19 Ιανουαρίου, 2024

Βίοι Αγίων Φωτισμένων Μορφών της Ορθοδοξίας

Ioannis Zachos
Για τη μητέρα της Θεοτόκου Άννα, δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό τα Ευαγγέλια, ούτε τα υπόλοιπα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Σύμφωνα όμως με την παράδοση της Εκκλησίας, ο Ιερέας Ματθάν, κάτοικος της Βηθλεέμ, απέκτησε τρεις θυγατέρες: τη Μαρία, τη Σοβή και την Άννα.
Η Μαρία, αφού παντρεύτηκε στη Βηθλεέμ, γέννησε εκεί την Ελισάβετ, τη μητέρα του Ιωάννη του Βαπτιστή.
Η Άννα παντρεύτηκε τον Ιωακείμ από τη Γαλιλαία. Μετά από πολλά χρόνια ατεκνίας, απέκτησε κόρη, την Παρθένο Μαρία.
Η παράδοση αναφέρει ότι οι γονείς της την αφιέρωσαν στην υπηρεσία του Ναού της Ιερουσαλήμ, σε ηλικία τριών ετών. Αυτοί δε μετά από λίγα χρόνια πέθαναν.
Την Αγία Άννα τιμούσαν από τα αρχαία χρόνια. Το συμπεραίνουμε αυτό από διάφορους Πατέρες της Εκκλησίας, αλλά και από αρχαίους εκκλησιαστικούς ύμνους, που υπάρχουν προς τιμήν της μητέρας της Θεοτόκου. Επίσης, το έτος 550 μ.Χ., ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός, προς τιμήν της Αγίας Άννας, αφιέρωσε ναό στην Κωνσταντινούπολη.

Ορθόδοξα παιδιά του Χριστού on Viber

Πόση δύναμη ἔχει και τό λάδι ἀπό τό καντήλι τῆς Θεοτόκου; Οταν ὁ ἅγιος Νήφων ἤθελε νά κοιμηθεῖ λίγο, ἔστρωνε κοφτερές πέτρες στή γῆ καί πάνω τους ἔριχνε ἕνα σάγισμα. Ὕστερα ἔψαλλε νεκρώσιμα τροπάρια, σά νά ἑτοίμαζε τόν ἑαυτό του γιά ταφή, αλειφόταν με λάδι από το ακοιμητο καντήλι κι ἔλεγε τέσσερα ἀποστολικά καί τέσσερα εὐαγγελικά ἀναγνώσματα, ὅλα ἀπ’ ἔξω. Ἔτσι ἔπεφτε νά κοιμηθεῖ, βάζοντας ἕνα λιθάρι γιά προσκεφάλι καί σταυρώνοντας τρεῖς φορές τό στρωσίδι του. Συχνά τή νύχτα τοῦ ἔκαναν ἐπίθεση οἱ δαίμονες καί δέν τόν ἄφηναν νά κοιμηθεῖ. Ἐκεῖνος τότε, μέ δύναμη θεϊκή, ἅρπαζε τό ραβδί του καί τούς χτυποῦσε ἄγρια, βρίζοντάς τους καί χλευάζοντας τήν ἀδυναμία τους. Οἱ δαίμονες εἶχαν ἀπελπιστεῖ μαζί του.

-Τί θά κάνουμε μ’ αὐτόν τόν σκληροτράχηλο, ἔλεγαν μεταξύ τους, πού μᾶς χτυπάει καί μᾶς βρίζει καί ρεζιλεύει τό σόι μας;

Μιά νύχτα εἶχε πάρει λιγάκι ὁ ὕπνος τόν δοῦλο τοῦ Θεοῦ. Ξαφνικά, φάνηκε ὁ διάβολος κρατώντας μιάν ἀξίνα! Τήν σήκωσε ψηλά γιά νά τόν χτυπήσει, μά πρίν προλάβει νά τήν κατεβάσει, κυριεύτηκε ἀπό φρίκη καί τρόμο, τραβήχτηκε πίσω καί χάθηκε σάν καπνός, ξεφωνίζοντας καί κάνοντας μεγάλο θόρυβο, ἐνῶ ὁ Νήφων, ξύπνος πιά, τόν ἄκουσε νά τρίζει τά δόντια καί νά λέει:

-Ἄχ, Μαρία! Ἐσύ, ὅπως πάντα, μέ καῖς! Ἐσύ, πού προστατεύεις αὐτό τό ἀγύριστο κεφάλι!

Ἀπο τά θυμωμένα ἐκεῖνα λόγια τοῦ σατανᾶ, ὁ δίκαιος κατάλαβε ὅτι ἡ Παναγία τόν ὑπερασπιζόταν καί τόν σκέπαζε μέ τήν χάρη της, ἐπειδή κάθε βράδυ, πρίν κοιμηθεῖ συνήθιζε νά παίρνει λάδι ἀπ’ τό καντήλι της καί ν’ ἀλείφεται μέ πολλή εὐλάβεια στό μέτωπο, στόν αὐχένα, στήν καρδιά καί σ’ ὅλα του τά αἰσθητήρια. Ἡ μυστική δύναμη, πού εἶχε τό ἅγιο ἐκεῖνο λάδι, ἔτρεφε τόν διάβολο σέ φυγή.

Ἀπό τότε, διαπιστώνοντας τήν δύναμη πού ἔχει τό λάδι ἀπό τό καντήλι τῆς Θεοτόκου καί τῶν ἁγίων, συμβούλευε τούς γνωστούς του νά παίρνουν κάθε βράδυ ἀπ’ αὐτό, ν’ ἀλείφονται μέ πίστη καί μετά νά κοιμοῦνται.

από το βιβλίο «Ἕνας Ἀσκητής Ἐπίσκοπος, Ὅσιος Νήφων Ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς»

Ο Άγιος Σπυρίδων
Το σώμα του Αγίου Σπυρίδωνα έχει σταθερή θερμοκρασία 36,6 βαθμούς. Μεγαλώνουν τα μαλλιά και τα νύχια του. Και το πιο περίεργο είναι ότι τα ρούχα που του φοράνε, αλλάζουν κάθε έξι μήνες, γιατί φθείρονται, σαν να τα έχουν βάλει στο ποτάμι. Ο κάτοχος της λειψανοθήκης είπε ότι υπήρχαν περιπτώσεις που το κλειδί απλά δεν μπορούσε ν’ ανοίξει την κλειδαριά της θήκης. Και τότε οι ιερείς ξέρουν ότι ο άγιος απλά δεν είναι στη λειψανοθήκη, περπατάει στο νησί. Επιστήμονες απ’ όλο τον κόσμο προσπάθησαν να ερευνήσουν το φαινόμενο των άφθαρτων λειψάνων του Αγίου Σπυρίδωνα και η εκκλησία δεν τους εμπόδισε. Ωστόσο, βιοφυσικοί και βιοχημικοί, αφού μελέτησαν τα λείψανα του αγίου, σήκωσαν μόνο τα χέρια ψηλά. Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση, εκτός από θαύματα, που πολύ συχνά βλέπουν οι επισκέπτες του νησιού της Κέρκυρας.

Ο άγιος Σπυρίδων ήτο προστάτης των φτωχών, πατέρας των ορφανών, δάσκαλος των αμαρτωλών. Και είχε τέτοια Αγιότητα, που του δόθηκε η Χάρη άνωθεν, να κάνει πολλά θαύματα και ως εκ τούτου, ονομάσθηκε Θαυματουργός! Mε την προσευχή Του μάζευε τα σύννεφα κι έβρεχε σε καιρό ξηρασίας, γιάτρευε τις αρρώστιες, “τιμωρούσε” τους πονηρούς ανθρώπους, όπως έκανε με κάποιους μαυραγορίτες που γκρέμνισε θαυματουργικά τις αποθήκες τους, όπου φυλάγανε το σιτάρι, ενώ ο κόσμος πέθαινε από την πείνα και καταπλακωθήκανε μαζί με το σιτάρι. Εζούσε με τόση φτώχεια, που σαν επήγε κάποτε ένας φτωχός να τον βοηθήσει γιά να πληρώσει κάποιο χρέος του, δεν είχε να του δώσει τίποτα και με θαύμα έκανε μαλαματένιο ένα φίδι, που ευρέθηκε σ’ εκείνο το μέρος και το έδωσε στον πτωχό κι εκείνος το έλιωσε και πλήρωσε το χρέος του! Άλλη φορά πάλι, έγινε κατακλυσμός και τα ποτάμια ξεχειλίσανε και πλημμύρισε η Χώρα και ο Άγιος Σπυρίδων προσευχήθηκε και τραβήχτηκαν τα νερά και στέγνωσε ο τόπος!

Φώτης Κόντογλου

Σύναξις τοῦ Τιμίου Προδρόμου

Δόξα στόν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Βαπτιστή, διότι ἐκπλήρωσε τὸ Εὐαγγέλιο πρὶν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Εὐαγγελίου! Εἰσερχόμενος στήν ἔρημο, παρέδωσε τὸν ἑαυτὸ του τελείως στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ψυχή τε καὶ σώματι. Οὔτε πεῖνα, οὔτε ἄγρια θηρία ἔβλαψαν τὸ σῶμα του κατὰ τήν διάρκεια τόσων ἐτῶν πού ἔζησε στήν ἔρημο. Ἡ ψυχὴ του δέν τρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀπελπισία λόγῳ τῆς μοναξιᾶς, οὔτε ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια στήν θέα οὐρανίων ὁραμάτων Ὁ Θεὸς τοῦ ἔδινε ὅλα ὅσα τοῦ χρειάζονταν, γιατὶ ὁ ἴδιος παρέδωσε τελείως τὸν ἑαυτὸ του στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Οταν ἦταν ἀπαραίτητο γι’ αὐτὸν νά βγεῖ ἀπὸ τὴν ἔρημο καὶ νά πάει νά συναντήσει τὸν Κύριο, τότε, ὅπως ῥητὰ ἀναφέρεται: «ἐγένετο ῥῆμα Θεοῦ ἐπὶ Ἰωάννην» (Λουκ. 3: 2). Σὰν ἀθῶος νέος, ὁ Ἰωάννης μίλησε ἁπλᾶ γιά τὴν ἐπικοινωνία του μέ τίς δυνάμεις τοῦ Οὐρανοῦ: «Κἀγὼ ἑώρακα καὶ μεμαρτύρηκα ὅτι οὗτός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ» (Ἰωάν. 1: 33-34).

Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Ο αληθινά Μεγάλος
Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος με το κήρυγμά του και τη ζωή του έγινε υπόδειγμα ζωής και προσφοράς. Κάθε του κίνηση είναι μία αποκάλυψις πρωτοτυπίας και ζωντάνιας. Είναι υπόδειγμα για κάθε ομιλητή του θείου λόγου για όλες τις εποχές και όλες τις μορφές κοινωνικού βίου. Είναι υπόδειγμα λιτότητος στη βαρυφορτωμένη υλιστική εποχή μας. Είναι υπόδειγμα ελευθερίας. Δεν δεσμεύεται ούτε από την ύλη, ούτε από τους ανθρώπους, ούτε ακόμη και από αυτήν την παρούσα ζωή. Ελευθερότερος Ιωάννου δεν ξέρω ποιος άλλος μπορεί να υπήρξε. Είναι υπόδειγμα πίστεως και αφιερώσεως στον Θεό. Είναι υπόδειγμα βαθιάς αρετής και πνευματικότητος. Όντως ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής είναι ο «μείζων ἐν γεννητοῖς γυναικῶν». Οι λαμπηδόνες λοιπόν της ζωής του ας φωτίζουν και την δική μας ζωή στην δύσκολη και σκοτεινή εποχή στην οποία ζούμε. Αμήν.

† π. Αθανάσιος Μυτιληναίος

Ο π. Φιλάρετος, Ηγούμενος της Μονής Κωνσταμονίτου, είχε διορατικό χάρισμα. Όταν εξομολογούσε, ενίοτε έλεγε:
- «Ναι, καλά, αλλά εκείνο που πήρες, να το επιστρέψεις. Εκείνο που έκανες δεν σκέφθηκες να το εξομολογηθείς».
Πολλούς, που πρώτη φορά έρχονταν να εξομολογηθούν, τους αποκαλούσε με τα ονόματά τους. Επίσης είχε καλλιεργήσει και την νοερά προσευχή. Όταν γέρασε και δεν μπορούσε ν' ανέβη τις σκάλες, περίμενε στο πρώτο σκαλοπάτι και κατόπιν σαν πουλί ανέβαινε επάνω, σαν να τον σήκωνε κάποιος άγγελος. Ένα βράδυ που συνέβη το ίδιο, ο π. Χερουβείμ Κωνσταμονίτης τον άκουσε να λέει: «Σε κουράζω κι εσένα Άγγελέ μου»!
~~~~~
Κάποτε, είχε επισκεφθεί την Ι. Μονή Κωνσταμονίτου ένας έφεδρος Αξιωματικός κατά το 1950. Ο παπά – Φιλάρετος τον φώναξε από μακριά με το όνομά του και του είπε και μια περιπέτεια που είχε, τον συμβούλευσε και τον παρηγόρησε. Ο Αξιωματικός τα ’χασε! Είχε συγκλονισθεί από το διορατικό χάρισμα του Γέροντα και του είπε με ευλάβεια:
-Γέροντα, μόλις απολυθώ θα γίνω Μοναχός.
Ο πατήρ απάντησε:
-Να γίνεις παιδί μου, αλλά όχι σ’αυτό το Μοναστήρι, γιατί θα σου συμβεί πειρασμός μετά από τρία χρόνια με τον Γραμματέα.
Ο Γέροντας προέβλεπε και μετά από τρία χρόνια έναν πειρασμό που θα συναντούσε! Όταν λοιπόν ο αξιωματικός απολύθηκε από τον Στρατό, ο παπα–Φιλάρετος τον συμβούλευσε και τον έστειλε σε άλλη Μονή, όπου κι έγινε Μοναχός. Αλλά κάθε μήνα πήγαινε και συμβουλευόταν τον άγιο Γέροντα.
Μια μέρα που τον είχε επισκεφθεί, τον βρήκε καθισμένο σε μια άκρη του κελλιού του να πιάνει το κεφάλι του. Ο πατήρ Ανανίας (ο πρώην αξιωματικός) τον αγκάλιασε με πόνο και τον ρώτησε:
-Τί έχεις Γέροντα; Τί έπαθες;
Και ο Γέροντας απήντησε στενοχωρημένος:
-Τέκνον μου Ανανία, ουδένα πειρασμό είχα σήμερα, εγκατάλειψις Θεού!
Ο Αθλητής του Χριστού Παπα – Φιλάρετος ήθελε να παλεύει κάθε μέρα με τους πειρασμούς για να στεφανώνεται από τον Χριστό!
Άλλη φορά πάλι είχε ιδεί έναν λαϊκό και του λέει:
-Ε κακομοίρη μου, εσύ δεν πάσχεις από σωματική αρρώστια. Άδικα καταξοδεύτηξες στους γιατρούς. Εσένα ο σερσέμης (δηλ. ο δαίμονας) σε βασανίζει.
Εκείνος του είπε:
-Κάνε προσευχή Γέροντα, ν’ απαλλαχτώ.
Και ο Παπα – Φιλάρετος του απάντησε:
-Θα κάνω εγώ προσευχή παιδί μου αλλά κι εσύ να νηστέψης, γιατί έτσι μόνο φεύγει το δαιμόνιο, με νηστεία και προσευχή, το είπε ο Χριστός μας.
Ο βασανισμένος άνθρωπος έκανε υπακοή και έγινε καλά με την νηστεία που έκανε ο ίδιος και την νηστεία και προσευχή του Αγίου Γέροντα.
Στα τελευταία του πια, ο παπά – Φιλάρετος είχε ωριμάσει πνευματικά και γνώριζε όχι μόνο τις καρδιές και τους λογισμούς των ανθρώπων, αλλά ακόμη και στις τσέπες τι είχαν!

Οσία Σοφία, η ασκήτρια της Κλεισούρας

- Να είστουνε (είστε) καλά. Χαράν να έσετε (έχετε)!

- Να μετανοάτε, παιδία μου... Να ευτάτε προσευχήν... Νύχταν και ημέραν... οπού περπατείτε, οπού ευρίουστουν (ευρίσκεστε), οπού στέκουστουν, πάντα να λέτε «Χριστέ μ’, να ελεήσ’ με! Με γλυκόν γλώσσαν να μιλάτε με τον Θεόν, να φτάτε προσευχήν».

- «Μου είπε η Παναγία πώς εκείνα πού είναι στα Ιερά Βιβλία των εκλεκτών του Υιού μου, έρχονται όλα με τη σειρά να γίνουν. Τρίτος πόλεμος θα γίνη... Θα καταστραφούν τα τρία τέταρτα της ανθρωπότητας... Θα σωθή μόνο το ένα τέταρτο...

Συμβούλευε:

- «Να έχουμε Αγάπη, ταπείνωση και υπομονή στους πειρασμούς.

- Υπερηφάνεια άσκεμον πράγμα... ρούζ την ψην σην κόλασιν...

Της είπε η Παναγία:

- Να μιλάς... Να λες για τα κοντά φουστάνια... Να λες για την αποστασία... Να κηρύττεις μετάνοια!... Να μην φορούν άσεμνα φορέματα στην Εκκλησία... Να ‘χουν ταπεινό ντύσιμο.

- Να ‘στε προσεκτικές... Όχι κοντά μανίκια, όχι κοντά μαλλιά. Η Παναγία χωλιάσκεται (θυμώνει)...

- Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησε τον κόσμο σου και ύστερα εμάς!... Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησέ μας....

«Η Ελλάδα, αν κρατήση την πίστι, θα σωθή από το κακό πού πρόκειται νάρθή. Αν όμως δεν κρατήσει την πίστη, θα καταστραφεί... Θα πέσουν όλοι οι δαίμονες επάνω της... Θα ’ρθή το κακό και θα χωρίση το στάρι απ’ την ήρα, τα πρόβατα απ’ τα ερίφια... Αν ο κόσμος μετανοήση, θα πάρουμε την Πόλη με Αγάπη... Αν δεν μετανοήση, θα την πάρουμε με αίμα... Να ‘χετε φόβον Θεού... Να ‘χετε Αγάπη... Να ‘χετε ευσπλαχνία.

Με βλέπεις εδώ πού είμαι τόσα χρόνια; Εδώ με παλεύουν τρία δαιμόνια... Το ένα της απιστίας... Το άλλο δαιμόνιο είναι της ακηδίας... Το τρίτο δεν το ενθυμούμαι, ίσως της άνθρωπαρεσκείας...

Έλεγε επίσης η Ασκήτρια της Κλεισούρας:

- Η ψή ’μ (ψυχή μου) καίεται για τον Χριστό!... Δεν μου αποκαλύπτει ο Θεός αμαρτήματα... Μόνο στο πρόσωπο του ανθρώπου βλέπω, ή φως, ή σκότος. Και δυστυχώς οι περισσότεροι είναι σκοτία... Είδες;... Άκουσες;... Κλειδί στο στόμα!...

Βιβλίο "Ο Θεός είναι μαζί μας. Εμείς είμαστε μαζί Του;"

Στά σαράντα τέσσερά μου χρόνια, ὁ Θεός μοῦ φανέρωσε αὐτό πού θά μέ κράταγε μέχρι τέλους τῆς ζωῆς μου σταθερό στή στενή καί τεθλιμμένη ὁδό, πού εἶχα ἐπιλέξει:

Τό τῆς "ἀτιμίας πόμα καθάρσιον", πού λέει καί ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης.

Ἀπό τότε μέχρι τήν τελευταία μου ἀναπνοή, οὔτε στιγμή δέν μ' ἄφησε ἡ συκοφαντία, ἡ προσβολή, ἡ περιφρόνηση. Δέν θέλω νά σοῦ μιλήσω οὔτε γιά περιστατικά, οὔτε γιά πρόσωπα. Μπορεῖ νά σέ σκανδαλίσω μέ λογισμούς ἀγανάκτησης καί κατάκρισης. Δέν θά μπορέσεις ἔτσι νά καταλάβεις, ὅτι καί τή συκοφαντία καί τήν προσβολή καί τήν περιφρόνηση ἔφτασα νά τ' ἀγαπήσω. Ἀπορεῖς; Κι ὅμως, ἔμαθα νά τά βλέπω σάν τά καρφιά τοῦ σταυροῦ μου. Αὐτή ἦταν ἡ ὁδός τῆς ἀνάστασής μου. Νά ΄ναι εὐλογημένο. Μέ μάθαν ν΄ ἀγαπῶ, ἀπαλλαγμένος ἀπό τήν ἀγωνία νά ἀρέσω, νά γοητεύω, νά τιμῶμαι. Μέ μάθαν νά στρέφω τό βλέμμα στούς ταπεινούς καί καταφρονεμένους, στούς ἁπλούς, καθημερινούς καί ἀνώνυμους ἀνθρώπους, στό χρυσάφι τῆς γῆς.

Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως

Ο διορατικός Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης
Μία φορά που πήγα στο Μοναστήρι –διηγείται η κ. Μαρία Φούκα-Ρουμπάνη – εκεί έξω στην αυλή ήταν ο π. Ιάκωβος και του είπα:

- «Πατέρα Ιάκωβε, σας παρακαλώ, μπορείτε να κάνετε μία προσευχή για την οικογένεια του αδελφού μου; Η νύφη μου (η γυναίκα του αδελφού μου) είναι πολύ μακριά διορισμένη και ο αδελφός μου δυσκολεύεται. Είναι μόνος του με το παιδί του. Βοηθάει και η μητέρα μου, αλλά είναι σε μεγάλη ηλικία. Δεν μπορεί να πάρη μετάθεση να έλθη κοντά στο σπίτι της, στον άντρα της και στο παιδί της, γιατί έχει δικαίωμα για μετάθεση μετά από δύο χρόνια. Αυτή είναι διορισμένη μόνο έναν χρόνο και δεν έχει δικαίωμα για μετάθεση. Τι λέτε εσείς, Γέροντα;»

Και ο π. Ιάκωβος μου λέει:

-«Καλά παιδί μου, δεν βλέπεις εδώ τώρα, που είναι δίπλα μας ο όσιος Δαυΐδ και σου λέει να μην στενοχωριέσαι, γιατί η νύφη σου θα έχη από εφέτος δικαίωμα και μ’ ένα χρόνο να ζητήση μετάθεση; Ο όσιος Δαυΐδ σου λέει τώρα ότι θα πάρη μετάθεση εφέτος η νύφη σου και θα έλθη πιο κοντά στο σπίτι της».

Και πράγματι! Μετά από μερικούς μήνες άλλαξε ο νόμος και είχαν δικαίωμα οι Δημόσιοι υπάλληλοι και μ’ ένα χρόνο διορισμένοι να πάρουν μετάθεση. Η νύφη μου πήρε μετάθεση και ήλθε πιο κοντά στο σπίτι της! Επαληθεύτηκαν τα λόγια του π. Ιακώβου.

Μία φορά που πήγαινα στο Μοναστήρι του Οσίου Δαυΐδ, μία φίλη μου μου έλεγε τα εξής: «Πηγαίνοντας στο Μοναστήρι, σκέφτηκα κάτι ν’ αγοράσω από την Λίμνη Ευβοίας. Να μην αγοράσω καφέ και ζάχαρη που συνήθως πάνε οι περισσότεροι άνθρωποι ή γλυκά, ν’ αγοράσω κάτι άλλο. Αγόρασα λοιπόν, μία τσάντα με σταφύλια. Σκέφτηκα ότι κανείς δεν θα είχε πάει σταφύλια στο Μοναστήρι. Όταν λοιπόν έφτασα στο Μοναστήρι, μπαίνω στην τραπεζαρία για ν’ αφήσω την τσάντα με τα σταφύλια. Την ώρα εκείνη μέσα στην τραπεζαρία ήταν ο π. Ιάκωβος με άλλους προσκυνητές και έτρωγαν. Τα έχασα, γιατί πάνω στην τραπεζαρία ήταν ένας σωρός σταφύλια που είχαν φέρει και άλλοι προσκυνητές. Τότε σκέφτηκα πόσο μεγάλο λάθος έκανα που αγόρασα σταφύλια! Την σκέψη μου αυτή την διάβασε ο π. Ιάκωβος, ο οποίος γύρισε προς τους άλλους και είπε:

- «Μερικοί άνθρωποι έρχονται εδώ στο Μοναστήρι και φέρνουν κάτι, π.χ. σταφύλια και στενοχωρούνται, γιατί πριν από αυτούς έφεραν και άλλοι σταφύλια! Αλλά όσα σταφύλια και να φέρνουν μας χρειάζονται, διότι από εδώ περνάει πολύς κόσμος καθημερινά και χρειάζονται για να τους φιλεύουμε. Τίποτα δεν πάει χαμένο».

Έτσι η φίλη μου πήρε την απάντησή της από τον Γέροντα, ότι άδικα στενοχωρέθηκε. Το αξιοσημείωτο είναι ότι η φίλη μου κρατούσε την τσάντα με τα σταφύλια κλειστή. Δεν την άνοιξε και κανένας δεν γνώριζε το περιεχόμενο της τσάντας. Μόνον ο π. Ιάκωβος με το χάρισμα που είχε, είδε το περιεχόμενο της τσάντας και διάβασε την σκέψη της φίλης μου.

Μία κυρία είχε ένα παιδάκι μικρό, που του άρεσε συνεχώς να ψάλλη και να λέη την λέξη «αλληλούϊα».

Όταν κάποτε πήγε στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυΐδ και την είδε ο π. Ιάκωβος, που την έβλεπε κι αυτός για πρώτη φορά και αυτή για πρώτη φορά, της είπε:

- «Τι κάνει το παιδάκι σου; Τι χαριτωμένα που ψάλλει το «αλληλούϊα, αλληλούϊα!».

Η κυρία τα ‘χασε με το χάρισμα του Γέροντα που τα έβλεπε όλα!

Από το βιβλίο «Ο Γέρων Ιάκωβος (Διηγήσεις – Νουθεσίες – Μαρτυρίες)» Γ΄


Αθανάσιος Τριαρίδης (1966-2013): Ο καρκινοπαθής γιατρός που το πρωί έκανε χημειοθεραπείες, στη συνέχεια χειρουργούσε και τα απογεύματα έκανε εθελοντικά εξωτερικά ιατρεία για όλους, χωρίς βιβλιάριο, χωρίς ραντεβού, δωρεάν!

Ο γιατρός του Θεαγενείου στη Θεσσαλονίκη, ΑΘανάσιος Τριαρίδης είχε δημιουργήσει έναν ιδιότυπο αστικό θρύλο. Για 9 χρόνια έμοιαζε με «έναν υπερ-ήρωα της ιατρικής». Ήταν ο άνθρωπος με την μαγνητική προσωπικότητα, την εμμονική ανιδιοτέλεια, ο άνθρωπος που ήξερε την μυστική συνταγή για το χάπι κατά του φόβου.

Ο Αθανάσιος Τριαρίδης ήταν καρκινοπαθής, αλλά και γιατρός του Θεαγενείου. Τα πρωινά έκανε τις πιο βαριές χημειοθεραπείες, αμέσως μετά έμπαινε στα χειρουργεία να χειρουργήσει τους ασθενείς του και στην συνέχεια, πήγαινε στα εξωτερικά ιατρεία για να εξετάσει εκατοντάδες αρρώστους που τον περίμεναν. Για να μην αφήσει κανέναν χωρίς εξέταση, έβαζε εθελοντικά εξωτερικά ιατρεία το απόγευμα, μέχρι αργά το βράδυ. Ενώ, λόγω της αρρώστιας του, μπορούσε να πάρει ατέλειωτες άδειες, αυτός πολλαπλασίαζε τις ώρες της δουλειάς του. Όσοι ακούγανε την φήμη, υπέθεταν πως είναι ψέμματα, πως είναι μια υπερβολή: Δεν μπορεί, έλεγαν, να υπάρχει κάποιος άνθρωπος που αντέχει αυτό το πρόγραμμα, μετά από μια χημειοθεραπεία. Κι έπειτα μια δεύτερη πληροφορία διασταύρωνε την πρώτη φήμη και μια τρίτη την επικύρωνε.

Ο Αθανάσιος αναποδογύριζε τους νόμους της λογικής, δίνοντας σε όλους μας, στους καιρούς της παροντικής μικροψυχίας, ένα σπάνιο υπόδειγμα δοτικότητας, αλληλεγγύης και προσφοράς. Και όλα αυτά δίχως να διανοηθεί ποτέ να ζητήσει οποιοδήποτε αντάλλαγμα ή να το εξαργυρώσει με άλλον τρόπο. Ακόμη και όταν του φέρνανε διάφορα δώρα ευγνωμοσύνης (τρόφιμα ή κρασιά), εκείνος τα μοίραζε γελώντας στις νοσηλεύτριες, ή τα έδινε σε άλλους ασθενείς που είχαν ανάγκη.

Ὁ πατέρας μου, ἔλεγε ἡ Γερόντισσα Γαλακτία, ἦταν πολὺ θεοσεβής. Ὅταν τὸν καλοῦσαν σὲ δύσκολο περιστατικὸ σὰν γιατρό, γονάτιζε πάντα πρώτα στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας. Ἡ μάνα μου τοῦ φώναζε: «πήγαινε γιατρὲ γιατί δυσκολεύεται ὁ ἄρρωστος». Κὶ ἐκεῖνος νηφάλιος ἀπαντοῦσε: «πῶς θὰ πάω, ἂν δὲν πάρω φάρμακα ἀπὸ τὴν Ἀρχιγιάτρισσα»; (τὴν Παναγία). Ἔκανε περιοδεῖες στὰ χωριὰ τῆς περιφέρειάς του μὲ τὸ ἄλογο. Δύσκολες οἱ συνθῆκες. Δὲν εἶχαν οἱ ἄνθρωποι χρήματα καὶ πολλὲς φορὲς τοῦ ἔδιναν ἄχυρα. Ἡ μάνα μου, ὅταν ἐπέστρεφε, τοῦ ἔλεγε: «πάλι ἄχυρα ἔφερες;» κὶ ἐκεῖνος χαμογελώντας: «σώπα μπρὲ Ρηνιὼ. Ἔχομε τέσσερεις φοράδες (κόρες) καὶ πρέπει νὰ ταΐζουμε…».

Στὴν γερμανικὴ κατοχή, ὁ πατέρας μου ἦταν ὅμηρος τῶν Γερμανῶν μαζὶ μὲ ἄλλους ἐπίλεκτους Πομπιανούς. Δὲν ἔπρεπε νὰ ἀπομακρύνονται πολὺ ἀπὸ τὸ χωριὸ καὶ κάθε Σάββατο μεσημέρι ἔδιναν «παρὼν» στὴν κομαντατούρ. Ἦταν ἐκεῖ ποὺ ἦταν ἡ ἀστυνομία, δίπλα στὸν παλαιὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. Ἐκεῖ εἶναι σήμερα κτισμένη ἡ μεγάλη Ἐκκλησία. Ὅταν καθυστεροῦσαν νὰ ἐπιστρέψουν, ἡ μάνα μου μὲ ἔστελνε ἀνήσυχη: «πήγαινε παιδί μου νὰ δεῖς μὲ τρόπο ἀπ’ ἔξω γιατί ἀργοῦν». Ἐγὼ πήγαινα καὶ γονάτιζα στὸν Ἄη Γιώργη. Μὲ δάκρυα τὸν παρακαλοῦσα γιὰ τὸν ἀγαπημένο μου πατέρα καὶ ὅλους τοὺς ἄλλους. Κάποτε ἕνα διακριτικὸ ἄγγιγμα στὸ κεφάλι μὲ ξάφνιασε. Σήκωσα τὰ μάτια μου καὶ εἶδα ἔκπληκτη ἕναν νεαρὸ στρατιώτη μὲ ἀρχαία στολή. Μοῦ χαμογέλασε καὶ μοῦ εἶπε: «μὴ φοβᾶσαι! Ἡ Πόμπια καὶ ὁ πατέρας σου εἶναι στὰ χέρια μου!» κι ἔπειτα χάθηκε. Ἦταν ὁ Ἅγιος Γεώργιος! Δὲν τὸ εἶπα ποτέ. Τὸ λέω τώρα γιὰ δόξα δική Του.

† Γερόντισσα Γαλακτία

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης – οι τελευταίες του ώρες (1851-1911).

Ήταν 3 Ιανουαρίου 1911. Ὁ ἐξάδελφος τοῦ Παπαδιαμάντη διηγηματογράφος Ἀλέξανδρος Μωραϊτίδης διηγεῖται τίς τελευταῖες του ὧρες:

«Ὑπέφερε πολύ. Εἶχε καί παλμούς… Τήν παραμονή τοῦ ἁγίου Βασιλείου κατέβηκε στήν ἀγορά τοῦ νησιοῦ καί ἀγόρασε λίγα μπαρμπούνια, ἀπό ἐκεῖνα τά περίφημα μπαρμπούνια πού βγάζουν τά νερά μας. Τοῦ ἄρεσαν πολύ τά ψάρια. ‘Ὀψάρια, ἤτοι κατ’ ἐξοχήν ὄψα’! ἔλεγε ἐπεξηγῶν τό βυζαντινόν ὄνομα τοῦ ἰχθύος (τό ὄψον = ἡ τροφή, τό προσφάγι)…

Τά πῆγε λοιπόν στό σπίτι, τά ἔδωσε σέ μία ἀπό τάς ἀδελφάς του καί ἀπεσύρθη στό δωμάτιόν του. Ἔξαφνα ἀκούστηκε δοῦπος. Ἔτρεξαν καί βρῆκαν χάμου στό πάτωμα τόν καϋμένο τόν Ἀλέξανδρο. Τόν μετέφεραν στό κρεββάτι του. Τότε πιά ἐκατάλαβε ὅτι ἡ κατάστασίς του ἦτο ἄσχημη. Εἶπε:

– ‘Ἔ, θαρρῶ πώς εἶμαι γιά τό μεγάλο ταξίδι… Φέρτε τον παπᾶ’.

Ἡ ἀδελφή του ἡ Κυρατσώ, τόν ἐρώτησε:

– Νά φέρουμε τόν γιατρό, Ἀλέξανδρε;

– Ὄχι! τόν παπά νά φέρετε!

Σέ λίγο ἦλθε ὁ παπάς. Ὁ Ἀλέξανδρος ἀνασηκώθηκε κι ἐκάθησε στό κρεββάτι. Τοῦ εἶπε:

– Παπά μου, πεθαίνω! Νά μ’ ἐξομολογήσεις καί νά μέ μεταλάβεις…

(Μετά τήν ἐξομολόγηση) ὁ παπάς ἄνοιξε τό Εὐχολόγιό του νά διαβάσει μιά σύντομη εὐχή. Τότε ὁ Ἀλέξανδρος τόν παρεκάλεσε:

– Ὄχι αὐτή!… Τήν μεγάλη εὐχή θέλω, τοῦ ὁσίου Ἀνδρέου τῆς Κρήτης, πού εἶναι γιά ὅλα τά ἀνομήματα…

Καί ὁ παπάς τοῦ ἔκαμε τήν χάρη. Μέ σταυρωμένα τά χέρια ὁ μεγάλος μας συγγραφεύς, μέ σκυφτό κεφάλι, μέ ταπεινωμένη καρδιά, ἀκροαζότανε τήν ἐκτενῆ εὐχή και ψιθυριστά τήν ἐπανελάμβανε… Καί ὅταν ἔφυγε ἀπό τό σπιτάκι του ὁ ἱερεύς, ὁ καϋμένος ὁ Ἀλέξανδρος ἐπλάγιασε πάλι στό κρεββάτι του, γιά νά μήν ξανασηκωθεῖ. Δέν ἐγεύθη τά ἀγαπητά του μπαρμπούνια… Τά χείλη του ἐσάλευαν σέ ψαλμούς… Καί τήν 3ην Ἰανουαρίου 1911, ὅταν ἐκατάλαβε πώς ἔφθασε ἡ στιγμή νά παραδώσει τήν ὑστάτη πνοή του στά χέρια τοῦ Πλάστη, διέταξε τάς ἀδελφάς του ν’ ἀπομακρυνθοῦν. Ἔπειτα ἐγύρισε πρός τό μέρος τοῦ τοίχου καί ἐξέπνευσε, ὑπομέλπων τό τροπάριον τῆς Ἐνάτης Ὥρας τῶν Θεοφανείων: ‘Τήν χεῖρά σου τήν ἁψαμένην τήν ἀκήρατον κορυφήν τοῦ δεσπότου…’.

Τήν κηδείαν του παρηκολούθησαν μέ συντριβήν ὅλοι οἱ κάτοικοι τοῦ νησιοῦ…».

Αιωνία του η μνήμη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου