Ενω στὸν 120ὸ Ψαλμὸ οἱ Ἰσραηλίτες σηκώνουν τὸ βλέμμα τους «εἰς τὰ ὄρη» τῆς Σιών (Ψαλ. ρκ΄ [120] 1). Στὸν Ψαλμὸ αὐτὸ ,τον 122ό, τὰ μάτια τοῦ εὐσεβοῦς Ἰουδαίου ἀτενίζουν ὑψηλότερα. Στρέφονται κατευθείαν στοὺς οὐρανούς. Ἀναφωνεῖ: «Πρὸς
σὲ ἦρα τοὺς ὀφθαλμούς μου τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ» (Ψαλ. ρκβ΄ [122]
1).
Ὁ Κύριος εἶναι βεβαίως πανταχοῦ παρών. Ὅμως στὸν οὐράνιο κόσμο φανερώνει περισσότερο τὴ δόξα Του, ἐκδηλώνει τὴ δύναμή Του καὶ καθιστᾶ αἰσθητότερη τὴν παρουσία Του.
Εἶπε ὅτι ὁ Θεὸς κατοικεῖ στὸν οὐρανὸ «οὐχ ὡς τόπῳ περιγραφόμενον, ἀλλ’ ὡς τὸν ἀοράτοις δυνάμεσι ταῖς τὸν οὐρανὸν οἰκούσαις ἐπευφραινόμενον»1 .
Ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρών, κατ’ ἐξαίρετον ὅμως τρόπο λέγεται ὅτι βρίσκεται στὸν ὑψηλότερο καὶ φωτεινότερο τόπο τοῦ σύμπαντος, ποὺ εἶναι ὁ οὐρανός. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Δαβὶδ ἀπευθύνθηκε πρὸς τὸν Θεό, «τὸν κατοικοῦντα ἐν τῷ οὐρανῷ». Γι’ αὐτὸ εὐσεβεῖς, ἀλλὰ καὶ ἀσεβεῖς σηκώνουν κατὰ τρόπο φυσικὸ τὰ χέρια καὶ τὸ βλέμμα στὸν οὐρανό, ὅταν μέλλουν νὰ ἐπικαλεσθοῦν τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ὁ οὐρανὸς θεωρεῖται ὡς τόπος προσδοκιῶν καὶ πηγὴ δυνάμεως. Οἱ ἄπιστοι ἀναρωτιοῦνται ἰδιαίτερα σὲ καιροὺς κρίσιμους γιὰ τοὺς πιστούς: «Ποῦ ἐστιν ὁ Θεὸς αὐτῶν» γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει; Ἀλλ’ ὁ πιστὸς λαὸς τοῦ Θεοῦ τοὺς ἀπαντᾶ: «Ὁ Θεὸς ἡμῶν ἐν τῷ οὐρανῷ καὶ ἐν τῇ γῇ πάντα, ὅσα ἠθέλησεν, ἐποίησε» (Ψαλ. ριγ΄ [113] 11). «Κύριος ἐν τῷ οὐρανῷ ἡτοίμασε τὸν θρόνον αὐτοῦ, καὶ ἡ βασιλεία αὐτοῦ πάντων δεσπόζει», ἀναφωνεῖ πάλι ὁ Δαβίδ (Ψαλ. ρβ΄ [102] 19).
Ἀλλὰ καὶ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος βεβαιώνει τὴν ἁπανταχοῦ παρουσία καὶ τὴν παγγνωσία Του λέγοντας: «Μὴ οὐχὶ τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν ἐγὼ πληρῶ;» (Ἱερ. κγ΄ [23] 24)· μήπως Ἐγὼ δὲν εἶμαι Ἐκεῖνος, ὁ Ὁποῖος γεμίζει μὲ τὴν ἄπειρη καὶ ἁπανταχοῦ παρουσία Του τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ γῆ; Καὶ σχολιάζει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Παρὼν ἐγώ εἰμι· πανταχοῦ πάρειμι», λέγει ὁ Θεός, ποὺ εἶναι ἀναμφισβήτητη ἀπόδειξη ὅτι τὰ πάντα γνωρίζει. Διότι ὅπως ἀκριβῶς τὸ φῶς ὑπάρχει παντοῦ, ἔτσι καὶ ὁ Θεός2. Λέγεται, τονίζει πάλι τὸ χρυσὸ στόμα, ὅτι ὁ Θεὸς κατοικεῖ στὸν οὐρανό, ὄχι ἔπειδὴ περιορίζεται σὲ κάποιον τόπο, ἀφοῦ Αὐτὸς γεμίζει τὰ πάντα, ἀλλὰ μᾶλλον ἐπειδὴ ἐπαναπαύεται στὶς ἀγγελικὲς δυνάμεις ποὺ ὑπάρχουν ἐκεῖ. Ἐξάλλου λέγεται ὅτι κατοικεῖ καὶ μέσα στοὺς ἀνθρώπους· «ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς (θὰ κατοικήσω μέσα στοὺς ἀνθρώπους) καὶ ἐμπεριπατήσω» (Β΄ Κορ. ς΄ 16). «Ἰδού», συνεχίζει ὁ Ψαλμωδός, «ὅπως τὰ μάτια τῶν δούλων εἶναι προσηλωμένα στὰ χέρια τῶν κυρίων τους, καὶ τὰ μάτια τῆς δούλης στὰ χέρια τῆς κυρίας της, γιὰ νὰ πάρουν ἀπ’ αὐτοὺς κάθε ἐντολή, ἔτσι καὶ τὰ δικά μας μάτια εἶναι στραμμένα μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ εὐλαβικὴ ἐγκαρτέρηση “πρὸς Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν”, μέχρι νὰ μᾶς σπλαχνισθεῖ καὶ νὰ μᾶς ἐλεήσει» (Ψαλ. ρκβ΄ [122] 2). Συνεχίζεται στὸ στίχο αὐτὸ ἡ ἴδια εἰκόνα τοῦ προηγούμενου στίχου. Στὴν Ἀνατολὴ οἱ δοῦλοι στέκονταν ὄρθιοι σὲ κάποια ἀπόσταση ἀπὸ τοὺς κυρίους τους μὲ προσηλωμένα τὰ βλέμματά τους στὰ χέρια τῶν κυρίων τους γιὰ νὰ δεχθοῦν διαταγή, τροφή, μισθὸ κ.τ.ὅ. Ἔτσι τώρα καὶ ὁ Ἰσραήλ, ὡς ὑπηρέτης τοῦ Κυρίου τῶν κυρίων, ἐξαρτᾶ κάθε κίνησή του, γενικὰ τὸ μέλλον του, τὸ ἔλεος, τὴ βοήθεια, τὴν προστασία, τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεὸ στὶς δυσκολίες καὶ τὶς θλίψεις του. Ὤ! ἡ θλίψη! Πόσο εὐεργετικὴ εἶναι στὸν ἄνθρωπο ποὺ ξέρει νὰ τὴν ἐκμεταλλευθεῖ! Βλέπεις, λέει ὁ χρυσολόγος Πατέρας, ὅτι παντοῦ εἶναι καταφανὴς ἡ ὠφέλεια τῆς αἰχμαλωσίας. Διότι ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν πάντοντε ἀφοσιωμένοι στὰ κοσμικὰ καὶ εἶχαν ἐμπιστοσύνη στὴ συμμαχία τους μὲ τοὺς Ἀσσυρίους καὶ Αἰγυπτίους καὶ στὰ τείχη καὶ στὸν πλοῦτο, ἀφοῦ ἀπομάκρυναν τοὺς ἑαυτούς τους ἀπὸ ὅλα αὐτά, καταφεύγουν στὸ ἀκαταμάχητο χέρι, εἶναι ἀφοσιωμένοι σ’ ἐκείνη τὴν ἐλπίδα καὶ ἀποκτοῦν ὑψηλὸ φρόνημα· καὶ ἀφοῦ ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴν πατρίδα καὶ ἔπαυσαν νὰ ἀσχολοῦνται μὲ τὸ Ναό, ἐπειδὴ τὸν κατέστρεψαν ἄλλοι, ἐπικαλοῦνται τώρα τὸν Θεὸ ἀπὸ τὸν οὐρανό (...). Κοίταξε πῶς ἐκεῖνοι τοὺς ὁποίους πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ἄκουγαν τὴν πρόσκληση αὐτὴ μὲ κάποια ἀηδία καὶ ἀδιαφορία, αὐτοὶ οἱ ἴδιοι ἔγιναν τώρα τόσο καλύτεροι λόγῳ τῆς συμφορᾶς, ὥστε νὰ μὴ θέλουν νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ Αὐτόν, ἀλλὰ νὰ παραμένουν, νὰ ὑπηρετοῦν καὶ νὰ ζητοῦν τὰ δικά Του. Λέγουν «ἕως οὗ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς». Δὲν εἶπαν· μέχρις ὅτου μᾶς πληρώσει τὸν μισθό, τὴν ἀμοιβή, ἀλλὰ μέχρι νὰ μᾶς σπλαχνισθεῖ καὶ νὰ μᾶς ἐλεήσει. Καὶ τὸ δίδαγμα τοῦ ἱεροῦ Πατρός: Καὶ σύ, λοιπόν, ἄνθρωπε, περίμενε συνεχῶς, ἔστω κι ἂν λάβεις, ἔστω κι ἂν δὲν λάβεις. Ἐὰν δὲν λάβεις, μὴν ἀπομακρυνθεῖς, καὶ ὁπωσδήποτε θὰ λάβεις. Διότι, ἂν ἐκεῖνο τὸν σκληρὸ ἄρχοντα τὸν λύγισε ἡ ἐπιμονὴ τῆς χήρας (βλ. Λουκ. ιη΄ [18] 1-8), ποιὰ συγγνώμη θὰ ἔχεις ἐσύ, ποὺ τόσο γρήγορα ἀπομακρύνεσαι, ἀδιαφορεῖς καὶ μουδιάζεις; Δὲν βλέπεις πῶς οἱ δοῦλες εἶναι ἀφοσιωμένες στὶς κυρίες τους χωρὶς νὰ ἀφήνουν νὰ πλανῶνται ἔξω ἡ σκέψη καὶ τὸ μάτι3 ;
Πρὸς τὸν Κύριο λοιπόν, ποὺ εἶναι πανταχοῦ παρών, ἀλλὰ στοὺς οὐρανοὺς φανερώνει περισσότερο τὴ δόξα Του καὶ ἐκδηλώνει τὴ δύναμή Του καὶ καθιστᾶ αἰσθητότερη τὴν παρουσία Του, ἂς ὑψώνουμε τὸ βλέμμα τῆς ψυχῆς μας μὲ ἐξάρτηση καὶ εὐπείθεια, μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα, ὅπως παλαιὰ οἱ δοῦλοι στὰ χέρια τῶν κυρίων τους. Ἄλλωστε ὁ Κύριός μας δὲν εἶναι αὐθαίρετος, ἰδιοτελὴς καὶ τυραννικός. Εἶναι γεμάτος ἀγάπη καὶ ἀγαθοσύνη καὶ ἀποβλέπει στὴν αἰώνια σωτηρία μας. Γι’ αὐτὸ ἂς ἐξαρτοῦμε τὰ πάντα ἀπὸ Αὐτόν, ταπεινά, ἀρνούμενοι τὸ δικό μας θέλημα, μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὴν ἀγαθότητα καὶ σοφία Του «ἕως οὗ οἰκτειρῆσαι ἡμᾶς».
1. ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥ, Ἑρμηνεία εἰς Ψαλ. ρκβ΄ [122], PG 80, 1881D.
2. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς τὸν προφήτην Ἰερεμίαν, PG 64, 948. 3. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς ΡΚΒ΄ [122], PG 55, 351-352.
† Νικ. Π. Βασιλειάδη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου