιὸ ἰσχυρή μὲσα του ἡ ὀλιγοπιστία καὶ ὁ δισταγμός. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος δὲν ἐπιτιμᾷ τὸν ἄνεμο, ἀλλὰ τὸν Πέτρο ποὺ ὀλιγοπίστησε. Γιὰ νὰ τοῦ δείξῃ ὅτι δὲν τὸν κατενίκησε ἡ μανιασμὲνη ὁρμὴ τοῦ ἀνέμου, ἀλλὰ ἡ τρεμάμενη πίστι του. Ἐάν δὲν ἀσθενοῦσε ἡ πίστι του θά μποροῦσε πολύ εὔκολα νὰ στέκεται ὁλόρθος ἀντιμὲτωπος μὲ τὸν ἄνεμο. Διότι ὁ Κύριος ποὺ τὸν ἐνίσχυσε νὰ περπατᾷ πάνω στὰ κύματα, θά τὸν ἐνίσχυε νὰ μένῃ ἀσάλευτος καὶ στὴν βία τοῦ ἀνέμου.

Ἔτσι συμβαίνει συχνὰ καὶ στὴ δική μας ζωή. Ἐνῷ μὲ τὴ χάρι τοῦ Θεοῦ ὑπερπηδοῦμε μεγάλα ἐμπόδια καὶ ξεπερνοῦμε φοβερές δυσκολίες, τὰ χάνουμε στὰ μικρότερα καὶ εὐκολότερα! Διότι εἴμαστε ὀλιγόπιστοι. Καὶ ἔρχεται ὁ Κύριος νὰ μᾶς ἐλέγξῃ καὶ νὰ μᾶς πῇ πώς δὲν φταῖνε οἱ τρικυμίες καὶ οἱ ἄνεμοι τῆς ζωῆς μας, ἀλλὰ ἡ δική μας ὀλιγοπιστία. Στὰ μικρά λοιπόν ἀλλὰ καὶ τὰ μεγάλα κύματα καὶ προβλήματα τῆς ζωῆς μας, ἀναγνωρίζοντας τὴν ὀλιγοπιστία μας ἄς κραυγάζουμε μὲ θέρμη στὸν Κύριο: «Κύριε, σῶσον με». Καὶ ὁ Κύριος θά μᾶς πιάνῃ ἀπὸ τὸ χέρι καὶ θά μᾶς ἐνισχύῃ στὴν πορεία μας καὶ θά μᾶς κρατᾶ ὁλόρθους πάνω ἀπ’ τὰ κύματα.

Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἡ Ὁσιομάρτυς

                  Î‘ποτέλεσμα εικόνας για Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἡ Ὁσιομάρτυς

Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ γεννήθηκε στὴ Ρώμη, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἀντωνῖνος (138- 160 μ.Χ.). Ἦταν κόρη τοῦ Ἀγάθωνα καὶ τῆς Πολιτείας. Χριστιανοὶ καὶ οἱ δυό, ἀνέθρεψαν τὴν κόρη τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου, διότι δὲν εἶχαν παιδὶ καὶ εὐχήθηκαν, ἂν ἀποκτήσουν, νὰ τὸ ἀφιερώσουν στὸ Θεό. Πράγματι, ὁ Θεὸς τοὺς χάρισε παιδὶ καὶ γεννήθηκε ἡμέρα Παρασκευή. Καὶ ἐπειδὴ ἦταν κόρη, ἔδωσαν τὸ ὄνομα τῆς ἡμέρας αὐτῆς. Μετὰ τὸ θάνατο τῶν γονέων της, ἡ Παρασκευὴ μοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της στοὺς φτωχούς, καὶ αὐτή, ἐμπνεόμενη ἀπὸ θερμὴ ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό, γύριζε τὴν Ρώμη καὶ τὰ χωριά, κηρύττοντας τὸ Εὐαγγέλιο. Ἡ δράση της, ὅμως, προκάλεσε τὸν εἰδωλολάτρη βασιλιὰ Ἀντωνῖνο, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τὴν συνέλαβε, τῆς ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ ἔχει πολλὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ καὶ ἀπολαύσεις, ἂν θυσιάσει στοὺς θεούς. Τότε ἡ Ἅγια, ὀρθὰ κοφτὰ ἀπάντησε μὲ τὰ λόγια τοῦ προφήτη Ἱερεμία: «Θεοὶ οἳ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν οὐκ ἐποίησαν, ἀπολέσθωσαν ἐκ τῆς γῆς». Δηλαδή, θεοὶ ποὺ δὲν δημιούργησαν τὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ, ἂς χαθοῦν ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς! Τότε ὁ Ἀντωνῖνος διέταξε καὶ τὴν ἔβαλαν σὲ ἕνα λέβητα μὲ καυτὸ λάδι καὶ πίσσα. Ἐπειδὴ ὅμως εἶδε τὴν Ἁγία ἄθικτη, ράντισε τὸ πρόσωπό του μὲ τὸ ὑγρὸ αὐτό, γιὰ νὰ δοκιμάσει ἂν πράγματι εἶναι καυτό, καὶ ἀμέσως τυφλώθηκε. Ἀλλὰ ἡ Ἁγία μὲ προσευχὴ ἔδωσε στὸν Ἀντωνῖνο τὸ φῶς του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψει στὸ Χριστό. Ἀργότερα, ἡ Ἁγία Παρασκευὴ ἀξιώθηκε μαρτυρικοῦ θανάτου μὲ ἀποκεφαλισμό.