12 Μαρτίου, 2024

Ἀσκητὲς μέσα στὸν κόσμο Κυριᾶκος, ὁ παράλυτος (τελευταίο μέρος)

Ἐνῶ στήν ἀρχή ἔρχονταν οἱ Ἱερεῖς τῆς ἐνορίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου (στόν Ἅγιο Δομέτιο) καί τόν κοινωνοῦσαν, δήλωσε ὅτι θέλει ν᾿ ἀκολουθήση τό παλαιό, χωρίς νά ξέρη κανένας τί μεσολάβησε. Ὅταν κάποτε πέρασε ἀπό τήν Κύπρο ὁ π. Θεόκλητος ὁ Διονυσιάτης σάν καλεσμένος τοῦ Συλλόγου «Φίλοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους», πέρασε καί τόν εἶδε. Μίλησαν γι᾿ αὐτό τό θέμα. Τοῦ ἄρεσε πάρα πολύ καί ὅ,τι τοῦ εἶπε τά δέχτηκε, ἀλλά μετά ἀπό λίγο χρονικό διάστημα κοιμήθηκε.

Μέσα στό ἱεραποστολικό του ἔργο ἦταν καί οἱ ἐπιστολές. Ὅπως εἴπαμε, ἔγραφε μέ τό στόμα. Γιά περισσότερη εὐκολία καί ταχύτητα, ὑπαγόρευε στήν Αἰκατερίνη καί ἔγραφε. Σάν ἄτομο ἐμπιστοσύνης, ἡ Κατερίνα, ἄκουγε καί ἔγραφε τά πάντα. Ὅπως χαρακτηριστικά ἔλεγε, μέχρι καί γιά φόνους ἄκουσε. Οἱ ἐπιστολές ἀπευθύνονταν συνήθως σέ ἄτομα τοῦ ἐξωτερικοῦ. Σέ ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τοῦ κόσμου.

Ἦταν ἄνθρωπος τοῦ λόγου ἀλλά καί τῆς προσευχῆς. Οἱ ἀκολουθίες τοῦ Ὄρθρου, τοῦ Ἑσπερινοῦ καί τοῦ Ἀποδείπνου τελοῦνταν καθημερινά. Ἐνῶ μιλοῦσε μέ κάποιους, ὅταν ἐρχόταν ἡ ὥρα, διέκοπτε, ἔκαναν τήν ἀκολουθία μαζί μέ τούς παρευρισκομένους καί μετά συνέχιζε τήν συζήτηση.

Ἦταν πολύ ἔξυπνος καί ὁ λόγος του συνοδευόταν μέ πολλά παραδείγματα καί ἐπιχειρήματα. Δέν ἦταν λίγοι οἱ περίεργοι καί οἱ ἄθεοι πού πέρασαν ἀπό ἐκεῖ καί βγῆκαν ἀναγεννημένοι, γνωρίζοντας τόν Χριστό διά τοῦ στόματος τοῦ παράλυτου Κυριάκου.

Λίγο καιρό πρό τῆς κοιμήσεώς του, ἕνα μέ δύο μῆνες πιό νωρίς, ἐνῶ εἶχε πλήρη διαύγεια πνεύματος καί σώας τάς φρένας, ἔβλεπε ἀπό τήν πόρτα ἔξω στήν αὐλή μωρά. Τό κρεββάτι του εἶχε πάντα μία κλήση πρός τά ἐπάνω. Τά μωρά αὐτά ἔμπαιναν καί μέσα στό σπίτι, καί μέ μία φυσικότητα ρωτοῦσε γι᾿ αὐτά τούς παρευρισκομένους, χωρίς φυσικά αὐτοί νά βλέπουν τίποτα.

Ἐπίσης μέσα σ᾿ αὐτό τό χρονικό διάστημα τῶν δύο μηνῶν ἔζησε καί τά ἑξῆς θαυμαστά: Ἔλεγε σέ ἕναν δικό του ἄνθρωπο ὅτι εἶδε δύο Ἀγγέλους ἀσπροφορεμένους, ἐνῶ ἦταν ξύπνιος, οἱ ὁποῖοι τοῦ ἔφεραν νά φορέση μία ἀρχιερατική στολή καί μία κορώνα. Τοῦ εἶπαν ὅτι τούς ἔστειλε ὁ Βασιλέας γιά νά τήν δώσουν νά τήν φορέση. “Ἄνοιξε τά μάτια σου νά τήν δῆς”. Τά εἶχε κλειστά, λόγῳ ναυτίας.

Ἐνῶ πλησίαζε ἡ ἡμέρα τῆς ἐκδημίας του, κάποια ἡμέρα ἐνῶ τόν ξέντυσαν γιά νά τόν καθαρίσουν, εὐωδίαζε. Μάλιστα μία κυρία πού ἦταν στήν κουζίνα, βγῆκε νά δῆ τί μυρίζει τόσο ὡραία. Ὅλοι διαπίστωσαν ὅτι ἡ εὐωδία ἔβγαινε ἀπό τό σῶμα τοῦ Κυριάκου.

Ἐκεῖνες τίς ἡμέρες παρουσιάστηκε κάτι σάν σύννεφο φωτεινό πάνω ἀπό τό κρεββάτι του καί τόν ἔλουζε μέ ἄσπρο φῶς. Τά ἄτομα πού τό εἶδαν, εἶπαν ὅτι μοιάζη μέ τό Ἅγιο Φῶς στόν Πανάγιο Τάφο. Μέσα σ᾿ αὐτό τό φῶς, τό πρόσωπό του ἔλαμπε σάν νά εἶχε δικό του φῶς.

Τόν τελευταῖο καιρό ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του ἐπιδεινώθηκε αἰσθητά. Οἱ πνεύμονές του, λόγῳ παραμόρφωσης τοῦ σώματός του καί κυρίως τοῦ θώρακα, δέν γέμιζαν κανονικά ἀέρα. Αὐτό εἶχε σάν ἀποτέλεσμα νά ἔχη δύσπνοια καί νά μαυρίζη. Γι᾿ αὐτό ἔπρεπε νά ἔχη συνέχεια ὀξυγόνο.

Ἡ μητέρα του, ἡ ὁποία ἀκόμα ζοῦσε, τελευταῖα τοῦ ἔλεγε: «Κυριᾶκο μου, θά σέ πάρω μαζί μου», δηλαδή θά πεθάνω καί μετά ἀπό λίγο θά πεθάνης καί σύ. Τά λόγια τῆς ὑπέργηρης μητέρας του στάθηκαν προφητικά. Τόν Μάρτιο τοῦ 1983 κοιμήθηκε ἡ μητέρα του σέ ἡλικία 95 χρόνων καί τήν ἀκολούθησε καί ὁ Κυριᾶκος.

Στίς 13 Δεκεμβρίου ἐνῶ ἦταν καλά καί ἦταν στό σπίτι του, ρωτοῦσε τί ἡμέρα πέφτει ἡ 17 Δεκεμβρίου. Ἔλεγε μάλιστα ὅτι ὁ π. Παῦλος (νῦν Κερηνείας) θά φύγη. Ὑπονοώντας ὅτι δέν θά εἶναι στήν κηδεία. Διότι στίς 17 Δεκεμβρίου ἔγινε ἡ κηδεία του. Φαίνεται ὅτι προεῖδε τόν θάνατό του, ἀλλά δέν τό εἶπε ξεκάθαρα γιά νά μήν στενοχωρήση τούς γύρω του.

Στίς 14 Δεκεμβρίου ἔγινε εἰσαγωγή στό νοσοκομεῖο μέ προβλήματα ἀναπνευστικά. Μιλοῦσε καί ἐπι-κοινωνοῦσε κανονικά. Μάλιστα ζήτησε ἀπό τήν Κατερίνα νά τοῦ φέρη κάτι συγκεκριμένο νά φάη. Τήν ἑπομένη στίς 15 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 1983 ἐκοιμήθη εἰρηνικά.

Τήν ὥρα τῆς κηδείας πού ἔγινε στόν ἐνοριακό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στόν Ἅγιο Δομέτιο, ἕνα παιδάκι πέντε ἐτῶν, ὁ Δημητράκης, γνωστό στήν περιοχή, φώναζε ὅτι ὁ Κυριᾶκος δέν πέθανε, ἀλλά πετᾶ καί ἔδειχνε ψηλά. «Γιατί μοῦ λέτε ὅτι ὁ Κυριᾶκος πέθανε;», ἔλεγε. Ἔβλεπε τόν Κυριᾶκο κάπου ψηλά, μέσα στήν Ἐκκλησία.

Ἡ Κατερίνα ἦταν πολύ στενοχωρημένη μετά τόν θάνατο τοῦ Κυριάκου. Εἶχε συνέχεια ἕνα βάρος στό στῆθος καί συχνά πήγαινε στό σπίτι του καί ἔκλαιγε ἀπαρηγόρητη. Μία ἡμέρα, ἐνῶ ἦταν ἐκεῖ στενοχωρημένη, βλέπει νά βγαίνη ἀπό τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἕνα φῶς σέ ἀκτῖνες καί ἄρχισε νά κλαίη, ἀλλά πλέον μέ δάκρυα χαρᾶς καί κατανύξεως. Ἀμέ-σως ἔφυγε τό βάρος καί ἡ στενοχώρια πού εἶχε καί στήν θέση της ἦρθε ἡ χαρά.

Ὁ Κυριᾶκος ὁ παράλυτος δέν ἐμποδίσθηκε ἀπό τήν παραλυσία του στήν ἐργασία τῆς ἀρετῆς καί στήν προσφορά πρός τόν πλησίον. Σ᾿ αὐτόν ἐπαληθεύτηκε καί ἐφαρμόστηκε ὁ Ἀποστολικός λόγος «ἡ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Ὁ ἀσώματος Θεός λατρεύεται μέ τόν νοῦ καί ἐπειδή εἶναι πνεῦμα ὁ Θεός, «ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ» πρέπει νά Τόν λατρεύωμε, ψυχῇ καί σώματι. Καί ἄν τό σῶμα ἀδυνατῆ, ὅπως στήν περίπτωση τοῦ Κυριάκου, ἀρκεῖ ὁ καθαρός καί ἁγιασμένος νοῦς νά λατρεύση καί νά ἑνωθῆ μέ τόν Θεό.

Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ Κυριάκου τοῦ παραλύτου. Ἀμήν.

https://enromiosini.gr/oi-ekdoseis-mas/askhtes_ston_kosmo/askites-mesa-ston-kosmo/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου