Γινεται αραγε διπλα στο νεο τζαμι να χτιστει το Ταμα ?
Η σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς Ἑλλάδος, ἡ Ἀθήνα, ἔχει γίνει, ὅπως λέμε, πραγματικὴ τερατούπολη. Καὶ βέβαια γνωρίζουμε πολὺ καλὰ ὅτι δὲν ἦταν
πάντοτε ἔτσι. Τὸ ἀντίθετο μάλιστα. Εἰδικὰ
κατὰ τὴν πρὸ Χριστοῦ περίοδο ἦταν τὸ
κόσμημα τῆς Ἑλλάδος καὶ ὅλου τοῦ κόσμου. Λόγῳ τῆς σημερινῆς θέσεώς της
ἀξίζει νὰ τὴ γνωρίσουμε καλύτερα.
Εἶχε καὶ αὐτή, ὅπως εἶναι φυσικό, καὶ
τείχη ἰσχυρὰ καὶ κτίρια σπουδαῖα καὶ σημαντικά. Ὅμως τὸ βασικὸ χαρακτηριστικὸ
τῆς Ἀθήνας ἦταν τὰ ἱερά της. Αὐτὸ ἄλλωστε ἦταν καὶ ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι καὶ θὰ
εἶναι τὸ κύριο χαρακτηριστικὸ ὅλων τῶν
πόλεων, ὅπως μὲ ἀκρίβεια τὸ διετύπωσε
ὁ Πλούταρχος: «Θὰ βρεῖς ἴσως στὸν κόσμο πόλεις χωρὶς τείχη, πόλεις μὲ ἀγράμματους πολίτες, πόλεις χωρὶς ἄρχοντα,
χωρὶς σπίτια, χωρὶς νομίσματα, χωρὶς
θέατρα καὶ γυμναστήρια. Ὅμως δὲν εἶδε
κανεὶς οὔτε πρόκειται νὰ συναντήσει ποτὲ
πόλεις χωρὶς ναούς, χωρὶς θεούς, μὲ ἀνθρώπους ποὺ δὲν κάνουν προσευχὲς καὶ
ὅρκους καὶ θυσίες καὶ ἐξορκισμούς. Νομίζω δὲ ὅτι εἶναι πολὺ πιὸ εὔκολο νὰ συναντήσει κανεὶς πόλη χωρὶς ἔδαφος, παρὰ
νὰ ὑπάρξει πολιτεία, ἀπὸ τὴν ὁποία νὰ
ἔχει ἐκδιωχθεῖ τελείως ἡ πίστη στὸ Θεό».
Μέσα στό ἴδιο πνεῦμα ἡ Ἀθήνα, τὸ κέντρο αὐτὸ τῆς τέχνης, τῆς φιλοσοφίας καὶ
τῆς διανοήσεως, εἶχε πλῆθος προσκυνημάτων καὶ βωμῶν καὶ ναῶν ἀφιερωμένων
στοὺς θεούς. Δεσπόζουσα θέση, ὅπως
διαπιστώνουμε μέχρι σήμερα, κατεῖχε ὁ
Παρθενώνας, ποὺ οἱ Ἀθηναῖοι τὸν εἶχαν
ἀφιερώσει στὴ θεὰ Ἀθηνᾶ.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Ἀθήνα, διεπίστωσε ὅτι ἡ πόλη
ἦταν γεμάτη ἀπό εἴδωλα, ἔβλεπε «κατείδωλον οὖσαν τὴν πόλιν» (Πράξ. ιζ΄ 16),
δεῖγμα τῆς μεγάλης εὐσέβειας τῶν κατοί-
κων της. Γι’ αὐτὸ καὶ στὴν ὁμιλία του στὸν
Ἄρειο Πάγο παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ ἕνα
βωμὸ ποὺ εἶχαν ἀφιερώσει οἱ Ἀθηναῖοι
σὲ κάποιον «ἄγνωστο θεό». Αὐτὸν ποὺ
ἀγνοοῦσαν καὶ τοῦ ἀφιέρωναν βωμό,
τοὺς τὸν ἀποκαλύπτει τώρα καὶ τοὺς κα-
λεῖ νὰ τὸν πιστέψουν:
«Ἄνδρες Ἀθηναῖοι, σᾶς βλέπω σὰν πιὸ
εὐλαβεῖς σὲ ὅλα καὶ πιὸ θρήσκους ἀπὸ
πολλοὺς ἄλλους. Καὶ τὸ λέω αὐτό, διότι
περιδιαβαίνοντας τοὺς δρόμους τῆς πό-
λεώς σας καὶ ἐξετάζοντας προσεκτικὰ
ἐκεῖνα ποὺ λατρεύετε, βρῆκα καὶ ἕνα βωμὸ στὸν ὁποῖο ὑπάρχει ἡ ἐπιγραφή: «ὁ
βωμὸς αὐτὸς ἀφιερώνεται στὸν ἄγνωστο θεό». Αὐτόν, λοιπόν, τὸν Θεὸ ποὺ
λατρεύετε χωρὶς νὰ τὸν γνωρίζετε, αὐτὸν
ἐγὼ σᾶς κηρύττω. Εἶναι ὁ Θεὸς ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο καὶ ὅλα ὅσα ὑπάρ-
χουν μέσα στὸν κόσμο» (Πράξ. ιζ΄ 22-24)
Ἀπὸ τότε, οἱ λίγοι στὴν ἀρχὴ χριστιανοί,
ποὺ κατόπιν πληθαίνουν, στρέφουν τὸ
νοῦ τους στὴν πνευματικὴ θωράκιση τῆς
πόλεως τῶν Ἀθηνῶν, μὲ σεβάσματα τοῦ ἀληθινοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἀντὶ γιὰ
ναοὺς τῶν ψευτοθεῶν καὶ λατρεῖες εἰδώλων, χτίζουν ναοὺς ἀφιερωμένους στὴ
λατρεία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ,
καὶ εἰς τιμὴν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ
τῶν Ἁγίων καὶ Μαρτύρων.
Ἂν παρατηρήσει κανεὶς τὴν παλαιὰ πόλη τῶν Ἀθηνῶν, παρ’ ὅλη τὴ μικρὴ τότε
ἔκτασή της, θὰ διαπιστώσει ὅτι εἶναι γε-
μάτη ἀπὸ ναοὺς μικροὺς καὶ μεγάλους.
Πτωχὰ καὶ ἀπέριττα κατανυκτικὰ ἐκκλησάκια καταστολίζουν «τὸ κλεινὸν ἄστυ»,
ἐκκλησάκια ποὺ διεγείρουν τὴν εὐλάβεια
καὶ δημιουργοῦν κατάνυξη. Ἡ εὐσέβεια
τῶν κατοίκων τῶν Ἀθηνῶν ἀκτινοβολεῖ
κατόπιν καὶ στὰ μεταβυζαντινὰ κτίσματα
καὶ στοὺς ἐπιβλητικοὺς μεγαλοπρεπεῖς
ναούς, ποὺ ὑψώθηκαν μετὰ τὴν ἀπελευ-
θέρωση τῆς χώρας. Ἀποτελοῦν ὅλα τὴν
ἀσφαλὴ πνευματικὴ θωράκιση τῆς πόλεως καὶ ὁλοκλήρου τοῦ λεκανοπεδίου
τῆς Ἀττικῆς. Αὐτὲς οἱ ἐκκλησίες κράτησαν
τοὺς Ἕλληνες στὴν Ὀρθόδοξη χριστια-
νικὴ πίστη.
Ὑπῆρχαν ἀκόμη καὶ μερικὰ δυνατὰ ὀ-
χυρὰ γιὰ τὴν ἀσφαλὴ πνευματικὴ ὀχύρωση τῶν κατοίκων τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν καὶ τῶν περιχώρων. Πρόκειται
γιὰ τὰ πολλὰ μοναστήρια, ἡσυχαστήρια,
ἀσκηταριά, ἀπὸ τὰ ὁποῖα διασώθηκαν
μέχρι σήμερα μερικὰ στὴν Πεντέλη, στὸ
Αἰγάλεω καὶ στὸν Ὑμηττό.
Στὴν Πεντέλη ὁ ἅγιος Τιμόθεος ἔρχεται ἀπὸ τὴ Χαλκίδα τὸν 16ο αἰώνα (1570)
καὶ στὴ θέση παλαιοῦ ἀσκηταριοῦ στήνει
τὸ σημερινὸ μοναστήρι τῆς Παναγίας. Ἡ
Πεντέλη, τὸ «ὅρος τῶν Ἀμώμων», ὅπως
λεγόταν, ἦταν κατάσπαρτο ἀπὸ σκῆτες
καὶ ἀσκητές, ὅπως ὁ ἅγιος Γεώργιος τοῦ
Κοκκιναρᾶ, ὁ ἅγιος Πέτρος τῆς Σπηλιᾶς
τοῦ Νταβέλη, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῶν Λατομείων, ἡ Ἱερὰ Μονὴ Νταοῦ Πεντέλης κλπ.
Ὁ Ὑμηττὸς εἶναι βουνὸ γεμάτο ἀπὸ
σκῆτες καὶ μοναστήρια. Μεταξὺ αὐτῶν ἡ
Μονὴ τοῦ Καρέα, ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου
Ἰωάννου τοῦ Κυνηγοῦ, ἡ Μονὴ Ἀστερίου.
Δεσπόζει βέβαια ἡ Μονὴ τῶν Εἰσοδίων
τῆς Θεοτόκου Καισαριανῆς, ποὺ ἀκμάζει
τὸν 13ο αἰώνα.
Στοὺς πρόποδες τοῦ ὄρους Αἰγάλεω
καὶ στὶς παρυφὲς τοῦ ἄλσους τοῦ Χαϊδα-
ρίου δεσπόζει ἡ Μονὴ τοῦ Δαφνίου. Εἶναι
τὸ πιὸ σημαντικὸ βυζαντινὸ μνημεῖο τῆς
Μεσογείου κατὰ τοὺς εἰδικούς. Τὰ ψηφιδωτά της εἶναι ἀπὸ τὰ πιὸ ἄρτια ποὺ ἔγιναν στὸν χριστιανικὸ κόσμο. Ἀποτελεῖ δὲ
παγκόσμιο μνημεῖο πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς τῆς U.N.E.S.C.O.
Σ’ αὐτὰ τὰ ἐκκλησάκια καὶ τὰ μοναστήρια ἐναπέθεταν τὸν πόνο τους, τὰ ὄνειρά
τους καὶ τὶς προσδοκίες τους οἱ πρόγονοί μας. Σ’ αὐτὰ μπαίνουμε σήμερα καὶ
ἐμεῖς, καθὼς κινούμαστε μέσα στὴν κοσμοπολίτικη καὶ πολύβουη Ἀθήνα, καὶ
νιώθουμε τὴν αὔρα τοῦ Πνεύματος νὰ
πνέει μέσα μας.
Οἱ πρόγονοί μας μᾶς δίδαξαν μὲ τὶς ἐνέργειές τους πῶς νὰ θωρακίζουμε πνευ-
ματικὰ τὴ ζωή μας, τὶς πόλεις μας καὶ τὴ
χώρα μας. Κι εἶναι τὸ παράδειγμά τους
ταυτόχρονα ἔμπνευση καὶ ἔλεγχος γιὰ
μᾶς τοὺς σημερινοὺς Ἕλληνες. Ἔμπνευση, ὥστε νὰ μένουμε πιστοὶ στὴν ἀλήθεια
τῆς Ὀρθοδοξίας μας, πιστοὶ στὴν Παράδοσή μας, σ’ αὐτὰ ποὺ μᾶς στήριξαν καὶ
μᾶς κρατοῦν μέχρι σήμερα. Εἶναι ὅμως
καὶ ἔλεγχος τὸ παράδειγμά τους, διότι
σχεδὸν 200 χρόνια ἔχουν περάσει ἀπὸ
τὴν ἀπελευθέρωσή μας τὸ 1821 καὶ ὅμως
τὸ Τάμα τῶν προγόνων μας νὰ κτισθεῖ
ναὸς στὴν Ἀθήνα πρὸς τιμὴν τοῦ Σωτῆρος
Χριστοῦ δὲν τὸ πραγματοποιήσαμε. Γιὰ
νὰ εἶναι πραγματικὰ ὀχυρωμένη ἡ πρωτεύουσα τῆς πατρίδας μας εἶναι ἀνάγκη
ἐπιτέλους τὸ Τάμα αὐτὸ νὰ ἐκπληρωθεῖ.
Ἔτσι ὥστε καὶ ἡ δική μας ἐποχὴ νὰ βάλει
τὴ σφραγίδα της στὸ πνευματικὸ φρούριο
τοῦ τόπου, γιὰ νὰ μείνουμε γνήσιοι Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ καὶ ἀδούλωτοι Ἕλληνες.Ο ΣΩΤΗΡ2046
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου