12 Οκτωβρίου, 2020

Ἡ Βάπτιση τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου Θεοφ. Ἐπισκόπου Ἀνδρούσης κ. Θεοκτίστου

Περικοπή ἀπὸ τὸν 4ο λόγο τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας στὸ βίο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (Ε.Π. 20, 1212-1220). 

 Μετάφραση:

«Ἐπειδὴ κατάλαβε ὅτι πλησιάζει τὸ τέλος τῆς ζωής του καὶ θεωροῦσε κατάλληλο καὶ τὸν  καιρὸ νὰ καθαριστεῖ ἀπὸ τὰ σφάλματα ποὺ κάποτε εἶχε κάμει, ἀποφάσισε νὰ ἀπαλλάξει τὴν ψυχή του μὲ τὴ δύναμη τῶν λόγων τῶν μυστηρίων καὶ μάλιστα μὲ τὰ σωτήρια λόγια τοῦ βαπτίσματος, ἀπὸ ὅλα τά ἁμαρτήματα ποὺ εἶχε κάμει ὡς ἄνθρωπος. Ἀφοῦ λοιπὸν πῆρε αὐτὴ τὴν ἀπόφαση, γονάτισε στὸ ἔδαφος καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεό…Ἔφυγε δὲ ἀπὸ ἐδῶ καὶ φτάνει σὲ ἕνα προάστιο τῆς Νικομήδειας καὶ  ἐδῶ ἀφοῦ συγκέντρωσε τοὺς ἐπισκόπους, τοὺς μίλησε περίπου ὡς ἑξῆς: «…Καιρὸς εἶναι νὰ ἀπολαύσουμε καὶ ἐμεῖς τὴ σφραγίδα τοῦ Πνεύματος ποὺ χαρίζει τὴν ἀθανασία, καιρὸς εἶναι νὰ λάβουμε μέρος στὸ σωτήριο σφράγισμα… Ἃς μὴν ὑπάρχει λοιπὸν καμιὰ ἀμφιβολία. Γιατί, καὶ ἂν πάλι ὁ Κύριος τῆς ζωής καὶ τοῦ θανάτου θέλει νὰ συνεχίσουμε νὰ ζοῦμε στὴν παροῦσα ζωή, καὶ ἂν ἔτσι ἔχει ὁρίσει ὁ Θεός, δηλαδὴ νὰ συνεχίσω νὰ ζῶ μαζὶ μὲ τὸ λαό μου, παίρνοντας μέρος στὶς ἐκκλησιαστικὲς συγκεντρώσεις καὶ συμμετέχοντας μαζὶ μὲ ὅλους στὶς κοινὲς προσευχές,τότε θὰ ἐπιβάλλω πιὰ στὸν ἑαυτό μου κανόνες συμπεριφορᾶς ποὺ θὰ συμφωνοῦν μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ». Ἐκεῖνος λοιπὸν αὐτὰ ἔλεγε, ἐνῶ οἱ ἐπίσκοποι, κάνοντας ὅσα ἦταν σύμφωνα μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη, ἐφάρμοζαν τοὺς θείους κανόνες καί, ἀφοῦ συμφώνησαν ἀπὸ πρὶν μεταξύ τους, μετέδιδαν ἀπὸ τὰ μυστήρια ὅσα εἶναι ἀναγκαῖα. Τώρα λοιπὸν μόνος ὁ Κωνσταντῖνος, ἀπὸ ὅλους ἐκείνους ποὺ ἐξαρχῆς εἶχαν γίνει αὐτοκράτορες, ἀφοῦ ἀναγεννιόταν μὲ τὴ μαρτυρία τοῦ βαπτίσματος τοῦ Χριστοῦ, γινόταν τέλειος Χριστιανὸς καὶ ἀφοῦ ἀξιώθηκε τὶς θεῖες δωρεὲς τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἔνιωθε πνευματικὴ ἀγαλλίαση, γινόταν καινούργιος ἄνθρωπος καὶ πλημμύριζε ἀπὸ θεῖο φῶς ἀκόμη, εἶχε χαρὰ στὴν ψυχὴ γιὰ τὴν τόσο μεγάλη πίστη καὶ δοκίμαζε ἔκπληξη γιὰ τὴν ὁλοφάνερη ἀπόδειξη τῆς θείας δυνάμεως. Ὅταν τελείωσαν ὅσα ἔπρεπε νὰ γίνουν, φόρεσε λαμπρὰ καὶ βασιλικὰ ἐνδύματα ποὺ ἀκτινοβολούσαν σὰν τὸ φῶς, καὶ ξεκουραζόταν πάνω σε ὁλόλευκο στρωμένο κρεβάτι, γιατί δὲ θέλησε νὰ πλησιάσει πιὰ τὴ βασιλικὴ πορφυρὴ φορεσιά». 

Κειμενο :

«Επειδὴ δὲ εἰς ἔννοιαν ἥκει τῆς τοῦ βίου τελευτῆς, καθάρσεως τοῦτον εἶναι καιρὸν τῶν ποτε αὐτῷπεπλημμελημένων δεῖνὤετο, ὅσα οἷα θνητῷ διαμαρτεῖν ἐπῆλθε,ταῦτ’ ἀπορρύψασθαι τῆς ψυχῆς λόγων ἀπορρήτων δυνάμει, σωτηρίῳ γὲ λόγῳ λουτροῦ, πιστεύσας. Τοῦτο τοι διανοηθείς, γόνυ κλίνας ἐπ’ ἐδάφους, ἱκέτης ἐγίγνετο τοῦ Θεοῦ… Μεταβὰς δ’ ἔνθεν, ἐπὶ προάστειον τῆς Νικομηδέων ἀφικνεῖται πόλεως, κἀνταῦθα συγκαλέσας τοὺς ἐπισκόπους,ὧδε πη αὐτοῖς διαλέξατο: «…Ὥρα καὶ ἠμᾶς ἀπολαῦσαιτῆς ἀθανατοποιοῦ σφραγῖδος, ὥρα τοῦ σωτηρίου σφραγίσματος μετασχεῖν… Μὴ δὴ οὖν ἀμφιβολία τις γινέσθω. Εἰ γὰρ καὶ πάλιν ἡμᾶς ἐνταυθοῖ βιοῦν ὁ καὶζωῆς καὶ θανάτου Κύριος ἐθέλοι καὶ οὕτως ἐμὲ συναγελάζεσθαι λοιπὸν τῷ τοῦ Θεοῦ λαῷ καὶ ταῖς εὐχαῖς ὁμοῦ τοῖς πάσιν ἐκκλησιάζοντα κοινωνεῖν ἅπαξ ὣρισται, θεσμοὺς ἤδη τοῦ βίου Θεῷ πρέποντας ἐμαυτῷ διατετάξομαι». Ὁ μὲν δὴ ταῦτ’ ἔλεγεν˙ οἱ δέ, τὰ νόμιμα τελοῦντες, θεσμοὺς ἀπεπλήρουν θείους καὶ τῶν ἀπορρήτων μετεδίδοσαν, ὅσα χρὴ προσδιαστειλάμενοι. Καὶ δὴ μόνος τῶν ἐξ αἰῶνος αὐτοκρατόρων Κωνσταντῖνος, Χριστοῦ μαρτυρίοις ἀναγεννώμενος ἐτελειοῦτο, θείας τὲ σφραγῖδος ἀξιούμενος, ἠγάλλετο τῷ πνεύματι, ἀνεκαινοῦτο τε καὶ φωτὸς ἐνεπίμπλατο θείου, χαίρων μὲν τῇ ψυχῇ δὶ’ ὑπερβολὴν πίστεως,τὸ δ’ ἐναργὲς καταπεπληγώς τῆς ἐνθέου δυνάμεως. Ὡς δ’ ἐπληροῦτο τὰ δέοντα, λαμπροῖς καὶ βασιλικοῖς ἀμφιάσμασι, φωτὸς ἐκλάμπουσι τρόπον, περιεβάλλετο, ἐπὶ λευκοτάτῃ τε στρωμνῇ διανεπαύετο, οὐκ ἒθ΄ ἁλουργίδος ἐπιψαῦσαι θελήσας». Περικοπή ἀπὸ τὸν 4ο λόγο τοῦ Εὐσεβίου Καισαρείας στὸ βίο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (Ε.Π. 20, 1212-1220). 
 ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΩΝ Ο «ΜΕΤΑΝΟΕΙΤΕ»182

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου