Αναλύσαμε σὲ προηγούμενο ἄρθρο μας τὶς μεγάλες ἀλήθειες ποὺ περικλείει τὸ ὑπέροχο σάλπισμα τοῦ ὑψιπέτου εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου· «ὁ κόσμος παράγεται καὶ ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ...». Ἀλλὰ μεγάλες ἀλήθειες περικλείει καὶ τὸ δεύτερο ἥμισυ τοῦ
στίχου: «Ὁ δὲ ποιῶν τὸ θέλημα τοῦ
Θεοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Α΄ Ἰω. β΄
17).
Σὲ ἀντίθεση μὲ τὰ ἐγκόσμια, ποὺ
περνοῦν καὶ φεύγουν καὶ γι’ αὐτὸ εἶναι
μάταια καὶ φθαρτά, διότι δὲν συνοδεύουν τὸν ἄνθρωπο μετὰ τὸν θάνατο –
«πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα, ὅσα
οὐχ ὑπάρχει μετὰ θάνατον» – ὑπάρχουν κι αὐτὰ ποὺ μένουν.
Αὐτὰ ποὺ
περνοῦν καὶ φεύγουν εἶναι τὰ πλούτη,
οἱ δόξες, οἱ τιμές, τὰ ἀξιώματα.
Αὐτὰ
ποὺ μένουν εἶναι ἡ ἀρετή, ἡ ἁγιότητα,
τὰ ἔργα τῆς ἀγάπης.
Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ
ἐπαινεῖ αὐτοὺς ποὺ συμμορφώνουν τὴ
ζωή τους σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ
Θεοῦ, διότι μένουν καὶ ζοῦν στοὺς
αἰῶνες τῶν αἰώνων.
«Δίκαιοι εἰς τὸν
αἰῶνα ζῶσι» (Σοφ. Σολ. ε΄ 15). Ζοῦν
στὸ νέο κόσμο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ
καὶ ἀπολαμβάνουν τὰ ἄρρητα κάλλη
τοῦ Παραδείσου.
Πληροφοροῦνται διὰ
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τὶς ἀνάγκες μας
καὶ πρεσβεύουν γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Χαίρονται γιὰ τὴν ἐνάρετη ζωή μας καὶ
πανηγυρίζουν γιὰ τὶς νίκες μας στὸν
καλὸ ἀγώνα τῆς πίστεως. Τοὺς αἰσθανόμαστε τόσο κοντά μας, ἐπικαλούμαστε τὶς πρεσβεῖες τους, γιορτάζουμε
πανηγυρικὰ τὴ σεπτὴ μνήμη τους, κι
ἂς πέρασαν χιλιάδες ἴσως χρόνια ἀπὸ
τὴν ὁσία βιοτή τους.
Ἐδῶ φαίνεται ἡ εἰδοποιὸς διαφορὰ
μεταξὺ τῶν κοσμικῶν ἀνθρώπων καὶ
τῶν πιστῶν ποὺ τηροῦν τὶς ἐντολὲς τοῦ
Θεοῦ.
Οἱ πρῶτοι χάνονται στὴν περιπλάνηση τῆς ματαιότητος καὶ οἱ ἄλλοι
μένουν στὸν αἰώνα.
Οἱ πρῶτοι δὲν κατορθώνουν νὰ ἱκανοποιήσουν ποτὲ
τὶς βαθύτερες ἐφέσεις τῆς ψυχῆς τους
καὶ οἱ ἄλλοι χαίρονται τὴν ἀληθινὴ καὶ
ἀναφαίρετη χαρά, ποὺ εἶναι καρπὸς
τοῦ Ἁγίου Πνεύματος!
Οἱ πρῶτοι ὁδηγοῦνται στὸν ὄλεθρο καὶ στὴν καταστροφὴ καὶ οἱ ἄλλοι προσορμίζονται
στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ ὅπου ὅλα
εἶναι γαληνὰ καὶ ἀστασίαστα.
Βεβαίως ὅταν λέμε ὅτι χάνονται
αὐτοὶ ποὺ δίνουν τὴν ἀγάπη τους στὴ
ματαιότητα τοῦ κόσμου, δὲν ἐννοοῦμε
ὅτι χάνονται τελείως. Διότι κι αὐτοὶ θὰ
ζοῦν αἰωνίως. Ἀλλὰ θὰ ζοῦν χωρισμένοι ἀπὸ τὸν Θεό, ζωὴ ἀπερίγραπτης
δυστυχίας καὶ ἀθλιότητος.
Ἐνῶ αὐτοὶ
ποὺ πράττουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ θὰ
ζοῦν ἑνωμένοι μὲ τὸν Θεό, ζωὴ ἀπερίγραπτης εὐτυχίας καὶ μακαριότητος.
Τὸ βεβαιώνει ὁ Κύριος στὸ Εὐαγγέλιο
τῆς Κρίσεως: «Καὶ ἀπελεύσονται οὗτοι
εἰς κόλασιν αἰώνιον, οἱ δὲ δίκαιοι εἰς
ζωὴν αἰώνιον» (Ματθ. κε΄ 46). Οἱ ξένοι πρὸς τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ θὰ ζοῦν
μακριὰ ἀπὸ τὸν Θεό, κι αὐτὸ θὰ εἶναι
ἡ κόλασή τους.
Ἐνῶ οἱ δίκαιοι θὰ βλέπουν τὸν Κύριο τῆς δόξης πρόσωπο
πρὸς πρόσωπο!
Θὰ ζοῦν σὲ κοινωνία ἀγάπης, μαζὶ μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ
τοὺς ἁγίους, καὶ θὰ ἀπολαμβάνουν τὴ
δόξα τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ στὴν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα.
Ἀλλὰ γιατί αὐτοὶ ποὺ πράττουν τὸ
θέλημα τοῦ Θεοῦ μένουν στὸν αἰώνα;
Πρωτίστως, διότι ζοῦν μέσα στὸν κόσμο, ἀλλὰ δὲν ζοῦν κοσμικά.
Κατοικοῦν στὶς ἰδιαίτερες πατρίδες τους,
ἀλλὰ ὡς προσωρινοί. Περιβάλλονται
ἀπὸ σάρκα, ἀλλὰ δὲν ζοῦν σαρκικά.
Ζοῦν στὴ γῆ, ἀλλὰ πολιτεύονται στὸν
οὐρανό.
Μένουν στὸν αἰώνα, διότι συνδέονται προσωπικὰ μὲ τὸν Σωτήρα Χριστό.
Ἐφόσον ὁ Χριστὸς εἶναι ἡ «ζωή» (Ἰω.
ιδ΄ 6), «ὁ ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος» (Α΄ Ἰω. ε΄ 20), καὶ οἱ πιστοὶ ποὺ
συνδέονται μαζί του γίνονται «υἱοὶ Θεοῦ». Καὶ ὡς υἱοὶ Θεοῦ μᾶς βεβαιώνει
ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ὅτι θὰ εἶναι «κληρονόμοι Θεοῦ» καὶ «συγκληρονόμοι Χριστοῦ» (Ρωμ. η΄ 17).
Ἐπίσης μένουν στὸν αἰώνα, διότι
ἔχουν γραμμὴ πλεύσεως τὸν νόμο τοῦ
Θεοῦ, φῶς στὴν πορεία τῆς ζωῆς τους
τὸν αἰώνιο λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ὁ λόγος
τοῦ Θεοῦ ἔχει ζωὴ καὶ μεταδίδει ζωή.
«Τὰ ρήματα ἃ ἐγὼ λαλῶ ὑμῖν, πνεῦμά
ἐστι καὶ ζωή ἐστι» (Ἰω. ς΄ 63).
Ἀλλὰ καὶ
οἱ πιστοὶ ποὺ τρέφονται μὲ τὰ νάματα τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ζοῦν ἑνωμένοι μὲ τὸν Κύριο, ἀντλοῦν ζωηφόρους
χυμοὺς ἀπὸ τὸν κορμὸ τῆς Ἀμπέλου
καὶ φέρνουν «καρπὸν πολύν» (Ἰω. ιε΄
5).
Πίσω ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ βρίσκουν τὸν ἴδιο τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος τοὺς
ἀναγεννᾶ, τοὺς ἁγιάζει καὶ τοὺς μεταμορφώνει!
Ἐργάζονται τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ, τὰ ἅγια καὶ ἱερά, καὶ ἰδιαιτέρως τὰ
ἔργα τῆς ἀγάπης, τὰ ὁποῖα δὲν χάνονται, ἀλλὰ τοὺς ἀκολουθοῦν καὶ στὴν
ἄλλη ζωή.
«Τὰ δὲ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ’ αὐτῶν» (Ἀποκ. ιδ΄ 13).
Τὸ τελικὸ συμπέρασμα εἶναι αὐτονόητο: Νὰ μὴν ἐντυπωσιαζόμαστε ἀπὸ τὴ
ματαιότητα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ πράττουμε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, «τὸ ἀγαθὸν
καὶ εὐάρεστον καὶ τέλειον» (Ρωμ. ιβ΄
2). Διότι «ὁ κόσμος παράγεται καὶ ἡ
ἐπιθυμία αὐτοῦ· ὁ δὲ ποιῶν τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα», καθὼς
καὶ «ὁ Θεὸς μένει εἰς τὸν αἰῶνα».ΟΣΩΤΗΡ2054
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου