Σὲ περιμένω, Κύριε, νὰ μὲ ὁδηγήσεις κοντά σου, γιατὶ εἶμαι δικό σου παιδί.
Ο λόγος εἶναι ἀπὸ τὸν 6ο Ψαλμὸ τοῦ βασιλέως καὶ προφήτου Δαβίδ.
Τί σημαίνει αὐτὸς ὁ λόγος;
Καὶ Σύ, Κύριε, μέχρι πότε θὰ εἶσαι ὀργισμένος ἐναντίον μου, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ στεροῦμαι
τὸ ἔλεός σου;
Ἀλήθεια τί εἶναι αὐτὴ ἡ κραυγὴ τοῦ Δαβίδ;
Ἕως πότε, Κύριε!
Εἶναι κραυγὴ ἀπελπισίας; Ἔλλειψη ἐλπίδας; Ἐγκατάλειψη τοῦ Θεοῦ; Θάνατος; Ὄχι! Εἶναι κάτι ἀνάλογο μὲ αὐτὸ ποὺ συμβαίνει συχνὰ
μέσα στὴν οἰκογένεια. Ἡ μάννα τιμωρεῖ τὸ
παιδί της καὶ αὐτὸ κλαίει. Ποιὸν ὅμως ἐπικαλεῖται μέσα στὸ κλάμα του, ἀπὸ ποιὸν
ζητάει βοήθεια; Τί λέει; «Μαννούλα μου!»
Αὐτὸ κάνει καὶ ὁ Δαβίδ. Ζητάει ἀπὸ τὸν
Θεὸ νὰ ἐπισπεύσει τὴ βοήθειά του, νὰ τὸν
περιβάλει μὲ τὸ ἔλεός του.
Ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ Δαβὶδ ἦταν διαρκὴς ἐκζήτηση τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος
«καὶ σύ, Κύριε, ἕως πότε;» βγῆκε ἀναρίθμητες φορὲς ἀπὸ τὰ χείλη του. Διότι ὁ
Θεὸς αὐτὸν τὸν ἐκλεκτὸ δοῦλο του τὸν
πέρασε ἀπὸ φοβερὸ καμίνι θλίψεων, ἀδικιῶν, διωγμῶν, συκοφαντιῶν, κινδύνων.
Ἂς ρίξουμε μιὰ σύντομη ματιὰ σ᾿ ὅλα αὐτά:
Βρισκόμαστε περίπου στὸ 1020 π.Χ.
Βασιλιὰς τῶν Ἰουδαίων εἶναι ὁ Σαούλ. Ὁ
Θεὸς ὅμως τὸν Σαοὺλ τὸν ἀποδοκιμάζει
καὶ ἀναθέτει στὸν προφήτη Σαμουὴλ νὰ
χρίσει νέο βασιλιὰ ποὺ θὰ διαδεχθεῖ τὸν
Σαούλ.
Ὁ Σαμουὴλ ἐπισκέπτεται τὴ Βηθλεὲμ
κρυφὰ ἀπὸ τὸν Σαούλ, πηγαίνει μὲ ἔμπνευση Θεοῦ στὸ σπίτι τοῦ Ἰεσσαὶ καὶ ζητάει νὰ δεῖ τὰ παιδιά του, ἀφοῦ ἕνα ἀπὸ
αὐτὰ θὰ τοῦ ὑποδείξει ὁ Θεὸς νὰ χρίσει
βασιλιά. Ὁ Ἰεσσαὶ τοῦ παρουσιάζει τὰ
ἑπτὰ μεγαλύτερα, διότι τὸ μικρότερο βόσκει τὰ πρόβατα. Ὁ προφήτης ρωτάει τὸν
Ἰεσσαί: «Δὲν ἔχεις ἄλλο παιδί;». «Ναί»,
ἀπαντάει ὁ Ἰεσσαί. Ὁ Σαμουὴλ ζητάει νὰ
τὸ δεῖ. Τὸ παιδὶ αὐτὸ εἶναι ὁ Δαβίδ. Ἔχει
σεμνὸ καὶ ἐπιβλητικὸ ἦθος. Ἡ ὀμορφιά
του εἶναι ἀπαύγασμα τοῦ ἐσωτερικοῦ του
κάλλους. Λένε ὅτι ἔμοιαζε μὲ τὸν Ἰωσὴφ
τὸν πάγκαλο καὶ τὸν Μωυσῆ. Ὁ Σαμουὴλ
τὸν χρίει βασιλιά. Ἀλλὰ ἕως ὅτου πάρει
τὴν ἐξουσία, θὰ περάσουν χρόνια πολλὰ
καὶ κίνδυνοι ἀναρίθμητοι θὰ τὸν ἀπειλήσουν. Σ᾿ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα πόσες φορὲς δὲν θὰ φωνάξει: «Καὶ σύ, Κύριε, ἕως
πότε;»!
Ὁ πρῶτος μεγάλος πειρασμὸς δημιουργεῖται, ὅταν ξεσπάει πόλεμος τῶν Ἑβραίων μὲ τοὺς Φιλισταίους. Ὁ γίγαντας Γολιὰθ προκαλεῖ καὶ ζητάει νὰ ἀντιμετωπίσει
σὲ μονομαχία ἕναν Ἑβραῖο. Προσφέρεται
ὁ Δαβίδ. Ὁ Σαοὺλ τοῦ λέει: «Εἶσαι παιδί». Ὁ Δαβὶδ τοῦ ἀπαντάει: «Θὰ τὸν ἀντιμετωπίσω ὅπως τὰ λιοντάρια καὶ τὶς ἀρκοῦδες ποὺ ὁρμοῦσαν στὸ κοπάδι μου
καὶ τὰ ἔπνιγα μὲ τὰ χέρια μου» (Α΄ Βασ. ιζ΄
32-37). Θὰ ἀγωνισθῶ ἐν ὀνόματι Κυρίου
τοῦ Θεοῦ μου. Ὁ Δαβὶδ μὲ τὴ σφεντόνα
του φονεύει τὸν Γολιάθ. Φόβος καταλαμβάνει τοὺς Φιλισταίους καὶ φεύγουν. Ὁ
λαὸς ἐπευφημεῖ τὸν Δαβίδ, καὶ αὐτὸ γίνεται αἰτία νὰ τὸν φθονήσει ὁ Σαοὺλ καὶ
νὰ ἐπιδιώξει πολλὲς φορὲς νὰ τὸν φονεύσει. Κυνηγημένος ὁ Δαβὶδ τριγυρίζει στὰ
βουνὰ καὶ πολλὲς φορὲς ἀφήνει νὰ βγεῖ
ἀπὸ τὰ χείλη του ἡ κραυγή: «Καὶ σύ, Κύριε, ἕως πότε;»!
Σὲ κάποια μάχη μὲ τοὺς Φιλισταίους ὁ
Σαοὺλ φονεύεται. Τώρα ἀνοίγεται ὁ δρόμος καὶ ὁ Δαβὶδ γίνεται βασιλιάς. Ἔμεινε
βασιλιὰς 40 χρόνια. Στὸ διάστημα τῆς βασιλείας του ἀντιμετωπίζει ἀναρίθμητες
δοκιμασίες: πολέμους, προδοσίες, ἀδικίες, συκοφαντίες, ἐπαναστάσεις... Πάλι σ᾿
ὅλες αὐτὲς τὶς περιστάσεις φωνάζει μὲ
πόνο ψυχῆς: «Καὶ σύ, Κύριε, ἕως πότε;»!
Ἕως πότε, Κύριε, οἱ πόλεμοι θὰ ταράζουν
τὴ ζωή μου; Ἀκόμη πολεμάει μὲ τοὺς Φιλισταίους, τοὺς Ἀμαληκίτες, τοὺς Ἀμμωνίτες, τοὺς Σύριους. Ἕως πότε, Κύριε; Πότε
θὰ σταματήσουν οἱ ἐπαναστάσεις;
Κάποτε πέφτει σὲ βαρὺ διπλὸ ἁμάρτημα. Τὸν ἐπισκέπτεται ὁ προφήτης Νάθαν,
τοῦ ξυπνάει τὴν κοιμισμένη συνείδηση
καὶ τὸν παρακινεῖ σὲ μετάνοια. Μὲ τὴν
ἀφορμὴ αὐτὴ συνέταξε τὸν 50ὸ Ψαλμό,
ποὺ ὅλοι ἔχουμε στὰ χείλη καὶ στὴν ψυχή
μας. Καὶ πάλι ὀδυνηρὰ θὰ φωνάξει: «Καὶ
σύ, Κύριε, ἕως πότε;»! Ναί, σὲ ὅλη του τὴ
ζωὴ ἀναζητάει τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ του.
Ὁ Δαβὶδ τὶς ὧρες τοῦ πόνου, τῆς ἀπελπισίας, τῆς ἀναζητήσεως ἔγραφε Ψαλμοὺς καὶ τοὺς ἔψαλλε μὲ τὴ φωνὴ καὶ τὰ
μουσικὰ ὄργανά του. Τώρα βρίσκεται
στὰ γηρατειά του. Ἀναπολεῖ τὰ περασμένα. Τώρα ἔχει κατανοήσει τὸν τρόπο ποὺ
ὁ Θεὸς κυβέρνησε τὴ ζωή του. Γι᾿ αὐτὸ
στὸν τελευταῖο, στὸν 150ὸ Ψαλμό, ψάλλει δοξολογικὰ πλέον: «Αἰνεῖτε αὐτόν (τὸν
Θεόν) ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν
ἐν κυμβάλοις ἀλαλαγμοῦ» (Ψαλ. ρν΄ 5)!
Αὐτὸ τὸ «ἕως πότε, Κύριε;» δὲν ἀφορᾶ
μόνο τὸν Δαβὶδ ἀλλὰ καὶ καθένα ἀπὸ
μᾶς. Ἕως πότε, Κύριε, θὰ μᾶς ἀφήσεις νὰ
ζοῦμε μέσα σ’ αὐτὸν τὸν κόσμο τῆς ἀποστασίας καὶ τῆς ὕβρεως κι ἐμεῖς ἀπρόσεκτα θὰ ἀναμειγνυόμαστε μαζί του; Ἕως
πότε, Κύριε, θὰ μᾶς ἀφήνεις νὰ μένουμε στὶς ἴδιες ἀδυναμίες, νὰ ἐξομολογούμαστε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ νὰ ἐπαναλαμβάνουμε τὶς ἴδιες; Ἕως πότε θὰ μᾶς ἀνέχεσαι νὰ μεταλαμβάνουμε τὸ Σῶμα σου
καὶ τὸ Αἷμα σου, καὶ τὸ μυαλό μας καὶ ἡ
ψυχή μας νὰ εἶναι μακριά σου; Ἕως πότε, Κύριε, θὰ μᾶς βλέπεις νὰ ἀφήνουμε
ἀπροστάτευτες τὶς πέντε αἰσθήσεις μας
νὰ ὑπηρετοῦν τὴν ἁμαρτία; Ἕως πότε θὰ
παρακολουθεῖς τὰ βήματα τῆς ψυχῆς καὶ
τοῦ σώματός μας νὰ μᾶς ὁδηγοῦν σὲ τόπους μακριὰ ἀπὸ Σένα τὸν Θεό μας; Ἕως
πότε, Κύριε, θὰ ἐπιτρέπεις νὰ συνεχίζονται τὰ βάσανά μας καὶ οἱ δοκιμασίες μας;
Ἕως πότε;...
Ἕνας δρόμος ὑπάρχει γιὰ τὸν καθένα
μας: Αὐτὸς τοῦ Δαβίδ. Αὐτὸς πρέπει νὰ
εἶναι ὁ δρόμος μας: Σὲ περιμένω, Κύριε,
νὰ μὲ ὁδηγήσεις κοντά σου, γιατὶ εἶμαι δικό σου παιδί. Νὰ μὲ ὁδηγήσεις μὲ εἰρήνη,
μὲ ἀλαλαγμοὺς χαρᾶς καὶ ἐλπίδας.
Ἂς καταλήξουμε καὶ ἐμεῖς μαζὶ μὲ τὸν
Δαβίδ: Στὶς θλίψεις μου θὰ ἐπικαλοῦμαι
τὸν Θεὸ μὲ πόνο, θὰ φωνάζω μὲ πίστη,
καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ θὰ μὲ σώσει. Καὶ
ἂς ὁμολογήσουμε στὸ τέλος ὁλόψυχα:
«Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλαλαγμοῦ»!O ΣΩΤΗΡ2049
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου