Οταν ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ μετέφερε στὴν κόρη τῆς Ναζαρὲτ τὸ
πρωτάκουστο καὶ σωτήριο γιὰ τὸν
κόσμο μήνυμα τοῦ οὐρανοῦ ὅτι
θὰ γεννήσει τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, τῆς εἶπε:
Γιὰ νὰ βεβαιωθεῖς ὅτι θὰ γίνει πράγματι τὸ μεγάλο αὐτὸ θαῦμα σὲ σένα, σὲ
πληροφορῶ γιὰ ἕνα ἄλλο μικρότερο
θαῦμα, τὸ ὁποῖο ὅμως δὲν θὰ τὸ περίμενες. Ἰδοὺ ἡ συγγενής σου Ἐλισάβετ ἔχει συλλάβει καὶ αὐτὴ γυιὸ στὴ γε-
ροντική της ἡλικία. Μάλιστα αὐτὸς εἶναι
ὁ ἕκτος μήνας ἐγκυμοσύνης τῆς Ἐλισάβετ, ποὺ ὅλοι τὴν ὀνομάζουν στείρα.
Τώρα λοιπὸν εἶναι ἔγκυος, διότι τίποτε δὲν εἶναι ἀδύνατο καὶ ἀκατόρθωτο
στὸν Θεό, ὅσο θαυμαστὸ καὶ καταπληκτικὸ καὶ ἂν μᾶς φαίνεται (βλ. Λουκ. α΄
36-37).
Ἡ Θεοτόκος καὶ ἡ Ἐλισάβετ ἦσαν
πρῶτες ἐξαδέλφες. Ἑπομένως ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἦταν κατὰ τὴν ἀνθρώπινη
φύση του δεύτερος ἐξάδελφος μὲ τὸν
Πρόδρομο Ἰωάννη.
Ἡ Δέσποινα Μαρία μετὰ τὴν πληροφορία ποὺ τῆς ἔδωσε ὁ ἀρχάγγελος
τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν Ἐλισάβετ, καὶ ἀφοῦ
συνέλαβε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου τὸν Υἱὸ
καὶ Λόγο τοῦ Θεοῦ, σηκώθηκε καὶ πῆγε
γρήγορα χωρὶς ἀναβολὴ στὴν ὀρεινὴ
περιοχὴ τῆς Ἰουδαίας, σὲ κάποια πόλη
τῆς περιφέρειας στὴν ὁποία κατοι-
κοῦσε ἡ φυλὴ τοῦ Ἰούδα.
Καὶ μπαίνοντας στὸ σπίτι τοῦ ἱερέα Ζαχαρία, συ-
ζύγου τῆς Ἐλισάβετ, χαιρέτισε πρώτη
αὐτὴ τὴν Ἐλισάβετ, ἀποδίδοντας ἔτσι
σεβασμὸ στὴ συγγενή της, ποὺ ἦταν
μεγαλύτερή της.
Ἡ Κυρία Θεοτόκος δὲν εἶχε ἀνακοινώσει σὲ κανένα τὸ μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου.
Καθὼς λοιπὸν εἶχε συγκλονιστεῖ ἀπὸ τὸν πρωτάκουστο ἀρχαγγελικὸ λόγο καὶ ἡ σκέψη της ἦταν βυθισμένη σ’ αὐτόν, δὲν ἔβρισκε ἄλλο πρό-
σωπο κατάλληλο νὰ συνομιλήσει ἐλεύθερα μαζί του ἐκτὸς ἀπὸ τὴ συγγενή
της Ἐλισάβετ.
Ἄλλωστε ἦταν καὶ αὐτὴ
συγκλονισμένη ἀπὸ τὰ ὅσα συνέβαιναν στὴν ἴδια.
Ὁ ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης γράφει: «Διὰ τρία αἴτια ἐπῆγεν ἡ Θεοτόκος
πρὸς τὴν Ἐλισάβετ· πρῶτον μέν, διὰ νὰ
συγχαρῇ τὴν συγγενῆ της, πὼς ἠξιώθη
νὰ συλλάβῃ υἱὸν εἰς τὸ γῆρας της·
δεύτερον διὰ νὰ πληροφορηθῇ» «τελείως»
ἐὰν εἶναι ἀληθινὰ ὅσα τῆς εἶπε ὁ ἄγγελος· ὄχι διότι ἀμφέβαλλε ἢ ἀπιστοῦσε,
ἀλλὰ ἐπειδὴ φοβόταν μήπως πλανηθεῖ. Καὶ ἀκόμη γιὰ νὰ «μάθῃ ἀκριβέστερον τὸ πρᾶγμα», ὅπως λέγει ὁ ἱερὸς
Θεοφύλακτος1.
«Τρίτον δέ, διὰ νὰ δώσῃ παράδειγμα καὶ εἰς ἡμᾶς νὰ πηγαίνωμεν εἰς τοὺς γεροντοτέρους» καὶ νὰ
τοὺς ρωτοῦμε γιὰ τὰ ὅσα μᾶς συμβαίνουν καὶ μᾶς ἀπασχολοῦν, σύμφωνα μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ: «Ἐπερώτησον τὸν πατέρα σου, καὶ ἀναγγελεῖ σοι,
τοὺς πρεσβυτέρους σου, καὶ ἐροῦσί
σοι» (Δευτ. λβ΄ [32] 7).
Ἡ Ἐλισάβετ μόλις ἄκουσε τὰ λόγια
τοῦ χαιρετισμοῦ τῆς Θεοτόκου ἢ καλύτερα μόλις ἄκουσε τὰ λόγια τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ποὺ ἐκυοφορεῖτο στὴν κοιλία τῆς Θεοτόκου – κατὰ τὸν ἱερὸ Θεοφύλακτο «ἡ φωνὴ τῆς Παρθένου»
ἦταν «φωνὴ τοῦ ἐν αὐτῇ σαρκουμένου
Θεοῦ»· γι’ αὐτὸ «καὶ τὸν Πρόδρομον ἐν
τῇ μήτρᾳ ἐχαρίτωσε, καὶ ἐποίησε προφητεῦσαι», διότι «ὅσα εἶπεν ἡ Ἐλισάβετ
προφητικῶς πρὸς τὴν Μαρίαν, οὐ τῆς
Ἐλισάβετ ἦσαν ρήματα, ἀλλὰ τοῦ βρέφους»2 – μόλις λοιπὸν ἄκουσε ἡ Ἐλισάβετ τὰ λόγια τῆς Μαρίας, δοκίμασε
πολὺ μεγάλη χαρά.
Χαρὰ ὅμως δοκίμασε καὶ ὁ Πρόδρομος, τὸ βρέφος ποὺ
κυοφοροῦσε ἡ Ἐλισάβετ.
«Μᾶλλον δὲ
αἰσθανθεὶς τὴν παρουσίαν τοῦ Υἱοῦ
τοῦ Θεοῦ, τὸν ὁποῖον ἔφερεν ἐγγάστριον ἡ Παρθένος, εὐθὺς ἀπὸ τὴν χαράν
του καὶ ἀγαλλίασιν ἐσκίρτησε μέσα εἰς
τὴν κοιλίαν τῆς μητέρας του»3.
Ἐξ ἀφορμῆς τοῦ σκιρτήματος ἐκείνου
ἡ Ἐλισάβετ ἐγέμισε ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιο.
Διότι ὁ υἱός της ὁ Ἰωάννης μετέδωσε στὴ μητέρα του τὸ προφητικὸ χάρισμα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως ἄλλοτε καὶ ὁ προφήτης Σαμουὴλ μετέδωσε
στὴ μητέρα του Ἄννα τὸ προφητικὸ χάρισμα, σχολιάζει ὁ ἑρμηνευτὴς Θεοδώρητος4.
Ἀλλὰ καὶ ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος
σημειώνει: «Εἰ μὴ τὸ βρέφος ἐσκίρτησεν, οὐκ ἂν προεφήτευσεν» ἡ Ἐλισάβετ5.
Γεμάτη λοιπὸν ἡ Ἐλισάβετ ἀπὸ Πνεῦμα Ἅγιον καὶ πλήρης ἱεροῦ ἐνθουσιασμοῦ καὶ ἐκπλήξεως ἀπὸ τὴν πνευματικὴ χαρὰ ποὺ πλημμύριζε τὴν ψυχή
της φώναξε μὲ δυνατὴ φωνὴ πρὸς τὴν
Θεοτόκο καὶ εἶπε: Εὐλογημένη εἶσαι σὺ
ἀπὸ τὸν Θεὸ περισσότερο ἀπὸ κάθε
ἄλλη γυναίκα. Καὶ εὐλογημένο εἶναι καὶ
τὸ ἔμβρυο ποὺ βλάστησεν ὡς καρπὸς
ἄχραντος καὶ παρθενικὸς στὴν κοιλία
σου. Καὶ γιὰ ποιὰ ἀρετή μου ἢ γιὰ ποιὰ αξία ἔγινε σὲ μένα ἡ τιμὴ αὐτὴ νὰ ἔλθει νὰ μὲ
ἐπισκεφθεῖ ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου;
Ναί, εἶσαι ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου μου,
διότι, ἰδοὺ μόλις ἔφτασε στ’ ἀφτιά μου
ἡ φωνὴ τοῦ χαιρετισμοῦ σου, ἐσκίρτησε μέσα στὴν κοιλία μου τὸ βρέφος μὲ
ἀσυγκράτητη χαρά.
Καὶ μακαρία εἶναι
ἐκείνη ποὺ πίστεψε, ὅπως καὶ ἐσύ, ὅτι
θὰ πραγματοποιηθοῦν πλήρως καὶ
τελείως ἐκεῖνα ποὺ τῆς ἔχει πεῖ ὁ Κύριος
διὰ τοῦ ἀρχαγγέλου του καὶ δὲν ἔδειξε τὴν ἀπιστία τοῦ συζύγου μου Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος γι’ αὐτή του τὴν
ἀπιστία τιμωρήθηκε μὲ ἀλαλία (Λουκ. α΄
42-45).
Στὰ ἐμπνευσμένα ἀπὸ τὸ Ἅγιον
Πνεῦμα αὐτὰ λόγια τῆς Ἐλισάβετ ἡ ἀειπάρθενος Μαρία ἀνέπεμψε αὐθόρμητα ὑπέροχη ὠδὴ πρὸς τὸν εὐεργέτη καὶ
σωτήρα της Κύριο.
Ἡ Παναγία Θεοτόκος ἀνέπεμψε μὲ τὸ ἁγιότατο στόμα της
ὠδὴ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς πάναγνης
καρδιᾶς της, τὴν ὁποία συνέθεσε ἐκείνη
τὴν εὐλογημένη ὥρα ὁ θεοειδέστατος
νοῦς της ἐλλαμπόμενος ἀπὸ τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ
Θεοῦ καὶ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ δικοῦ της.
Ἀπὸ τὸ ἑπόμενο ἄρθρο θὰ ἀρχίσουμε τὴν ἑρμηνεία, τὴν ἀνάλυση καὶ τὴν
ἐμβάθυνση στὰ θεῖα νοήματα τῆς ἀνυπέρβλητης καὶ χαριτόβρυτης αὐτῆς
ὠδῆς.
1. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, PG 123,
708C.
2. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, ὅ.π.,
PG 123, 708CD.
3. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ τοῦ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Κῆπος
Χαρίτων, σελ. 192.
4. Βλ. ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥ, Εἰς τὴν Α΄
Βασιλειῶν, PG 80, 533Α.
5. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ, ὅ.π.,
PG 123, 708D.
Ο ΣΩΤΗΡ2050
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου