24 Σεπτεμβρίου, 2024

Ὁ ἡσυχαστὴς τοῦ Σταυροῦ εἰς τὸ Καντούνι τῆς Καλύμνου

 Τοῦ ∆ρ Χαραλάµπη Μ. Μπούσια, Μεγάλου Ὑµνογράφου τῆς τῶν Ἀλεξανδρέων Ἐκκλησίας.

ΤΟ γραφικὸ Καντούνι τῆς Καλύµνου εἶναι, ἴσως, ἀπὸ τὰ ὀµορφότερα µέρη ποὺ µπορεῖ νὰ ἐπισκεφθεῖ κάθε λάτρης τοῦ ὡραίου, κάθε πιστὸς ποὺ ἀπολαµβάνοντας τὰ δηµιουργήµατα τοῦ πανσόφου ∆ηµιουργοῦ µας µὲ κατάνυξη καὶ σεβασµὸ ψάλλει: «Ὡς ἐµεγαλύνθη τὰ ἔργα Σου, Κύριε, πάντα ἐν σοφίᾳ ἐποίησας» (Ψαλµ. 91, 5). 

Στὸ σηµεῖο αὐτὸ ὁ πέτρινος ὄγκος τῆς Καλύµνου µὲ τὶς πορφυρόχρυσες ἀποχρώσεις ποὺ παίρνει τὴν ὥρα τοῦ ἱλαροῦ φωτός, τὴν ὥρα τοῦ Ἑσπερινοῦ, συναντάει τὸ βαθυγάλαζο αἰγαιοπελαγίτικο χρῶµα µέσα ἀπὸ µιὰ καταπράσινη κοιλάδα, ποὺ µοιάζει µὲ ὄαση στὴ µέση τῆς ἐρήµου. Καὶ ἡ παραλία ἁπλώνεται µαγευτικὴ µὲ ψιλόκοκκη ἄµµο, στὰ σπλάγxνα τῆς ὁποίας ἔρχονται οἱ θαλάσσιες χελῶνες νὰ ἀποθέσουν τὰ αὐγά τους, γιὰ τὴν ἀναπαραγωγὴ τοῦ εἴδους τους. Ὅλο τὸ τοπίο εἶναι σαγηνευτικό, εἶναι ἀπείρου, µοναδικοῦ φυσικοῦ κάλλους. Ἐκεῖ, ὅµως, ποὺ ὁ νοῦς σταµατάει καὶ ἡ γλῶσσα δὲν βρίσκει ἐπιφωνήµατα νὰ ἐκφράσει τὸν ἐνθουσιασµό της, εἶναι ἡ θέα ψηλὰ  στὸ βουνὸ τοῦ ἡσυχαστηρίου τοῦ Τιµίου Σταυροῦ, τῆς ἀσκητικῆς φωλιᾶς τῆς σύγχρονης καλυµνιακῆς µορφῆς τοῦ Γέροντος Σάββα, τοῦ ὑποτακτικοῦ. Ὅταν δεῖς ἀπὸ τὴν παραλία τὴν ἀετοφωλιὰ τοῦ Σταυροῦ πληµµυρίζεις ἀπὸ δέος καὶ αἰσθήµατα ψυχικῆς ἀνατάσεως, χαρᾶς καὶ φόβου σὲ συνεπαίρνουν. Καλότυχος αὐτὸς ποὺ µπορεῖ νὰ ἀνέβει τὸ δυσκολοπροσπέλαστο µονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ στὸ Ἡσυχαστήριο τοῦ οὐρανοπολίτου τώρα Γέροντος τῶν δακρύων καὶ τῆς σιωπῆς, τοῦ µακαριστοῦ Γέροντος Σάββα. Καλότυχος καὶ εὐλογηµένος αὐτὸς ποὺ πάτησε τὰ ἅγια χώµατά του, αὐτὰ τὰ λίγα ποὺ συγκολλοῦν τοὺς ἀπόρρωγες βράχους τοῦ βουνοῦ. Τοὺς βράχους ποὺ πότισαν καὶ ἁγίασαν οἱ ἱδρῶτες καὶ τὰ δάκρυα τοῦ ἀσκητοῦ τῶν ἡµερῶν µας Σάββα, ποὺ ἂν καὶ σαρκοφόρος ἔζησε ἀγγελικὰ τὴ ζωή του. Ἡ ἀνάβαση στὸ ἡσυχαστήριο εἶναι δύσκολη, ἀλλὰ µὲ συντροφιὰ τὴ µονολόγιστη εὐχὴ φθάνουµε σ’ αὐτὸ µετακινούµενοι ἐπὶ πτερύγων ἀνέµων (Ψαλµ. 104, 3). Ἡ θαλασσινὴ αὔρα µᾶς στεγνώνει τὸν ἱδρώτα, ποὺ ἄφθονος ρέει σὲ ὅλο µας τὸ σῶµα. Τὰ µάτια, ὅµως, δὲν χορταίνουν νὰ βλέπουν. Στὴν ἀπεραντοσύνη τοῦ ὁρίζοντα µετὰ τὸ Καντούνι στὰ δεξιά µας φαντάζει ὁ Πάνορµος  καὶ πιὸ µέρα οἱ Μυρτιὲς καὶ τὸ Μασούρι µὲ τὸ θαλασσινὸ ἐπιβλητικὸ ὄγκο τῆς Τελένδου νὰ παιχνιδίζει στὰ κύµατα. Καὶ µπροστά µας στέκει τὸ γλαρονήσι τῆς Ἁγίας Κυριακῆς σὰν κυµατοθραύστης, γιὰ νὰ προστατεύει τὴν παραλία τοῦ Καντουνιοῦ.  Ὅσο ἀνεβαίνω τόσο ἡ καρδιὰ κτυπάει ἐντονότερα, οἱ σφυγµοὶ αὐξάνουν, ἡ ἀναπνοὴ ἐπιταχύνεται. Ἀλλοίµονο, ἄν στὶς πρῶτες αὐτὲς σωµατικὲς ἀντιδράσεις, σκέφθηκα, κλονισθῶ καὶ ὑποχωρήσω. ∆ὲν θὰ ἐπιτύχω τοῦ ἐπιθυµητοῦ. Ἄλλωστε ὁ ἐπιµένων νικᾶ. Μήπως ὅµως εἶµαι καὶ µόνος; ∆ὲν µὲ συνοδεύει πάντοτε ὡς Κυρηναῖος ὁ καλός µου Ἄγγελος καὶ δὲν µὲ ἐπευλογεῖ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ὁ Ἐσταυρωµένος Χριστὸς καὶ Λυτρωτής µας µαζὶ µὲ τὸ Γέροντα Σάββα; Τὸ ὀφιοειδὲς µονοπάτι µετὰ ἀπὸ µισὴ περίπου ὥρα µὲ ἔφερε στὴν κάτασπρη αὐλὴ τοῦ Ἡσυχαστηρίου τοῦ Τιµίου Σταυροῦ. Αὐθόρµητα ἄρχισα νὰ ψάλλω τὸ «Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν Σου...» καὶ τὸ Ἐξαποστειλάριο «Σταυρὸς ὁ φύλαξ πάσης τῆς οἰκουµένης» µὲ τὰ ὅµοιά του ποὺ πρόσφατα εἶχα συνθέσει: 

Σταυρός, τῶν κλονουµένων ἡ βακτηρία, Σταυρός, τῶν θλιβομένων παραμυθία, Σταυρός, χριστωνύμων τὸ κραταίωμα, Σταυρός, νοσούντων ἴαμα, Σταυρός, ἰσχὺς τῶν καμνόντων καὶ ῥῶσις τῶν ἀδυνάτων. 

Σταυρός, ὁ κατευθύντωρ τῆς νεολαίας, Σταυρός, σεπτὸς κοσμήτωρ τῆ Ἐκκλησίας, Σταυρός, πενομένων ἡ ἀντίληψις, Σταυρός, γεγηρακότων στήριξις, Σταυρός, φέγγος τετυφλωμένων καὶ τεῖχος κινδυνευόντων. 

Σταυρός, ἀδικουμένων ἡ παῤῥησία, Σταυρός, πολεμουμένων ἡ προστασία, Σταυρός, ἀθλουμένων νῖκος πάγχρυσον, Σταυρός, πιστῶν τὸ τρόπαιον, Σταυρός, δαιμόνων ὀλέτης καὶ τρυχομένων προστάτης. 

Προσκύνησα τὸν ἱερὸ σπηλαιώδη Ναὸ καὶ ἔφερα στὸ νοῦ µου τὸ µακαριστὸ οἰκιστὴ τοῦ ἡσυχαστηρίου, τὸν ἀσκητὴ Σάββα, τὸν ὑποτακτικὸ δύο µεγάλων ἀσκητῶν, τοῦ Ὁσίου Σάββα τῆς Καλύµνου, γιὰ τὸν ὁποῖο καὶ πῆρε τὸ µοναχικὸ ὄνοµα Σάββας, καὶ τοῦ Ὁσίου Γέροντος Ἀµφιλοχίου τῆς Πάτµου. Ἔβλεπα µπροστά µου τὸ Γέροντα λουσµένο στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς χάριτος καὶ θυµήθηκα τὴ βοήθεια ποὺ τοῦ παρεῖχαν οἱ Ἅγιοι Ἄγγελοι στὶς δυσκολίες του, ἰδίως στὸ τελευταῖο στάδιο τῆς ζωῆς του. Τότε ποὺ γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετήσει ἦλθε ἀπὸ τὴν Αὐστραλία ἡ ἀδελφή του, ἐπειδὴ ἦταν ἐξασθενηµένος ἀπὸ ἀσθένειες καὶ τὴν µακρόχρονη κακοπάθειά του. Τὴν τελευταία φορὰ ποὺ ἤθελε νὰ κατέβει στὴν πόλι ὁ Γέροντας Σάββας ἡ ἀδελφή του τὸν ἐµπόδισε λέγοντας ὅτι ὁ γιατρὸς ἀπαγόρευε τὶς µετακινήσεις του. Ἐκεῖνος, ὅµως, ἐπέµενε καὶ ἀναχώρησε. Μὲ ἀγωνία ἡ ἀδελφή του πῆγε στὴν ἄκρη τῆς αὐλῆς καὶ παρακολουθοῦσε τὴν ὁδοιπορία του. Ξαφνικὰ µὲ αἴσθηµα θαυµασµοῦ καὶ δέους τὸν εἶδε νὰ µὴν ἀγγίζει στὴ γῆ καὶ σὲ δευτερόλεπτα νὰ φθάνει στὸ τέρµα τῆς κατηφόρας. Ὅταν ὑπολόγισε τὸ χρόνο τῆς ἐπιστροφῆς του πῆρε τὰ κιάλια καὶ παρακολουθοῦσε τὸ δρόµο. Τότε εἶδε τὸν Γέροντα νὰ φθάνει στὴν ἄκρη τῆς παραλίας, ὅπου ἄρχιζε ἡ ἀνηφόρα, συνοδευόµενος ἀπὸ δύο νέους λευκοφορεµένους νέους οἱ ὁποῖοι τὸν ὑποβάσταζαν. «∆όξα Σοι, ὁ Θεός», εἶπε µέσα της µὲ ἀνακούφιση, ποὺ βρέθηκαν αὐτὰ τὰ δύο παλληκάρια, γιὰ νὰ τὸν βοηθήσουν. Παρατηροῦσε τὴ γρηγοράδα στὴν πορεία τους µέχρι ποὺ πλησίασαν στὸ Ἡσυχαστήριο καὶ ἐξεπλάγη. Ἔτρεξε στὴν ἄκρη τῆς σκάλας νὰ τοὺς ὑποδεχθεῖ. Ἐκεῖ, ὅµως, ἔκπληκτη ἀντίκρυσε µόνο του τὸν Γέροντα. Στὴν ἐρώτησή της, ποῦ ἦταν ἡ συνοδεία του ἐκεῖνος µὲ αὐστηρὸ ὕφος τῆς εἶπε: Σιωπή, µὴ ξαναπεῖς τίποτα! Ὁ καλὸς Θεός µας εἶχε στείλει τοὺς Ἀγγέλους Του νὰ συνοδεύσουν τὸν ἰσάγγελο δοῦλο Του. ∆ίπλα στὸ σπηλαιώδη Ναὸ ὁ Γέροντας εἶχε κτίσει µικρὸ ναΰδριο τὸν Ἅγιο Ἰωσήφ, τὸ Μνήστορα, γιὰ νὰ θυµᾶται τὸ Κάθισµα τοῦ Κουβαρίου, τῆς Πάτµου, στὸ ὁποῖο πέρασε πολλὰ χρόνια ὑποτασσόµενος στὸν Ἅγιο Γέροντα Ἀµφιλόχιο, καθὼς καὶ βοηθητικοὺς χώρους µὲ ἕνα µικρὸ ὁλοσκότεινο κελλάκι, στὸ ὁποῖο ζοῦσε ἑνωµένος προσευχητικὰ µὲ τὸν ἀγαπηµένο του Ἰησοῦ. Κρίµα ποὺ σήµερα αὐτὰ τὰ οἰκήµατα παραµένουν κλειστὰ καὶ κλειδωµένα στοὺς προσκυνητές-πεζοπόρους, ἀφοῦ ἡ ἐποχή µας δὲν ἀφήνει περιθώρια ἀναπτύξεως τοῦ ἡσυχασµοῦ. Ὁ ὑλισµὸς καὶ ἡ καλοπέραση καταστρέφουν κάθε εὐγενικὴ ἐπιθυµία ἀναβάσεως πιστῶν στὶς ἐπάλξεις τῆς ἁγιότητος µέσα ἀπὸ τὸν ἡσυχασµό, τὴ σιωπή, τὰ δάκρυα, τὴ σκληραγωγία τῆς σάρκας. Μάταια κοπιάζει πρὸς τοῦτο καὶ ὁ ταπεινὸς καὶ ἡσύχιος καὶ τρέµων τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου, Σεβασµιώτατος Μητροπολίτης Καλύµνου, Λέρου καὶ Ἀστυπαλαίας κ. κ. Παΐσιος. Ὁ Γέροντας, ὅµως, πιστεύουµε, Σάββας, ἀπὸ τὸν οὐρανὸ θὰ µεριµνήσει γιὰ τὴν πνευµατικὴ συνέχεια τοῦ Ἡσυχαστηρίου του. Μήπως ἡ κρίση τῶν ἡµερῶν µας ξυπνήσει συνειδήσεις καὶ ἀλλάξει γραµµὴ πλεύσεως τῆς φιλόχριστης νεολαίας µας; Τὴν εὐχὴ τοῦ Γέροντος Σάββα νὰ ἔχουµε καὶ ἐµεῖς, οἱ σταυροφόροι χριστιανοὶ τοῦ αἰῶνος τούτου, τοῦ ἀπατεῶνος, γιὰ νὰ πιστώνεται ὁ λόγος, ὅτι ὅπου ἐπλεόνασεν ἡ ἁµαρτία ὑπερεπερίσσευσεν ἡ χάρις» (Ρωµ. ε΄ 20)

https://www.orthodoxostypos.gr/pdf/2084.pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου