2.4. Η Εκκλησία της Κρήτης δεν αντιμετώπισε δογματικά προβλήματα κατά την πρώτη περίοδο της Οθωμανικής κατοχής στην Κρήτη.
Τα μέσα του 19ου αιώνα, αρχικά, αντιμετώπισε την δράση των Λουθηροκαλβινιστών και λίγο αργότερα την προπαγάνδα των Καθολικών.
Το 1837 λειτούργησε το Αμερικανικό σχολείο στα Χανιά, το οποίο θεωρήθηκε ότι ήταν «κέντρο της Λουθηροκαλβινικής προπαγάνδας»262. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Στ΄ έστειλε τον Μάιο του 1837, τον Μητροπολίτη Κρήτης στα Χανιά για να λάβει κάθε μέτρο και να αντιμετωπισθεί η κατάσταση. Ο διευθυντής του σχολείου Γεώργιος Ψαρουδάκης εγγυήθηκε «για τον Ορθόδοξο προσανατολισμό της διδασκαλίας»263. Ωστόσο, το ζήτημα έκλεισε οριστικά το 1843, όταν η Οθωμανική διοίκηση αποφάσισε να κλείσει τα αμερικάνικα σχολεία στις επαρχίες της αυτοκρατορίας. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1859 εμφανίστηκε το πρόβλημα του προσηλυτισμού στον καθολικισμό. Ο Χουσνή πασάς ασκούσε σκληρή διοίκηση με βαρύτατη φορολογία για τους χριστιανούς της Κρήτης. Οι χριστιανοί της Κρήτης είχαν βρεθεί σε δεινή οικονομική θέση. Την συγκεκριμένη κατάσταση εκμεταλλεύτηκε η λατινική προπαγάνδα, η οποία άρχισε να διαδίδει ότι η Γαλλία θα προστάτευε τους Κρητικούς «αν προσχωρούσαν στον καθολικισμό αναγνωρίζοντας τον πάπα ως αρχηγό της Εκκλησίας»264. Το ζήτημα αυτό ξεκίνησε από τα χωριά του Αποκόρωνα και πήρε μεγάλες διαστάσεις. Πολλοί Ορθόδοξοι, ακόμα και ιερείς, πήγαιναν να γραφτούν στους καταλόγους των Νεοκαθολικών με την ελπίδα ότι θα βελτιώσουν την δύσκολη οικονομική κατάστασή τους. Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα ήταν η έλλειψη διδασκαλίας από τους επισκόπους και τους ιερείς με αποτέλεσμα να εξαπατηθούν οι χωρικοί από την διδασκαλία των καθολικών ιεραποστόλων265. Το 1859 περισσότεροι από 30.000 Κρητικοί είχαν προσέλθει στον καθολικισμό στα Χανιά και το Ρέθυμνο. Παράλληλα, οι οργανωτές του προσηλυτισμού ζήτησαν βοήθεια από το Βατικανό για να οργανωθεί τοπική Εκκλησία266. Η Εκκλησία της Κρήτης αντέδρασε άμεσα. Ο Μητροπολίτης Διονύσιος πήγε στα Χανιά και κάλεσε τον λαό να παραμείνει πιστός στο Ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα267. Παράλληλα, το πατριαρχείο έστειλε ιεροκήρυκες και Έξαρχο στη Κρήτη. Υπήρξε άμεση κινητοποίηση της Ελληνικής κυβέρνησης και της Εκκλησίας της Ελλάδος. Τελικά το ζήτημα έγινε πολιτικό. Οι Μεγάλες Δυνάμεις ζήτησαν να σταματήσει άμεσα ο προσηλυτισμός, διότι ήθελαν να αποτρέψουν την δράση της Γαλλίας στη Κρήτη. Με τον ίδιο τρόπο αντέδρασε και η Τουρκία υπό τον φόβο να επεκταθεί ο προσηλυτισμός και σε άλλες περιοχές. Η προσπάθεια προσηλυτισμού στον Καθολικισμό ήταν σοβαρή αλλά δεν είχε αποτέλεσμα. Το Βατικανό έκανε μία ακόμα προσπάθεια να δηλώσει την παρουσία του στην Κρήτη, όταν έστειλε το 1874 Λατίνο επίσκοπο Κανδίας στη Κρήτη268. Η συγκεκριμένη προσπάθεια δεν έφερε κανένα αποτέλεσμα. Ένα πολύ σημαντικό ζήτημα ήταν το μοναστηριακό, το οποίο οδήγησε στην επανάσταση του 1866-1869. Οι λόγιοι του Ηρακλείου όπως ο Λεωνίδας Γεωργιάδης και ο Χρ. Αργυράκης προσπάθησαν να στηρίξουν την στοιχειώδη εκπαίδευση και παιδεία με την οικονομική ενίσχυση των μοναστηριών. Το συγκεκριμένο ζήτημα, παρά τις αντιδράσεις, λύθηκε το Νοέμβριο του 1865269. Ωστόσο ο Ισμαήλ πασάς αναμείχθηκε στο μοναστηριακό ζήτημα και δημιούργησε εντάσεις με αποτέλεσμα να ξεσπάσει η επανάσταση του 1866. Μετά την επανάσταση του 1866 και την αποκατάσταση της ειρήνης, η Εκκλησία της Κρήτης έκδωσε το 1870 το «Διοργανισμό των εν Κρήτη, ιερών μονών, σταυροπηγιακών τε και ενοριακών, επί τη βάσει οδηγιών της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας»270. Το συγκεκριμένο κείμενο είναι ο καταστατικός χάρτης των μοναστηριών της Κρήτης, ο οποίος ίσχυσε μέχρι το 1900. Στο Διοργανισμό του 1870 αναφέρεται ότι η Εκκλησία της Κρήτης είναι υπεύθυνη για την ίδρυση σχολείων από τα μοναστηριακά εισοδήματα271. Το 1895 το Πατριαρχείο αναμειγνύεται στα πολιτικά πράγματα της Κρήτης και δημιουργείται νέα κρίση. Ο Πατριάρχης Άνθιμος Ζ΄ ζητά με συνοδική επιστολή από τον Μητροπολίτη Κρήτης και τους κρητικούς να εναντιωθούν στη Μεταπολιτευτική Επιτροπή του Μανούσου Κούνδουρου272. Οι εκπρόσωποι της Μεταπολιτευτικής Επιτροπής αντέδρασαν άμεσα και απαγόρευσαν την ανάγνωση της επιστολής του πατριάρχη στις Εκκλησίες. Οι αρχιερείς του νησιού συντάχθηκαν με τους πολιτικούς και δεν υπήρξε συνέχεια στην κρίση. Το 1898 δημιουργήθηκε ένα άλλο εκκλησιαστικό ζήτημα το επονομαζόμενο μητροπολιτικό. Μετά τον θάνατο του μητροπολίτη Κρήτης Τιμόθεου Καστρινογιαννάκη (1870-1897) το Πατριαρχείο εξέλεξε Μητροπολίτη Κρήτης τον επίσκοπο Λάμπης και Σφακίων Ευμένιο Ξηραδάκη. Ωστόσο, η επαναστατική κυβέρνηση αρνήθηκε να τον αναγνωρίσει διότι εκλέχθηκε από το Πατριαρχείο, το οποίο ήταν σε τουρκοκρατούμενη περιοχή. Την συγκεκριμένη θέση υποστήριξαν τοπικοί παράγοντες του νησιού, ενώ άλλοι υποστήριζαν τους ιστορικούς δεσμούς του Πατριαρχείου με την Κρήτη. Τελικά το ζήτημα λύθηκε με το νόμο 276/1900 της Κρητικής Πολιτείας. Ο συγκεκριμένος νόμος αναφέρει ότι ο μητροπολίτης Κρήτης εκλέγεται από το Πατριαρχείο, αλλά ο διορισμός του γίνεται με διάταγμα της Κρητικής Πολιτείας273.
-77-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου