17 Αυγούστου, 2018

Ὁ ἅγιος Τιμόθεος Ἀρχιεπίσκοπος Προικοννήσου ὁ θαυματουργὸς

                                 Î‘ποτέλεσμα εικόνας για Ὁ ἅγιος Τιμόθεος Ἀρχιεπίσκοπος Προικοννήσου ὁ θαυματουργὸς

                         Ὁ ἅγιος Τιμόθεος
Ἀρχιεπίσκοπος Προικοννήσου ὁ θαυματουργὸς

                           1 Αὐγούστου
   Ο ἅγιος Τιμόθεος Ἀρχιεπίσκοπος Προικοννήσου τῆς Προποντίδος ἔζησε στὰ χρόνια τῶν 
Βυζαν­τινῶν βασιλέων Ἰουστίνου τοῦ Θρακός
(518­-527) καὶ Ἰουστινιανοῦ (527­-565).

Γεννήθηκε ἀπὸ πιστοὺς καὶ θεοφιλεῖς γονεῖς. Ὑπῆρξε συγκροτημένη πνευματικὴ προσωπικότητα μὲ ἰσχυρὴ θέληση, πραότατο χαρακτήρα, κρυστάλλινη ψυχὴ καὶ ἀδιάβλητο βίο. Αὐτὸν τὸν εὐ­λογημένο ἐκκλησιαστικὸ ἄνδρα ὁ Θεὸς ἐξέλεξε γιὰ νὰ ποιμάνει τὸν σκληρόκαρδο λαὸ ἑνὸς νησιοῦ τῆς Προποντίδος ποὺ τὸ ἔλεγαν Προικόννησο (Μαρμαρᾶς). Οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ αὐ­τοῦ δούλευαν στὰ φημισμένα λατομεῖα
τους καὶ ἔβγαζαν περίφημα μάρμαρα καὶ ἐκλεκτὰ πετρώματα. Καὶ τὰ μετέφεραν στὴ Βασιλεύουσα πόλη, τὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ στολίζονται οἱ ἐκκλησιές της καὶ τὰ παλάτια της. Ὅμως
οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶχαν χαρακτήρα ἄγριο καὶ ἐπιθετικό. Κάθε φορὰ ποὺ ἔφθαναν καράβια ξένα στὸ λιμάνι τους, κάποτε καὶ θαλασσοδαρμένα, ἔτρεχαν καὶ τὰ λεηλατοῦσαν. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ πο-
λύτιμο φορτίο τους ἀποσποῦσαν καὶ τὰ σκοινιὰ καὶ τὰ πανιὰ καὶ τὰ σίδερα τῶν πλοίων καὶ ἄφηναν τοὺς ναυτιλλομένους ἀπροστάτευτους καὶ ἐγκαταλελειμμένους πάνω στὸ νησί τους. 

Αὐτὴ τὴ θλιβερὴ κατάσταση ἀντίκρισε ὁ ἐπίσκοπος Τιμόθεος ὅταν ἀνέλαβε τὸν θρόνο τῆς Προικοννήσου. Καὶ ξεκίνησε τὸν ἀγώνα γιὰ νὰ μεταμορφώσει τὸ νησὶ μὲ μοναδικὸ ὅπλο τὴν ἀγάπη. 

Καὶ πρῶτα κατάφερε μὲ τὴν καλοσύνη του καὶ τὴν ἀκαταπόνητη θεία διδασκαλία του νὰ ἐξευγενίσει καὶ νὰ μαλακώσει τὶς πέτρινες καρδιὲς τῶν μόνιμων κατοίκων. Ἀπὸ σκληρόκαρδους τοὺς μετέβαλε σὲ πραότατους, ἀπὸ ἄδικους σὲ τίμιους, καὶ ἀπὸ θυμώδεις καὶ ἐκδικητικοὺς σὲ ἀνεξίκακους καὶ συγχωρητικούς. 

Ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς ξένους φρόντιζε μὲ περισσὴ φροντίδα ὁ Ὅσιος. Κάθε φορὰ ποὺ κάποιο θαλασσοδαρμένο καράβι ἔφθανε στὸ λιμάνι τοῦ νησιοῦ, ὁ Τιμόθεος ἔτρεχε γιὰ νὰ συναντήσει καὶ νὰ βοηθήσει μὲ κάθε τρόπο τοὺς βασανισμένους ναυτικοὺς καὶ ταξιδιῶτες. Ἄναβε φωτιὲς γιὰ νὰ στεγνώσει τὰ ροῦχα τους. Τοὺς ζέσταινε νερὸ σὲ καζάνια καὶ τοὺς ἔδινε φαγητὸ καὶ ροῦχα καὶ ὅ,τι εἶχαν ἀνάγκη. 
Καὶ ὅλοι τὸν ἀγαποῦσαν τὸν ἄξιο Ἀρχιερέα τῆς ἀγάπης τὸν Τιμόθεο. Δύο ὅμως ὑπερήφανοι κληρικοὶ τὸν ζήλευαν καὶ τὸν μισοῦσαν. Αὐτοὺς ὁ φθονε­ρὸς διάβολος χρησιμοποίησε γιὰ νὰ διασαλεύσει τὴν εἰρήνη τῆς τοπικῆς Ἐ­κλησίας. 

Κάποια μέρα, σὲ ὥρα ποὺ ὁ Τιμόθεος τελοῦσε τὴν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, οἱ δύο αὐτοὶ κληρικοὶ ἦλθαν στὸ Ναὸ ὅπου ἦταν ὁ ἐπίσκοπός τους καὶ φώνα­ζαν σὲ βάρος του φοβερὲς ἀνήθικες 
συκοφαντίες, δημιουργώντας σύγχιση στὸν ἁπλὸ πιστὸ λαό. Καὶ ἀφοῦ χτύπησαν, ράπισαν καὶ τραυμάτισαν τὸν Ἐπίσκοπό τους, τὸν κατήγγειλαν καὶ τὸν ἔ­στειλαν στὸν Πατριάρχη γιὰ ἀνάκριση.

Ἦταν τότε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ὁ Εὐτύχιος, ὁ πνευματέμφορος αὐτὸς ἄνδρας ποὺ προήδρευσε στὴν Ε΄ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Ὅταν ἀντίκρισε ὁ Πατριάρχης τὸν Ἐπίσκοπο Τιμόθεο,
θαύμασε τὴν κρυστάλλινη καθαρότητα τῆς ψυχῆς του, ποὺ ἀντικαθρεπτιζόταν στὸ γαλήνιο φωτεινό του πρόσωπο καὶ τὴν ἱεροπρεπή του στάση. Καὶ ἀπὸ τὴν ἡμερότητα τῶν ἀπολογητικῶν του λόγων πείστηκε ἀπόλυτα γιὰ τὴν ἀθωότητά του. Ἐκείνη τὴ νύχτα μάλιστα οἱ δύο ἅγιοι ἄνδρες συζήτησαν πνευματικὰ θέματα καὶ ἀντήλλαξαν τοὺς θησαυροὺς τῶν πνευματικῶν τους ἐμπειριῶν.

Ὁ Τιμόθεος ἐπέστρεψε στὴν ἕδρα του δικαιωμένος. Ὅμως δὲν θέλησε νὰ ἐπισκοπεύσει ἄλλο. 

Γιὰ νὰ κατασιγάσει τὸ μίσος τῶν συκοφαντῶν του, προτίμησε νὰ ἀπομακρυνθεῖ καὶ νὰ ζήσει τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του ἀσκητικὰ στὶς ψηλὲς κορφὲς τῶν βουνῶν τῆς Προικοννήσου. 
Ἐκεῖ ὑπέμεινε καρτερικὰ καὶ τὸ ψύχος καὶ τὸν καύσωνα. 
Τρεφόταν μὲ χόρτα. Ἔπινε νερὸ ἀπὸ τὶς πηγές. Κοιμόταν ἐλάχιστα πάνω στὸ γρασίδι τῆς γῆς. Προσευχόταν ἀπερίσπαστα καὶ μελετοῦσε ἀχόρταγα τὶς Ἅγιες Γραφὲς μὲ σφοδρὸ πόθο νὰ ἑνώνεται μὲ τὸν Θεό. 

Ἐκεῖ στὶς σπηλιὲς τῶν κορυφογραμμῶν ὁ Ὅσιος ὑπέμεινε μὲ μεγαλοψυχία τὶς ἐνοχλήσεις τῶν πονηρῶν δαιμόνων. Ἐκεῖ ἡ ψυχή του γεύθηκε τοὺς γλυκασμοὺς καὶ τὴν εἰρήνη τοῦ Παναγίου 
Πνεύματος. Καὶ ἀπὸ κεῖ πολλὲς φορὲς εὐεργετοῦσε τὸν κόσμο μὲ τὴ δύναμη τῆς θαυματουργοῦ προσευχῆς του, ὅπως συνέβη καὶ μὲ τὴν ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὸ δαιμόνιο τῆς θυγατέρας τοῦ Ἰουστινιανοῦ. 

Ὁ ὅσιος Τιμόθεος μετὰ ἀπὸ δώδεκα χρόνια σκληρῆς ἀσκητικῆς ζωῆς ἐκοιμήθη εἰρηνικὰ μόνος, μονότατος, χωρὶς λαμπάδες καὶ νεκρώσιμα τροπάρια. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ἄγγελοι μὲ μελωδικὲς ψαλμωδίες παρέλαβαν τὴν ἐκλεκτὴ ψυχή του καὶ τὴν ἔφεραν στὸ θρόνο τοῦ παντοκράτορα Κυρίου. Τὸ τίμιο Λείψανό του βρέθηκε μὲ θεία ἀποκάλυψη μέσα σὲ σπήλαιο. Καὶ ἦταν ἀκέραιο, μὲ τὰ ἁγιασμένα του χέρια εὐλαβικὰ σταυρωμένα! 

Ἡ βασίλισσα Θεοδώρα, ἡ σύζυγος τοῦ Ἰουστινιανοῦ – ἐκφράζοντας τὴν εὐγνωμοσύνη της γιὰ τὸ θαῦμα στὴν οἰκογένειά τους – ἔκτισε ἀργότερα Μοναστήρι ἀφιερωμένο στὸν ἅγιο Τιμόθεο. 

Ὁ ὅσιος Τιμόθεος Ἀρχιεπίσκοπος Προικοννήσου, ὁ ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, τῆς ἀνεξικακίας, τῆς καθαρότητος καὶ τῆς ταπεινοφροσύνης, δοξάσθηκε ἀπὸ τὸν Θεό! Οἱ θερμὲς μεσιτεῖες του 
εἰσακούονται ἀπὸ τὸν Κύριο. Καὶ πολλοὺς ἀρρώστους, δαιμονισμένους, παράλυτους, τυφλοὺς καὶ χωλοὺς θεράπευσε καὶ θεραπεύει. 
Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη Κηφισίας, Ἀμαρουσίου καὶ Ὠρωποῦ ἔχει τὴν ἰδιαίτε­ρη εὐλογία νὰ κατέχει τὸν θησαυρὸ τῶν τιμίων Λειψάνων τοῦ ὁσίου Τιμοθέ­ου. Καὶ οἱ φιλόθεοι πιστοὶ τὸν τιμοῦν μὲ 
λαμπρότητα στὴν περιοχὴ τῶν Νέων Παλατίων. 
Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ὁσίου Τιμοθέου νὰ βαδίζουμε στὰ ἴχνη τῆς ἁγίας ἀρετῆς του, τῆς ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης του καὶ τῆς κρυστάλλινης καθαρότητός του. 

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΩΤΗΡ Αριθ. 2160.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου