29 Δεκεμβρίου, 2024

Η ΑΓΙΑ ΟΣΙΟΜΑΡΤΥΣ ΑΝΥΣΙΑ Η ΕΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ(30 ΔΕΚ )

 Κάθε εὐλαβὴς προσκυνητὴς ποὺ εἰσέρχεται στὸν περικαλλὴ ναὸ τοῦ ἁγίου Δημητρίου στὴ Θεσσαλονίκη ἔχει τὴν ἰδιαίτερη εὐλογία νὰ ἀσπασθεῖ ὄχι μόνο τὰ μυροβλύζοντα ἱερὰ λείψανα τοῦ ἁγίου Δημητρίου καὶ τὰ χαριτόβρυτα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Καλλίδη, ἀλλὰ καὶ τῆς ἁγίας ὁσιομάρτυρος Ἀνυσίας. Πρὶν ἀπὸ σαραντα περίπου χρόνια (καλοκαίρι τοῦ 1980), καθὼς γινόταν ἡ διαπλάτυνση τῆς Λεωφόρου Γ΄ Σεπτεμβρίου, ἀνακαλύφθηκε ὁ θησαυρὸς τῶν θεμελίων τῆς παλαιοχριστιανικῆς Βασιλικῆς τῆς Ἁγίας Ἀνυσίας μαζὶ μὲ τὸν τάφο της καὶ τὰ ἱερά της λείψανα. Ὁ εὐσεβὴς καὶ πιστὸς λαὸς τῆς Θεσσαλονίκης τὰ δέχθηκε ὅλα ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ ἐκλεκτά. Καὶ μὲ κατάνυξη καὶ συγκίνηση θησαύρισε σὲ ἀσημένια Λάρνακα τὰ ἱερὰ λείψανα τῆς Ὁσίας πρὸς εὐλογίαν ὅλων.  

Ἡ ἁγία Ἀνυσία ἔζησε στὴ Θεσσαλονίκη στὰ χρόνια τοῦ Μαξιμιανοῦ (300 μ.Χ.). Οἱ γονεῖς της ἦταν ἐπιφανεῖς καὶ πάμπλουτοι. Ὡς πρῶτο τους ὅμως πλοῦτο θεωροῦσαν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ τὴ χριστιανικὴ πίστη. Αὐτὸν τὸν πνευματικὸ θησαυρὸ φρόντισαν νὰ ἐναποθέσουν μὲ πολλὴ ἐπιμέλεια στὸ βάθος τῆς ψυχῆς τῆς μικρῆς τους μοναχοκόρης Ἀνυσίας. Τὸ μικρὸ παιδὶ δεχόταν ὁλόψυχα τὴν ἁγία διαπαιδαγώγηση τῶν γονέων της. Καὶ ὅσο μεγάλωνε, χαιρόταν γιατὶ εἶχε τέτοιους γονεῖς, ποὺ ἦταν καὶ στὸ ὄνομα καὶ στὰ πράγματα πιστοὶ γονεῖς. Θαύμαζε τὴν ταπεινοφροσύνη τους, τὴ φιλανθρωπία τους καὶ τὴν ἐλεημοσύνη τους καὶ ἀγωνιζόταν καὶ αὐτὴ μὲ τὰ δικά της μέτρα νὰ τοὺς μιμηθεῖ. Οὔτε ὁ κόσμος τῆς ματαιότητας τὴν σαγήνεψε, οὔτε ἡ ἡλικία τῆς νεότητας τὴν ἔθελξε μὲ τὰ θέλγητρά της. «Πόσο ζηλευτὴ εἶναι ἡ ἡλικία τῶν γερόντων μὲ τὴ σοφία καὶ τὴν πείρα τους! Πόσο ὕπουλη καὶ ἐπικίνδυνη ἡ νεότητά σου!» ἔλεγε στὸν ἑαυτό της. Σύντομα ἔφυγαν γιὰ τὴν οὐράνια πατρίδα οἱ γονεῖς της. Ἔφυγαν εὐτυχισμένοι, γιατὶ ἄφησαν πίσω παιδὶ μεγαλωμένο, ὥριμο, ἔχοντας διαμορφωμένη προσωπικότητα μὲ ὀρθὰ κριτήρια. Ἀμέσως μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων της ἡ Ἀνυσία ἐκποίησε τὴ μεγάλη κληρονομιά της, ἀπέραντα εὔφορα κτήματα, ἀμέτρητα κοπάδια ζώων καὶ κατοικίες, γιὰ νὰ τὰ διαμοιράσει ὅλα σὲ πτωχούς, σὲ χῆρες, σὲ ἐγκαταλειμμένα καὶ ὀρφανὰ παιδιὰ καὶ σὲ ἀρρώστους. Ἰδιαίτερα τὴν συγκινοῦσαν ὅσοι ἦταν φυλακισμένοι γιὰ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἔτρεχε λοιπὸν ἡ Ἀνυσία στὶς φυλακές. Δωροδοκοῦσε τοὺς φύλακες καὶ ἐπισκεπτόταν στὰ ὑγρὰ καὶ σκοτεινὰ κελλιὰ τοὺς ὁμολογητὲς τοῦ Κυρίου. Περιποιοῦνταν μὲ στοργὴ τὶς πληγές τους καὶ τοὺς στήριζε μὲ τῆς καρδιᾶς της τὰ πύρινα λόγια λέγοντάς τους νὰ μείνουν πιστοὶ στὸν Ἰησοῦ Χριστὸ «ἄχρι θανάτου» καὶ νὰ μὴ λυγίσουν. Καὶ ἐνῶ ἔλεγε αὐτὰ μέσα στὴν ἁγνὴ ψυχή της, κρυφόκαιγε ἡ φλόγα τῆς ἱερότερης ἐπιθυμίας, νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Ἡ ζωὴ τῆς ἁγίας Ἀνυσίας κυλοῦσε φιλήσυχα καὶ φιλόθεα. Ἔχοντας ἐπιλέξει τὴν παρθενικὴ ζωὴ ζοῦσε μόνη της σὲ ἕνα σπιτάκι ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως μαζὶ μὲ ἄλλους ἐκεῖ γύρω, περιφρονημένους ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες Χριστιανούς. Ἀπολάμβανε ἡ Ἁγία μιὰ δυνατὴ πνευματικὴ σχέση ἀγάπης καὶ στοργῆς μὲ τὸν οὐράνιο Νυμφίο της. Ζοῦσε ἐπὶ ὧρες ἀπορροφημένη μὲ τῆς προσευχῆς τὰ νοήματα καὶ σὰν ἄλλη Μαρία καθόταν «παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ» καὶ δεχόταν καθημερινὰ μαθήματα ζωῆς ἀπὸ τὸ νόμο τοῦ Εὐαγγελίου Του. Ὁ πανάγαθος Ἰησοῦς, ποὺ παρακολουθοῦσε ἄγρυπνος τὴ δούλη Του, τὴν ἐνίσχυε καὶ τὴ χαρίτωνε σὲ ὅλους τοὺς ἀγῶνες της. Ἀλλὰ καὶ ὁ πάγκακος καὶ μισόκαλος διάβολος καὶ αὐτὸς τὴν παρακολουθοῦσε, ἐνοχλημένος ὅμως φοβερὰ ἀπὸ τὰ κατορθώματα τῆς ἀρετῆς της. Γι’ αὐτὸ προσπάθησε νὰ τὴν ἀποσπάσει ἀπὸ τὰ παλαίσματα τῶν ἱερῶν της ἰδανικῶν. Ἄλλοτε τὴ θορυβοῦσε μὲ παράδοξους ἤχους, ἄλλοτε τῆς ἔφερνε ὑπνηλία καὶ ἀκηδία στὶς ὧρες τῆς προσευχῆς της, καὶ ἄλλοτε μὲ ἀσθένειες προσπαθοῦσε νὰ τὴν κάμψει. Ἡ Ἀνυσία ὅμως ὅλα τὰ περιφρονοῦσε μὲ γενναιότητα καὶ συνέχιζε ἐντονότερα τὸν ἀγώνα της καὶ τὴν προσευχή της. «Σὲ εὐχαριστῶ, Κύριε, γιατὶ μὲ τὴ δύναμή Σου καὶ τὴ θεία Σου Χάρη κρατῶ ἀσύλητο τὸ κόσμημα τῆς παρθενίας. Προσμένω νὰ βρεθῶ στὴ χορεία τῶν φρονίμων παρθένων. Ἐσένα μόνο ποθῶ, ἡ ὕπαρξή μου καταφλέγεται ἀπὸ τὴν τέλεια ἀγάπη σὲ Σένα». Μὲ τέτοια ἱερὰ νοήματα ἑτοίμαζε ὁ Κύριος τὴν Ὁσία Του γιὰ τὴν ἔξοδό της. 

Ἦταν ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου. Ἡ Ἀνυσία ὅπως πάντα ἑτοιμάστηκε γιὰ τὸ Ναό. Πέρασε τὴν Κασσανδριωτικὴ Πύλη ἀνάμεσα ἀπὸ πλῆθος ἐμπόρων ἀπαρατήρητη. Ὅμως στὸν ὑπασπιστὴ τοῦ Αὐτοκράτορα – ποὺ περνοῦσε ἀπὸ  ἐκεῖ – δημιούργησε ἔκπληξη τὸ γενναῖο της καὶ ἀτρόμητο παράστημα καὶ βάδισμα. Τὴν πλησίασε. Τῆς ἔσφιξε τοὺς βραχίονες. Τὴν ταρακούνησε καὶ τῆς εἶπε: 

–Πές μου, ποιὰ εἶσαι καὶ ποῦ πηγαίνεις;

 –Εἶμαι δούλη Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ παντοκράτορος Κυρίου «τοῦ ποιήσαντος τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν». Σήμερα εἶναι ἡμέρα Κυρίου. Πορεύομαι στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ Τὸν λατρεύσω, ἀπάντησε ἡ Ὁσία. 

Ὁ ὑπασπιστὴς ἐξαγριώθηκε πολὺ ἀπὸ τὴν ἀπάντηση καὶ τὴν ἀπείλησε. 

–Ξέρεις, τῆς λέγει, ἔχω διαταγὴ ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορά μου. Ἔχω ἄδεια καὶ δύναμη νὰ σὲ ἐξοντώσω. Ἂν θέλεις, λυπήσου τὴ ζωή σου καὶ θυσίασε σ’ αὐτὰ τὰ εἴδωλα ποὺ βλέπεις λίγο πιὸ κάτω μπροστά σου σ’ αὐτὸ τὸ δρόμο. 

Τότε ἡ γενναία Ἀνυσία τὸν κοίταξε μὲ οἶκτο καὶ ἁγία περιφρόνηση. Ἀρνήθηκε νὰ ὑπακούσει. Ἀγανακτισμένος ἀπὸ τὴν προσβολὴ ὁ  υπασπιστὴς ἔβγαλε τὸ ξίφος του καὶ τὸ βύθισε βίαια στὰ πλευρὰ τῆς Ὁσίας. Πλούσιο τὸ αἷμα ἀνέβλυσε καὶ ἔλουσε τὸ ἁγνὸ σῶμα τῆς πιστῆς Ὁμολογήτριας τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ὁσία λουσμένη στὸ αἷμα τοῦ Μαρτυρίου ἔπεφτε νεκρὴ πάνω στὸ δρόμο. Μέσα σὲ λίγα λεπτὰ ὁ Κύριος εἶχε ἀλλάξει τὸ δρομολόγιο τῆς Ὁσίας Του ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Ἀντὶ νὰ τὴ δεχθεῖ στὸ Ναό Του τὴν ὑποδέχθηκε στὸν Ἀχειροποίητο ναὸ τῆς οὐρανίου Βασιλείας Του ὄχι μόνο ὡς Ὁσία ἀλλὰ καὶ ὡς Μάρτυρά Του, γιὰ νὰ ἑνώσει καὶ τὴ δική της φωνὴ μὲ τὶς δοξολογίες τῶν Ἀγγέλων στὴ θεία Λειτουργία τοῦ ὑπερουρανίου Θυσιαστηρίου. 

Ἁγία Ἀνυσία! Μιὰ νεανικὴ μορφὴ τοῦ 4ου αἰῶνος, μὲ ζωὴ ποὺ εὐωδιάζει τόσο δυνατὰ ἀπὸ τὰ μύρα τῆς ἁγνότητος, τῆς θυσίας, τῆς προσφορᾶς καὶ τῆς ὁμολογίας. Μιὰ ζωὴ τόσο ζηλευτή! Μεθαύριο ἀνατέλλει μιὰ νέα χρονιά. Ἂς καλέσουμε τὴν ἁγία Ἀνυσία στὸ ξεκίνημα τοῦ καινούργιου μας δρόμου καὶ ἂς τὴν κάνουμε πρότυπο ζωῆς. Ἂς μὴ λησμονοῦμε ποτέ: Μόνο τὰ πρότυπα τῶν Ἁγίων (ποὺ ἀντιγράφουν στὴ ζωή τους μὲ πιστότητα τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ) μποροῦν νὰ μᾶς χαρίζουν τὴν πραγματικὴ εὐτυχία, γιατὶ εἶναι οἱ ἀσφαλέστεροι ὁδοδεῖκτες τοῦ οὐρανοῦ. OΣΩΤΗΡ2057

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου