06 Δεκεμβρίου, 2018

Ὁ ἅγιος μάρτυς Δάσιος


Σὲ ἐποχὴ ποὺ τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου ἅπλωνε ἁπαλὰ τὶς σωτήριες ἀκτίνες του σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο καὶ διέλυε δυναμικὰ τὸ πυκνὸ σκοτάδι τῆς εἰ- δωλολατρίας, ἔζησε ὁ ἅγιος μάρτυς Δάσιος. Ἂν καὶ ὁ ἴδιος ἦταν στὸ θρήσκευμα εἰδωλολάτρης, εἶχε καρδιὰ ποὺ δὲν εἶχε διαφθαρεῖ καὶ ποὺ ἔκρυβε μέσα της μιὰ σπάνια εὐγένεια καὶ καλοσύνη. Ὑπηρετοῦσε στὸ σῶμα τοῦ ἔνδοξου τότε ρωμαϊκοῦ στρατοῦ ὡς ἁπλὸς στρατιώτης, στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ σκληροῦ διώκτη τοῦ Χριστιανισμοῦ Διοκλητιανοῦ (305 μ.Χ.), στὴν πόλη Δορύστολο (τὴ σημερινὴ Σιλίστρα τῆς
Βουλγαρίας). Στὴν περιοχὴ ἐκείνη ἐπικρατοῦσαν ἔθιμα εἰδωλολατρικὰ καὶ ἀπάνθρωπα. Ἔτσι κάθε χρόνο ἐκεῖ οἱ εἰδωλολάτρες ἀφιέρωναν εἰδικὴ γιορτὴ στὸ θεό τους τὸν Κρόνο.
 Καὶ τὸν γιόρταζαν μὲ ἔξαλλα ξεφαντώματα καὶ ἀσυγκράτητους πανηγυρισμούς. Κορυφαῖο γεγονὸς τῶν ἐκδηλώσεών τους ἦταν καὶ ἡ θυσία, ὄχι κάποιου ζώου ἀλλὰ ἑνὸς ἄνθρώπου, ποὺ τὸν στόλιζαν μὲ εὐωδιαστὰ ἄνθη καὶ πανάκριβα ἐνδύματα καὶ μὲ ὅ,τι ἄλλο περίτεχνο ἢ ὡραῖο εἶχαν. Καὶ ἔτσι στολισμένο τὸν ἔσφαζαν πάνω στὸ βωμὸ μπροστὰ στὸ ἄγαλμα τοῦ Κρόνου, γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν, ὅπως νόμιζαν, τὸν θεό τους. Πρὶν ὅμως θυσιάσουν τὸν ἄνθρωπο αὐτό, τὸν ρωτοῦσαν ποιὰ ἦταν ἡ τελευταία του ἐπιθυμία ποὺ ἤθελε νὰ τοῦ ἐκπληρώσουν. Καὶ ἀφοῦ τοῦ τὴν ἐξεπλήρωναν, τὸν θυσίαζαν. 
Τότε λοιπὸν ποὺ ὑπηρετοῦσε τὴ θητεία του ὁ Δάσιος, συνέβη νὰ πλησιάζει ὁ καιρὸς τῆς ἐπίσημης αὐτῆς μεγάλης εἰδωλολατρικῆς γιορτῆς τοῦ Κρόνου. Καὶ 10 μέρες πρὶν τὴν ἑορτὴ ἔγινε στὸ τάγμα μεταξὺ τῶν στρατιωτῶν ἡ καθιερωμένη κλήρωση γιὰ τὴν ἐκλογὴ τοῦ θύματος. Καὶ ὁ κλῆρος ἔπεσε στὸ στρατιώτη Δάσιο. Καθὼς δὲ πλησίαζε ἡ ἡμέρα τῆς θυσίας, ἔπρεπε νὰ ἀκουστεῖ δημόσια ἡ τελευταία του ἐπιθυμία. Τότε ὄχλος πολύς, φιλοπερίεργος καὶ ἄσπλαχνος, χωρὶς ἴχνος ἀγάπης περικύκλωσε τὸν Δάσιο γιὰ νὰ ἀκούσει ἀπὸ τὰ χείλη του τὴν τελευταία του ἐπιθυμία. Καὶ ὁ μακάριος ἐκεῖνος καὶ ἄκακος στρατιώτης σκέφθηκε μέσα του: «Ἀφοῦ πρόκειται νὰ ἀποθάνω, τί πιὸ ὡραῖο θὰ ἦταν γιὰ μένα νὰ ἀποθάνω Χριστιανός, γιὰ τὸ ὄνομα καὶ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ;». Ἤθελε ὅμως αὐτή του τὴν ἐπιθυμία νὰ τὴν διακηρύξει σὲ ἐπίσημο τόπο. Γι᾿ αὐτὸ ἔτρεξε καὶ παρουσιάστηκε στὸ δικαστήριο τοῦ ἄρχοντα. Καί ’κεῖ μπροστὰ στὸν ἴδιο καὶ στοὺς ἀνώτατους ἐκπροσώπους τῆς κοινωνίας μὲ παρρησία ὁμολόγησε: «Γνωρίζετε πολὺ καλὰ ὅλοι σας ὅτι εἶμαι εἰδωλολάτρης, πιστὸς στρατιώτης τοῦ ἔνδοξου ρωμαϊκοῦ στρατοῦ, καὶ οὐδέποτε ἀρνήθηκα τὴ λατρεία τῶν θεῶν μας. Τὴν ὥρα ὅμως αὐτὴ ἐκφράζω μὲ ἀπόλυτη ἐλευθερία τὴν τελευταία μου ἐπιθυμία νιώθοντας μέσα μου μιὰ ἀπερίγραπτη χαρά: Ἀποκηρύττω τὴ λατρεία τῶν εἰδώλων καὶ ἀποδέχομαι τὴ χριστιανικὴ 
θρησκεία. Ὁμολογῶ ὅτι θέλω νὰ ἀποθάνω Χριστιανός. Καὶ νὰ ζήσω μαζὶ μὲ τὸν Χριστό, αἰώνια εὐτυχισμένος στὴν οὐράνια Βασιλεία Του». Ὁ ἄρχοντας ἔμεινε ἄφωνος. Ἡ εἴδηση διαδόθηκε ἀστραπιαῖα παντοῦ, σὲ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν ἀνθρώπων. Δὲν θὰ ἦταν γι᾿ αὐτοὺς πλέον χαρούμενη αὐτὴ ἡ εἰδωλολατρικὴ θυσία, νὰ βλέπουν νὰ προσφέρουν στὸ θεό τους ἕνα θύμα ποὺ εἶχε προσβάλει καὶ προδώσει τὴ θρησκεία τους. Ὅμως ἡ θυσία δὲν θὰ ματαιωνόταν. Τώρα ἡ ζωὴ τοῦ θύματος αὐτοῦ δὲν θὰ τελείωνε μόνο «διὰ ξίφους», ὅπως συνέβαινε στὶς κλασικὲς περιπτώσεις θυσιῶν. Ὁ συγκεκριμένος ἄνθρωπος, ὁ στρατιώτης Δάσιος, ποὺ ἐνέπαιξε τὴν 
πατροπαράδοτη θρησκεία τους, ἔπρεπε νὰ τι- μωρηθεῖ παραδειγματικὰ πρὶν τὸν τελικὸ σφαγιασμό του. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἄρχον τας ὀργισμένος παρέδωσε τὸν «αὐθάδη» στρατιώτη Δάσιο σὲ σκληροὺς δημίους. Δὲν γνωρίζουμε ποιὰ φρικτὰ βασανιστήρια ὑπέστη ἀπὸ τοὺς φανατισμένους εἰδωλολάτρες ὁ ὑπέροχος αὐτὸς στρατιώτης καὶ νέος πλέον φίλος τοῦ Χριστοῦ. Πάντως ἦταν τόσο ἀποτρόπαια καὶ ἀπάνθρωπα τὰ μαρτύριά του, ὅσο σκληρὲς ἦσαν οἱ καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων ἐκείνων. Ὁ μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Δάσιος τὰ ὑπέμεινε ὅλα μὲ ψυχικὴ καρτερία. Καὶ ὅταν τὸν ἔσυραν καταπληγωμένο καὶ λουσμένο στὰ αἵματα πάνω στὸ βωμὸ καὶ τὸν εἶδαν ὅλοι νὰ κάμπτει μὲ εἰρήνη θαυμαστὴ τὸν αὐχένα του κάτω ἀπὸ τὸ ξίφος τοῦ δημίου καὶ νὰ δέχεται «τὸ βάπτισμα τοῦ μαρτυρίου», οὐδέποτε θὰ φαντάζονταν ὅτι τὸ ὄνομα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου θὰ περνοῦσε ὄχι μόνο στὴν αἰωνιότητα ἔνδοξο, ἀλλὰ καὶ στὴ γῆ αὐτὴ θὰ ἔμενε ἀνεξίτηλα χαραγμένο στὶς καρδιὲς τῶν πιστῶν ὅλων τῶν ἐποχῶν. 
 Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ ἔνδοξε Δάσιε. Ζοῦμε, μᾶς βλέπεις, σὲ ἐποχὴ φοβερῆς συγχύσεως καὶ μιᾶς σύγχρονης εἰδωλολατρίας ποὺ ἰσοπεδώνει ὁλοκληρωτικὰ πανανθρώπινες αἰώνιες ἀξίες καὶ ἐ- πιχειρεῖ νὰ ἀκυρώσει τὰ πανάγια ἰδανικὰ τοῦ Εὐαγγελίου. Γι᾿ αὐτὸ σὲ παρακαλοῦμε θερμὰ ἐσένα ποὺ τόσο πολὺ ἀγάπησες τὸν Κύριο, νὰ Τὸν ἱκετεύεις γιὰ ὅλους ἐμᾶς καὶ ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς νέους τῆς εὐλογημένης Πατρίδας μας, νὰ μένουμε ὅλοι σταθεροὶ στὴν πίστη τὴ χριστιανικὴ καὶ νὰ τολμοῦμε, κατὰ τὸ δικό σου παράδειγμα, νὰ ἀνοίγουμε τὸ στόμα μας ἄφοβα καὶ νὰ ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ μόνος ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ἡ μόνη ἐλπίδα γιὰ τὴ σωτηρία ὅλου τοῦ κόσμου.  ''ο σωτηρ'' 2165

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου