Ηταν μιὰ πλούσια ποὺ φτώχεψε, καὶ
πλούτισε μὲ τὸ παράδειγμά της τὶς
σελίδες τῆς ἱστορίας μας.
῏Ηταν μιὰ καρδιὰ ποὺ ράγισε ἀπ᾿ τὸν
πόνο καὶ τὴ δυστυχία, ἀλλὰ δὲν ἔπα-
ψε ποτὲ ν’ ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν
Πατρίδα.
῏Ηταν μιὰ γυναίκα ποὺ ἔχασε τὰ λο-
γικά της, γιὰ νὰ διδάσκει μέσα στὴν
παράκρουσή της γενεὲς γενεῶν τὴ
μωρία τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, γιὰ
τὴν ὁποία πρωτομίλησε ὁ ἀπόστολος
Παῦλος.
Λεγόταν Πανωραία Χατζηκώστα,
μιὰ ἀρχόντισσα μὲ μεγάλη περιουσία
ἀπὸ τὶς Κυδωνίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας,
σύζυγος τοῦ Κώστα Ἀϊβαλιώτη, τοῦ
πάμπλουτου ἐμπόρου τῆς μικρασια-
τικῆς γῆς.
῏Ηταν ὁ χρόνος ποὺ ξέσπασε ἡ ῾Ελ-
ληνικὴ Ἐπανάσταση. Τὸ 1821. Τὸ ἔτος
ποὺ καταστράφηκαν ὁλοσχερῶς οἱ Κυ-
δωνίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας μετὰ τὴν ἀπο-
τυχημένη ἐπαναστατικὴ κίνηση ποὺ
ἐπιχειρήθηκε ἐκεῖ. Ἀπὸ τότε ξεκινᾶ τὸ
προσωπικὸ μαρτύριο τῆς Πανωραίας
Χατζηκώστα. ῾Η σφαγὴ στὶς Κυδωνί-
ες ἦταν ἀνελέητη. ῞Οσοι ἐπέζησαν ἀπ᾿
αὐτήν – ἀνάμεσά τους καὶ ἡ Πανωραία
– μετέβησαν ὅπως-ὅπως στὰ Ψαρά.
Μὲ τὶς σκηνὲς τῆς σφαγῆς τοῦ συζύγου
της καὶ τῶν παιδιῶν της νὰ κάνουν
τὸν ὕπνο της ἐφιάλτη καὶ τὰ μάτια της
βρύσες ὅταν ἦταν ξύπνια, προσπαθεῖ
νὰ ἐπιζήσει πανέρημη στὸ ξερονήσι
τῶν Ψαρῶν. Ὁλομόναχη, φτωχὴ καὶ
ἀνήμπορη γυρίζει στὸ μικρὸ ψαρο-
χώρι. Σύντομα ὁ τόπος καταφυγῆς
της καὶ τὸ ὄνομα τοῦ συζύγου της τῆς
χαρίζουν τὸ πρῶτο παρατσούκλι: Ψα-
ροκώσταινα!
Καλὰ ποὺ βρέθηκε ὁ λόγιος δάσκα-
λος τῆς Ἀκαδημίας τῶν Κυδωνιῶν
καὶ Φιλικὸς Βενιαμὶν Λέσβιος μαζὶ μὲ
κάποιους ἄλλους συντοπίτες της νὰ τὴ
βοηθήσουν καὶ νὰ τὴ συνδράμουν.
῞Ομως δὲν ἄντεξε πολὺ στὰ Ψαρά.
Δὲν μποροῦσε νὰ ἀτενίζει ἀπέναντι τὴ
χαμένη γῆ της. Σύντομα ἐγκαταστάθη-
κε στὴν τότε πρωτεύουσα τοῦ ῾Ελλη-
νικοῦ Κράτους, τὸ Ναύπλιο. Στὴν ἀρ-
χὴ ὅλα πήγαιναν καλά, ἀφοῦ ζοῦσε
ἀπὸ τὶς ὑπηρεσίες ποὺ προσέφερε
στὸν δάσκαλο καὶ φιλόσοφο Βενιαμὶν
Λέσβιο, ὁ ὁποῖος καὶ αὐτὸς κατέφυγε
στὸ Ναύπλιο καὶ παρέδιδε μαθήματα
γιὰ νὰ ζήσει. ῎Οχι ὅμως γιὰ πολύ. Τὸ
1824 ὁ Βενιαμὶν Λέσβιος πεθαίνει ἀπὸ
τύφο, καὶ ἀπὸ τότε ἀρχίζει ἕνα ἄλλο
μαρτύριο γιὰ τὴν Πανωραία. Μόνη καὶ
ἄγνωστη βγάζει τὸ ψωμί της, πότε κά-
νοντας τὴν ἀχθοφόρο, πότε τὴν πλύ-
στρα καὶ πότε ζητώντας ἐλεημοσύνη.
Παράλληλα μὲ τὴν πολύπαθη ζωὴ
τῆς Πανωραίας πορεύεται καὶ ἡ ᾿Επα-
νάσταση τῶν ῾Ελλήνων. ᾿Εκείνη τὴν
περίοδο δοκιμαζόταν ἀρκετὰ ἐξαιτίας
τῆς ἐπελάσεως τοῦ ᾿Ιμπραήμ, ὁ ὁποῖος
σὺν τοῖς ἄλλοις ἄφηνε στὸ πέρασμά
του ἑκατοντάδες ὀρφανά, ποὺ συγ-
κεντρώνονταν στὸ Ναύπλιο. ῾Η θέα τοῦ
δράματος τῶν ὀρφανῶν συντάραξε τὴν
εὐαίσθητη καρδιὰ τῆς Πανωραίας. Στὰ
πρόσωπά τους εἶδε τὰ δικά της παι-
διά, ποὺ τὸ ἴδιο χέρι τὰ κατέσφαξε. ῾Η
μητρικὴ καρδιὰ ξύπνησε. Ζήτησε καὶ
πῆρε ὑπὸ τὴν προστασία της ὀρφανὰ
παιδιά! Γιὰ νὰ τὰ θρέψει, περνοῦσε
ἀπὸ σπίτι σὲ σπίτι καὶ ζητιάνευε.
Εἶχε παραμελήσει σὲ τέτοιο βαθμὸ
τὸν ἑαυτό της, ποὺ τὰ ἀλητάκια τῆς πα-
ραλίας τὴν πείραζαν καὶ ἀντὶ Ψαροκώ-
σταινα κοροϊδευτικὰ τὴν ἀποκαλοῦσαν
Ψωροκώσταινα.
Τὸ 1826 ἔγινε ἔρανος στὸ Ναύπλιο,
γιὰ νὰ βοηθήσουν τὸ μαχόμενο Μεσο-
λόγγι. Στήθηκε ἕνα τραπέζι στὴν πλα-
τεία, ἀλλὰ λόγῳ τῆς γενικῆς φτώχειας
καὶ τῆς ἐξαθλιώσεως κανεὶς δὲν πλη-
σίαζε νὰ προσφέρει. ῞Ολοι δύσκολα τὰ
οἰκονομοῦσαν. Τότε ἡ φτωχότερη ὅ-
λων, ἡ χήρα Χατζηκώσταινα, ἡ Πανω-
ραία, ἡ Ψωροκώσταινα τοῦ Ναυπλίου,
πλησίασε, ἔβγαλε τὸ ἀσημένιο δακτυ-
λίδι ποὺ φοροῦσε στὸ δάκτυλό της κι
ἕνα γρόσι ποὺ εἶχε στὴν τσέπη της καὶ
τὰ παρέδωσε στὴν ἐρανικὴ ἐπιτροπὴ
λέγοντας: «Δὲν ἔχω τίποτα ἄλλο ἀπ᾿
αὐτὸ τὸ δακτυλίδι κι αὐτὸ τὸ γρόσι.
Αὐτὰ τὰ τιποτένια προσφέρω στὸ μαρ-
τυρικὸ Μεσολόγγι».
῞Υστερα ἀπ᾿ αὐτὴ τὴ χειρονομία κά-
ποιος ἀπὸ τὸ πλῆθος φώναξε: «Γιὰ
δέστε, ἡ πλύστρα, ἡ Ψωροκώσταινα,
πρώτη προσέφερε τὸν ὁβολό της»! Κι
ἀμέσως τὸ φιλότιμο τοῦ ῞Ελληνα ξύ-
πνησε. Ἄρχισαν νὰ προσφέρουν λί-
ρες, γρόσια καὶ ἀσημικά. Ἀπὸ τότε βα-
φτίστηκε κι ἐπίσημα στὴν τοπικὴ κοι-
νωνία τοῦ Ναυπλίου ὡς Ψωροκώσται-
να!
Φιλόπατρις καὶ φιλάνθρωπη, λίγο
ἀργότερα ὅταν ὁ Καποδίστριας ἵδρυσε
Ὀρφανοτροφεῖο, προσφέρθηκε ἡλικιω-
μένη πιὰ καὶ μὲ σαλεμένο τὸ νοῦ ἀπὸ
τὸν πόνο καὶ τὶς στερήσεις νὰ πλένει
τὰ ροῦχα τῶν ὀρφανῶν χωρὶς καμία
ἀμοιβή. Σ’ αὐτὴ τὴ διακονία καὶ τὴν
προσφορὰ τὴν βρῆκε ὁ θάνατος. Οἱ
ἐπίσημοι δὲν τὴν τίμησαν. Τὴν τίμησαν
ὅμως μὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὰ παιδιὰ
τοῦ Ὀρφανοτροφείου, συνοδεύοντάς
την στὴν τελευταία της κατοικία μὲ λυ-
γμοὺς καὶ ἀναφιλητά.
Αὐτὴ ἦταν ἡ γυναίκα ποὺ χάρισε τὸ
παρατσούκλι της σ᾿ ὅποιον θέλει νὰ πε-
ριγράψει τὴν ἀνέχεια καὶ τὴ φτώχεια. ῍Η
σ᾿ ὅποιον θέλει νὰ μιλήσει ἀπαξιωτικὰ
γιὰ κάποιον, προσδιορίζοντάς τον ὡς
τὸν «φτωχὸ συγγενὴ» ἑνός συνόλου
ἢ τὸν «τελευταῖο τροχὸ τῆς ἁμάξης».
Χαρακτηρισμὸς ποὺ καὶ τὴν ἐποχὴ
τοῦ Καποδίστρια σὲ κάποια συνεδρία
τῆς Συνελεύσεως κάποιος ἀπέδωσε
στὸ ἑλληνικὸ δημόσιο καὶ κατόπιν τὸ
1942 σὲ ἄλλη συνεδρίαση τῆς Βουλῆς
κάποιος βουλευτὴς ἀπέδωσε στὴν ῾Ελ-
λάδα.
❁ ❁ ❁
Τοῦτες τὶς ὧρες ποὺ τὸ ἔθνος μας
περνᾶ δύσκολες στιγμὲς καὶ ἀρκετοὶ
συνάνθρωποί μας βρίσκονται στὰ ὅρια
τῆς ἀπόγνωσης, χρειάζονται ψυχὲς
σὰν τὴν ἁπλὴ Ψωροκώσταινα. Χρειά-
ζεται ὅλοι μας νὰ δοῦμε τὸν συνάνθρω-
πο, τὸν συνέλληνα, τὸν πατριώτη. Νὰ
ξεφύγουμε ἀπὸ τὸ προσωπικό μας
συμφέρον καὶ νὰ νοιαστοῦμε γιὰ τὸ
μέλλον τῆς φτωχῆς μας Πατρίδας. Νὰ
στερηθοῦμε γιὰ χάρη τῶν πτωχῶν,
τῶν ἀνέργων, τῶν πεινασμένων.
Πλούσιοι ἢ φτωχοὶ νὰ συντρέξουμε, νὰ
προσφερθοῦμε καὶ νὰ προσφέρουμε.
Νὰ πιστέψουμε ὅτι ὅλα ξεκινοῦν ἀπ᾿
τὸν καθένα μας μ᾿ ὅ,τι μικρὸ καὶ εὐ-
τελὲς ἔχει νὰ προσφέρει. Νὰ θέσουμε
τὸν ἑαυτό μας, τὴν ἰδιότητά μας, τὴν
ὅποια δυνατότητά μας ὑπὲρ τοῦ συν-
όλου. Νὰ πιστέψουμε ὅτι ἀπὸ τὰ μι-
κρὰ κτίζονται τὰ μεγάλα. Νὰ δώσουμε
στοὺς φτωχούς. Νὰ σταθοῦμε μὲ ἀν-
θρωπιὰ καὶ κατανόηση. Νὰ δώσουμε
μὲ ἀγάπη. Μὲ προσευχή. Μὲ ἐλπίδα.
Πρυτάνευσαν τὰ τελευταῖα χρόνια
παραδείγματα κακοδιαχειρίσεως τοῦ
δημοσίου χρήματος. Τὸ χειρότερο ἀπ᾿
ὅλα εἶναι ὅτι ἡ σπατάλη, ἡ φοροαπαλ-
λαγὴ καὶ ἡ κλοπὴ ἔγιναν πρότυπα ζωῆς
καὶ μέσα εὐζωΐας γιὰ τὸν σύγχρονο
῞Ελληνα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τέτοια φωτεινὰ πα-
ραδείγματα σὰν τῆς Ψωροκώσταινας
μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ λειτουργήσουν
ἀφυπνιστικὰ γιὰ μετάνοια ὅλων μας καὶ
παρακινητικὰ γιὰ φιλανθρωπία, ἐλεη-
μοσύνη καὶ ἀγάπη.Ο ΣΩΤΗΡ2063
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου