11 Δεκεμβρίου, 2016

ΤΟ «ΜΥΣΤΗΡΙΟ» ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 
  •                     ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ
  • 1. Τα παιδια δεν αγνοουν το καλεσμα του Πατερα τους.
  • 2. Κάθε ἄνθρωπος πού εἶναι βαπτισμένος, εἶναι καί καλεσμένος στό θεϊκό τραπέζι.
  • 3. Τό θεϊκό τραπέζι εἶναι ὁ καινούργιος λαμπρός κόσμος πού θά γίνει μετά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου.
  • 4. Με το βαπτισμα γινόμαστε κληρονόμοι τῆς Βασιλείας του Θεου καί συμπολίτες μέ τήν Παναγία μας, τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους.
  • 5. Κάθε ἀγνόηση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καί μυστηριακοῦ τρόπου ζωῆς ποῦ μᾶς ἀνοίγεται καί μᾶς προσφέρεται, εἶναι μιά προσβολή τοῦ μεγάλου Οἰκοδεσπότη.

  • ΤΟ «ΜΥΣΤΗΡΙΟ» ΚΑΛΕΣΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ.
  •     Πόσο σημαντικό καί μεγαλειώδες εἶναι ἀγαπητοί ἀδελφοί, κάποτε νά εἴμαστε καλεσμένοι ἀπό κάποιον σπουδαίο τῆς ζωῆς αὐτῆς, σέ κάποια γιορτή, κάποιο τραπέζι πού θά κάνει. Πόση τιμή. Πόση ἀξία μᾶς δίνει ἡ πρόσκληση αὐτή καί βέβαια θά κάνουμε ὅ,τι εἶναι δυνατόν ἔτσι ὥστε νά παρευρεθοῦμε ἐκεῖ. Πρῶτα ἀπ’ὅλα γιά νά μήν προσβάλουμε τόν οἰκοδεσπότη. Γιά νά μή φανοῦμε ἀνάξιοι τῆς προσκλήσεως. Ἀλλά καί γιά νά μή χάσουμε τήν εὐκαιρία. Νά γευθοῦμε λίγο ἀπό τό μεγαλείο καί τή λαμπρότητα πού ὁπωσδήποτε θά ἔχει τό γεγονός αὐτό καί γιά νά ἔχουμε βεβαίως νά τό συζητοῦμε καί νά ἀναφερόμαστε στήν τιμή πού μᾶς ἔγινε.
  •     Ἐάν ἄραγε ἀναλόγως, συνέβαινε κάποτε στή ζωή μας νά μᾶς καλοῦσε σέ γεῦμα ὁ ἵδιος ὁ Θεός, πῶς θ’ἀνταποκρινόμαστε στό κάλεσμά Του; Ἐάν δηλαδή, ὅσο παράδοξο κι ἀπιστευτο φαίνεται, ἐρχόταν ὁ Χριστός ἤ ἔνας ἅγιος ἄγγελος, γιά νά μᾶς πεῖ πώς ὁ πατέρας Θεός κάπου ἐδῶ στή γῆ, ἔχει ἐτοιμάσει ἕνα γεῦμα καί μᾶς θέλει ὁμοτράπεζούς Του, σέ ἀνύποπτη στιγμή, πῶς θ’ἀπαντούσαμε στή θεϊκή αὐτή πρόσκληση; Θά ἀφήναμε ὅ,τι πρός στιγμήν ἦταν ἐνδιαφέρον καί εἶχε προτεραιότητα γιά τή ζωή μας, γιά νά μήν προσβάλουμε τόν Καλοῦντα; Νά μή χάσουμε τή μοναδική αὐτή εὐκαιρία καί γιά νά ἔχουμε νά τό συζητάμε ἀργότερα;
  •     Στήν ὑποθετική αὐτή ἐρώτηση, νομίζω πώς ὅλοι θ’ἀπαντούσαμε, ἐάν δέν ἔχουμε ἤδη ἀπαντήσει, πώς ὁπωσδήποτε θά πηγαίναμε. Πώς δέν ὑπῆρχε περίπτωση νά προσβάλουμε τό Θεό μας καί νά φανοῦμε ἀνάξιοι τῆς πρόσκλησής Του. Πώς σάν παιδιά Του πού εἴμαστε, δέν θά ἀγνοούσαμε τό κάλεσμα τοῦ Πατέρα. Πώς γιά κανένα λόγο δέ θά χάναμε τήν εὐκαιρία αὐτή. Ἐνδεχομένως μέ τέτοια αἰσθήματα καί ἐντυπώσεις, ὡς πρός τήν ἀποδοχή τῆς προσκλήσεως, νά ἔκανε τό κάλεσμα κι ὁ Θεός. Ὄμως ὅπως φαίνεται ἀπό τήν παραβολή τοῦ εὐαγγελίου πού μόλις ἀκούσαμε, ἡ ἐμπειρία Του γιά τό κάλεσμά Του αὐτό εἶναι ἀρνητική, ἀποκαρδιωτική. Δυστυχῶς ἡ ἀνταπόκριση τοῦ ἀνθρώπου-παιδιοῦ στό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ-Πατέρα, δέν εἶναι ἡ ἀναμενόμενη.
  •     Ὅπως μᾶς πληροφορεῖ λοιπόν ὁ ἵδιος ὁ Χριστός κάποιος μεγιστάνας, δηλαδή ὁ Θεός, ἐτοίμασε λαμπρό τραπέζι καί κάλεσε γιά συμμετοχή ὅλους τούς καλεσμένους Του. Ἔστειλε λοιπόν τόν ὑπηρέτη Του νά τούς ἐνημερώσει γι αὐτό. Ὁ ἕνας εἶπε· Χωράφι ἀγόρασα καί πρέπει νά πάω νά τό δῶ, σέ παρακαλῶ δικιολόγησέ με. Ὁ ἄλλος εἶπε· Ἀγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια καί πρέπει νά πάω νά τά δοκιμάσω, σέ παρακαλῶ δικιολόγησέ με. Ὁ τρίτος εἶπε· Πῆρα γυναίκα καί γι αὐτό δέν μπορῶ νά ἔρθω.
  •     Ὅταν πληροφορήθηκε ὁ οἰκοδεσπότης ὅλα αὐτά, ὀργίστηκε πολύ. Ἐστειλε τόν ὑπηρέτη του νά βγεῖ στούς δρόμους καί νά μαζέψει ὅλους ὅσους ἀρχικά δέν ἦταν καλεσμένοι γιά τό τραπέζι. Αὐτό ἔγινε ἀλλά ὑπῆρχε χῶρος καί γιά ἄλλους. Τότε ξαναέστειλε τόν ὑπηρέτη νά φέρει καί τόν πιό ἀσήμαντο γιά τήν ἀξία τοῦ γεύματος πού ἐτοιμάσθηκε. Ὅταν ἔγινε κι αὐτό, τότε ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε πώς ὅλοι ὅσοι ἀγνόησαν τό κάλεσμά Του καί δέν ἦλθαν στό γι αὐτούς ἀρχικά ἐτοιμασμένο τραπέζι, δέν θά ἔχουν ξανά τήν εὐκαιρία νά δεχθοῦν πρόσκληση. Καί τελειώνοντας ὁ Ἰησοῦς τήν παραβολή, ὡς δίδαγμα ἐπεσήμανε: «Πόλλοι μέν οἱ κλητοί, ὁλίγοι δέ οἱ ἐκλεκτοί».
  •     Θά μποροῦσε βέβαια τώρα κάποιος νά διερωτηθεῖ, τί σχέση ἔχουν ὅλα αὐτά μέ ἐμᾶς καί πόσο μᾶς ἀφοροῦν; Ποιό τραπέζι, ποιοί καλεσμένοι, ποιός ὑπηρέτης ἄγγελος, ποιό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ ἔχει νά κάνει σήμερα μέ τή ζωή μας;
  •      Δέν θά ἦταν παράλογη αὐτή ἡ ἐσωτερική διεργασία στόν καθένα μας, διότι πραγματικά, ἀρχικά ἀπ’ὅ,τι φαίνεται, ἡ παραβολή δέ βρίσκει ἀντίκρυσμα σέ ἐμᾶς, δέν μᾶς ἀφορᾶ. Ἀπ’ὅ,τι φαίνεται, δέν ἔχουμε νά δικαιολογηθοῦμε γιά καμιά πρόσκληση ἀπό Θεοῦ πού ἔμεῖς τήν ἀρνηθήκαμε. Φαινομενικά, γιατί στήν πραγματικότητα δέν εἶναι ἔτσι. Γιά νά τό καταλάβουμε καλύτερα, θά πρέπει νά ἐξηγήσουμε, νά διευκρινήσουμε τήν πρόσκληση, τό μυστήριο αὐτό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ σ’ἐμᾶς.
  •    Κάθε ἄνθρωπος πού εἶναι βαπτισμένος, εἶναι καί καλεσμένος στό θεϊκό αὐτό τραπέζι. Τό θεϊκό τραπέζι εἶναι ὁ καινούργιος λαμπρός κόσμος πού θά γίνει μετά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου, ἡ αἰώνια καί Εὐλόγημένη Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Ὑϊοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Τήν πρόσκληση τήν παίρνουμε μέ τή βάπτισή μας. Μέ τό βάπτισμα ἀνοίγεται καί προσφέρεται σέ ἐμᾶς, ὅλος ὁ θαυμαστός καί ἅγιος κόσμος τοῦ Θεοῦ. Γινόμαστε κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του καί συμπολίτες μέ τήν Παναγία μας, τούς ἀγγέλους καί τούς ἁγίους. Αὐτό συμβαίνει καί μποροῦμε νά τό ζήσουμε μέσα στήν Ἐκκλησία, τῆς ὁποίας γινόμαστε μέλη. Εἶναι ἡ πνευματική, ἡ μυστική-μυστηριακή διάσταση τῆς Ἐκκλησίας, τήν ὁποία δέν ἀντιλαμβανόμαστε εὔκολα. Ἐκεῖ λίγο τά χαλάμε.
  •     Δέν μποροῦμε νά ὑποψιαστοῦμε, πόσο μᾶλλον νά ζήσουμε τό μυστήριο πού λέγεται Ἐκκλησία. Καί ἐπειδή τό κάλεσμα γίνεται μέ ἑνα μυστήριο, αὐτό τοῦ Βαπτίσματος, τοῦ ὁποίου ἐπίσης μόνο τήν ἐξωτερική-ὑλική πλευρά συνήθως ἀντιλαμβανόμαστε καί ὄχι τήν ἐσωτερική-πνευματική, δέν ὑποψιαζόμαστε πώς αὐτό εἶναι καί μία πρόσκληση, ἕνα κάλεσμα τοῦ Θεοῦ γιά πολύ περισσότερα καί θεϊκά πράγματα. Γιά ἕνα μελλοντικό αἰώνιο τραπέζι. Γι αὐτό καί τό κάλεσμα τοῦ Θεοῦ εἶναι «μυστήριο». Γιατί γίνεται διά τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας. Γι αὐτό καί κάθε μυστήριο ἀρχίζει μέ μία συγκεκριμένη ἐκφώνηση: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Ὑϊοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Κάθε φορά πού τελοῦμε ἕνα μυστήριο, ἔχουμε μία πρόγευση τοῦ μελλοντικοῦ αἰώνιου γεύματος, στό ὁποίο εἴμαστε καλεσμένοι.
  •     Κάθε λοιπόν ἀδιαφορία μας ἀπέναντι σ’ αὐτά εἶναι καί μία ἄρνηση τῆς θεϊκῆς προσκλήσεως. Κάθε ἀγνόηση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καί μυστηριακοῦ τρόπου ζωῆς ποῦ μᾶς ἀνοίγεται καί μᾶς προσφέρεται, εἶναι μιά προσβολή τοῦ μεγάλου οἰκοδεσπότη. Κάθε τι στή ζωή καί στόν κόσμο αὐτό πού εἶναι γιά ἐμᾶς σπουδαιότερο καί σημαντικότερο, ἔτσι ὥστε νά ἐνδιαφερόμαστε περισσότερο γι αὐτό, ἀντί γιά τήν πρόσκληση-τιμή-προσωπική σχέση μας μέ τό Θεό, μᾶς κάνει ἔστω πρός στιγμήν νά εἴμαστε ἀνάξιοι τῆς θείας προσκλήσεως. Λέμε πρός στιγμήν, διότι πάντοτε καί ὅσο ζοῦμε, ὑπάρχει ἡ δυνατότητα τῆς μετάνοιας. Δηλαδή τῆς ἐπιστροφῆς μας στήν πατρική ἀγκαλιά τοῦ Θεοῦ, τήν Ἐκκλησία Του καί τοῦ τρόπου ζωῆς της. Τῆς διεκδικήσεως ἐκ μέρους μας, τῆς συμμετοχῆς μας στό μεγαλειώδες αἰώνιο θεϊκό γεῦμα! Ἄς εὐχηθοῦμε ἀγαπητοί μου, στό τέλος τῆς ζωῆς μας, νά εἴμαστε ἀντάξιοι αὐτῆς τῆς τιμῆς. Νά φανοῦμε ὡς οἱ ἐκλεκτοί τοῦ Θεοῦ! (ΙΑ΄Λουκα).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου