24 Ιανουαρίου, 2021

«O ΕΛΕΟΣ ΘΕΟΣ»

                         
Ψάχνοντας ἀγαπητοί μου τή λέξη ἔλεος στό λεξικό Σταματάκου, διαβάζουμε: Ἔλεος·  οἶκτος, συμπάθεια, συμπόνια. Γιά ἀκόμη καλύτερη διευκρίνηση διαβάζουμε καί στό λῆμα Οἶκτος· λύπη, συμπάθεια, συμπόνια. Ἡ διευκρίνηση αὐτή, νομίζω πώς ἔχει σημασία γιά τή διασάφηση τῆς ἔννοιας καί τῆς σημασίας τῆς λέξεως. Γιατί πολλές φορές χρησιμοποιοῦμε τή λέξη οἶκτο ὑποτιμητικά. Σέ περιπτώσεις π.χ. ὅπου κάποιος ἀπό θέση ἱσχύος, μπορεῖ νά κάνει ἔλεος σέ αὐτόν πού ἔχει νικήσει μέ κάποιο τρόπο. Ὅμως βλέπουμε ἀπό τίς ἐρμηνείες τῶν λέξεων  πώς καί οἱ δύο, Ἔλεος καί Οἶκτος εἶναι ταυτόσημες. Παρ’ὅλο πού πολλές φορές ὅπως προαναφέραμε, μέ τή λέξη οἶκτο ἐννοῦμε τήν λύπηση μέ εἰρωνικό ὅμως τρόπο. 

Ἡ λέξη ἔλεος εἶναι μία πού συναντοῦμε πολλές φορές μέσα στήν Ἁγία Γραφή καί ἱδιαίτερα στήν Καινή Διαθήκη, στήν ὁποία ἱστορεῖται ἡ κατά πρόσωπο συνάντηση Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Ὁ Θεός, ὡς ἄνθρωπος, ἐπισκέπτεται τόν κόσμο πού ἔχει ὁ Ἵδιος πλάσει. Τή δύναμη τῆς θεότητάς Του τήν κρύβει μέσα στό ἀνθρώπινο σῶμα Του. Ἐχει λόγο γι αὐτό. Ξέρει πολύ καλά πώς ἀν ἐρχόταν ὅπως εἶναι, τό πλᾶσμα Του θά ἀναγκαζόταν νά Τόν ἀποδεχθεῖ μέ ἕνα τρόπο ὑποταγῆς. Ὁ ἀδύναμος ἀναγκάζεται νά ὑποταχθεῖ στό δυνατό. Ἔτσι αὐτό πού θά δημιουργόταν θά ἦταν μία τυρανία καί ὄχι μία ἀγάπη. Μιά σκλαβιά καί ὄχι μία ἐλευθερία.

Ὁ Θεός ὅμως εἶναι Θεός τοῦ ἐλέους καί πάσης ἀγαθωσύνης. Εἶναι οἰκτίρμον, φιλάνθρωπος, μακρόθυμος καί πολυέλεος. Αὐτές τίς ἰδιότητες τίς ἔχει σέ ἀπόλυτο βαθμό γιατί δέν τίς προσπαθεῖ, ἀλλά εἶναι στοιχεῖα τῆς ὑπάρξεώς Του. Κάθε ἀναφορά σ’αὐτές εἶναι καί μία ἀναφορά στό Θεό. Ὅταν μιλοῦμε λοιπόν γιά τήν ἐνανθρώπιση Του, χωρίς νά ὑπερβάλουμε μποροῦμε νά λέμε καί νά ἐννοοῦμε πώς τό ἔλεος ὑποστασιάστηκε σέ ἀνθρώπινη μορφή καί ἦλθε στόν κόσμο μας. Μέσα ἀπό αὐτή τή διάσταση, ὁ ἄνθρωπος ὡς πιστός πλέον, ἀναγνωρίζει καί ἀποδέχεται τό ἔλεος ὄχι ὡς μία ἰδιότητα, ἀλλά ὡς ἕνα πρόσωπο. Ἕνα πρόσωπο Θεοῦ. 

Γι αὐτό καί στή λειτουργική πράξη πού εἶναι φανέρωση καί βίωμα τῆς κοινωνίας Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ὁ ἄνθρωπος ὀνομάζει τό Θεό Ἔλεος. Στή Θεία Λειτουργία ὁ Θεός κατανοεῖται καί ὀνομάζεται Ἔλεος. Εἶναι ὁ Ἔλεος. Αὐτό φαίνεται στήν ἀναφορά τῆς Θείας Λειτουργίας, στό σημείο πού ὅταν ὁ λειτουργός λέει: «Στῶμεν καλῶς· στῶμεν μετά φόβου· πρόσχωμεν τήν ἁγίαν ἀναφοράν ἐν εἰρήνη προσφέρειν». Στό παράγγελμα αὐτό τό ἐκκλησίασμα ἀπαντᾶ: «Ἔλεον εἰρήνης, θυσίαν ἐνέσεως». Δηλαδή: «Ἄς σταθοῦμε καλά καί μέ σεβασμό καί ἄς προσέξουμε νά προσφέρουμε τούς ἐαυτούς μας εἰρηνικούς στό Θεό. Ἡ προσφορά μας αὐτή θά  γίνει στόν Ἔλεο-Θεό τῆς εἰρήνης, μέ εἰρήνη ἀπό ἐμᾶς καί εἶναι μία θυσία τῶν ὑπάρξεών μας τήν ὁποία προσφέρουμε ὡς δοξολογία καί ὕμνο στό Θεό».  

Μποροῦμε λοιπόν νά ποῦμε πώς τόν καιρό πού ὁ θεάνθρωπος Χριστός περιδιάβαινε τόν κόσμο μας, ἦταν τό βαδίζων ἔλεος. Ἦταν τό ἔλεος, ὁ Ἔλεος, μέ ἀνθρώπινη μορφή. Αὐτό φαινόταν ἀπό τίς θαυματουργές θεραπείες καί τή φιλάνθρωπη συμπεριφορά καί συναναστροφή Του. Ἔτσι Τόν καταλάβαιναν κυρίως ὅσοι ἦταν σέ ἀδυναμία, αὐτοί πού εἶχαν ἀνάγκη ἀπό ἔλεος. Κάπως ἔτσι λοιπόν Τόν κατάλαβε καί ὁ τυφλός τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς. Ἀκούγοντας γιά τόν Ἰησοῦ καί τή θαυματουργική δύναμή Του, σχημάτισε μέσα του μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς του, τῆν εἰκόνα τοῦ φιλανθρώπου καί ἐλεήμονος Θεοῦ. Τοῦ σωτῆρα του. τῆς θεραπείας του. Δέν εἶχε μάτια νά δεῖ, γι αὐτό καί μέσα του εἶχε σχηματίσει τήν παράσταση μιάς ἀνθρώπινης μορφῆς, πού ταυτόχρονα ἦταν καί μία λέξη. Ὁ Ἔλεος. 

Ὅταν κατάλαβε πώς ὁ Ἔλεος περνάει ἀπό τό μέρος ὅπου ζητιάνευε, ἄρχισε νά φωνάζει δυνατά: «Ἰησοῦ, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με!». Αὐτοί πού ἦταν πιό μπροστά ἀπό τόν Ἰησοῦ καί τούς μαθητές Του, τόν μάλωναν γιά νά μή φωνάζει. Ὅμως αὐτός ποιό δυνατά φώναζε: «Ἰησοῦ, υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με!». Ὁ Χριστός τόν ἄκουσε καί παρήγειλε νά τόν φέρουν μπροστά Του. Μόλις τόν ἔφεραν τό ρωτᾶ: «Τί Θέλεις νά σοῦ κάνω;» κι αὐτός ἀπάντησε: «Κύριε, θέλω νά ξαναδοῦν τά μάτια μου!». Ὁ Ἰησοῦς τοῦ εἶπε: «Ἀς γίνει τό θέλημά σου, ἡ πίστη σου σέ ἔσωσε!». Αὐτομάτως ὁ τυφλός θεραπεύτηκε καί ἔτσι πλέον, ἔγινε κι αὐτό μέλος τῆς ἀκολουθίας τοῦ Χριστοῦ δοξάζοντας συνεχῶς τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ. Ὅλος δέ ὁ λαός ὑμνοῦσε ἐπίσης τό Θεό. Ἡ περιγραφή ὅλης αὐτῆς τῆς καταστάσεως μᾶς δίνει μία εἰκόνα τοῦ πῶς πρέπει νά ὑπάρχουμε, ὅταν βρισκόμαστε μέσα στό ναό γιά τή Θεία Λειτουργία. 

Ἔτσι ἔβλεπε, γνώριζε, καταλάβαινε καί ἀγαποῦσε καί ὁ ἀπ. Παῦλος τό Χριστό-Θεό. Γι αὐτό καί στήν σημερινή ἀποστολική περικοπή τονίζει στόν Τιμόθεο πώς: «Τά λόγια πού σοῦ γράφω εἶναι ἀξιόπιστα καί ἄξια ἀποδοχῆς, ὅτι ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο γιά νά σώσει τούς ἁμαρτωλούς, ἀπό τούς ὁποίους ἐγώ εἶμαι ὁ ἁμαρτωλότερος. Ἀλλά γι αὐτό ἔχω δεχθεῖ τό ἔλεος καί τή συγχώρηση. Γιά νά φανεῖ πρώτα ἀπό ἐμένα τόν ἁμαρτωλότερο ὅλων, ἡ ἀτελείωτη ἀγάπη καί συγχωρητικότητα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό δέ νά γίνει σημείο ἀναφορᾶς καί ἐμπιστοσύνης πρός τό Χριστό, σέ ὅσους πρόκειται νά πιστέψουν στό μέλλον σέ Αὐτόν. Ἡ ὁποία πίστη τους, θά εἶναι πίστη στόν Ἔλεο Θεό καί μετοχή στήν αἰώνια ζωή μαζί Του». 

Ὁ Θεός λοιπόν ἀγαπητοί μου, εἶναι Ἔλεος καί ἔλεος καί ἀτέλειωτη φιλανθρωπία. Εἶναι δηλαδή ἀτέλειωτη ἀγάπη πρός τόν ἄνθρωπο. Τόν ἄνθρωπο ὅλων τῶν αἰώνων καί τῶν καιρῶν, πού εἴτε ὡς βαπτισμένος, εἴτε ὡς ἀβάπτιστος, ζεῖ στόν κόσμο αὐτό καί εἶναι ὡς ὕπαρξη, ἕνα θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ὀνομάζουμε τό Θεό Ἔλεος γιατί ἔτσι μᾶς παρουσιάστηκε καί μᾶς συστήθηκε. Ἀπό αὐτό Τόν γνωρίζουμε, ἀλλά καί μέ αὐτό μᾶς ἀναγνωρίζει καί μᾶς ἀποδέχεται ὡς παιδιά Του. 

Ἐάν θέλουμε νά καυχώμαστε γι αὐτό, θά πρέπει καί ἐμεῖς νά εἴμαστε ἐλεήμονες. Νά προσπαθοῦμε ὅσο μποροῦμε νά τοῦ ὁμοιάσουμε. Γιατί ὅπως σημειώνει καί ὁ ἅγιος Συμεών ὁ νέος θεολόγος, ὅταν κάποτε κλείσουμε τά μάτια μας καί πάμε κοντά Του, θά μᾶς πάρει στά χέρια Του ὅπως ὁ παίρνει ὁ πατέρας τό παιδί του. Θά μᾶς σηκώσει ψηλά καί θά ψάξει ἀν Τοῦ μοιάζουμε ἤ ὄχι. Αὐτή θά εἶναι καί ἡ κρίση Του γιά τόν καθένα ἀπό ἐμᾶς. Αὐτό ἔχουμε μιά ὁλόκληρη ζωή νά τό ἐπιτύχουμε. Εἴθε νά γίνει καί ἔτσι ὅλοι μας νά πάμε κοντά Του, ὡς ἐλεήμονες καί παιδιά τοῦ Ἐλέους.

π.Φιλιππος Μπεναζης Ι.Ν.Αγιου Νικολαου Δραμας

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου