Ο Αφεντούλης έφτασε στην Κρήτη τον Νοέμβριο του 1821 και έμεινε ως το Νοέμβριο του 1822. Οι κρητικοί δεν τον αποδέχτηκαν , διότι δεν δέχονταν να τους διοικεί ένας ξένος, ο οποίος δεν γνώριζε τις συνήθειες και τις ιδιαιτερότητες του τόπου. Η σωματική του δυσμορφία και η υπέρμετρη φιλοδοξία του δεν ενέπνεαν σεβασμό και εμπιστοσύνη. Την θέση του υπέσκαπταν οι αντιθέσεις των οπλαρχηγών, κυρίως των Σφακιανών. Σε συνδυασμό με αποτυχίες στο πεδίο της μάχης δυσχέραιναν τη θέση του. Όπως στα τέλη Νοεμβρίου του 1821 διέταξε των Γεώργιο Δασκαλάκη (Τσελέπη), ο οποίος ήταν αρχηγός του Σελίνου, μαζί με τον Αναγνώστη Παναγιώτου αρχηγό της Ανώπολης να μεταβούν στις επαρχίες Σελίνου και Κισάμου για να τις απελευθερώσουν. Την συγκεκριμένη περιοχή καταδυνάστευαν οι αδίστακτοι Τουρκοκρητικοί.. Οι δύο οπλαρχηγοί με 1500 Σφακιανούς και Κυδωνιάτες έφθασαν στο Κουστογέρακο, όπου συνάντησαν τους Σελινιώτες οπλαρχηγούς με τους άνδρες τους. Οι δυνάμεις των επαναστατών κατευθύνθηκαν προς την Κάντανο. Στον οικισμό Μπαμπακάδω, κοντά στην Κάντανο, σε κάτι μικρά αγροτόσπιτα είχε οχυρωθεί μία ομάδα 100 οπλισμένων Τούρκων με αρχηγό τον Καούρη για να εμποδίσουν την προέλαση του επαναστατών. Στη συγκεκριμένη μάχη σκοτώθηκε ο αρχηγός Γεώργιος Δασκαλάκης (Τσελέπης) και συμπολεμιστές του από το Σέλινο, τις γειτονικές περιοχές και τα Σφακιά. Ο Ευτύχης Λουπασάκης αναφέρει ότι «ο θάνατος του γενναίου αρχηγού [..]δημιούργησε μόνο θλίψη και κατήφεια στους συμπολεμιστές του αλλά και ζημιά στον αγώνα . Οι πολεμικές επιχειρήσεις σταμάτησαν μετά τον θάνατό του»112.
Ο Αφεντούλης εκτός από τα αρνητικά στοιχεία που είχε η προσωπικότητα και η παρουσία του στην Κρήτη ως αρχηγός της επανάστασης είχε και θετικά στοιχεία. Οι οργανωτικές του ικανότητες δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Κατά την παρουσία του στην Κρήτη η επανάσταση γενικεύτηκε σε όλα τα μέρη του νησιού. Παρά τις αποτυχίες, υπήρχαν και πολλές σημαντικές επιτυχίες στα πεδία των μαχών και η επανάσταση κρατήθηκε ζωντανή. Οι Τούρκοι προσπάθησαν να καταπνίξουν την επανάσταση αλλά δεν τα κατάφεραν . Ο Αφεντούλης προσπάθησε να οργανώσει την επανάσταση σε πολιτικό επίπεδο και να δημιουργήσει ένα Οργανισμό. Ζήτησε τη βοήθεια του Πέτρου Ομηρίδη Σκυλίτση, ο οποίος είχε εκπροσωπήσει την Κρήτη στην Α΄ Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου.
Στους Αρμένους Αποκορώνου συγκλήθηκε Γενική Συνέλευση των Κρητών από 11-21 Μαΐου 1821 για να ψηφιστεί το προσωρινό πολίτευμα και να αναδειχτούν οι φροντιστές του αγώνα. Συγκεντρώθηκαν περίπου 40 εκπρόσωποι από τις επαρχίες της Κρήτης και προέδρευσε ο Πέτρος Ομηρίδης Σκυλίτσης. Ακολουθήθηκε η διαδικασία που είχαν ακολουθήσει και άλλες ελληνικές περιοχές. Πρώτα η Γενική Συνέλευση εξέδωσε «Προκήρυξη Ελευθερίας» και στη συνέχεια ψηφίστηκε το σχέδιο συντάγματος με τίτλο : «Προσωρινή Πολιτεία της νήσου Κρήτης»114. Επίσης ψηφίστηκε ένα σχέδιο προσωρινής διοίκηση του νησιού, όπου το νησί διαιρέθηκε σε 4 διαμερίσματα, σε επαρχίες και κοινότητες. Ο Γενικός έπαρχος και η Γενική Καγκελαρία ασκούσαν την κεντρική διοίκηση. Η Γενική Καγκελαρία αποτελείται από τον Γενικό Γραμματέα και τους Φροντιστές οικονομίας , αστυνομίας , πολέμου, θάλασσας και δικαιοσύνης. Στην πρωτεύουσα κάθε διαμερίσματος υπήρχαν Έπαρχοι, Φροντιστές και Λιμενάρχες. Αποφασίστηκε ο τύπος της κρητικής σημαίας η επίσημη σφραγίδα για την διοίκηση του νησιού και η αναλογία εκπροσώπησης της Κρήτης στην βουλή του Ελληνικού κράτους. Ωστόσο οι αποφάσεις αυτές δεν εφαρμόστηκαν διότι τον Μάιο του 1822 αποβιβάστηκαν οι Αιγυπτιακές δυνάμεις στη Κρήτη, ο Ομηρίδης έφυγε από το νησί και ο Αφεντούλης έμεινε για λίγους μήνες ακόμα ανίσχυρος να εφαρμόσει οποιαδήποτε ρύθμιση115. Από την άλλη πλευρά, ο Τουρκικός στρατός ήταν απασχολημένος στην Πελοπόννησο και την Στερεά Ελλάδα και δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την επανάσταση στην Κρήτη. Ο σουλτάνος Μαχμούτ Δ΄ ζήτησε βοήθεια από τον Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου. Ο Μεχμέτ Αλή επιθυμούσε να έχει υπό την κατοχή του την Κρήτη και απάντησε θετικά στην πρόταση. Έστειλε ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις στο νησί με αρχηγό τον γαμπρό του Χασάν πασά. Ο αιγυπτιακός στόλος με 30 πολεμικά και 84 φορτηγά πλοία κατέπλευσε στο λιμάνι της Σούδας στις 28 Μαΐου 1822 . Ο Χασάν χωρίς να χάνει χρόνο επιτίθεται στην Μαλάξα, όπου οι επαναστάτες αμύνονται αποτελεσματικά και καταφέρνουν να απωθήσουν τις αιγυπτιακές δυνάμεις. Ωστόσο, η ασυμφωνία των αρχηγών και η αδυναμία να έχουν κοινό σχέδιο δράσης οδηγούν σε αδυναμία να κρατήσουν τις θέσεις που είχαν και να της καταλάβει ο Χασάν με το στρατευμά του. Το καλοκαίρι του 1822, ο Αφεντούλης ζήτησε βοήθεια διότι ήταν σε δύσκολη κατάσταση η κρητική επανάσταση. Η μόνη βοήθεια που έλαβε ήταν τα 900 όπλα τα οποία έφερε ο Στέφανος Βασιλόπουλος από τη Μασσαλία117.
-42-