15 Σεπτεμβρίου, 2020

Ἱερός Ναός Ἁγίου Δημητρίου Ἡ Μητρόπολη τοῦ Μυστρᾶ



Νικολάου Ι. Κουφοῦ, Ἐκπαιδευτικοῦ - συγγραφέα

 Κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων, τοῦ ἔτους 1449, ἔλαμψε μέσα στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὸν Μυστρᾶ,τὸ στέμμα τοῦ τελευταίου Βυζαντινοῦ Αὐτοκράτορα, Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου ἢ Δραγάτζη. 
Ὁ Δεσπότης τοῦ Μορέως, Κωνσταντῖνος, στέφθηκε ἐκείνη τὴν ἡμέρα, στὴν ἐπισημότερη τελετὴ τῆς ἱστορίας τοῦ Μυστρᾶ, «Αὐτοκράτωρ τῶν Ρωμαίων», ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ματθαῖο. Πίσω ἀπὸ τὸν Κωνσταντῖνο, ἔστεκαν οἱ ἀνώτατοι ἀξιωματοῦχοι τοῦ Παλατιοῦ, ποὺ εἶχαν μεταφέρει τὸ στέμμα ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀκολουθοῦσαν οἱ ἄρχοντες τῆς Πελοποννήσου, ψηλότερα ἀπὸ τὰ ὑπερῶα, οἱ εὐγενεῖς ἔβλεπαν τὸν Δεσπότη τους νὰ γίνεται Αὐτοκράτορας, ἐνῶ ἔξω ἀπὸ τὸν Ναό, ἡ φρουρά του καὶ οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως, κατὰ τὸ ἔθος τῆς Βασιλεύουσας, ἀνακήρυτταν αὐτόν, διὰ βοῆς, Αὐτοκράτορα! 
 Ὁ Ναὸς αὐτός, ποὺ ἦταν Μητροπολιτικὸς καὶ ἡ ἀρχιτεκτονική του ἀντανακλοῦσε τὴν κωνσταντινοπολίτικη παράδοση, ὑπέστη σημαντικὲς μετατροπές, προκειμένου νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς ἀνάγκες τῆς τόσο σημαντικῆς τελετῆς, ὅπως ἦταν ἡ στέψη τοῦ Αὐτοκράτορα. 
Οἱ οἰκοδομικὲς ἐργασίες γιὰ τὴν ἑτοιμασία του, πραγματοποιήθηκαν κατὰ τὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ ὁ Δεσπότης τοῦ Μυστρᾶ, Κωνσταντῖνος, ἦταν ὑποψήφιος γιὰ τὸν Θρόνο, ἀφοῦ ὁ ἀδελφός του Ἰωάννης Η΄ Παλαιολόγος, ποὺ ἦταν Αὐτοκράτορας, ἀπεβίωσε στὸ τέλος Ὀκτωβρίου τοῦ 1448. 
Ἡ ἀρχικὴ μορφὴ τοῦ Ναοῦ, ποὺ κτίσθηκε στὰ πρῶτα χρόνια μετὰ τὸ 1263, ἦταν στὸν τύπο τῆς τρίκλιτης βασιλικῆς, μὲ ὑπερυψωμένο τὸ μεσαῖο κλίτος. Κατὰ τὴ μετατροπή του, ποὺ πραγματοποιήθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Ματθαῖο κατὰ τὸν χρόνο ποὺ ἀναφέραμε, ἀφαιρέθηκε ἡ παλαιὰ στέγη, προστέθηκαν ὑπερῶα, πάνω στοὺς τοίχους τῆς ἀρχικῆς βασιλικῆς καὶ ἡ στέγη πῆρε τὴ μορφὴ τοῦ σταυροειδοῦς ἐγγεγραμμένου πεντάτρουλου τύπου. 
Ἔτσι ὁ Ναὸς εἶχε στὸ ἰσόγειο τὴ μορφὴ τῆς τρίκλιτης βασιλικῆς καὶ στὸν ὄροφο, τοῦ σταυροειδοῦς ἐγγεγραμμένου ναοῦ μὲ τροῦλο. «Σὲ κάτοψη ὁ Ναὸς ἔχει σχῆμα παραλληλόγραμμο, ἐλαφρῶς ἀκανόνιστο μὲ συνολικὸ μῆκος 19,53 μ. (χωρὶς τὶς ἁψίδες 18,38 μ.) καὶ πλάτος 10,36 μ. δυτικὰ καὶ 10,28 μ. ἀνατολικά. Τὸ ἀκανόνιστο σχῆμα τοῦ ναοῦ ὀφείλεται, κατὰ πάσα πιθανότητα, στὴν ἀδυναμία χάραξης τῆς ὀρθῆς προβολῆς ἑνὸς ὀρθογωνίου παραλληλογράμμου πάνω σε ἐπικλινὲς ἔδαφος, στὸ ὁποῖο δὲ θὰ πρέπει νὰ ἔγιναν ριζικὲς ἐπεμβάσεις ἐξομάλυνσης, ὅπως φαίνεται, ὄχι μόνον ἀπὸ τὶς κλίσεις στὸ δάπεδο τοῦ ναοῦ, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὕπαρξη τοῦ βράχου στὸ ἐσωτερικό του», (Μαρίνου Γεωργία, Ἅγ. Δημήτριος Ἡ Μητρόπολη τοῦ Μυστρᾶ, ΕΜΠ, Διδακτορικὴ Διατριβή, Ἀθήνα 1990, σ. 73). 
 Ὁ Ναὸς τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ὕστερα ἀπὸ τὴ ριζικὴ ἀλλαγὴ τοῦ ἀρχιτεκτονικοῦ , ἀποτελεῖται πλέον ἀπὸ τὸν Νάρθηκα στὰ δυτικά του, τὸν κυρίως Ναό, τὰ ὑπερῶα στὰ πλάγια κλίτη του καὶ τὸ Ἱερὸ Βῆμα, ἐνῶ ἡ στέγη του φέρει ἕναν μεγάλο τροῦλο, διαμέτρου (3,46 μ.), «στὸ κεντρικὸ τετράγωνο τοῦ σταυροῦ καὶ τέσσερις μικρότερους στὰ γωνιακά του διαμερίσματα», (Μαρίνου Γ., ὄπ. π., σ. 343). Τὸ Ἱερὸ Βῆμα, ποὺ ἀποτελεῖ προέκταση τοῦ κυρίως Ναοῦ, χωρίζεται ἀπ’ αὐτὸν μὲ κτιστὸ τέμπλο καὶ στὸ ἐσωτερικό του, τρεῖς φαρδιοὶ τοῖχοι τοῦ προσδίδουν τὴν τριμερῆ διαίρεση ποὺ ἔχει καὶ ὁ κυρίως Ναός. Στοὺς τοίχους αὐτούς, ἀνοίγονται τοξοτὲς δίοδοι ποὺ ἐπιτρέπουν τὴν ἐπικοινωνία μεταξύ των διαμερισμάτων του, ἐνῶ ὁ φωτισμὸς του ἐξυπηρετεῖται ἀπὸ τρία μεγάλα δίλοβα παράθυρα, ποὺ ἀνοίγονται ἀπὸ ἕνα σὲ κάθε πλευρὰ τῆς τρίπλευρης ἁψίδας του. Στὴ μεσαία κόγχη τοῦ Ἱεροῦ, ὑπάρχει κτιστὸ σύνθρονο μὲ τρία κτιστὰ καθίσματα καὶ ψηλότερα ἀπὸ αὐτά, ἕνα τέταρτο μὲ μία μαρμάρινη πλάκα στὴ θέση τῆς ράχης, κάτω ἀπὸ τὸ μεσαῖο παράθυρο, ἀποτελεῖ τὸν θρόνο τοῦ ἐπισκόπου. Τὸ τέμπλο τοῦ Ναοῦ σήμερα ἔχει μία σύνθετη μορφή, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται καὶ στὰ τρία διαμερίσματα τοῦ Ἱεροῦ ἀπὸ μαρμάρινα μέλη μὲ ἀνάγλυφο διάκοσμο καὶ ἕνα κτιστὸ διάφραγμα, τῶν νεότερων χρόνων. Στὰ μαρμάρινα μέλη, ἀνήκουν τὰ ἐπιστύλια στὴ στέψη του, ἕνας κίονας στὴν Πρόθεση καὶ δύο προσκυνητάρια, τὰ ὁποῖα εἶναι τοποθετημένα στὸ δυτικὸ μέτωπο τῶν διαχωριστικῶν τοίχων τοῦ Ἱεροῦ. Ὁ κυρίως Ναός, φέρει ἀπὸ μία ἐξωτερικὴ θύρα σὲ κάθε πλάγια πλευρά του, μὲ αὐτὴ τῆς νότιας πλευρᾶς νὰ εἶναι ἐξωτερικὰ χτισμένη καὶ ἐσωτερικά, νὰ ἔχει ἔμπροσθέν της τὸν ξυλόγλυπτο ἐπισκοπικὸ θρόνο, ἔργο τοῦ 17ου αἰώνα. Ἐπίσης, μὲ τρεῖς θύρες, ἐκ τῶν ὁποίων ἡ μεσαία εἶναι μεγαλύτερη τῶν ἄλλων, ὁ κυρίως Ναὸς ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν Νάρθηκα καὶ αὐτὸς μὲ τὴ σειρά του, ἔχει μία ἐξωτερικὴ θύρα στὸν δυτικό του τοῖχο. Ὁ κυρίως Ναὸς χωρίζεται σὲ τρία κλίτη, ἀπὸ δύο τοξοστοιχίες, μὲ τρεῖς κίονες ἡ κάθε μία. Οἱ κίονες, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν μεσαῖο καὶ τὸν ἀνατολικό, τῆς βόρειας κιονοστοιχίας, ἀποτελοῦνται ἀπὸ βάση, κορμό, κιονόκρανο καὶ ἐπίθημα. «Οἱ διαστάσεις τῶν κορμῶν δὲν εἶναι ἴσες, διότι ὅλοι ἀποτελοῦν ἀρχιτεκτονικὰ μέλη σὲ δεύτερη χρήση, ποὺ προῆλθαν κατὰ πᾶσα πιθανότητα ἀπὸ παλαιοχριστιανικὰ κτίρια», (Μαρίνου Γ., ὄπ. π., σ. 85). 

 Στὸ κέντρο τοῦ Ναοῦ, ἀκριβῶς κάτω ἀπὸ τὸν κεντρικὸ τροῦλο του, ἔχει τοποθετηθεῖ ἡ πλάκα μὲ τὸν δικέφαλο ἀετό, διαστάσεων 0,76 χ 0,76 μ., ὅπου σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, στάθηκε ὁ Κωνσταντῖνος, κατὰ τὴν ὥρα τῆς στέψης του σὲ Αὐτοκράτορα. 
Ἡ ζωγραφικὴ διακόσμηση τοῦ Ναοῦ, ἀποτελεῖται ἀπὸ τοιχογραφίες ποὺ ἔχουν γίνει σὲ διαφορετικὲς ἐποχὲς καὶ ἀσφαλῶς ἀπὸ διαφορετικοὺς ζωγράφους. Οἱ σωζόμενες τοιχογραφίες, διακρίνονται σὲ τρεῖς κύριες φάσεις : Στὴν πρώτη φάση ἀνήκουν αὐτὲς ποὺ ἔγιναν, ἀνάμεσα στὰ ἔτη 1270 - 1285, τῆς «σχολῆς Α», κατὰ τὸν κορυφαῖο βυζαντινολόγο, Μανόλη Χατζηδάκη καὶ βρίσκονται: α) στὸ τεταρτοσφαίριο τοῦ Ἱεροῦ μὲ τὴ Θεοτόκο καὶ τὴ σκοπίμως σβησμένη μορφὴ ἱεράρχη σὲ προσκύνηση (προφανῶς μεταθανάτια τιμωρία), 
β) στὸ Διακονικὸ καὶ ἀνατολικὸ μέρος τοῦ νότιου κλίτους καὶ 
γ) στὴν Πρόθεση μὲ τὸ βόρειο κλίτος. 
Οἱ ἐν λόγω τοιχογραφίες, σύμφωνα μὲ τὸν Χατζηδάκη, «ἀντιπροσωπεύουν τὴν καλλιτεχνικὴ ἔκφραση τῆς ἐποχῆς, σὲ ὑψηλὸ ἐπίπεδο, καθὼς συνδέονται μὲ ἡγετικοὺς κύκλους Ἑλληνικοὺς καὶ ἄλλους », (Χατζηδάκης Μ., Νεώτερα ἀπὸ τὴ Μητρόπολη τοῦ Μυστρᾶ, ΔΧΑΕ 1977 - 1979, σσ. 143 - 179). 
Στὴ δεύτερη φάση (1291 - 1315), ἀνήκουν οἱ ὑπόλοιπες τοιχογραφίες στὸ Ἱερὸ Βῆμα, καθὼς καὶ αὐτὲς στὸ μεσαῖο κλίτος, στὴ δυτικὴ πλευρὰ τοῦ νότιου κλίτους καὶ στὸν Νάρθηκα, ἐνῶ στὴν τρίτη φάση (πρῶτο μισὸ 15ου αἰώνα), ἐντάσσονται οἱ τοιχογραφίες τοῦ τρούλου καὶ τῶν σφαιρικῶν τριγώνων ποὺ τὸν στηρίζουν. 
Στὴ νότια πλευρὰ τοῦ κεντρικοῦ κλίτους τοῦ κυρίως Ναοῦ, βλέπει κανεὶς τὶς ἀποκεφαλισμένες μορφὲς ἀπὸ τὶς σκηνὲς τοῦ Χριστολογικοῦ κύκλου, λόγω τῆς πρόσθεσης τοῦ ὀρόφου στὴν ἀρχικὴ βασιλική, ἐνῶ στὸν Νάρθηκα, ἐντυπωσιάζει ἡ σύνθεση τῆς Δευτέρας Παρουσίας τοῦ Χριστοῦ. 
 ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΩΝ207

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου