tag:blogger.com,1999:blog-26556813072464911362024-03-18T23:23:58.473+02:00Αντώνιος ΠαρασκευόπουλοςΙστολόγιο ποικίλης ύλης και απλής σκέψηςΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.comBlogger7074125tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-44449058303474346342024-03-18T11:17:00.001+02:002024-03-18T11:17:43.901+02:00Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Κωνσταντῖνος Μικρός, ὁ εὐλαβής νεωκόρος Μερος Α' <div style="text-align: justify;"><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2020/07/ASKHTES.png" style="font-size: xx-large;" /></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;">Ο Κωνσταντῖνος Μικρός γεννήθηκε τό 1895 στό χωριό Ἀθίκια Κορινθίας. Οἱ γονεῖς του Γεώργιος καί Κατερίνα, ἄν καί πάμφτωχοι ξεχώριζαν στό χωριό γιά τήν καλωσύνη καί τήν φιλοξενία τους. Ἀπέκτησαν τέσσερα παιδιά, τόν Κώστα καί ἄλλα τρία κορίτσια. Στό σπίτι ἐκτός ἀπό τά παιδιά τους μάζευαν συχνά καί τά ἀνήψια τους καί πολλές φορές δύο ὀρφανές ἀπό πατέρα γειτονοποῦλες, τῶν ὁποίων ἡ μάννα ἔπρεπε νά φεύγη δύο μῆνες τόν χρόνο ἀπό τό σπίτι, γιά νά δουλεύη τά κτήματα πού εἶχε σέ ἄλλο χωριό. Τά ὀρφανά κοριτσάκια δέν ξέχασαν ποτέ, ὅταν μεγάλωσαν, τήν ζεστή πατρική ἀγκαλιά τοῦ κυρ–Γιώργη, τό βραδινό λιτό φαγητό πού μοιράζονταν μέ τά παιδιά του, τήν χαρά καί τήν ἀγάπη πού ἀκτινοβολοῦσε μέσα σέ κεῖνο τό φτωχόσπιτο. Μάλιστα, τό ἕνα ἀπό αὐτά ὅταν ἔγινε μάννα, ἄφησε ὡς παρακαταθήκη στά παιδιά της νά μήν ξεχνᾶνε ποτέ νά προσθέτουν στό ψυχοχάρτι τά ὀνόματα Γεώργιος καί Αἰκατερίνη. Τόση ἀγάπη τούς εἶχε!</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Σ᾿ αὐτό τό εὐλογημένο περιβάλλον ἔζησε κι ἀνατράφηκε ὁ Κώστας. Ὅταν ἔφτασε σέ στρατεύσιμη ἡλικία, τόν ἔστειλαν στό Μικρασιατικό μέτωπο, γιά νά ὑπηρετήση ὡς ἱπποκόμος στό πλευρό κάποιου ἀξιωματικοῦ. Τό 1922, ἔτος τῆς Μικρασιατικῆς καταστροφῆς, μέ τήν ἄτακτη ὑποχώρηση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ βρέθηκε κάποια στιγμή πάνω στό μουλάρι μόνος, ἀποκομμένος ἀπό τό ὑπόλοιπο σύνταγμα. Πολλοί ἀξιωματικοί –μαζί κι αὐτός πού ὑπηρετοῦσε ὁ Κώστας– πῆραν τ᾿ ἄλογά τους κι ἔτρεξαν νά σωθοῦν ἀφήνοντας τόν στρατό πίσω. Κάποια στιγμή ὁ Κώστας ἀποκαμωμένος ἀπό τίς ταλαιπωρίες, ἔδεσε τό μουλάρι σ᾿ ἕνα δέντρο καί ξαπλώνοντας ἀπό κάτω ἀποκοιμήθηκε. Τόν ξύπνησαν ὅμως ἀπότομα οἱ φωνές ἑνός ἄγνωστου νεαροῦ στρατιώτη πού σκυμμένος πάνω ἀπό τό πλευρό του τόν τράνταζε δυνατά ἀπό τούς ὤμους καί τοῦ μιλοῦσε, λέγοντάς του ἐπιτακτικά:Σήκω ἐπάνω, γρήγορα! Ἔρχονται οἱ Τοῦρκοι! Ἀνέβα στό μουλάρι καί πήγαινε στήν Σμύρνη! Μπές στό πρῶτο πλοῖο πού θά βρῆς καί γύρνα πίσω, στό σπίτι σου!</div><div style="text-align: justify;">Καλά… θά φύγω σέ λίγο…, εἶπε ὁ Κώστας νυσταγμένος καί γύρισε τό πλευρό.</div><div style="text-align: justify;">Ἄν μείνης ἐδῶ θά σέ προλάβουν οἱ Τοῦρκοι καί θά σέ σκοτώσουν!, τόν σκούντησε καί πάλι ὁ στρατιώτης.</div><div style="text-align: justify;">Προχωρᾶτε ἐσεῖς καί θά σᾶς φτάσω ἐγώ μέ τό μουλάρι…, ξαναεῖπε ὁ Κώστας ἀποκαμωμένος. Τότε ὁ νεαρός στρατιώτης τόν ἅρπαξε μέ δύναμη καί τόν σήκωσε ὄρθιο ἐπάνω.</div><div style="text-align: justify;">Ἀκοῦς τί σοῦ λέω; Νά φύγης τώρα ἀμέσως! Κι ὅταν φτάσης ἀπέναντι, στό νησί, τότε θά γίνη κι ἡ συνθηκολόγηση. Τράβα μπροστά καί μή φοβᾶσαι!</div><div style="text-align: justify;"><b>Καί ποιός εἶσαι ἐσύ πού μοῦ τά λές ὅλα αὐτά;, ρώτησε ἀπορημένος ὁ Κώστας.</b></div><div style="text-align: justify;"><b>Εἶμαι ὁ Ἅγιος Δημήτριος!, ἀπάντησε ὁ νεαρός στρατιώτης καί ἀμέσως ἐξαφανίστηκε ἀπό μπροστά του.</b></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Συγκλονισμένος ὁ Κώστας ἀνέβηκε πάνω στό μουλάρι καί κατευθύνθηκε πρός τήν Σμύρνη. Μέχρι νά ἐπιβιβαστῆ ὅμως στό πλοῖο πού θά τόν ἔφερνε στήν Ἑλλάδα τά μάτια του εἶδαν στόν δρόμο πολλά ἀπό τά ἐγκλήματα πού εἶχαν διαπράξει οἱ Τοῦρκοι. Κομματιασμένα σώματα Ἑλλήνων ἦταν σπαρμένα σέ ὅλη τήν διαδρομή. Ἀνάμεσά τους γυναῖκες καί ἀθῶα μικρά παιδιά. Ἡ εὐαίσθητη ψυχή τοῦ Κώστα ταράχτηκε ἀπό τό φοβερό ἐκεῖνο θέαμα. Ὑπέστη νευρικό κλονισμό. Ὅταν ἔφτασε πίσω στήν Ἑλλάδα, δέν ἦταν πιά ὁ ἴδιος ἄνθρωπος. Ἔδειχνε βαθιά πληγωμένος καί γιά τήν ὑπόλοιπη ζωή του ἦταν σοβαρός καί λιγομίλητος.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Παντρεύτηκε μέ τήν Παναγιώτα Τζώρτζη, ἀπό τό χωριό Ἀγγελόκαστρο Κορινθίας καί ἔμεινε στό πατρικό του σπίτι πού ἦταν κτισμένο κοντά στήν Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ καί ἦταν ἀφιερωμένη στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου. Ἔκανε τρία ἀγόρια: τόν Γιάννη, τόν Γιῶργο καί τόν Ἀναστάσιο. <b>Ἡ οἰκογένειά του ἦταν ἀπό τίς φτωχότερες τοῦ χωριοῦ. Γιά νά χορτάσουν τήν πεῖνα τους τά παιδιά ἔτρωγαν ἀκόμη καί βελανίδια (!) </b>ἀπό μία μεγάλη βελανιδιά πού ἦταν πάνω στό βουνό δίπλα στό ξωκκλήσι τῆς Παναγιᾶς κι ἔκανε κάτι βελανίδια μεγάλα σάν κάστανα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τό σπιτάκι τους, μικρό κι ἀπέριττο, χτισμένο ὡς τήν μέση μέ πέτρες καί ἀπό πάνω μέ πλίνθους, δέν εἶχε οὔτε πάτωμα! Ἡ κυρα–Παναγιώτα ὅμως ἔρριχνε πάνω ἀπό τό χῶμα: ἄχυρα ἤ ξερά χόρτα κι ἀπό πάνω ἔστρωνε τίς κουρελοῦδες της. Ὅλα στό νοικοκυριό της ἔλαμπαν ἀπό τάξη καί καθαριότητα!</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἡ οἰκογένεια ἐξασφάλιζε τά πρός τό ζῆν ἀπό τίς λιγοστές ἐλιές της, τά κηπευτικά ἀπό τόν κῆπο τους καί τά λιγοστά οἰκόσιτα ζωντανά πού εἶχε. Ἀπό τά γύρω πεῦκα τῆς περιοχῆς ὁ Κώστας ἔφτειαχνε καί ξυλοκάρβουνα σέ ἕνα μικρό καμίνι ἔξω ἀπό τό σπίτι του, τά ὁποῖα ἔπειτα ἐμπορευόταν. <b>Ταυτόχρονα ὑπηρετοῦσε ὡς νεωκόρος στήν Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ ἀφιλοκερδῶς μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του.</b> Στό ἔργο αὐτό συμμετεῖχαν ὅλα τά μέλη ἀνεξαιρέτως.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὁ Κώστας ἦταν πάντα συνεπέστατος στά καθήκοντά του. Τίς ἡμέρες πού εἶχε θεία Λειτουργία ξυπνοῦσε πρίν ἀκόμη χαράξη, γιά νά ἑτοιμάση τόν ναό. Τό ἄναμμα τῶν καντηλιῶν καί τῶν κεριῶν τοῦ πολυελαίου ἦταν τότε ὁλόκληρη ἱεροτελεστία. Τόν βοηθοῦσε σ᾿ αὐτό κι ὁ γυιός του ὁ Γιῶργος, ἀλλά καί ἄλλα παιδόπουλα πού διακονοῦσαν στό ἱερό. Τό γενικό ὅμως πρόσταγμα τό ἔδινε ἐκεῖνος. Κατά τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας ὁ Κώστας ἔστεκε σιωπηλός καί προσευχόμενος πίσω ἀπό τό παγκάρι. Ἀπέφευγε νά μπαίνη στό Ἱερό κι ἔστελνε στήν θέση του τόν δευτερότοκο γυιό του Γιῶργο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Μέ τήν ὑπόδειξη καί τήν βοήθεια ἑνός φιλεύσπλαχνου καί προοδευτικοῦ συγχωριανοῦ του ἔμαθε νά φτειάχνη καί νέα κεριά ἀπό τά ἀποκέρια, ἐξοικονομώντας ἔτσι κάτι γιά τήν οἰκογένεια.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Μετά τό μεσημέρι, ἀφοῦ ὁλοκλήρωνε τά καθήκοντά του στόν ναό, κινοῦσε μέ τό γαϊδουράκι του ν᾿ ἀνάψη τά καντήλια σέ ὅλα τά γύρω ξωκκλήσια τοῦ χωριοῦ. Τά κοντινά τά ἀναλάμβανε ἡ γυναῖκα του, ἡ κυρα–Παναγιώτα, στά μακρινά πήγαινε ὁ ἴδιος. Ἕνας εὔπορος συγχωριανός του, ὁ μπαρμπα–Μῆτσος, πού γνώριζε τήν δυστυχία του, συμφώνησε νά τοῦ δίνη 50 δραχμές τόν μῆνα, γιά νά ἀνάβη καθημερινά τά καντηλάκια στό ἀπό αἰῶνες χτισμένο ἐξωκκλήσι τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, πάνω στό βουνό, 7 χιλιόμετρα ἀπόσταση ἀπό τά Ἀθίκια. Ἤθελε νά ἐκπληρώση μέ αὐτόν τόν τρόπο κι ἕνα τάμα πού εἶχε κάνει στόν Ἅγιο, ὅταν ἀρρώστησε ἀπό φυματίωση. Ἔτσι, ὁ Κώστας χειμῶνα – καλοκαίρι διήνυε μαζί μέ ὅλες τίς ἄλλες κι αὐτή τήν δύσκολη ἀνηφορική διαδρομή, ὥστε ὁ Ἅγιος νά μήν μένη ποτέ σβηστός. Ὅταν κάποιες φορές δέν προλάβαινε ν᾿ ἀνέβη στό βουνό, ἔστελνε στήν θέση του τόν μικρό του γυιό, τόν Τάσο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Κάποια φορά πού εἶχε ρίξει πολύ χιόνι, δέν μπόρεσε νά ἀνέβη στό ἐξωκκλήσι κι ἔτσι τά καντήλια ἔμειναν σβηστά. Πρίν ξαπλώση ζήτησε συγγνώμη ἀπό τόν Ἅγιο κι ἔπεσε γιά ὕπνο. Ὁ ἴδιος διηγήθηκε στά ἐγγόνια πού ζοῦσαν μαζί του, πώς εἶδε τότε σέ ὅραμα τόν ἅγιο Δημήτριο, ὁ ὁποῖος τόν ξύπνησε καί τοῦ εἶπε:Κώστα, σήμερα μέ ξέχασες, δέν ἦρθες νά μέ ἀνάψης.</div><div style="text-align: justify;">Ἅγιέ μου Δημήτρη, δέν σέ ξέχασα ἀλλά τό χιόνι ἦταν πολύ καί ἡ ὁμίχλη δέν μέ ἄφηνε νά δῶ τό μονοπάτι.</div><div style="text-align: justify;"><b>Σήκω, φόρεσε τήν κάπα σου καί θά σέ πάω ἐγώ μέ τό ἄλογό μου νά ἀνάψης τά καντήλια μου.</b></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὅπως κι ἔγινε. Ὅλα αὐτά τά ἔζησε ἐκεῖνο τό βράδυ. Τό πρωΐ πού ξημέρωσε καί ὁ ἴδιος καί ἡ οἰκογένειά του εἶδαν πώς ἡ κρεμασμένη κάπα του ἦταν γεμάτη χιόνι. Πρᾶγμα πού ἐπιβεβαίωνε πώς ὅσα ἔζησε ἦταν ἀληθινά γεγονότα καί ὄχι ἁπλᾶ ἕνα ὄνειρο! ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/23askites-ston-kosmo-101/</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-29827065250796369402024-03-17T19:10:00.002+02:002024-03-17T19:10:40.485+02:00Φθιώτιδος Συμεών: «Η προσευχή είναι η αθόρυβη δύναμη»<span style="font-size: large;">«Πολλές φορές στη ζωή μας νομίζουμε ότι αν εκφράζουμε<br />τα συναισθήματά μας με θόρυβο, με ένταση, με εξωτερικό τρόπο,<br />ότι αυτά είναι πιο δυνατά, ότι γίνονται πιο αντιληπτά και πιο<br />αισθητά.<br />Πολλές φορές θεωρούμε μέσα στην καθημερινότητά μας ότι η<br />εικόνα, η εντύπωση, η αίσθηση, την οποία προκαλούμε ότι μπορεί<br />να επηρεάζει και την ουσία των πραγμάτων. Είναι αλήθεια όμως<br />ότι αν φιλοσοφήσουμε βαθύτερα δε σημαίνει ότι κάθε δυνατή<br />μουσική, που ακούγεται από ένα σπίτι ή από ένα αυτοκίνητο που<br />περνάει μέσα στο δρόμο, ότι οπωσδήποτε ανταποκρίνεται σε μία<br />καρδιά ή σε μία ψυχή που πραγματικά είναι χαρούμενη και που<br />πραγματικά είναι ευτυχισμένη. Δεν σημαίνει ότι καθετί, το οποίο<br />έχει μέσα του θόρυβο και κάνει εντύπωση ότι κουβαλάει μέσα του<br />και μία πραγματική ουσία. Πολλές φορές μπορεί να είναι ένα<br />υποκατάστατο, πολλές φορές μπορεί να είναι μία ψυχολογική<br />ανάγκη, πολλές φορές μπορεί να είναι κάτι το πολύ εξωτερικό,<br />χωρίς ουσία και χωρίς αντίκρισμα.<br />Ένα από τα πιο αθόρυβα, ένα από τα πιο σιωπηλά, ένα από τα<br />πιο διακριτικά γνωρίσματα ενός ανθρώπου που αγαπά αληθινά,<br />είναι η προσευχή. Η προσευχή είναι η πιο δυνατή έκφραση<br />αγάπης, αλλά συγχρόνως και η πιο αθόρυβη. Η αληθινή<br />προσευχή. Η προσευχή η σιωπηλή, η προσευχή μετά δακρύων, η<br />προσευχή για τον άλλον άνθρωπο είναι η πιο δυνατή έκφραση<br />αγάπης. <br />Ένα τέτοιο πρόσωπο ταπεινής προσευχής, αθόρυβης,<br />αδιάλειπτης θταν ο αγιος Ιερέας Νικόλαος<br />Πλανάς, που ξεκινούσε με τα πόδια από το Μοναστηράκι μέχρι τον Άγιο Ιωάννη τον Κυνηγό με τσουβάλι από ονόματα για να προσεύχεται ταπεινά<br />και σιωπηλά μέσα στις Αγρυπνίες, στον Ιερέα που αγρυπνούσε<br />στον Προφήτη Ελισσαίο στο Μοναστηράκι έχοντας ως ιεροψάλτη<br />τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη και<br />άλλους ευσεβείς λόγιους των Αθηνών και εκεί από τη νύχτα μέχρι<br />το χάραμα μνημόνευε αδιάλειπτα, προσευχόταν αθόρυβα και<br />σιωπηλά για την αγάπη των αδελφών του, για τους αδελφούς του<br />τους ταλαιπωρημένους, τους περιφρονημένους, τους ασθενείς,<br />τους αδύναμους, τους φτωχούς, τους πονεμένους, τους<br />θλιμμένους, για τους αδελφούς τους δοκιμασμένους κι αυτή η<br />προσευχή του ήταν η πιο δυνατή έκφραση της αγάπης του.<br />Εχουμε λησμονήσει την προσευχή, έχουμε λησμονήσει το ρίσκο που έχει προσευχή, την<br />ελευθερία που έχει η προσευχή, γιατί στην προσευχή παραιτείσαι<br />από τη ρητορική σου, στην προσευχή παραιτείσαι από την<br />επιχειρηματολογία σου, παραιτείσαι από τη δύναμή σου,<br />παραιτείσαι από την ισχύ σου, στην προσευχή δεν μιλάνε τα<br />μπράτσα, στην προσευχή δεν μιλάν τα ντεσιμπέλ της φωνής, στην<br />προσευχή δεν μιλάει η λάμψη του προσώπου και της ομορφιάς.<br />Στην προσευχή ομιλεί η Χάρις του Θεού. Στην προσευχή καταθέτει<br />κανείς την αδυναμία του, καταθέτει το αδιέξοδο του, καταθέτει την<br />απορία του, τη θλίψη του, καταθέτει την ανικανότητα του ως<br />πατέρας, ως μάνα, ως παιδί ως γιός, ως θυγατέρα, ως αδελφός,<br />ως αδελφή. Αυτό καταθέτουμε στην προσευχή, το πόσο λίγοι<br />είμαστε, αυτό πάμε και λέμε στο Θεό : «Θεέ μου, εσύ αναπλήρωσε<br />την αδυναμία, εσύ θεράπευσε την ασθένεια μου, εσύ κάνε αυτό<br />που δε μπορώ να κάνω εγώ, εσύ μίλησε για μένα, εσύ πράξε για<br />μένα, να γίνει το δικό Σου θέλημα και όχι το δικό μου. Αυτή είναι η<br />ζωή του Αγίου Νικολάου ιερέως του Πλανά. Αυτή είναι η ζωή των<br />ταπεινών, αυτή όμως είναι η ζωή που φέρνει τη χάρη του Θεού και<br />γεμίζει καρπούς αγιοπνευματικούς. Η προσευχή είναι εσωτερική<br />παραίτηση από τον εγωισμό μας και εσωτερική κατάφαση στο<br />θέλημα του Θεού.<br />Η προσευχή δεν είναι ηττοπάθεια, η προσευχή δεν είναι άρνηση.<br />Αν όλοι όμως αποκτήσουμε αυτήν την κουλτούρα, τον πολιτισμό<br />της προσευχής και αρχίσουμε να προσευχόμεθα ο ένας για τον<br />άλλο πόσο περισσότερη αγάπη θα αποκτήσουμε μεταξύ μας,<br />πόσο λιγότερη κατάκριση, πόσο λιγότερη συκοφαντία, πόσο<br />λιγότερη αδικία, πόσο λιγότερη ταραχή για πόσο λιγότερη<br />αναστάτωση. Είναι δυνατόν να προσεύχεσαι για έναν άνθρωπο και<br />μετά να πας στο καφενείο και να τον κατακρίνεις; Δεν είναι <br />δυνατόν! Να γίνει η προσευχή συνήθειά μας κι όχι το<br />κουτσομπολιό. Να γίνει η προσευχή το χόμπι μας και όχι η<br />ενασχόληση με τους άλλους. Να γίνει η προσευχή η ανάσα μας, η<br />αναπνοή μας και η δική μας απάντηση στο σύγχρονο κόσμο του<br />θορύβου, των εντυπώσεων και της εικόνας».<br /><br />https://www.exapsalmos.gr/fthiotidos-symeon-i-prosefchi-einai-i-athoryvi-dynami/</span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-77553635685465405572024-03-17T12:42:00.001+02:002024-03-17T12:42:18.834+02:00Ψάξτε να βρείτε τον άνθρωπο του Θεού<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ως ο κατ’ εξοχήν «άνθρωπος του Θεού», αξιώθηκε να χαρακτηρισθεί μόνον ένας άγιος, ο άγιος Αλέξιος. Κι’ αυτό διότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, αποτέλεσε γνήσιος τύπος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, του αιωνίου προτύπου ανθρώπου.</span></p><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;">Γεννήθηκε στη Ρώμη στα χρόνια των αυτοκρατόρων Αρκαδίου (395-408) και Ονωρίου (395-423). Οι γονείς του ήταν ευλαβείς άνθρωποι και πλούσιοι. Ο πατέρας του ονομαζόταν Ευφημιανός και ήταν συγκλητικός. Αγαπούσε τους φτωχούς και γι’ αυτό παρέθετε καθημερινά τρεις τράπεζες στο σπίτι του για τα ορφανά, τις χήρες και τους φτωχούς ξένους. Η μητέρα του ονομαζόταν Αγλαΐς και ήταν άτεκνη. Παρακαλούσαν και οι δυο τους το Θεό, νυχθημερόν, να τους χαρίσει γιο. Ο Θεός άκουσε την δέησή τους και τους χάρισε ένα χαριτωμένο αγόρι. Το μεγάλωσαν με αγάπη και του ενέπνευσαν πίστη στο Θεό. Του προσέφεραν επίσης σπουδαία μόρφωση, ώστε είχε γίνει μια σπουδαία προσωπικότητα, ένας σοφός άνδρας.</div><div style="text-align: justify;">Όταν ήρθε σε ηλικία γάμου οι γονείς του τον νύμφευσαν με μια ευγενή νέα, η οποία ανήκε σε βασιλική γενιά. Αλλά το ίδιο βράδυ του γάμου, ο Αλέξιος στο συζυγικό δωμάτιο, επέστρεψε το χρυσό δακτυλίδι και την ζώνη, (τα σύμβολα του γάμου), στη σύζυγό του. Ο γάμος είχε γίνει χωρίς τη θέλησή του, ο οποίος ήθελε να ακολουθήσει τον μονήρη βίο. <b>Ήθελε να ανταλλάξει την ματαιότητα της γήινης δόξας με την άφθαρτη δόξα της ουράνιας βασιλείας του Θεού.</b> Πήρε αρκετά χρήματα από τα πλούτη του, μπήκε σε πλοίο και έφυγε κρυφά για την Ανατολή.</div><div style="text-align: justify;">Κατέφθασε στην Λαοδίκεια της Συρίας. Από εκεί έφυγε πεζός για την μακρινή <b>Έδεσσα της Μεσοποταμίας.</b> Μοίρασε τα χρήματα που κουβαλούσε μαζί του στους φτωχούς, καθώς και τα πολύτιμα και ακριβά ενδύματά του. Φόρεσε κουρελιασμένα και χιλιομπαλωμένα ρούχα και κάθισε στον νάρθηκα του ναού της Υπεραγίας Θεοτόκου, παριστάνοντας τον φτωχό, ζώντας ανάμεσα στους φτωχούς. <b>Εκεί ζούσε αδιάλειπτη προσευχή και νηστεία</b>. Κοιμόταν ελάχιστα και νήστευε όλη την εβδομάδα. Κοινωνούσε κάθε Κυριακή των Αχράντων Μυστηρίων και κατόπιν έτρωγε λίγο ψωμί και έπινε λίγο νερό.</div><div style="text-align: justify;">Οι γονείς του τον αναζητούσαν παντού να τον βρουν. Έστειλαν υπηρέτες σε όλα τα μέρη να τον αναζητήσουν. Κάποιοι από αυτούς έφτασαν και ως την Έδεσσα, πέρασαν έξω από το ναό, αλλά δεν τον αναγνώρισαν, διότι η αυστηρή άσκηση είχε παραλλάξει το πρόσωπό του και γύρισαν άπρακτοι στη Ρώμη. Βρήκαν τη μητέρα του και τη σύζυγό του να κάθονται στην πόρτα, να φορούν φτωχά ενδύματα και να θρηνούν το χαμό του και να περιμένουν την επιστροφή του.</div><div style="text-align: justify;">Ο Αλέξιος έμεινε έξω από το ναό στην Έδεσσα δεκαεπτά χρόνια, προσευχόμενος, νηστεύοντας και δοξολογώντας το Θεό. Κάποια νύχτα παρουσιάστηκε η Θεοτόκος στο όνειρο του προσμονάριου (νεωκόρο) του ναού, ζητώντας του να φέρει μέσα στο ναό τον «Άνθρωπο του Θεού», όπως είπε. Ο Προσμονάριος βγήκε έξω και βρήκε μόνο τον Αλέξιο. Προσευχήθηκε στην Παναγία να του υποδείξει τον «Άνθρωπο του Θεού». Και όντως του υποδείχτηκε ότι αυτός ήταν. Τον πήρε και τον εισήγαγε στο ναό, με τιμή και μεγαλοπρέπεια. Ο λαός τον επευφημούσε.</div><div style="text-align: justify;">Όμως ο Αλέξιος δεν ήθελε τιμές και όταν κατάλαβε ότι αναγνωρίστηκε, αποφάσισε νε φύγει μακριά. Να πάει στην Ταρσό, την πατρίδα του Αποστόλου Παύλου, να εγκατασταθεί στον ομώνυμο ναό του, ως άγνωστος ζητιάνος. Αλλά ο Θεός άλλα σχεδίαζε γι’ αυτόν. Το πλοίο που τον μετέφερε έπεσε σε μεγάλη καταιγίδα και ο βίαιος άνεμος έστρεψε την πορεία του δυτικά, οδηγώντας το στην Ιταλία. Αυτό το γεγονός το θεώρησε ο Αλέξιος ως θείο θέλημα, ότι έπρεπε να επιστρέψει στο πατρικό του σπίτι, στη Ρώμη. Έτσι όταν κατέβηκε από το καράβι πήγε στο σπίτι του.</div><div style="text-align: justify;">Βρήκε τον πατέρα του, ο οποίος δεν τον αναγνώρισε. Τον πέρασε για ζητιάνο, το ίδιο και μητέρα του και η σύζυγός του. Ο Αλέξιος του ζήτησε να τον ελεήσει, να του δίνει μερικά από τα περισσεύματα της τράπεζάς του να τρώει. Ο ελεήμων πατέρας του, ο οποίος τάιζε φτωχούς, δέχτηκε με ευχαρίστηση και μάλιστα ένοιωσε μια ιδιαίτερη συμπάθεια γι’ αυτόν και του χορήγησε και έναν υπηρέτη να τον εξυπηρετεί.</div><div style="text-align: justify;">Κάποιοι από τους υπηρέτες του σπιτιού τον κορόιδευαν και τον περιέπαιζαν. Όμως εκείνος δεν νοιάζονταν για τις κοροϊδίες. Έπαιρνε τα φαγητά και απομακρύνονταν, τα οποία μοίραζε σε άλλους φτωχούς και αυτός έμεινε νηστικός. Συνέχιζε να νηστεύει όλη την εβδομάδα, να κοινωνεί την Κυριακή και τότε να τρώει λίγο ψωμί και να πίνει λίγο νερό.</div><div style="text-align: justify;">Έμεινε άγνωστος στο πατρικό του σπίτι για δεκαεπτά ακόμα χρόνους. Λίγο πριν φύγει από αυτό τον κόσμο, έγραψε σε ένα χαρτί το βίο του. Κάποια Κυριακή, την ώρα που λειτουργούσε ο Αρχιεπίσκοπος Ιννοκέντιος, ακούστηκε φωνή από το Άγιο Θυσιαστήριο, που έλεγε: «Αναζητήστε τον Άνθρωπο του Θεού»! Αρχιεπίσκοπος, αυτοκράτορας και λαός δέονταν στο Θεό να τους τον αποκαλύψει.</div><div style="text-align: justify;">Εν τω μεταξύ ο Αλέξιος είχε παραδώσει την αγιασμένη του ψυχή στο Θεό. Μια φωνή τους κατεύθυνε όλους μαζί στο σπίτι του Ευφημιανού. Την ώρα που ετοίμαζαν τον άγνωστο ως τότε νεκρό, είδαν στα χέρια του το χαρτί με το βίο του, το διάβασαν και βεβαιώθηκαν για την ταυτότητά του. Οι γονείς και η σύζυγός του ξέσπασαν τότε σε θρήνο μέγα. <b>Μετέφεραν το λείψανο του αγίου στο ναό του Αγίου Βονιφατίου, το οποίο άρχισε να κάνει άπειρα θαύματα.</b> Τυφλοί έβλεπαν το φώς τους, κουφοί άκουγαν, παράλυτοι σηκώνονταν και περπατούσαν, στείρες γυναίκες έμειναν έγκυες. Το άγιο σκήνωμα το έθεσαν σε αργυρή λάρνακα, από την οποία έρεε συνεχώς μύρο και επιτελούσε άπειρα θαύματα. Η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και του προσέδωσε την προσωνυμία «Άνθρωπος του Θεού», από τη θαυματουργική φωνή του Ιερού Θυσιαστηρίου.</div><div style="text-align: justify;">Η μνήμη του τιμάται στις 17 Μαρτίου.</div><div style="text-align: justify;"><a href="https://www.facebook.com/photo/?fbid=7099644456828440&set=a.1443998655726410&__cft__[0]=AZVK9ZTF1fTC1TFn9SELl_5N_0ipRCFk4sH3sFUkC5loR-jFtYLFBKoPoZCYDOkqQle1paItCocTn6WNA06QGMy_0V4Ukt_bV0g43zlaqC99mSf0HEd_8YzPRZLK1wZUrIWtZM0KKjCkV2cUwBJ4zVuhnqEv0EdZXefrI61LsD9_OARODWkPFuLzb8xGUAX_IVc&__tn__=EH-R"><img height="294" src="https://scontent.fskg5-2.fna.fbcdn.net/v/t39.30808-6/418986203_7099644436828442_1557990172828220472_n.jpg?stp=dst-jpg_s1080x2048&_nc_cat=109&ccb=1-7&_nc_sid=5f2048&_nc_ohc=6HX0Dy2LvjQAX_r7wUO&_nc_oc=AQmHs_u8lPAUmONm8KD5rjlwBcsJQOOFc9d_O5rd1ey9Sx24qGboSXQNHuPA9dk2trQhA8a5CdVBKadzqQV2xGl7&_nc_ht=scontent.fskg5-2.fna&oh=00_AfCaiQk7IDWqwLzh2HdDh6URxQaUQIHmohdANpqb1G3GPg&oe=65FBD80F" width="400" /></a></div></span><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z" style="animation-name: none !important; box-sizing: border-box; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x78zum5 xdt5ytf x1n2onr6 x1ja2u2z" style="animation-name: none !important; display: flex; flex-direction: column; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x78zum5 xdt5ytf x1n2onr6 xat3117 xxzkxad" style="animation-name: none !important; display: flex; flex-direction: column; min-height: calc(100vh - var(--header-height)); position: relative; top: var(--header-height); transition-property: none !important;"><div class="x78zum5 xdt5ytf x1t2pt76 x1n2onr6 x1ja2u2z x10cihs4" style="animation-name: none !important; display: flex; flex-direction: column; margin-bottom: calc(-100vh + var(--header-height)); min-height: inherit; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z x78zum5 x2lah0s xl56j7k x1qjc9v5 xozqiw3 x1q0g3np x1t2pt76 x17upfok" style="align-items: stretch; animation-name: none !important; box-sizing: border-box; display: flex; flex-flow: row nowrap; flex-shrink: 0; justify-content: center; min-height: inherit; min-width: 320px; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z x78zum5 x1r8uery x1iyjqo2 xs83m0k xeuugli x1qughib x1cy8zhl xozqiw3 x1q0g3np xylbxtu x1t2pt76 xornbnt" style="align-items: flex-start; animation-name: none !important; box-sizing: border-box; display: flex; flex-flow: row nowrap; flex: 1 1 0px; justify-content: space-between; max-width: none; min-height: inherit; min-width: 0px; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z x78zum5 x1iyjqo2 xs83m0k xeuugli xl56j7k x1qjc9v5 xozqiw3 x1q0g3np x1iplk16 x1xfsgkm xqmdsaz x1mtsufr x1w9j1nh" role="main" style="align-items: stretch; animation-name: none !important; box-sizing: border-box; display: flex; flex-flow: row nowrap; flex: 1 1 744px; justify-content: center; min-width: 0px; padding-left: 32px; padding-right: 32px; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z x78zum5 xdt5ytf x2lah0s x193iq5w xeuugli" style="animation-name: none !important; box-sizing: border-box; display: flex; flex-direction: column; flex-shrink: 0; max-width: 100%; min-width: 0px; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z" style="animation-name: none !important; box-sizing: border-box; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="xw7yly9 xh8yej3" style="animation-name: none !important; margin-top: 16px; transition-property: none !important; width: 590px;"><div class="x78zum5 x1q0g3np xl56j7k" style="animation-name: none !important; display: flex; flex-direction: row; justify-content: center; transition-property: none !important;"><div class="x193iq5w xvue9z xq1tmr x1ceravr" style="animation-name: none !important; max-width: 100%; transition-property: none !important; width: 500px;"><div class="x1hc1fzr x1unhpq9 x6o7n8i" style="animation-name: none !important; opacity: 1; transition-duration: var(--fds-slow); transition-property: none !important;"><div role="feed" style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div class="" data-pagelet="FeedUnit_{n}" style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div class="x1n2onr6 xh8yej3 x1ja2u2z x1e56ztr" style="animation-name: none !important; margin-bottom: 8px; position: relative; transition-property: none !important; width: 500px; z-index: 0;"><div class="x1n2onr6 x1ja2u2z" style="animation-name: none !important; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="" style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div class="" style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div aria-describedby=":r398: :r399: :r39a: :r39c: :r39b:" aria-labelledby=":r397:" aria-posinset="16" class="x1a2a7pz" role="article" style="animation-name: none !important; outline: none; transition-property: none !important;"><div class="x78zum5 xdt5ytf" style="animation-name: none !important; display: flex; flex-direction: column; transition-property: none !important;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z" style="animation-name: none !important; box-sizing: border-box; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"><div class="x78zum5 x1n2onr6 xh8yej3" style="animation-name: none !important; display: flex; position: relative; transition-property: none !important; width: 500px;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z x1jx94hy x1qpq9i9 xdney7k xu5ydu1 xt3gfkd xh8yej3 x6ikm8r x10wlt62 x2pq9lr" style="animation-name: none !important; border-radius: max(0px, min(var(--card-corner-radius), calc((100vw - 4px - 100%) * 9999))) / var(--card-corner-radius); box-shadow: var(--shadow-base); box-sizing: border-box; overflow: hidden; position: relative; transition-property: none !important; width: 500px; z-index: 0;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div class="x168nmei x13lgxp2 x30kzoy x9jhf4c x6ikm8r x10wlt62" data-visualcompletion="ignore-dynamic" style="animation-name: none !important; border-radius: 0px 0px 8px 8px; overflow: hidden; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div style="animation-name: none !important; transition-property: none !important;"><div class="x1n2onr6" style="animation-name: none !important; position: relative; transition-property: none !important;"><div class="x6s0dn4 xi81zsa x78zum5 x6prxxf x13a6bvl xvq8zen xdj266r xktsk01 xat24cr x1d52u69 x889kno x4uap5 x1a8lsjc xkhd6sd xdppsyt" style="align-items: center; animation-name: none !important; border-bottom: 1px solid var(--divider); color: var(--secondary-text); display: flex; font-family: inherit; font-size: 0.9375rem; justify-content: flex-end; line-height: 1.3333; margin: 0px 16px; padding: 10px 0px; text-align: justify; transition-property: none !important;"><div class="x9f619 x1n2onr6 x1ja2u2z x78zum5 x2lah0s x1qughib x1qjc9v5 xozqiw3 x1q0g3np xykv574 xbmpl8g x4cne27 xifccgj" style="align-items: stretch; animation-name: none !important; background-color: white; box-sizing: border-box; color: #65676b; display: flex; flex-flow: row nowrap; flex-shrink: 0; font-family: "Segoe UI Historic", "Segoe UI", Helvetica, Arial, sans-serif; justify-content: space-between; margin: -6px; position: relative; transition-property: none !important; z-index: 0;"></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div></div>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-74160773957176878282024-03-16T23:30:00.001+02:002024-03-16T23:30:00.324+02:00Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου Αρχιμ. Επιφάνιος Ι. Θεοδωρόπουλος<div style="text-align: justify;"><span style="font-size: xx-large;">Ἡ Κυριακὴ αὐτὴ λέγεται τῆς «Τυροφάγου» ἐπειδὴ κατ᾿ αὐτὴν, ὅπως καὶ καθ᾿ ὅλην τὴν προηγηθεῖσαν ἑβδομάδα, δὲν καταλύομεν κρέας, ἀλλὰ μόνον γαλακτώδη, δηλαδὴ γάλα, τυρὸν κ.λπ., καθὼς καὶ αὐγὰ και ὀψάρια.</span></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Πολλοὶ εὑρίσκουν «ἀνοητον» τὴν διάταξιν ἀυτὴν τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ λέγουν: «Μὰ πῶς ἐπιτρέπεται τὸ γάλα καὶ ὄχι τὸ κρέας τοῦ προβάτου, ἀφοῦ τὸ γάλα εἶνε προϊὸν τοῦ προβάτου;Πῶς ἐπιτρέπονται τὰ αὐγὰ καὶ ὄχι τὰ κοττόπουλα, ἀφοῦ τὰ πρῶτα εἶνε προϊόντα τῶν δευτέρων;» Βεβαίως θὰ εἶχον δίκαιον αὐτοί, ἂν ἡμεῖς ἰσχυριζόμεθα ὅτι τὸ κρέας τῶν προβάτων ἢ τῶν ὀρνίθων εἶνε μολυσμένον καὶ δι᾿ αὐτὸ δὲν τὸ τρώγομεν. Τότε δὲν ἔπρεπε νὰ τρώγωμεν οὔτε τὰ προϊόντα των, διότι καὶ αὐτὰ θὰ ἦσαν ἐξ ἴσου μολυσμένα. Ἀλλὰ διὰ τὴν Ἐκκλησίαν μας καμμία τροφὴ δὲν εἶνε μολυσμένη. Αὐτὸ διδάσκει σαφῶς ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἰς τὴν Α΄ πρὸς Τιμόθεον Ἐπιστολήν του (δ΄, 3-5). Ἁπλῶς ἡ Ἐκκλησία μας διαιρεῖ τὰς τροφὰς εἰς περισσότερον καὶ εἰς ὀλιγώτερον συντελούσας εἰς ἐγκράτειαν και, κατὰ καιρούς, ἐπιτρέπει τὰς μὲν καὶ ἀπαγορεύει τὰς δε. Εὔστοχον ἀπάντησιν εἰς αὐτοὺς ποὺ λέγουν τὰ ἀνωτέρω ἔχει δώσει ὁ Ἀθανάσιος ὁ Πάριος, σοφὸς καὶ σπουδαῖος διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας: «Κατηγορεῖς τὸν φίλον σου -γράφει εἰς ἕνα ἰατρὸν-, ἐπειδὴ τὴν ἑβδομάδα τῆς Τυρινῆς τρώγει αὐγά, δὲν τρώγει ὅμως τὴν κότταν ποὺ γεννᾷ τὰ αὐγά… Ἀλλὰ ποία σύγκρισις ἠμπορεῖ νὰ γίνῃ μεταξὺ τοῦ αὐγοῦ, ποὺ δὲν εἶνε ζῷον, καὶ τῆς κόττας, ποὺ εἶνε ζῷον; Τὸ αὐγὸ εἶνε πολὺ κατώτερον ἀπὸ τὴν ὄρνιθα. Καὶ ὡς ἀπόδειξιν ἐπικαλούμαι τὴν ἰδικήν σας γνώμην, δηλαδὴ τὴν γνώμην τῶν ἰατρῶν. Εἰς ὅσους εἶνε ἄρρωστοι καὶ ἀρχίζουν νὰ εἰσέρχωνται εἰς τὸ στάδιον τῆς ἀναρρώσεως ὁρίζετε ὡς τροφὴν τὰ μικρὰ καὶ τρυφερὰ κοττόπουλα καὶ ὄχι μίαν μεστωμένην ὄρνιθα. Διὰ ποῖον λόγον τὸ κάμνετε αὐτό; Διότι, λεγετε, τὸ παχὺ καὶ λιπαρὸν φαγητὸν θὰ βλάψῃ αὐτὸν ποὺ τώρα ἀρχίζει νὰ συνέρχεται ἀπὸ τὴν ἀσθένειάν του, ἐπειδὴ ὁ στόμαχός του δὲν ἔχει ἀκόμη τὴν δύναμιν νὰ δεχθῇ καὶ νὰ χωνεύσῃ βαρείας τροφάς. Ἀφοῦ λοιπὸν ὑπάρχῃ διαφορὰ μεταξὺ μικροῦ κοττόπουλου καὶ μεγάλης κόττας καὶ τὸ κοττόπουλον εἶνε, ὡς τροφή, πολὺ κατώτερον εἰς δύναμιν ἀπὸ τὴν κότταν καὶ οὐδεὶς ἰατρὸς εἶπε ποτὲ ὅτι αὐγὸ – κοττόπουλον- κόττα εἶνε ὁμοία τροφὴ καὶ ἐξ ἴσου κατάλληλος διὰ τοῦς ἀσθενεῖς, δὲν εἶνε φανερὸν ὅτι ἀνοήτως μᾶς κατηγοροῦν διατὶ τρώγομεν αἀγὰ καὶ ὄχι ὄρνιθας;… Μᾶς κατηγοροῦν ἀκόμη διατὶ τρώγομεν ἐλαίας, ὄχι ὅμως και ἔλαιον, ἐνῷ μέσα εἰς τὰς ἐλαίας ὑπάρχει ἔλαιον. Ἀλλὰ καὶ μέσα εἰς τὰ σταφύλια ὑπάρχει οἶνος. Ὅσα ὅμως σταφύλια καὶ ἂν φάγωμεν δὲν πρόκειται νὰ μεθύσωμεν· τὸ πολὺ-πολὺ νὰ βαρυστομαχιάσωμεν…» Ἐκτὸς τούτου, εἶνε γνωστὸν ὅτι μὲ τὸ ἐλαιον ἠμποροῦμεν νὰ μαγειρεύσωμεν ἀναρίθμητα καὶ νοστιμώτατα φαγητά, ἐνῷ αἱ ἐλαῖαι ἀποτελοῦν ξηροφαγίαν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">(Ξηροφαγία εἶνε τὸ νὰ μὴ τρώγωμεν μαγειρευμένον φαγητόν, ἀλλὰ κάτι πρόχειρον, π.χ. ἄρτον μὲ ἐλαίας ἢ ξηροὺς καρποὺς κ.τ.τ.).</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Κατὰ τὴν Κυριακὴν τῆς Τυρινῆς ἡ Ἐκκλησία φέρει ἐνώπιόν μας τὴν ἐκ τοῦ Παραδείσου ἐξορίαν, λόγῷ τῆς παρακοῆς του, τοῦ πρωτοπλάστου Ἀδάμ. Διὰ ποῖον λόγον πράττει τοῦτο; Ἰδοὺ τί ἀναφέρει τὸ «Ὡρολόγιον»:</div><div style="text-align: justify;">«Τὴν ἀνάμνησιν τῆς τοῦ Ἀδὰμ ἐξορίας ἀπὸ τοῦ Παραδείσου τῆς τρυφῆς ἔταξαν ἐνταῦθα, τῇ παραμονῇ τῆς ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, οἱ θειότατοι Πατέρες, δεικνύοντες οὐχὶ διὰ λόγων ἁπλῶν ἀλλ᾿ ἐξ αὐτῶν τῶν πραγμάτων, πόσον ὠφέλιμον ἐστιν εἰς τὸν ἄνθρωπον τὸ τῆς νηστείας καλόν· καὶ ἐκ τοῦ ἐναντίου πόσον ἐπιβλαβὲς καὶ ὀλέθριον ἡ ἀκρασία καὶ τῶν θείων ἐντολῶν ἡ παράβασις· καὶ ὅτι <b>πρώτη ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους ἐστίν ἡ τῆς νηστείας ἐντολή,</b> ἣν λαβόντες οἱ πρωτόπλαστοι καὶ μὴ φυλάξαντες αὐτήν, οὐ μόνον θεοὶ οὐκ ἐγένοντο, ὡς ἐφαντάσθησαν, ἀλλ᾿ ἀπώλεσαν καὶ ἣν εἶχον μακαρίαν ζωὴν καὶ πεσόντες εἰς φθορὰν καὶ θάνατον, μετέδωκαν αὐτὰ ταῦτα καὶ μυρία ἄλλα κακά, ὅσα ἐκεῖθεν ἐπήγασαν, εἰς ὅλον τὸ ἀνθρώπινον γένος. Ταῦτα πάντα τιθέασιν ὑπ᾿ ὄψιν ἡμῶν σήμερον οἱ θεοφόροι Πατέρες, ἵνα ἐνθυμούμενοι τὸ πόθεν ἐξεπέσαμεν καὶ τί ἐπάθομεν διὰ τὴν τῶν πρωτοπλάστων ἀκρασίαν καὶ παρακοήν, <b>σπουδάσωμεν ἐπανελθεῖν πάλιν εἰς τὴν ἀρχαίαν ἐκείνην μακαριότητα καὶ δόξαν διὰ νηστείας καὶ τῆς ὑπακοῆς εἰς πάντα τὰ θεῖα προστάγματα</b>».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Κυριακὴ τῆς Τυροφάγου</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ τῆς ἡμέρας αὐτῆς μᾶς διδάσκει βασικῶς τρία πράγματα: α΄) Ὅτι ἂν δὲν συγχωρήσωμεν ἡμεῖς τοὺς ἄλλους, ὁσοι ἔπταισαν εἰς ἡμᾶς, δὲν θὰ συγχωρήσῃ καὶ ἡμὰς ὁ Θεός. Ἡ ἰδική μας πρὸς τοὺς ἄλλους συγχώρησις εἶνε ὅρος καὶ προϋπόθεσις διὰ τὴν πρὸς ἡμᾶς συγχώρησιν τοῦ Θεοῦ. β΄) Ὅτι πρέπει βεβαίως νὰ νηστεύωμεν, ἀλλ᾿ ἡ νηστεία μας δὲν πρέπει νὰ γίνεται ἀφορμὴ ἐπιδείξεως καὶ ὑπερηφανείας. Καὶ γ΄) Ὅτι δὲν πρέπει νὰ θησαυρίσωμεν ὑλικοὺς θυσαυροὺς ἐπὶ τῆς γῆς, <b>ἀλλὰ πνευματικοὺς θησαυρούς, δηλαδὴ ἀρετὰς </b>-καὶ μάλιστα ἐλεημοσύνας-, εἰς τὸν Οὐρανόν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Σκανδαλισμὸς ἀπὸ τὴν νηστείαν!…</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἐδὼ θὰ ἦτο καλὸν νὰ εἴπωμεν ὅτι μερικοὶ ἔχουν παρεξηγήσει τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου περὶ άποφυγῆς ἐπιδείξεως τῆς νηστείας καὶ ὅταν εὑρεθοῦν μαζἰ μὲ ἄλλους, οἱ ὁποῖοι δὲν τηροῦν τὰς νηστείας, καταλύουν καὶ αὐτοί, ἐνῶ εἰς τὴν οἰκίαν των νηστεύουν. «Ἔφαγα κρέας», λέγουν, «παρ᾿ ὅτι ἦτο Παρασκευή, διὰ νὰ μὴ τοὺς σκανδαλίσω»!!! Πρέπει βεβαίως νὰ προσέχωμεν πολὺ νὰ μὴ σκανδαλίσωμεν τοὺς συνανθρώπους μας, ἀλλ᾿ ὁ σκανδαλισμὸς ἀυτός, τὸν ὁποῖον πρέπει νὰ ἀποφεύγωμεν, εἶνε ὁ σκανδαλισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν παράβασιν τῶν Νόμων τοῦ Θεοῦ ἢ τῶν ἐντολῶν τῆς Ἐκκλησίας. <b>Σκανδαλισμὸς ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν τήρησιν τῶν Νόμων τοῦ Θεοῦ ἢ τῶν ἐντολῶν τῆς Ἐκκλησίας (ἂν πράγματι ὑπάρχῃ καὶ τοιοῦτος «σκανδαλισμός»), πρέπει νὰ μᾶς ἀφήνῃ τελείως ἀδιάφορους!</b> Ἂν ὑπάρχουν (καὶ βεβαίως ὑπάρχουν) ἄνθρωποι ποὺ σκανδαλίζονται διότι βλασφημοῦμεν, ἢ αἰσχρολογοῦμεν, ἢ ψευδόμεθα, ἢ καταλύομεν τὰς νηστείας κ.λπ. κ.λπ., τότε ἡ ἐνοχή μας εἶνε διπλῆ: Εἴμεθα ἔνοχοι καὶ διὰ τὴν ἁμαρτίαν ποὺ διαπράττομεν καὶ διὰ τὸν ἐξ αὐτῆς σκανδαλισμὸν τῶν ἀδελφῶν μας. Ἀλλ᾿ ἂν ὑπάρχουν (ἂν ὑπάρχουν…) ἄνθρωποι πού… σκανδαλίζονται (!), διότι ἡμεῖς προσευχόμεθα, ἐξομολογούμεθα, μεταλαμβάνομεν τῶν θείων Μυστηρίων, τηροῦμεν τὰς νηστείας κ.λπ., ἃς σκανδαλίζωνται καὶ ἃς λέγουν ὅ,τι θέλουν! <b>Πρέπει νὰ ἐννοήσωμεν καλῶς ὅτι ἀλλο πρᾶγμα εἶνε ἡ ἐπίδειξις καὶ ἄλλο πρᾶγμα εἶνε ἡ ὁμολογία.</b> Ὁ Χριστιανὸς ποὺ θὰ εὑρεθῇ μαζἰ μὲ ἀλλους ἐνώπιον τραπέζης εἰς τὴν ὁποίαν ὑπάρχουν φαγητὰ πασχαλινά, ἐνῷ εἶνε ἡμέρα νηστείας, ὀφείλει ἤρεμα καὶ ταπεινά, χωρὶς φαρισαϊκοὺς κομπασμοὺς καὶ καυχησιολογίας, νὰ ἀρνηθῇ νᾶ φάγῃ ἀπὸ τὰ φαγητὰ αὐτά. Τοῦτο δὲν εἶνε ἐπίδειξις, εἶναι στοιχειώδης συνέπεια πρὸς τὰς ἀρχάς του, εἶνε ὁμολογία τῆς ἰδιότητος του ὡς πειθαρχικού τέκνου τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Μὲ τὴν στάσιν του δὲ αὐτὴν θὰ διδάξῃ καὶ τοὺς ἄλλους ὅτι δὲν πράττουν καλῶς παραβαίνοντες τοὺς θεσμοὺς τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνῷ ἐὰν φάγῃ καὶ αὐτός, θὰ διδάξῃ ἐμπράκτως καὶ τοὺς ἄλλους ὅτι ἠμποροῦν νὰ ἀδιαφοροῦν διὰ τὰς ἐντολὰς τῆς Ἐκκλησίας. «Ἀφοῦ αὐτὸς -θὰ σκεφτοῦν οἱ ἄλλοι-, ποὺ ἐκκλησιάζεται τακτικῶς καὶ ἐξομολογεῖται καὶ κοινωνεῖ, τρώγῃ, αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ νηστεία δὲν εἶνε τίποτε. Καλῶς λοιπὸν πράττομεν καὶ ἡμεῖς ποὺ δὲν νηστεύομεν»…</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Αρχιμ. Επιφάνιος Ι. Θεοδωρόπουλος, Περίοδος Τριωδίου, Πόρος Τροιζηνίας: Ιερόν Ησυχαστήριον Κεχαριτωμένης Θεοτόκου Τροιζήνος, 2011</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://kirigmata.blogspot.com/2022/03/blog-post_81.html#more</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-50818271890014090742024-03-16T22:34:00.005+02:002024-03-16T22:34:52.403+02:00 Σχετικῶς μὲ τὴν Δευτέραν Κοίμησιν τοῦ Ἁγίου Λαζάρου:<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"> Ὁ Ἅγιος Λάζαρος ὁ Τετραήμερος, μετὰ τὴν Πεντηκοστήν, κατέφυγεν εἰς τὸ Κίτιον (σημερινὴν Λάρνακα) τῆς Κύπρου, κατασταθεὶς Ἐπίσκοπος ὑπὸ τοῦ Ἀπ.Παύλου, καὶ ἐπισκοπεύσας 30 ἔτη, ἐτελεύτησε δὲ εἰρηνικως τῷ 63 μΧ.
Ἐτάφη εὐλαβῶς ὑπὸ τῶν πιστῶν εἰς λιθίνην σαρκοφάγον (λάρνακα), ἐκ τοῦ ὁποίου γεγονότος μετεβλήθη καὶ τὸ
ὄνομα τῆς πόλεως ἀπὸ Κίτιον εἰς Λάρνακα.
Παρενέπεσαν τὰ ἑπόμενα ἔτη οἱ διωγμοί, καὶ τελικῶς ἀνηγέρθη ἐπὶ τοῦ τάφου του ἁπλοῦς Ναὸς πρὸς τιμήν του.
Προφανῶς ἡ Ἁγ.Ἑλένη, μετὰ τὴν εὕρεσιν τοῦ Τιμίου Σταυροῦ κατὰ τὸ 326 μΧ διελθοῦσα ἐκ Κύπρου, ἀνεκόμισε τὰ
ἱ.λείψανα τοῦ Ἁγίου (17 Ὀκτωβρίου 327 μΧ) καὶ ἀνήγειρε νέον εὐπρεπέστερον Ναόν. [Ἀνήγειρε δὲ ἡ Ἁγία κατὰ διέλευσίν της ἐκεῖθεν καὶ τὴν Μονὴν Σταυροβουνίου, ὅπου κατέλιπε εὐμέγεθες τμῆμα τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, καθὼς καὶ
τὸν σταυρὸν τοῦ Θεοκρεμάστου, δηλ. τοῦ εὐγνώμονος Ληστοῦ].
Τὸ 787 μΧ ὁ Αὐτοκράτωρ Κωνσταντίνος ΣΤ´ μετέθεσε τὸ μεγαλύτερον μέρος τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Λαζάρου (4
Μαϊου) εἰς Κων/πολιν καὶ ἀνήγειρεν ἐκεῖ Ναὸν καὶ Μονὴν ὄπισθεν τῆς Ἁγια-Σοφιᾶς, ὅπου ἔκειτο καὶ μικρὰ πύλη
πρὸς τὴν θάλασσαν τῆς Προποντίδος μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Τετραημέρου (Πυλὶς Ἁγ.Λαζάρου).
Εἰς ἀποζημίωσιν δὲ τῶν Κιτιαίων ἀνήγειρεν ἐπὶ τοῦ παλαιοῦ Ναοῦ νέον μεγαλοπρεπέστερον Ναόν, εἰς Λάρνακα,
καταλείψας εἰς αὐτὸν μικρὸν μέρος τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου.
Τὸ 1204 μΧ οἱ ἐπελάσαντες Σταυροφόροι ἀφήρεσαν ἀπὸ τὸν Ναὸν τῆς Κων/πόλεως τὰ ἱ.λείψανα, τὰ ὁποῖα μετέφεραν εἰς τὴν Ἑσπερίαν, καὶ ἐκεῖθεν αὐτὰ ἐχάθησαν.
Ἐσώθησαν ὅμως κατὰ θείαν οἰκονομίαν τὰ ἐν Κύπρῳ καταλειφθέντα, τὰ ὁποῖα ἀνευρέθησαν ἐσχάτως, κάτωθεν
τῆς Ἁγ.Τραπέζης τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου την 2αν Νοεμβρίου τοῦ 1972.
Σημειωθήτω ὅτι ἑορτάζεται ὁ Ἅγιος καὶ κατὰ τὸ Σάββατον πρὸ τῶν Βαΐων. Εἰδικῶς ἡ ἐκ νεκρῶν ἐξέγερσις αὐτοῦ
ὑπὸ τοῦ Κυρίου. Κατ᾿ ἀκρίβειαν, τὸ Σάββατον ἐκεῖνο ἑορτάζομεν τὴν φιλοξενίαν τοῦ Κυρίου, ἀναβαίνοντος εἰς Ἱεροσόλυμα διὰ τὸ Πάσχα, εἰς τὴν Βηθανίαν, ὅπου ἡ Μαρία ἐξ εὐγνωμοσύνης ἤλειψε τοὺς ἀχράντους πόδας τοῦ Διδασκάλου μὲ πολύτιμον μῦρον. Ὁ δὲ Λάζαρος «εἷς ἦν τῶν ἀνακειμένων σὺν αὐτῷ» (Ἰω.ιβ´ 2). Ἡ ἀνάστασις αὐτοῦ εἶχε
τελεσθῆ τρίμηνον περίπου ἐνωρίτερον. Τὰ δύο γεγονότα συνεπτύχθησαν λειτουργικῶς εἰς μίαν ἑορτήν.</span></p>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-57967776083725866992024-03-15T10:54:00.006+02:002024-03-15T10:54:36.559+02:00Ο ΑΓΓΕΛΟΣ ΑΝΤΙ ΝΑ ΣΚΟΥΠΙΣΕΙ ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΣΚΟΥΠΙΣΕ ΤΟΥ ΓΑΪΔΑΡΟΥ!<div style="text-align: justify;"><span style="font-size: xx-large;">Αλλος υποτακτικός, από πλούσια οικογένεια καταγόμενος, νέος στην ηλικία, ανέβαζε από τη θάλασσα το φορτίο του στην πλάτη και από τον πολύ κόπο, σαν να δυσανασχέτησε και παρακάλεσε το Γέροντά του, να του επιτρέψει να χρησιμοποιεί υποζύγιο για να ανεβοκατεβαίνει αυτός από τη θάλασσα και να μεταφέρει τα απαραίτητα τρόφιμα στην Καλύβα και στον Γέροντα του.</span></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ο Γέροντας του, γνωρίζοντας την αδυναμία του υποτακτικού του, επέτρεψε να πάρει ένα γάιδαρο για το σκοπό αυτόν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Μια μέρα πού ανέβαζε με το γαϊδουράκι το φορτίο του, σε μια στροφή που είναι το δυσκολότερο σημείο του δρόμου, εκεί ακριβώς βλέπει ένα λαμπροφορεμένο νέο να βαστάει στα χέρια ένα σφουγγάρι με το οποίο σκούπιζε τον ίδρωτα από το μέτωπο των διερχομένων Πατέρων, και τους θύμιαζε.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τότε πλησίασε κι αυτός πρότεινε το μέτωπο του και περίμενε να τον σκουπίσει, άλλα ο νέος αντί να σκουπίσει αυτόν, σκούπισε του γαϊδάρου το μέτωπο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Κι όταν ο Μοναχός παραπονέθηκε, ο φαινόμενος νέος του είπε:</div><div style="text-align: justify;">«Εγώ αδελφέ, σκουπίζω, αρωματίζω και πληρώνω μόνον αυτούς που κοπιάζουν και ιδρώνουν, κι όχι εκείνους που ζητούν εδώ ανέσεις».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Κι όταν είπε αυτά έγινε άφαντος.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Από το μάθημα αυτό, ο νέος Μοναχός, δε μεταχειρίστηκε άλλη φορά το υποζύγιο, αλλά μετά χαράς μεγάλης μετέφερε κι αυτός το φορτίο του στην πλάτη όπως και οι άλλοι Πατέρες.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Πηγή: pemptousia.gr (Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-28746090666315313412024-03-15T10:41:00.001+02:002024-03-15T10:41:46.824+02:00Ἀντιμισθία ἐλέους πρός τούς κεκοιμημένους <img height="281" src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2020/10/hristianismos.png" width="640" /><br /><span style="font-size: x-large;"><br /></span><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Μία νοσοκόμα σέ μεγάλο Νοσοκομεῖο τῶν Ἀθηνῶν, ἡ Ἀ., διηγήθηκε στόν π. Συμεών τόν Ἁγιορείτη πού ἐγκαταβιώνει στήν Καλλιάγρα: «Εἶχα σκλήρυνση κατά πλάκας καί ἤμουν στά πρόθυρα τῆς παραλύσεως. Οἱ γιατροί μοῦ ἔδωσαν ἕνα μῆνα ἄδεια. Ἐνῶ ἤμουν ξαπλωμένη στό κρεββάτι ἀλλά ξύπνια, βλέπω τήν Παναγία νά μοῦ λέγη: «Ἀ., σήκω ἐπάνω, εἶσαι καλά πλέον.</span></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Σηκώθηκα καί τήν ἄλλη μέρα πῆγα στήν δουλειά μου στό Νοσοκομεῖο. Οἱ γιατροί ὅταν μέ εἶδαν τά ἔχασαν. Μέ ἐξέτασαν καί μέ βρῆκαν ὑγιῆ».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὁ π. Συμεών ρώτησε τήν Ἀ., σέ ποιό τμῆμα ἐργάζεται. «Εἶμαι στό νεκροτομεῖο», ἀπάντησε. «Φέρνουν τούς πεθαμένους καί τούς πετᾶν χωρίς σεβασμό. Τούς παίρνω, τούς πλένω, τούς ντύνω καί τούς περιποιοῦμαι μέ πολλή ἀγάπη σάν δικούς μου ἀνθρώπους».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">«Γι᾽ αὐτό ἡ Παναγία σέ ἔκανε καλά», τῆς εἶπε. «Στήν Παλαιά Διαθήκη ὁ Τωβίτ ὅταν εὕρισκε νεκρό, τόν ἔντυνε καί τόν ἔθαβε. Γι᾽ αὐτό τοῦ εἶπε ὁ Ἀρχάγγελος Ραφαήλ “σέ προστατεύω”».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">«Καί ἐγώ», εἶπε κλαίουσα ἡ Ἀ., «νιώθω μία προστασία ἐπάνω μου».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/askhtes_ston_kosmo/23askites-mesa-kosmo-10/</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-72433508449738650942024-03-14T21:36:00.005+02:002024-03-14T21:36:59.892+02:00Εύρεση του Καταλόγου Σφαγιασθέντων Οσιομαρτυρων Μοναχών της Ι. Μ.Εικοσιφοινίσσης<span style="font-size: x-large;">Οι αγώνες του Μακαριστού Δράμας Παύλου δικαιώνονται… <br /><br />Με πολλή χαρά η Ιερά Μητρόπολη Δράμας ανακοινώνει ότι στα τελευταία παραδοθέντα χειρόγραφα από τον Οίκο Πλειστηριασμών Swann Auction Galleries της Νέας Υόρκης στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής και με την ευλογία της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, διά του εκπροσώπου Αυτής στην Αθήνα Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαοδικείας κ. Θεοδωρήτου, στην Ιερά Σταυροπηγιακή και Πατριαρχική Μονή Παναγίας Εικοσιφοινίσσης (Οκτώβριος 2023) ευρέθησαν αξιόλογα στοιχεία για την ιστορική ζωή της Μονής.<br /><br />Κατόπιν μελέτης του κώδικα με την ένδειξη Χ 8 από τον ειδήμονα ερευνητή κ. Γεώργιο Παπάζογλου, Ομότιμο Καθηγητή του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, ευρέθη σημείωμα και κείμενο σχετικό με τη σφαγή των μοναχών Εικοσιφοινίσσης από τους Οθωμανούς το 1507.<br /><br />Μέχρι τώρα γνωρίζαμε την ύπαρξη χειρογράφου από μαρτυρίες μελετητών της ιστορίας της Μονής. Και αναφέρονταν ότι οι σφαγιασθέντες μοναχοί ήταν 172. Με την εύρεση τώρα του χαρτώου χειρογράφου, το οποίο αποτελούσε Βρέβειο της Μονής του 16ου αιώνα, έχουμε όλα τα ονόματα των σφαγιασθέντων μοναχών, οι οποίοι και μνημονεύονταν στη λεγομένη Παρρησία.<br /><br />Το σημείωμα αναφέρει: «Ἔτους ,ζιε΄ (1507) ἦλθε μεγάλη καί ἄορος συμφορά εἰς τό ἅγιον μοναστήριον καί ἔκοψαν τούς καλογέρους καί ἐκούρσευσαν καί τό μοναστήριον, ἐν μηνί αὐγούστῳ κε΄ (25) ἰν(δικτιῶνος) ι».<br /><br />Και στη συνέχεια, κάτω από τον τίτλο «Ταῦτοι εἶναι οἱ μοναχοί», έχουμε κατάλογο των σφαγέντων μοναχών και άλλων. Μάλιστα στο περιθώριο (ώα) του φύλλου 31 υπάρχει επιβεβαίωση της συνέχειας του καταλόγου των σφαγέντων μοναχών με το χέρι των χρόνων εκείνων και τον χαρακτηρισμό: «Των αδικοφονεμένων».<br /><br /><b>Τα θύματα της σφαγής ήταν 202, εκ των οποίων 24 ιερομόναχοι, 3 διάκονοι, 145 μοναχοί και 30 προσκυνητές της Μονής.</b><br /><br />Από τη μελέτη του χειρογράφου από τον κ. Παπάζογλου διαπιστώθηκε ότι το χαρτί ήταν δυτικού τύπου και σύγχρονο των γεγονότων, σε διάφορα φύλλα. Απαντά σ’ αυτό υδατόσημο (άγκυρα μέσα σε κύκλο) και φαίνεται να παράγεται στην εποχή εκείνη. Επομένως, ο μοναχός-συγγραφέας του σημειώματος και του καταλόγου των σφαγέντων είναι σύγχρονος και γνωρίζει τα γεγονότα από πρώτο χέρι.<br /><br />Η Ιερά Μητρόπολη Δράμας θεωρεί το γεγονός αυτό μεγάλη ευλογία της Παναγίας μας και θα συνεχίσει, υπό τη σεπτή καθοδήγηση τοῦ Οικουμενικού μας Πατριάρχη κ. κ. Βαρθολομαίου, τον αγώνα της επιστροφής στην Ιερά Μονή και των λοιπών χειρογράφων και κειμηλίων.</span><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjiOEVyokPgYpLC3GC9NPtEkMYvQweofy1G-U34RFVuiB75EBqkiCirRpo6oqzC0jpbgbPhvRqqhP_FiEz3OQSpMn6nv7n-7YYCDbhdTAwwUfwllIqXmcsWTG28gDZwMGRYk53AS5q4DIT7Slkarro-iceL62TbbqzQDHvRfhqfn7s5WgbIAnb8j_VwT8U/s600/IMG_77.jpeg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="600" data-original-width="450" height="640" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjiOEVyokPgYpLC3GC9NPtEkMYvQweofy1G-U34RFVuiB75EBqkiCirRpo6oqzC0jpbgbPhvRqqhP_FiEz3OQSpMn6nv7n-7YYCDbhdTAwwUfwllIqXmcsWTG28gDZwMGRYk53AS5q4DIT7Slkarro-iceL62TbbqzQDHvRfhqfn7s5WgbIAnb8j_VwT8U/w480-h640/IMG_77.jpeg" width="480" /></a></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">.</div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhN4iZFMCccPcN_TTWOqikNoFtt7vKIbo8FDlfbMBZigpU8BSaGilg0VAbmQBUd4qcnmyjLp6zu9pcy6Qt5iUIjhRK2qTYHjlu6G0B8azw781yRPFetoYprEBIDycXs2dntPpZ58A1zEARGkNI7VnYKkdY-SWu47qi2hJP37iv1SgNczJOS5kGqDZWjHL8/s768/IMG_7.jpeg" imageanchor="1" style="margin-left: 1em; margin-right: 1em;"><img border="0" data-original-height="578" data-original-width="768" height="482" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhN4iZFMCccPcN_TTWOqikNoFtt7vKIbo8FDlfbMBZigpU8BSaGilg0VAbmQBUd4qcnmyjLp6zu9pcy6Qt5iUIjhRK2qTYHjlu6G0B8azw781yRPFetoYprEBIDycXs2dntPpZ58A1zEARGkNI7VnYKkdY-SWu47qi2hJP37iv1SgNczJOS5kGqDZWjHL8/w640-h482/IMG_7.jpeg" width="640" /></a></div><br /><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">https://www.exapsalmos.gr/oi-agones-tou-makaristou-dramas-pavlou-dikaionontai-evresi-tou-katalogou-sfagiasthenton-monachon-tis-i-m-eikosifoinissis/</div><br /><a href="https://www.exapsalmos.gr/wp-content/uploads/2024/03/IMG_7704.jpeg"><br /></a>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-85945684511838620192024-03-14T15:13:00.002+02:002024-03-14T15:13:35.905+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Νικόλαος Σαββούδης<div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/01/SABBOYDHS.png" style="font-family: arial;" /></span></div><span style="font-family: arial; font-size: large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Γεννήθηκε τό 1899 στό Γυαλί Τσιφλίκι τῆς Μ. Ἀσίας. Μετά τόν ξερριζωμό τῶν Ἑλλήνων ἀπό τήν Μικρασία, ἦρθε ὡς πρόσφυγας στό χωριό Βατοπέδι Χαλκιδικῆς. Ὅταν ἦρθε σέ ἡλικία γάμου νυμφεύθηκε καί ἀπό τόν γάμο του ἀπέκτησε μία κόρη καί ἐγγόνια. Ἡ σύζυγός του εἶχε δύσκολο χαρακτῆρα καθώς καί ὁ γαμπρός του. Τούς ἀντιμετώπιζε ὅμως μέ ἠρεμία.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἦταν γενικά ἤρεμος ἄνθρωπος. Ζοῦσε σάν ἀσκητής, νήστευε πολύ, μελετοῦσε βιβλία ἐκκλησιαστικά καί ἀσκητικά, πού ἔφερε ἀπό τήν «πατρίδα», καί συμβούλευε τά ἐγγόνια του δίνοντάς τους ἐφόδια γιά τήν ζωή.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὅλη τήν ἑβδομάδα βοσκοῦσε τά πρόβατα. Τό Σάββατο τό ἀπόγευμα ἐπέστρεφε στό σπίτι καί ἑτοιμαζόταν γιά τήν θεία Λειτουργία τῆς Κυριακῆς.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Στήν Ἐκκλησία διακονοῦσε ἀνάβοντας τά καντήλια καί βοηθώντας τόν ἱερέα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἔκανε ἀγαθοεργίες. Στήν περίοδο τῆς Κατοχῆς ἔκρυψε ἕναν Ἄγγλο γιά νά τοῦ σώση τήν ζωή, τόν περιποιήθηκε ὅταν ἀρρώστησε, καί τόν φιλοξένησε ὅσο διάστημα χρειάστηκε.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὅταν πέθανε ἕνας συγχωριανός του, πού ἡ οἰκογένειά του ἦταν φτωχή καί δέν εἶχε χρήματα γιά τήν κηδεία, ὁ Νικόλαος πῆγε κρυφά στό σπίτι τους καί ἄφησε χρήματα. Οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ ποτέ δέν ἔμαθαν ποιός «καλός ἄγγελος» τούς ἔστειλε τήν βοήθεια.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Φιλοξενοῦσε συχνά στό σπίτι του ἀνθρώπους περαστικούς πού νυχτώνονταν στό χωριό.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τόν Νικόλαο Σαββούδη εἶχε γνωρίσει καί ὁ γέροντας Γρηγόριος, πνευματικός τῆς Ἱ. Μ.Τιμίου Προδρόμου Μεταμορφώσεως, ὁ ὁποῖος ἀναφέρει:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">«Βρισκόμουν στό χωριό Βατοπέδι Χαλκιδικῆς. Μόλις εἶχα φθάσει καί στήν σκιά κάποιου πεύκου συζητοῦσα μέ 5–6 χωρικούς. Σέ λίγο ἔφθασε ἐκεῖ καί κάποιος μεσόκοπος, πενηντάρης περίπου, χαιρέτησε καί στάθηκε σιωπηλός παραπέρα. Ἕνας ἐκ τῶν χωρικῶν μοῦ εἶπε: “Αὐτός πάει τά μεσάνυχτα στήν Ἐκκλησία καί ἀνάβει τά καντήλια γιά νά βλέπουν οἱ Ἅγιοι”.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Ἔτσι γνώρισα τόν μπαρμπα–Νικόλα Σαββούδη. Ἐπειδή πήγαινα συχνά στό χωριό Βατοπέδι Χαλκιδικῆς, πάντοτε τόν ἔβλεπα σιωπηλό, ἤρεμο καί γαλήνιο. Πάντα πρῶτος στήν Ἐκκλησία. Στεκόταν δίπλα στό ψαλτήρι καί ψιθύριζε παρακολουθώντας τόν ἱεροψάλτη. Μόνον ἐκεῖ ἄκουγες τήν φωνή του σέ πολύ χαμηλό τόνο. Μόλις καταλάβαινες ὅτι ἔψελνε. Ἔλεγε καί τό “Πάτερ ἡμῶν”, πάντοτε ἦταν δικό του.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;"><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/01/SABBOYDHS1.png" /></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Μυστήριο ὁ μπαρμπα–Νικόλας. Κάποια μέρα πῆγα στό σπίτι του, –ἕνα ἡμιυπόγειο, ἁπλό, ἀπέριττο, γιά πάτωμα εἶχε τσιμέντο, ἀσκητικώτατο–, γιά νά τόν γνωρίσω καλύτερα. Στόν πάνω ὄροφο ἔμενε ὁ γαμπρός του πού, ὅπως ἀργότερα ἔμαθα, τόν κακομεταχειριζόταν. Ἦταν πολύ νευρικός ἀλλά ὁ μπαρμπα–Νικόλας κουβέντα δέν ἔλεγε γι᾿ αὐτόν. Νόμιζες πώς δέν εἶχε μιλιά. Ὅμως ὁ μπαρμπα–Νικόλας ὄχι μόνον ἤξερε νά μιλᾶ μά καί διάβαζε Πατέρες.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Ἐκεῖ εἶδα ἐκτός ἀπό τόν ἅγιο Δαμασκηνό καί ἄλλους Πατέρες, φιλοκαλικούς καί μή. Ὅλα αὐτά τά βιβλία τά μελετοῦσε ὁ μπαρμπα–Νικόλας καί φαίνεται πώς προσπαθοῦσε νά βάλη σέ ἐφαρμογή τήν πατερική διδασκαλία γι᾿ αὐτό ἐκτός ἀπό τήν σιωπή ἦταν στολισμένος καί μέ ἄλλες ἀρετές. Ποτέ δέν ἀσχολεῖτο μέ τούς ἄλλους. Ἄν καί τόν περιέπαιζαν οἱ συγχωριανοί του, αὐτός τούς ἀντιμετώπιζε μέ τήν σιωπή του καί μ᾿ ἕνα ἐλαφρό μειδίαμα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Ἀπ᾿ ὅσα εἶδα πρέπει νά ἔκανε ἄσκηση μεγάλη καί νά ἀγαποῦσε τήν προσευχή. Κανείς ὅμως δέν γνώριζε τί προσευχές ἔκανε μόνος μόνῳ Θεῷ. Πολλά μυστικά πῆρε μαζί του, γιατί ἦταν πολύ σιωπηλός. Ἀπό τούς χωρικούς ἔμαθα ὅτι ζοῦσε μέ τά χρήματα πού τοῦ ἔστελνε κάποιος Ἄγγλος πρώην ἀξιωματικός, ἀπό εὐγνωμοσύνη γιατί στήν Γερμανική Κατοχή ὁ μπαρμπα–Νικόλας μέ κίνδυνο ζωῆς τόν ἔκρυψε στό σπίτι του καί τόν γλύτωσε ἀπό τούς Γερμανούς.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Στίς 24 Νοεμβρίου 1969 μέ εἰδοποίησαν ὅτι ὁ ἀγαθός καί ἥσυχος Νικόλαος ἔκλεισε τά μάτια του. Τά ἄφησα ὅλα καί πῆγα στό Βατοπέδι. Τόν διαβάσαμε καί «τόν φυτέψαμε» (θάψαμε), ὅπως λένε οἱ χωρικοί, γιά νά ἀνθίση στήν αἰωνιότητα. Τό πρόσωπό του ἦταν γαλήνιο μέσα στό φέρετρο, νόμιζες πώς κοιμόταν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Πέρασαν τρία χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του καί τρεῖς εὐλαβεῖς γυναῖκες, πολύ γνωστές μου, πῆγαν νά τόν ξεθάψουν, νά κάνουν ἀνακομιδή. Ὅταν βρῆκαν τό λείψανό του τἄχασαν. Ἦταν ἀκέραιο, ὁλοκίτρινο καί ἀνέδιδε ἁπαλή εὐωδία! Ἡ κ. Βαρβάρα, μία ἀπό τίς τρεῖς, τό σήκωσε λίγο μέ τά χέρια της καί εἶδε ὅτι ἦταν πολύ ἐλαφρό. “Σάν νά ἦταν μόνο κόκκαλα μέ τό δέρμα”, ὅπως ἔλεγε.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Ἔκπληκτες μπροστά στό πρωτοφανές καί ἀπροσδόκητο γεγονός, μή γνωρίζοντας τί νά κάνουν, θεώρησαν καλό νά θάψουν πάλι τό τίμιο λείψανο τοῦ μακαρίου Νικολάου Σαββούδη».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Αἰωνία του ἡ μνήμη. Ἀμήν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://enromiosini.gr/biografies/23askites-mesa-kosmo-12/</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-22740455874692667762024-03-13T20:57:00.001+02:002024-03-13T20:58:16.401+02:00Η ΑΓΙΑ ΥΠΟΜΟΝΗ (13 Μαρτίου)<div style="text-align: justify;"><a href="https://www.immspartis.gr/wp-content/uploads/2010/12/Agia-Ypomoni-02.jpg"><span style="font-size: x-large;"><img height="400" src="https://www.immspartis.gr/wp-content/uploads/2010/12/Agia-Ypomoni-02.jpg" width="296" /></span></a></div><div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: large;">Η Αγία Υπομονή, κατά κόσμον Ελένη Δραγάση, και αργότερα, ως σύζυγος του Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγου, «Ελένη η εν Χριστώ τω Θεώ αυγούστα και αυτοκρατόρισσα των Ρωμαίων η Παλαιολογίνα», ήταν κόρη του Κωνσταντίνου Δραγάση, ενός από τους πολλούς ηγεμόνες – κληρονόμους του μεγάλου Σέρβου κράλη (= βασιλιά) Στεφάνου Δουσάν. Καταγόταν από βασιλική και ευλογημένη γενιά. Στους προγόνους της συγκαταλέγονται άνθρωποι που αγίασαν (π.χ. ο Στέφανος Νεμάνια, σέρβος βασιλέας και κτίτορας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου του Αγίου Όρους = όσιος Συμεών ο Μυροβλύτης). Ο Κωνσταντίνος Δραγάσης ανέλαβε την ηγεμονία του σημερινού βουλγαρικού τμήματος της βορειο – ανατολικής Μακεδονίας, στην περιοχή μεταξύ των ποταμών Αξιού και Στρυμώνα.</span></div><span style="font-family: arial; font-size: large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η γέννησή της τοποθετείται στα αμέσως μετά τον θάνατο του Δουσάν χρόνια. Η ανατροφή, η μόρφωση, η αγωγή της, ήταν διαποτισμένα με ό,τι ανώτερο υπαγόρευε το βυζαντινό ιδεώδες, διότι οι Σέρβοι είχαν επηρεαστεί πολύ από τον βυζαντινό πολιτισμό. Ένιωθε τον εαυτό της περισσότερο ταυτισμένο με τον πολιτισμό και κυρίως με την εθνική συνείδηση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Κοντά σ’ αυτά και πάνω απ’ αυτά, γαλουχήθηκε με την πατροπαράδοτη στην οικογένειά της, ακράδαντη ορθόδοξη πίστη στο Θεό. Αυτή η πίστη είναι που θα την οδηγεί, θα την φωτίζει, και θα την εμπνέει στην πολυτάραχη γεμάτη θλίψεις και δοκιμασίες ζωή της.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Υπολογίζεται να ήταν 19 περίπου χρονών όταν παντρεύτηκε τον Μανουήλ Β’ Παλαιολόγο (τέλη του 1390), λίγους μήνες πριν γίνει Αυτοκράτορας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η καινούργια ζωή της Ελένης – Αγίας Υπομονής, από την αρχή της έδειξε ότι θα ήταν Γολγοθάς. Πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να πιει το ποτήρι της προσβολής και του εξευτελισμού στο πλευρό του συζύγου της όχι μόνο από τους αλλόθρησκους, αλλά και από τα κατ’ όνομα χριστιανικά κράτη της Δύσεως, στην απεγνωσμένη προσπάθειά του να βρει τρόπους σωτηρίας της ετοιμοθάνατης Αυτοκρατορίας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η Ελένη – αγία Υπομονή απεδείχθη εξαιρετικός άνθρωπος που συγκέντρωνε πολλές και μεγάλες αρετές, και ψυχική δύναμη. Έδειξε ότι είχε απόλυτη συναίσθηση τόσο της θέσης της και των περιστάσεων, όσο και του ρόλου που αυτές της υπαγόρευαν, σε όλα τα επίπεδα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Αγαπούσε το λαό. Ήταν η μεγάλη μάννα που ο καθένας μπορούσε να προστρέξει. Συμμεριζόταν τις αγωνίες του και ανησυχίες του ενώπιον των φοβερών εθνικών κινδύνων και προσπαθούσε πάντοτε με την προσευχή, με την πραότητά της και με γλυκά και παρηγορητικά της λόγια να τον ενισχύσει.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Είναι πολύ χαρακτηριστικά και εύγλωττα μέσα στην λακωνικότητά της τα όσα γράφει για την Αυτοκρατόρισσα, ο σύγχρονός της φημισμένος φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός – Πλήθων: «Η Βασιλίς αύτη <b>με πολλήν ταπείνωσιν και καρτερικότητα εφαίνετο να αντιμετωπίζει και τας δύο μορφάς της ζωής.</b> Ούτε κατά τους καιρούς των δοκιμασιών απεγοητεύετο, ούτε όταν ευτυχούσε επανεπαύετο, αλλά εις κάθε περίπτωσιν έκανε το πρέπον. <b>Συνεδύαζε την σύνεσιν με την γενναιότητα, περισσότερον από κάθε άλλην γυναίκα.</b></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Διακρινόταν για τη σωφροσύνη της. Την δε δικαιοσύνην την είχε σε τελειότατο βαθμό. Δεν μάθαμε να κάνει κακό σε κανένα, ούτε μεταξύ των ανδρών, ούτε μεταξύ των γυναικών. Αντιθέτως γνωρίσαμε να κάμνει πολλά καλά και εις πολλούς. <b>Με ποίον άλλον τρόπον δύναται να φανεί εμπράκτως η δικαιοσύνη, εκτός από το γεγονός του να μη κάμνει κανείς ποτέ θεληματικά και σε κανέναν κακό, αλλά μόνον το αγαθόν σε πολλούς;</b>»</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Στάθηκε αντάξια του φιλόσοφου και φιλόχριστου συζύγου της Μανουήλ. Στάθηκε άξια δίπλα του για 35 χρόνια, «συνευδοκόντας», σύμφωνα με σύγχρονή τους μαρτυρία, δηλ. όλα γινόντουσαν με συμφωνία, ομόνοια, συναπόφαση, εν πνεύματι Χριστού και αγωνιστική αγιότητα. Κατόρθωναν να τιμούν την αρετή με λόγια και έργα. «Λόγω μεν διδάσκοντας το πρακτέον, έργω δε γενόμενοι πρότυπα και εικόνες εφηρμοσμένης αγάπης».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Στο ευλογημένο ζευγάρι ο Θεός χάρισε οκτώ παιδιά. Έξι αγόρια από τα οποία τα δύο ανέβηκαν στον αυτοκρατορικό θρόνο, ο<b> Ιωάννης Η΄</b> και ο <b>Κωνσταντίνος ΙΑ΄,</b> ο τελευταίος θρυλικός αυτοκράτορας. <b>Ο Θεόδωρος, ο Δημήτριος και ο Θωμάς</b> διετέλεσαν δεσπότες του Μυστρά, και ο <b>Ανδρόνικος</b> της Θεσσαλονίκης. Και δύο κορίτσια, τα οποία όμως πέθαναν σε μικρή ηλικία. Η πολύτεκνη και φιλότεκνη μητέρα γαλούχησε τα παιδιά της με τα νάματα της πίστεως και τη γλυκύτατη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τα οδηγούσε σε ιερά προσκυνήματα και σεβάσμια Μοναστήρια της Βασιλεύουσας, και επιζητούσε υπέρ αυτών τις ευχές των αγίων ασκητών και Γερόντων. Τα ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου», και ποτέ δεν «έπαυσε μετά δακρύων προσευχής και αγάπης να νουθετεί ένα έκαστον».Με υπομονή και επιμονή, με προσοχή και προσευχή σμίλεψε τους χαρακτήρες τους, τους έδωσε μαζί με το «ζην»και το «ευ ζην». Έτσι, <b>κατάφερε, μεταξύ άλλων, να θέσει τέρμα στις επί 90 περίπου χρόνια συγκρούσεις μεταξύ των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας</b> για την εξουσία που είχαν εξαντλήσει την αυτοκρατορία. Οι όποιες διαφορές απόψεων η διενέξεις παρουσιάζονταν (μετά το θάνατο του Μανουήλ), ξεπερνιόνταν ήσυχα με το κύρος της μητρικής της παρέμβασης και της προσευχής της.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη της για τα Μοναστήρια. Εκεί αναπαυόταν, ξεκουραζόταν η ψυχή της, αντλούσε δύναμη και κουράγιο για τη συνέχεια. Αυτό, το ενέπνευσε σε όλη την οικογένειά της. Ο σύζυγός της αφού παρέδωσε τον θρόνο στον πρωτότοκο Ιωάννη, δύο μήνες πριν τον θάνατό του (29 Μαρτίου 1425), απεσύρθη στη Μονή του Παντοκράτορος στην Κωνσταντινούπολη, όπου <b>εκάρη μοναχός με το όνομα Ματθαίος</b>. Η ίδια, μετά το θάνατο του συζύγου της <b>έγινε μοναχή (1425) στη Μονή της κυράς Μάρθας, με το όνομα Υπομονή.</b> Και τρία από τα παιδιά τους επίσης έγιναν μοναχοί, ο Θεόδωρος και ο Ανδρόνικος (μ. Ακάκιος) στη Μονή του Παντοκράτορος, και ο Δημήτριος (μ. Δαυίδ) στο Διδυμότειχο</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ακόμα, ενόσω βρισκόταν στην πατρίδα της, μαζί με τον πατέρα της έκτισαν την Ι.Μ. Παναγίας Παμμακαρίστου στο Πογάνοβο της πόλης Δημήτροβγκραντ της Ν.Α. Σερβίας. Στην Κωνσταντινούπολη είχε συνδεθεί με την<b> Ι. Μ. του Τιμίου Προδρόμου της Πέτρας, όπου φυλαγόταν το ιερό λείψανο του οσίου Παταπίου</b> του θαυματουργού, στον οποίο η αγία Υπομονή έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια. Η Μονή είχε ιδρυθεί από τον συνασκητή του οσίου Παταπίου στην Αίγυπτο, όσιο Βάρα, έξω από την πύλη του Ρωμανού πριν από το 450μ.Χ. Με την συμβολή της αγίας ιδρύθηκε στη Μονή γυναικείο γηροκομείο με την επωνυμία «Η ελπίς των απηλπισμένων». Η ευλάβειά της προς τον όσιο Πατάπιο φαίνεται από το γεγονός ότι ο αγιογράφος του σπηλαίου του οσίου Παταπίου στα Γεράνεια όρη της Κορινθίας θεώρησε απαραίτητο να ιστορήσει την αγία Υπομονή δίπλα από το σκήνωμα του οσίου.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Άνθρωπος φωτεινός και φωτισμένος η αγία Υπομονή, προικισμένη με πολλά τάλαντα, που τα «εμπορεύθηκε» με σύνεση και σωφροσύνη και τα πολλαπλασίασε, κατάφερε με την αρετή, την άσκηση και την καρτερία της να φθάσει σε δυσανάβατα μέτρα αρετής. Μια σημαντική φυσιογνωμία εκείνης της εποχής ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο πρώτος Οικουμενικός Πατριάρχης μετά την άλωση, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Βασιλέα Κωνσταντίνο ΙΑ’, «Επί τη κοιμήσει της μητρός Αυτού αγίας Υπομονής», αναφέρει χαρακτηριστικά τα εξής:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;"><a href="https://www.immspartis.gr/wp-content/uploads/2010/12/Agia-Ypomoni-03.jpg"><img src="https://www.immspartis.gr/wp-content/uploads/2010/12/Agia-Ypomoni-03.jpg" /></a>«Την μακαρίαν εκείνην Βασίλισσα όταν την επεσκέπτετο κάποιος σοφός, έφευγε κατάπληκτος από την δικήν της σοφία. Όταν την συναντούσε κάποιος ασκητής, αποχωρούσε, μετά την συνάντηση, ντροπιασμένος δια την πτωχείαν της ιδικής του αρετής, συγκρινομένης προς την αρετή εκείνης.</div><div style="text-align: justify;">Όταν την συναντούσε κάποιος συνετός, προσέθετε εις την ιδικήν του περισσότερη σύνεση. Όταν την συναντούσε κάποιος νομοθέτης, γινόταν προσεκτικότερος. Όταν συνομιλούσε μαζί της κάποιος δικαστής, διαπίστωνε ότι έχει ενώπιον του έμπρακτο Κανόνα Δικαίου. Όταν κάποιος θαρραλέος (τη συναντούσε), ένοιωθε νικημένος, αισθανόμενος έκπληξη από την υπομονή, την σύνεση και την ισχυρότητα του χαρακτήρος της. Όταν την πλησίαζε κάποιος φιλάνθρωπος, αποκτούσε εντονότερο το αίσθημα της φιλανθρωπίας. Όταν την συναντούσε κάποιος φίλος των διασκεδάσεων, αποκτούσε σύνεση, και, γνωρίζοντας την ταπείνωση εις το πρόσωπον της, μετανοούσε. Όταν την γνώριζε κάποιος ζηλωτής της ευσεβείας, αποκτούσε μεγαλύτερο ζήλο. Κάθε πονεμένος με τη συνάντηση μαζί της, καταλάγιαζε τον πόνο του. Κάθε αλαζόνας αυτοτιμωρούσε την υπερβολική του φιλαυτία. Και γενικά κανένας δεν υπήρξε, που να ήλθε εις επικοινωνία μαζί της και να μην έγινε καλύτερος».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ο Θεός ευδόκησε να μην ζήσει τις τελευταίες τραγικές στιγμές της Αυτοκρατορίας. <b>Την κάλεσε κοντά Του στις 13 Μαρτίου 1450, έχοντας διανύσει 35 χρόνια ως Αυτοκρατόρισσα και 25 ως ταπεινή μοναχή.</b> Ο σύγχρονός της διάκονος Ιωάννης Ευγενικός, αδελφός του Μάρκου του Ευγενικού Αρχιεπισκόπου Εφέσου, στον Παραμυθητικό του Λόγο προς τον Κων/νον Παλαιολόγον επί τη κοιμήσει της Μητρός του αγίας Υπομονής συνοψίζει:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">«Ως προς δε την αοίδιμον, εκείνην Δέσποινα Μητέρα σου, τα πάντα εν όσω ζούσε, ήσαν εξαίρετα, η πίστις, τα έργα, το γένος, ο τρόπος, ο βίος, ο λόγος και όλα μαζί ήσαν σεμνά και επάξια της θείας τιμής<b> και, όπως έζησε μέτοχος της θείας Προνοίας, έτσι και ετελεύτησεν</b>».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η «Αγία Δέσποινα», όπως την ονομάζει ο Γεώργιος Φραντζής, συνέδεσε την έννοια του μοναχικού της ονόματος (Υπομονή) με τον τρόπον αντιμετωπίσεως και των ευτυχών στιγμών και των απείρων δυσκολιών της όλης ζωής της. Υπομονή κατά βίον, πράξιν και μοναχικό όνομα. «Τη υπομονή αυτής εκτήσατο την ψυχήν αυτής».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η μνήμη της τιμάται την 13η Μαρτίου.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://www.immspartis.gr/?p=15746</div></span></div>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-19887247677405757212024-03-12T15:37:00.005+02:002024-03-12T15:39:19.265+02:00Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Κυριᾶκος, ὁ παράλυτος (τελευταίο μέρος)<div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ἐνῶ στήν ἀρχή ἔρχονταν οἱ Ἱερεῖς τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (στόν Ἅγιο Δομέτιο) καί τόν κοινωνοῦσαν, δήλωσε ὅτι θέλει ν᾿ ἀκολουθήση τό παλαιό, χωρίς νά ξέρη κανένας τί μεσολάβησε. <b>Ὅταν κάποτε πέρασε ἀπό τήν Κύπρο ὁ π. Θεόκλητος ὁ Διονυσιάτης σάν καλεσμένος τοῦ Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους», πέρασε καί τόν εἶδε.</b> <b>Μίλησαν γι᾿ αὐτό τό θέμα. Τοῦ ἄρεσε πάρα πολύ καί ὅ,τι τοῦ εἶπε τά δέχτηκε, ἀλλά μετά ἀπό λίγο χρονικό διάστημα κοιμήθηκε.</b></span></div><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Μέσα στό ἱεραποστολικό του ἔργο ἦταν καί οἱ ἐπιστολές. Ὅπως εἴπαμε, ἔγραφε μέ τό στόμα. Γιά περισσότερη εὐκολία καί ταχύτητα, ὑπαγόρευε στήν Αἰκατερίνη καί ἔγραφε. Σάν ἄτομο ἐμπιστοσύνης, ἡ Κατερίνα, ἄκουγε καί ἔγραφε τά πάντα. Ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε, μέχρι καί γιά φόνους ἄκουσε. Οἱ ἐπιστολές ἀπευθύνονταν συνήθως σέ ἄτομα τοῦ ἐξωτερικοῦ. Σέ ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τοῦ κόσμου.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἦταν ἄνθρωπος τοῦ λόγου ἀλλά καί τῆς προσευχῆς. Οἱ ἀκολουθίες τοῦ Ὄρθρου, τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τοῦ Ἀποδείπνου τελοῦνταν καθημερινά. Ἐνῶ μιλοῦσε μέ κάποιους, ὅταν ἐρχόταν ἡ ὥρα, διέκοπτε, ἔκαναν τήν ἀκολουθία μαζί μέ τούς παρευρισκομένους καί μετά συνέχιζε τήν συζήτηση.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἦταν πολύ ἔξυπνος καί ὁ λόγος του συνοδευόταν μέ πολλά παραδείγματα καί ἐπιχειρήματα. Δέν ἦταν λίγοι οἱ περίεργοι καί οἱ ἄθεοι πού πέρασαν ἀπό ἐκεῖ καί βγῆκαν ἀναγεννημένοι, γνωρίζοντας τόν Χριστό διά τοῦ στόματος τοῦ παράλυτου Κυριάκου.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Λίγο καιρό πρό τῆς κοιμήσεώς του, ἕνα μέ δύο μῆνες πιό νωρίς, ἐνῶ εἶχε πλήρη διαύγεια πνεύματος καί σώας τάς φρένας, ἔβλεπε ἀπό τήν πόρτα ἔξω στήν αὐλή μωρά. Τό κρεββάτι του εἶχε πάντα μία κλήση πρός τά ἐπάνω. Τά μωρά αὐτά ἔμπαιναν καί μέσα στό σπίτι, καί μέ μία φυσικότητα ρωτοῦσε γι᾿ αὐτά τούς παρευρισκομένους, χωρίς φυσικά αὐτοί νά βλέπουν τίποτα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἐπίσης μέσα σ᾿ αὐτό τό χρονικό διάστημα τῶν δύο μηνῶν ἔζησε καί τά ἑξῆς θαυμαστά: Ἔλεγε σέ ἕναν δικό του ἄνθρωπο ὅτι εἶδε δύο Ἀγγέλους ἀσπροφορεμένους, ἐνῶ ἦταν ξύπνιος, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἔφεραν νά φορέση μία ἀρχιερατική στολή καί μία κορώνα. Τοῦ εἶπαν ὅτι τούς ἔστειλε ὁ Βασιλέας γιά νά τήν δώσουν νά τήν φορέση. “Ἄνοιξε τά μάτια σου νά τήν δῆς”. Τά εἶχε κλειστά, λόγῳ ναυτίας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἐνῶ πλησίαζε ἡ ἡμέρα τῆς ἐκδημίας του, κάποια ἡμέρα ἐνῶ τόν ξέντυσαν γιά νά τόν καθαρίσουν, εὐωδίαζε. Μάλιστα μία κυρία πού ἦταν στήν κουζίνα, βγῆκε νά δῆ τί μυρίζει τόσο ὡραία. Ὅλοι διαπίστωσαν ὅτι ἡ εὐωδία ἔβγαινε ἀπό τό σῶμα τοῦ Κυριάκου.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἐκεῖνες τίς ἡμέρες παρουσιάστηκε κάτι σάν σύννεφο φωτεινό πάνω ἀπό τό κρεββάτι του καί τόν ἔλουζε μέ ἄσπρο φῶς. Τά ἄτομα πού τό εἶδαν, εἶπαν ὅτι μοιάζη μέ τό Ἅγιο Φῶς στόν Πανάγιο Τάφο. Μέσα σ᾿ αὐτό τό φῶς, τό πρόσωπό του ἔλαμπε σάν νά εἶχε δικό του φῶς.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τόν τελευταῖο καιρό ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του ἐπιδεινώθηκε αἰσθητά. Οἱ πνεύμονές του, λόγῳ παραμόρφωσης τοῦ σώματός του καί κυρίως τοῦ θώρακα, δέν γέμιζαν κανονικά ἀέρα. Αὐτό εἶχε σάν ἀποτέλεσμα νά ἔχη δύσπνοια καί νά μαυρίζη. Γι᾿ αὐτό ἔπρεπε νά ἔχη συνέχεια ὀξυγόνο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἡ μητέρα του, ἡ ὁποία ἀκόμα ζοῦσε, τελευταῖα τοῦ ἔλεγε: «Κυριᾶκο μου, θά σέ πάρω μαζί μου», δηλαδή θά πεθάνω καί μετά ἀπό λίγο θά πεθάνης καί σύ. Τά λόγια τῆς ὑπέργηρης μητέρας του στάθηκαν προφητικά. Τόν Μάρτιο τοῦ 1983 κοιμήθηκε ἡ μητέρα του σέ ἡλικία 95 χρόνων καί τήν ἀκολούθησε καί ὁ Κυριᾶκος.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Στίς 13 Δεκεμβρίου ἐνῶ ἦταν καλά καί ἦταν στό σπίτι του, ρωτοῦσε τί ἡμέρα πέφτει ἡ 17 Δεκεμβρίου. Ἔλεγε μάλιστα ὅτι ὁ π. Παῦλος (νῦν Κερηνείας) θά φύγη. Ὑπονοώντας ὅτι δέν θά εἶναι στήν κηδεία. Διότι στίς 17 Δεκεμβρίου ἔγινε ἡ κηδεία του. Φαίνεται ὅτι προεῖδε τόν θάνατό του, ἀλλά δέν τό εἶπε ξεκάθαρα γιά νά μήν στενοχωρήση τούς γύρω του.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Στίς 14 Δεκεμβρίου ἔγινε εἰσαγωγή στό νοσοκομεῖο μέ προβλήματα ἀναπνευστικά. Μιλοῦσε καί ἐπι-κοινωνοῦσε κανονικά. Μάλιστα ζήτησε ἀπό τήν Κατερίνα νά τοῦ φέρη κάτι συγκεκριμένο νά φάη. Τήν ἑπομένη στίς 15 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1983 ἐκοιμήθη εἰρηνικά.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τήν ὥρα τῆς κηδείας πού ἔγινε στόν ἐνοριακό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στόν Ἅγιο Δομέτιο, ἕνα παιδάκι πέντε ἐτῶν, ὁ Δημητράκης, γνωστό στήν περιοχή, φώναζε ὅτι ὁ Κυριᾶκος δέν πέθανε, ἀλλά πετᾶ καί ἔδειχνε ψηλά. «Γιατί μοῦ λέτε ὅτι ὁ Κυριᾶκος πέθανε;», ἔλεγε. Ἔβλεπε τόν Κυριᾶκο κάπου ψηλά, μέσα στήν Ἐκκλησία.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἡ Κατερίνα ἦταν πολύ στενοχωρημένη μετά τόν θάνατο τοῦ Κυριάκου. Εἶχε συνέχεια ἕνα βάρος στό στῆθος καί συχνά πήγαινε στό σπίτι του καί ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητη. Μία ἡμέρα, ἐνῶ ἦταν ἐκεῖ στενοχωρημένη, βλέπει νά βγαίνη ἀπό τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἕνα φῶς σέ ἀκτῖνες καί ἄρχισε νά κλαίη, ἀλλά πλέον μέ δάκρυα χαρᾶς καί κατανύξεως. Ἀμέ-σως ἔφυγε τό βάρος καί ἡ στενοχώρια πού εἶχε καί στήν θέση της ἦρθε ἡ χαρά.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὁ Κυριᾶκος ὁ παράλυτος δέν ἐμποδίσθηκε ἀπό τήν παραλυσία του στήν ἐργασία τῆς ἀρετῆς καί στήν προσφορά πρός τόν πλησίον. Σ᾿ αὐτόν ἐπαληθεύτηκε καί ἐφαρμόστηκε ὁ Ἀποστολικός λόγος «ἡ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Ὁ ἀσώματος Θεός λατρεύεται μέ τόν νοῦ καί ἐπειδή εἶναι πνεῦμα ὁ Θεός, «ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ» πρέπει νά Τόν λατρεύωμε, ψυχῇ καί σώματι. Καί ἄν τό σῶμα ἀδυνατῆ, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ Κυριάκου, ἀρκεῖ ὁ καθαρός καί ἁγιασμένος νοῦς νά λατρεύση καί νά ἑνωθῆ μέ τόν Θεό.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ Κυριάκου τοῦ παραλύτου. Ἀμήν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/askhtes_ston_kosmo/askites-mesa-ston-kosmo/</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-15896404554046165722024-03-11T21:57:00.001+02:002024-03-11T21:57:52.639+02:00Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Κυριᾶκος, ὁ παράλυτος<div style="text-align: justify;"><img height="296" src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2020/11/KYRIAKOS.png" width="400" /></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ο μακαριστός Κυριᾶκος γεννήθηκε στό κατεχόμενο χωριό Σύσκληπος τῆς ἐπαρχίας Κερύνειας στίς 13 Ἀπριλίου τοῦ 1933. Γονεῖς του ἦταν ἡ Ροδοῦ καί ὁ Κωνσταντῖνος Καρκότης. Τό ὀνοματεπώνυμό του ἦταν Κυριᾶκος Κ. Καρκότης, ἀλλά σέ ὅλους ἦταν γνωστός ὡς ὁ «Κυριᾶκος ὁ παράλυτος». Ἐνόσῳ ζοῦσε, δέν ὑπῆρχε κόσμος τῆς Ἐκκλησίας στήν περιοχή Λευκωσίας καί ὄχι μόνο, πού νά μήν τόν γνώριζε. Μέχρι σήμερα τό ὄνομά του ἀκούγεται συχνά.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Φοίτησε στίς πρῶτες τάξεις τοῦ Δημοτικοῦ σχολείου τοῦ χωριοῦ του. Μικρό παιδί, ἦταν πολύ ζωηρός. Ἐνοχλοῦσε τ᾿ ἄλλα παιδιά καί ὅπως ἦταν γεροδεμένος, δέν ἦταν λίγες οἱ φορές πού τίς ἔτρωγαν τά ἄλλα παιδιά, λόγῳ τῆς φυσικῆς δύναμης πού εἶχε, ἀλλά καί λόγῳ τοῦ ἀτίθασου χαρακτῆρα του, γι᾿ αὐτό τόν φώναζαν «Τσάρο».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Μικρός ἔκανε ὅλο σκανδαλιές. Μία φορά ἄναψε τό μπαρούτι τοῦ πατέρα του στό δωμάτιο, πού εἶχε τούς μεταξοσκώληκες ἡ μάννα του. Οἱ μεταξοσκώληκες ἀπό τήν βρώμα τοῦ μπαρουτιοῦ ψόφησαν. Ἡ μάννα του τόν ἔκανε μαῦρο στό ξύλο.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Μία ἄλλη φορά ἔτρεχε μέ τό γαϊδούρι, τόσο πολύ, ὥστε νά χτυπήση τό κεφάλι του ἄσχημα σέ ἕνα κλαδί. Τό χτύπημα ἦταν πολύ δυνατό καί μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς του εἶχε ἕνα μεγάλο σημάδι στό κεφάλι.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος, μόλις ἔμαθε νά διαβάζη, ἀγόρασε μέ δύο σελίνια μία Ἁγία Γραφή. Ἄρχισε νά τήν διαβάζη μάλιστα μανιωδῶς. Πολλά χωρία τά μάθαινε ἀπ᾿ ἔξω.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Στήν Β΄ τάξη τοῦ Δημοτικοῦ σχολείου ἄρχισε νά ἐκδηλώνεται ἡ ἀσθένειά του. Μία ἡμέρα τελειώνοντας τό σχολεῖο, ἔνοιωσε πόνο στό πόδι του καί δέν μποροῦσε νά βαδίση γιά νά πάη στό σπίτι.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Μετά ἀπό ἰατρικές ἐξετάσεις διαπιστώθηκε ὅτι ἔπασχε ἀπό ὀξεία ρευματοειδῆ ἀρθρίτιδα. Τά ἰατρικά μέσα τότε ἦταν ἐλάχιστα. Παρ᾿ ὅλο πού οἱ γονεῖς του τόν πῆγαν σέ διάφορους γιατρούς, ὁ Κυριᾶκος ἄρχισε σιγά–σιγά νά παραλύη. Σ᾿ αὐτό συνετέλεσε καί ἡ λανθασμένη ἰατροφαρμακευτική ἀγωγή πού τοῦ δόθηκε.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Μετά ἀπό αὐτό δέν πῆγε ξανά σχολεῖο. Τά γράμματα πού ἔμαθε ἦταν μέχρι τήν Β΄ τάξη τοῦ Δημοτικοῦ. Ἡ κατάστασή του ὅλο καί ἐπιδεινωνόταν ἔχοντας σάν ἀποτέλεσμα νά καταλήξη πρῶτα στήν καρέκλα καί μετά στό κρεββάτι. Μέ τόν καιρό τό σῶμα του καί τά ἄκρα, χέρια καί πόδια, ἄρχισαν νά ἀτροφοῦν, νά μήν ἀναπτύσσωνται κανονικά καί τό σῶμα του νά εἶναι ἄκαμπτο, σάν σανίδα. Τό μόνο πού μεγάλωνε κανονικά, ἦταν τό κεφάλι του.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Πέρασαν ἀρκετά χρόνια στό χωριό μέ τόν Κυριᾶκο στό κρεββάτι καί τήν μακαριστή Ροδοῦ, τήν μητέρα του, νά τόν περιποιῆται. Τά χρόνια περνοῦσαν, ἡ Ροδοῦ μεγάλωνε σέ ἡλικία, ἀλλά καί ὁ Κυριᾶκος ἀπό παιδάκι ἔγινε ἄντρας μέ πολύ περισσότερο βάρος. Τά πάντα γίνονταν στό κρεββάτι. Πρᾶγμα δύσκολο γιά τήν ἡλικιωμένη μητέρα.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Τό 1959 ἀποφάσισαν οἰκογενειακῶς νά κατεβοῦν στήν Λευκωσία. Συγκεκριμένα σέ ἕνα μεγάλο προάστειο τῆς Λευκωσίας, τόν Ἅγιο Δομέτιο. Ἐκεῖ ἦταν οἱ ἀδελφές τοῦ Κυριάκου παντρεμένες, ἡ Ἑλένη καί ἡ Δέσποινα. Ἦταν καί οἱ μοναδικές πού εἶχε. Δέν εἶχε ἄλλα ἀδέλφια.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Στό σπίτι τῆς Δέσποινας, στό πίσω μέρος, ἔφτειαξαν δύο δωμάτια ἀρκετά εὐρύχωρα καί ἐκεῖ ἐ-γκαταστάθηκε ὁ Κυριᾶκος μέ τούς γονεῖς του.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Στήν ἀρχή ὁ κόσμος πήγαινε ἀπό περιέργεια, ἀλλά καί ἀπό φιλότιμο, ἐξασκώντας τήν ἀρετή τῆς ἀγάπης, νά δῆ ἕναν παράλυτο στό κρεββάτι καί συγχρόνως νά τοῦ πῆ ἕναν λόγο παρηγοριᾶς. Ὅμως τά πράγματα τελικά ἀντιστρέφονται. Ὁ κόσμος πήγαινε νά παρηγορήση καί ἔφευγε παρηγορημένος.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ἐν τῷ μεταξύ συνέχιζε νά διαβάζη διάφορα βιβλία. Μέχρι σήμερα στό δωμάτιό του ὑπάρχει μία μεγάλη βιβλιοθήκη. Τοῦ ἔβαζαν στό στῆθος ἕνα μικρό ξύλινο ἀναλόγιο, τοποθετοῦσαν ἀνοιχτό τό βιβλίο πάνω στό ἀναλόγιο καί αὐτός διάβαζε. Τά φύλλα τά γύριζε μέ ἕνα μικρό ξυλάκι πού κρατοῦσε στό στόμα, γιατί τά χέρια του εἶχαν παραλύσει. Ἐπίσης μέ τό στόμα ἔμαθε νά γράφη καί πιό μικρός νά ζωγραφίζη.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Οἱ Θεολόγοι, οἱ Ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς κηρύττουν ἀπό τούς Ναούς καί τόν ἄμβωνα, ὁ Κυριᾶκος κηρύττει ἀπό τό κρεββάτι. Ὅταν τόν ρωτοῦσες «τί κάνεις;», ἔλεγε «Δόξα τῷ Θεῷ, καλά». Ἀμέσως ἔμπαινε στό θέμα, πού δέν ἦταν ἄλλο ἀπό τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Στήν ἀρχή ὁ κόσμος ἦταν λίγος, γι᾿ αὐτό εὕρισκε καί χρόνο γιά μελέτη. Μετά ὁ κόσμος αὐξήθηκε. Ἡ πόρτα ἦταν συνέχεια ἀνοικτή. Τό δωμάτιό του ἀπό τό πρωΐ μέχρι ἀργά τό βράδυ ἦταν γεμᾶτο κόσμο. Κάποια ἄτομα ἦταν ταγμένα νά τόν ὑπηρετοῦν, μέ πρώτη τήν Κατερίνα ἀλλά νά ὑπηρετοῦν καί τούς ἐπισκέπτες.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ἡ Κατερίνα ἦταν κοντοχωριανή του. Ἐλεύθερη κοπέλλα, τοῦ Θεοῦ ἄνθρωπος. Ὅταν δέν δούλευε, ἦταν συνέχεια δίπλα του. Βοηθοῦσε τήν μάννα του νά τόν πλύνουν καί νά καθαρίσουν. Ἦταν ἡ οἰκονόμος του, κρατοῦσε τόν «τενεκέ» μέ τά λεφτά του, τά ὁποῖα ἔπαιρνε μέ τό ἕνα χέρι καί τά ἔδινε μέ τό ἄλλο.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ὁ Κυριᾶκος ἦταν πολύ σχολαστικός μέ τήν καθαριότητα. Σέ αὐτό τό θέμα εἶχε ἀπαιτήσεις. Τίποτα δέν ζητοῦσε, ἀλλά σέ θέματα καθαριότητας, ὅταν κάτι δέν τοῦ ἄρεσε, ζητοῦσε νά τό ξανακάνουν, κυρίως ἀπό τήν Κατερίνα πού εἶχε τό θάρρος. Πολλές φορές ἔρχονταν γυναῖκες καί ἤθελαν νά σκουπίσουν ἤ νά καθαρίσουν. Στήν ἐρώτηση τῆς Κατερίνας «ἀφοῦ εἶναι καθαρά, τί τίς βάζεις καί κάνουν;», ἀπαντοῦσε «ἄστες καί αὐτές νά κάνουν κανένα ψυχικό».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Τό ἱεραποστολικό ἔργο τοῦ Κυριάκου σιγά–σι-γά ἀναπτύχθηκε ποικιλοτρόπως. Τότε δέν ὑπῆρχε τό Χριστιανικό Βιβλιοπωλεῖο τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς. Ὁ κόσμος δέν γνώριζε ποιό εἶναι τό καλό βιβλίο καί ποῦ νά τό βρῆ. Φρόντιζε, λοιπόν, νά προμηθεύεται βιβλία καί νά τά πουλᾶ σέ χοντρικές τιμές. Μετά ἀπό μία συζήτηση, πρότεινε καί τό κατάλληλο βιβλίο καί ἔτσι ὁ κόσμος ὠφελεῖτο διπλᾶ.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Παράλληλα διοργάνωνε στό σπίτι του ὁμιλίες. Μαζευόταν ἀρκετός κόσμος καί τό σπίτι του γέμιζε ἀσφυκτικά. Τακτικός καλεσμένος ἦταν ὁ π. Φιλόθεος τῆς Ἱ. Μ. Μαχαιρᾶ. Τίς ὁμιλίες αὐτές, ἀλλά καί ἄλλων ἱεροκηρύκων, τίς ἔγραφε σέ κασσέττες καί τίς μοίραζε. Ἀπό τό σπίτι τοῦ Κυριάκου πέρασαν ἄτομα πού ἀργότερα ἔγιναν Ἀρχιερεῖς, ὅπως ὁ Μητροπολίτης Κερηνείας κ. Παῦλος καί ὁ Σαλαμίνος κ. Βαρνάβας. Ἐπίσης πολλοί πού μετά ἔγιναν μοναχοί, ὁ π. Γαβριήλ Σιόκουρος, ὁ π. Σάββας τῆς Ἱ. Μ. Σταυροβουνίου, ἡ Ξένη μοναχή, οἱ μοναχές Προκοπία, Φωτεινή, Ἀναστασία, ἀκόμη καί Θεολόγοι, ἱεροψάλτες, ἐγγράμματοι καί ἀγράμματοι, πλούσιοι καί φτωχοί καί κάθε κοινωνικῆς τάξης ἄνθρωποι.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Ἐπίσης ὁ μακαριστός Κυριᾶκος ἦταν ἱδρυτικό μέλος τοῦ Συλλόγου “Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους”. Τά πρῶτα 100 μέλη στόν Σύλλογο γράφτηκαν στό σπίτι τοῦ Κυριάκου καί μέ δική του παρότρυνση. Ὁ Σύλλογος αὐτός ἐκδίδει τό περιοδικό “Ὀρθόδοξη Μαρτυρία”, μέ πολύ πνευματικό περιεχόμενο. Διοργανώνει προσκυνηματικές ἐκδρομές καί ἀγρυπνίες σέ διάφορους Ναούς. Μέχρι τότε, αὐτά ἦταν ἄγνωστα γιά τήν κυπριακή κοινωνία.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">Σάν Πνευματικό του εἶχε τόν π. Σάββα Λάμπρου τῆς Ἱ. Μ. Σταυροβουνίου, ὁ ὁποῖος κάποια στιγμή ἀκολούθησε τό παλαιό ἡμερολόγιο καί ἔφυγε ἀπό τήν Μονή καί πῆγε στήν Πάρο. Ἐδῶ νά σημειώσωμε ὅτι ἡ Μονή ἀκολουθεῖ τό νέο ἡμερολόγιο.(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-family: arial; font-size: x-large;">https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/askhtes_ston_kosmo/askites-mesa-ston-kosmo/</span></div>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-43797580053109803922024-03-11T04:30:00.001+02:002024-03-11T04:30:00.147+02:00Η γενιά που φεύγει σιγά – σιγά <div style="text-align: justify;"><a href="https://www.press365.gr/wp-content/uploads/2024/01/411302397_7050123151701910_5277515872025045743_n.jpg" style="font-size: xx-large;"><img src="https://www.press365.gr/wp-content/uploads/2024/01/411302397_7050123151701910_5277515872025045743_n-512x336.jpg" /></a></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;">Όλοι εμείς, οι πάνω από 55, 60, 70 είμαστε μια γενιά που δεν επιστρέφει:</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που περπάτησε και γύρισε από το σχολείο με τα πόδια.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που ο δάσκαλός σου σε έστελνε στο γραφείο να πάρεις κιμωλία …</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που στο σχολείο έκανε έπαρση και υποστολή της σημαίας.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που σπούδασε μόνη της, που δεν είχαν λεφτά οι γονείς μας για ιδιαίτερα μαθήματα και όμως δεν τα παρατήσαμε…</div><div style="text-align: justify;">Αν τότε δεν καταλάβαινες κάτι, έμενες μετά το μάθημα και σου το το εξηγούσαν.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που έγραψε στα ημερολόγιά της και στο άλμπουμ αποφοίτησεως, μια γενιά μαθητών και μαθητριών που έκαναν την εργασία τους μόνοι τους, δεν τους βοηθούσαν οι γονείς τους, γιατί ήταν στα χωράφια, στις δουλειές, στα γραφεία τους.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που θεωρούσε ντροπή να κάθεται στο λεωφορείο στο κάθισμα, δίπλα σε έναν όρθιο ενήλικα, γέροντα, έγγυο και γενικά σε όποιον είχε ανάγκη.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που γελούσε πολύ τα βράδια σιγά με τα αδέρφια τους πριν κοιμηθούν, για να μην ξέρουν οι γονείς τους, ότι είναι ξύπνιοι…</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που πίστευε στον Θεό, που σεβόταν απόλυτα τους γονείς, τους δασκάλους και τους γείτονες.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που έπαιζε στο δρόμο, στις λάσπες, στα οικόπεδα και έπινε νερό από την βρύση ή από το πηγάδι.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που αγάπησε την οικογένεια, την πατρίδα, το καλό, το όμορφο, την αλήθεια.</div><div style="text-align: justify;">Εμείς, οι πάνω από 60, 70, είμαστε μια γενιά που δεν επιστρέφει.</div><div style="text-align: justify;">Μια γενιά που δεν κατάφερε να γεμίσει την ψυχή και την καρδιά των παιδιών της και των εγγονών της από πατρίδα, σημαία, ελληνικό πολιτισμό, ένδοξη ιστορία και την θρησκεία της αγάπης, την ορθόδοξη πίστη.</div><div style="text-align: justify;">Κάναμε όμως λάθη, ανεχθήκαμε τους απάτριδες, τους αντεθνικούς, τους ανθέλληνες, τους εχθρούς της πίστης, της πατρίδος, των ιερών και των οσίων μας, λόγω….μόδας!!</div><div style="text-align: justify;">Αφήσαμε να μπουν στα σχολεία απαίδευτοι δάσκαλοι και καθηγητές, αφήσαμε να κυριαρχήσει το ρουσφέτι και η αναξιοκρατία, αφήσαμε να διδάσκουν πλαστή ιστορία και να σβήνουν τον πολιτισμό, καταργήσαμε την γλώσσα μας, λόγω…μόδας!!!</div><div style="text-align: justify;">Κάναμε τα σκυλάδικα μέρος του πολιτισμού μας, λόγω…μόδας!!</div><div style="text-align: justify;">Φτάσαμε σήμερα να υποχρεωνόμαστε λόγω…ομοφοβίας να ανεχόμαστε το ανώμαλο ως ομαλό, το παρά φύσιν ως… φυσικό, γινόμαστε θεατές της κοινωνικής διάλυσης, της κατάργησης όλων των θεσμών..λόγω μόδας!!!</div><div style="text-align: justify;">Εάν τώρα στο τέλος δεν αντιδράσουμε, δεν αντισταθούμε, θα είμαστε υπαίτιοι για το τέλος της Ελλάδος μας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://www.press365.gr/?p=62526</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-89696745019650574972024-03-11T00:57:00.000+02:002024-03-11T00:57:00.049+02:00Οταν το αφύσικο γίνεται φυσιολογικό <div style="text-align: justify;"><a href="https://www.press365.gr/wp-content/uploads/2024/02/gay-marriage-790x400-1.jpg" style="font-size: xx-large;"><img height="191" src="https://www.press365.gr/wp-content/uploads/2024/02/gay-marriage-790x400-1-702x336.jpg" width="400" /></a></div><div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: xx-large;"><br /></span></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;">Ελένη Παπαδοπούλου* (συγγραφέας)</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Είναι πολύ απλό το αφύσικο να γίνει φυσιολογικό. Πρώτα βάζεις το θέμα στο τραπέζι. Πάντα υπάρχουν οι καλοθελητές που θα κάνουν την αρχή. Το τυλίγεις με ένα αμπαλάζ πιασιάρικο, ευαισθητούλικο, να έχει κάτι από «ανθρώπινα δικαιώματα», «ισότητα», «δημοκρατία».</div><div style="text-align: justify;">Και το δίνεις σε πολιτικούς «προοδευτικούς» και συνεργαζόμενα ΜΜΕ για να ξεκινήσει η προπαγάνδα στην κοινωνία.</div><div style="text-align: justify;">Συγχρόνως οργανώνεις τη διαπόμπευση, τον τραμπουκισμό, τη συκοφάντηση, ακόμη και το κυνήγι όποιου τολμήσει να πει ότι ο γάιδαρος δεν πετάει. Διότι κατά τον «προοδευτικό νου» ο γάιδαρος φυσικά και πετάει.</div><div style="text-align: justify;">Και εκτός από τον ιπτάμενο γάιδαρο, έχουν δικαίωμα σε πτήσεις και η κατσίκα και ο ασβός και άλλα ζώα, τα οποία ναι μεν δεν τα προίκισε η φύση με φτερά, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία στις μέρες μας.</div><div style="text-align: justify;">Αφού, λοιπόν, βομβαρδίσεις την κοινωνία με όλες τις μουρλές θεωρίες και πεποιθήσεις διαφόρων που σε παλαιότερες εποχές θα ήταν του γιατρού, αλλά τώρα τους ακούμε με ανοιχτό το στόμα, το παράλογο, το αφύσικο, το εξωφρενικό αρχίζει και φαίνεται συμπαθές. Εξοικειώνεται το κοινό με τον ιπτάμενο ασβό.</div><div style="text-align: justify;">Σου λέει, αυτός δηλαδή γιατί να μη δει τη γη από ψηλά όπως ο αετός;</div><div style="text-align: justify;">Και έτσι αρχίζει η κοινωνία να σκέφτεται πόσο αδικημένα είναι από τη φύση ο ασβός, το κουνάβι, ο τράγος και πώς θα αποκατασταθεί η αδικία. Ερχεται, λοιπόν, ο «προοδευτικός» πολιτικός και δίνει λύση.</div><div style="text-align: justify;">Με έναν νόμο και ένα άρθρο όλα αυτά τα ζώα που δεν μπορούν να πετάξουν θα αποκτήσουν φτερά.</div><div style="text-align: justify;">Υπάρχουν βέβαια και μερικοί γραφικοί, κάτι συντηρητικοί, καθόλου ανοιχτόμυαλοι που επιμένουν πως αυτό δεν γίνεται. Και έχουν καταντήσει στις μέρες μας οι λογικοί να φαίνονται ζουρλοί και οι ζουρλοί κανονικοί άνθρωποι.</div><div style="text-align: justify;">Ο,τι ακριβώς συνέβη και στο θεατρικό έργο του Ιονέσκο «Ρινόκερος». Οταν εμφανίστηκε ο πρώτος ρινόκερος στην πόλη, όλοι ήταν ανάστατοι. «Τι είναι αυτό;» έλεγαν. Σιγά σιγά οι ρινόκεροι πολλαπλασιάζονταν. Ο κόσμος άρχιζε να τους συνηθίζει.</div><div style="text-align: justify;">Δεν προκαλούσαν πια εντύπωση. Μέχρι που τελικά όλοι στην πόλη έγιναν κι αυτοί ρινόκεροι και ο ήρωας έμεινε ο μόνος άνθρωπος. Δεν είναι τυχαία η επιλογή του ζώου από τον συγγραφέα.</div><div style="text-align: justify;">Ετσι και τώρα. Οι ρινόκεροι γίνονται κανονικότητα και ο κόσμος συνηθίζει. Μόνο που όσοι αποδέχονται τους ρινόκερους μετατρέπονται και οι ίδιοι σε παχύδερμα. Οι άνθρωποι τελικά σε αυτήν τη χώρα θα μείνουν μία μειοψηφία;</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">*Διδάκτωρ Διδακτολογίας Γλωσσών και Πολιτισμών, Πανεπιστημίου Paris III-Sorbonne Nouvelle</div><div style="text-align: justify;">https://www.press365.gr/?p=63048</div></span></div>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-72721623423906206712024-03-10T18:28:00.000+02:002024-03-10T18:28:21.342+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Τατιανή Σαββίδου<span style="font-size: x-large;"><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/03/TATIANA.png" /><br /><br />Η ἀείμνηστη Τατιανή Σαββίδου γεννήθηκε τό ἔτος 1905 στό Κάρς τῆς Μ. Ἀσίας. Ἡ οἰκογένειά της ἦταν πολυμελής καί ἐκ παραδόσεως πιστή καί εὐλαβής. Λόγῳ τοῦ Ρωσσοτουρκικοῦ πολέμου ἀναγκάστηκαν νά καταφύγουν στά μέρη τῆς Οὐκρανίας. Ἐκεῖ ἡ Τατιανή τελείωσε τό Δημοτικό σχολεῖο καί ἔμαθε ρωσσικά ἄπταιστα. Ὅταν ὅμως ἐπεκράτησαν οἱ κομμουνιστές, ἦλθε ἡ οἰκογένειά της στήν Ἑλλάδα τό ἔτος 1922. Ἡ Τατιανή ἦταν τότε περίπου 17 ἐτῶν. Ὁ πρῶτος τόπος πού στάθμευσαν ἦταν ἡ Μακρόνησος ὅπου τούς κράτησαν σέ «καραντίνα». Ἐκεῖ ἀπεβίωσαν οἱ γονεῖς της καί τά ἀδέλφια της. Αὐτή μέ τά δυό μεγαλύτερα ἀδέρφια πού ἐπέζησαν μετά ἀπό περιπέτειες δυό μηνῶν σέ διάφορα μέρη τῆς Ἑλλάδος, ἦρθαν στήν Πτολεμαΐδα. Παντρεύτηκε μέ τόν Ἡρακλῆ Σαββίδη καί ὕστερα ἐγκαταστάθηκαν μονίμως στήν Βέροια. Ἀπέκτησαν δέκα παιδιά ἐκ τῶν ὁποίων ἐπέζησαν τά πέντε.<br /><br />Στήν Βέροια συνδέθηκε μέ Χριστιανικές ἀδελφότητες καί μέ Πνευματικό. Προσπαθοῦσε ὅ,τι ἄκουγε στά κηρύγματα ἢ διάβαζε στά βιβλία, νά τό κάνη πράξη.<br /><br />Ἡ Τατιανή ἐξωτερικῶς δέν εἶχε κάτι τό ἐντυπωσιακό. Ἦταν μετρίου ἀναστήματος μέ πρόσωπο ἰσχνό, ἀδύνατο καί «σῶμα ἀραχνῶδες». «Τά χεράκια της ἦταν σάν δυό “τσάκνα” (λεπτά ξύλα). Ὅταν τά σήκωνε γιά προσευχή ἔτσι φαίνονταν». <b>Ὅμως μέσα σ᾽ αὐτό τό σκελετωμένο σῶμα κρυβόταν μία ψυχή γεμάτη ἀπό τήν φλόγα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἦταν πλήρης πίστεως καί ἀγάπης πρός τόν Θεό.</b> Ἔλεγε συχνά: «Ἀγαπῶ τόν Θεό». Παρακινοῦσε πάντοτε καί τούς γύρω της μέ τήν φράση τῆς ὑμνογραφίας: <b>«Τέκνα, ἀγαπᾶτε τόν Θεόν καί μηδέν ἀνταλλάσσετε τῆς ἀγάπης αὐτοῦ»</b>.<br /><br />Χαιρόταν ὅταν οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ της τήν ἀκολουθοῦσαν στήν πνευματική ζωή καί ὅταν ἔβλεπε τά παιδιά της ἀπό νωρίς στήν Ἐκκλησία. Τά εἶχε διαπαιδαγωγήσει ἔτσι ὥστε νά μή χάνουν τόν Ὄρθρο τῶν Κυριακῶν καί ἑορτῶν. Στίς 6.30΄ τό πρωΐ ξυπνοῦσαν νά ἑτοιμασθοῦν γιά τήν Ἐκκλησία, ἀκόμη καί τόν χειμῶνα μέ πολύ κρύο. Ἡ ἴδια πήγαινε στήν Ἐκκλησία πρίν ἀρχίση ὁ Ὄρθρος. Ἔπεισε ἕνα παιδί της πού ἔμαθε νά ψάλλη, νά θυσιάζη τό ποδόσφαιρο γιά νά παρακολουθῆ καί τούς Ἑσπερινούς τοῦ Σαββάτου.<br /><br />Ἡ Τατιανή ζοῦσε καί χαιρόταν τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἐκμυστηρεύθηκε στόν γυιό της ὅτι τέτοια ἦταν ἡ χαρά της κατά τήν θεία Λειτουργία ὥστε ἂν κάποιος ἐκείνη τήν ὥρα τῆς ἔδινε μία μαχαιριά στήν καρδία, δέν θά αἰσθανόταν τίποτε. <b>«Χαρά μου εἶναι ἡ θεία Λειτουργία καί ἡ μεγαλύτερη λύπη μου εἶναι τό “δι᾽ εὐχῶν”», ἔλεγε. Δηλαδή τήν λυποῦσε τό ὅτι τελείωνε ἡ θεία Λειτουργία.</b><br /><br />Ἡ Τατιανή ζοῦσε καί ἔβλεπε θεῖα γεγονότα μέσα στήν Λειτουργία. Κάποτε ὁ διάκονος τοῦ ἁγίου Γεωργίου καί τώρα ἐφημέριος στούς ἁγίους Ἀναργύρους π. Χρῆστος Βαρελᾶς διερωτᾶτο ἂν πράγματι, ὅταν ψέλνεται τό χερουβικό –«οἱ τά χερουβίμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…»–παρίστανται ἀοράτως Ἄγγελοι στήν Ἁγία Τράπεζα. <b>Ὁπότε μία φορά κατά τήν θεία Λειτουργία ἄκουσε πετάγματα Ἀγγέλων καί αἰσθάνθηκε ὅτι τόν χτύπησαν φτερά στήν πλάτη</b>. Αὐτό τό διηγήθηκε στήν Τατιανή καί ἐκείνη τοῦ εἶπε: «Ἔ! π. Χρῆστο. Δέν ξέρεις ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι γύρω μας; Ἐγώ πολλές φορές ἐδῶ στόν ἁη–Γιώργη ἔχω δεῖ καί Ἀγγέλους καί Ἁγίους».<br /><br /><b>Ἡ μεγάλη της χαρά ἦταν ἡ προσευχή. Ἔλεγε ὅτι κατά τήν προσευχή της αἰσθανόταν μέσα της σκιρτήματα θείας ἀγαλλιάσεως.</b> Κουνώντας τό χέρι της ἄλλη φορά ἔλεγε: «Τί νά σᾶς πῶ, παιδιά μου; Τί λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος; “Τῇ προσευχῆ προσκαρτεροῦντες”<a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-2/#_ftn1">[1]</a>. Καί ἐμεῖς δέν πρέπει νά εἴμαστε ράθυμοι καί ὀκνηροί στήν προσευχή, νά μήν κουραζώμαστε εὔκολα. Δυστυχῶς ὁ κόσμος μᾶς κάνει νά ξεχνοῦμε πολλές φορές τόν Θεό. Μᾶς ἀπορροφοῦν οἱ βιοτικές μέριμνες γι᾿ αὐτό δέν κατορθώνουμε νά ἀφιερώσουμε λίγο χρόνο, πρωΐ καί βράδυ, γιά νά ἐπικοινωνήσουμε μέ τόν Θεό, καί φερόμαστε σάν τά ζῶα».<br /><br />Ἐνῶ περιστοιχιζόταν ἀπό τά παιδιά της καί ἀπό πολλά ἐγγόνια καί φρόντιζε γιά τό σπίτι της, οὐδέποτε ὅμως ἄφησε τήν προσευχή καί τήν Ἐκκλησία. Χαρακτηριστικά ἔλεγε: <b>«Θέλω ὅλοι νά μέ ξεχάσετε. Ἀφῆστε με μόνη μέ τόν Θεό»</b>.<br /><br />Ὅταν χτυποῦσε ἡ καμπάνα γιά Ἑσπερινό ἤ θεία Λειτουργία, ἡ Τατιανή ὅ,τι κι ἄν ἔκανε τό ἄφηνε γιά νά τρέξη στήν Ἐκκλησία. Κάποτε πού ἄρμεγε τήν ἀγελάδα καί ἦρθε ἡ ὥρα τοῦ Ἑσπερινοῦ παράτησε τόν κουβᾶ μέ τό γάλα στή μέση τῆς αὐλῆς καί πῆγε γιά τόν Ἑσπερινό. Τό φυσιολογικό θά ἦταν νά τό εἶχαν πιῆ οἱ πολλές γάτες πού εἶχαν ἤ νά τό εἶχαν χύσει τά ἄλλα ζῶα. Ἐν τούτοις τό βρῆκε ἄθικτο ὅταν ἐπέστρεψε.<br /><br /><b>Ἀγαποῦσε καί εὐλαβεῖτο ἀπεριόριστα ὅλους τούς ἱερεῖς. Ποτέ της δέν κατέκρινε ἤ σχολίασε πράξεις ἱερέων.</b> Ὅλους τούς ἔβλεπε καλούς καί ζητοῦσε τήν εὐχή τους. Συχνά ἔστελνε πρόσφορα σέ ἱερεῖς ἄλλων ἐνοριῶν. Καί οἱ ἱερεῖς τήν ἀγαποῦσαν καί τήν σέβονταν ἐξ αἰτίας τῆς ζωῆς της πού ἦταν δοσμένη στόν Θεό.<br /><br />Ἡ ἴδια κάθε πρωΐ πήγαινε στήν Ἐκκλησία εἴτε εἶχε θεία Λειτουργία εἴτε μόνο Ὄρθρο. Τήν ἡμέρα ἀπασχολεῖτο μέ τίς δουλειές τοῦ σπιτιοῦ καί μέ τήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί πνευματικῶν βιβλίων. Τό ἀπόγευμα πήγαινε στόν Ἑσπερινό καί καθόταν στό ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου μέχρι τίς δυό μετά τά μεσάνυχτα. Οἱ ἱερεῖς τῆς Παναγίας Δεξιᾶς τῆς εἶχαν δώσει κλειδιά τοῦ ναοῦ. Προσευχόταν συνήθως γονατιστή μέ ὑψωμένα τά χέρια πρός τήν Παναγία καί βυθιζόταν στήν προσευχή. Μία φορά πού προκλήθηκε ἕνας ἰσχυρός θόρυβος πίσω ἀπό τήν εἰκόνα καί οἱ ἄλλοι τρόμαξαν, ἡ κυρα–Τατιανή ἔμεινε ἀτάραχη.<br /><br />Κατά τήν ὥρα τῆς λατρείας ἦταν τελείως ἀφωσιωμένη στά τελούμενα. Στό “Ἄξιόν ἐστιν” ἦταν ὄρθια, σχεδόν στίς μύτες τῶν ποδιῶν της μέ τά χέρια ἀνοιχτά. Δέν ἀνεχόταν ἐκείνη τήν ὥρα νά βλέπη κάποια κοντά της νά κάθεται, καί ἀμέσως τήν ἔλεγε νά σηκωθῆ. Δέν παρεξηγεῖτο κανείς γιατί ὅλους τούς ἀγαποῦσε. Ἄλλες φορές κατά τήν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας ἔλεγε ὅτι αἰσθανόταν εὐωδία ἔντονη.<br /><br />Προσευχόταν νοερῶς, ἐπεκαλεῖτο πολλούς Ἁγίους καί ἔκανε παρακλήσεις καί ὅλες τίς Ἀκολουθίες. Αὐτό τό τυπικό της τό κράτησε καί στήν Κατοχή. Μία νύχτα, τότε πού ἦταν φόβος καί κίνδυνος νά κυκλοφορῆς ἔξω στούς δρόμους, ἡ κυρα–Τατιανή φεύγοντας ἀπό τό ναό γιά τό σπίτι της εἶπε στόν ἅγιο Γεώργιο: «Ἅγιε Γεώργη μου, νά μέ πᾶς στό σπίτι». Ἐνῶ βάδιζε ἄκουγε δίπλα της βήματα ἀλόγου. Μόλις ἔφθασε σπίτι της ἄκουσε ἀπό τόν ἀόρατο συνοδό της νά λέη: «Καληνύχτα». Τότε κατάλαβε ὅτι ἦταν ὁ ἅγιος Γεώργιος πού τήν συνώδευσε μέχρι τό σπίτι της.<br /><br />Ὁ παπα–Χρῆστος ὁ Βαρελᾶς συζητοῦσε κάποτε μέ ἕνα στρατιωτικό. Ρωτοῦσε ὁ ἀξιωματικός: «Ἄραγε ὑπάρχουν σήμερα Χριστιανοί πού προσεύχονται τή νύχτα καί κάνουν ἀγρυπνία;». Τοῦ ἀπαντᾶ ὁ παπα–Χρῆστος: «Ὑπάρχουν». Τόν φέρνει νύχτα στό ναό, ἀνοίγει τήν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας καί φωνάζει: «Κυρα–Τατιανή!» καί ἀκούει φωνή: «Παπα–Χρῆστο ἐσύ εἶσαι;». Τότε λέγει ὁ ἀξιωματικός: «Δόξα σοι, ὁ Θεός. Ἂς ὑπάρχη καί ἕνας Χριστιανός νά νυχτερεύη (ἀγρυπνῆ)!».<br /><br />Στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Γεωργίου ἦταν ἕνας Ἐσταυρωμένος μπροστά στόν ὁποῖο συνήθως προσευχόταν ἡ κυρα–Τατιανή. Κάποτε πῆγε ἡ νεωκόρος νά καθαρίση τήν Ἐκκλησία καί βλέπει τήν κυρα–Τατιανή νά προσεύχεται. Ἀφοῦ τελείωσε καί πῆγε νά τήν καληνυχτίση, δέν ἦταν ἐκεῖ ἡ κυρα–Τατιανή, ἐξαφανίσθηκε. Ὕστερα ἔμαθε ὅτι ἐκεῖνο τό διάστημα ἦταν στήν Ἀθήνα καί ὅταν ἀργότερα τήν ρώτησε σχετικά, ἀπήντησε ὅτι πράγματι ἔλειπε στήν Ἀθήνα ἀλλά ὅτι μέ τό νοῦ της ἦταν ἐκεῖ μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο.<br /><br />Κάποτε καθάριζε ἡ κυρα–Τατιανή τήν Ἐκκλησία καί ἔκλαιγε. Εἶπε στή νεωκόρο: «Ἀναστασία, μέ χτύπησε ὁ σατανᾶς μέ τά δυό του χέρια στήν πλάτη». Ἐκείνη δέν τό πίστεψε καί γελοῦσε. «Μή γελᾶς», τῆς εἶπε, «φώναξε τόν πάτερ». Ἦρθε ὁ ἱερέας καί τῆς σταύρωσε τήν πλάτη μέ τήν ἁγία λόγχη. <b>Ἐπειδή ἡ κυρα–Τατιανή προσευχόταν πολύ ὁ σατανᾶς θύμωσε καί τήν χτύπησε.</b><br /><br />Δυό ἀνιψιές τῆς Τατιανῆς, ἡ Χ. καί ἡ Δ., ἔμειναν ἕνα βράδυ στό σπίτι της. Αὐτή περιποιήθηκε τίς ἀνιψιές της, τίς ἔβαλε νά φᾶνε, τίς ἔστρωσε νά κοιμηθοῦν καί ἡ ἴδια ἄρχισε μετά τίς προσευχές της. Τότε λέγει περιπαικτικά ἡ Χ. στήν Δ.: «Κοίταξε πῶς προσεύχεται» καί γελοῦσε. Ἡ Δ. τῆς ἔλεγε: «Σταμάτα, γιατί μᾶς ἀκούει». Αὐτό κράτησε λίγη ὥρα, ἐνῶ ἡ θεία Τατιανή ἦταν προσηλωμένη στήν προσευχή. Μόλις κοιμήθηκαν οἱ δυό ἀνιψιές της κάποια στιγμή αὐτή πού κορόϊδευε τήν θεία της, ξύπνησε ταραγμένη, ἔβγαλε μία φωνή καί πετάχθηκε ὄρθια˙ ἔτρεμε ὁλόκληρη καί τό μάγουλο της ἦταν κόκκινο. Διηγήθηκε ὅτι ἦρθε κάποιος, τῆς ἔδωσε ἕνα δυνατό χαστούκι καί σάν νά τῆς ἔφυγε τό μυαλό. Ἡ θεία κατάλαβε τί εἶχε συμβῆ καί προσπαθοῦσε νά τήν παρηγορήση.<br /><br />Ἕνα βράδυ ἦρθαν στό σπίτι της νά φιλοξενηθοῦν κάποιοι συγγενεῖς της, ἀλλά ἡ Τατιανή ἔλειπε στήν Ἐκκλησία γιά τό Ἀπόδειπνο. Μετά ἔκανε καί τήν ἀτομική της προσευχή πού διαρκοῦσε ὧρες. Ὁ γυιός της πῆγε νά τήν εἰδοποιήση. Μισανοίγοντας τήν πόρτα τοῦ ναοῦ φωνάζει χαμηλόφωνα: «Μάννα» ἀλλά δέν παίρνει ἀπάντηση. Ξαναφωνάζει: «Μάννα ἔχουμε ξένους» καί ἡ ἀπάντηση ποντιακά σύντομη, αὐστηρή καί κοφτή: «Μή μοῦ χαλᾶς τήν εὐχή μου. Πήγαινε, πήγαινε». Ἐκείνη ἔπειτα ἀπό ὥρα καί πλέον πῆγε στό σπίτι.<br /><br />Καί ὅμως, ἐνῶ τόσες ὧρες καθημερινά ἦταν στήν Ἐκκλησία, δέν ἄφηνε ἀνοικοκύρευτο τό σπίτι της. Τό εἶχε πάντα καθαρό καί περιποιημένο. Τά φαγητά της ἦταν νόστιμα καί στήν ὥρα τους. Ἤξερε καλά τήν ποντιακή μαγειρική. Τίς Κυριακές τῆς Μ. Σαρακοστῆς γιά νά ἀποζημιώση καί νά παρηγορήση τά παιδιά της ἀπό τή νηστεία, τούς μαγείρευε πολύ νόστιμες σουπιές.<br /><br /><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/03/TATIANA-STEFANIDOY.png" /><br /><br />Ἐπί πλέον φρόντιζε ἐπιμελῶς καί γιά τήν καθαριότητα τοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου Γεωργίου, τῶν παρεκκλησίων τῆς Ἐνορίας ἀλλά καί ἄλλων Ἐκκλησιῶν τῆς Βέροιας. Καί ἡ ἴδια κοπίαζε γιά τήν εὐπρέπεια τῶν οἴκων τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί διέθετε γι᾽ αὐτό τήν σύνταξη πού ἔπαιρνε ἀπό τόν ΟΓΑ. Κάθε ἑβδομάδα ἑτοίμαζε πρόσφορα γιά τόν ἅγιο Γεώργιο καί γιά ἄλλες Ἐκκλησίες.<br /><br /><b>Ἡ χαρά τῆς Τατιανῆς ἦταν νά παραμένη πολλές ὧρες στό ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου προσευχομένη καί φιλοκαλοῦσα τό ναό.</b> Κάποτε πού γίνονταν ἐργασίες καλλωπισμοῦ τοῦ ναοῦ καί αὐτή καθάριζε, περνώντας δίπλα ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα διέκρινε σκόνη. Μέσα της ὅμως εἶχε δισταγμό, ἄν πρέπη νά πάρη τήν σκόνη. Καί ἐνῶ μέ δέος καί εὐλάβεια ἅπλωσε τό χέρι της γιά νά ἀκουμπήση τήν Ἁγία Τράπεζα, <b>ἐκείνη τήν στιγμή ἔνιωσε, ὅπως διηγεῖτο, ἕνα χέρι ἀόρατο νά πιάνη τά χέρια της καί νά τά ἀπομακρύνη. Ἔκτοτε δέν τόλμησε νά ξαναπλησιάση τήν Ἁγία Τράπεζα.</b><br /><br />Σάν νά ἦταν μεγαλόσχημη μοναχή ἡ πολύτεκνη Τατιανή διάβαζε κάθε μέρα καί γνώριζε ἀπό στήθους εὐχές, ὕμνους, κανόνες, τούς χαιρετισμούς, τήν ἀκολουθία τῆς θείας Μεταλήψεως, ψαλμούς, παρακλήσεις, τήν Ἀρχιερατική προσευχή τοῦ Ἰησοῦ μέ τόν θεολογικό ὑπομνηματισμό της καί ἄλλα κεφάλαια ἀπό τήν Ἁγία Γραφή.<br /><br />Κάποτε ἡ Τατιανή καθάριζε μέχρι ἀργά τό ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου. Ἦταν πολύ κουρασμένη, τόσο πού ἀδυνατοῦσε νά ἐπιστρέψη στό σπίτι της. Ὅπως ἦταν ἐξαντλημένη παρεκάλεσε τήν Παναγία στίς 4 τή νύχτα νά τήν ξυπνήση γιά νά πάη στό σπίτι της καί νά ξανάρθη γιά τή θεία Λειτουργία καί ἀποκοιμήθηκε μπροστά στήν εἰκόνα της. Πράγματι ἐμφανίστηκε ἕνας νέος μέσα στό μισο- σκόταδο καί τῆς εἶπε: «Τατιανή ξύπνα, ἡ ὥρα εἶναι τέσσερις».<br /><br />Κάποιος ἱερέας πού λειτουργοῦσε στό ναό εἶχε ἕνα πολυχρόνιο σοβαρότατο πρόβλημα. Πίστευε ὅτι δέν θά ξεπεραστῆ ποτέ. Ἕνα πρωϊνό πού πῆγε νά λειτουργήση καί βρῆκε τήν Τατιανή στό ναό τῆς ἐκμυστηρεύτηκε τό πρόβλημά του. Τότε αὐτή μέ θαυμαστή ἀποφασιστικότητα τοῦ εἶπε: «Πάτερ, μπές ἐσύ στό Ἱερό νά λειτουργήσης, ἐγώ θά καθήσω στό ναό καί ὁ ἅγιος Γεώργιος θά στέκεται ἔξω στήν πόρτα καί ὅλα θά λυθοῦν». Ὄντως μόλις τελείωσε, τό μεγάλο πρόβλημά του εἶχε λυθῆ καί ὁ ἴδιος ἦταν πολύ χαρούμενος. Ἔκτοτε ὅταν ἔχη δυσκολίες στήν ζωή του βγάζει μερίδα στήν προσκομιδή γιά τήν Τατιανή καί τήν παρακαλᾶ νά βοηθήση μέ τίς προσευχές της πρός τόν Κύριο.<br /><br />Ὁ π. Γεώργιος Ζέρης πού ἐπί εἴκοσι χρόνια ἦταν ἐφημέριος στό ναό τοῦ ἁγίου Γεωργίου καί γνώρισε καλά τήν Τατιανή, μαρτυρεῖ: «Ἡ θεία Τατιανή ἦταν ὄχι ἁπλῶς τακτική στίς ἀκολουθίες, ἀλλά ὅταν πήγαινα ἐγώ γιά τήν ἀκολουθία τό πρωΐ τήν εὕρισκα ἐκεῖ. Εἶχε κλειδιά τοῦ ναοῦ καί πήγαινε αὐτή πρίν ἀπό μένα, ἄνοιγε καί διάβαζε. Τί διάβαζε δέν ξέρω. Ἔκανε τήν προσευχή μόνη της. Ἐγώ ἔβαζα “Εὐλογητός” καί ὅταν τελείωνε ἡ Λειτουργία ἔπαιρνε τό ἀντίδωρό της καί ὕστερα, ἐνῶ ἐμεῖς φεύγαμε, αὐτή συνέχιζε. Πολλές φορές βοηθοῦσε τούς νέους ἱερεῖς στό τυπικό. Τά ἤξερε ὅλα ἀπ᾽ ἔξω. Ἂν ἔκαναν λάθος τούς διώρθωνε, δέν παρέλειπε τίποτε. Στίς νηστεῖες της ἦταν αὐστηρή. Δευτέρα, Τετάρτη καί Παρασκευή δέν ἔτρωγε οὔτε λάδι».<br /><br /> Γύριζε κατάκοπη στό σπίτι καί ἔκανε προσευχές καί διάβαζε. Ἡ συνηθισμένη εἰκόνα ἦταν νά εἶναι καθιστή στό πάτωμα νά φορᾶ τά γυαλιά της, νά κρατᾶ ἀνοιχτό τό Εὐαγγέλιο καί νά κοιμᾶται μέ ἀκουμπισμένο τό πρόσωπό της στό Εὐαγγέλιο. Ὅταν ἀρρώσταιναν τά παιδιά της καί τά ἐγγόνια της πήγαινε καί πάνω στό προσκέφαλό τους διάβαζε τό Εὐαγγέλιο. Τό κατά Ἰωάννην τό εἶχε μάθει σχεδόν ὅλο ἀπό στήθους.<br /><br />Κυρίως μελετοῦσε πάρα πολύ, ἀποστήθιζε καί ἐμβάθυνε στήν Ἁγία Γραφή. Μολονότι ἦταν ὀλιγογράμματη, μέ τήν ἀτομική της μελέτη καταρτίστηκε θεολογικά καί μποροῦσε νά διαλέγεται μέ ἐγγραμμάτους καί θεολόγους. Ἡ Καινή Διαθήκη της ἀπό τήν πολλή μελέτη εἶχε φθαρῆ καί παλαιώσει.<br /><br /><b> Εἶχε καθαρό νοῦ, δυνατή μνήμη καί ἰσχυρή ἀντοχή ὥστε νά μελετᾶ πολλές ὧρες χωρίς νά κουράζεται.</b> Ἀποστήθιζε εὔκολα αὐτά πού διάβαζε. Εἶχε τό σπάνιο χάρισμα νά ἐνθυμῆται βιβλία πού διάβασε ἢ κηρύγματα πού ἄκουσε μετά ἀπό πενήντα χρόνια. Θυμόταν πολύ καλά τά ρωσσικά, διάβαζε καί τό Εὐαγγέλιο στά ρωσσικά. Ἔλεγε: «Μία βδομάδα παραμονή στήν Μόσχα θά ἔφθανε νά τά θυμηθῶ ὅλα».<br /><br />Διακρινόταν γιά τό θάρρος καί τήν παρρησία της στό νά ὁμολογῆ τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.<br /><br />Ἐπειδή στήν περιοχή πού ζοῦσε ἦταν πολλοί ἄθεοι καί ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Τατιανή τούς συζητοῦσε καί τούς ἔλεγε νά μετανοήσουν. Τά ἀποτελέσματα βέβαια ἦταν ἐντυπωσιακά. Μ᾽ αὐτό τόν τρόπο ὡδήγησε πολλούς στό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Πάντως ὅλοι τήν παραδέχονταν ὡς ἀληθινή μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ.<br /><br />Ἀπό νωρίς μέχρι σχεδόν τήν κοίμησή της κατηύθυνε δυό πολυπληθεῖς κύκλους γυναικῶν. Τήν ἀγαποῦσαν ὅλα τά μέλη τῶν κύκλων, σ᾽ αὐτήν κατέφευγαν σέ κάθε δυσκολία τους γιά παρηγοριά, συμβουλή καί βοήθεια.<br /><br />Ἔκανε κρυφά πολλές ἐλεημοσύνες καί βοηθοῦσε ὅσους εἶχαν ἀνάγκη. Μία γνωστή της χήρα πού ἔμενε σ᾽ ἕνα δωματιάκι εἶχε τό παιδί της ἄρρωστο. Ὁ γιατρός πού τό ἐξέτασε εἶπε ὅτι πάσχει ἀπό ἀναιμία καί συνέστησε καθαρό ἀέρα, ἀνάπαυση καί πρό παντός καλό φαγητό. Τό ἔμαθε ἡ Τατιανή καί, μή μπορώντας νά προσφέρη τίποτε ἄλλο, πῆρε τό ντορβά της καί χειμῶνα καιρό γύριζε στά χωράφια νά μαζέψη λίγα ραδίκια πού φύτρωναν στά προσήλια μέρη, γιά νά τά πάη στήν χήρα μητέρα τοῦ ἄρρωστου παιδιοῦ νά τά μαγειρέψη, γιατί εἶχε ἀκούσει ὅτι εἶναι δυναμωτικά.<br /><br />Μολονότι ἁπλῆ καί ἀγράμματη εἶχε ὅμως μία σπάνια τέχνη νά πλησιάζη τούς νέους ἀνθρώπους. Κατώρθωνε νά τήν ἀκοῦν οἱ νέοι καί τά μικρά παιδιά. Εἶχε λογισμένη αὐστηρότητα μαζί μέ ἀγάπη ἀνυπόκριτη καί διάκριση. Ὅταν χρειαζόταν συμβούλευε καί παιδαγωγοῦσε κατά Θεόν ἐπί ὧρες.<br /><br />Ὡς μητέρα καί ὡς πεθερά ἦταν πολύ καλή. Μέ τίς νύφες της δέν εἶχε προβλήματα, ἦταν ἀγαπημένες. Τίς βοηθοῦσε στίς δουλειές καί τίς συμβούλευε: «Κάντε παιδιά νά μή σᾶς πιάνουν ἀρρώστιες». Ἀπέκτησε συνολικά εἰκοσιδύο ἐγγόνια.<br /><br />Πήγαινε σέ προσκυνήματα τῆς περιοχῆς μαζί μέ ἄλλες γυναῖκες μέ τά πόδια. Ὅταν κατέβαινε στήν Ἀθήνα νά δῆ τά παιδιά της προσανατολιζόταν μέ βάση τούς ἱερούς ναούς καί ἀπό ὅποια Ἐκκλησία περνοῦσε ἔμπαινε καί προσευχόταν. Εἶχε σέ μεγάλη εὐλάβεια καί τόν ἅγιο Γεώργιο Ἰωαννίνων καί πήγαινε κατά καιρούς στό ναό του γιά προσκύνημα.<br /><br />Τακτικά ἐπισκεπτόταν τά μοναστήρια τῆς περιοχῆς. <b>Σέ μία ἐπίσκεψή της στήν Παναγία Δοβρᾶ ἐκινδύνευσε ἀπό ἄγριο λυκόσκυλο. Ἔκανε τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί μία σύντομη προσευχή. Ὁ σκύλος ἀπό μόνος του ἔπεσε στίς πέτρες πληγώθηκε καί ἐξαφανίστηκε.</b><br /><br />Ἡ Τατιανή πάντοτε ζοῦσε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ στή ζωή της, ἀνέπνεε Χριστόν, ὁ ὁποῖος τῆς φανέρωνε πολλά θαυμαστά.<br /><br />Κάποτε ὁ γυιός της πού ἐργαζόταν στό χωριό Ἀγκαθιά, τό ἔτος 1972 τῆς πρότεινε νά τήν πάρη μαζί του γιά νά προσκυνήση στό Μοναστήρι τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου. Πέταξε ἀπό τήν χαρά της. Πῆγαν καί συμφώνησαν μέ τόν φύλακα νά τήν κλειδώσουν μέσα στό ναό μέχρι τίς 2 μ.μ. Τότε τελείωσε τήν ἐργασία του ὁ γυιός της καί πῆγε νά παραλάβη τήν μητέρα του. Τήν βρῆκε κοντά στό Ἱερό νά προσεύχεται συνεπαρμένη. Τήν διέκοψε λέγοντάς της ὅτι φεύγουν καί αὐτή τόν ρώτησε:<br /><br />‒Μέσα ἐδῶ ἐκτός ἀπό μένα ὑπάρχει κανείς ἄλλος;<br /><br />‒Ὄχι, μητέρα.<br /><br />‒Ἔ, λοιπόν ἐνῶ προσευχόμουν ἐδῶ, ἔρχεται ἕνας ἱερέας πού θυμιάτιζε τό ναό καί ἦρθε νά θυμιατίση καί μένα. Τόν ἴδιο τόν ἱερέα σάν νά μήν τόν ἔβλεπα ὁλόσωμο, ἀλλά ἔβλεπα τό θυμιατό νά κουνιέται μέ τά κουδουνάκια καί αἰσθανόμουν τήν εὐωδία τοῦ θυμιάματος.<br /><br />Λίγες μέρες πρίν νά κοιμηθῆ κατάλαβε ὅτι πλησιάζει τό τέλος της καί εἶπε στήν μεγάλη της ἐγγονή: «Ἡ ὑπογραφή (γιά τήν ἀναχώρησή μου) μπῆκε. Τό αἰσθάνθηκα καθαρά». Κάλεσε τότε καί τόν εὐλαβέστατο ἱεροψάλτη τοῦ ἁγίου Γεωργίου κ.Κουτσιμανῆν Ἰωάννην καί τοῦ εἶπε: «Ἐγώ Χριστούγεννα θά κάνω στόν οὐρανό, ὄχι ἐδῶ. Δέν θά τά προλάβω». Τόν παρακάλεσε καί τῆς ἔψαλλε ὅλη τήν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἡ ὁποία διήρκησε περίπου διόμιση ὧρες, δημιουργήθηκε μιά πνευματική ἀτμόσφαιρα καί χάρηκε ἡ Τατιανή.<br /><br />Εἶχε φέρει ἀπό τήν Ρωσσία δυό–τρεῖς εἰκόνες. Ἡ μία ἀπ᾿ αὐτές ἦταν μόνο τό ξύλο. Ὄχι μόνο δέν φαινόταν ὁ εἰκονιζόμενος Ἅγιος ἀλλά εἶχαν φύγει τελείως καί τά χρώματα. Λίγες ὧρες πρίν φύγει γιά τό οὐράνιο ταξίδι της, ἡ Τατιανή ἀξιώθηκε νά δῆ τήν εἰκόνα αὐτή στήν ἀρχική της κατάσταση μέ τήν παράσταση τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὅπως τήν ἔκανε ὁ Ἁγιογράφος.<br /><br /><b>Τά τέλη τῆς Τατιανῆς ἦταν εἰρηνικά. Παρέδωσε τό πνεῦμα της στόν Κύριο προσευχόμενη τήν 17η Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1987 </b>καί ἐκηδεύθη τήν ἑπομένη ἡμέρα μέ τήν συμμετοχή πλήθους ἀνθρώπων. Οἱ πάντες ἔδιναν τήν καλή μαρτυρία γιά τήν Τατιανή. Ἕνας φανατικός κομμουνιστής κατά τήν ὥρα τῆς κηδείας της συγκινημένος ἀπό τό τέλος της, εἶπε: «Μακάρι νά πηγαίνουμε καί ἐμεῖς ἔτσι». Ἄλλοι μετά τήν κηδεία ἔπαιρναν ἄνθη πού στόλιζαν τό τίμιο λείψανό της γιά νά τά ἔχουν ὡς φυλαχτό. Ἐπάνω στό μνῆμα της ἔγραψαν καί τό ἀγαπημένο της ἁγιογραφικό χωρίο: «Ὁ κόσμος παράγεται καί ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ· ὁ δέ ποιῶν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τόν αἰῶνα»<a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-2/#_ftn2">[2]</a>.<br /><br />Πρός τό τέλος τοῦ βίου της εἶχε πεῖ σ᾿ ἕνα ἀπό τά παιδιά της: «Ὅ,τι ζήτησα ἀπό τόν Θεό, μοῦ τὄχει δώσει». Καί ἀσφαλῶς δέν τῆς στέρησε τήν ἐπουράνια βασιλεία Του. Ἀπό κεῖ τώρα συνεχίζει νά προσεύχεται γιά ὅλο τόν κόσμο.<br /><br />Αἰωνία ἡ μνήμη της. Ἀμήν.<br /><br /> <br /><br /><a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-2/#_ftnref1">[1]</a>. Ρωμ. ιβ΄, 12.<br /><br /><a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-2/#_ftnref2">[2]</a>. Α’ Ἰωάν. β’, 17.<br /><br />https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-2/</span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-76357838028660914922024-03-09T18:02:00.005+02:002024-03-09T18:04:28.528+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – Ὁ κοσμοκαλόγηρος Δημήτριος ὁ καλυβίτης<div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/04/KOSMOKALOGEROS-DHMHTRIOS.png" /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ο Δημήτρης γεννήθηκε στίς 14 Νοεμβρίου τοῦ 1903 στό χωριό Κουραμάδες Κερκύρας καί βαπτίστηκε στίς 14 Φεβρουαρίου τοῦ 1904 στήν Ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Καλυβίτου ἀπό τόν ἔχοντα φήμη ἁγίου ἐφημέριο τοῦ χωριοῦ παπα–Κωνσταντῆ. Ἦταν τό δεύτερο παιδί τῆς οἰκογενείας τοῦ Σπύρου Γραμμένου τοῦ ἐπονομαζομένου «Γαρδελῆ» καί τῆς Μαρίας Βέργη. Ἡ γιαγιά του (μητέρα τοῦ πατέρα του) λεγόταν Λουκία ἢ Λουτσέτα, ὅπως τήν φώναζαν, καί ἦταν ἐγγονή τοῦ παπα–Νικόλα Κοσκινᾶ.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἡ οἰκογένεια τοῦ Δημήτρη ἦταν ἀπό τίς πλέον εὐκατάστατες τοῦ χωριοῦ. Εἶχαν σπίτια, ἐλιές, ἀμπέλια, χωράφια, ζῶα, ἐλαιοτριβεῖα. Ὁ πατέρας του ἦταν σημαῖνον πρόσωπο τοῦ χωριοῦ, ὁ δέ παπποῦς του ἦταν γιά χρόνια προεστώς. Εἶχαν μεγάλη περιουσία καί ἀπασχολοῦσαν πολλούς ἐργάτες, ἄνδρες καί γυναῖκες.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὁ Δημήτρης ὡς πρῶτος ἀπό τά ἀρσενικά παιδιά ἀνέλαβε τήν εὐθύνη τῆς ἐργασίας καί ἐπίβλεψης ὅλης αὐτῆς τῆς περιουσίας. Ἡ οἰκογένειά του ἦταν αὐστηρῶς πατριαρχική. Κατά τά οἰκογενειακά ἤθη τῆς ἐποχῆς, τά παιδιά ἔπρεπε νά δείχνουν τυφλή ὑπακοή στούς γονεῖς ἐφ᾿ ὅρου ζωῆς, εἰδικά στόν πατέρα πού τότε τόν ἀποκαλοῦσαν «ἀφέντη».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Τά ἐνδιαφέροντα ὅμως τοῦ Δημήτρη ἦταν ἄλλα. Ἀπό μικρό παιδί κούρνιαζε στά πόδια τῆς γιαγιᾶς του Λουτσέτας ἡ ὁποία, ὡς ἐγγονή παπᾶ, εἶχε γνώσεις καί βιώματα τῆς ὀρθόδοξης πίστης. Ἁπλά καί ταπεινά μετέδιδε αὐτά στόν μικρό της ἐγγονό ὁ ὁποῖος κυριολεκτικά ρουφοῦσε ὅλο αὐτό τό πνευματικό γάλα πού τοῦ προσφερόταν. Τόν ἀνέπαυαν ὄχι μόνο τά λόγια πού ἦταν ὅλο εὐχές καί συμβουλές, ἀλλά καί ὅλη ἡ γεμάτη ἀγάπη συμπεριφορά της. <b>Κατά καιρούς ἡ γριά Λουτσέτα εὐωδίαζε τόσο, πού μερικές γειτόνισσες ὅταν παρατηροῦσαν τό φαινόμενο,</b> καθώς ἦταν ἄσχετες ἀπό τέτοιες ἐμπειρίες, ἔλεγαν περιπαικτικά: «Ἡ Λουτσέτα ξελαδίζει (βγάζει λάδι, ἄρωμα) πάλε. Ἐλᾶτε βορές (βρέ) νά τσῆ (τῆς) μάσουμε τό λάδι». Ἡ ἴδια δέν καταλάβαινε γιατί τῆς συνέβαινε αὐτό τό πρᾶγμα, καί ἔλεγε ὅτι θά εἶχε μοιάσει σέ κάποιον πρόγονό της.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><b>Ὅταν ἔμαθε γράμματα ὁ Δημήτρης, τό μόνο πού τόν εὐχαριστοῦσε ἦταν νά διαβάζη θρησκευτικά βιβλία, ὅπως τόν εὐχαριστοῦσε καί τό νά βρίσκεται κοντά στόν παπᾶ, νά τόν ὑπηρετῆ σέ ὅλες τίς ἐκκλησιαστικές ἀκολουθίες καί νά βρίσκεται μέσα στό Ἱερό</b> ὡς γραμματικούδι (παιδί πού ἐξυπηρετεῖ τόν ἱερέα). Τό ὄνειρό του ἦταν ὅταν μεγαλώση νά γίνη καί αὐτός παπᾶς καί νά ὑπηρετῆ τόν Χριστό. Νά ὑπηρετῆ ὅμως τόν Χριστό, ὄχι μέσα στόν κόσμο, ἀλλά νά γίνη μοναχός, νά ἀφιερωθῆ καί νά μπῆ σέ κάποιο μοναστήρι. Οἱ δικοί του βέβαια οὔτε νά τό ἀκούσουν ἤθελαν. Στό μυαλό τους εἶχαν νά τόν παντρέψουν γιά νά διαχειρίζεται τήν μεγάλη τους περιουσία ἀκόμα κι ἂν γινόταν παπᾶς, ἀρκεῖ νά ἔμενε στό σπίτι.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Πῶς νά σταθῆ ὅμως ἐκεῖνος, ὅταν ἡ νεανική του καρδιά φλογιζόταν ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πού τοῦ ἔδινε ὤθηση νά φύγη;</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὅμως ποῦ νά πάη; Χρήματα δέν εἶχε γιά νά φύγη ἐκτός Κερκύρας. Εὐλογία ἀπό τούς γονεῖς του δέν θά ἔπαιρνε ποτέ γιά ἕνα τέτοιο ἐγχείρημα. Ἀκόμα καί ἂν πήγαινε σέ κάποιο μοναστήρι τῆς Κερκύρας, ὁ πατέρας του θά τόν γύριζε σίγουρα πίσω. Ἔτσι, θά ἔπρεπε νά κάνη ὑπομονή καί ὑπακοή, ἕως ὅτου ἐνηλικιωθῆ καί πάη στρατιώτης˙ μετά θά ἔβλεπε τί θά γινόταν. Ἄλλωστε εἶχε στήριγμα τήν ἁγιασμένη γιαγιά του καί τόν σοφό κατά Θεό καί χαριτωμένο γέροντα Πνευματικό του ἐφημέριο τοῦ χωριοῦ παπα–Κωνσταντῆ πού τόν καθωδηγοῦσαν. <b>Τήν προσευχή καί τόν ἐκκλησιασμό εἶχε καταφύγιο καί ἐλπίδα του.</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἡ ὥρα τῆς στράτευσής του ἔφτασε σέ ἡλικία 22 ἐτῶν. Ἦταν ἡ πρώτη φορά πού ἔφευγε ἀπό τό σπίτι καί ἡ πρώτη φορά πού ἔπαιρνε χρήματα στά χέρια του, αὐτά πού τοῦ ἔδωσε ὁ πατέρας του γιά ναῦλα. Πῆρε τίς εὐχές ὅλων, ἀλλά πρό πάντων τῆς γιαγιᾶς του, γιατί τίς εἶχε πολλή ἀνάγκη.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Παρουσιάστηκε στήν Πρέβεζα μέ ἄλλους τέσσερις συγχωριανούς συνομήλικούς του καί ἀπό ἐκεῖ, μετά τήν βασική ἐκπαίδευση, τούς ἔστειλαν μέσῳ Πειραιᾶ στήν Θεσσαλονίκη. Ἕνα ταξίδι ὅμως μέ πλοῖο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης καί ἐν καιρῷ χειμῶνος δέν ἦταν εὔκολη ὑπόθεση. Ἀπό τόν Πειραιᾶ γιά Θεσσαλονίκη χρειάστηκαν μία ἑβδομάδα γιά νά φτάσουν μέ συνεχῆ θαλασσοταραχή. Τό πλοῖο ὑπερφορτωμένο μέ στρατιῶτες καί πολεμοφόδια παράδερνε μέσα στά ἀφρισμένα καί ψηλά σάν βουνά κύματα. Ὁ Δημήτρης στριμωγμένος κάπου στήν μέση τοῦ καταστρώματος δέν φοβόταν, παρ᾽ ὅλο πού ὅλοι εἶχαν πανικοβληθῆ.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Οἱ συγχωριανοί του εἶχαν στραμμένο τό βλέμμα τους στό ἀτάραχο καί γαλήνιο πρόσωπο τοῦ Δημήτρη καί τοῦ φώναζαν ἱκετευτικά: «Δημήτρη, κάνε κάτι, χανόμαστε!». Διαισθάνονταν ὅτι ὁ Δημήτρης, σάν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, μποροῦσε νά ἐπικοινωνήση μαζί Του μέσῳ τῆς καθαρῆς προσευχῆς του καί νά γλυτώσουν ἀπό αὐτόν τόν ἐφιάλτη. Τόν παρακαλοῦσαν αὐτοί πού στό χωριό τόν χλεύαζαν καί τόν εἰρωνεύονταν ὡς ἀσχολούμενο μέ τά καλογερικά.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὁ Δημήτρης ὅμως δέν θυμόταν τίποτα ἀπό αὐτά. Πονοῦσε βλέποντας τήν ἀγωνία καί τόν φόβο τους καί ἔβγαλε μέ δάκρυα ἀπό μέσα του τήν πύρινη προσευχή: «Θεέ μου, γιά μένα δέν μέ νοιάζει, τό ξέρεις καί ἄν πνιγῶ, θά ᾿ρθῶ κοντά Σου πιό γρήγορα. Ὅμως τ᾿ ἀδέλφια μου ὅλα τοῦτα φοβοῦνται˙ πολλοί ἔχουν καί φαμίλια˙ ὡς Μεγαλοδύναμος πού εἶσαι, βοήθησέ μας. Παναγία μου, σπλαχνίσου μας, ἅγιε Δημήτρη μου, ἀξίωσέ μας νά φτάσουμε στήν πόλη σου σῶοι καί νά σέ εὐχαριστήσουμε στήν Ἐκκλησία σου…».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Πῆρε τήν πληροφορία καί τούς καθησύχασε: «Μή σκιαζώσαστενε, θά ἀρεβάρουμε (φθάσουμε) καλά». Οἱ χωριανοί ἠρέμησαν, πίστεψαν, ἐνῶ οἱ ἄλλοι στρατιῶτες ρωτοῦσαν: «Τί λέει αὐτός, δέν βλέπει; Ἀπό στιγμή σέ στιγμή πνιγόμαστε. Ἀφοῦ καί οἱ ναῦτες ἀπελπίστηκαν». «Ὁ Δημήτρης ξέρει τί λέει, εἶναι ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ καί νά τόν πιστεύετε», ἀπάντησαν οἱ συγχωριανοί του. Ἀμέσως ἡ ἀτμόσφαιρα ἄλλαξε, ἡλιαχτίδα ἐλπίδας καί χαρᾶς ἁπλώθηκε σέ ὅλους, ἀναθάρρησαν οἱ ναῦτες πού σταυροκοπήθηκαν μαζί μέ τόν καπετάνιο. Μέ τό ξημέρωμα τῆς ἕκτης ἡμέρας ὁ καιρός γύρισε, ἡ θάλασσα ἠρέμησε.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Σάν ἔφτασαν στήν Θεσσαλονίκη, μέ τήν πρώτη εὐκαιρία οἱ περισσότεροι πῆγαν στήν Ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Δημητρίου νά κάνουν παρακλήσεις καί νά τόν εὐχαριστήσουν πού βοήθησε στήν σωτηρία τους. <b>Ἔκπληκτος ἔμεινε ὁ Δημήτρης γιά τήν ὀμορφιά καί τήν μεγαλοπρέπεια τοῦ ναοῦ, ἀλλά ἀκόμα πιό ἔκπληκτος γιά τήν ἔντονη καί δυνατή οὐράνια εὐωδία πού αἰσθάνθηκε.</b> «Τί νά σοῦ πῶ», ἔλεγε, «ὅλη ἡ ἐκκλησία ἐτριώντιζε (εὐωδίαζε). Μοῦ καζότουνε (νόμιζα) ποὔμουνα μέσ᾽ τόν Παράδεισο».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Μετά τήν στρατιωτική του θητεία ὁ Δημήτρης ἐπανῆλθε μέ τήν ἐλπίδα νά πάρη εὐλογία ἀπό τόν πατέρα του νά ἐγκαταβιώση σέ Μοναστήρι. Ἀντιμετώπισε ὅμως τήν ἄρνησή του μέ τήν πρόφαση ὅτι ἔπρεπε νά παντρευτοῦν οἱ ἀδελφές του πρῶτα κι ὕστερα θά ἔβλεπε. Τώρα, κοντά στίς ἄλλες δουλειές, τοῦ ἀνατέθηκε ἡ ἐκτροφή καί μέριμνα ἀγελάδων πού ἀγόρασε ὁ πατέρας του καί τίς ἐγκατέστησε σέ ἕνα μεγάλο κτῆμα πού εἶχαν, ὄχι μακρυά ἀπό τό χωριό στήν θέση Κουνᾶ. Γιά τόν Δημήτρη αὐτό ἦταν μία μεγάλη εὐλογία καί δῶρο ἀπό τόν Θεό, γιατί μέ τό πρόσχημα τῆς φύλαξης τῶν ζώων ζήτησε νά ἐγκατασταθῆ κι αὐτός ἐκεῖ στήνοντας τήν δική του καλύβα κοντά στίς καλύβες τῶν ζώων.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἀπαρνήθηκε εὐχαρίστως τίς εὐρύχωρες κάμαρες μέ τούς λιθόκτιστους τοίχους καί τά σανιδένια πατώματα τοῦ σπιτιοῦ του, τά μαλακά στρώματα καί τά ζεστά σκεπάσματα τοῦ κρεββατιοῦ του, ἀκόμα καί τά χορταστικά γεύματα τοῦ τραπεζιοῦ τῆς οἰκογένειας. Ἀντί αὐτῶν, προτίμησε μία στενή καλύβα πέντε τ.μ. περίπου μέ καλαμένιους τοίχους, πού εἶχε λάτες (λαμαρίνες) γιά σκεπή, τρεῖς σανίδες καρφωμένες γιά κρεββάτι, μέ στρῶμα ἕνα φθαρμένο πάπλωμα τῆς γιαγιᾶς του τόν χειμῶνα καί μία ψάθα τό καλοκαίρι. Γιά σκέπασμα εἶχε μόνο μία παλαιά στρατιωτική κουβέρτα καί γιά προσκέφαλο μία πέτρα, τήν ὁποία ἔκρυβε κάτω ἀπό τό κρεββάτι.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἡ ἐπίπλωση τῆς καλύβας ἦταν μία κασελίτσα γιά τά ροῦχα του καί ἕνα τραπεζάκι πάνω στό ὁποῖο εἶχε τοποθετήσει τήν εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς καί τό χρησιμοποιοῦσε γιά νά γράφη καί νά διαβάζη. Εἶχε ἀκόμη μία σανιδένια καρέκλα, λίγα ράφια γιά βιβλία, μερικές χάρτινες εἰκόνες ἀναρτημένες, ἕνα καντήλι (ἀκοίμητο) κρεμασμένο μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγιᾶς, ἕνα θυμιατό, ἕνα κηροπήγιο καί ἕνα κανατάκι γιά νερό. Ὅλα αὐτά ἔφταναν γιά νά αἰσθανθῆ μοναχός καί νά κάνη τόν ἀγῶνα του. Τοῦ ἔλειπε ὅμως κάτι πολύ βασικό. Δέν εἶχε τά ἀπαραίτητα βιβλία, τοὐλάχιστον αὐτά πού χρειαζόταν γιά νά διαβάζη τίς νυχθήμερες ἀκολουθίες πού πρέπει νά κάνη ἕνας μοναχός.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Χρήματα δέν εἶχε νά τά ἀγοράση καί ὁ ἀφέντης του φυσικά δέν τοῦ ἔδινε. Ἀλλά ὁ Θεός πού εἶδε τήν ἀνάγκη του, οἰκονόμησε, καί μάλιστα πλούσια. Ἡ βιβλιοθήκη τῶν συγγενῶν του Κοσκινάτων Ἱερέων ἔμενε ἀπό χρόνια ἀχρησιμοποίητη, ἐπειδή ὁ τελευταῖος ἀπόγονος πού προωριζόταν γιά ἱερέας, δέν ἀξιώθηκε νά γίνη. Οἱ δέ κόρες του, παραμένοντας ἀνύπαντρες καί ἀγράμματες καθώς ἦταν, μεταχειρίζονταν τά βιβλία ὡς κοινό χαρτί γιά περιτύλιγμα ἢ προσάναμμα. Ὁ Δημήτρης πονοῦσε πού ἔβλεπε νά καταστρέφεται ὅλος αὐτός ὁ πνευματικός πλοῦτος καί ἔτσι τίς παρακάλεσε νά τοῦ τά δώσουν.<b> Ἐκεῖνες ὅμως βλέποντας τόν ζῆλο του, θέλησαν νά τόν ἐκμεταλλευτοῦν καί τοῦ ζήτησαν γιά κάθε βιβλίο νά ἐργάζεται στά χωράφια τους μία ἡμέρα καί μάλιστα τό καλοκαίρι, ὅταν οἱ μέρες εἶναι μεγαλύτερες.</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὁ Δημήτρης, παρ᾿ ὅλα αὐτά, δέχτηκε μέ χαρά, καί ἔτσι, μέ πολύ κόπο καί ἱδρῶτα, ἀλλά καί πόλεμο ἀπό τόν πατέρα του, ἀπέκτησε τά ἀγαπημένα του βιβλία. Αὐτά τά βιβλία τά εἶχε κοντά του σέ ὅλη σχεδόν τήν ζωή του συντροφιά καί παρηγοριά στήν μικρή καλύβα του, ἐκεῖ ὅπου πέρασε ὅλες τίς παγωμένες χειμωνιάτικες νύχτες καί ἡμέρες γιά πενήντα καί πλέον χρόνια τῆς ζωῆς του. Ἀλλά πῶς τά πέρασε; Τά σκληρά πνευματικά του παλαίσματα καί τούς ἀγῶνες του μόνο ὁ Θεός γνωρίζει.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Σέ κάποιον ἐμπιστεύτηκε ὅτι <b>δέν παρέλειψε ποτέ νά ἀγωνίζεται σάν μοναχός γιατί ἔτσι αἰσθανόταν κι ἂς μήν εἶχε τό σχῆμα. </b>Ἐκτός ἀπό τόν κανόνα του, διάβαζε ὅλες τίς ἀκολουθίες τοῦ νυχθημέρου (Ἑσπερινό, Ἀπόδειπνο, Μεσονυκτικό, Ὄρθρο, Ὧρες).</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Μεγάλο καί σκληρό ἀγῶνα ἔκανε νά κρατηθῆ ἁγνός στήν ψυχή καί στό σῶμα. Πάλευε νύχτα–μέρα νά δαμάση τήν εὔρωστη καί νεανική του σάρκα μέ χίλιους δυό πειρασμούς πού τόν περιτριγύριζαν μέσα στόν κόσμο πού ζοῦσε συναναστρεφόμενος καθημερινά μέ νεαρές γυναῖκες ἐργάτριες στά κτήματα τοῦ πατέρα του.<b> Ἀγρυπνοῦσε κάθε βράδυ μέ προσευχές καί γονυκλισίες</b>. Ὁ ὕπνος του δέν ἦταν παραπάνω ἀπό δυό–τρεῖς ὧρες τό εἰκοσιτετράωρο. «Μά καλά, Δημήτρη, δέν κοιμᾶσαι καθόλου;» τόν ρωτοῦσαν οἱ χωριανοί πού διάβαιναν ἀπό τόν δημόσιο δρόμο πού εἶναι κοντά στό καλύβι του, καί ὅταν φώναζαν, αὐτός ἀμέσως ἀποκρινόταν. Ὁ Δημήτρης, γιά νά καλύψη τήν ἄσκησή του, τούς ἔλεγε: «Κοιμᾶμαι ὅλη νύχτα ἀλλά ἔχω ἐλαφρύ ὕπνο καί σᾶς ἀπολογιῶμαι (ἀποκρίνομαι) χωρίς νά ξυπνάω».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Τό φαγητό τοῦ Δημήτρη ἦταν λίγο καί λιτό. Ἀπό τό σπίτι του τόν πίεζαν νά τρώη περισσότερο καί καλύτερα γιά νά μήν ἀρρωστήση, ἐπειδή καί ἐργαζόταν σκληρά καί κατ᾿ αὐτούς τό εἶχε μεγάλη ἀνάγκη. Τούς ἔλεγε ὅτι τό στομάχι του δέν ἄντεχε τό πολύ καί βαρύ φαγητό. Κρασί ἔβαλε στό στόμα του μόνον ὅταν πλησίαζε τά ἑβδομήντα του, κι αὐτό λίγο καί νερωμένο. Δέν τό δεχόταν καί αὐτό τό στομάχι του, ὅπως ἔλεγε. Σέ περιόδους νηστειῶν ἐσκλήραινε πολύ τήν δίαιτά του. Ξηροφαγία καί ἄλαδο κάθε μέρα, ἔτρωγε λίγο ἀφοῦ διάβαζε τόν Ἑσπερινό πρός τήν δύση τοῦ ἡλίου. Παρ᾿ ὅλα αὐτά, δέν ἀδυνάτιζε πολύ, δέν ἀρρώσταινε καί τό πρόσωπό του παρέμεινε νεανικό καί ροδαλό μέχρι τά βαθιά του γεράματα.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><b>Κατά καιρούς ἔπαιρνε ἄδεια ἀπό τόν ἀφέντη του καί ἐπισκεπτόταν προσκυνηματικά τά ἀνδρικά μοναστήρια τῆς Κερκύρας, ὅπως τῆς Μυρτιδιώτισσας, τῆς Παλαιοκαστρίτσας, τῆς Πλατυτέρας, ἤ πήγαινε νά ἀσπαστῆ τά ἱερά Λείψανα τοῦ ἁγίου Σπυρίδωνος καί τῆς ἁγίας Θεοδώρας,</b> προπάντων στίς πανηγύρεις καί στίς ἀγρυπνίες. Παρόλο πού στό σπίτι του εἶχαν ἄλογα, προτιμοῦσε νά πηγαίνη πεζός καί μάλιστα φορτωμένος μέ τό «στραΐστρο» (ντορβά) μέ λάδι καί κρασί, εὐλογίες γιά τά Μοναστήρια. Παντοῦ ὅπου πήγαινε ἦταν καλοδεχούμενος ἀπό τούς μοναχούς πού τόν ἀγαποῦσαν γιατί τούς ἀνέπαυε. Τούς βοηθοῦσε μέ ζῆλο στόν φόρτο τῆς διακονίας τους εἰδικά στίς πανηγύρεις. Οἱ ἡγούμενοι καί τῶν τριῶν μοναστηριῶν (ὁ Καλλίνικος τῆς Πλατυτέρας, ὁ Ἀμβρόσιος τῆς Μυρτιδιώτισσας, καί ὁ Προκόπιος τῆς Παλαιοκαστρίτσας) τοῦ ἔκαναν συνεχῶς προτάσεις νά μονάση κοντά τους. Ὁ ἀφέντης του ὅμως δέν ἐνέδιδε: «Ποῦ θά ἀφήσεις ἐμᾶς, τίς ἀδελφάδες σου πού εἶναι ἀνύπαντρες, ποιός θά τίς κοιτάξει, ἂν δέν παντρευτοῦνε;». Καί ἔτσι ἔμενε ὁ Δημήτρης χωρίς τό σχῆμα πού ἐπιθυμοῦσε.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Κάποτε στήν Πλατυτέρα συναντήθηκε καί γνωρίστηκε μέ τόν μακαριστό Γέροντα <b>Φιλόθεο Ζερβάκο</b>. Ὁ πατήρ Φιλόθεος τόν συμπάθησε καί ἄνοιξε ἀλληλογραφία μαζί του. Σέ ἕνα γράμμα τοῦ πρότεινε νά πάη νά μονάση στούς Ἁγίους Τόπους καί νά τόν συστήση νά μπῆ σκευοφύλακας τοῦ Παναγίου Τάφου πού ἐκεῖνον τόν καιρό χρειάζονταν. Γιά τόν Δημήτρη, ὅπως ἔλεγε, ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί, ἔλαμψε ὁλόκληρος. Τέτοια τιμή καί τέτοια χαρά δέν τήν περίμενε νά βρεθῆ καί νά ὑπηρετήση στόν Ζωοδόχο Τάφο τοῦ ἀγαπημένου Χριστοῦ. Πετοῦσε καί χαιρόταν. Γρήγορα ὅμως τόν προσγείωσε ὁ ἀφέντης του: «Μάζωσε τό μυαλό σου, ποῦ θά βρεῖς τά λεφτά γιά νά πᾶς, γιατί ἀπό ἐμένα μή στοχάζεσαι νά πάρης οὔτε φράγκο». Σκοτείνιασε πάλι ὁ ὁρίζοντας γιά τόν Δημήτρη. Ἀπάντησε περίλυπος στόν πατέρα Φιλόθεο: «Δέν ξέρεις πόσο τό λαχταροῦσα αὐτό καί πόσο ἡ καρδία μου εἶναι πληγωμένη ἀπ᾿ αὐτήν τήν ἐπιθυμία μου, ὁ Θεός τό ξέρει. Ὅμως δέν κατέχω οὔτε μία δραχμή, ποῦ νά βρῶ τά ναῦλα;».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὁ πατέρας του κάθε Κυριακή τοῦ ἔδινε μόνο μισή δραχμή γιά τήν Ἐκκλησία. Ἔφτασε σέ ἡλικία τριανταεπτά ἐτῶν καί νόμισε ὅτι πλέον μποροῦσε νά διαθέση τόν ἑαυτό του κατά τήν ἔνθεο ἐπιθυμία του, νά γίνη μοναχός. Συνεννοήθηκε κρυφά μέ τό μοναστήρι τῆς Παλαιοκαστρίτσας πού ἦταν τό πιό μακρινό ἀπό τό χωριό καί τό ἀπομεσήμερο τῆς Κυριακῆς τῆς Τυρινῆς τοῦ ἔτους 1940 ὁ ἡγούμενος τοῦ Μοναστηριοῦ ἔστειλε ἕνα μοναχό μέ δυό μουλάρια, πιστεύοντας ὅτι αὐτήν τήν μέρα δέν θά τούς ἔβλεπε κανένας ἀπό τούς χωριανούς λόγῳ τῆς γιορτῆς τῆς Ἀποκριᾶς, γιατί ἦταν μαζεμένοι στό χωριό ὅπου εἶχαν χορούς. Μάζεψε τά λιγοστά του πράγματα καί ἔφυγαν.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἔγινε μεγάλη ἀναστάτωση στό σπίτι σάν ξημέρωσε καί δέν εἶδαν τόν Δημήτρη νἄρθη καί κατά τήν συνήθεια νά φέρη τό γάλα. Πῆγαν νά δοῦν καί βρῆκαν τά ζωντανά μόνα τους. Δέν ἤθελαν νά τό πιστέψουν. Ἀναρωτιόνταν τί νά τοῦ συνέβηκε, ποῦ νά πῆγε χωρίς νά τούς ρωτήση, αὐτός πού ἦταν πάντα ὑπάκουος καί ὑποτασσόμενος. Μοιρολογοῦσε ἡ μάννα, ἔκλαιγαν οἱ ἀδερφές. Ὁ πατέρας θύμωσε, τοῦ μπῆκε λογισμός: «Σιάζομαι (φοβοῦμαι) ὅτι αὐτός μέ τά ἁγιωτικά καί τούς καλογέρους πού ἀνακατευότανε ἐμίσεψε (ἔφυγε) γιά κανένα Μοναστήρι». Ἔβαλε ἀνθρώπους νά γυρίσουν ὅλα τά μοναστήρια. Δέν ἄργησαν νά τόν ἀνακαλύψουν στήν Παλαιοκαστρίτσα. Τοῦ μετέφεραν τήν ἐντολή τοῦ πατέρα του: «Νά γυρίση δελέγκου (χωρίς δεύτερη κουβέντα) σπίτι». Ὁ Δημήτρης ὅμως δέν πείστηκε νά τούς ἀκολουθήση οὔτε μέ τό καλό οὔτε μέ τίς ἀπειλές πού τοῦ μετέφεραν. Γύρισαν στόν πατέρα του καί τοῦ εἶπαν: «Ὁ γυιός σου ἔχει ποντήλιο (πεῖσμα) καί θέλει νά κάτση στό μοναστήρι γιά πάντα».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Λυπήθηκαν πολύ ἡ μάννα καί οἱ ἀδελφές του σάν τό ἄκουσαν, καί παρώτρυναν τόν ἀφέντη νά πάη ὁ ἴδιος νά τόν φέρη. «Ἐγώ νά πάω;», ἔλεγε, «νἄρθη ὁ ἴδιος καί νά πέση ἐπί γόνατος νά τόν ἐσυμπαθήσω (συγχωρήσω) πού τόν εἶχα νοικοκύρη στό βιός μου καί στά κτήματά μου καί δέν στειμάρησε (δέν εἶδε τό συμφέρον του) μ᾽ ὅλα τά καλά πού εἶχε καί πῆγε τσού καλογέρους π᾿ ἔχουν τόση φτώχεια καί στάντα (ταλαιπωρία) καί διακονᾶνε (ζητιανεύουν) τήν στάλα τό λάδι».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὁ Δημήτρης ὅμως ἄλλα καλά ἔβλεπε ἐκεῖ πού πῆγε ὅπου ὁ πατέρας του δέν μποροῦσε νά διακρίνη. Γι᾿ αὐτό δόθηκε ὁλόψυχα καί μέ ζῆλο, χωρίς περισπασμούς καί περιορισμούς στίς ἀγαπημένες του ἀσκήσεις· νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, στίς τόσες κοινές ἀκολουθίες μέ τήν Ἀδελφότητα πού μάλιστα στήν περίοδο ἐκείνη τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς πού μπῆκε στό μοναστήρι, εἶχαν μεγάλη διάρκεια καί ἦταν γι᾽ αὐτόν οἱ καλύτερες ἀπολαύσεις. Ἀκούραστος στό διακόνημά του μέ πλήρη αὐταπάρνηση. Ὁ Ἡγούμενος τόν καμάρωνε γιατί στά πάντα ἔκανε ὑπακοή. Τόν εἶχε ἀπό κοντά καί τόν καθωδηγοῦσε. <b>Ἐπειδή ἦταν ἁπλός, ἁγνός καί καθαρός τόν συμβουλευόταν ὁ Ἡγούμενος γιατί ὕστερα ἀπό ἕνα περιστατικό κατάλαβε ὅτι εἶχε τό χάρισμα τῆς διακρίσεως.</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Στό Μοναστήρι εἶχαν κάποιους νέους δόκιμους καί κατά σειρά τούς ἔκαναν κουρά μοναχοῦ. Γιά κάποιον ὁ Ἡγούμενος εἶχε ἀποφασίσει νά τόν κάνη κουρά καί ὁ Δημήτρης στενοχωρήθηκε. Ἔλαβε τό θάρρος καί εἶπε ἐμπιστευτικά στόν Ἡγούμενο νά μήν κάνη κάτι τέτοιο, γιατί θά δημιουργοῦσε σκάνδαλο στό Μοναστήρι καί λίγες μέρες μετά τήν κουρά θά πετοῦσε τά ράσα. Ὁ Ἡγούμενος ἂν καί τόν ἀγαποῦσε τό θεώρησε αὐθάδεια νά ὑποδεικνύη ἕνας δόκιμος στόν Ἡγούμενο τί νά κάνη σέ τέτοια σοβαρά θέματα. Τόν ἐπέπληξε καί προχώρησε στήν κουρά. Ὅμως ὁ Δημήτρης δέν διαψεύσθηκε γιατί ὅπως τοῦ τά εἶπε, ἔτσι πράγματι ἔγιναν. Ἀκόμη καί γιά κάποιον ἄλλον πού ἤθελαν νά διώξουν ἀπό τό Μοναστήρι ὡς μή ἠθικό στοιχεῖο ἐπειδή ἔλεγε «ἀφαντόλογα» (λόγια ἄπρεπα), ὁ Δημήτρης ἔπεισε τόν Ἡγούμενο νά τόν κρατήσουν. Τό ἐλάττωμά του, ἔλεγε, ἦταν ἐξωτερικό, ἐνῶ ἐσωτερικά ἦταν πεντακάθαρος˙ καί κατά τόν Δημήτρη ἐτριόντιζε (εὐωδίαζε), ἐνῶ γιά τήν πρώτη περίπτωση τοῦ εἶχε πεῖ ὅτι μύριζε τραγίλα.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Πλησίαζε ὁ καιρός νά ρασοφορεθῆ ὁ Δημήτρης καί ἦταν πανευτυχής. Ὅμως στό χωριό ὁ πατέρας του εἶχε ἔρθει σέ δύσκολη θέση. Τί νά κάνη μέ τόσες δουλειές πού τόν Μάϊο μῆνα ἐντείνονταν καί δέν τίς πρόφθαναν; Ἔτσι ὁ ἀφέντης ἀποφάσισε, μιά καί τόσον καιρό περίμενε νά τόν φέρη ἡ πεῖνα στό σπίτι, ὅπως νόμιζε, νά πάη ὁ ἴδιος νά τόν φέρη μεταχειριζόμενος μάλιστα δόλο γιά νά τόν πείση νά ἔρθη. Πῆρε μέ ἕναν ἄλλο ἀδελφό του τό ἀγοραῖο αὐτοκίνητο τοῦ χωριοῦ καί ἔφθασαν στό Μοναστήρι τήν ὥρα τῆς Τραπέζης. Μόλις τούς ἀντιλήφθηκε ὁ Δημήτρης, ὅπως ἔλεγε ὁ ἴδιος, τό φαγητό ἔγινε κόμπος στόν λαιμό του καί πῆγε νά πνιγῆ ἀπό τήν ταραχή καί τήν στενοχώρια του. Τοῦ εἶπαν ὅτι ἡ μητέρα του ἦταν δῆθεν πολύ ἄρρωστη, στά τελευταῖα της καί ἐπιθυμοῦσε νά τόν δῆ γιά τελευταία φορά πρίν πεθάνη. Τούς πίστεψε ὁ Δημήτρης καί ζήτησε τήν εὐχή καί τήν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου νά τούς ἀκολουθήση. Μόλις ἔφθασαν στό χωριό ὁ Δημήτρης κατάλαβε ὅτι περιπαίχτηκε ἀλλά τί νά κάνη; Νά γυρίση στό Μοναστήρι καί νά πῆ ὅτι ὁ πατέρας του ἐξαπάτησε αὐτόν καί τόν Ἡγούμενο; Ὁ σεβασμός καί ἡ εὐθύνη γιά τήν ὑπόληψη τοῦ πατέρα του δέν τοῦ τό ἐπέτρεπαν. Ἔσκυψε τό κεφάλι καί σκέφτηκε νά παραμείνη γιά λίγο ἐκεῖ μέχρι νά ἀποφασίση τί θά κάνει. Ὁ πατέρας του ὅμως τόν πρόλαβε καί σέ ἀνύποπτο χρόνο πηγαίνει πάλι μέ τό ἀγοραῖο στό μοναστήρι ζητώντας ἀπό τόν Ἡγούμενο τά πράγματα τοῦ Δημήτρη γιατί δῆθεν εἶχε μετανοιώσει καί δέν εἶχε σκοπό νά ξαναπάη στό μοναστήρι. Δεύτερο πλήγωμα στήν καρδιά τοῦ Δημήτρη. Συμβουλεύτηκε τόν γέροντα ἱερέα τοῦ χωριοῦ καί ἐκεῖνος τοῦ εἶπε νά κάμη ὑπακοή καί ἐν καιρῷ θά ἔβλεπε πῶς θά τά οἰκονομήσει ὁ Θεός. Ἔτσι, ξανακλείστηκε πάλι στήν καλύβη του καί ξανάρχισε τούς κατά μόνας πνευματικούς ἀγῶνες του μέ καρτερία καί αὐταπάρνηση.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Οἱ γονεῖς του πεθαίνοντας τοῦ ἄφησαν ἐντολή νά μείνη στό χωριό γιά νά προστατεύση τήν μία του ἀδερφή πού εἶχε μείνει ἀνύπανδρη καί ἦταν φιλάσθενη. Ἀλλά ὁ ζῆλος τοῦ Δημήτρη, παρ᾿ ὅλη τήν ἡλικία τῶν 57 χρόνων πού ἦταν ὅταν κοιμήθηκε ὁ πατέρας του, ἦταν νεανικός. Παράτησε τό χωριό καί τήν ἀδερφή του καί ἐνῶ στό μεταξύ εἶχε κοιμηθῆ ὁ γέροντας Ἀμβρόσιος, πῆγε καί ἐγκαταστάθηκε στό μοναστήρι τῆς Μυρτιδιώτισσας μή λογαριάζοντας τήν ἐντολή τοῦ πατέρα του. Ἐκεῖ ὁ Δημήτρης ἐπιδόθηκε σέ μεγαλύτερες πνευματικές ἀσκήσεις ἀλλά καί σέ βαριές χειρωνακτικές ἐργασίες γιατί τό Μοναστήρι, μετά τήν κοίμηση τοῦ Ἡγουμένου, εἶχε πολύ ἀμεληθῆ. Ὁ δέ μοναχός πού τόν ἀντικατέστησε παρ᾽ ὅλο πού ἦταν πολλά χρόνια στό Μοναστήρι, δέν ἐνδιαφερόταν γιά τό καλό τοῦ Μοναστηριοῦ καί ἀσχολεῖτο περισσότερο μέ κοσμικές ὑποθέσεις. Δυστυχῶς ὅμως ἡ ἔντονη ἄσκηση καί οἱ βαριές χειρωνακτικές ἐργασίες πού ἄμετρα ἐπιδόθηκε ὁ Δημήτρης εἶχαν σάν ἀποτέλεσμα νά κλονισθῆ σοβαρά ἡ ὑγεία του καί νά πέση βαριά ἄρρωστος. Κατ᾿ ἐντολή τοῦ τοπικοῦ γιατροῦ ἔπρεπε νά μεταφερθῆ στό χωριό στό σπίτι του, νά τοῦ γίνη ἡ ἀπαραίτητη θεραπευτική ἀγωγή, γιατί στό ἐρημικό μέρος πού ἦταν τό Μοναστήρι δέν μποροῦσε νά τοῦ προσφέρη τίποτα, καί ἂν παρέμενε ἐκεῖ σίγουρα θά πέθαινε. Ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ διεμήνυσε νά κάνη ὑπακοή στόν γιατρό καί ἔτσι, ἀκούσια καί βεβιασμένα, βρέθηκε πάλι ὁ Δημήτρης στό σπίτι του. Ὅμως ἡ ἀσθένειά του τράβηξε πολύ καί ἔκανε περισσότερο ἀπό δυό μῆνες νά ἀναρρώση.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Σκέφθηκε καλύτερα τήν ἐντολή τοῦ πατέρα του καί εἶδε ὅτι ἴσως ἦταν θέλημα Θεοῦ νά ξαναμπῆ πάλι στήν καλαμένια ἡσυχαστική καλύβα του καί ἐκεῖ νά συνεχίση κατά μόνας τόν σκληρό πνευματικό ἀγῶνα του. <b>Σ᾿ αὐτή τήν καλύβα ἀσκήτεψε σχεδόν ἑξήντα χρόνια μέχρι πού τόν πῆραν τά γεράματα καί ἀναγκάσθηκε νά τήν ἐγκαταλείψη τόν χειμῶνα καί τά βράδια γιατί συχνοαρρώσταινε.</b> Ἂν καί ἀπέφευγε νά ἀναφέρη τίς πνευματικές ἐμπειρίες πού ἔζησε στήν καλύβα αὐτή, ἦταν βέβαιο ἀπό μισόλογα πού τοῦ ξέφευγαν<b> ὅτι εἶχε ἐπισκέψεις τῆς Παναγίας καί πολλῶν Ἁγίων˙ πολλά πρωϊνά, ἂν τυχόν τόν ἔβλεπε κανείς, τό πρόσωπό του ἦταν φωτεινό καί ἔλαμπε.</b> Ὁ Θεός, ὅπως ἔλεγε, τόν φύλαξε ἀπό δαιμονικές ἐπισκέψεις καί μόνο μία φορά ὅπου τό ζήτησε ὁ ἴδιος χάριν περιεργείας, τό ἐπέτρεψε νά τόν ἐπισκεφτοῦν καί νά γνωρίση τίς ἀπαίσιες καί ζοφερές μορφές τους τίς ὁποῖες περιέγραψε.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Μέχρι τόν τελευταῖο χρόνο τῆς ζωῆς του δέν ἔλειψε ποτέ ἀπό τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας τοῦ χωριοῦ καί πήγαινε κοντά στό Ἅγιο Βῆμα νά ὑπηρετῆ τόν ἐφημέριο, ὅπως στά παιδικά του χρόνια. <b>Ἂν καί ἤξερε πολύ καλά βυζαντινή ψαλτική, δέν ἀνακατευόταν ποτέ μέ τούς ψάλτες ἐπειδή στό χωριό χρησιμοποιοῦσαν τήν ἰδιάζουσα ντόπια ψαλτική τέχνη.</b> Βοηθοῦσε ὅμως μέ τίς γνώσεις του γιατί στό τυπικό ἦταν ἄριστος καί ἔτσι σέ κάθε δυσκολία τόν συμβουλεύονταν ἢ ὁ ἴδιος διώρθωνε τυχόν ἀβλεψία καί παράλειψή τους.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἀξιώθηκε νά δῆ (στόν ὕπνο του) τούς Τρεῖς Ἱεράρχες νά συλλειτουργοῦν ἐκεῖ στήν Ἐκκλησία τοῦ χωριοῦ του καί μάλιστα τόν κάλεσαν μέσα στό Ἱερό νά τούς διακονήση. Τούς περιέγραφε ὡς τρεῖς ἥλιους πού φώτιζαν ὅλο τό Ἅγιο Βῆμα. Μάλιστα τοῦ εἶπαν νά πῆ στόν ψάλτη νά διορθώση τήν παρατυπία πού ἔκανε, ὅταν ἔψαλε πρίν ἀπό τό ἐξαποστειλάριο τό «Ἅγιος Κύριος, ὁ Θεός ἡμῶν», γιατί ἦταν καθημερινή ἡμέρα˙ αὐτό ψέλνεται μόνο πρίν ἀπό τό Ἀναστάσιμο Ἐξαποστειλάριο τῆς Κυριακῆς. <b>Ἡ ἡμέρα ἐκείνη πού εἶδε τό ὄνειρο δέν ἦταν Κυριακή γιατί, ἂν ἦταν Κυριακή, ὅπως ἔλεγε, δέν θά ἔκανε ὁ Μέγας Βασίλειος τήν προσκομιδή γονατιστός.</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Οἱ συμβουλές τοῦ Δημήτρη δέν περιορίζονταν μόνο στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας. Μέ τήν σοφή ἁπλότητά του, ὅταν τοῦ τό ζητοῦσαν, συμβούλευε γιά τά πάντα, ἔδινε λύσεις καί παρηγοροῦσε σέ οἰκογενειακά προβλήματα, σέ θέματα ὑγείας, σέ οἰκονομικές δυσχέρειες, σέ ἀσθένειες ζώων καί φυτῶν, σέ διενέξεις τῶν χωριανῶν, σέ ὀδύνες πένθους καί θανάτου. Κάποτε ἐπισκέφθηκε ἕναν ἑτοιμοθάνατο ὁ ὁποῖος ἀγωνιοῦσε καί ἔτρεμε βλέποντας νά πλησιάζη τό τέλος του, καί τοῦ εἶπε ὁ Δημήτρης: <b>«Μή σκιάζεσαι, ἅμα ἐξομολογηθῆς καί κοινωνήσης, καί νά πεθάνης, δέν πεθαίνεις, θά εἶσαι πάντα ζωντανός». Γαλήνεψε καί ἀνακουφίστηκε ὁ ἄνθρωπος.</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ἀπ᾿ ἔξω ἀπό τήν καλύβα του καί κάτω ἀπό μία κληματαριά εἶχε φτιάξει ξύλινα καθίσματα. Ἐκεῖ δεχόταν τά ἀπογεύματα, ἐκτός χειμῶνα, πολλούς ἐπισκέπτες πού εἶχαν ἀνάγκη νά ἀναπαυτοῦν καί νά καταθέσουν τά προβλήματά τους, ὄχι μόνο ἀπό τό χωριό ἀλλά καί ἀπό τά γύρω χωριά. Ἦταν τό ὑπαίθριο ἀρχονταρίκι του. Τούς κερνοῦσε νερό ἀπό τό πηγάδι καί ὅ,τι φροῦτα βρίσκονταν στό κτῆμα του. Γιά σοβαρά προβλήματα καί ἁμαρτήματα δεχόταν σέ νυκτερινές ὧρες. Μεγάλα φορτία, μέχρι καί φόνοι ἐναποτέθηκαν στήν καλαμένια καλύβα του. Ἔτσι ἀπό ἐκεῖ ἔπαιρναν θάρρος καί μέ τήν ἐμπιστοσύνη πού τούς ἐνέπνεε τό πρόσωπό του, κατέληγαν στόν Πνευματικό πού τούς ὑπεδείκνυε, γιά νά λάβουν τήν ἄφεση, νά κοινωνήσουν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καί νά σωθοῦν. Τό καλύβι του ἐπισκέπτονταν καί ἄνθρωποι μέ πνευματικά ἐνδιαφέροντα ἀκόμα καί ἱερεῖς, ἱερομόναχοι, μοναχοί, καί ἄνοιγε ἡ καρδιά του ὅταν ἐπικοινωνοῦσε μαζί τους γιά νά δώση ἢ νά πάρη ἀπό αὐτούς.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Πέρασε κάποτε ἀπό τό καλύβι του σέ ἐποχή χειμῶνα ὁ Ἡγούμενος τῆς μονῆς Πλατυτέρας, πού τόν ἀγαποῦσε, καί ὁ Δημήτρης τοῦ πρότεινε νά κοιμηθῆ στό καλύβι του. Ὁ πατήρ Καλλίνικος τό θεώρησε εὐλογία καί δέχθηκε μέ χαρά. Ὁ Δημήτρης ἀποσύρθηκε σέ ἕνα ἄλλο καλύβι ὅπου εἶχε τά ζῶα. Κατά τά ξημερώματα πού πῆγε ὁ Δημήτρης νά τόν ξυπνήση, τόν βρῆκε ὄρθιο, τρέμοντα, σχεδόν μελανιασμένο, χωρίς νά ἔχη κοιμηθῆ καθόλου ἀπό τό ὑπερβολικό κρύο. Ἀναγκάστηκε ἔτσι ὁ Δημήτρης νά τόν πάρη στό χωριό καί νά τοῦ ἀνάψη φωτιά νά συνέλθη πρίν πάη νά λειτουργήση στό διπλανό χωριό, ὅπως εἶχε προορισμό. Πλήρωσε ὅμως αὐτήν τήν βραδιά ὁ καλοκάγαθος Ἡγούμενος μέ τρίμηνη νοσηλεία. Ἀκόμη καί μέχρι τήν Ἀθήνα ἔφτασε γιά νά γίνη καλά.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/04/KOSMOKALOGHROS-DHMHTRIOS.png" /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><b>Ἦταν ἄνθρωπος μεγάλης σωματικῆς ἀντοχῆς καί εἶχε πολλή ἀγάπη. Διψοῦσε γιά ἐλεημοσύνη, τήν ὁποία ἔκαμε πάντα κρυφά,</b> παρ᾽ ὅλους τούς περιορισμούς πού εἶχε ὅταν ζοῦσε ὁ πατέρας του. Στά φανερά δέν ἔδειχνε καί τόσο ἐλεήμων καί τόν χαρακτήριζαν μᾶλλον σκληρό γιατί φώναζε ὅταν ἔκαναν ζημιές στά χωράφια του. Φώναζε καί ὅταν ἔβλεπε βέβαια νά ἀδικοῦνται ἄλλοι. Ἦταν πολύ ἐλεγκτικός ἀλλά πάντα μέ διάκριση χωρίς νά ἐπιδιώκη νά πληγώνη τόν ἄλλο. Αὐτό τό ἔκανε ἀπό τήν μιά γιά νά διορθώση καί ἀπό τήν ἄλλη γιά νά μή γίνη ἀντικείμενο σεβασμοῦ καί ὑψηλῆς ἐκτίμησης, κάτι πού ἤθελε νά τό ἀποφύγη. Ἔλεγε: «Ἐμένα μή μέ πολυζυγώνετε καί μή μέ πολυπειράζετε γιατί εἶμαι ἰδιότροπος. Δέν ἔχετε ἀκούσει, μακρυά ἀπό ἄνθρωπο ἀνύπαντρο γιατί ἔχει ὅλες τίς παραξενιές τοῦ κόσμου ἀπάνω του;».</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Τήν ἀγαθότητά του τήν γνώριζαν περισσότερο τά ζῶα, καθώς εἶχε τρόπο νά ἡμερεύη ἀκόμα καί τά πιό ἄγρια ὥστε νά στέκωνται φιλικά κοντά του. <b>Σέ ἕνα ἀμπέλι πού εἶχε, φιλοξενοῦσε γιά πολλά χρόνια ἕνα πελώριο φίδι, δεντρογαλιά</b>, τό ὁποῖο, μόλις πήγαινε ἐκεῖ καί τό φώναζε, ἔτρεχε κοντά του, καθόταν στά πόδια του καί ἔπινε τό γάλα πού τοῦ ἔδινε. Μιλοῦσε μέ τά ζῶα, μέ τά πουλιά, μέ τά μελίσσια πού ἔτρεφε, ἀκόμη καί τά δένδρα καί τά ἄλλα φυτά καθώς εἶχε εὐαισθησία καί στοργή γιά ὅλα, τά συμπονοῦσε καί τά περιποιεῖτο.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως εἶχε εὐαισθησία καί πονοῦσε γιά τίς ψυχές τῶν συνανθρώπων του, τῶν ζωντανῶν ἀλλά προπάντων τῶν κεκοιμημένων, γιά τίς ὁποῖες ἀφιέρωνε πολύ χρόνο στήν προσευχή του. Οἱ περισσότεροι ὅμως γύρω του δέν καταλάβαιναν τήν διάθεσή του καί ἐνωχλοῦνταν ἂν καμμιά φορά προσπαθοῦσε μέ πολλή διάκριση νά τούς συμβουλεύση ἤ μέ ἀγάπη νά τούς ἐλέγξη.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὅταν συνδιαλεγόταν μέ νέους, ἐπεσήμαινε πάντα τήν ἀξία τῆς καθαρότητας καί τῆς ἁγνότητας ὥστε νά μή μολύνουν τήν πολύτιμη καί ἀθάνατη ψυχή τους. Ἄν κάποιος ἦταν καλοπροαίρετος, τοῦ ἔδινε νά διαβάση πατερικά βιβλία ἤ βίους Ἁγίων. Στήν ἐποχή του οἱ περισσότεροι Πνευματικοί ἦταν πολύ αὐστηροί σέ θέματα ἠθικῆς καί ἀντιμετώπιζαν σκληρά τόν κάθε παρεκτρεπόμενο πού πήγαινε νά ἐξομολογηθῆ. Ὁ Δημήτρης ἄν καί ἁγνότατος ἦταν συγκαταβατικός, τούς παρηγοροῦσε μέ ἁπλότητα καί τούς ἔδινε θάρρος ὥστε νά μή διστάζουν νά ἐξαγορεύουν τά ἀτοπήματά τους στούς ἐξομολόγους, καί νά στεροῦνται ἔτσι τό Ποτήριο τῆς Ζωῆς.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Στά τελευταῖα δεκαπέντε περίπου χρόνια τῆς ζωῆς του ὁ Δημήτρης δέν κατοικοῦσε πλέον στήν ἀγαπημένη του καλύβα· τήν εἶχε ὅμως ὡς χῶρο προσευχῆς καί μεσημεριανῆς ἀνάπαυσης στούς καλοκαιρινούς μῆνες. Τά βράδια καί τίς χειμωνιάτικες μέρες διέμενε ἀναγκαστικά στό πατρικό του σπίτι στό χωριό καί γιατί ἡ ἡλικία του τό ἐπέβαλλε, ἀλλά καί γιά νά φροντίζη τήν ἀνύπαντρη ἀδελφή του, τήν καλοκάγαθη Ἀφροδίτη πού ἦταν ἡλικιωμένη καί φιλάσθενη. Ὄχι ὅτι στό χωριό εἶχε καί πολλές ἀνέσεις, καθώς <b>μέ πρόσχημα τήν παράδοση, προσπαθοῦσε νά ἀποφύγη τίς ὅποιες εὐκολίες παρέχει ἡ τεχνολογία τῶν τελευταίων ἐτῶν. Στό σπίτι αὐτό ἐκτός ἀπό μερικές λάμπες χαμηλοῦ φωτισμοῦ δέν ὑπῆρχε ἄλλη ἠλεκτρική συσκευή</b>. Μαγείρευαν ὅπως παλιά μέ ξύλα στήν «ὠγνίστρα», (γωνιακό τζάκι), ὅπου εἶχαν καθίσματα ἀπό κορμούς δέντρων, στά ὁποῖα κάθονταν γιά νά ζεσταθοῦν τόν χειμῶνα. Ἐκεῖ ἔτρωγαν, ἐκεῖ διάβαζε ὁ Δημήτρης θρησκευτικά βιβλία γιά νά ἀκούη καί ἡ ἀδελφή του. Τό δάπεδο ἦταν χωμάτινο καί ἡ σκεπή κατάμαυρη ἀπό τούς καπνούς, ὅπως καί τά κατσαρολικά καί τά πήλινα δοχεῖα πού μαγείρευαν. Τό βράδυ ὁ Δημήτρης ἀποσυρόταν σέ ἕνα δωμάτιο ἄδειο καί σκοτεινό στό ἀνώγειο (δέν ἄνοιγε ποτέ τά παράθυρα), χωρίς θέρμανση. Ἐκεῖ διάβαζε τίς ἀκολουθίες καί ἔκανε τίς προσευχές του. Κοιμόταν ἐλάχιστα καί τά ὄνειρά του εἶχαν οὐράνιες παραστάσεις. Κάποτε εἶδε τόν πατέρα Καλλίνικο νά ἱερουργῆ στό ἐπουράνιο θυσιαστήριο καί νά φορᾶ ἱερά ἄμφια πού φεγγοβολοῦσαν˙ τόν ἀσπάστηκε πατρικά.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Τόν τελευταῖο χρόνο τῆς ζωῆς του εἶχε ἐξασθενήσει πολύ καί ἐνῶ βασανιζόταν ἀπό πόνους σέ ὅλο του τό κορμί, μέ τό ζόρι ἔπαιρνε παυσίπονα. Τό φῶς του ἦταν λιγοστό καί ἄκουγε ἁμυδρά. Μέ πολύ κόπο σηκωνόταν ἀπό τό κρεββάτι καί περπατοῦσε ὑποβασταζόμενος. Ἡ ἀδελφή του εἶχε κοιμηθῆ στό μεταξύ καί τόν φρόντιζε μία ἀνιψιά του μέ τόν ἄνδρα της, τούς ὁποίους εἶχε καταστήσει κληρονόμους τῆς περιουσίας του.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ζητοῦσε καί τοῦ ἔφερναν κάθε Κυριακή ἀντίδωρο. Ἀπό αὐτό ἔπαιρνε ἀπό λίγο κάθε πρωΐ καί ἔπινε λίγο ἁγιασμό. Μιλοῦσε λίγο καί μόνο γιά πνευματικά θέματα, ἐνῶ ἐνδιαφερόταν πολύ νά μαθαίνη γιά μοναστήρια καί μοναχούς, εἰδικά τοῦ Ἁγίου Ὄρους˙ ζητοῦσε ὀνόματα μοναχῶν νά τά βάζη στήν προσευχή του ἔστω καί ἂν τοῦ ἦταν ἄγνωστοι. Ἔλεγε: <b>«Ἐδῶ πού στέκομαι δέν ἔχω τώρα νά κάνω τίποτα ἄλλο ἀπό τό νά προσεύχωμαι καί νά σκέφτωμαι τό ταξίδι μου».</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Μέ δική του πρόσκληση πήγαινε ὁ ἱερέας νά τόν κοινωνήση. Τίς τελευταῖες ὅμως μέρες, παρόλο πού τοῦ διαμηνοῦσε ἐπίμονα, ὁ ἐφημέριος ἀμέλησε, ἐπειδή ὑπολόγιζε νά πάη ὅταν θά λειτουργοῦσε σέ μία Ἐκκλησία κοντά στό σπίτι τοῦ Δημήτρη. Ἄλλωστε δέν πίστευε ὅτι ὁ γέροντας ἦταν στά τελευταῖα του. Τελικά δέν πρόλαβε, καθώς δυό μέρες πρίν ἀπό τήν Λειτουργία ὁ Δημήτρης πῆρε μία ἐπείγουσα κλήση νά φύγη. Πλησίαζαν μεσάνυχτα καί ὁ ἄνδρας τῆς ἀνιψιᾶς του ἀφοῦ τόν εἶχε τακτοποιήσει γιά τή νύχτα, ἑτοιμαζόταν νά φύγη, χωρίς νά ὑποψιάζεται ὅτι ἦταν ἡ τελευταία του νύχτα, γιατί δέν ὑπῆρξε ἔνδειξη γιά κάτι τέτοιο. Τοῦ φάνηκε δέ παράδοξο ὅταν ὁ Δημήτρης τόν παρακάλεσε πρίν φύγη νά τοῦ δώση μιά μπουκιά ψωμί καί μιά γουλιά κρασί.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Τήν ἄλλη μέρα, 29 Δεκεμβρίου 1995, ὅταν πῆγαν στό σπίτι του, βρῆκαν τόν γέροντα νά ἔχη ἀναχωρήσει γιά τούς οὐρανούς. Πῶς ὅμως τόν βρῆκαν; <b>Ἦταν γονατιστός στό πάτωμα μέ τά χέρια ἀκουμπισμένα στήν μέση τοῦ κρεββατιοῦ καί τό κεφάλι του γερμένο πάνω στά χέρια. Ἦταν ὁλοφάνερο ὅτι ἔφυγε σέ ὥρα προσευχῆς. Αὐτή τήν στιγμή διάλεξε ὁ Κύριος νά τόν πάρη κοντά Του.</b></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Τό πρόσωπό του κατά τήν κηδεία ἦταν γαλήνιο καί ροδαλό, χαρούμενο. Καθόλου δέν ἔδειχνε ὅτι εἶχε τήν ἡλικία τῶν ἐνενήντα δυό ἐτῶν. Κατά ἐπιθυμία του στήν κηδεία του προΐστατο ὁ Ἡγούμενος τῆς Μονῆς Πλατυτέρας πατήρ Μεθόδιος, ἐνῶ, ἐπίσης κατόπιν ἐπιθυμίας του, εἶχε τοποθετηθῆ στά χέρια του ἕνα παλαιό Εὐαγγέλιο πού τό εἶχε πάντα μόνιμο σύντροφό του.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Ὁ Δημήτρης στήν ἐπίγεια αὐτή ζωή του δέν ἔκανε γάμο, παιδιά, περιουσία. Δέν ἀναλώθηκε σέ σπουδές γιά δόξα, πλούτη καί ἀνέσεις. <b>Δέν πόθησε ἀξιώματα ἐκκλησιαστικά, παρά μόνο τό σχῆμα τοῦ ἁπλοῦ μοναχοῦ, καί αὐτό τελικά δέν ἀξιώθηκε νά φορέση</b>. Ξεκίνησε μέ τό Εὐαγγέλιο ὅπου διάβαζε καί ἔκανε πράξη τό «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ καί ἀκολουθείτω μοι»<a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-4/#_ftn1">[1]</a>. Πλησίασε στήν πράξη τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Καλυβίτη, καθώς «ἔπηξε τήν καλύβην πρό πυλῶν» τῶν γονέων του καί «ἔθραυσε τῶν δαιμόνων τάς ἐνέδρας». Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καλυβίτης ἦταν τό πρότυπό του. Στήν Ἐκκλησία του βαπτίστηκε καί ἐτάφη. Σάν τόν ἅγιο Ἰωάννη καί αὐτός πεθαίνοντας δέν πῆρε τίποτε ἀπό τόν ψεύτικο αὐτό κόσμο παρά μόνο τό ἅγιο Εὐαγγέλιο πού τοῦ ἔδειξε τόν δρόμο νά ἀπαρνηθῆ τόν κόσμο καί νά πετύχη τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Αἰωνία ἡ μνήμη του. Ἀμήν.</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><br /></span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;"><a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-4/#_ftnref1">[1]</a>. Ματθ. ιστ΄, 24</span></div><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-4/</span></div>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-9019510754032880082024-03-09T04:00:00.001+02:002024-03-09T04:00:00.353+02:00Το πνεύμα των παλαιών Αγιορειτών. Από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση<img height="518" src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2020/11/%CE%91%CE%A3%CE%9A%CE%97%CE%A4%CE%99%CE%9A%CE%9F-%CE%9A%CE%95%CE%9B%CE%9B%CE%99.png" width="640" /><br /><br /><span style="font-size: x-large;"> Εἶπε Γέρων: «Παλαιά στοῦ Διονυσίου στήν τράπεζα ἔβαζαν μόνο ἕνα πιάτο φαγητό ἀρκετό, ἀλλά σαλάτα ἤ ἄλλο προσφάγι δέν ὑπῆρχε. Ὅταν εἶχε ρεβύθια, ἔβαζαν τίς καταλύσιμες μέρες καί ἕνα κομμάτι τυρί. Αὐτό ἦταν ὅλο. Τίς ντομάτες τίς ἔκοβαν σαλάτα καί τίς ἔβαζαν γιά φαγητό στήν τράπεζα καί μία σαρδέλα παστή ἀπό πάνω. Ἦταν λιτή ἡ τράπεζα, δέν εἶχε ποικιλία. Κρασί ἔβαζαν ὅποτε εἶχε κατάλυση ἐλαίου. Αὐτά τούς κρατοῦσαν λίγο. Ἀπό αὐτά εἶχαν ἀρκετά, γιατί τά παρῆγαν στό Μετόχι τοῦ Μονοξυλίτη, ἀλλά τό λάδι πού ἔβγαζαν εἶχε 15 βαθμούς ὀξύτητα, γιατί οἱ ἐλιές μούχλιαζαν μία φορά μέχρι νά τίς μαζέψουν ὅλες καί νά τίς μεταφέρουν μέ τήν βάρκα στό Μοναστήρι. Μούχλιαζαν ὅμως καί δεύτερη φορά μέχρι νά βγάλουν τό λάδι.<br /><br />»Εἶχαν σέ ἕνα ἰδιαίτερο μέρος ψωμί καί ἐλιές, ἄν ἤθελε κάποιος πού πεινοῦσε νά φάη, καί καφέ γιά ὅποιον ἤθελε.<br /><br />»Ἔρχονταν ἐρημῖτες, γιά νά πάρουν εὐλογίες. Εἶχαν ἕνα ἀμπάρι πού μέσα εἶχε ὄσπρια καί ἔδιναν στούς ἀσκητές. Τούς ἔδιναν κηπουρικά, καθώς καί παξιμάδι καί νάμα. Ἐκεῖνοι ἦταν διστακτικοί, καί ἔπαιρναν μόνον τά ἀπαραίτητα, διότι περισσότερα δέν ἤθελαν νά πάρουν, γιατί ἔπρεπε νά τά ξεπληρώσουν μέ κομποσχοίνι.<br /><br />»Τά πράγματα τότε ἦταν αὐστηρά. Κάποτε εἶχαν φέρει τό σιτάρι στοῦ Διονυσίου καί ὅλοι οἱ πατέρες ἔκαναν παγκοινιά γιά νά τό ξεφορτώσουν. Κάποιος ἀνέβηκε σέ μία συκιά καί ἔτρωγε σῦκα. Ὅταν τό ἔμαθε ὁ Ἡγούμενος, τόν ἔστειλε ἕξι μῆνες ἐξορία στοῦ Γρηγορίου.<br /><br />»Πάντα γιά τούς ἴδιους ἀγόραζαν τά φθηνότερα ψάρια, αὐγά, φροῦτα καί ἄλλα τρόφιμα ἀπό τήν Δάφνη, ὄχι γιά λόγους οἰκονομίας, ἀφοῦ ἦταν πλούσιο Μοναστήρι, ἀλλά γιά λόγους καλογερικῆς. Στά κελλιά τους κανείς, οὔτε οἱ ἀσθενεῖς οὔτε οἱ γέροντες, δέν ἄναβαν φωτιά τόν χειμῶνα· ἀλλά καί στήν Ἐκκλησία παλαιότερα δέν εἶχαν σόμπα.<br /><br />»Μέχρι τό 1930 περίπου ὑπῆρχε ἡ τράπεζα τῶν νηστευτῶν. Παλαιά οἱ πατέρες μετελάμβαναν κάθε 15 ἡμέρες κατόπιν τριημέρου νηστείας ἀλάδωτης. Ὅσοι πατέρες ὅμως ἐπιθυμοῦσαν νά κοινωνοῦν κάθε ἑβδομάδα, νήστευαν καί κάθε Πέμπτη. Ὁπότε μέ τήν Τετάρτη καί τήν Παρασκευή συμπλήρωναν τό τριήμερο. Γιά τήν Τρίτη, πού εἶναι ἀφιερωμένη στόν Τίμιο Πρόδρομο, τόν κατ᾿ ἐξοχή νηστευτή, στόν ὁποῖο τιμᾶται τό Μοναστήρι, ὑπῆρχε ἀρχαιοτάτη παράδοση νά νηστεύουν τήν ἡμέρα αὐτή, ὄχι ἀπό λάδι, ἀλλά γαλακτερά, αὐγά καί ψάρι. Ὁπότε οἱ πατέρες τῆς τράπεζας τῶν νηστευτῶν συμμετεῖχαν στήν τράπεζα τῆς Μονῆς κανονικά, ἐκτός ἀπό τήν Τρίτη καί τήν Πέμπτη πού ἔτρωγαν χωριστά. Τήν μέν Τρίτη λαδερό, τήν δέ Πέμπτη ἀλάδωτο.<br /><br />»Παλαιά στοῦ Διονυσίου εἶχαν τήν τάξη, ἄν ἐρχόταν τό καλοκαίρι κανένας ἡλικιωμένος καί ταλαιπωρημένος ἀπό τήν ζέστη, νά τοῦ πλένουν τά πόδια. Ὁ Ἀρχοντάρης εἶχε αὐτό τό διακόνημα. Τώρα χάθηκε αὐτή ἡ τάξη, ἡ καλογερική».<br /><br />https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/askhtikh/to-pneyma-ton-palaion-3/</span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-88692220048104439012024-03-09T00:12:00.003+02:002024-03-09T00:12:39.497+02:00Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Γ’ – Μαρία Μιχαήλ <p style="text-align: justify;"> <span style="font-size: x-large;">Η μακαριστή Χατζη–Μαριοῦ, ὅπως τήν ἀποκαλοῦσαν, ἀπό τό προσκύνημά της στούς Ἁγίους Τόπους ἦταν μία ἁγία ψυχή. Ἔζησε στήν Φύτη Πάφου καί μέ τόν σύζυγό της Ἰωάννη ἀπέκτησαν πέντε κόρες καί δύο γυιούς. Ὁ γυιός της ὁ μεγάλος ξενιτεύτηκε ἀπό μικρή ἡλικία στήν Νότιο Ἀφρική. Εἶχε οἰκονομική ἄνεση καί ἔγραψε νά στείλουν οἱ γονεῖς τίς ἀδελφές του γιά νά τίς ἀποκαταστήση. Μέ τά δεδομένα τότε τοῦ χωριοῦ, ἦταν πολύ δύσκολο νά παντρέψη μέ προίκα (σπίτι–χωράφια) πέντε κόρες. Γι᾿ αὐτό ἔκριναν καλό μαζί μέ τόν ἄντρα της, νά στείλουν τίς δύο κόρες τους, τήν Στέλλα καί τήν Χρυστάλλα, στήν Ν. Ἀφρική. Τό ταξίδι τότε γινόταν μέ καράβι καί διαρκοῦσε περισσότερο ἀπό ἕνα μῆνα. Στό καράβι ἀρρώστησε ἡ μία καί ὅταν ἔφτασαν στήν Ν. Ἀφρική πέθανε. Ἡ ἄλλη παντρεύτηκε ἀμέσως, ἀλλά καί αὐτή σύντομα πέθανε. Ὅταν τό μήνυμα ἔφτασε στούς γονεῖς, ὁ πατέρας της Ἰωάννης ἐρχόταν ἀπό τό χωράφι. Στό σπίτι ἔβαλε τά χέρια καί τό κεφάλι του πάνω στό τραπέζι, δέν ἔλεγε τίποτε καί δέν ἤθελε νά φάη. Μετά ἀπό λίγο πέθανε κι αὐτός ἀπό τήν στενοχώρια του.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ἡ μακαριστή Χατζη–Μαριοῦ, ἄν καί ἔθαψε σέ ἕνα χρόνο δύο κόρες καί τόν ἄνδρα της, ὅμως δέν λύγισε. Μέ τήν μεγάλη πίστη της στόν Θεό ὕψωνε τά χέρια καί τά μάτια στόν οὐρανό καί ἔλεγε: «Δοξάζω Σε, Θεέ μου, πού μοῦ τούς ἐπῆρες, Εὐχαριστῶ Σε, Θεέ μου». Αὐτό τό ἐπαναλάμβανε πολλές φορές κλαίγοντας καί πρόσθετε: «Δέν θά τά βάλω μέ τόν Θεό. Ποιά εἶμαι ἐγώ; Ἔτσι ἤθελε ὁ Θεός». Βάπτισε δύο κοριτσάκια πολύ φτωχῆς οἰκογένειας καί ἔδωσε τά ὀνόματα τῶν πεθαμένων κοριτσιῶν της, ὀνομάζοντάς τα Στυλιανή καί Χρυστάλλα.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ἀπό τότε ἔβαλε μαῦρα, κατέβασε τό μαῦρο μαντήλι μέχρι τά φρύδια καί δέν ἔλειπε ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἔμεινε χήρα ἀπό σχετικά νεαρή ἡλικία. Ἀπό τότε δέν εἶδε τόν ἑαυτό της στόν καθρέφτη οὔτε καί γιά νά χτενιστῆ. Καθρέφτη δέν εἶχε στό σπίτι της. Τούς σήκωσε ὅλους. Ἔλεγε: «Ἔθαψα παιδιά καί ἐγώ θά καλλωπίζομαι;». Ἐπίσης δέν πήγαινε σέ γάμους καί σέ πανηγύρια. Στό πανηγύρι τοῦ χωριοῦ ἔβγαινε ἀπό τήν Ἐκκλησία καί ἐρχόταν ἀπ᾿ εὐθείας στό σπίτι χωρίς χρονοτριβή. Στούς δέ γάμους, ὅσο συγγενικοί καί ἄν ἦταν πήγαινε στό μυστήριο καί μετά γύριζε στό σπίτι. Ἔλεγε: «Εἶμαι ἐγώ γιά χορούς καί τραγούδια, γιά βιολιά καί λαοῦτα; Ἔθαψα παιδιά, τί τίς θέλω τίς χαρές;». Παντρευόταν ὁ πρῶτος της ἐγγονός, ὁ γυιός τῆς κόρης της, στήν διπλανή πόρτα καί δέν πῆγε νά τόν χαιρετήση. Τήν ὥρα πού χόρεψε τό ἀντρόγυνο, ὅπως συνηθίζεται στήν Κύπρο, φώναξε τήν ἐγγονή της, τῆς ἔδωσε χρήματα γιά νά τά προσφέρουν στό ἀντρόγυνο κρεμώντας τα στό νυφικό φόρεμα τήν ὥρα πού χόρευε καί αὐτή δέν πῆγε.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ὁ γυιός της ἀπό τό ἐξωτερικό τῆς ἔστελνε φορέματα κυρίως μαῦρα. Ἡ γιαγιά πάλι τό θεωροῦσε ντροπή καί ἀταίριαστο γιά κείνη νά φοράη καινούργια ροῦχα. Ἔπαιρνε τά καινούργια ροῦχα καί πάνω τους ἔρραβε κομμάτια ὕφασμα, γιά νά φαίνωνται παλιά καί ἔτσι τά φοροῦσε. Αὐτή ἦταν ἡ ὄντως χήρα πού ἄξιζε κάθε τιμή, ὅπως γράφει ὁ Ἀπ. Παῦλος. Τίμησε τήν χηρεία της καί ἔζησε σάν ἀσκήτρια, ξένη πρός τίς χαρές τοῦ κόσμου τούτου, ἀλλά μέ τό χαροποιό πένθος καί τήν θεία παρηγορία τοῦ Θεοῦ, τοῦ προστάτου τῶν χηρῶν καί Πατρός τῶν ὀρφανῶν.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Μέσα ἀπό τόν πόνο καί τήν προσευχή ἡ γιαγιά ἐξαϋλώθηκε. Ἦταν σάν μία εἰκόνα νά τήν προσκυνήσης. Μόνο νά τήν ἔβλεπες σοῦ δημιουργοῦσε δέος, χωρίς νά σοῦ μιλᾶ. Τά λόγια της ἦταν λίγα, ἀλλά σοφά. Παρακολουθοῦσε μέ σιωπή τό κάθε τι χωρίς νά μιλᾶ. Ὅταν χρειαζόταν νά ἐπέμβη, ἐπέμβαινε καί μάλιστα πολύ σοφά καί ἄς ἦταν ἀγράμματη. </span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Κάποια φορά τά παιδιά της πού ἦταν καί τά δύο στήν Ν. Ἀφρική θέλησαν νά τήν πάρουν ἐκεῖ γιά νά τούς δῆ καί νά τήν δοῦν. Μαζεύτηκε ἀρκετός κόσμος γιά νά τήν ἀποχαιρετήσουν καί μία κυρία ἀστειευόμενη τῆς λέει: «Τώρα πού εἶσαι ἐδῶ, νά βροῦμε καί κανέναν νά σέ παντρέψωμε». Ἡ γιαγιά ἁρπάζει τό μπαστούνι καί προτάσσοντάς το, τῆς λέει ἔντονα: «Εἶμαι παντρεμένη μέ τόν ἀρχάγγελο Μιχαήλ καί περιμένω του νά ἔρθη νά μέ πάρη!», δείχνοντάς της ἕνα δακτυλίδι πού εἶχε στό χέρι. Ἡ γυναῖκα κοκκάλωσε μέ τήν ἀπάντηση τῆς γιαγιᾶς. Τό δακτυλίδι αὐτό τό ἔφερε ἀπό τούς Ἁγίους Τόπους. Ἦταν σάν ἀρραβώνας, ἀλλά ἀσημένιο. Πιθανόν νά εἶναι τό δακτυλίδι πού δίνει εὐλογία ἡ Ἱερά Μονή τοῦ Σινᾶ. Τό εἶχε στό χέρι της μέχρι τόν θάνατό της.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ἡ ἐγγονή της Μαρία, πού τήν μεγάλωσε ἡ γιαγιά της Χατζη–Μαριοῦ καί τώρα ζεῖ στήν Αὐστραλία, θυμᾶται τά ἑξῆς: «Μεγάλωσα μαζί μέ τήν γιαγιά μου, μέ ἀγαποῦσε πολύ, γιατί ἤμουν ἡ μόνη ἐγγονή πού εἶχε στό χωριό καί εἶχα καί τό ὄνομά της. Κοιμόμουν στό ἴδιο δωμάτιο μέ τήν γιαγιά.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">»Θυμᾶμαι τήν βαθειά πίστη της στόν Θεό, στήν Παναγία μας καί σέ ὅλους τούς Ἁγίους. Σχολεῖο δέν εἶχε πάει, ἀλλά ἤξερε ὅλες τίς γιορτές καί ἔκανε λογαριασμούς σάν νά ἤξερε γράμματα. Στό δωμάτιό της εἶχε μία ντουλάπα γεμάτη μέ εἰκόνες Ἁγίων. Κάθε βράδυ ἄναβε τό καντήλι καί ἔκανε τήν προσευχή της. Ἄρχιζε μέ τό “Θεέ μου, πρόσεχε τά παιδιά ὅλου τοῦ κόσμου καί ὕστερα τά δικά μου, τούς στρατιῶτες ὅλου τοῦ κόσμου καί τούς δικούς μου”. Ὅλο τό βράδυ προσευχόταν.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">»Κάτι πού ἔμαθα καί δέν τό ἔχω πῆ μέχρι τώρα. Ὅταν ἡ μητέρα μου (κόρη τῆς γιαγιᾶς) ἦταν σχεδόν 3 χρόνων, δέν μιλοῦσε καθαρά καί οὔτε περπατοῦσε.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ἡ γιαγιά τήν ἔταξε στήν Παναγία καί πῆγε στόν Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, κατέβασε τήν ποδιά (τό κάλυμα) πού ἦταν καλυμμένη ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας καί τήν ἀκούμπησε στήν μικρή τότε Ἀντιγόνη καί τό θαῦμα ἔγινε. Ἡ Ἀντιγόνη μίλησε καί περπάτησε.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">»Μαζί μέ τόν παπποῦ Ἰωάννη εἶχαν βαπτίσει 21 παιδιά. Προσκύνησε στούς Ἁγίους Τόπους δύο φορές, πρίν τό 1960 τότε πού ἦταν δύσκολο νά ταξιδέψης. Ὅταν γύρισε, ἔφερε μαζί της μία σακκούλα γεμάτη μικρά σταυρουδάκια καί ἔδωσε σέ ὅλο τό χωριό.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"><br /></span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">»Θυμᾶμαι μία φορά ἦταν ἕτοιμη γιά νά πεθάνη, ἔφεραν κάποιον πάτερ ἀπό ἄλλο χωριό γιά νά κάνη τό Εὐχέλαιο. Ὁ πάτερ βιαζόταν, δέν εἶπε ὅλα τά Εὐαγγέλια. Μόλις τελείωσε, σηκώθηκε, κάθησε στό κρεββάτι ἡ γιαγιά καί τοῦ λέει “παπᾶ μου, δέν εἶπες ὅλα τά Εὐαγγέλια”. Τότε ὅλοι γελάσαμε καί εἴπαμε δέν θά πεθάνη.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">»Φρόντιζε πάντα νά κάνη τό νάμα καί νά εἶναι πάντα καθαρό καί ἁγνό γιά τήν θεία Κοινωνία.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">»Θυμᾶμαι τήν γιαγιά μέ ἀγάπη καί τήν εὐγνωμονῶ γιά ὅ,τι μέ δίδαξε καί προσπαθῶ νά τά τηρῶ».</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ὅταν εἶχε Ἑσπερινό, προκειμένου νά μήν τόν χάση, ὅταν πλέον ἦταν ὑπέργηρη, ξεκινοῦσε ἀπό νωρίς τό ἀπόγευμα νά πάη στήν Ἐκκλησία. Περπατοῦσε στόν δρόμο σκυφτή, βάδιζε πολύ–πολύ σιγά μέ ἕνα μικρό μπαστουνάκι, πού στό ἐπάνω μέρος εἶχε σχῆμα Τ, πολύ κοντό γιά νά τήν βολεύη, ἀφοῦ κύρτωσε καί δέν βολευόταν μέ κανονικό.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Οὐδέποτε ἄκουγες νά βγῆ κακός λόγος ἀπό τό στόμα της. Μόνο εὐχές καί συμβουλές. Μάλιστα ἔλεγχε τήν ἐγγονή της γιά τίς παρέες πού ἔκανε καί ποιές ἔβαζε στό σπίτι. Μιά φορά πού ἔτυχε νά πάη μία σοβαρή γυναῖκα στό σπίτι τους, φεύγοντας ἐκείνη, εἶπε στήν ἐγγονή της: «Εἶδες; Τέτοιες γυναῖκες νά βάλης στό σπίτι σου».</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ὅταν πέθανε ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος ὁ Γ΄ καί γινόταν ἡ κηδεία, ἡ ἀκολουθία μεταδιδόταν ἀπό τήν τηλεόραση. Ἔτυχε νά εἶναι ἡ τηλεόραση στήν κόρη της ἀνοικτή καί νά εἶναι καί ἡ γιαγιά ἐκεῖ. Κάποια στιγμή ἡ γιαγιά πετάγεται ἐπάνω. Ὅταν τήν ρώτησαν «γιατί;». Ἡ γιαγιά εἶπε: «Λέει ὁ παπᾶς τό Εὐαγγέλιο καί ἐμεῖς νά καθώμαστε;», καί ὅλοι θαύμασαν γιά τήν εὐλάβεια τῆς γιαγιᾶς.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Στό τέλος τῆς ζωῆς της ἡ ἐγγονή της Μαρία ἔμενε μαζί της τά βράδια, μήπως χρειαστῆ τίποτε ἡ γιαγιά. Τήν ἄκουγε συνέχεια νά προσεύχεται καί ἀνάμεσα στά ἄλλα, ἔλεγε: «Θεέ μου, καλό θάνατο νά μοῦ δώσης. Νά πεθάνω Σαββάτο βράδυ, νά λειτουργηθῶ Κυριακή πρωΐ». Ὑπάρχει συνήθεια στό χωριό, ἄν κάποιος πέθαινε Σάββατο, τόν ἄφηναν στό σπίτι τό βράδυ καί τίς πρωϊνές ὧρες, ὅταν ἄνοιγε ἡ Ἐκκλησία, τόν ἔπαιρναν στόν Ναό. Καθ᾿ ὅλη τήν διάρκεια τῆς θείας Λειτουργίας τό φέρετρο ἤ τό νεκροκρέββατο (κοινό γιά ὅλους) ἦταν μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅταν τελείωνε ἡ Λειτουργία, γινόταν ἡ νεκρώσιμη ἀκολουθία.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ἕνα Σάββατο ἀπόγευμα, ἐνῶ ἡ γιαγιά ἦταν ἀπό ἡμέρες στό κρεββάτι, ξεψύχησε. Ἐκείνη τήν ὥρα χτυποῦσε ἡ καμπάνα γιά τόν Ἑσπερινό. Εἰδοποίησαν ἀμέσως τόν ἱερέα καί ἡ καμπάνα ξαναχτύπησε πένθιμα γιά νά ἀναγγείλλη στό χωριό τόν θάνατο τῆς μακαριστῆς Χατζη–Μαριοῦς (σέ ἡλικία 95 ἐτῶν), τό Σάββατο στίς 29–12–1981. Ἔγιναν ὅλα ὅπως τά ζητοῦσε στήν προσευχή της.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Ἀνοίγοντας τόν μπόγο, πού εἶχε ἑτοιμάσει ἀπό πολλά χρόνια πρίν γι᾿ αὐτήν τήν εὐλογημένη ὥρα, σέ ὅλους ἔκανε ἐντύπωση μέ πόση ἐπιμέλεια τά εἶχε τακτοποιήσει ὅλα. Μέχρι φυτιλάκια εἶχε γιά τό καντήλι πού θά ἄναβαν στόν τάφο καί λιβάνι.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Αἰωνία της ἡ μνήμη. Ἀμήν.</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/askites-mesa-ston-kosmo-12/</span></p><p style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"> </span><span style="font-size: xx-large;">Ὑπό π. Θεοδοσίου Χριστοφόρου. Ὁ ἴδιος π. Θεοδόσιος συνέγραψε καί τίς ὑπόλοιπες βιογραφίες τῶν Κυπρίων Ἀσκητῶν.</span></p>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-10465215000756599832024-03-08T09:24:00.005+02:002024-03-08T09:24:50.836+02:00Ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἀχράντου<div style="text-align: justify;"><a href="https://agiazoni.gr/digital-library/?az-author=10045" style="font-size: xx-large;">Γερόντισσα Μακρίνα Βασσοπούλου</a></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Θέλω καὶ κάτι ἐπὶ πλέον νὰ ἐπισημάνω γιὰ τὴν Θεία Λειτουργία, γιὰ τὴ στιγμὴ τοῦ «Ἄξιόν ἐστι».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;"> Εκείνη τὴν ὥρα νὰ προσέχουμε τὸν λογισμό μας <b>καὶ νὰ σταυρώνουμε ὅλο τὸ σῶμα μας, διότι εἶναι παρὼν ὁ Θεός.</b> Εκείνη τὴν ὥρα ἀποκαλύπτει πολλὰ πράγματα ὁ Θεὸς καὶ πολύ μᾶς ἐνισχύει. Ἐκείνη τὴν ὥρα ἐπισκιάζει ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἡ δὲ Παναγία ὅλα τὰ ἐξορκίζει εἴτε πειρασμὸ εἴτε ἄρρωστια. <b>Στο «ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας Ἄχράντου» νὰ σταυρώνουμε τὸν νοῦ μας, ὅπου πονᾶμε καὶ νὰ μνημονεύουμε</b> ὀνόματα ἀρρώστων, ἁμαρτωλῶν, φυλακισμένων καὶ ὅσων ἀνθρώπων ἔχουν ἀνάγκη.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τὴν ὥρα ποῦ εὔχεται ὁ ἱερεύς καὶ λέει:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">«Μνήσθητι Κύριε… ζώντων καὶ τεθνεώτων» νὰ γονατίζουμε, ἂν μποροῦμε -καὶ οἱ ἐκκλησιαστικὲς- καὶ νὰ προσευχόμαστε γιὰ ὅλους τούς ἀνθρώπους. </div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Κάποτε εἶχε ἔρθει ὁ κύριος, πού χάρισε στὸ Μοναστήρι τὰ βιβλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Εἶχε ἕνα ἐπίμονο πονοκέφαλο καὶ εἶχε ξοδέψει πολλὰ χρήματα στοὺς γιατρούς, χωρὶς νὰ βρῆ θεραπεία. Ἄκουσε λοιπὸν σὲ μία Θεία Λειτουργία φωνὴ πού τοῦ εἶπε: «Τὴν ὥρα πού θὰ λέη ὁ ἱερεύς τὸ “ἐξαιρέτως”, νὰ σταυρώσης τὸν πόνο σου». Αὐτὸ ἦταν, σταυρώθηκε καὶ πέρασε.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἔρχεται καὶ ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή! Νὰ τὴ διέλθωμε μὲ πίστη, μὲ πολλὴ ἀγάπη, μὲ ὑπομονές, μὲ πολὺ ἀγώνα πνευματικό, γιὰ νὰ φθάσουμε καὶ στὴν ἁγία Ἄνασταση.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">https://agiazoni.gr/%e1%bc%90%ce%be%ce%b1%ce%b9%cf%81%ce%ad%cf%84%cf%89%cf%82-%cf%84%e1%bf%86%cf%82-%cf%80%ce%b1%ce%bd%ce%b1%ce%b3%ce%af%ce%b1%cf%82-%e1%bc%80%cf%87%cf%81%ce%ac%ce%bd%cf%84%ce%bf%cf%85/</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-72665187858389862932024-03-07T10:15:00.005+02:002024-03-07T10:28:04.573+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – Ἀθηνᾶ Σγούρου <img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/02/SGOYROY.png" /><br /><br /><div style="text-align: justify;"><span style="font-size: large;">Γεννήθηκε τό 1879 στό Χωριό Κουραμάδες Κερκύρας ἀπό γονεῖς πολύ φτωχούς ἀλλά πολύ τίμιους καί πιστούς. Ὁ πατέρας της λεγόταν Χριστόδουλος Σγοῦρος καί ἦταν ἀπόγονος Βυζαντινῆς οἰκογένειας πού εἶχε ἐγκατασταθῆ ἀπό αἰῶνες στήν Κέρκυρα. Ἡ μάννα της λεγόταν Κωνσταντίνα Γραμμένου. Προερχόταν ἀπό πολύτεκνη οἰκογένεια.</span></div><span style="font-size: large;"><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἀπό τά πρῶτα της χρόνια ἔζησε τήν μεγάλη φτώχεια, τήν στέρηση καί τόν θάνατο μέσα στήν οἰκογένειά της. Ἀπό τά δώδεκα παιδιά πού ἔφεραν στόν κόσμο οἱ γονεῖς της μόνο πέντε ἐπέζησαν καί ἀπό αὐτά ἕνα ἦταν σωματικά ἀνάπηρο καί ἕνα διανοητικά. Τίποτε δικό τους δέν εἶχαν ἐκτός ἀπό ἕνα μικρό σπιτάκι πού ἔμεναν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Τά λίγα κτηματάκια πού καλλιεργοῦσαν ἦταν ξένα, ἀρχοντικά καί ἔδιναν μεγάλο μερίδιο ἀπό τήν σοδειά τους στούς κατόχους.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Εἶχαν ὅμως πολλή πίστη, ἐλπίδα καί ἀγάπη στόν Θεό. Ὁ πατέρας της οὐδέποτε βλασφήμησε γιά τήν δυστυχία του καί γιά τούς θανάτους τῶν παιδιῶν του. Ἀντίθετα εὐχαριστοῦσε τόν Θεό πού τά παιδιά του ἀξιώνονταν νά γίνουν Ἄγγελοι.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἡ Ἀθηνᾶ ὡς πιό μεγάλη (δεύτερη κατά σειρά), ἐπωμίστηκε καί αὐτή τό βάρος καί τήν φροντίδα τῆς οἰκογένειάς της ἀπό ἡλικίας πέντε ἐτῶν. Ἡ μάννα της ξενοδούλευε καί τῆς ἄφηνε ὅλη τήν εὐθύνη νά φροντίση τά μικρότερα ἀδέλφια της. Δέν εἶχε μέ τί νά τά ταΐση καί λυπόταν πού τά ἔβλεπε πεινασμένα καί δέν μποροῦσε νά τά χορτάση. Δύσκολοι καιροί, φτώχεια καί ἀνέχεια.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Σέ ἡλικία ἑπτά ἐτῶν πήγαινε καί αὐτή μέ τήν μάννα της στήν ξένη δουλειά, πού ἐκείνη τήν ἐποχή ἦταν τόσο σκληρή ἐνῶ ἡ ἴδια βρισκόταν σέ τόσο τρυφερή ἡλικία.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὅμως ἀπ᾿ αὐτήν τήν ἡλικία εἶχε ζῆλο καί ἄκουγε μέ προσοχή καί ἐνδιαφέρον ὅταν μιλοῦσαν (ἰδίως ὁ πατέρας της) γιά τόν Θεό, τούς Ἁγίους, γιά τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί παράδοσή μας. Ἔτσι ἔγινε φορέας καί βίωνε τό πνεῦμα τῆς ἀγάπης καί τῆς ἠθικῆς τοῦ Εὐαγγελίου μας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Παντρεύτηκε σέ μεστή ἡλικία (27 ἐτῶν). Ὁ γάμος της ἔγινε μετά ἀπό περιπέτειες καί ἐπεισόδιο πού πολύ τήν στενοχώρησε. Στό σπίτι πού μπῆκε βρῆκε πολύ ἐχθρικό κλῖμα ἀπέναντί της, γιατί ἡ οἰκογένεια τοῦ ἄνδρα της δέν ἤθελε μέ κανένα τρόπο νά τήν κάνη νύφη της ἐπειδή ἦταν πολύ φτωχή. Δυστυχῶς καί ὁ ἄνδρας της πολλές φορές στήν πορεία τοῦ γάμου τους παρασυρόταν ἀπό τούς δικούς του. Ἡ στενοχώρια της καί ἡ κακή μεταχείριση ἦταν καί ἀφορμή νά ἀποβάλη τό πρῶτο παιδί της. Κατά τήν ἀποβολή αὐτή ἔπαθε μεγάλη αἱμορραγία καί ὁ γιατρός πού κλήθηκε δέν κατώρθωσε νά τήν βοηθήση. Ὅταν τήν εἶδε νά ἔχη πέσει σέ κῶμα ἀποφάνθηκε ὅτι δέν θά ζήσει γιατί εἶχε πάρει τήν πορεία πρός τόν θάνατο. Ἡ ἀναπνοή της ἐλάχιστη, τό πρόσωπό της κίτρινο, τό σῶμα παγωμένο καί οἱ ὧρες περνοῦσαν μέ ἀγωνία. Ἀπό τό πρωΐ μέχρι ἀργά τό ἀπόγευμα στήν ἴδια κατάσταση. Ἡ μία ἀπό τίς ἀδελφές της προσευχόταν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ξαφνικά τήν εἶδαν νά ἀνοιγοκλείνη τά μάτια της, νά ζωηρεύη τό πρόσωπό της, νά κινῆται τό σῶμα της, καί ν᾿ ἀρχίζη νά μιλάη. Τά πρῶτα λόγια της ἦταν: «Ποῦ εἶμαι; Ποῦ βρίσκομαι; Γιατί ἦρθα πάλι ἐδῶ;». Σταυροκοπήθηκαν ὅλοι. Θαῦμα! Πῶς ξαναζωντάνεψε; Ὅταν συνῆλθε ἐντελῶς, ἀναστέναξε βαθιά. «Ἄχ, γιατί νά φύγω ἀπό ἐκεῖ πού ἤμουν;».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">«Ἀπό ποῦ;», τήν ρώτησαν οἱ ἀδελφές της. «Ἀκοῦστε καί θά σᾶς πῶ. Βρέθηκα σέ σκοτάδι βαθύ καί ἤθελα νά προχωρήσω, νά φύγω ἀπό ἐκεῖ, νά δῶ φῶς. Μοῦ φάνηκε πώς κάποιος ἦταν κοντά μου καί ὅπως προχωροῦσα, μέ συνώδευε. Ἤξερε καί τ᾿ ὄνομά μου καί μοῦ εἶπε:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἀθηνᾶ, μή φοβᾶσαι, ἔλα μαζί μου, πᾶμε ἀπό ἐδῶ.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ποῦ μέ παίρνεις; τόν ρώτησα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἔλα καί θά δῆς. Σιγά–σιγά βρεθήκαμε σέ φῶς. Ἔτσι εἶδα κι αὐτόν πού μέ συνώδευε. Ἦταν ἕνας λαμπερός νέος καί εἶχε μία φορεσιά ἄσπρη. Συναντήσαμε ἕνα μεγάλο πορτόνι (ἔτσι ἔμοιαζε) πρός τήν Ἀνατολή. Περάσαμε μέσα. Ἄ! Τί φῶς ἦταν αὐτό πού εἶδα! Πιό πολύ ἀπό μέρα μεσημέρι. Καί τί εἴδανε τά μάτια μου ἐκεῖ μέσα! Δένδρα πολλά καί λουλούδια ἀπ᾿ ὅλα τά χρώματα στολίζανε αὐτόν τόν τόπο. Ὅλα καθαρά, ἄστραφταν καί οἱ ἄνθρωποι πού βρίσκονταν ἐκεῖ. Ὅλοι μέ τά γιορτινά τους σάν νἄτανε πανηγύρι. Τά πρόσωπά τους χαρούμενα καί στέκονταν κατά σειρές ἄνδρες, γυναῖκες καί τραγουδοῦσαν. Πολλοί μοῦ μιλοῦσαν, μέ χαιρετοῦσαν. “Καλῶς τήν Ἀθηνᾶ”, μοῦ ἔλεγαν. Καί ἐγώ ἤμουν πολύ χαρούμενη, καθώς περνοῦσα μέσα ἀπ᾿ αὐτούς τούς ἀνθρώπους καί μέσα ἀπ᾿ αὐτά τά ὡραῖα λουλούδια. Ρώτησα καί ἐγώ αὐτόν πού μέ ἔπαιρνε:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ποῦ εἴμαστε ἐδῶ;</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἄ! Ἐδῶ εἴμαστε στόν Παράδεισο καί ὅλοι αὐτοί πού βλέπεις ἐδῶ, εἶναι οἱ ψυχές πού ὅταν ἦταν στήν ζωή εἶχαν ἀγάπη καί ἔκαναν καλά ἔργα. Νά, αὐτοί εἶχαν αὐτή τήν ἀρετή, οἱ ἄλλοι τήν ἄλλη.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Ὅσο προχωρούσαμε ὅλο καί πιό πολύ φῶς, ὅλο καί πιό ὄμορφα ἦταν τά πάντα καί περισσότερο χαρούμενα. Δέν ἤξερα τί νά πῶ, ἔτσι ρώτησα πάλι.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Δέν μοῦ λές, ἄνθρωπέ μου, ὅλες οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων, ὅταν πεθαίνουν, ὅλες ἐδῶ ἔρχονται;</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ὄχι, μοῦ λέει, ἂν θέλης πᾶμε νά ἰδῆς ποῦ εἶναι καί οἱ ἄλλες ψυχές.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Μέ μιᾶς βρεθήκαμε σάν σέ σούρουπο καί ὅσο προχωρούσαμε τόσο σκοτείνιαζε. Μπήκαμε σ᾿ ἕνα πορτόνι σκοῦρο, πού ἦταν πρός τήν Δύση. Καί τί νά δοῦμε ἐκεῖ! Ἀνθρώπους, ἄλλους πεσμένους κάτω, ἄλλους σηκωμένους νά βογγᾶνε, νά κλαῖνε, γυναῖκες μέ ξέπλεκα μαλλιά νά παραδέρνωνται καί μία βρώμα πού δέν ἄντεχα. Προχωρούσαμε καί ὅλο χειρότερα. Ἐδῶ βλέπαμε πολλούς πού ἦταν μέσα σέ ἀκαθαρσίες καί ἄλλους μέσα σέ φωτιά νά καίγωνται.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Μά γιατί νἆναι ἔτσι αὐτοί ἐδῶ; ρώτησα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἄ, Ἀθηνᾶ μου, αὐτές ἐδῶ εἶναι οἱ ψυχές αὐτῶν πού ἔκαναν τήν τάδε ἁμαρτία, ἐκεῖνοι ἐκεῖ ἔκαναν ἄλλες καί δέν μετενόησαν, γι᾿ αὐτό ἦρθαν ἐδῶ. Ἔτσι μοῦ ἔλεγε γιά ὅλους.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Πιό πέρα τί νά δῶ! Μέσα ἀπό ἕνα πολύ μεγάλο λάκκο νά βγαίνουν καί νά πετιοῦνται πάνω κάτι σάν σκουπίδια πού πάλι ξανάπεφταν μέσα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Καί αὐτό τί εἶναι; ρώτησα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Αὐτά πού ἀνεβοκατεβαίνουν σ᾿ αὐτό τό βάραθρο εἶναι οἱ πολύ ἁμαρτωλές ψυχές πού καίγονται.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Μ᾿ ἔπιασε ἀνατριχίλα καί ἄρχισα νά κλαίω, γιατί πολύ πόνεσα πού ἔβλεπα αὐτά. Ξαφνικά ἄκουσα κάποιον νά φωνάζη σ᾿ αὐτόν πού μ᾿ ἔπαιρνε:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Πάρε τήν Ἀθηνᾶ ἀπό ἐκεῖ. Γιατί τήν ἔφερες σ᾿ αὐτόν τόν τόπο νά στενοχωρηθῆ; Νά φύγη γρήγορα. Βγήκαμε πάλι στό φῶς, καί ἐκεῖ μοὖρθε ἡ περιέργεια καί τόν ρώτησα:</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Μά ποιός εἶσαι ἐσύ, ἄνθρωπέ μου, πού εἶσαι ὅλο κοντά μου, καί ποῦ μέ γνωρίζεις;</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Εἶμαι Ἄγγελος τοῦ Θεοῦ πού παίρνω τίς ψυχές αὐτῶν πού πεθαίνουν.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἔ, τότε θά ξέρεις καί γιά τήν ψυχή τῆς Νικολέττας (μιᾶς γνωστῆς μου) ποῦ ἐπῆγε.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Αὐτή δέν πῆγε καλά, γιατί δέν ἔκανε ψυχικό (ἐλεημοσύνη) ποτέ της.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Καί ἡ ψυχή τῆς Χαρίκλειας (μιᾶς ἄλλης γνωστῆς μου) ποῦ πῆγε;</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἄ, αὐτή ἐπῆγε λαμπάδα στόν Θεό.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Ρώτησα καί γι᾿ ἄλλες ψυχές ἀπό ἀνθρώπους πού ἤξερα καί μοῦ ἀπαντοῦσε ὅτι ἄλλες πῆγαν σέ καλό μέρος καί ἄλλες σέ ἄσχημο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Καί μένα ποῦ θά μέ πάρεις, τοῦ λέω.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">‒Ἐσύ θά γυρίσεις πάλι, μοῦ ἀπήντησε, γιατί σέ φωνάζουν καί δέν ἔχω διορία νά σέ κρατήσω ἄλλο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">»Καί ἔτσι μέ μιᾶς τόν ἔχασα καί βρέθηκα πάλι ἐδῶ».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Πολλοί τήν κορόϊδευαν, δέν τήν πίστευαν, τῆς ἔλεγαν ὅτι ἦταν ὄνειρο. Ἡ ἴδια ἐπέμενε: «Δέν ἦταν ὄνειρο. Ἐγώ τὄζησα αὐτό». Δέν ἦταν ὄνειρο, διότι πέρασαν ἑβδομήκοντα χρόνια καί μετά τό θυμόταν μέ ὅλες τίς λεπτομέρειες, παρ᾿ ὅλο πού χρειαζόταν πάνω ἀπό μία ὥρα νά τό ἀφηγηθῆ σέ ὅλη του τήν ἔκταση μέ πολλή ἁπλότητα, χωρίς νά προσπαθῆ νά πείση. Ἄλλη ἀπόδειξη ἦταν ἡ βέβαιη πίστη της γιά τήν ἐπουράνια ζωή. Τό μεγάλο ἰσόβιο ἐνδιαφέρον της καί ὁ ἀγώνας της γιά τήν ἐλεημοσύνη, ἡ ἀδιαφορία της γιά τήν ἀπόκτηση ὑλικῶν ἀγαθῶν, ἡ λαχτάρα της νά μιλάη καί νά ἀκούη γιά τόν Χριστό μας, τήν Παναγία μας, τούς Ἀγγέλους, τούς Ἁγίους˙ ὁ πόθος της καί ἡ σίγουρη ἐλπίδα της γιά τήν Ἀνάσταση, (ποτέ της ὅσο ἐκκλησιαζόταν δέν ἔχασε τό Ἑωθινό Εὐαγγέλιο τῆς Κυριακῆς) καί τέλος οἱ ἔγνοιές της, οἱ εὐχές καί οἱ προσευχές γιά ὅλο τόν κόσμο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ὡς ἄνθρωπος κι αὐτή εἶχε τά ἐλαττώματά της καί ἐλλείψει πνευματικοῦ ὁδηγοῦ καί λόγῳ ἄγνοιας μπορεῖ νά διέπραττε μικρά συγγνωστά ἁμαρτήματα. Ὅμως ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη της γιά τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους τά ἐλάφρυνε ὅλα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Δέν μποροῦσε νά χορτάση, ἂν ἤξερε ὅτι κάποιος δίπλα της πεινάει, οὔτε νά κοιμηθῆ, ἂν ἤξερε ὅτι κάποιος δέν ἔχει κρεββάτι νά μείνη. Μέσα στήν πολυμελῆ οἰκογένειά της ἦταν σκάνδαλο καί εὐλογία. Ὅ,τι μάζευε τό σκόρπιζε χωρίς νά λογαριάζη τήν γκρίνια καί τίς ἀντιδράσεις τῶν ἄλλων. Ποτέ ὅμως δέν τούς ἔλειψαν τά ἀπαραίτητα οὔτε κατά τήν κατοχική καί μετακατοχική φτώχεια.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Στό σπίτι της δεχόταν καί φιλοξενοῦσε ὅλους ὅσοι βρίσκονταν ἄστεγοι στό χωριό ἢ στό Λιβάδι τοῦ Ρόπα, ὅπου εἶχε ἕνα σπιτάκι καί ἔμενε ἐποχιακά. Πέρασαν ἀπό τό σπίτι της, ἔφαγαν καί κοιμήθηκαν σέ δύσκολους καί σέ ἐμπόλεμους καιρούς Σέρβοι, Ἑβραῖοι, Ἰταλοί, πρόσφυγες τῆς Μ. Ἀσίας, ζητιᾶνοι, γυρολόγοι, πλανόδιοι, ἔμποροι, μοναχοί, ἱερεῖς, ἀκόμη τσιγγᾶνοι, ταχυδακτυλουργοί καί ψυχοπαθεῖς.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἡ καρδιά της δέν ἔκανε διάκριση, ἔβλεπε τόν κάθε ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα Θεοῦ, πού ἔχει ἀνάγκη. Ἔκανε ψυχικό χωρίς νά ἀποβλέπη σέ ἀνταμοιβή. Δέν φοβήθηκε ποτέ οὔτε σκέφθηκε μήπως κινδυνεύση ἀπό τούς κάθε εἴδους ἀνθρώπους πού φιλοξενοῦσε. Σκεφτόταν ἁπλά καί πίστευε στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἔμενε στό Λιβάδι (δυό ὧρες μακρυά ἀπό τό χωριό), τό σπίτι της γινόταν τό μόνο ἀποκούμπι γιά κάθε χωριανό καί μή πού ξέμενε ἐκεῖ ἀπό κακοκαιρία. Τό μέρος ἐκεῖ ἦταν σχεδόν ἔρημο. Τί νά τούς δώση νά φᾶνε; Δέν μεριμνοῦσε. «Ἔχει ὁ Θεός», ἔλεγε. Ἡ ἀγάπη πάντα οἰκονομάει. Λίγο καλαμποκίσιο ἀλεύρι γιά μία κουλούρα στήν χόβολη, μέ λίγο ρύζι μέ θρούμπα καί δυόσμο θά χόρταιναν ὅσοι κι ἂν ἦταν. Καί ὅταν ἡ καρδιά της λαχταροῦσε νά προσφέρη καί κάτι ἄλλο ἀλλά δέν εἶχε, συνέβαινε μερικές φορές καί τό ἑξῆς ἀξιοθαύμαστο. Ἔρχονταν οἱ γάτες ἀπό τόν κάμπο πού κυνηγοῦσαν καί τῆς ἔφερναν πότε ὀρτύκια, πότε λαγουδάκια, πού ἀφοῦ τά σκότωναν, τά ἄφηναν στά πόδια της νιαουρίζοντας. Τό περίεργο ἦταν ὅτι δέν τῆς ἔφεραν ποτέ ἀκάθαρτο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ἐκεῖ στό Λιβάδι ἀξιώθηκε καί ἑνός ὁράματος. Ἐνῶ στεκόταν ἔξω ἀπό τήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ της ἕνα βράδυ εἶδε σέ μία στιγμή τόν οὐρανό νά ἀστράφτη. Νόμισε ὅτι θά βρέξει. Ὅμως τό φῶς μεγάλωνε καί ἔφεξε ὅλος ὁ κάμπος σάν νά ἦταν μέρα. Τό φῶς, ὅπως ἔλεγε, προερχόταν ἀπό κάτι πού ἔβλεπε στόν οὐρανό πού ἔμοιαζε σάν ὁλόφωτο ἅρμα σέ σχῆμα πολυελαίου. Καθώς περνοῦσε πάνω ἀπό τό κεφάλι της ἔμεινε ἔκθαμβη ἀπό τήν ὀμορφιά του. Τό παρακολούθησε μέχρι πού χάθηκε στίς πλαγιές ἑνός λόφου. (Κανείς ἄλλος ἀπό τήν γύρω περιοχή δέν τό εἶδε, ἐκτός ἀπό ἕνα κοριτσάκι ὀκτώ χρόνων πού ἔβοσκε τά πρόβατα). Σταυροκοπήθηκε, δέν μποροῦσε νά τό ἐξηγήση. Ὕστερα ὅμως ὁ λογισμός τῆς εἶπε ὅτι ἐπρόκειτο γιά τό χερουβικό ἅρμα πού πήγαινε σ᾿ ἕνα ἐρημοκκλήσι, τόν ἁη–Γιώργη, πού οἱ ἄνθρωποι τό εἶχαν ἐγκαταλείψει καί ἔμενε χρόνια ἀλειτούργητο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ζοῦσε μέ πολλή ἁπλότητα καί καθαρότητα. Ἔνιωθε τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ κοντά της καί εἶχε πάντα χαρά. Εἶχε ὅμως καί πειρασμούς καί πολλές δοκιμασίες στήν ζωή της. Ὁ ἄνδρας της δέν ἦταν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Ἦταν νευρικός, βλασφημοῦσε καί αὐτή πληγωνόταν.</div></span><span style="font-size: large;"><br /><br />Νέος μετά ἀπό ἕνα ἀτύχημα ἔχασε ἐντελῶς τό φῶς του καί ἡ ἴδια ἔπρεπε νά ὑπομείνη τήν σοβαρή αὐτή ἀναπηρία καί τίς συνακόλουθες παραξενιές του. Περισσότερο ὅταν μετά ἀπό λίγα χρόνια ἔπεσε, χτύπησε καί ἔμεινε παράλυτος. Ἡ κόρη της εἶχε γεννηθῆ ἀνάπηρη ἀλλά ἦταν καί αὐτή ἰδιότροπη, ἀνυπάκοη καί ἀτύχησε πολύ στόν γάμο της. Ὁ γυιός της μικρός ἦταν πολύ φιλάσθενος. Τρεῖς φορές κινδύνευσε νά πεθάνη. Ἡ εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ μέ τίς προσευχές της τόν γλύτωσε καί τοὔδωσε καί πολλά παιδιά.<br /><br /><img src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/02/SGOYROY1.png" /><br /><br />Ἡ ἴδια εἶχε πάντα προβλήματα μέ τήν ὑγεία της πού τήν βασάνιζαν μέχρι τό τέλος της. Παρ᾿ ὅλα αὐτά δέν γόγγυσε ποτέ. Πάντα εὐχόταν. Ἔκλαιγε μετά κλαιόντων καί ἔχαιρε μετά χαιρόντων. Προσευχόταν γιά ὅλον τόν κόσμο, γνωστούς καί ἀγνώστους, πρίν κοιμηθῆ κάθε βράδυ. Ἡ προσευχή της κρατοῦσε ἀρκετή ὥρα.<br /><br /><b>Τελευταῖα αὐτό πού τήν στενοχωροῦσε πολύ ἦταν ὅτι δέν εὕρισκε νά κάνη ἐλεημοσύνη. Οἱ ἄνθρωποι πλέον δέν εἶχαν ἀνάγκες, ὅπως παλαιά καί οἱ ζητιάνοι ἐξαφανίστηκαν. Πῶς θά χόρταινε ὅμως χωρίς νά δώση τίποτε; Ἀλλά ὁ Θεός τήν εὐσπλαχίσθηκε καί τῆς ἔστελνε ζητιάνους. Ὅταν κατέβαινε κάθε πρωΐ ἀπό τό σπίτι της, στήν πόρτα τῆς ἔκαναν ὑποδοχή κάθε εἶδος ζώων. Σκύλοι, γάτες, κότες, περιστέρια, σπουργίτια. Ὅλα τήν συνώδευαν στήν αὐλή τοῦ σπιτιοῦ, σέ ὅλα κάτι εἶχε νά δώση, ὅλα καταλάβαιναν τήν ἀγάπη της, δέν τήν φοβόνταν, ἔτρωγαν μέσα ἀπό τά χέρια της, ἀκόμη καί αὐτά τά σπουργίτια πού δέν πλησιάζουν σέ ἄνθρωπο. Κοίταζε καί στά πόδια της μήπως ὑπάρχουν μυρμήγκια νά τά ταΐση κι αὐτά, καί χαιρόταν τόσο πολύ, σάν τήν Εὔα στόν Παράδεισο.<br /></b><br />Τά τέλη της ἦταν χριστιανικά καί εἰρηνικά, ὄχι ὅμως καί ἀνώδυνα. Ἕνα πρωΐ σηκώθηκε μετά ἀπό μέρες πού εἶχε μείνει ἄρρωστη στό κρεββάτι, νά ταΐση τά πουλιά πού τῆς χτυποῦσαν τό τζάμι καί φώναζαν, ἔπεσε καί κτύπησε. Ἔκτοτε πονοῦσε καί ὑπέφερε.<br /><br />Ζήτησε τόν παπᾶ νἄρθη νά τήν διαβάση γιατί ἔτσι πίστευε ὅτι θά γινόταν καλά. Ὁ παπᾶς ὅμως δέν ἦρθε ἐγκαίρως. Ὅταν ἦρθε τοῦ εἶπε μόλις τόν εἶδε: «Τώρα, παπᾶ μου, εἶναι ἀργά πού ἦρθες, ἐγώ θά φύγω ἀπόψε».<br /><br />Τήν τελευταία αὐτή μέρα, 11 Φεβρουαρίου 1976, ἑορτή τῆς ἁγίας Θεοδώρας καί τοῦ ἁγίου Βλασίου εἶχε πολλούς πόνους ἀλλά καί μία γαλήνια χαρωπή προσμονή. Ἀπό τό πρωΐ ἄρχισε νά παραγγέλνη τά τῆς κηδείας της. Τί ροῦχα θά τῆς φοροῦσαν, πῶς καί ποιοί θά τήν ἔντυναν, πῶς θά τήν κτένιζαν, ποιοί παπάδες θἄρχονταν κ.λ.π.<br /><br />Μετά κάλεσε νἄρθουν οἱ γειτόνισσες καί ἡ νύφη της, ἀπό τήν ὁποία, ἀφοῦ τήν χαιρέτησε, ζήτησε συγχώρηση, ἂν ποτέ τήν εἶχε πικράνει. Ἐπίσης καί ὅσους ἐπήγαιναν νά τήν δοῦν, ἕναν–ἕναν τούς χαιρετοῦσε καί ζητοῦσε τήν συγχώρησή τους. Πρός τό σούρουπο ἡ ἀνυπομονησία της μεγάλωσε. Εἶπε νά προσευχηθοῦν στόν Θεό νά τήν πάρη γρήγορα, νά μήν τήν ἀφήση ὅλη νύχτα. Δέν πίστεψαν οἱ συγγενεῖς της ὅτι θά ἔφευγε ἐκείνη τή νύχτα. Εἶπε στή νύφη της νά ξυπνήση καί τούς ἄλλους, ἀλλά δέν τήν πίστεψε ἐπειδή τήν ἔβλεπε νά ἔχη τά λογικά της καί τήν ὁμιλία της. Ἐκοιμήθη πρίν ἀπό τίς δύο καί τά τελευταῖα της λόγια ἦταν: «Ὄμορφα–ὄμορφα».<br /><br />Ὀκτώ ὧρες πού ἔμεινε μέσα στό φέρετρο τό σῶμα της ἦταν ζεστό ἀκόμη. <b>Τό πρόσωπό της γαλήνιο, ροδαλό, χαμογελαστό καί ἀρρυτίδωτο, σάν πρόσωπο κοριτσιοῦ καί ὄχι αἰωνόβιας γριούλας 97 ἐτῶν.</b><br /><br />Ὁ Κύριος ἂς ἀναπαύση τήν ψυχή της, ὅπως καί ἐκείνη ἐλέησε καί ἀνέπαυσε τόν Ἴδιο στό πρόσωπο κάθε δεινοπαθοῦντος ἀνθρώπου. Ἀμήν.<br /><br /> https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-10/</span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-62473313112854421922024-03-06T14:35:00.002+02:002024-03-06T14:35:47.788+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – κ΄. Κέτη Πατέρα 3ο Μερος<p><span style="font-size: x-large;"> <strong style="color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; text-align: justify;">Ἀξιόλογα περιστατικά</strong></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Κάποτε πού γιόρταζε ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Νεκταρίου στό χωριό Ἅγιος Γεώργιος Φιλιππιάδος, πῆγε ἡ Κέτη σέ μιά χήρα πού εἶχε πολλά λουλούδια στήν αὐλή της, τήν παραμονή, καί τῆς ζήτησε λουλούδια γιά νά φτιάξη ἕνα στεφάνι γιά τήν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου. Ἡ χήρα ἀρνήθηκε καί δέν τῆς ἔδωσε λουλούδια. Ἡ Κέτη ἔφυγε καί μόνο τῆς εἶπε: «Δέν πειράζει, μήν μοῦ δίνης, ἀλλά μέχρι τό βράδυ θά τά χάσεις, δέν θά σοῦ μείνει οὔτε ἕνα λουλούδι». Καί πράγματι ὅταν ἄρχισε νά βραδιάζη, τήν ὥρα τοῦ Ἑσπερινοῦ ἔπιασε μιά ραγδαία βροχή καί ἕνας ἀνεμοστρόβιλος δυνατός, μέ ἀποτέλεσμα νά μήν μείνη οὔτε ἕνα λουλούδι, καταστράφηκαν ὅλα, ὅπως εἶχε προείπει ἡ Κέτη.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Κάποια χρονιά πήγαινε μέ τόν γνωστό της παπα–Βασίλη νά λειτουργήσουν στήν Παντάνασσα τήν ἡμέρα τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου, στίς 8 Σεπτεμβρίου. Συζητοῦσαν γιά τήν ἐκ παραδόσεως νηστεία πού κάνουν μερικοί ἀπό 1<span style="line-height: 0; position: relative; top: -0.5em; vertical-align: baseline;">η</span> μέχρι 7<span style="line-height: 0; position: relative; top: -0.5em; vertical-align: baseline;">η</span> Σεπτεμβρίου. Ἡ Κέτη εἶχε κρατήσει τή νηστεία καί ἔλεγε ὅτι καί ὁ παπα–Βασίλης ἔπρεπε νά τήν εἶχε κρατήσει. Ἔφθασαν στήν Ἐκκλησία, ἄναψαν τά καντήλια καί μόλις πῆγε νά βάλη “Εὐλογητός” ὁ παπᾶς τόν κέντησε ἕνας ξηρόπονος στήν κοιλιά. Βγῆκε ἔξω καί ὅταν μετά ἔβαλε τό πετραχήλι πάλι αἰσθάνθηκε πόνο δυνατό. Αὐτό ἐπαναλήφθηκε τέσσερις–πέντε φορές. Ἡ ὥρα περνοῦσε, ἡ Κέτη ἀνησυχοῦσε γιά νά προλάβη νά γυρίση στήν δουλειά της καί ὁ πόνος δέν ἄφηνε τόν παπα–Βασίλη. Ἡ Κέτη ἀπέδιδε τόν πόνο στό ὅτι δέν εἶχε νηστέψει ὁ παπᾶς καί τόν παρακινοῦσε νά κάνη τάμα στήν Παναγία ὅτι στό ἑξῆς θά κρατᾶ αὐτή τή νηστεία. Ἔβαλε μετάνοια μπροστά στήν Ἁγία Τράπεζα καί ὑποσχέθηκε νά φυλάξη σ᾿ ὅλη του τήν ζωή τήν συγκεκριμένη νηστεία. Ἀμέσως ἔπαυσε ὁ ξηρόπονος, ἔκαναν τήν ἀκολουθία καί τελείωσαν χωρίς κανένα πρόβλημα τήν Λειτουργία.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Θέλησαν κάποτε τρία–τέσσερα κακομαθημένα χωριατόπαιδα νά πειράξουν καί νά ἐκφοβίσουν τήν Κέτη τή νύχτα πού θά πήγαινε στήν Ἐκκλησία. Φόρεσαν κουκοῦλες στό κεφάλι τους, πιάστηκαν χέρι μέ χέρι καί ἔκλεισαν τόν δρόμο ἀπό τήν παιδόπολη πρός τά κάτω. Ἦταν ἕτοιμα νά ὁρμήξουν κατεπάνω της ἀλλά συνέβη τό ἑξῆς: <b>Μιά ἀόρατη δύναμη τοῦ Θεοῦ ἔκανε ὥστε τά βήματα τῶν ποδιῶν τους νά κινοῦνται πρός τά πίσω καί ὀπισθοχωροῦσαν χωρίς νά καταλάβουν πῶς</b>, ἐνῶ ἡ Κέτη ἔκανε συνεχῶς τόν σταυρό της, προσευχόταν καί περπατοῦσε πλησιάζοντας τά παιδιά σέ μικρή ἀπόσταση. Αὐτά ἔφυγαν ἄπρακτα καί ἡ Κέτη ἀπτόητη συνέχισε τόν δρόμο της γιά τήν Ἐκκλησία.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Κάποτε καθώς πήγαινε μέ τά πόδια ἀπό τήν παιδόπολη γιά τήν Κόνιτσα τήν πῆρε ἕνας φορτηγατζῆς πού εἶχε μαζί του καί τήν γυναῖκα του. Ἀνέβαιναν τήν Κανέτα. Ὁ δρόμος ἦταν στενός, ἀνηφορικός καί ἐπικίνδυνος. Ἀπό τήν μιά μεριά ἦταν βράχια καί ἀπό τήν ἄλλη ἀπότομη πλαγιά. Ξαφνικά κόπηκαν τά φρένα. Ἄνοιξε τήν πόρτα ὁ ὁδηγός, πήδηξε ἔξω καί τίς φώναξε νά πεταχθοῦν καί αὐτές. Ἡ γυναῖκα του πήδηξε ἔξω ἀλλά ἡ Κέτη δέν κινήθηκε. Μόνο ἔσκυψε νά μαζέψη τά πράγματά της καί μαζεύτηκε στήν ἐσοχή τοῦ αὐτοκινήτου κάτω ἀπό τό τζάμι. Τό αὐτοκίνητο χτύπησε σέ βράχο καί ἄρχισε νά κυλάη στήν πλαγιά. Ὁ ὁδηγός πάγωσε ἀπό τόν φόβο του καί, ὅταν σέ λίγο εἶδαν νά βγαίνη ἡ Κέτη σώα καί ἀβλαβής, τἄχασαν. Γνωστή της τήν ρώτησε τί σκεφτόταν τότε, καί μέ χιοῦμορ ἀπήντησε: «Φοροῦσα καινούργια ζακέττα καί λυπόμουν πού θά πήγαινε χαμένη».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἔβλεπε ὅλους τούς ἀνθρώπους καλούς καί ἔμπαινε ἀδιακρίτως σέ ὅλα τά αὐτοκίνητα. Μιά νύχτα ξεκίνησε γιά τήν Βούλιστα Παναγιά. Ἕνα αὐτοκίνητο πού περνοῦσε, σταμάτησε δίπλα της καί μπῆκε μέσα. Στόν δρόμο ὁ ὁδηγός τήν πείραξε μέ λόγια ἄπρεπα καί αὐτή ἐνῶ ἔτρεχε τό αὐτοκίνητο ἄνοιξε τήν πόρτα γιά νά πηδήση ἔξω. Πρόλαβε ὁ ὁδηγός καί σταμάτησε. Αὐτή κατέβηκε καί συνέχισε τήν πορεία της μέσα στή νύχτα.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὅταν ἡ μητέρα τῆς Κέτης δέν μποροῦσε πλέον μόνη της νά ἐξυπηρετῆται, γιατί εἶχε φθάσει 90 χρόνων, ἡ Κέτη γιά νά τήν ἔχη κοντά τήν ἔφερε στό σπίτι τοῦ παπα–Βασίλη στόν Ἅγιο Γεώργιο, τό ἔτος 1969. Τήν ἡμέρα τήν περιποιεῖτο ἡ πρεσβυτέρα καί τή νύχτα καθόταν μαζί της ἡ Κέτη. Μαζί μέ τήν μητέρα της ἡ Κέτη ἔφερε καί μιά εἰκόνα τῆς Παναγίας Βρεφοκρατούσης, διαστάσεων 50×40 ἑκατοστῶν, καί εἶπε ὅτι εἶναι πολύ θαυματουργή. Ἦταν οἰκογενειακό κειμήλιο καί πάντα ὅταν ἐπρόκειτο νά πεθάνη κάποιος τοῦ σπιτιοῦ, ἡ εἰκόνα ἔπεφτε ἀπό τό εἰκονοστάσι κάτω στό πάτωμα. Εἶπε ἡ Κέτη μέ βεβαιότητα στόν παπα–Βασίλη: «Ὅταν θά πεθάνη ἡ μητέρα μου, ἡ εἰκόνα θά μᾶς προειδοποιήσει μέ τόν θόρυβο ἀπό τό πέσιμό της». Τήν τοποθέτησαν στό εἰκο-</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><img alt="" class="size-full wp-image-52778 aligncenter" decoding="async" height="455" sizes="(max-width: 282px) 100vw, 282px" src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/06/keth2.png" srcset="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/06/keth2.png 282w, https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/06/keth2-186x300.png 186w" style="border: 0px; box-sizing: border-box; clear: both; display: block; height: auto; margin-bottom: 5px; margin-left: auto; margin-right: auto; max-width: 100%; vertical-align: middle;" width="282" /></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">νοστάσι, ἀνάμεσα σέ ἄλλες εἰκόνες γιά νά τήν συγκρατοῦν, μέ κλίση πρός τόν τοῖχο γιά νά στηρίζεται, καί ἔβαλαν μπροστά ἕνα πηχάκι πέντε ἑκατοστῶν. <b>Ἡ εἰκόνα ἦταν καλά τοποθετημένη καί ἦταν ἀδύνατο νά πέση, ἀλλά ἡ Κέτη ἐπέμενε ὅτι, πρίν πεθάνη ἡ μητέρα της, ἡ εἰκόνα θά πέσει ὁπωσδήποτε. </b>Ἡ Κέτη πηγαινοερχόταν στήν παιδόπολη καί τό βράδυ πού ἐπέστρεφε ρωτοῦσε ἄν ἡ εἰκόνα εἶναι στήν θέση της. Αὐτό συνεχιζόταν γιά πολύ καί ἡ Κέτη ἔλεγε ὅτι δέν ἦρθε ὁ καιρός ἀκόμη.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Στίς 8 Ἰουλίου 1971 κάθονταν ὁ παπα–Βασίλης καί ἡ Κέτη στό ἰσόγειο καί ξαφνικά ἀκούστηκε σάν νά ἔπεσε τουφεκιά ἀπό τό δωμάτιο πού ἦταν ἡ εἰκόνα. Ἡ Κέτη πετάχθηκε καί φώναξε «ἔπεσε ἡ εἰκόνα». Ἀνέβηκαν καί εἶδαν τήν εἰκόνα πεσμένη στό πάτωμα. Μέ εὐλάβεια καί φόβο τήν ἀσπάστηκαν καί τήν ἔβαλαν στήν θέση της. Ἀπορίας ἄξιον εἶναι πῶς δέν ἔπεσαν καί οἱ ἄλλες εἰκόνες πού ἦταν στό ἴδιο εἰκονοστάσι. Ἡ μητέρα τῆς Κέτης εἶχε χάσει τίς αἰσθήσεις, δέν κατάλαβε τίποτε. Στίς 10 Ἰουλίου, ἡμέρα Σάββατο τό ἔτος 1971, δύο μέρες μετά τό πέσιμο τῆς εἰκόνος, ἐκοιμήθη ἡ κυρία Ἑλένη Πατέρα, ἡ μητέρα τῆς Κέτης, καί τήν ἐνταφίασαν στήν Κόνιτσα.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;"><b>Ὕστερα ἡ Κέτη εἶπε ὅτι στό ἑξῆς ἡ εἰκόνα δέν πρέπει νά μένη μέσα σέ οἰκογένεια, πρέπει νά πάη σέ μοναστήρι καί τήν ἔστειλε στήν ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Ροβέλιστας, στήν Ἄρτα, ὅπου φυλάγεται μέχρι σήμερα.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;"> Κάθε Παρασκευή εἶχε ἀγρυπνία στή μονή Δουραχάνης. Τήν παρακολουθοῦσε, στήν συνέχεια πήγαινε στά Γιάννενα καί περίμενε ὧρες ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία γιά νά ξαναλειτουργηθῆ. Τά τελευταῖα χρόνια, κάποια χειμωνιάτικη νύχτα πού τό θερμόμετρο ἔδειχνε ἀρκετούς βαθμούς κάτω ἀπό τό μηδέν καί φυσοῦσε παγωμένος βοριᾶς, μετά τήν ἀγρυπνία ἦρθε στά Γιάννενα καί τρύπωσε σέ κάποιο χάλασμα στόν αὐλόγυρο τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἔστρωσε κάτω τό ποδόμακτρο, τυλίχθηκε μέ τήν ἐλαφριά κάπα της καί αἰσθάνθηκε μιά ζεστασιά σόμπας. Ἔτσι κοιμήθηκε πολύ ὡραῖα.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Συνήθιζε ἡ Κέτη νά πηγαίνη σέ ἀκατάλληλες ὧρες στό σπίτι κάποιας γνωστῆς της. Κάποια μέρα στίς 3.30΄ μ.μ. ἐνῶ ἡ οἰκογένεια ἀναπαυόταν χτύπησε ἡ Κέτη τήν πόρτα. Δυσανασχέτησε ἡ κυρία. <b>Ἀνοίγοντας σχεδόν θυμωμένη εἶδε τό πρόσωπο τῆς Κέτης νά ἀστράφτη καί τρόμαξε.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὁ Γ. Ζ. διηγήθηκε: «Γνώρισα τήν Κέτη τό καλοκαίρι τοῦ 1995. Τότε εἶχα χωρίσει καί ἐπισκεπτόμουν τό Ντουραχάν γιά νά προσεύχωμαι καί νά παρηγοροῦμαι. Μιά μέρα μοῦ εἶπε: “Θέλεις νά φωνάξω τόν π. Ἀθανάσιο νά σέ βοηθήση;”. Εἶπα “ὄχι”. Ὕστερα μοῦ εἶπε: “Ἀφοῦ ξέρω γιατί ἔρχεσαι. Γιατί δέν μοῦ τά λές νά ἀνακουφιστῆς;”. Καθήσαμε ὧρες συζητώντας καί μετά μοῦ ζήτησε νά τήν πάρω μαζί μου γιά τά Γιάννενα. Ζήτησε νά τήν ἀφήσω στό μετόχι τοῦ Σινᾶ, στήν ἁγία Αἰκατερίνη. Μοῦ εἶπε: <b>“Ἔχεις καλή καρδιά καί εἶσαι καλό παιδί. Θά προσευχηθῶ γιά σένα καί σύντομα θά γνωρίσεις μιά καλή κοπέλλα πού θά ἔχει τό ὄνομά της (ἁγίας Αἰκατερίνης)”.</b> Πέρασε ἕνα μικρό χρονικό διάστημα καί πραγματικά δέν μοῦ πέρασε κἄν ἀπό τό μυαλό μου στήν γνωριμία πού ἔκανα ὅτι τό ὄνομα Κατερίνα τῆς γυναίκας μου ἔχει τήν σημασία του. Ἕνα βράδυ Παρασκευῆς πού πῆγα γιά ὁλονυχτία μαζί μέ τήν Κατερίνα μέσα στό σκοτάδι, παρά λίγο νά πατήσω τήν Κέτη πού ἦταν γονατιστή. Πρίν προλάβω νά τῆς μιλήσω, μοῦ ἔπιασε τό πόδι καί μοῦ εἶπε: “Γιάννη, ἔφερες καί τήν Κατερίνα μαζί;”. Ἐκείνη τήν στιγμή πάγωσα καί θυμήθηκα τά λόγια της. Δέν θά τήν ξεχάσω ποτέ».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Μαρτυρία ἀνωνύμου: «Τήν Κέτη Πατέρα τήν συνάντησα γιά πρώτη φορά τό ἔτος 1993 στόν δρόμο ἀπό Ἄρτα πρός Ἰωάννινα καί τήν πῆρα μαζί μου στό αὐτοκίνητο. Τό ἑπόμενο ἔτος στό ἴδιο σημεῖο εἶδα μιά γιαγιά καί τήν θυμήθηκα. Ἀνέβηκε στό αὐτοκίνητο, μοῦ εἶπε ὅτι εἶναι ἀπό τήν Κόνιτσα καί μοῦ μίλησε γιά τόν π. Παΐσιο. <b>Μοῦ ἀνέφερε ὅτι ἤμουν ἀρραβωνιασμένος καί ὅτι εἶχα χωρίσει πρίν δύο χρόνια. “Δέν πειράζει”, εἶπε, “ἴσως νά βρῆ κάποιον καλύτερον”. Σάν νά διάβασε τήν ἐγωϊστική μου σκέψη, “τί καλύτερον θά βρῆ”, ἀπάντησε: “Ὅταν λέω κάποιον καλύτερο, ἐννοῶ νά βρῆ κάποιον γιά νά τῆς δώση τά λοῦσα πού ἤθελε”</b>. Εἶχε δίκαιο. Τά λοῦσα της ἦταν πράγματι ἀφορμή συνεχῶν προστριβῶν. Μοῦ εἶπε ὅτι αὐτή ἡ κοπέλλα πού γνωρίζω τώρα ὀνομάζεται Σοφία καί μοῦ ἀνέφερε στοιχεῖα ἀπό τόν χαρακτῆρα της, καί ὅτι εἶμαι πολύ τυχερός πού βρῆκα τέτοια κοπέλλα. Ἔπειτα μέ μάλωσε γιατί τῆς φερόμουν ἄσχημα μερικές φορές καί τήν στενοχωροῦσα. Μοῦ εἶπε νά τῆς δώσω χαιρετίσματα ἀπό μιά γιαγιά ἡ ὁποία δέν τήν ἔχει γνωρίσει ἀλλά τήν ξέρει πολύ καλά. Καί στό τέλος πρόσθεσε ἐπιτακτικά: “Αὐτό τό κορίτσι νά τό παντρευτῆς”.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">»Μετά ἀπό ὅσα μοῦ εἶπε ἡ Κέτη, κάτι ἄλλαξε μέσα μου καί εἶδα διαφορετικά τήν Σοφία. Τή νυμφεύθηκα, κάναμε δυό παιδιά καί ζοῦμε πολύ εὐτυχισμένοι.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">»<b>Ἐπίσης μοῦ εἶπε: “Γιατί τρέχεις τόσο πολύ;”. Κοίταξα τό κοντέρ καί εἶπα: “Πάω μέ 60 χιλιόμετρα”. Μοῦ εἶπε αὐστηρά: “Δέν ἐννοῶ τώρα ἀλλά ἄλλες φορές. Ξέρεις πόσες φορές σέ φύλαξε ὁ Θεός νά μή σκοτωθῆς;”</b>. Πράγματι ὄχι μόνο ἔτρεχα πολύ, ἀλλά πολλές φορές ἔψαχνα νά βρῶ κάποιον νά κάνω κόντρα στίς στροφές τῆς Κατάρας Μετσόβου, ξεπερνώντας τά ὅρια τοῦ αὐτοκινήτου.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">»Ὅλα αὐτά πού ἄκουσα μέ ἐξέπληξαν. <b>Ρώτησα τήν Κέτη γιά κάποιο γνωστό μου παιδάκι πού εἶχε γεννηθῆ ἄρρωστο καί οἱ γιατροί δέν μποροῦσαν νά ποῦν μέ ἀκρίβεια ποῦ ὀφείλεται ἡ ἀσθένειά του. </b>Μοῦ εἶπε ποῦ ἀκριβῶς εἶναι τό πρόβλημά του καί αὐτό ἐπιβεβαιώθηκε ἀπό εἰδικές ἐξετάσεις πού ἔκαναν στό ἐξωτερικό.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">»Ὅταν φθάσαμε στά Ἰωάννινα ἀνοίγει τήν τσάντα της καί μοῦ δίνει ἕνα χαρτί γιά νά τό διαβάσω. Ἔγραφε γιά τό μεγαλύτερό μου ἐλάττωμα καί τόν τρόπο γιά νά τό διορθώσω.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">»Τολμῶ νά πῶ ὅτι μετά τήν συνάντηση μέ τήν Κέτη Πατέρα ἄλλαξε ἡ ζωή μου. Ἄρχισα νά βλέπω τά πράγματα διαφορετικά, ἄλλαξαν οἱ ἀναζητήσεις μου, πῆγα στό Ἅγιον Ὄρος γιά νά προσκυνήσω, νά ἐξομολογηθῶ, καί συνεχίζω νά πηγαίνω κάθε χρόνο. Τήν ὑπερευχαριστῶ, τήν σκέπτομαι καί ἔχει μιά ξεχωριστή θέση στήν καρδιά μου».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: center;"><strong><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">*</span></span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Γνωστή τῆς Κέτης πού συχνά τήν φιλοξενοῦσε στό σπίτι της, ἑτοιμαζόταν νά χειρουργηθῆ ἀπό χολή. Ὅταν τό ἔμαθε ἡ Κέτη στενοχωρήθηκε ἀλλά δέν μίλησε. <b>Στήν τελευταία ἀκτινογραφία φάνηκε ὅτι ἡ χολή ἦταν κατακάθαρη. Ὁ γιατρός εἶχε δώσει κάποιο φάρμακο, ἀλλά ἡ ἀσθενής δέν τό ἔπαιρνε τακτικά. Ὅταν ἔμαθε ἡ Κέτη τό ἀποτέλεσμα τῆς ἐξετάσεως χάρηκε καί μονολόγησε ψιθυριστά: «Δύο μερόνυχτα κομποσχοίνι ἔκανα γι᾿ αὐτό».</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"> </span><strong style="text-align: left;"><span style="font-size: x-large;">Πνευματικές σχέσεις μέ τόν γέροντα Παΐσιο</span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Στό στενό περιβάλλον τῆς Κόνιτσας ὁ πατήρ Παΐσιος γνώριζε ἀπό μικρός τήν Κέτη καί τήν οἰκογένειά της. <b>Αὐτή τόν ἐκτιμοῦσε καί τόν θαύμαζε γιά τήν εὐλάβειά του καί τήν ἀσκητικότητά του, ἄν καί ἦταν μεγαλύτερη στήν ἡλικία.</b> Διηγεῖτο γελώντας ὁ Γέροντας τά ἑξῆς: «Ὅταν ἦταν νά ᾿ρθοῦν στήν Κόνιτσα οἱ Ἰταλοί, χτύπησαν τό μεσημέρι οἱ καμπάνες γιά νά κρυφθοῦν οἱ ἄνθρωποι. Ἡ Κέτη πῆρε τό μπουκάλι μέ τό λάδι καί πήγαινε στήν Ἐκκλησία γιά τόν Ἑσπερινό, ἐνῶ οἱ ἄλλοι ἔτρεχαν νά κρυφθοῦν».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὁ Γέροντας συνδέθηκε μέ τήν οἰκογένεια τῆς Κέτης ὅταν ἦρθε στήν Κόνιτσα νά κάνη τήν θεραπεία καί τόν φιλοξένησαν στό σπίτι τους.<b> Αὐτήν τήν εὐεργεσία δέν τήν ξέχασε ποτέ.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὅ<b>ταν ἔμενε στό σπίτι τους, μιά φορά ἔκαναν τήν Παράκληση στήν Παναγία καί τότε ἦρθε νά τόν δῆ ὁ γιατρός Βαντέρας. Εἶδε καί αὐτός ἔκπληκτος τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας νά κουνιέται μέ θόρυβο ἀπό μόνη της.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὅταν μόναζε στήν Μονή Στομίου ὁ π. Παΐσιος, ἡ Κέτη πολλές φορές ἔπαιρνε μαζί της τή νύχτα ἕνα ἀνηψάκι τοῦ π. Παϊσίου ἤ τήν ἀδελφή του Χριστίνα καί μέ τό φακό ἀνέβαινε στό Στόμιο γιά νά λειτουργηθῆ.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος τῆς ἔστελνε γράμματα μέ συμβουλές καί εὐλογίες (Σταυρούς, κομποσχοίνια, βιβλία). Τῆς ζητοῦσε ἄγραφα τετράδια, ὁ ἴδιος ἀντέγραφε χωρία ἀπό τήν Ἁγία Γραφή, τούς ἁγίους Πατέρες καί τῆς τά ἔστελνε.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Τέλη Ἀπριλίου τοῦ 1971, μετά τό Πάσχα, ὁ γέροντας Παΐσιος πῆγε νά δῆ τήν μητέρα τῆς Κέτης, γιατί κατάλαβε ὅτι θά φύγει. Κάθησε ὅλη τή νύχτα μαζί μέ τήν κυρία Ἑλένη καί συνωμιλοῦσαν. Τό πρωΐ, πρίν φύγη, ἀποχαιρετώντας εἶπε στήν κυρία Ἑλένη ὅτι μετά ἀπό εἴκοσι χρόνια θά ἀνταμώσουν ἐνῶ στήν Κέτη εἶπε ἰδιαιτέρως νά προετοιμάση τήν μητέρα της γιατί θά πέθαινε. Ἔγιναν ὅλα ὅπως τά προεῖπε ὁ Γέροντας. Μετά τήν κοίμηση τῆς κυρίας Ἑλένης ὁ Γέροντας προσευχόταν γιά τήν ψυχή της καί τελικά τήν εἶδε νά βρίσκεται σέ καλό μέρος.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὅταν ἔβγαινε ὁ Γέροντας στήν Σουρωτή εἰδοποιοῦσε τήν Κέτη καί αὐτή πήγαινε νά τόν συμβουλευθῆ. Προσφέρονταν πολλοί γιά νά τήν μεταφέρουν μέ τήν ἐλπίδα νά καταφέρουν νά δοῦν καί αὐτοί τόν Γέροντα. Ἀλλά ἡ Κέτη τούς ἔκανε συμφωνία. Ὅταν ἔρθη ἡ ὥρα τοῦ Ἑσπερινοῦ, νά σταματήσουν ὅπου βρεθοῦν γιά νά παρακολουθήσουν Ἑσπερινό.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἦταν τέλη Μαΐου. Ὁ Γέροντας εἰδοποίησε τήν Κέτη νά ἔρθη νά τήν δῆ. <b>«Τόν βρῆκα νά πονάη ἀφόρητα», εἶπε. Συνωμίλησαν, τήν συμβούλευσε καί τῆς εἶπε νά φύγη γιά νά ξανάρθη τῆς ἁγίας Εὐφημίας, στίς 11 Ἰουλίου. Ἀλλά ὅταν ἔφθασε ἡ ἑορτή τῆς ἁγίας Εὐφημίας</b> ἡ Κέτη ἀπό μικροεμπόδια ἀνέβαλε τήν ἐπίσκεψή της καί μετά πληροφορήθηκε ὅτι ἐκοιμήθη ὁ Γέροντας στίς 12 Ἰουλίου 1994. Μετανοιωμένη κτυποῦσε τό κεφάλι της καί ἔλεγε: «Καλά μοῦ εἶπε νά πάω, τό ἤξερε ὅτι θά πεθάνει τότε καί ἐγώ δέν πῆγα».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Μετά τήν κοίμησή του ὁ Γέροντας βοήθησε τήν Κέτη. Κάποτε ἐνῶ ἔπαιρνε ἕνα φάρμακο γιά τήν ὀστεοπόρωση, εἶχε ἐξαντληθῆ καί ἀδυνατήσει πολύ. <b>Τόν παρακάλεσε νά κάνη κάτι καί τόν εἶδε στόν ὕπνο της νά τήν συμβουλεύη νά διαβάση καλά τήν συνταγή τοῦ φαρμάκου. Εἶδε ὅτι δέν εἶναι γιά τήν πάθησή της καί τό πέταξε.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἕνα χρόνο πρίν ἀπό τήν κοίμησή της ἕνα πρωϊνό εἶδε ἕνα ρασοφόρο νά μπαίνη στό δωμάτιό της. Τήν παρατήρησε γιά κάποιο σφάλμα πού ἔκανε γιά νά τό διορθώση. Ἡ Κέτη τοῦ εἶπε: «Δέν ντρέπεσαι, παπᾶς ἐσύ καί μπῆκες στό κελλί μου;». Ὁ ρασοφόρος ἀπάντησε: «Δέν μέ γνωρίζεις;» καί ἐξαφανίστηκε. Τότε μόνο ἀνεγνώρισε ὅτι ἦταν ὁ π. Παΐσιος.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"> </span><strong style="text-align: left;"><span style="font-size: x-large;">Ἡ κοίμησή</span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἀφοῦ ἡ Κέτη συμπλήρωσε τά χρόνια τῆς ὑπηρεσίας της στήν Παιδόπολη καί πῆρε τήν σύνταξή της, ἔμενε προσωρινά στό σπίτι τοῦ παπα–Βασίλη Ζαλακώστα. <b>Τελικά κατέληξε στήν Μονή Δουραχάνης γιατί ἐκεῖ εἶχε κάθε μέρα θεία Λειτουργία, ἀκόμη καί ὅλες τίς ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς γίνεται Προηγιασμένη.</b> Ἀντί νά ἡσυχάση ἡ εὐλογημένη ψυχή, γιά νά ξεκουράση λίγο τό πολυβασανισμένο καί γερασμένο σῶμα της, αὐτή πήγαινε συχνά στά Ἰωάννινα καί ζητοῦσε ἀπό εὔπορες οἰκογένειες ροῦχα, παπούτσια, τρόφιμα γιά τούς φτωχούς της. Τά χρήματα τῆς σύνταξής της σέ δυό–τρεῖς μέρες τά σκόρπιζε ὅλα στήν ἱεραποστολή καί σέ ἐλεημοσύνες. Στόν γήϊνον αὐτόν κόσμο ἡ Κέτη ἦταν ἀποξενωμένη καί στόν Θεό ἀφιερωμένη. Ἐτήρησε τόν μακαρισμό «μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται»<a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-11/#_ftn1" name="_ftnref1" style="background: transparent; color: #8b5d09; cursor: pointer; text-decoration-line: none;">[1]</a>.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἔφθασαν καί οἱ τελευταῖες ἡμέρες τῆς ἐπιγείου ζωῆς της. Ἀργά μιά νύχτα χτύπησε τήν πόρτα σέ γνωστό της σπίτι. Ἔμαθε ὅτι θά χιονίσει καί πῆγε νά μείνη στό σπίτι αὐτό πού ἦταν κοντά στήν Ἐκκλησία τοῦ νεομάρτυρος Γεωργίου, γιά νά λειτουργηθῆ. <b>Πρώτη καί τελευταία φορά δέχθηκε νά ξαπλώση στόν ἄνετο καναπέ τῆς σάλας. Ἔφυγε πρίν ξημερώση καί ἀνοίξη ἡ Ἐκκλησία.</b> Πονοῦσε ἀφόρητα, εἶχαν σταματήσει οἱ γρήγορες κινήσεις της. Ἔμοιαζε μέ τήν συγκύπτουσα τοῦ Εὐαγγελίου. Περιέφερε μόνο τόν σκελετό καί τό δέρμα της μέσα στά φτωχικά μαῦρα ροῦχα της. «Θέλω νά πεθάνω», εἶπε. Ἔφυγε καί δέν ξαναπῆγε σ᾿ αὐτό τό σπίτι. Ἀρρώστησε καί τώρα δεχόταν τήν περιποίηση τῶν ἀδελφῶν τοῦ Ντουραχάν. Οἱ λίγοι γνωστοί της ἔμαθαν καί τήν ἐπισκέφθηκαν. Λόγῳ ἀδυναμίας δέν μιλοῦσε. Τό πρόσωπό της καί τά μάτια της εἶχαν τήν ὄψη ἄλλου κόσμου. Φαινόταν πώς θά ἔφευγε. Τότε ἦρθε καί ὁ πατήρ Ἀθανάσιος Σουσόπουλος καί τῆς διάβασε συγχωρητική εὐχή.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὅταν χειροτέρεψε τήν μετέφεραν στό Νοσοκομεῖο Χατζηκώστα τῶν Ἰωαννίνων καί ἐκεῖ μέ δύο βαθειές ἀνάσες παρέδωσε τήν ἐξαγνισμένη της ψυχή στά χέρια τοῦ Θεοῦ πού ἐλάτρευσε καί ὑπηρέτησε σέ ὅλη της τήν ζωή, τήν Τετάρτη στίς <strong>7 Μαΐου 2003</strong>.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ἔβαλαν τό λείψανό της στό ψυγεῖο καί τήν ἄλλη μέρα ἔγινε ἡ κηδεία της στόν ἅγιο Νικόλαο Κονίτσης. Τότε παρατήρησαν τό ἑξῆς ἀσυνήθιστο φαινόμενο. <b>Ἐνῶ εἶχε βγῆ ἀπό τό ψυγεῖο, τό ἄψυχο σῶμα της εἶχε ἐλαστικότητα, δέν εἶχε τή νεκρική ἀκαμψία. Ἔπιαναν τό χέρι της καί τό σήκωναν ψηλά. Ἦταν ἁπαλά καί ἐλαστικά τά μέλη καί ἡ θερμοκρασία τοῦ σώματός της ἦταν ὅπως ἑνός ζωντανοῦ ἀνθρώπου.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὁ π. Κοσμᾶς, ἡγούμενος τοῦ Στομίου, εἶπε δυό λόγια πού συνώψιζαν ὅλη τήν ζωή της: «Νά μιμηθοῦμε τήν ζωή της, τήν ἑκουσίως στερημένη ἀλλά ἀφιερωμένη στόν Θεό καί στόν ἄνθρωπο».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"> </span><strong style="font-size: xx-large; text-align: left;">Ἀπόψεις </strong><strong style="font-size: xx-large; text-align: left;">γιά τήν Κέτη</strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Πολλοί πού γνώρισαν τήν Κέτη ἔχουν ἀρνητική γνώμη γι᾿ αὐτήν. Ἦταν σχεδόν ἀπό ὅλους καταφρονεμένη καί παρεξηγημένη. Τήν ἀποκαλοῦσαν νευρασθενῆ, τρελλή. Κάποιος πού τήν συναντοῦσε συχνά στόν δημόσιο δρόμο Ἰωαννίνων–Ἄρτας, <b>πίστευε ὅτι εἶναι μιά τρελλή πού ἀνάβει τά καντήλια.</b> Ἡ Κέτη ἄναβε τά καντήλια στά εἰκονοστάσια τοῦ δρόμου γιά νά προστατεύη ὁ Θεός αὐτούς πού ταξίδευαν, κυρίως τή νύχτα. Ἄλλοι τήν θεωροῦσαν ἐνάρετη καί ζητοῦσαν τήν προσευχή της. Τί ἦταν τελικά ἡ Κέτη; Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μυστήριο καί ὁ Θεός πού ἐτάζει καρδίας καί νεφρούς γνωρίζει τί ἦταν ἡ Κέτη. <b>Ὁ γέροντας Παΐσιος τήν ἀποκαλοῦσε εὐλογημένη ψυχή, τήν θεωροῦσε γνησία πνευματική ἀδελφή του καί ἔγραφε σέ ἐπιστολή του: «Ἡ Κέτη, κατ᾿ ἐμέ ἡ Ἁγία»</b>.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Φυσικό εἶναι ἡ ὑψηλή της ζωή νά μήν κατανοηθῆ καί νά παρεξηγηθῆ ἀπό πολλούς. <b>Ὁ βίος της ἦταν ἀνόμοιος τοῖς πολλοῖς καί σκάνδαλο γιά τούς καθωσπρέπει χριστιανούς.</b> Καί ἡ ἴδια ἐνίοτε ἔκανε ἐπίτηδες κάποιες σαλότητες. Πήγαινε π.χ. στό σπίτι γνωστῆς της καί ἀπαιτοῦσε νά γίνη τό φαγητό στήν στιγμή. Τό ἔτρωγε, τό ἐπαινοῦσε καί τήν ἄλλη μέρα διαμαρτυρόταν: «Τί φαγητό ἦταν αὐτό; Τί ἔβαλες μέσα; Κόντεψα νά πεθάνω».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Οἱ παραξενιές της, φυσικές ἤ προσποιητές, ἴσως ἦταν κατάλοιπα ἀπό τήν ὁμηρία της ἤ τίς ἔκανε σκόπιμα, ἔχουν τήν χάρη τους καί δείχνουν τήν ταπείνωσή της. Δέν προσπαθοῦσε νά δείχνη στούς ἀνθρώπους εὐγενική καί πνευματική συμπεριφορά. Τήν ἐνδιέφερε ὄχι ἡ γνώμη τοῦ κόσμου ἀλλά νά μή γίνεται κάτι πού δέν ἀρέσει στόν Θεό. Ἱερομόναχος πού τήν γνώρισε καί τήν ἐξωμολόγησε, εἶπε: «Τέτοια ἐξομολόγηση, μέ τέτοια ταπείνωση, δέν ἔχω ξανακούσει».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;">Ὁ καλός Θεός νά ξεκουράση τήν ψυχή της στήν Βασιλεία Του καί νά τῆς χαρίση ἑκατονταπλάσια ἀπ᾿ ὅσα προσέφερε ὅσο ζοῦσε, καί τήν αἰώνιον ζωήν. Ἀμήν.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: x-large;"><a href="https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-11/#_ftnref1" name="_ftn1" style="background: transparent; color: #8b5d09; cursor: pointer; text-decoration-line: none;">[1]</a>. <em style="color: rgba(23, 20, 24, 0.95);">Ματθ</em>. ε΄, 7.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;"> https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-11/</span></p>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-81720504675461205382024-03-06T09:30:00.001+02:002024-03-06T09:30:31.390+02:00Η ΔΙΑΦΟΡΑ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΥΤΙΚΟΥ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΥ<p></p><div style="text-align: justify;"> <span face="Arial, Tahoma, Helvetica, sans-serif" style="font-size: 14px;"> </span><span style="font-size: x-large;">Υπάρχει μεγάλος πλούτος μορφών πνευματικής ζωής που βρίσκεται μέσα στα όρια της Ορθοδοξίας, αλλά ο μοναχισμός παραμένει ο πιο κλασικός από όλους. Σε αντίθεση με τον δυτικό μοναχισμό, ωστόσο, αυτός της Ανατολής δεν περιλαμβάνει μια πολλαπλότητα διαφορετικών τάξεων(δεν υπαρχουν ταγματα μοναστικα). Το γεγονός αυτό εξηγείται από τη σύλληψη της μοναστικής ζωής, στόχος της οποίας δεν μπορεί παρά να είναι η ένωση με τον Θεό σε μια πλήρη απάρνηση της ζωής αυτού του κόσμου. Εάν ο κοσμικός κλήρος (έγγαμοι ιερείς και διάκονοι) ή οι αδελφότητες λαϊκών μπορούν να ασχοληθούν με την κοινωνική εργασία ή να αφοσιωθούν σε άλλες εξωτερικές δραστηριότητες, είναι διαφορετικά με τους μοναχούς. Οι τελευταίοι παίρνουν τη συνήθεια πάνω απ' όλα για να επιδοθούν στην προσευχή, στην εσωτερική ζωή, σε μοναστήρι ή ερημητήριο. Ανάμεσα σε ένα μοναστήρι της κοινοβιακής ζωής και στη μοναξιά ενός ερημιτη που κουβαλά τις παραδόσεις των Πατέρων της Ερήμου υπάρχουν πολλοί ενδιάμεσοι τύποι μοναστηριακών ιδρυμάτων. Θα μπορούσε κανείς να πει γενικά ότι ο ανατολικός μοναχισμός ήταν αποκλειστικά στοχαστικός, αν η διάκριση μεταξύ των δύο τρόπων, ενεργητικού και στοχαστικού, είχε στην Ανατολή το ίδιο νόημα με τη Δύση. Στην πραγματικότητα, για έναν ανατολικό μοναχό οι δύο δρόμοι είναι αχώριστοι(θεωρια και πραξη). Το ένα δεν μπορεί να ασκηθεί χωρίς το άλλο, γιατί ο ασκητικός κανόνας και το σχολείο της εσωτερικής προσευχής λαμβάνουν το όνομα της πνευματικής δραστηριότητας. Αν οι μοναχοί ασχολούνται κατά καιρούς με σωματικές εργασίες, αυτό είναι πάνω απ' όλα με σκοπό ασκητικό : όσο πιο γρήγορα γινεται ξεπεράσουν την επανασταση της σαρκος τους, καθώς και να αποφύγουν την αδράνεια, εχθρό της πνευματικής ζωής. Για να επιτευχθεί η ένωση με τον Θεό, στο μέτρο που μπορεί να πραγματοποιηθεί εδώ στη γη, απαιτείται συνεχή προσπάθεια, ή, ακριβέστερα, μια αδιάκοπη επαγρύπνηση ότι η ακεραιότητα του ενδόμυχου ανθρώπου, «η ένωση καρδιάς και πνεύματος» (για να χρησιμοποιήσουμε έκφραση του ορθόδοξου ασκητισμού), αντέχουν όλες τις επιθέσεις του εχθρού: κάθε παράλογη κίνηση της έκπτωτης φύσης μας. Η ανθρώπινη φύση πρέπει να αλλάξει. πρέπει να μεταμορφώνεται ολοένα και περισσότερο με τη χάρη στον τρόπο του αγιασμού, ο οποίος έχει ένα εύρος που δεν είναι μόνο πνευματικό αλλά και σωματικό - και ως εκ τούτου κοσμικό. Το πνευματικό έργο ενός μοναχού που ζει στην κοινότητα ή ενός ερημίτη που έχει αποσυρθεί από τον κόσμο διατηρεί όλη την αξία του για ολόκληρο το σύμπαν, παρόλο που παραμένει κρυμμένο από τα μάτια όλων.</span></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;">Βλαντιμίρ Λόσκι</div></span><p></p>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-80694903640341889132024-03-05T17:50:00.001+02:002024-03-06T09:30:05.347+02:00Η μεγάλη απάτη των Τούρκων για τα Ίμια και τον Ανθρωποφάγο: Οι χάρτες πάλι τους διαψεύδουν<div style="text-align: justify;"><span style="font-size: x-large;">Γράφει ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΙΑΚΟΜΙΧΑΛΗΣ</span></div><span style="font-size: x-large;"><div style="text-align: justify;">Οι ναυτικοί χάρτες τελούν υπό την Αιγίδα του Διεθνούς Υδρογραφικού Οργανισμού (International Hydrographic Organization) που εδρεύει στο ΜΟΝΑΚΟ και έχει 65 κράτη μέλη ανάμεσα στα οποία είναι η Ελλάδα και η Τουρκία.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ανωτέρω οργανισμού κάθε κράτος μέλος έχει δικαίωμα να εκδίδει και να κυκλοφορεί ναυτικούς χάρτες για οποιαδήποτε περιοχή της υδρογείου, κάτω όμως από ορισμένες προϋποθέσεις και σε συνεργασία με το παράκτιο κράτος, περιοχές του οποίου απεικονίζονται στο χάρτη.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Μια από τις βασικότερες προϋποθέσεις ορίζει ότι οι ονομασίες, τα σύμβολα κ.λ.π. πρέπει να γίνονται στη γλώσσα του κυρίαρχου κράτους. Το δικαίωμα αυτό εκχωρείται στα κράτη μέλη με την έννοια ότι οι ναυτικοί χάρτες είναι εκδόσεις αδιαβάθμητες ( σε αντίθεση με τους εμπιστευτικούς –επιχειρησιακούς χάρτες) και αποτελούν το κύριο βοήθημα του ναυτιλλομένου στη γέφυρα και αποσκοπούν πρωτίστως στην προστασία της ζωής και της περιουσίας του ναυτικού κόσμου εν πλω.Έτσι στην περιοχή του Αιγαίου κυκλοφορούν σήμερα εκτός από τους Ελληνικούς, χάρτες του Βρετανικού Ναυαρχείου, του Ναυτικού των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας και τέλος της Τουρκίας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Δημοσίευσα τα δύο τελευταία χρόνια σειρά χαρτών των προαναφερθέντων χωρών συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας, χάρτες στους οποίους απεικονίζεται το θαλάσσιο σύνορο μεταξύ Ελλάδας- Τουρκίας με τα Ίμια να αναγράφονται με την Ελληνική ονομασία τους και να βρίσκονται δυτικά της γραμμής των θαλασσίων συνόρων μεταξύ Ελλάδας –Τουρκίας.Οι προαναφερθέντες χάρτες που κυκλοφορούν σήμερα για τη θάλασσα του Αιγαίου ξεκινούν χρονολογικά από το έτος 1932 όπως αυτοί προέκυψαν από την Ιταλοτουρκική Συμφωνία τόσον του Ιανουαρίου 1932 για το Καστελλόριζο και τις νησίδες Στρογγύλη και Ρω, που χαράκτηκαν τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας όπου τότε υπήρχε διαφωνία μεταξύ των δύο χωρών, όσον και για την συμφωνία του Δεκεμβρίου του 1932 που αναφέρεται στα θαλάσσια σύνορα για τα υπόλοιπα Δωδεκάνησα συμπεριλαμβανομένων και των Ιμίων. Στη περιοχή του συμπλέγματος της Καλολίμνου που ανήκουν τα Ίμια το θαλάσσιο σύνορο είναι στη μέση απόσταση μεταξύ των βραχονησίδων Ίμια και της Τουρκικής βραχονησίδας ΚΑΤΟ.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Με την συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947 άρθρο 14 τα Δωδεκάνησα ενσωματώθηκαν στη Ελλάδα.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η χώρα μας ως Διάδοχο κράτος της Ιταλίας σύμφωνα με τη Συνθήκη της Βιέννης του 1969 άρθρο 11 περί διαδοχής των κρατών εις τας Συνθήκας που τέθηκε σε ισχύ το 1980, ορίζεται ότι η διαδοχή των κρατών δεν θίγει τα σύνορα που καθορίσθηκαν με συμφωνίες, ούτε τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που καθορίσθηκαν με συμφωνίες και σχετίζονται με το εδαφικό καθεστώς.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Μετά το 1947 κυκλοφόρησαν διάφοροι Τουρκικοί χάρτες που εκδόθηκαν από στρατιωτικές υπηρεσίες, που δείχνουν τα Ίμια και τα άλλα 17 νησιά που σήμερα διεκδικούν οι Τούρκοι, ότι ανήκουν στην Ελλάδα. Αυτοί οι χάρτες χρονολογικά ξεκινούν από το έτος 1953 μέχρι και το 1997.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Σήμερα δημοσιεύουμε ένα αποκαλυπτικό χάρτη του έτους 1994 που εκδόθηκε από τη Γενική Διοίκηση Χαρτογράφησης του Υπουργείου Άμυνας της Τουρκίας σε συνεργασία με το Γερμανικό Χαρτογραφικό οίκο R. Ryborsch σε κλίμακα (1: 500.000) και διαπιστώνουμε ότι αναγράφει τα ονόματα όχι μόνο των κύριων νησιών αλλά και βραχονησίδων με το Ελληνικό τους όνομα.Μελετώντας τον χάρτη ο οποίος εκδόθηκε δύο μόλις χρόνια πριν τα γεγονότα στα Ίμια <b>οι Τούρκοι στις μεν Τουρκικές βραχονησίδες την Τουρκική ονομασία τους που είναι σε λατινική γραφή ακολουθεί η λέξη Ad ( Ada σημαίνει Νησί), ενώ στα Ελληνικά νησιά υπάρχει το γράμμα Ν. (Νήσος) πριν την ονομασία τους. Τις δε βραχονησίδες Ίμια τις αναφέρουν ως N. Limnia.</b></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ουσιαστικά η Γενική Διοίκηση Χαρτογράφησης του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας της Τουρκίας με το πρωτόκολλο συνεργασίας με τον Γερμανικό οίκο Χαρτογράφησης, καθόρισε τα τοπωνύμια, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του Διεθνούς Υδρογραφικού Οργανισμού που εδρεύει στο ΜΟΝΑΚΟ και που μέλη του είναι και η Ελλάδα και η Τουρκία, <b>αναγνωρίζοντας έτσι την Ελληνική κυριαρχία σε όλα τα νησιά που σήμερα αμφισβητεί.</b></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Η μεγάλη απάτη της Τουρκίας και ιδιαίτερα του Τουρκικού Υπουργείου Άμυνας βρίσκεται στο γεγονός ότι μετά την κρίση του Ιανουαρίου του 1996 όταν ο Εκπρόσωπος Τύπου της Πρεσβείας μας στην Άγκυρα κύριος Σταύρος Σταθουλόπουλος μαζί με τον συνάδελφο του στο Γραφείο Τύπου της Πρεσβείας μας κ. Ε. Κοσμά, εντόπισαν τον χάρτη που προανέφερα, με αφορμή στη συνέχεια και σχετικού ρεπορτάζ της εφημερίδας Γκιουναντίν που παρουσίασε τον χάρτη ντοκουμέντο με την σημείωση ότι η Τουρκία δίνει φοβερά όπλα στην Ελλάδα, αρχές του 1997 το Τουρκικό Υπουργείο Άμυνας απέσυρε όλα τα αντίτυπα που κυκλοφορούσαν και προχώρησε σε επανεκτύπωση με μοναδική αλλαγή στο χάρτη την αντικατάσταση της Ελληνικής Ονομασίας στα Ίμια και από N. Limnia τα αναφέρει « Kardak. Ad.».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Όμως η απάτη των Τούρκων δεν σταμάτησε εκεί με την επανέκδοση του χάρτη και την αλλαγή του ονόματος των Ιμίων, έκαναν και το χειρότερο. Αφαίρεσαν και την Ελληνική Ονομασία μιας άλλης βραχονησίδας που ανήκει στα Διοικητικά όρια του Δήμου Καλυμνίων, της Τσούκας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Σχολιάζοντας την ύψωση της Ελληνικής σημαίας στα πέντε νησιά του συμπλέγματος των Φούρνων και την αντίδραση της Τουρκίας για την σημαία στον Μικρό Ανθρωποφάγο, πρέπει να επισημάνω ότι και ο <b>Μικρός και ο Μεγάλος Ανθρωποφάγος στον Τουρκικό χάρτη, έκδοσης του Υπουργείου Άμυνας έτους 1994, αναγράφονται με τα ελληνικά τους ονόματα αναγνωρίζοντας με αυτό τον τρόπο οι ίδιοι οι Τούρκοι την Ελληνικότητα τους όπως και για τα Ίμια</b>.Γι’ αυτό παράνομα και κατά παράβαση κάθε έννοιας Διεθνούς Δικαίου, ο κύριος Γιλντιρίμ και ο κύριος Τσαβούσογλου, καταγγέλλουν τη χώρα μας ότι παράνομα οι τρεις Φουρνιώτες ύψωσαν την σημαία μας στο Μικρό Ανθρωποφάγο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Και δεν είναι μόνο οι Ανθρωποφάγοι, οι οποίοι βρίσκονται από το κοντινότερο σημείο των ακτών της Μικράς Ασίας σε απόσταση 11,0 ναυτικών μιλίων και αναγράφονται με το Ελληνικό τους όνομα, αλλά το σύνολο των 18 νησιών που αμφισβητούν οι Τούρκοι, αφού στον ίδιο χάρτη του Υπουργείου Άμυνας τους τα αναφέρουν με τα Ελληνικά τους ονόματα, αναγνωρίζοντας με αυτό τον τρόπο την Ελληνικότητα τους.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Το κωμικοτραγικό στην ιστορία της αμφισβήτησης των βραχονησίδων και των μικρών νησιών μας, από την Τουρκία είναι <b>ότι και στην επανέκδοση του ίδιου χάρτη από το Υπουργείο Άμυνας το 1997 με εξαίρεση τα Ίμια, τα άλλα 17 νησιά αναφέρονται με τα Ελληνικά τους ονόματα.</b></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Εδώ ισχύει η παροιμία: Αγαπά ο θεός τον κλέφτη, αλλά αγαπά και τον νοικοκύρη.<img src="https://hellasjournal.com/wp-content/uploads/2018/04/DIAKOMIXALHS-XARTHS-IMIA01-e1524639230270.jpg" />Απόσπασμα Χάρτη 1994<img height="476" src="https://hellasjournal.com/wp-content/uploads/2018/04/DIAKOMIXALHS-XARTHS-IMIA02.jpg" width="640" />Απόσπασμα Χάρτη 1997</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Αλήθεια κύριε Γιλντιρίμ ούτε εσείς ούτε ο κύριος Τσαβούσογλου δεν γνωρίζετε την αλήθεια ή το κάνετε σκόπιμα για να νομιμοποιήσετε στη Διεθνή κοινή γνώμη τις παράνομες αξιώσεις σας σε βάρος της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας στο Αιγαίο;</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Προσωπικά πιστεύω ότι ισχύει το δεύτερο!!!</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Όμως επειδή η Τουρκική Εξωτερική πολιτική τα τελευταία σαράντα χρόνια απέναντι στην Ελλάδα ασκείται με όρους “Απειλής άσκησης βίας” και επειδή ο πολιτικός κόσμος της γειτονικής χώρας στο σύνολο του (Κεμαλιστές, Ισλαμιστές, Εθνικιστές) γνωρίζει ότι η χώρα μας εφαρμόζει πολιτική κατευνασμού, και ότι δεν θα αντιδρούσαμε γι’ αυτή την απάτη με τους χάρτες, η τότε Κεμαλική ηγεσία, ενενδοίαστα ξεπερνώντας κάθε έννοια Διεθνούς Δικαίου, απέσυρε όλους τους χάρτες έκδοσης έτους 1994 και το 1997 το Υπουργείο Άμυνας της Τουρκίας επανέκδοσε τον χάρτη με μοναδική αλλαγή την ονομασία των Ιμίων που αντί να αναγράφει το Ν.Limnia αναφέρει τα Ίμια ως «Kardak Ad».</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Και επειδή αναφέρει ο εκπρόσωπος τύπου της Πρεσβείας μας στην Άγκυρα το 1996, κύριος Σταύρος Σταθουλόπουλος, σε άρθρο του στην Καθημερινή στις 30-1-2017 ότι απόστειλε 30 αντίτυπα του χάρτη του 1994 στο Υπουργείο Τύπου της Ελλάδας, το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί έστω και τώρα είναι πως αξιοποίησαν οι τότε Υπεύθυνοι αυτό το χάρτη ντοκουμέντο; Προσωπικά πιστεύω ότι αυτός ο χάρτης θα βρίσκεται αραχνιασμένος σε κάποιο συρτάρι του Ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών, η θα έχει γίνει επτασφράγιστο μυστικό μέχρι και σήμερα για να μην παραβούμε την «ενδέκατη εντολή»: “Μην διαταράσσεις την πολιτική του κατευνασμού”.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Ο χάρτης ντοκουμέντο έκδοσης 1994 με την επισήμανση ότι είναι επίσημη έκδοση του Τουρκικού Υπουργείου Άμυνας είναι αυτός!!!</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;"><img src="https://hellasjournal.com/wp-content/uploads/2018/04/DIAKOMIXALHS-XARTHS-IMIA03-e1524639470592.jpg" /></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;"><img src="https://hellasjournal.com/wp-content/uploads/2018/04/DIAKOMIXALHS-XARTHS-IMIA04-e1524639507279.jpg" /></div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Γι’ αυτό έστω και τώρα επειδή οι πρόσφατοι αυτοί χάρτες είναι ένα επιπλέον σοβαρό όπλο στη φαρέτρα της Ελληνικής Διπλωματίας, εκτός από τις Διεθνείς Συνθήκες και συμβάσεις, η Ελληνική κυβέρνηση, όλα τα κόμματα καθώς και όλοι οι Έλληνες Ευρωβουλευτές πρέπει να τους αξιοποιήσουν σε όλα τα διεθνή φόρα (ΟΗΕ, ΝΑΤΟ, Ε.Ε) και στις Μεγάλες Δυνάμεις (ΗΠΑ, ΡΩΣΙΑ, ΚΙΝΑ) καταγγέλλοντας την συμπεριφορά και την τακτική της γειτονικής χώρας.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Για την σπουδαιότητα του χάρτη αυτού δεν ήταν άλλωστε τυχαία η αντίδραση του διπλωματικού συντάκτη της εφημερίδας Γκιουναϊντιν κυρίου Ιμπραχήμ Γκιουντούζ ο οποίος με σχετικό ρεπορτάζ την εποχή εκείνη επισήμαινε ότι η ίδια τη Τουρκία έδινε φοβερά όπλα στη χώρα μας, ρωτώντας ποιος κοροϊδεύει ποιον, απεικονίζοντας στο ρεπορτάζ τον χάρτη αυτό.<img height="466" src="https://hellasjournal.com/wp-content/uploads/2018/04/DIAKOMIXALHS-XARTHS-EFHMERIDA01-e1524639646250.jpg" width="640" />Απόσπασμα εφημερίδας Γκιουναϊντίν</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Γι’ αυτό άλλωστε ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας κύριος Καρανταγί είπε ότι ήταν στρατηγικό λάθος η πολιτική της Τουρκίας για τα Ίμια.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">Γι’ αυτό ο αξιότιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας οφείλει να αναλάβει πρωτοβουλίες ξεπερνώντας τις συνταγματικές του δυνατότητες και αυτός να συγκαλέσει σύσκεψη όλων των Πολιτικών Αρχηγών, της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων και του Διοικητή της ΕΥΠ και να εξετάσουν την κατάσταση όσον αφορά την τουρκική επιθετικότητα και τους τρόπους αντίδρασης της χώρας μας λαμβάνοντας υπόψιν τα δεδομένα όπως αυτά διαμορφώνονται και μάλιστα μετά την προκήρυξη των εκλογών στη Τουρκία για τον προσεχή Ιούνιο.</div><div style="text-align: justify;"><br /></div><div style="text-align: justify;">ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΙΑΚΟΜΙΧΑΛΗΣ</div><div style="text-align: justify;">ΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΜΗΧΑΝΙΚΟΣ</div><div style="text-align: justify;">ΤΕΩΣ ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΚΑΛΥΜΝΙΩΝ</div></span>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-62408604260763809192024-03-05T15:04:00.000+02:002024-03-05T15:04:02.973+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – κ΄. Κέτη Πατέρα 2ο Μερος<p> <strong style="color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif;"><span style="font-size: large;">Κρυφή ἀσκήτρια</span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἡ Κέτη ἦταν μιά λαϊκή ἀσκήτρια σέ μεγάλα μέτρα. Τόν ἑαυτό της τόν εἶχε παραμελημένο καί παραπεταμένο. Ἀπό τόν μισθό της ποτέ δέν διέθεσε οὔτε δραχμή γιά τόν ἑαυτό της, γιά ροῦχα ἤ γιά φαγητό. Φοροῦσε, αὐτή ἡ πλουσιοκόρη, φτωχικά ροῦχα καί παπούτσια πού τῆς ἔδιναν ἐλεημοσύνη.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Σ᾿ ὅλη τήν ζωή της δέν χόρτασε. Ἔτρωγε λίγο καί ὄχι χορταστικά καί μέ πλησμονή, γιατί ἤθελε νά προσεύχεται νηστική. Ποτέ δέν μαγείρευε γιά τόν ἑαυτό της, ἀλλά καί ποτέ δέν ἔμενε χωρίς φαγητό.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><img alt="" class="size-full wp-image-52777 aligncenter" decoding="async" height="455" sizes="(max-width: 238px) 100vw, 238px" src="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/06/keth1.png" srcset="https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/06/keth1.png 238w, https://enromiosini.gr/newsite16/wp-content/files/2019/06/keth1-157x300.png 157w" style="border: 0px; box-sizing: border-box; clear: both; display: block; height: auto; margin-bottom: 5px; margin-left: auto; margin-right: auto; max-width: 100%; vertical-align: middle;" width="238" /></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;"><b>Πήγαινε στήν Χριστίνα Ἐζνεπίδου, ἀδελφή τοῦ γέροντος Παϊσίου καί ἐπειδή τῆς εἶχε θάρρος τῆς ἔλεγε νά κάνη λίγο ζυμαρικό. Ἔλεγε: «Αὐτό εἶναι βασιλικό φαγητό»</b>. Ὅσο καιρό ἦταν στήν παιδόπολη κανείς δέν τήν εἶδε στήν τραπεζαρία νά τρώη μέ τό προσωπικό. Μιά γνωστή της φρόντιζε τό βράδυ πού γύριζε ἡ Κέτη νά τῆς ἔχη λίγα χόρτα φυλαγμένα ἤ κανένα νηστήσιμο. Κρέας δέν ἔτρωγε καί μετά τήν κοίμηση τῆς μητέρας της ἀπεῖχε καί ἀπό τά γαλακτερά καί τά αὐγά. Στή νηστεία ἦταν ἄφταστη, εἶχε μεγάλη ἀντοχή. <b>Πολλές ἡμέρες περνοῦσε μόνο μέ τό ἀντίδωρο πού εἶχε μέσα στήν τσάντα της. Συνήθως ἔτρωγε λαχανικά, ἐλιές, ζυμαρικά, ρυζάκι καί σέ γιορτές κανένα ψαράκι. Ἔπινε πικρό τόν καφέ της γιά ἄσκηση.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ὅταν κοιμόταν λίγο γιά νά ξεκουραστῆ, δέν σκέπαζε τά πόδια της γιά νά μήν κοιμηθῆ βαρειά καί δέν ξυπνήσει γιά τήν θεία Λειτουργία. Ἀργότερα δέν ξάπλωνε σέ κρεββάτι ἀλλά πάντοτε μαζεμένη σ᾿ ἕνα καναπέ ἤ σέ μιά καρέκλα λαγοκοιμόταν. Ταλαιπωροῦσε τό σῶμα της καί στόν ὕπνο καί στή νηστεία.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Στά γόνατά της εἶχαν σχηματισθῆ δύο εὐμεγέθεις μαῦροι κύκλοι ἀπό τίς ἐδαφιαῖες μετάνοιες, τήν πολύωρη γονυκλιτῆ στάση της κατά τήν θεία Λειτουργία καί τίς ἀτομικές προσευχές της.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px;"><span style="font-size: large;"> </span><strong><span style="font-size: large;">Βρύση ἐλεημοσύνης</span></strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;"><b>Ἡ ζωή τῆς Κέτης ἀπό τήν μικρή της ἡλικία μέχρι τήν κοίμησή της ἦταν θεία λατρεία, ἄσκηση, ἐλεημοσύνη.</b> Ἦταν τόσο ἐλεήμων, πού τά ὑλικά ἀγαθά τά ὁποῖα ἄφθονα τῆς παρεῖχαν οἱ γονεῖς της, τά μοίραζε σέ φτωχούς. Καί ὅταν τῆς ἔβαζαν περιορισμούς, τύλιγε σ᾿ ἕνα σενδόνι τά τρόφιμα καί μέ ἕνα σχοινί τά κατέβαζε ἀπό τό παράθυρο γιά νά μήν τά βλέπουν οἱ γονεῖς της. Τότε ὑπῆρχαν πολλοί φτωχοί, χῆρες, ὀρφανά, πρόσφυγες. Τά ἐνοίκια τῶν χωραφιῶν πού ἔπαιρναν σέ εἶδος (σιτάρι, καλαμπόκι κ.λ.π.), τά κουβαλοῦσε κρυφά σέ μιά γειτόνισσα ἔμπιστή της καί ἀπό κεῖ μέ ἄνεση ἔκανε τήν διανομή στούς φτωχούς, γιά νά μήν τήν βλέπη καί στενοχωρῆται ἡ μητέρα της.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;"><b>Ἦταν ἡ πρώτη συνεργάτις τοῦ π. Παϊσίου στίς ὁμάδες ἀγάπης καί συνέχισε αὐτό τό ἔργο μετά τήν ἀναχώρηση τοῦ Γέροντα ἀπό τό Στόμιο.</b> Οἱ καλωσύνες πού ἔκανε εἶναι πολλές καί ἀθόρυβες. Ὄχι μόνο διέθεσε τόν μισθό της καί ὅλη της τήν περιουσία γιά τούς φτωχούς, ἀλλά καί ἡ ἴδια ἔγινε διάκονος τῆς ἀγάπης γιά τούς φτωχούς καί ἀρρώστους. «Ἕνεκεν συμπαθείας τῶν πενήτων», ἔγινε καί ζητιάνα.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ὅταν ἦταν στήν παιδόπολη ἔφευγε ἀπό τήν δουλειά της λίγο νωρίτερα, ἔπαιρνε τό φαγητό της καί ἔτρεχε νά τό πάη κρυμμένο κάτω ἀπό τήν κάπα της σέ μιά οἰκογένεια μέ ἐννιά παιδιά στό γειτονικό χωριό Παντάνασσα. Τά παιδιά πάμφτωχα καί πεινασμένα, ὁ πατέρας πάντα μεθυσμένος. Ἐπειδή στήν ἔξοδο τῆς παιδοπόλεως γινόταν ἔλεγχος, ἔβγαινε ἀπό δύσβατο μονοπάτι μέσα στό δάσος καί ἔφθανε στό χωριό. <b>Τά βράδια ἔπαιρνε ἀπό τήν κουζίνα τά περισσεύματα, συνήθως μέ καυγάδες γιατί ἀπαγορευόταν, καί τά πήγαινε σέ φτωχούς</b>. Πόσα παιδάκια ἔθρεψε μέ τά περισσεύματα καί πόσα ἔντυσε ἀξιοποιώντας ἄχρηστο ἱματισμό!</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Τίς ἐλεύθερες ὧρες, πού ἦταν τόσο λίγες, ἔτρεχε στά χωριά, ἔκανε ἐνέσεις στούς ἀρρώστους καί κουβαλοῦσε τρόφιμα σέ φτωχούς. Φοροῦσε μιά κάπα ἐπίτηδες γιά νά μήν φαίνωνται οἱ τσάντες μέ τά τρόφιμα.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Γιά τόν ἑαυτό της δέν φρόντιζε. Σκεφτόταν τούς ἄλλους. Δέν μιλοῦσε γιά ἀγαθοεργίες μόνον ἔπραττε, ὅσο μποροῦσε ἀθόρυβα. Ἔδινε χρήματα στόν ἱερέα τῆς Μελισσόπετρας γιά νά βοηθᾶ φτωχές οἰκογένειες. Βάπτισε ἀρκετά παιδάκια καί εἶχε τήν μέριμνά τους.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Στό Ριζοβούνι περιποιόταν μιά γριά ἐγκαταλελειμμένη μέχρι τήν κοίμησή της, σάν νά περιποιόταν τήν μάννα της. Στόν Ἅγιο Γεώργιο εἶχε μιά ἄλλη γριά πού κάθε βράδυ τῆς πήγαινε φαγητό, τῆς ἔκοβε τά νύχια, τήν ἔπλενε καί τῆς πρόσφερε ὅ,τι ἄλλο χρειαζόταν μέχρι πού κοιμήθηκε.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Βοηθοῦσε καί μιά ἄλλη φτωχή καί πολύτεκνη οἰκογένεια. Ἡ μάννα περίμενε παιδάκι ἀλλά σκεπτόμενη τήν φτώχεια τους ἀποφάσισε μέ τόν ἄνδρα της νά πᾶνε νά κάνουν ἔκτρωση. Στόν δημόσιο δρόμο συνάντησαν τήν Κέτη ἡ ὁποία τούς ρώτησε ποῦ πηγαίνουν, καί αὐτοί εἶπαν τήν ἀλήθεια. Τότε ἀγανάκτησε ἡ Κέτη καί ἔβαλε τίς φωνές. Τούς εἶπε νά γυρίσουν στό σπίτι τους καί αὐτή ὑποσχέθηκε νά ἀναλάβη τήν προστασία καί τήν τροφοδοσία τοῦ παιδιοῦ. Ἔγινε μάλιστα καί ἀνάδοχός του καί τό βοήθησε περισσότερο ἀπό ὅσο ὑποσχέθηκε μέχρι πού μεγάλωσε καί ἄρχισε νά ἐργάζεται.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Σέ ἄλλο χωριό τῆς περιοχῆς ὑπῆρχε κάποια φτωχή οἰκογένεια μέ δυό ἄρρωστα παιδιά ἀπό μεσογειακή ἀναιμία. Ἡ Κέτη τούς λυπήθηκε πολύ καί θέλοντας νά τούς βοηθήση, εἶπε στόν πατέρα νά ψωνίζη ἀπό κάποιο μαγαζί ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη, καί ὅτι αὐτή θά πληρώνει τόν λογαριασμό. Αὐτό γινόταν γιά ἕνα χρονικό διάστημα ἀλλά κάποια ἡμέρα ὁ πατέρας κάλεσε ἕναν ὀργανοπαίχτη στό σπίτι του καί ἄρχισε τίς διασκεδάσεις, τούς χορούς καί τό ποτό. Πάνω στό ξεφάντωμα ἦρθε καί ἡ Κέτη νά δῆ τά παιδιά. Τότε τόν μάλωσε καί σταμάτησε τήν χορηγία της.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Τό 1960 ὁ εὐλαβέστατος παπα–Βασίλης Ζαλακώστας ἔκτισε σπίτι στόν Ἅγιο Γεώργιο, ἀλλά τά χρήματά του δέν ἔφθαναν νά τό τελειώση. Τότε ἡ Κέτη μεσολάβησε, πλήρωσε ἕνα αὐτοκίνητο ξυλεία γιά νά σκεπαστῆ τό σπίτι καί ἔγιναν τά πατώματα καί τά κουφώματα. Ὁ παπα–Βασίλης εἶναι ἀπό τούς λίγους πού κατάλαβε τήν ἀξία τῆς Κέτης, τήν γνώρισε πολύ καλά, μάλιστα τοῦ βάπτισε τήν κόρη του Μαρία˙ στό τέλος πῆρε στό σπίτι του τήν μητέρα τῆς Κέτης. Ἔλεγε στήν πρεσβυτέρα του: «Δέν ξέρεις τί ἀξίζει ἡ Κέτη». Πίστευε ὅτι ἡ ζωή τῆς Κέτης εἶναι μοναδική, ἰδιόμορφη καί δέν ἔμοιαζε μέ τήν ζωή τῶν ἄλλων ἀνθρώπων.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἔκανε τακτικά ταξίδια στήν Κόνιτσα καί στήν Ἀθήνα γιά νά βλέπη τήν μητέρα της καί τ᾿ ἀδέλφια της. <b>Ἄν καί εἶχε χρήματα, δέν ἤθελε νά πληρώνη εἰσιτήριο. Πήγαινε μέ ὤτο–στόπ ὄχι ἀπό τσιγγουνιά ἀλλά γιά νά διαθέση τά χρήματα τοῦ εἰσιτηρίου γιά ἐλεημοσύνες.</b> Κάποτε ὅλη τήν ἡμέρα περίμενε στόν δρόμο ὄρθια, δέν σταμάτησε νά τήν πάρη κανένα αὐτοκίνητο καί γύρισε στό σπίτι μέ τίς τσάντες. Ἄλλοτε μπῆκε σέ λεωφορεῖο μέ ἕνα καρεκλάκι. Τήν ρώτησε ὁ εἰσπράκτορας ἄν ἔχη εἰσιτήριο καί ἀπάντησε: «Οὔτε εἰσιτήριο ἔχω οὔτε θέση θέλω». Καί τήν ἄφησε μέ τό καρεκλάκι νά ταξιδέψη μέχρι τήν Ἀθήνα. Ἔλεγε μετά: «Αὐτοί ὅλοι μέ τ᾿ αὐτοκίνητα ἔχουν χρήματα˙ γιατί νά τούς δώσω; Μέ αὐτά τά χρήματα τοῦ εἰσιτηρίου μπορῶ νά ἀγοράσω δυό–τρία κιλά ρύζι καί νά τά δώσω σέ μιά φτωχή οἰκογένεια πού πεινάει». Τήν ἐνδιέφεραν οἱ πτωχοί ἀδελφοί καί ὄχι τό πῶς θά ταξιδέψει ἀναπαυτικά.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;"><b>Στό μοναστήρι τῆς Δουραχάνης πού εἶχε ἐγκατασταθῆ τά τελευταῖα της χρόνια, μάζευε μπομπονιέρες ἀπό βαπτίσεις γιά νά τίς πουλάη, καί τά χρήματα τά ἔδινε σέ φτωχούς</b>. Μερικοί τήν ἔβλεπαν μέ οἶκτο, ὅπως ἦταν φτωχοντυμένη καί σκελετωμένη, καί τῆς ἔδιναν καί κάποια «ἐλεημοσύνη». Τήν ἀποδεχόταν μέ χαρά γιά νά τήν δώση καί αὐτή συνέχεια σέ ἄλλους. <b>Χαιρόταν νά τήν θεωροῦν ζητιάνα καί φτωχή.</b> Ἦταν ὅμως πεντακάθαρη μέ τά ἐλάχιστα ροῦχα πού εἶχε.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ζητοῦσε ροῦχα καί κυρίως παπούτσια, δῆθεν γιά τόν ἑαυτό της, καί τά ἔδινε σέ ἄλλους πού εἶχαν ἀνάγκη. Κάποιος γιατρός τῆς ἀγόρασε ἕνα ζευγάρι μαλακά παπούτσια, γιατί τά πέλματά της ἦταν παραμορφωμένα, καί ἔκανε πώς τά χάρηκε. Εἶδε κάποιον ἱερέα πού φοροῦσε παλαιά παπούτσια. Πῆγε στό κατάστημα πού εἶχε ἀγοράσει τά παπούτσια της ὁ γιατρός, τά ἄλλαξε καί πῆρε καινούργια παπούτσια γιά τόν ἱερέα. Δέν μποροῦσε νά ἡσυχάση ἄν δέν ἐλεοῦσε κάθε μέρα.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἀπό τό μοναστήρι τῆς Σουρωτῆς, μέ ὑπόδειξη τοῦ γέροντος Παϊσίου, ἔστελναν στήν Κέτη κάθε χρόνο μιά εὐλογία, καθαρό κερί, ἐλιές, βιβλία. Πολύ τά χαιρόταν˙ ἀμέσως πήγαινε τά πουλοῦσε καί ἔδινε τά χρήματα ὅπου ἤξερε ὅτι ἔχουν μεγάλη ἀνάγκη.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἡ Κέτη φρόντιζε πολύ γιά τήν εὐπρέπεια τῶν Ἐκκλησιῶν. Μέ ἐνέργειές της καί τήν χρηματική της βοήθεια ἀνακαινίσθηκε καί καλλωπίσθηκε ὁ ναός τοῦ ἁγίου Νικολάου στό χωριό Ἅγιος Γεώργιος Φιλιππιάδος˙ φρόντιζε ἀκόμη νά ἔχη λάδι γιά τά καντήλια.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ὅταν στήν Ἐκκλησία ἔβλεπε ἀταξία καί κακή συμπεριφορά, ἀπό ὅπου καί ἄν προερχόταν αὐτή θά τόν παρατηροῦσε καί θά τόν διώρθωνε. Ἐνδιαφερόταν γιά τήν καθαριότητα καί τήν τάξη τῆς Ἐκκλησίας καί παρακινοῦσε τίς γυναῖκες νά φροντίζουν γιά τήν Ἐκκλησία καλύτερα ἀπό τό σπίτι τους.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἡ Κέτη ὅ,τι ἀκίνητα εἶχε κληρονομήσει τά ἀφιέρωσε στήν ἱερά Μονή Στομίου καί ἕνα οἴκημα ἐντός τῆς Κονίτσης τό δώρησε στήν Μητρόπολη. Εἶναι τό γηροκομεῖο Κονίτσης. Ἀπαίτησε καί ἀπό τήν ἀδελφή της καί τήν ἀνεψιά της νά κάνουν τό ἴδιο καί αὐτές. Τίς παρακινοῦσε λέγοντας: «Πῶς θά πᾶτε στήν ἄλλη ζωή μέ ἄδεια χέρια;».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="color: #030403; font-family: arial, helvetica, sans-serif; font-size: large;">https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-11/</span></p>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-2655681307246491136.post-73332293524147400592024-03-04T15:55:00.001+02:002024-03-05T15:04:32.960+02:00ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ Α’ – κ΄. Κέτη Πατέρα 1ο Μερος<p><span style="font-size: large;"> <strong style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: arial, helvetica, sans-serif; text-align: justify;">Βιογραφικά</strong></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ο Μιχαήλ Πατέρας καί ἡ σύζυγός του Ἑλένη, κάτοικοι Κονίτσης, τό ἔτος 1921 ἀπέκτησαν τό τελευταῖο τους παιδί πού στήν βάπτιση ὠνομάσθηκε Μαρίνα–Ἐρρικέτη. Οἱ γονεῖς της ἦταν πιστοί, θεοφοβούμενοι καί ἀρκετά εὐκατάστατοι, μέ σπίτια, κτήματα πολλά καί χρήματα ἀπό τό ἐμπόριο πού ἔκανε ὁ πατέρας της.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἡ μικρή Μαρίνα–Ἐρρικέτη, πού ὅλοι τήν φώναζαν Κέτη, μεγάλωσε μέ ἄνεση καί τελείωσε τό Γυμνάσιο. <b>Διδάχθηκε ἀπό μικρή τήν πατροπαράδοτη εὐλάβεια, ἀλλά καί ἡ ἴδια εἶχε ἔμφυτη ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία</b>. «Ἀπό μικρή πού ἔνιωσα τόν κόσμο», ἀνέφερε ἡ ἴδια, «ἀγάπησα πολύ τήν θεία Λειτουργία καί τίς ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας». Ὅταν ἦταν στό Δημοτικό, μιά μέρα ἀπό μόνη της ἔφυγε ἀπό τό σχολεῖο, πῆγε στήν Ἐκκλησία στήν ἑορτή τοῦ ἁγίου Θεοδώρου καί κοινώνησε. Ὅταν ἐπέστρεψε ὁ δάσκαλος τήν ρώτησε ποῦ ἦταν καί τήν ἔδειρε.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ὅταν μετά τήν κατάρρευση τοῦ ἀλβανικοῦ Μετώπου ἦρθαν οἱ Ἰταλοί στήν Κόνιτσα, οἱ περισσότεροι Κονιτσιῶτες κρύφτηκαν στά βουνά. Ἡ Κέτη παρέμεινε κοντά στούς φιλάσθενους γονεῖς της καί στήν ἡλικιωμένη γιαγιά της. Αἰχμαλωτίσθηκαν ἀπό τούς Ἰταλούς καί μεταφέρθηκαν στό Μπάρι τῆς Ἰταλίας. Ἡ Κέτη πῆρε μαζί της σ᾿ ἕνα καλαθάκι Μεγάλο Ἁγιασμό, τήν Σύνοψη καί εἰκόνες. Μέσα στό πλοῖο τους πού ἔφθασε ἀσφαλές στήν Ἰταλία, ἐνῶ πολλά εἶχαν τορπιλιθῆ, ἡ Κέτη παρακινοῦσε τούς συναιχμαλώτους νά προσεύχωνται. Οἱ ἄλλοι τήν κορόϊδευαν καί τήν εἰρωνεύονταν ἀλλά μετά ζητοῦσαν νά προσεύχεται γι᾿ αὐτούς. Μαζί τους ἦταν μιά ἑτοιμόγεννη, ἀνήσυχη γιά τόν ἐπικείμενο τοκετό της. Ἡ Κέτη τήν συμπόνεσε καί γιά νά τήν βοηθήση, ἔβαλε μιά εἰκόνα σ᾿ ἕνα τραπεζάκι, πῆρε ἕνα κύπελλο, μιά φουρκέτα ἀπό τά μαλλιά της τήν ἔκανε καντηλήθρα, ἔστριψε λίγο βαμβάκι, τό ἔκανε φυτίλι, ἄναψε καντήλι κάνοντας μετάνοιες καί προσευχήθηκε. Ἡ γυναῖκα γέννησε ἀλλά δέν εἶχε γάλα. Ἡ Κέτη ἔδωσε στό βρέφος ἁγιασμό, μέ τήν μεσολάβησή της δέ τούς ἔδωσαν τροφή καί τό παιδί ἔζησε. Ἕνας Ἰταλός Ἀξιωματικός βλέποντας τό καντήλι ρώτησε: «Ποιός τό ἔκανε αὐτό;». «Ἐγώ», ἀπάντησε μέ θάρρος ἡ Κέτη. Τῆς εἶπε νά τόν ἀκολουθήση καί τήν ὡδήγησε σέ μιά ἀποθήκη. Εἶχε δοχεῖα μέ λάδι. «Ὅταν χρειάζεσαι λάδι νἄρχεσαι νά παίρνης ἀπό δῶ», τῆς εἶπε. Ἡ Κέτη ἦταν νέα 22 ἐτῶν καί φοβόταν γιά τήν ἠθική της ἀκεραιότητα. Ἔλεγε: «Ἄν ὑποψιαζόμουν κάτι θά ἔπεφτα νά πνιγῶ στήν θάλασσα».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἦταν Μεγάλη Σαρακοστή καί τούς ἔδιναν ἀρτύσιμα φαγητά, ἀλλά ἡ Κέτη δέν ἔτρωγε τίποτε παρά μόνο ψωμί. Νήστευε γιά νά κοινωνήση τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Οἱ ἄλλοι τήν εἰρωνεύονταν. «Πῶς θά κοινωνήσεις τοῦ Εὐαγγελισμοῦ;» καί αὐτή μέ βεβαιότητα τούς ἔλεγε ὅτι μέχρι τοῦ Εὐαγγελισμοῦ θά γυρίσουμε στήν Ἑλλάδα. Καί ὄντως ἔγινε ἀνταλλαγή αἰχμαλώτων πρίν ἀπό τόν Εὐαγγελισμό καί ἡ Κέτη κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἐπιστρέφοντας ἀπό τήν ὁμηρία της ἡ Κέτη ἐργαζόταν στό Πρεβαντόριο Κονίτσης ἐθελοντικά. Φιλοξενοῦσαν τότε 200–250 παιδιά κατοχικά. <b>Ἡ ἐντεταλμένη τῆς βασίλισσας Φρειδερίκης, Ἀμαλία Λυκουρέζου, ζήτησε ἀπό τόν Δήμαρχο Κονίτσης κορίτσια ἀπό καλές οἰκογένειες γιά νά βοηθήσουν</b>. Ἀπό τίς πρῶτες ἦταν καί ἡ Κέτη. Ζήτησε ἀπό τήν ὑπεύθυνη ὁποιαδήποτε ἐργασία ἀρκεῖ τήν Κυριακή νά εἶναι ἐλεύθερη νά πάη στήν Ἐκκλησία. Τῆς ἔφεραν ἀντίρρηση ἀλλά δέν ὑπάκουσε.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ξημερώνοντας Χριστούγεννα τοῦ 1947 οἱ συμμορίτες χτύπησαν τήν κάτω Κόνιτσα καί τήν κατέλαβαν. Ὅλη τή νύχτα γίνονταν ὁδομαχίες φοβερές. Στό Πρεβαντόριο κατέβασαν τά παιδιά στό ἰσόγειο. Ἡ Κέτη τούς εἶπε νά γονατίσουν καί νά ψάλλουν συνέχεια τήν Παράκληση. <b>Μέσα στόν κίνδυνο προσεύχονταν καί ὅσοι πρίν δέν πίστευαν.</b> Κάποια στιγμή ἡ Κέτη ἄκουσε δύο ἀντάρτες ἔξω ἀπό τήν πόρτα νά συνομιλοῦν. Ὁ ἕνας ἤθελε νά ἀνοίξουν νά πάρουν τά παιδιά, ὁ ἄλλος εἶπε: «Τί νά τά κάνουμε μέσα στή νύχτα μέ τέτοιο κρύο; Τήν Κόνιτσα τήν πήραμε, ἄφησε νά ξημερώση».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Τό πρωΐ τῆς Πρωτοχρονιᾶς τοῦ 1948 πού ἡ Κόνιτσα καταλήφθηκε ἀπό τόν Ἐθνικό Στρατό, ἡ Κέτη ἄνοιξε τήν πόρτα καί βρῆκε τούς δύο ἀντάρτες σκοτωμένους. <b>Ὅταν ἡ βασίλισσα παρασημοφόρησε τό προσωπικό τοῦ Πρεβαντορίου, ἡ μόνη πού ἀπέφυγε καί δέν πῆρε παράσημο ἦταν ἐκείνη.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-size: large;"> </span><strong style="font-family: arial, helvetica, sans-serif; font-size: x-large; text-align: left;">Ἀκόρεστη λά</strong><strong style="font-family: arial, helvetica, sans-serif; font-size: x-large; text-align: left;">τρις τοῦ Κυρίου</strong></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἡ φιλόθεη Κέτη δέν ἤθελε καμμιά μέρα τοῦ χρόνου νά χάση Ἑσπερινό καί θεία Λειτουργία. <b>Ἡ μόνιμη προσπάθειά της ἦταν νά βρῆ σέ ποιά Ἐκκλησία γίνεται θεία Λειτουργία γιά νά τρέξη νά τήν ἀπολαύση</b>. Δέν ἐφείδετο κόπου καί χρόνου, θυσίαζε τόν ὕπνο της, διήνυε μεγάλες ἀποστάσεις, ἀρκεῖ νά μή χάση τήν θεία Λειτουργία.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Στήν Κόνιτσα ἔφευγε νύχτα ἀπό τήν ἐργασία της, πήγαινε νά λειτουργηθῆ καί τό πρωΐ ἐπέστρεφε. Οἱ παρατηρήσεις τῶν ὑπευθύνων δέν τήν ἀνέκοψαν. Ἦταν καλή στήν δουλειά της καί ἀγαποῦσε τά παιδιά. Γι᾿ αὐτό καί ἀνέχθηκαν αὐτήν τήν θεοφιλῆ “ἰδιοτροπία” της. <b>Μιά νύχτα πηγαίνοντας ὡς συνήθως γιά νά βρῆ Λειτουργία, πέρασε μέσα ἀπό ναρκοπέδιο, ἀλλά τήν φύλαξε ὁ Θεός. Πέρασε πάνω ἀπό τίς νάρκες καί δέν ἔσκασε καμμιά.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Τό 1950 πού λειτούργησε ἡ παιδόπολη στόν Ζηρό, προσλήφθηκε καί ἡ Κέτη ὡς νοσοκόμα. Συνάδελφός της στήν παιδόπολη θυμᾶται: «Ὅταν τήν πρωτοεῖδα, μέ ἐντυπωσίασε ἡ φαιδρότητα τοῦ προσώπου της, τό χιοῦμορ καί τό γλυκό–ἀθῶο της χαμόγελο. Στό πρόγραμμα, κατά τήν δική μας κοσμική ἀντίληψη, δέν ἦταν συνεπής. Ἀπό τό ἀναρρωτήριο τήν μετέθεσαν στήν ἱματιοθήκη ὡς γαζώτρια, ἐπειδή ἀπουσίαζε ἀρκετό χρόνο τίς νύχτες.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">»Στήν παιδόπολη ἔπαιρνε τά παιδιά στό ἀναλόγιο καί τά μάθαινε νά ψέλνουν. Περιποιόταν τήν Ἐκκλησία, φρόντιζε γιά ἱερέα καί ἡ μόνη ἄνεση πού ἔδινε στόν ἑαυτό της ἦταν πού πήγαινε μέ τό τζίπ νά φέρουν τόν ἱερέα τήν Κυριακή γιά νά λειτουργήση».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Πρῶτο μέλημά της ἦταν νά γνωρίση τούς ἱερεῖς τῶν γειτονικῶν χωριῶν γιά νά ἐξασφαλίση τήν καθημερινή της Λειτουργία. Πήγαινε στήν Παντάνασσα. Περνοῦσε τόν ποταμό Λοῦρο πάνω σ᾿ ἕνα μονόξυλο μέ δύο τεντωμένα συρματόσχοινα κάθε νύχτα ὅλο τόν χειμῶνα καί ἦταν φορτωμένη μέ τσάντες τρόφιμα γιά τούς φτωχούς. Πάντα εἶχε μαζί της πρόσφορο μήπως δέν ἔχει ὁ παπᾶς.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἄλλοτε εἶχε κατεβάσει ἕνα ποτάμι, δέν ὑπῆρχε γέφυρα καί γιά νά μή χάση τήν θεία Λειτουργία τήν πέρασε στήν πλάτη του κάποιος γέρος βοσκός. Περπατοῦσε πολύ, μᾶλλον πετοῦσε, καί πήγαινε μέσα ἀπό δύσβατους τόπους. <b>Κάποτε περνώντας κοντά ἀπό ἕνα μαντρί, τήν ἀντιλήφθηκαν τά σκυλιά καί ὥρμησαν νά τήν φᾶνε. «Πρόλαβα», εἶπε, «καί κάθησα κάτω καί τά σκυλιά ἀμέσως γύρισαν πίσω». Ἄλλη φορά συνάντησε νύχτα μιά ἀρκούδα, τήν ἔφεξε στά μάτια μέ τό φακό πού εἶχε μαζί της καί τό ζῶο ἄλλαξε δρόμο καί ἔφυγε.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Οἱ περιπέτειες τῆς Κέτης γιά τήν καθημερινή της Λειτουργία εἶναι πολλές. Τότε δέν εἶχαν τηλέφωνα. Κάποια μέρα δέν εἰδοποιήθηκε ἀπό κανένα γνωστό της ἱερέα γιά Λειτουργία τήν ἑπομένη. Ὅταν τελείωσε ἀπό τήν δουλειά της ξεκίνησε ἀπό τήν Φιλιππιάδα τό ἀπόγευμα μέ τά πόδια, ἀφοῦ πρῶτα ρώτησε ἐκεῖ τούς παπάδες, μετά πῆγε στό χωριό Καμπή, ὕστερα στήν Παντάνασσα, ἐν συνεχείᾳ στόν ἅγιο Γεώργιο, ἀλλά δέν εἶχαν Λειτουργία, συνάμα καί νύχτωσε. Φεύγει γιά τό Κεράσοβο, πάντα μέ τά πόδια. Ἐκεῖ βρῆκε τόν παπᾶ πού θά λειτουργοῦσε τήν ἄλλη μέρα, ἀλλά δέν ἔμεινε γιατί τοῦ παπᾶ τοῦ πονοῦσε τό δόντι˙ ἡ Κέτη φοβήθηκε μήπως δέν μπορέση ἀπό τόν πονόδοντο νά λειτουργήση καί ἔφυγε γιά τήν Βούλιστα Παναγία. Πηγαίνοντας γιά τήν πάνω Βούλιστα μέ τήν ἀδελφή τοῦ παπᾶ, ἔπεσε σέ ἕνα λάκκο μέ ἀσβέστη μέχρι τά γόνατα. Πλύθηκε καί πῆγε στήν Λειτουργία. <b>Ἀπό τό ἀπόγευμα πού ξεκίνησε μέχρι τό ναό πού λειτουργήθηκε διήνυσε ἀπόσταση τριάντα χιλιομέτρων.</b></span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Στήν Κόνιτσα πήγαινε τακτικά γιά νά βλέπη τήν ἡλικιωμένη μητέρα της πού ἔμενε μόνη. Μιά ἡμέρα στήν Ἐκκλησία, ἀνεβαίνοντας στήν καρέκλα νά ἀνάψη τά καντήλια, ἔπεσε καί ἔσπασε τό πόδι της πάνω ἀπό τό γόνατο. Πῆγε στό Νοσοκομεῖο καί τό τακτοποίησαν. Τῆς εἶπαν νά μείνη ξαπλωμένη μέχρις ὅτου γιατρευθῆ. Ἀλλά ἄν ἔμενε στό Νοσοκομεῖο ποῦ θά εὕρισκε θεία Λειτουργία; Γι᾿ αὐτό ἔφυγε κουτσαίνοντας, βρῆκε αὐτοκίνητο καί πῆγε στόν ἅγιο Γεώργιο Φιλιππιάδος στόν γνωστό της παπα–Βασίλη Ζαλακώστα, ὅπου ζήτησε νά τήν στρώσουν στόν γυναικωνίτη τῆς Ἐκκλησίας. Ἐκεῖ κοιμήθηκε εἴκοσι μερόνυχτα καί κάθε μέρα πήγαιναν οἱ ἱερεῖς καί λειτουργοῦσαν.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Κάποια φορά τό τζίπ τῆς παιδοπόλεως θά πήγαινε στήν Κόνιτσα καί θά ἔφευγε πολύ πρωΐ. Θέλησε νά πάη καί ἡ Κέτη νά δῆ τήν μητέρα της. Πῶς ὅμως νά φύγη χωρίς νά λειτουργηθῆ; Ξεκίνησε τά μεσάνυχτα μέ τά πόδια˙ πῆγε καί ξύπνησε τόν ἱερέα. Ἐκεῖνος διαμαρτυρήθηκε γιατί τό ρολόϊ του ἔδειχνε λίγες ὧρες μετά τά μεσάνυχτα. Ἔγινε ἡ θεία Λειτουργία καί ἀκόμη ἦταν νύχτα βαθειά. Στόν ἱερέα πού διαμαρτυρήθηκε ἡ Κέτη ἀπάντησε: «Τί πείραξε; Θέλω πρωΐ–πρωΐ νά φύγω γιά τήν Κόνιτσα».</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Μιά χειμωνιάτικη νύχτα ἔκανε τέτοια καταιγίδα πού ξερρίζωνε δέντρα. Οὔτε καί αὐτό στάθηκε ἐμπόδιο. Πῆγε χωρίς δισταγμό νά λειτουργηθῆ, ἀλλά ἄργησε πολύ νά ἐπιστρέψη. Ὅλο τό προσωπικό περίμεναν ἀνήσυχοι, φοβόταν μήπως κάποιο δένδρο ἔπεσε πάνω της. Ἐμφανίσθηκε χαρούμενη μέ ματωμένα πόδια, ὅσο μποροῦσαν νά φανοῦν κάτω ἀπό τά μακρυά της φορέματα. Ἐξήγησε ὅτι ἡ καθυστέρησή της ὀφειλόταν στό ὅτι περνοῦσε πάνω ἀπό τά πεσμένα δένδρα πού συναντοῦσε.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἄραγε τί νά αἰσθανόταν ἡ Κέτη κατά τήν θεία Λειτουργία; Θά ἦταν κάτι πολύ δυνατό, ὥστε νά ξεπερνᾶ ὅλους τούς κόπους καί τίς θυσίες πού ἔκανε γιά νά λειτουργηθῆ. Ἡ ἴδια ἔκανε καί τόν ψάλτη, πλήρωνε τούς ἱερεῖς, κουβαλοῦσε ὅταν χρειαζόταν καί τά βιβλία μαζί της.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἡ Κέτη μερικές φορές πήγαινε σέ μιά ἀγρυπνία καί τό πρωΐ πήγαινε πάλι νά λειτουργηθῆ. Ὅταν ὕστερα ἐπισκεπτόταν γνωστό της σπίτι ἤθελε νά ἀκούση καί τρίτη θεία Λειτουργία. Γονάτιζε δίπλα στό ραδιόφωνο καί ἔκανε μετάνοιες ὅταν ἦταν ἡ μνήμη κάποιου μεγάλου Ἁγίου. Δέν τήν πείραζε τότε κανένας θόρυβος, δέν ἄκουγε, δέν ἔβλεπε τίποτε. Τόσο μεγάλη ἦταν ἡ ἀγάπη της γιά τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ!</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἀλλά καί στό κελλί της ἤ στά σπίτια πού ἐφιλοξενεῖτο, ἔκανε προσευχή καί μελετοῦσε. «Πολλά βράδια πού ἔμενε στό σπίτι μας», διηγεῖται γνωστή της, «ἐπέμενε νά μένη στήν κουζίνα καί νά κοιμᾶται σ᾿ ἕνα στενό ντιβάνι 40 ἑκατοστῶν. Πόσο ξάπλωνε κανείς δέν τό ἔμαθε. Τό φῶς ὅλη τή νύχτα ἦταν ἀναμμένο. Διάβαζε τόν κανόνα τοῦ Ἁγίου καί Ψαλτήρι. Μετά ἀπό κάθε θεία Λειτουργία διάβαζε τό Θεοτοκάριο καί μοῦ ἔλεγε: “Δέν διαβάζεις Θεοτοκάριο; Τότε τί κάνεις;”.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px; text-align: justify;"><span style="font-family: arial, helvetica, sans-serif;"><span style="font-size: large;">Ἦταν τόσο μεγάλη ἡ ἀγάπη της στή λατρεία τοῦ Θεοῦ πού λίγες μέρες πρίν κοιμηθῆ, ἐνῶ δέν μποροῦσε νά μιλήση, ψιθύρισε: “Ἐκκλησία, Ἐκκλησία”.</span></span></p><p style="background-color: rgba(255, 255, 255, 0.65); color: #030403; font-family: "PT Serif", "Times New Roman", serif; margin: 25px 0px;"><span style="font-size: large;"> https://enromiosini.gr/biografies/askites-mesa-ston-kosmo-11/</span></p>ΑΝΤ. ΠΑΡΑΣΚΕΥ.http://www.blogger.com/profile/01360266284317245417noreply@blogger.com0