16 Οκτωβρίου, 2018

Συναγερμὸς ἀγάπης - αληθινη ιστορία


Ἐκείνη τὴ στιγμὴ δὲν εἶχε πελάτη ὁ φοῦρνος στὸ βόρειο προάστιο τῆς Ἀθήνας κι ἡ φουρνάρισσα κ. Μαρία βλέποντας νὰ μπαίνει στὸ φοῦρνο της ἡ γνωστή της Σοφία ἀποφάσισε νὰ τῆς ἐκμυστηρευθεῖ κάτι.
 –Καλῶς τὴ Σοφία! Τί νέα μᾶς φέρνεις;
 –Τὰ ἴδια καὶ τὰ ἴδια κάθε μέρα ἀκοῦμε στὶς εἰδήσεις γιὰ τὸν Σόιμπλε καὶ τοὺς ἄλλους. Ἐσὺ ἔχεις νὰ μοῦ πεῖς κάτι πιὸ ἐνδιαφέρον; Τόσος κόσμος περνάει ἀπὸ τὸ ἀρτοποιεῖο σας.
 –Νομίζεις ἔχουν ὄρεξη γιὰ κουβέντα; παίρνουν τὸ ψωμί, πληρώνουν καὶ φεύγουν. 
 –Πῶς γίναμε ἔτσι, ἀδελφή μου! 
 –Πραγματικά, κι ἐγὼ τὸ λέω αὐτό, Σοφία μου. Πῶς γίναμε ἔτσι; Κρυώσαμε. Βιαζόμαστε νὰ κλειδωθοῦμε στὸ σπίτι μας κι ἀδιαφοροῦμε γιὰ τοὺς ἄλλους. 
 –Μὲ τοὺς πρόσφυγες, μὲ τὰ ἐγκλήμα­τα ποὺ γίνονται ἀλάφιαξε ὁ κόσμος. Τρέμει ἡ καρδιά μας.
 –Ἔτσι εἶναι. Ἐπειδὴ σὲ γνωρίζω, Σοφία μου, ἀπὸ χρόνια, σὲ βλέπω νωρίς­ νωρὶς στὴν ἐκκλησία καὶ σὲ χαίρομαι, θέλω νὰ σοῦ πῶ κάτι ποὺ δὲν τό ᾿χω πεῖ σὲ ἄλλον. 
 –Εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὴν ἐμπιστοσύνη σου. Ἐξυπηρέτησε ὅμως τοὺς πελάτες ποὺ ἦρθαν τώρα, καὶ συνεχίζουμε. 
–Λοιπόν, ἔρχομαι στὸ θέμα μου. Στὴν ἀπέναντι ἀκριβῶς πολυκατοικία ἀπὸ τὸν φοῦρνο μου, σ᾿ ἕνα μικρὸ διαμέρι- σμα μένει μιὰ φτωχὴ πολυμελὴς οἰκογένεια: παππούς, γιαγιά, πατέρας, μητέρα, πέντε μικρὰ παιδιά. Ἡ μητέρα ἄρρωστη ἀπὸ τὴν κακιὰ ἀρρώστια. Ὁ πατέρας ἄνεργος. Ζοῦν ἀπὸ τὴ μικρὴ σύνταξη τοῦ παπποῦ, ποὺ πρέπει νὰ καλύψει καὶ τὸ ἐνοίκιο, φῶς, νερὸ κ.λπ. Ὅσο ἦταν καλὰ ἡ μητέρα, καθάριζε τὶς σκάλες τῆς πολυκατοικίας ὅπου μένουν, καθὼς καὶ τῆς διπλανῆς πολυκατοικίας. Τώρα ὅμως σταμάτησε. Αὐτὰ τὰ ἔμαθα ἀπὸ τὴ γιαγιά, ποὺ μοῦ τὰ εἶπε τὶς προάλλες δακρυσμένη, ὅταν ἦλθε νὰ ἀγοράσει ψωμί. Καὶ ξέρεις καὶ κάτι ἀκόμη; Μὲ παρακάλεσε νὰ τὸ κρατήσω στὴν καρδιά μου γιὰ τὴν ψυχὴ τῆς μακαρίτισσας τῆς μάνας μου.
 –Τί σοῦ εἶπε, Μαρία μου; 
 –Ὅτι δὲν ἔχουν χρήματα οὔτε γιὰ νὰ πληρώνουν τὸ ψωμί, κι ἂν μπορῶ, νὰ κάνω ὑπομονὴ μέχρι τὸ τέλος τοῦ μήνα ποὺ θὰ ἔρθει ἡ σύνταξη τοῦ παπποῦ καὶ θὰ τὰ δώσουν μαζεμένα. 
 –Καὶ τί τῆς εἶπες;
 –Νὰ ἔρχεσαι κάθε μέρα νὰ παίρνεις ψωμὶ καὶ νὰ μὴν ἀνησυχεῖς καθόλου. 
 –Μπράβο, Μαρία! Ὁ Θεὸς νὰ σὲ εὐλογεῖ. Τώρα ὅμως φεύγω, γιατὶ ἄργησα. Ὅταν ἔφτασε στὸ σπίτι της ἡ Σοφία, μόνο ποὺ δὲν λιποθύμησε ἀπὸ τὸν πόνο τῆς ψυχῆς της. Τόση φτώχεια, τόσος κρυφὸς πόνος! σκεφτόταν. «Λοιπόν, δὲν εἶναι καιρὸς γιὰ χάσιμο», μονολόγησε. Πῆρε ἀμέσως στὸ τηλέφωνο μία­ μία τὶς φίλες της, μὲ τὶς ὁποῖες ἀποτελοῦσαν ἕναν Κύκλο ἀγάπης στὴν ἐνορία τους, καὶ τοὺς εἶπε, ὅσο θερμὰ καὶ συγκινητικὰ μποροῦσε, αὐτὰ ποὺ ἄκουσε ἀπὸ τὴ Μαρία. Συμφώνησαν ὅλες νὰ συναντηθοῦν τὸ ἀπόγεμα στὸ σπίτι τῆς Σοφίας. Κάλεσαν καὶ τὴ Μαρία γιὰ περισσότερες ἐξηγήσεις. Καὶ ἦρθε εὐχαρίστως. Πῆραν σύντομα τὶς ἀποφάσεις τους. Δυό τους πῆγαν σέ μεγάλο κεντρικὸ βιβλιοπωλεῖο τῆς Ἀθήνας καὶ ζήτησαν σχολικὰ εἴδη ἀπαραίτητα γιὰ τὰ παιδιά. Ὁ ὑπεύθυνος τοῦ βιβλιοπωλείου ἦταν συγγενὴς τῆς μιᾶς καὶ χωρὶς καμιὰ δυσ­κολία τοὺς χάρισε ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὰ φτωχὰ παιδιὰ σχολικὰ εἴδη. Ἄλλες δύο πῆγαν σὲ μεγάλο κατά- στημα νεωτερισμῶν καὶ μὲ τὴ γνωριμία τῆς μιᾶς γέμισαν τὸ φτωχὸ σπίτι μὲ τὰ ἐντελῶς ἀπαραίτητα γιὰ κάθε οἰκο- γένεια λευκὰ εἴδη: σεντόνια, μαξιλάρια, κουβέρτες καὶ τὰ παρόμοια. Ἡ Μαρία ἔκανε τὶς σχετικὲς συνεννοήσεις, καὶ ὅλες μαζὶ μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν Ἱερέα τῆς ἐνορίας πῆγαν τὸ ἄλλο ἀπόγεμα καὶ τέλεσαν Εὐχέλαιο γιὰ τὴν ἄρρωστη μητέρα. Ἦταν συγκινητικὸ νὰ βλέπεις τὰ πέντε μικρὰ παιδιὰ γύρω ἀπὸ τὸ κρεβάτι τῆς μητέρας τους ν᾿ ἀκοῦν τὶς Εὐχὲς τοῦ Ἱερέα καὶ νὰ ἔχουν δίπλα τους ἄγνωστα ὣς τότε γι᾿ αὐτὰ πρόσωπα νὰ τοὺς χαμογελοῦν καὶ νὰ τοὺς συμπεριφέρονται σὰν νὰ ἦταν δικά τους παιδιά! Ἡ χαρὰ ποὺ ἔνιωθαν τὰ μικρὰ παιδιὰ ἀλλὰ καὶ οἱ μεγάλοι μὲ τὴν ἐπίσκεψη τῶν ξένων αὐτῶν κυριῶν ἦταν πολὺ μεγάλη, πρωτόγνωρη. 
 –Ὑπάρχουν καὶ σήμερα ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ! ἔλεγε καὶ ξανάλεγε δακρυσμένος ὁ παππούς. 
 –Ὑπάρχουν, κυρ­ Γιώργη, καὶ θὰ τοὺς γνωρίσετε καλύτερα, ἀπάντησε ἡ Μαρία πρόσχαρα, ἂν ἔρχεστε ὅλοι μαζὶ κάθε Κυριακὴ στὴν ἐκκλησία μας. Ἀλλὰ θὰ τὰ ξαναποῦμε. Πῆρα καὶ τὰ νούμερα τῶν παιδιῶν γιὰ παπούτσια καὶ θά ᾿ρθουμε πάλι σύντομα. Τότε θὰ ποῦμε περισσότερα. Πάρε κι αὐτὸ τὸ φακελάκι μὲ μερικὰ χρήματα ποὺ μαζέψαμε μεταξύ μας γιὰ ὅ,τι ἄλλο χρειάζεστε. Ἐγὼ εἶμαι στὸ φοῦρνο ἀπέναντι. Μὴ διστάσετε νὰ μᾶς ζητήσετε ὁποτεδήποτε ὁτιδήποτε. Ὅλες μας θὰ τρέξουμε νὰ σᾶς βοηθήσουμε, γιατὶ αὐτὸ μᾶς διδάσκει ὁ Χριστός μας, τὴν ἀγάπη.
''Ο  ΣΩΤΗΡ'' 2163

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου