Στην πρώτη εκατονταετία άπό τήν κοίμησή του.
Εκατό και ενα χρόνια συμπληρώνονται έφέτος άπό τις 10 καί
30' μ.μ. τής 8ης Νοεμβρίου 1920, ώρα πού παρέδωσε τό
πνεϋμα του στόν Κύριο «ό τής Κυρηναϊκής πάλαι Πενταπόλεως Αρχιθύτης τοϋ Θεού ταπεινός Νεκτάριος», οπως
αύτοχαρακτηρίζεται σέ επίγραμμα, πού ό ϊδιος συνέταξε
καί βρίσκεται άναγεγραμμένο σέ μαρμάρινη πλάκα στό
υπέρθυρο τής Ίεράς Μονής του στην Αίγινα. Ή Εκκλησία τής Ελλάδος ιδιαίτερα σεμνύνεται γιά τόν μακάριο
Νεκτάριο, άφοϋ, οπως θά δούμε στή συνέχεια, στόν χώρο
της σπούδασε καί, μετά μιά μικρή διακοπή διακονίας του
στήν Αίγυπτο, έργάστηκε έπί μία τεσσαρακονταετία
πνευματικά ώς ίεροδιάκονος, επίσκοπος - ιεροκήρυκας,
διευθυντής έκκλησιαστικής σχολής, ιδρυτής καί πνευματικός μονής - άρχηγέτης τής άναγέννησης τοϋ μοναχικού
βίου στή Χώρα, στό έδαφος της βρίσκονται τεθησαυρισμένα τά χαριτόβρυτα λείψανά του - πηγή πολλών εύλογιών καί γιά τόν εύσεβή λαό μας καί για ολους τούς ’Ορθοδόξους. Άς σημειωθεί έδώ άκόμα, οτι ή Εκκλησία τής
Ελλάδος, μέ ένέργειες τοϋ τότε μητροπολίτη Αθηνών
Γερμανού Καλλιγά, στό μέτρο τών άπό τούς νόμους δυνατοτήτων της βοήθησε στά 1890-1894 οσο μπορούσε
στήν άξιοποίηση τοϋ Αγίου Νεκταρίου άπό τό Ελληνικό
κράτος, μετά τήν έκδίωξή του άπό τήν Αίγυπτο, μέ τόν διορισμό του πρώτα ώς Ιεροκήρυκα καί στή συνέχεια ώς
Διευθυντή τής Ριζαρείου, γι’ αυτό καί ό 'Άγιος εύγνωμονοϋσε διά βίου τόν Ποιμενάρχη των Αθηνών.
Ή έξ Άποφάσεως τής Ίεράς Συνόδου άφιέρωση τών «Δίπτυχων»
τοΰ σωτηρίου έτους 2020 στην Ιερά του μνήμη άποτελεΐ
μιά έκφραση τής ευγνωμοσύνης τής Τοπικής Εκκλησίας
γιά τά όσα άγαθά πρόσφερε σ’ αυτή. Ακόμα, καθώς πληροφορούμεθα, έόρτιες έκδηλώσεις πραγματοποιηθηκαν στήν Αίγινα, στήν Ιερά ’Αρχιεπισκοπή Αθηνών καί
σε πολλές 'Ιερές Μητροπόλεις, κατά τίς όποιες προβληθηκαν , όπως πρέπει, ή προσωπικότητα καί τό έργο μιας
περίπου σύγχρονης έκκλησιαστικής Μορφής, πού ξεκίνησε άπό άπλό παιδί μιας ευσεβούς φτωχής οικογένειας τής
Ανατολικής Θράκης καί άναδείχθηκε σέ σπουδαίο Πατέρα καί 'Άγιο τής Εκκλησίας.
Τά νεανικά χρόνια
Ο Αγιος Νεκτάριος, κατά κόσμον Αναστάσιος Κεφαλάς,
ήταν ήπειρωτικής καταγωγής καί γεννήθηκε τό 1846 στή
Σηλυβρία τής Ανατολικής Θράκης, μιά κωμόπολη, πού
άριθμούσε τότε 2.500 ’Ορθόδοξους Έλληνες καί είχε
έντονη θρησκευτική παράδοση, μάλιστα έπί τής έποχής
τού Αγίου Νεκταρίου άνέδειξε έξι άρχιερεΐς. Άπό μικρός
ό Άγιος άγάπησε τά γράμματα καί έλαβε στήν ιδιαίτερη
πατρίδα του τή στοιχειώδη εκπαίδευση (Δημοτικό καί
Σχολαρχείο), πλήν όμως ή οικογένεια ήταν πολυμελής
καί όχι πλούσια καί έτσι οί σπουδές, πού προύπέθεταν
τότε μεγάλες δαπάνες, φαίνονταν πώς θά έμεναν μονάχα
όνειρο. Ή χάρη όμως τού Θεού καί ή ισχυρή θέλησή του,
παρά τά πολλά έμπόδια πού τοΰ παρουσιάστηκαν, δέν τού στέρησαν την εκπλήρωση τής ωραίας αυτής επιθυμίας, αλλά, έστω καί με κάποια καθυστέρηση, τόν οδήγησαν ως τά πανεπιστημιακά έδρανα.
Τό 1860 ό 'Άγιος, προκειμένου νά πραγματοποιήσει τά
όνειρά του, ταξιδεύει στήν Κωνσταντινούπολη, όπου άρχικά έργάζεται σέ καπναποθήκη καί κατόπιν ως παιδονόμος στό έκεΐ Άγιοταφικό Μετόχι, όπου τοϋ δόθηκε ή
εύκαιρία νά βελτιώσει τή μόρφωσή του καί νά μυηθεΐ εντονότερα στή λατρευτική ζωή τής Εκκλησίας. Γύρω στά
τέλη τής δεκαετίας πηγαίνει στή Χίο, όπου γιά κάποια
χρόνια χρημάτισε γραμματοδιδάσκαλος στό χωριό Λιθί.
Αφιέρωση στόν Θεό
Στο αγιοτοκο νησί τής Χίου ό Αναστάσιος έκανε καί τή
μεγάλη έπιλογή τής ζωής του: Αποφάσισε νά άκολουθήσει τό έκκλησιαστικό στάδιο. 'Ώριμος άνδρας, άνθρωπος
πού ξέρει τί θέλει καί μπορεί νά ζυγίζει τις άποφάσεις
του, προσέρχεται τό 1873 στήν ιστορική Νέα Μονή, όπου,
μετά τρίχρονη δοκιμαστική άσκηση, στις 7 Νοεμβρίου
1876 γίνεται μοναχός καί μετονομάζεται Λάζαρος. Στήν
«καλήν άλλοίωσιν» τού μοναχού Λαζάρου συνέβαλε πολύ καί ό στενός πνευματικός του σύνδεσμος μέ τόν διακριτικό Γέροντα Παχώμιο Άρελά (1840-1905). Δύο μήνες
μετά τήν κουρά του, ημέρα πού συμπίπτει μέ τήν έπέτειο
τής βάπτισήςτου, στις 15 Ιανουάριου 1877, χειροτονείται
διάκονος καί μετονομάζεται Νεκτάριος.
Στή Χίο ό ίεροδιάκονος Νεκτάριος φοίτησε στό περιώνυμο Γυμνάσιο (ισοδύναμο μέ τό σημερινό Λύκειο),
όταν όμως βρισκόταν περίπου στό πέρας τής τελευταίας
γυμνασιακής τάξης, έγινε ό τρομερός σεισμός (22 Μαρτίου 1881), πού είχε ώς συνέπεια 3.550 νεκρούς, 7.000
τραυματίες καί πολλά ερείπια. ’Άμεση συνέπεια ήταν νά
παύσουν καί τά σχολεία νά λειτουργούν καί έτσι ό Άγιος
άναγκάζεται νά έρθει στην Αθήνα καί νά δώσει τίς άπολυτήριες εξετάσεις, ώς κατ’ οίκον διδαχθείς, στό Βαρβάκειο Λύκειο, άπό τό όποιο λαμβάνει καί τό Απολυτήριο
στις 4 Νοεμβρίου 1881, καί στή συνέχεια μέ ένίσχυση τού
Πατριάρχη Αλεξάνδρειάς Σωφρονίου καί των άδελφών
Χωρέμη φοιτά στή Θεολογική Σχολή τού Πανεπιστημίου
Αθηνών, άπό τήν οποία λαμβάνει πτυχίο στίς 28 ’Οκτωβρίου 1885. Εύγνωμονώντας ό Άγιος Νεκτάριος δέν
έπαυσε διαρκώς νά έκδηλώνει τόν σεβασμό, τήν άγάπη
του καί τίς εύχαριστίες του πρός τούς εύεργέτες του (έπιστολές, άφιερώσεις βιβλίων κ.λπ.).
Ή δ ι α κ ο ν ί α σ τ ή ν Α ί γ υ π τ ο
Αμέσως μετά τή λήψη τού πτυχίου του κατέβηκε στήν Αίγυπτο καί στίς 29 Μαρτίου 1886 στόν Πατριαρχικό Ναό
τού Άγιου Σάββα τής Αλεξάνδρειας χειροτονείται άπό
τόν Πατριάρχη Σωφρόνιο πρεσβύτερος καί πέντε μήνες
άργότερα, στίς 6 Αύγούστου 1886, χειροθετεΐται Μέγας
’Αρχιμανδρίτης καί τοποθετείται Διευθυντής στήν Πατριαρχική Αντιπροσωπεία Καΐρου. Άπό τή σπουδαία
αύτή θέση ό Άγιος δείχνει τή μεγάλη άγάπη του πρός τήν
Εκκλησία καί τόν συνάνθρωπο. Εργάζεται μέ πολύ ζήλο
καί αύταπάρνηση, κηρύττει στήν πόλη καί στίς άλλες
έλληνικές κοινότητες, έξομολογεί, προσφέρει τόν όβολό
του σέ όσους έχουν άνάγκη, ένδιαφέρεται γιά τό νοσοκομείο καί τό γηροκομείο, πού συντηρούσε τότε ή Εκκλησια μέ οικονομικά μέσα πού έξευρίσκει, χωρίς νά έπιβαρΰνει τό Πατριαρχείο, κατασκευάζει οίκίσκους γιά φτωχούς, ακόμα καί άλλόθρησκους, μεριμνά γιά τήν άνακαίνιση της έκκλησίας τού Άγιου Νικολάου, φροντίζει γιά
τήν προστασία των έκκλησιαστικών κειμηλίων, συγγράφει, έκδίδει μελετήματά του.
Τό ήθος καί ή έργατικότητα τού Αγίου, καθώς καί ή
μεγάλη έκτίμηση των πιστών πρός τό πρόσωπό του, οδήγησαν τόν Πατριάρχη Σωφρόνιο νά τόν προαγάγει σε μητροπολίτη, δεδομένου οτι τότε τό Πατριαρχείο τής Αλεξάνδρειάς δεν είχε άλλον άρχιερέα, έκτός άπό τόν ϊδιο.
’Έτσι, στίς 15 ’Ιανουάριου τού 1889, ήμερομηνία πού πάλι συμπίπτει μέ αύτή τής βάπτισής του, χειροτονείται «μητροπολίτης τής πάλαι ποτέ διαλαμψάσης μητροπόλεως
Πενταπόλεως», πού παλαιά ήταν μιά σημαντικότατη
εκκλησιαστική επαρχία στή σημερινή Λιβύη.
Ή προσωπικότητα καί ή ολη δραστηριότητα ομως τού
Πενταπόλεως Νεκταρίου, καθώς καί ή προσπάθεια κοινοτικών καί άλλων παραγόντων νά ελέγξουν τή διαδοχή
τού περίπου έκατονταετοϋς Πατριάρχη, προκάλεσαν, ήδη
άπό τις ήμέρες πού έγινε γνωστή ή προτίμησή του, τήν
άντίδραση μερικών ζηλόφθονων καί ίδιοτελών. Τελικά, οι
διαβολές κάμπτουν τόν Σωφρόνιο, ό όποιος τόν Ιούλιο
τού 1890 τόν άποπέμπει άναπολόγητο άπό τήν Αίγυπτο.
'Ι ε ρ ο κ ή ρ υ κ α ς σ τ η ν Ε λ λ ά δ α
Οταν τον Αυγουστο τού 1890 ό 'Άγιος Νεκτάριος ήρθε
στήν Ελλάδα, ήταν επάνω στήν πιό ώριμη γιά δράση ήλικία (44 χρόνων), άλλά πάμφτωχος, στερούμενος άκόμα
καί αύτόν τόν έπιούσιο. ’Έτσι, άν καί έπίσκοπος, χωρίς
ίχνος έγωϊσμοΰ, ζητεί μιά θέση κατώτερη: 'ιεροκήρυκα ή καθηγητή των θρησκευτικών σέ σχολείο. "Ομοιο παράδειγμα ταπεινοφροσύνης μέ αυτό του Αγίου Διονυσίου,
πού μετά τήν άποχώρησή του άπό τήν άρχιεπισκοπή Αίγίνης, δέχεται τό 1583 τόν διορισμό του άπό τήν Κοινότητα
Ζακύνθου ώς άπλοϋ έφημερίου τής Σταυροπηγιακής
έκκλησίας του Αγίου Νικολάου, του έπιλεγομένου «του
Μώλου»! Τελικά μετά άπό πολλές δυσκολίες καί καθυστερήσεις, στίς 14 Φεβρουάριου 1891 διορίστηκε ιεροκήρυκας τοϋ νομοΰ Εύβοιας, οπου παρέμεινε ώς τόν Σεπτέμβριο του 1893, πού μετετέθη στόν νομό Φθιώτιδος.
Χωρίς νά υπολογίζει κόπους καί ταλαιπωρίες, «δέν έκήρυττε μόνον άνελλιπώς κατά τάς έορτάς, αλλά καί περιοδεύων άδιαλείπτως άνά τάς πόλεις καί τά χωρία, δ ι’
ατραπών καί βράχων, εκρουε τόν κώδωνα τοϋ ναον καί
έδίδασκε τούς προστρέχοντας». Καί ολα αυτά τά πραγματοποιεί μέ άνύπαρκτα ουσιαστικά ή πρωτόγονα συγκοινωνιακά μέσα. Παράλληλα άσκεΐ τή φιλανθρωπία
πρός φτωχούς, άρρώστους, φυλακισμένους κ.λπ.
Σ χ ο λ α ρ χ η ς τ η ς Ρ ι ζ α ρ ε ι ο υ
Επειδή άπό τό 1881 καί γιά πολλά χρόνια κατόπιν ή Ριζάρειος Εκκλησιαστική Σχολή άντιμετώπιζε σοβαρότατα
προβλήματα, πρός άποκατάσταση των πραγμάτων, τήν 1
Μαρτίου 1894 έπελέγη ώς καταλληλότερος Διευθυντής ό
Πενταπόλεως Νεκτάριος, ό όποιος καί άνέλαβε έπίσημα
τά καθήκοντά του στίς 13 Μαρτίου 1894. Παρά τίς ποικίλες άντιξοότητες, πού προέρχονταν τόσο άπό τή φύση του
παιδαγωγικού έργου καί τήν ποικιλία προέλευσης των
μαθητών οσο καί άπό τήν άπιστία τών καιρών, άλλά καί
άπό τίς πυκνές έπεμβάσεις τού Συμβουλίου τής Σχολής,
Ό 'Αγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως διηύθυνε τό σημαντικότερο -μετά τή Θεολογική Σχολή
τοΰ Πανεπιστημίου Αθηνών- έκκλησιαστικό αυτό εκπαιδευτήριο γιά δεκατέσσερα συνεχή χρόνια μέ αισθήματα
άνθρωπιστικά, όπως αυτά τά γνώριζε άπό τή δαψιλή μελέτη τών άρχαίων συγγραφέων, μέ άγάπη Χρίστου, μέ
πατρική στοργή, πολλή φρόνηση καί ενδιαφέρον άνύστακτο, μέ προσευχή πολλή, προκειμένου νά έπιτύχει στήν
άποστολή του.
Ενδεικτική τοΰ άγωνιώδους ενδιαφέροντος τοΰ Αγίου
γιά τήν πληρέστερη κατάρτιση τών μαθητών του καί τήν
προσέλευση τών άξίων στις τάξεις τοΰ ίεροΰ κλήρου είναι
καί ή έπιστολή ποΰ άπηύθυνε στίς 4 ’Ιουνίου 1894 στόν
πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικοΰπη, στόν όποιο έθετε τό
πρόβλημα καί πρότεινε συγκεκριμένες λύσεις. Πέρα άπό
όλα αυτά, στήν καθημερινή άναστροφή του στή Σχολή,
απλός καί ταπεινός ό Διευθυντής δέν διστάζει, δίνοντας τό
καλό παράδειγμα, ν’ άσχολεΐται καί ό ϊδιος προσωπικά μέ
διάφορες χειρωνακτικές έργασίες, άκόμα καί μέ τήν καθαριότητα κοινόχρηστων χώρων. Βασικότατο στοιχείο τής
σχολικής - παιδαγωγικής πράξης ό Αγιος θεωροΰσε τήν
ύπαρξη έντονης λατρευτικής ζωής. Ή Ριζάρειος, πού τότε
οί διδακτηριακές της έγκαταστάσεις βρίσκονταν στήν όδό
Βασιλίσσης Σοφίας (τότε όδό Κηφισίας), άπέναντι στόν
«Εύαγγελισμό», γίνεται επί τών ήμερών του σπουδαίο λατρευτικό κέντρο, άφοΰ πολλοί ήσαν εκείνοι, πού συναγωνίζονται νά προμηθευθοΰν μιά άδεια εισόδου καί νά παρακολουθήσουν στήν έκκλησία τοΰ Αγίου Γεωργίου τή
Θεία Λειτουργία καί τίς άλλες ιερές άκολουθίες.
Κατά τή διάρκεια τής υπηρεσίας του στή Ριζάρειο, ό
Αγιος Νεκτάριος άσκεΐ, μέ τήν άδεια ή τήν παρότρυνση τών κατά καιρούς μητροπολιτών Αθηνών, καί λειτουργικό, κηρυκτικό καί φιλανθρωπικό έργο καί έκτός τής Σχολής. Πέρα άπό τίς ιερουργίες στίς έκκλησίες τής μητρόπολης Αθηνών (πού περιλάμβανε τότε την Αθήνα, τόν
Πειραιά καί όλο τόν νομό), κάνει καί κηρύγματα, μάλιστα καί άντιαιρετικά, καθώς καί ποιμαντικές ομιλίες
πρός τόν Ιερό κλήρο. Πολλοί, πού εύεργετήθηκαν άπό τόν
'Άγιο, έχουν περιγράψει τη σπουδαία καί μέ διάκριση φιλανθρωπική του δράση. Τό γραφείο του στή Ριζάρειο είχε
μεταβληθεΐ σέ κέντρο φιλανθρωπικής προσφοράς. Άναφέρεται ότι καί ένδύματά του πρόσφερε σέ φτωχούς γιά
νά ντυθούν μέ αύτά ή νά τά πωλήσουν καί νά έξοικονομήσουν έτσι κάποια χρήματα γιά τήν άγορά φαρμάκων
καί άλλων χρειωδών.
'Όλα αύτά τά χρόνια ό 'Άγιος δέν παραλείπει νά άνεφοδιάζεται πνευματικά όχι μόνο μέ τήν έντονη λατρευτική ζωή στήν Σχολή, τή διαρκή μελέτη τών Αγίων Γραφών
καί τών Πατερικών συγγραμμάτων, άλλά καί μέ τή συμμετοχή του στίς άγρυπνίες, πού γίνονταν στό εκκλησάκι
τοΰ Αγίου Ελισαίου. Τέλος, μνημονεύουμε τήν καταφυγή του, πολλές φορές, στό έκκλησάκι τής Αγίας Παρασκευής, πού βρισκόταν στό κτήμα τοΰ Χαράλαμπου Ματθόπουλου στά Πατήσια. Έκεΐ τοΰ δόθηκε ή εύκαιρία νά
καλλιεργήσει καί άγιες φιλίες μέ άνθρώπους, κυρίως
έκκλησιαστικούς, πού είχαν βαθύτατη πίστη καί μέ ζήλο
πολύ πάσχιζαν γιά τήν άνόρθωση τών έκκλησιαστικών
πραγμάτων καί τόν εύαγγελισμό τών ψυχών. Τό διάστημα
τών καλοκαιρινών σχολικών διακοπών καί όσο ό 'Άγιός
μας δέν είχε άναλάβει τήν εύθύνη τής πνευματικής καθοδήγησης τών μοναζουσών τής Αίγινας, τό χρησιμοποιεί γιά πνευματική περισυλλογή, γιά συγγραφή καί, οταν του
δινόταν ή ευκαιρία, καί γιά επισκέψεις σέ διάφορα μοναστήρια. Τό σπουδαιότερο, βέβαια, προσκύνημά του είναι έκεΐνο στό 'Άγιον Όρος τόν Ιούλιο καί Αύγουστο
τού 1898.
Ό 'Άγιος Νεκτάριος ήταν άσθενικός άνθρωπος, άλλά
έπειδή στις άρχές τού 1908 ή υγεία του είχε καί πάλι σοβαρά δοκιμαστεί, άποφάσισε νά άποχωρήσει άπό τήν
ένεργό υπηρεσία του καί υπέβαλε τήν παραίτησή του.
Σ τ ή ν Α ί γ ι ν α
Ηταν καλοκαίρι τού 1904. Μερικές νέες, άπό τόν κύκλο
των εύσεβών γυναικών, πού είχε σχηματιστεί γύρω άπό
τόν 'Άγιο Νεκτάριο, ήθελαν ν’ άκολουθήσουν τή μοναχική πολιτεία καί άναζητοΰσαν κατάλληλο μοναστήρι γιά
νά έγκαταβιώσουν. Μετά άπό πολλές άναζητήσεις, καί
μετά άπό έπίσκεψη καί θαυματουργία τού Πενταπόλεως
Νεκταρίου, έπελέγη ή Αίγινα καί τό μισοερειπωμένο μοναστήρι τής Ζωοδόχου Πηγής - Άγιας Τριάδος σήμερα.
Τόν Όκτώβριο-Νοέμβριο έγκαταστάθηκαν οι πρώτες
νέες μέ έπικεφαλής τήν άόμματη, άλλά φωτισμένη κόρη
Χρυσάνθη Στρογγυλού (μοναχή Ξένη).
’Έτσι, άποχωρώντας ό 'Άγιος άπό τή Ριζάρειο αισθάνθηκε τήν ήθική δέσμευση νά στηρίξει τή νεοπαγή μοναστική άδελφότητα καί νά έγκατασταθεΐ καί αύτός στήν
Αίγινα, τήν όποια «έμελλε νά δοξάσει». ’Εργάζεται έκεΐ
άοκνα, άκόμα καί χειρωνακτικά, γιά τήν άνοικοδόμηση
τού μοναστηριού στόν τραχύ καί άνυδρο, τότε, έκεΐνο τόπο, έπί δώδεκα χρόνια. Τελεί καθημερινά κατανυκτικά,
ώς άπλός ιερέας, τις προβλεπόμενες άπό τό μοναχικό Τυπικό ιερές άκολουθίες καί κατευθύνει πνευματικά τις μοναχές. Κυβερνά τό μοναστήρι μέ παραδειγματική πίστη
στόν Θεό καί στήν πρόνοια Του, μέ βαθύτατη προσευχή στήν προστάτιδα των μοναχών Παναγία, μέ άκλινή
προσήλωση στή γνήσια μοναστική παράδοση καί τά εκκλησιαστικά θέσμια (κοινοβιακό πολίτευμα), μέ άγάπη
πατρική καί σύνεση πολλή, μέ ολοκληρωτική προσφορά
συνόλου τού έαυτοΰ του καί των πενιχρών άποδοχών του.
Ακόμα, καθοδηγεί πνευματικά καί πολλούς Αίγινητες.
Στό νησί ομως αύτό ό 'Άγιος πάλεψε καί μέ τίς πολλές
παγίδες, πού τοϋ έστησε μέ τά όργανά του ό πονηρός,
άλλες μικρές καί άλλες μεγαλύτερες καί φοβερότερες καί
άπό έκεΐνες τής Αλεξάνδρειας. Τίς πικρές συκοφαντίες,
τίς σκληρές άπειλές, τίς προσβλητικές ταπεινώσεις καί
τούς άδικους κατατρεγμούς, όλα αύτά ό 'Άγιος τά άντιμετωπίζει μέ πίστη πολλή στόν Θεό, μέ συνεχή προσευχή, μέ
ταπείνωση, μέ υπομονή, μέ άοργησία, άφωνος, μέ άπόθεση τής έλπίδας του γιά άποκατάσταση τής άλήθειας μονάχα στόν Δικαιοκρίτη, ό όποιος τελικά τόν δικαιώνει καί
έδώ, όπως καί σέ κάθε άλλη δύσκολη περίσταση!
Ή άγαπη προς τή γήϊνη Πατρίδα
Μεγάλη ήταν ή άγάπη τοϋ Αγίου Νεκταρίου όχι μονάχα
πρός τόν Θεό, τήν Παναγία καί τούς Αγίους καί γενικά
πρός τήν ούράνια πατρίδα, άλλά καί πρός τή γήϊνη πατρίδα, τήν Ελλάδα. Σημειώνουμε σχετικά: Έλληνας προερχόμενος άπό υπόδουλη πατρίδα, όπου είχε αισθανθεί τή
σκληρότητα καί τήν άδικία τών κυριάρχων, τιμά τό άγαθό
τής έλευθερίας, τής ήθικής καί τής έθνικής. Παιδαγωγημένος μέ τά ελληνικά καί χριστιανικά γράμματα, γνώστης οσο λίγοι τής ελληνικής ιστορίας καί τής προσφοράς τοϋ
έλληνικοΰ πνεύματος στήν οικουμένη, επιδεικνύει τά φιλογενή αίσθήματά του σέ κάθε εύκαιρία, πού τοϋ παρουσιάζεται. Ώς Διευθυντής τής Ριζαρείου φροντίζει όχι μόνο νά καταρτίσει μέλλοντες κληρικούς άξιους τοϋ Ίεροϋ
Θυσιαστηρίου, άλλά καί διδασκάλους τοϋ ελληνικού πολιτισμού, πού θά σταδιοδρομήσουν τόσο στήν ελεύθερη
χώρα, όσο καί στήν υπόδουλη Μικρά Άσία, Μακεδονία
καί Ήπειρο καί όπου άλλοΰ υπήρχε Ελληνισμός. Ενδεικτικά: Συνέδραμε τό έργο των μητροπολιτών Καστοριάς
Γερμανού Καραβαγγέλη καί Δράμας (καί κατόπιν εθνομάρτυρα Σμύρνης) Χρυσοστόμου Καλαφάτη, διοργάνωσε
έράνους υπέρ τής Μακεδονίας, Ηπείρου καί Σινώπης
Πόντου, υπήρξε μέλος τοϋ Διοικητικού Συμβουλίου τής εν
Άθήναις Φιλανθρωπικής των Ήπειρωτών Αδελφότητος.
Μέ τίς συγγραφές του έξαίρει τόν ρόλο τοϋ Ελληνισμού
στήν προετοιμασία των λαών γιά τόν ερχομό τοϋ Χριστού,
στήν ορθή διατύπωση τών δογμάτων τής Εκκλησίας, στή
διάδοση τού Εύαγγελίου, καθώς καί τή σημασία τής θυσίας τών Νεομαρτύρων. Μέ ειδικό μελέτημά του άντιδρά
στίς θεωρίες δυτικών ιστορικών, πού άρνοϋνται τήν προσφορά τού Βυζαντίου στόν πολιτισμό, τονίζει τόν θρησκευτικό καί εθνικό χαρακτήρα τοϋ έργου τοϋ ορθόδοξου
ιερέα κ.λπ. Έλεγε σέ ομιλία του: «Πίστις καί Πατρίς εν τή
καρδία τοϋ Έλληνος άπετέλεσαν εν συναίσθημα, άπέβη
εν δένδρον, ούτινος ό κορμός συνέστη έκ τών δύο συμφυών φυτών τής πίστεως καί τής πατρίδος· οί δύο αύτοϋ
κλάδοι άπό τοϋ αύτοϋ χυμοϋ άναπτύσσονται [...] Μαρτύρια τής άληθείας τών λόγων μας εχομεν νά ύποδεί'ξωμεν
άπειρα έκ τής Ιστορίας τοϋ Έλληνικοΰ ’Έθνους». Ό 'Αγιος Νεκτάριος χάρηκε τήν απελευθέρωση τής
γενέτειράς του καί τής υπόλοιπης Ανατολικής καί Βόρειας Θράκης, δεν έζησε όμως τά δραματικά γεγονότα τής
Θρακικής Καταστροφής. Όπως είναι γνωστό, μετά τό
1922 οί ’Ορθόδοξοι Έλληνες υποχρεώθηκαν νά έγκαταλείψουν τίς πατρογονικές τους εστίες, οί πόλεις καί τά
χωριά έρήμωσαν, οί καμπάνες των ναών έπαυσαν νά κτυποϋν. Οί χιλιάδες όμως των προσφύγων κατόρθωσαν νά
διασώσουν κειμήλια τής πίστης μας, εικόνες, ιερά σκεύη
καί εύαγγέλια, μεταφέροντάς τα στή νέα τους πατρίδα.
Κατέφυγαν στήν Ελλάδα, όπου καί εγκαταστάθηκαν καί
συνέβαλαν άποφασιστικά στήν πρόοδο τού τόπου. Οί
άπόγονοι των Θρακιωτών προσφύγων, μολονότι πέρασαν περίπου εκατό χρόνια άπό τόν φοβερό ξεριζωμό των
πατέρων τους άπό τίς πατρίδες τους, δέν τίς ξεχνούν. Μάλιστα τά τελευταία χρόνια έπισκέπτονται, όπως καί άλλοι
Έλληνες, τή γενέτειρα τού Αγίου Νεκταρίου, καί τήν
ημέρα τής μνήμης του τελούν κάποια δέηση στό Παρεκκλήσιο τής «Παναγίας τής Σηλυβριανής - Αγίου Νεκταρίου» (πού υπάρχει στό νεόδμητο Έπισκοπεΐο, πού έχει
άνεγερθει στόν χώρο, όπου βρισκόταν τό πατρικό του
σπίτι) ή καί τή θεία Λειτουργία στούς τόπους παλαιών
έρειπωμένων έκκλησιών. Γι’ αύτό άσφαλώς ό 'Άγιος θά
άγάλλεται στούς ούρανούς.
Τό συγγραφικό έργο
Απο μικρός ό 'Άγιος Νεκτάριος, όπως ό ίδιος σημειώνει
σέ βιβλίο του, είχε «πόθον διακαή πρός μετάδοσιν ωφελίμων γνώσεων», γι’ αύτό άπό τότε, ό,τι τού άρεσε άπό
όσα διάβαζε τό άντέγραφε (στήν Κωνσταντινούπολη μάλίστα συνήθως έπάνω σέ χαρτιά συσκευασίας καπνών)
καί τό φύλαγε, ενώ μερικά άπό τά ρητά τά έγραφε τότε
καί στά περιτυλίγματα τών καπνοσακκιδίων, ώστε νά
ώφελοΰνται οί παραλήπτες. Αργότερα, έχοντας πλουτίσει άρκετά τίς γνώσεις του, ήδη άπό τά φοιτητικά του
χρόνια, άρχισε νά έκδίδει φυλλάδια μέ κυριακά κηρύγματα καί άλλες ομιλίες του, ενώ άπό τότε πού άνέλαβε τή
διεύθυνση τής Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής καί κατόπιν έξέδωσε, σπάνιο φαινόμενο γιά τήν έποχή του, πολλά βιβλία πού οικοδόμησαν τόσο τούς μαθητές του, οσο
καί πλήθη πιστών. Είναι ό πολυγραφότερος κληρικός τών
χρόνων του. Τά βιβλία του άνέρχονται σέ χιλιάδες σελίδες καί έχουν χαρακτηριστεί ώς «ώφελιμώτατα». Σημειώνουμε ενδεικτικά μερικά: Περί τής έν τώ κόσμω άποκαλυψεως τοϋ Θεοϋ, Ιερών καί φιλοσοφικών λογίων θησαύρισμα, Μάθημα Ποιμαντικής, ’Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις, Χριστολογία, Ευαγγελική Ιστορία, Προσευχήτάριον κατανυκτικόν, Τό γνώθι σαυτόν, Θεοτοκάριον,
Τριαδικόν, Μελέτη ιστορική περί τών αιτίων τοϋ σχίσματος, Χριστιανική Ηθική κ.ά. Στόν 'Άγιο Νεκτάριο άνήκει
καί τό γνωστό ύμνογράφημα «’Αγνή Παρθένε Δέσποινα,
άχραντε Θεοτόκε...». Πρό ετών άρχισε καί ή κριτική
έκδοση τών «Απάντων» του (κυκλοφορήθηκαν ώς τώρα
οκτώ τόμοι).
Ή έκδημία στήν ουράνια πατρίδα
Τελικά , στίς 20 Σεπτεμβρίου 1920, σέ ήλικία 74 έτών καί
άσθενής άπό χρόνια κυστίτιδα καί υπερτροφία προστάτη,
είσάγεται στό Άρεταίειο νοσοκομείο τών Αθηνών καί,
μολονότι άρχιερέας, νοσηλεύεται ώς άπλός μοναχός, άγνοούμενος άπό όλους, σέ έναν θάλαμο τής Γ' θέσης
(άπορίας), όπου μετά άπό πενήντα περίπου ήμερες, τό
βράδυ τής 8ης Νοεμβρίου 1920, παρέδωσε τό πνεύμα του
στόν Πλάστη του πρός αιώνια άνάπαυση καί χαρά, καί τό
σεπτό του σκήνωμα στους πιστούς πρός άγιασμό. Ή κηδεία καί ή ταφή του έγιναν, μέσα σέ κλίμα βαθύτατης συγκίνησης καί θλίψης, τό άπόγευμα τής 10ης Νοεμβρίου
στήν Αίγινα.
Τό ιερό λείψανο, όπως διαπιστώθηκε άπό τό έπανειλημμένα άνοιγμα τού τάφου, παρέμεινε έπί τρεις δεκαετίες άφθαρτο καί μυροβόλο καί μόλις τό 1953 περίπου,
άρχισε νά διαλύεται. Ή άνακομιδή έγινε στίς 8 μ.μ. τής
2ας Σεπτεμβρίου 1953. Ή τιμία κάρα του καί ένα μεγάλο
μέρος των ιερών λειψάνων του φυλάσσονται μέσα σέ
άργυρές θήκες στό παρεκκλήσι δίπλα στό Καθολικό τής
Αγίας Τριάδος, ένώ άλλα μικρά άποτμήματά τους έχουν
δοθεί ώς εύλογία σέ πολλές ορθόδοξες έκκλησίες τού
έσωτερικοΰ καί τού έξωτερικοϋ.
Ή βεβαιότητα της αγιότητας
Συμπερασματικά , όλη ή έπί γής βιοτή τού Μητροπολίτη
Πενταπόλεως Νεκταρίου Κεφαλά υπήρξε θαυμαστή.
Γαλουχημένος άπό τήν εύσεβή οίκογένειά του μέ τίς
χριστιανικές άρχές, ήταν άνθρωπος καλής θέλησης, άκακος, άπονήρευτος, ταπεινός, άνεξίκακος, συγχωρητικός
πρός όλους όσους τόν πίκραιναν.
Ώς γνήσιος μοναχός υπήρξε υπομονετικός στούς σωματικούς καί ψυχικούς πόνους καί υπάκουος στίς κατά
καιρούς μοναχικές καί έκκλησιαστικές άρχές, ένώ ώς
πνευματικός οδηγός μοναχών κυβέρνησε ψυχές «εις σωτηρίαν» μέ ορθόδοξο φρόνημα, γνώση καί περίσκεψη.
Ώς διδάσκαλος άγάπησε πολύ τούς μαθητές του, συμμερίστηκε τά προβλήματά τους καί διαρκής ήταν ή άγωνία του νά γίνουν, οταν κληθούν άπό τόν Θεό, άξιοι λειτουργοί τού αγίου Θυσιαστηρίου.
Ώς έπίσκοπος υπήρξε πράος, εύγενής, εύπροσήγορος
καί καταδεχτικός, άλλά καί εύθύς, σοβαρός, προσεκτικός
στίς άναστροφές του, μετριόφρονας, αύστηρός στόν εαυτό του καί έπιεικής στούς συνανθρώπους του, άκέραιος.
Ή στάση του άπέναντι στόν Θεό ήταν έκείνη ενός ταπεινόφρονα δούλου Του. Πίστευε άπόλυτα στήν πρόνοιά
Του γιά τά πλάσματά Του. Ιεράρχης λαμπρός καί άπαράμιλλος, μέ ζέουσα, ένεργητική καί άδολη πίστη, σάν
αύτή τών μικρών παιδιών, υπήρξε θερμός υμνητής τής
Αγίας Τριάδος, τής Θεοτόκου καί τών Αγίων, συνθέτοντας άκόμα καί ό ίδιος ύμνους. Προσευχόταν σέ κάθε περίσταση καί κάτω άπό όποιεσδήποτε συνθήκες καί
διαρκώς άναζωπύρωνε τό χάρισμα τής ιερατικής του κλήσης. Όπως βεβαιώνουν όσοι τόν έζησαν, τίς ιερές λειτουργίες τίς τελούσε μέ μεγάλη εύλάβεια καί ψυχική μεταρσίωση, πραγματικά «Θεόληπτος» καί μερικές φορές
στήν κυριολεξία «μετέωρος».
Ζούσε μέσα στόν παλμό τής κοινωνίας καί, μολονότι
προσωπικά ό ϊδιος ζούσε αύστηρή ζωή μοναχού, δέν ήταν
άπόκοσμος. Υπήρξε στό έπακρο φιλόπτωχος καί έλεήμονας καί έργαζόταν γιά τήν ψυχική σωτηρία όλων σέ κάθε
εύκαιρία, άπό τόν άμβωνα, άπό τίς αίθουσες διαλέξεων,
άπό τή σχολική έδρα, άπό τό έξομολογητήριο, μέ τή συγγραφική του δραστηριότητα, μέ τήν όλη άναστροφή του
στήν κοινωνία, μέ τό παράδειγμά του. Παράλληλα μέ τόν Θεό, τήν πατρίδα και τούς συνανθρώπους του, αγάπησε καί τήν φύση καί τά λουλούδια
της, μιά καί σ’ αύτά άποτυπώνεται ή ούράνια ομορφιά.
Γενικά, ό Πενταπόλεως Νεκτάριος υπήρξε άνθρωπος,
πού πρόσφερε ταπεινά τόν εαυτό του θυσία εύπρόσδεκτη
στόν Τριαδικό Θεό, εύαρέστησε Θεό καί άνθρώπους καί
άνταμείφθηκε γι’ αύτό άπό τόν Ούρανό μέ τήν άπόλαυση
υψηλών καί ούράνιων θεωριών, πού γιά τούς άδιάφορους
ή άσθενεΐς στήν πίστη είναι άπίστευτο.
Άλλά καί μετά τήν έκδημία του ό Θεός άπεκάλυψε τήν
άγιότητά του, οπως είναι γνωστό, μέ τήν έπί δεκαετίες
άφθαρσία τού σώματός του, μέ τήν κατά καιρούς άρρητη
εύωδία, πού έκχέεται άπό τόν τόπο τού αγιάσματος του,
μέ τήν έπιτέλεση πολλών καί ποικίλων θαυμάτων. Χαρακτηριστικό είναι τό γεγονός, οτι ό πιστός λαός, άπό τήν
εποχή πού ό Πενταπόλεως Νεκτάριος βρισκόταν σ’ αύτήν
τή ζωή, τόν θεωρούσε 'Άγιο. Χιλιάδες χριστιανοί ήδη άπό
τόν καιρό τής κοίμησής του, παίρνουν τό όνομά του, άμέτρητα είναι τά πλήθη, πού συρρέουν στήν 'Ιερά Μονή του
στήν Αίγινα άπό ολο τόν ορθόδοξο κόσμο, ένώ άναρίθμητοι είναι καί οί ναοί πού έχουν άνεγερθεΐ πρός τιμήν
του. Ή Εκκλησία στις 20 Απριλίου 1961, μέ σχετική Πατριαρχική καί Συνοδική Πράξη τού Οικουμενικού Πατριαρχείου, τόν κατέταξε έπίσημα στό Αγιολόγιό της καί ορισε ή μνήμη του νά εορτάζεται στις 9 Νοεμβρίου, ένώ
στις 3 Σεπτεμβρίου έορτάζεται ή άνακομιδή τών ιερών
του λειψάνων.
Ό ιερός κλήρος καί ό εύσεβής λαός τής Εκκλησίας
τής Ελλάδος έχουμε βέβαιη τήν πεποίθηση οτι «ό δεδιωγμένος ενεκεν δικαιοσύνης» καί συγχωρητικός, άλλά καί εύσπλαχνικός πρός όλους μητροπολίτης Πενταπόλεως Νεκτάριος ό Θαυματοβρύτης, άπό τό έπουράνιο Θυσιαοτήριο, στό όποιο παρεδρεύει μαζί μέ τούς άπ’ αίώνος
Αγίους, θά πρεσβεύει πρός τόν εν Τριάδι Θεό «υπέρ τής
ειρήνης τοϋ σύμπαντος κόσμου, εύσταθείσς των άγιων
τοϋ Θεοϋ Εκκλησιών», υπέρ ένότητος, εύημερίας καί
σωτηρίας τοϋ λαοϋ μας καί όλων των χριστιανών, «υπέρ
πάσης ψυχής θλιβομένης τε καί καταπονουμένης, έλέους
Θεοϋ καί βοήθειας έπιδεομένης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου