Διήγημα βασισμένο σε αληθινό περιστατικό
Μέσα Αυγούστου. Ο Γιώργος βγήκε για την πρωινή του γυμναστική στις 6 το πρωί. Ήθελε να αθλήσει το σώμα του, καθώς τον τελευταίο χρόνο, εξαιτίας των Πανελληνίων, για την πραγματοποίηση του ονείρου του, την εισαγωγή του στην ιατρική σχολή, αναγκάστηκε να κάνει μια μικρή διακοπή από τις προπονήσεις του στο στίβο.
Έφτασε με λαχτάρα στο πευκόφυτο δάσος. Ψυχή δεν υπήρχε. Τα κοτσύφια με τα κελαηδήματά τους τον υποδέχτηκαν όλο χαρά. Η δροσιά του δάσους τον ζωογονούσε και τον ηρεμούσε. Ταυτόχρονα τού αύξανε όλο και περισσότερο την επιθυμία να τρέξει. Προσεκτικά ασφάλισε το ποδήλατό του και άρχισε να τρέχει, αργά στην αρχή, πιο γρήγορα στη συνέχεια.
Έτρεχε με γρήγορο βήμα, όταν μέσα στην ησυχία το «έξυπνο» ρολόι του άρχισε να δονείται. Παραξενεύτηκε. Τέτοια ώρα συνήθως κανένας δεν τον αναζητούσε. Αυτόματα διέκοψε το τρέξιμο. Σήκωσε το δεξί του χέρι, χτύπησε απαλά το ρολόι του και διάβασε: «Γιώργο, ο Χρήστος χτύπησε χθες το βράδυ με τη μηχανή. Είναι σοβαρά. Βρίσκεται στο νοσοκομείο… Χρειάζεται επειγόντως αίμα. Εγώ θα πάω το πρωί κατά τις 9 να δώσω. Αν μπορείς… σκέψου το».
Έμεινε να κοιτάει αποσβολωμένος. Την προηγούμενη βδομάδα είχε συνοδεύσει τον φίλο του να αγοράσει τη μηχανή, δώρο για την επιτυχία του στις Πανελλήνιες. Και τώρα…
Αυθόρμητα έκανε τον σταυρό του. Ευτυχώς δεν κινδύνευε η ζωή του. Να σκεφτώ να δώσω; Εννοείται, μονολόγησε αποφασιστικά. Το σύνθημά του ήταν να προσφέρει ό,τι μπορεί με οποιονδήποτε τρόπο. Εξάλλου πάντα ήθελε να γίνει αιμοδότης. Έβλεπε το παράδειγμα της μάνας του και ζήλευε. Άρχισε να τρέχει για να φτάσει στο σπίτι, ήθελε να προλάβει τη μάνα του πριν φύγει για τη δουλειά. Νοσηλεύτρια, χρόνια εθελοντής αιμοδότης εκείνη, θα μπορούσε να τον κατατοπίσει.
Σύννεφα γέμισαν τον ορίζοντα της ψυχής της μάνας του μόλις της ανακοίνωσε το δυσάρεστο γεγονός. Πόνεσε εκείνη. Σκέφτηκε τη μάνα του παιδιού. Δάκρυα κύλησαν από τα μάτια της. Χάρηκε με την απόφαση του δικού της παιδιού. Ο Γιώργος, χωρίς να χάσει καθόλου χρόνο, ετοιμάστηκε και πήρε μαζί του τα απαραίτητα χαρτιά, που θα του έδιναν τη δυνατότητα να γίνει αιμοδότης. Η μητέρα του τον πήγε με το αυτοκίνητό της μέχρι το νοσοκομείο. Τον άφησε μόνο του.
Με ταχύ βήμα μπήκε στο νοσοκομείο και έψαξε να βρει το κέντρο αιμοδοσίας του νοσοκομείου. Προχωρούσε σταθερά. Εκεί τον υποδέχτηκαν με ζεστασιά και χαμόγελο. Τον έβαλαν να καθίσει και του έδωσαν να συμπληρώσει το ερωτηματολόγιο αιμοδότη. Αστραπιαία το μάτι του έπεσε σε μία αφίσα που έλεγε «Δώσε αίμα, σώζεις ζωές». Σκίρτησε η καρδιά του από συγκίνηση. Μέχρι στιγμής όλα πήγαιναν καλά. «Έκτακτα όλα!», αναφώνησε η νοσηλεύτρια. Έπειτα τον συνόδευσαν στη διπλανή αίθουσα, την αίθουσα αιμοληψιών. Ευρύχωρη, δροσερή και φωτεινή ήταν η αίθουσα. Πρόσχαρο και το προσωπικό. Τον έβαλαν να ξαπλώσει για να ξεκινήσει η διαδικασία. Δίπλα του ξαπλωμένος ήταν ένας 25χρονος νεαρός που μιλούσε στην αδελφή νοσοκόμα.
–Πρώτη φορά δίνω, δίνω για το παιδάκι του καλύτερού μου φίλου, που είναι άρρωστο… Θέλω να γίνω εθελοντής αιμοδότης και να δίνω αίμα για τα παιδάκια… Στη διπλανή αίθουσα τι γίνεται;
–Δίνουν αιμοπετάλια, του απάντησε ευγενικά η αδελφή.
–Θέλω και αιμοπετάλια να δώσω…
Άκουγε συγκινημένος ο Γιώργος τα λόγια του διπλανού του. Μέσα του προσευχόταν και παρακαλούσε τον Θεό να κάνει καλά τον φίλο του τον Χρήστο και όλους τους αρρώστους.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της αιμοληψίας η νοσοκόμα τού μιλούσε και στεκόταν διακριτικά σε κοντινή από κείνον απόσταση. Σε είκοσι λεπτάκια είχαν τελειώσει όλα και ήταν έτοιμος να φύγει. Ο Γιώργος, αφού χαιρέτησε, πήρε τον δρόμο προς το δωμάτιο που νοσηλευόταν ο φίλος του, ανάλαφρος και με πρωτόγνωρα συναισθήματα από αυτή του τη μοναδική προσφορά!
Φοίβη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου