Το γεγονός
Αν είχε συμβεί στις μέρες μας, την εποχή της μετανεοτερικότητας με τη ραγδαία επικοινωνιακή διάσταση είναι σίγουρο πως θα απασχολούσε για καιρό το διαδίκτυο, τα blogs, εκκλησιαστικά και μη, όπως είναι σίγουρο πως η είδηση θα έβγαινε από τα στενά όρια της ελληνικής επικράτειας. Αλλά και τότε, την 25/3/1984, τηρουμένων των αναλογιών, η είδηση συντάραξε και συγκλόνισε, την Εκκλησία της Ελλάδος και ιδιαίτερα τις Μητροπόλεις Κερκύρας και Παξών καθώς και της Κεφαλληνίας ως τις άμεσα ενδιαφερόμενες επαρχίες, ξεφεύγοντας από την στενή εκκλησιαστική της διάσταση.
Η 25η Μαρτίου, η εορτή της εθνικής επετείου, η εορτή του Ευαγγελισμού, συνέπεσε εκείνη τη χρονιά με την Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης. Εόρταζε ο Μητροπολιτικός Ναός του Αργοστολίου και ο τοποτηρητής της χηρεύουσας Μητρόπολης Κεφαλληνίας, Μητροπολίτης Κερκύρας Πολύκαρπος είχε προγραμματίσει να προστεί των εορταστικών εκδηλώσεων στο Αργοστόλι. Το πρωί λειτούργησε, χοροστάτησε στη δοξολογία, παρακολούθησε την παρέλαση και στη συνέχεια μετά από την ανάπαυλα του μεσημεριού κατευθύνθηκε στο χωριό Φαρακλάτα λίγο έξω από το Αργοστόλι όπου θα γινόταν η λιτανεία της εικόνας της Ευαγγελίστριας. Πράγματι, η πομπή ξεκίνησε από τον πανηγυρίζοντα ναό, κατά το τυπικόν, με προεξάρχοντα τον μητροπολίτη Πολύκαρπο, και μετά από κάποιο διάστημα σε προβλεπόμενο σημείο σταμάτησε για την ανάπεμψη της δέησης προς την Παναγία. Και τότε συνέβη ένα μοναδικό, μέσα στην τραγικότητά του γεγονός: ο επίσκοπος έπεσε νεκρός μπροστά στο εικόνισμα και στα έκπληκτα μάτια των παρισταμένων.
Το γεγονός, συγκλονιστικό στη μοναδικότητά του, συντάραξε την κοινωνία της Κεφαλληνίας που πρώτη το έζησε, αλλά και την Κέρκυρα τους Παξούς και τα Διαπόντια Νησιά τα οποία επί 17 ολόκληρα χρόνια (1967-1984) ποίμαινε ο Πολύκαρπος Βαγενάς, ένας ασυνήθιστος και ξεχωριστός ιεράρχης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Αυτές ακριβώς τις ιδιότητες του μακαριστού ιεράρχη θα επιχειρήσουμε να ιχνηλατήσουμε τριάντα χρόνια μετά την κοίμησή του σίγουροι πως θα συμφωνήσουν εκείνοι που είχαν την τύχη να διδαχτούν από την πολιτεία του αλλά και να τον «γνωρίσουν» εκείνοι που ίσως μέχρι σήμερα δεν έχουν ακούσει καν το όνομά του.
Ένας ασυνήθιστος επίσκοπος
Συνηθίζεται η περιγραφή ενός ιστορικού προσώπου, ιδιαιτέρως δε όταν πρόκειται για έναν επίσκοπο, να συνδυάζεται με γλυκερές φράσεις και στερεότυπα που συνιστούν κουραστικές και επαναλαμβανόμενες κοινοτοπίες που τις περισσότερες φορές υπερβαίνουν την πραγματική διάσταση της αλήθειας. Στην περίπτωση όμως του μακαριστού Πολυκάρπου δύο στοιχεία λειτουργούν υπέρ της αντικειμενικής και ας μου επιτραπεί η έκφραση, ιστορικής τεκμηρίωσης των παρατεθειμένων. Το ένα είναι η χρονική απόσταση η οποία, ως γνωστόν, συνιστά το κυριότερο εργαλείο προσέγγισης και μελέτης των ιστορικών γεγονότων, καθώς παρέχει τη διασφάλιση της αμερόληπτης αξιολόγησης πέραν από συναισθηματισμούς και προσωπικές εντυπώσεις που βλάπτουν την κρίση και τραυματίζουν την ιστορική αξιολόγηση καθιστώντας την έτσι αναξιόπιστη. Το έτερο στοιχείο είναι οι πολυπληθείς μαρτυρίες ετερόκλητων ανθρώπων, λαϊκών και κληρικών, σε διάφορα σημεία της Ελλάδας, που συγκλίνουν στο αυτό συμπέρασμα, στην ιδιαιτερότητα δηλαδή του προσώπου που υπερβαίνει το σχήμα του κληρικού καθιστώντας το έτσι μοναδικό.
Και αν περιμένει κανείς να διαβάσει για τον «ιεράρχη που επί των ημερών του ανοικοδομήθηκαν οίκοι ευγηρίας, ευαγή ιδρύματα, και μέγαρα» γρήγορα θα απογοητευθεί. Τίποτα από αυτά δεν έγινε. Ή τουλάχιστον για κανένα από τα παραπάνω δεν μπορεί να τεκμηριωθεί πως ο Πολύκαρπος διακρίθηκε. Δεν θα πρέπει ωστόσο να παραβλεφθεί η ίδρυση και λειτουργία συσσιτίων για τα παιδιά των χωριών που έρχονταν στην πόλη της Κέρκυρας για τα μαθήματα του Γυμνασίου και του Λυκείου καθώς εκείνη την εποχή η δευτεροβάθμια εκπαίδευση δεν είχε τη σημερινή της εξέλιξη. Όπως επίσης η δημιουργία ενός οικοτροφείου θηλέων, πάντα για να τον ίδιο λόγο ή ακόμη και των καλοκαιρινών κατασκηνώσεων. Μια μακρά σειρά ανδρών και γυναικών, πολλοί από τους οποίους διακρίθηκαν στην κοινωνία, μιλούν με ευγνωμοσύνη μέχρι σήμερα για τη βοήθεια που έλαβαν τότε.
Ανεξαρτήτως πάντως αυτών, η διάκριση του ιεράρχη συνίσταται σε τρία συγκεκριμένα στοιχεία: την απόλυτη ταύτιση λόγου και έργου, λόγου και βιωτής, λόγου και παραδείγματος. Με απλά λόγια ο Πολύκαρπος ήταν αυτό που δίδασκε και αυτό που πρέσβευε και με το παράδειγμά του κατάφερε να λάμψει και να ανύψωση την αρχιερατική του ιδιότητα σε μια απολύτως χριστιανική γνησιότητα .
Αυτό ακριβώς το γεγονός που όντως εντυπωσιάζει τον μελετητή που προσεγγίζει την προσωπικότητα του μητροπολίτη Πολύκαρπου, εντυπωσίαζε πρωτίστως τους ίδιους τους συναδέλφους του κληρικούς, όλων των βαθμίδων. Οι ίδιοι οι συνεπίσκοποι του αναφερόμενοι στην προσωπικότητά του τόνιζαν ένα ιδιαίτερο κατ’ αυτούς χαρακτηριστικό: την καλοσύνη του[1]! Οι ιερείς μιλώντας για τον αρχιερέα έκαναν λόγο για την ταπεινοφροσύνη του και την απλότητά του, ακόμα και για την βαθιά του πίστη στο Θεό υπογραμμίζοντας πως «συχνά εξομολογούνταν»[2]. Και όλοι μαζί συμφωνούσαν για ένα πράγμα: την φτώχεια του ή καλύτερα την πενία του[3]. Αυτά βέβαια ήταν ορατά στοιχεία που δεν διέφευγαν της προσοχής του αυστηρότερου κριτή ενός επισκόπου που δεν είναι άλλος από το ποίμνιό του. Θα αναρωτηθεί κανείς, αφελώς ίσως: μα η πίστη, η καλοσύνη, η ταπεινοφροσύνη, η απλότητα, ο μη πολυτελής βίος δεν πρέπει να είναι τα στοιχεία εκείνα που συνθέτουν έναν κληρικό;
Όλα τα παραπάνω αποκτούν μια περισσότερο ιδιαίτερη διάσταση αν κατανοήσουμε τόσο την καταγωγή όσο και την παιδεία του ιεράρχη. Ο, κατά κόσμον, Παναγιώτης Βαγενάς ήταν γιός συμβολαιογράφου από το Ξυλόκαστρο Κορινθίας, κάτοχος δύο πτυχίων Νομικής και Θεολογίας και ευκατάστατος οικονομικά, σύμφωνα με τις καταγεγραμμένες μαρτυρίες που κάνουν λόγο για γόνο μιας αστικής τριμελούς οικογένειας. Όταν όμως αποφάσισε να αφιερωθεί και πριν εισέλθει στις τάξεις των κληρικών, την «όχι ευκαταφρόνητη περιουσία του» την μοίρασε σε ιδρύματα και φτωχούς και απολύτως ακτήμων ανέλαβε το έργο του κληρικού.
Η ανωτέρω περιγραφή μας οδηγεί στην εξαγωγή ενός ασφαλούς συμπεράσματος: ο Πολύκαρπος αγαπούσε αυτό που έκανε και πίστευε σε αυτό που δίδασκε βιώνοντας ως τα μύχια της καρδιάς του το λόγο του Ευαγγελίου. Βοηθούσε αθόρυβα, ενίσχυε χωρίς κανείς να γνωρίζει, παρηγορούσε χωρίς να περιμένει ανταλλάγματα χωρίς διακρίσεις. Κληρικοί, μοναχοί, μοναχές, λαϊκοί, διακεκριμένες προσωπικότητες ή απλοί άνθρωποι, πιστοί και άπιστοι, ήταν γι’ αυτόν ένα πράγμα: εικόνα του Θεού. Τίποτα παραπάνω και τίποτα λιγότερο.
Το τέλος στην Κεφαλονιά
Αν και η ιστορία έχει πλέον αποδείξει το γεγονός της μη εμπλοκής του μακαριστού πλέον μητροπολίτη Κεφαλληνίας Προκόπιου σε ιεροσυλία του ιερού λειψάνου του Αγίου Γερασίμου, οι κατηγορίες που εξαπολύθηκαν εναντίον του στα τέλη της δεκαετίας του 1970 δίχασαν το νησί για τέσσερα περίπου χρόνια, έως την τελική απομάκρυνσή του ιεράρχη, τον Φεβρουάριο του 1982.
Τον βαθύ και επώδυνο διχασμό-γινόταν ακόμα και λόγος για «αλληλομισούμενους κληρικούς και λαϊκούς»[4] -που είχε απλωθεί σε όλο το νησί κλήθηκε να θεραπεύσει ως τοποτηρητής, ο μητροπολίτης Κερκύρας. Παρά το γεγονός ότι η Κεφαλληνία δεν θεωρείται όμορη Μητρόπολη με εκείνη της Κέρκυρας, η περί τον Αρχιεπίσκοπο Σεραφείμ Ιερά Σύνοδος αναγνωρίζοντας τα πολλαπλά χαρίσματα του Μητροπολίτη Πολύκαρπου ανέθεσε σε εκείνον το δύσκολο έργο της ειρήνευσης.
Μαρτυρίες κληρικών και λαϊκών κεφαλλήνιων συγκλίνουν ως προς την διετή ευεργετική παρουσία του μητροπολίτη στο νησί. Η άοκνη και μεθοδική εργασία του, η αμερόληπτη στάση του, οι συχνές επισκέψεις του, η διδαχή του αλλά κυρίως το παράδειγμα της βιωτής του, της ταύτισης λόγου και έργου του λειτουργού του Υψίστου επούλωσαν τις πληγές και έφεραν την ποθητή ειρήνη, η οποία επισφραγίστηκε με την ολοκληρωτική θυσία του στα χώματα του νησιού ανήμερα του Ευαγγελισμού του 1984.
Παραμένει έως και σήμερα νωπή στη μνήμη όσων την έζησαν η μεγαλοπρεπής λιτανευτική πομπή του εξόδιου αποχαιρετισμού του στην Κέρκυρα. Οι τρεις φιλαρμονικές, η στοίχιση μαθητών και προσκόπων, τα αμέτρητα πλήθη σε δρόμους, πλατείες, παράθυρα, μπαλκόνια, οι 17 μητροπολίτες, οι εκατοντάδες ιερείς, οι μοναχοί, οι μοναχές…. Ο άνθρωπος που στη ζωή του είχε επιλέξει να ζει με ταπείνωση συνοδευόταν από ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων που ήθελε να δείξει την ευγνωμοσύνη και την αναγνώριση σε εκείνον που είχε κάνει πράξη την ταύτιση λόγου και έργου…
Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, τιμής και μνήμης στο σημείο που παρέδωσε το πνεύμα ο μητροπολίτης Πολύκαρπος, στο χωριό Φαρακλάτα της Κεφαλονιάς, υψώνεται από χρόνια το προσκυνητάρι του. Δίπλα στην εικόνα της Ανάστασης βρίσκεται η φωτογραφία του….
Υποσημειώσεις[1] Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Χριστόδουλος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ο αείμνηστος ακόμα και ως επίσκοπος διατήρησε την απλότητα και την καλοσύνη του», ο δε Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλουπόλεως Θεόφιλος επισήμαινε: «Ήταν ένας ασυνήθιστα καλός επίσκοπος», Περιοδικό Απολύτρωσις, Ειδικό Αφιέρωμα, 1985, σελ. 13-15.
[2] Ididem, σελ. 23
[3] Βλέπε «Πρακτικόν παραδόσεως και παραλαβής των ατομικών ειδών του Μακαριστού Πολύκαρπου Βαγενά τ. Μητροπολίτου Κερκύρας» στο Πνευματική Πατρότης και Ολοκαύτωση…, σελ. 296. Είναι χαρακτηριστικό ότι ως προσωπικά αντικείμενα αναφέρονται μια μίτρα, ένας σταυρός, ένα εγκόλπιο και μια αρχιερατική ράβδος. Το γεγονός επιβεβαιώνεται και από την περιγραφή του πατρός Ιωάννη Σκιαδόπουλου στο Περιοδικό Απολύτρωσις όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Καμία πολυτέλεια στην αμφίεσή του. Τίποτα δικό του δεν φορούσε όταν λειτουργούσε ο Πολύκαρπος. Όλα του τα άμφια ήταν ευτελή και προερχόταν από δωρεές φίλων και κληρικών». Περιοδικό Απολύτρωσις, Ειδικό Αφιέρωμα, 1985, σελ. 31.
[4] Εφ. «Τα Χρονικά της Κεφαλληνίας και Ιθάκης». Για μια εμπεριστατωμένη καταγραφή της βιωτής του Μητροπολίτη Πολύκαρπου, η οποία περιλαμβάνει συλλογή μαρτυριών ετερόκλητων μεταξύ τους προσώπων, βλέπε την έκδοση Πνευματική Πατρότης και Ολοκαύτωση, Βίος και Πολιτεία Πολυκάρπου Αρχιερέως, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Κέρκυρας, 2007.
Από το βιβλίο: Πολυκάρπου Βαγενά, Μητροπολίτου Κερκύρας, «Ελθέτω η βασιλεία σου», τ. Α’.
Αφού ο Θεός γνωρίζει τι έχουμε ανάγκη – λένε πολλοί – γιατί να προσευχηθούμε;
«Μα δε θα μου το δώσει ο Θεός, λένε πολλοί. Το ξέρω». Ας το βλέπουμε και μόνοι μας πως δεν είναι σωστό να μας χορηγήσει αυτό που θέλουμε, ας έχουμε την ειλικρίνεια να το αναγνωρίσουμε. Και να ζητάμε «τα καλά και συμφέροντα» για τις ψυχές μας.
Όταν έχουμε τόση πεποίθηση στην αγάπη του Θεού, ώστε να σκεπτόμαστε πως αν είναι σωστό θα το δώσει ο Κύριος, αν όχι, ας μη μου το δώσει, μην αμφιβάλλουμε πως θα πάρουμε ζωηρά την απάντηση στην προσευχή μας. Είτε θετική είτε αρνητική.
Αυτός ξέρει πολλά και θα μας απαντήσει σωστά. Αν αμφισβητούμε την ορθή κρίση και την αγάπη Του, θα μεμψιμοιρούμε πάντα και θα αισθανόμαστε πως δε μας ακούει ο Θεός.
Αλλά αυτό είναι που πρέπει να αντιληφθούμε. Δεν είναι ο Θεός που δεν ακούει. Απαντά πάντα στην προσευχή μας από τον πλούτο της αγαθότητάς Του. Εμείς δε θέλουμε την απάντηση που μας δίνει. Δε μας αρέσει. Ζητάμε να γίνει το δικό μας θέλημα. Δε λογαριάζουμε καμιά θέληση πιο πάνω, πιο σωστή από τη δική μας.
Ουσιαστικά δε ζητάμε το καλό μας. Απλά και εγωιστικά ζητάμε να υπερισχύσει η δική μας λογική, η δική μας επιθυμία, αδιάφορο αν είναι σωστή ή όχι. Έπειτα με τον τρόπο μας αυτό αφαιρούμε από του Θεού τις ιδιότητες τη δυνατότητα να διακρίνει πιο πέρα από μας το μέλλον μας. Πιο βαθιά από μας την ψυχή μας.
Πόσες φορές βγαίνουμε γελασμένοι κρίνοντας μ’ αυτόν τον τρόπο! Και πόσες φορές μας σώζει ο Κύριος από βέβαιους κινδύνους απαντώντας με το δικό Του τρόπο!
Ενώ, όταν η πίστη φλογίζει την καρδιά μας και διακατέχει τη σκέψη μας, και την απάντηση του Θεού διακρίνουμε και το συμφέρον μας το πραγματικό αντιλαμβανόμαστε και τα αιτήματά μας εισακούονται. Δεν είναι ψέμα: «Αιτείτε και δοθήσεται· κρούετε και ανοιγήσεται» (Ματθ. 7:7), λέγει ο Κύριος.
Όταν υπάρχει πίστη και «ο αιτών λαμβάνει και τω κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. 7:8). Συχνά το επαναλάμβανε ο Κύριος στα θαύματά Του. Επειδή έχεις πίστη, εμπιστοσύνη στη δύναμη του Θεού, ελπίδα στην αγαθοσύνη Του, εκπληρώνεται η επιθυμία σου. Αναγκαία βάση για να πετύχουμε ό,τι καλό και ωφέλιμο.A.Π.
Πηγή:amen.gr/
https://ekefalonia.gr/trianta-chronia-apo-tin-koimisi-tou-mit/
Εκειρε μοναχη την γεροντισσα Αναστασια της Μονης ''Κυρα των Αγγελων'', μια αγια μορφη της Κερκυρας με πολλα χαρισματα του Αγιου Πνευματος κεκοσμημενη.
ΑπάντησηΔιαγραφή