Μὲ μετάνοια βαθιὰ καὶ τὸ βαρύ του ἁμάρτημα τῆς ἀποστασίας καὶ ποθώντας ἰσχυρὰ τὸ εἰλικρινὴ γιὰ
μαρτύριο ὁ Ἀγαθάγγελος ἔφθασε στὴ
Σμύρνη τὴν Πέμπτη μετὰ τὴν Κυριακὴ
τοῦ Θωμᾶ τοῦ ἔτους 1819. Αὐτόκλητος παρουσιάστηκε στὸ δικαστήριο τῆς
πόλεως καὶ μὲ θάρρος καὶ γενναιότητα
ὁμολόγησε: «Τὸ ἀφεντικό μου μὲ ξεγέλασε καὶ μὲ ἀνάγκασε νὰ γίνω μουσουλ-
μάνος. Τώρα ἐπιστρέφω πίσω στὴν πίστη τῶν πατέρων μου, τὴν Ὀρθόδοξη ἀληθινὴ πίστη». Καὶ ἀμέσως ἔβγαλε ἀπὸ τὸ στῆθος του τὸν Τίμιο Σταυρὸ
καὶ μιὰ χάρτινη εἰκόνα τῆς Ἀναστάσεως
καὶ τοὺς τὰ πρόβαλε ὡς σημεῖα τῆς νίκης του καὶ τῆς μεταστροφῆς του.
Ὁ δικαστὴς καὶ οἱ παρευρισκόμενοι
θεώρησαν τὴν πράξη αὐτὴ ἀστεία. Δὲν
ἔδωσαν σημασία. Πίστεψαν ὅτι ἦταν
ἐνέργεια κάποιου τρελοῦ. Ὅμως ὁ Ἀγα-
θάγγελος ἐπέμενε στὴ μεγάλη ἀλήθεια:
«Εἶμαι χριστιανός!». Προσπάθησαν νὰ
τὸν κολακέψουν. Νὰ τοῦ τάξουν δῶρα,
τιμὲς καὶ χαρὲς ἁμαρτωλές. Ὅμως ὁ ἴδιος ἀντιστεκόταν μὲ θαυμαστὴ ὡριμό-
τητα καὶ ἀνδρεία.
Ἀκολούθησε φυλάκιση. Καὶ πάλι νέα
ἀνάκριση. Καὶ πάλι προσπάθησαν μὲ
γλυκόλογα καὶ μὲ ταξίματα νὰ τὸν δελεάσουν. Ὁ Ἀγαθάγγελος προτίμησε τώρα τὴ σιωπή, τὴν τέλεια σιωπή. Ἔκανε
μὲ εὐλάβεια τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ
ἐνδόμυχα πρόφερε τὴν εὐχὴ τοῦ Ἰη-
σοῦ. Κατὰ τὴ δεύτερη φυλάκισή του,
ἐνθυμούμενος τὸν ἅγιο Ἰγνάτιο τὸν Θεοφόρο, ἔγραψε ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς
χριστιανοὺς τῆς Σμύρνης: «Μὴν τολμήσετε νὰ φροντίσετε γιὰ νὰ μὲ ἐλευθερώσετε»!
Πέρασε καὶ τὴν Παρασκευὴ ἔγκλειστος καὶ μὲ πολλὴ προσευχή. Τὴν ἑπό-
μενη μέρα τὸν ὁδήγησαν γιὰ τὸ μαρτύριο στὴν κεντρικὴ πλατεία τῆς Σμύρνης. Φεύγοντας ἀπὸ τὴ φυλακὴ ἔλεγε στοὺς συγκρατουμένους του: «Εἶμαι ὁ ἁμαρτωλότερος τῶν ἀνθρώπων.
Προσευχηθεῖτε νὰ μὲ ἐλεήσει ὁ Θεός».
Μὲ φωνὲς μίσους καὶ ἀλαλαγμοὺς ὑποδέχθηκαν πλήθη λαοῦ τὸν ὑποψήφιο Μάρτυρα στὸν τόπο τῆς καταδίκης
του. Μιὰ ὑπερκόσμια εἰρήνη καὶ χαρὰ
εἶχε πλημμυρίσει τὸ πρόσωπο τοῦ Ἀ-
γαθαγγέλου. Χαμηλόφωνα καὶ ἱκετευτικὰ ψέλλιζε τὴν εὐχή: «Κύριε Ἰησοῦ
Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με τὸν
ἁμαρτωλόν».
Ὁ δήμιός του τὸν συμπάθησε. Θέλησε νὰ τὸν ἐλευθερώσει. Ἔσκυψε καὶ
τοῦ ὑπέδειξε τρόπο μυστικῆς φυγῆς
γιὰ νὰ σωθεῖ, ἀλλὰ ὁ πιστὸς νέος μοναχὸς ἀρνήθηκε ἤρεμα. Ἅπλωσε μετὰ μὲ προθυμία τὸν αὐχένα του στὸν θύτη του καὶ εἶπε: «Χτυπᾶτε!». Ἦταν Σάββατο 19 Ἀπριλίου 1819. Ἡ καρδιὰ τοῦ Ἀγαθαγγέλου ἔπαυσε νὰ χτυπᾶ ἐπὶ τῆς γῆς. Ἡ ψυχή του πέταξε ἐλεύθερη κοντὰ στὸν Κύριο καὶ Θεό του μετὰ ἀπὸ ἀγώνα μετανοίας ὁλοκληρωμένης καὶ αὐθεντικῆς. Οἱ χριστιανοὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἔτρεξαν νὰ σφουγγίσουν τὰ μαρτυρικά του αἵματα σὲ ὑφάσματα, γιὰ νὰ τὰ κρατήσουν ὡς πολύτιμη εὐλογία. Ὅλοι ἦταν ἕτοιμοι νὰ θυσιασθοῦν γιὰ τὸν Χριστὸ τὴν ὥρα ἐκείνη. Μιὰ μυστικὴ ἀλλαγὴ εἶχε συντελεσθεῖ
στὶς ψυχὲς ὅλων.
Ἦταν τὸ πιὸ πειστικὸ κήρυγμα, ποὺ
ὁδήγησε πολλοὺς στὴ μετάνοια. Ὅποιοι ζοῦσαν χαλαρὰ τὴ χριστιανική
τους ζωή, σοβαρεύτηκαν καὶ ἀποφά-
σισαν νὰ ζήσουν ἀγωνιστικὰ καὶ μὲ
συνέπεια τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ!...
Οἱ Ἀγαρηνοὶ ἔγιναν αὐτόπτες μάρτυρες θαυμαστῶν σημείων. Εἶδαν τὸ σῶμα τοῦ Μάρτυρος ὄρθιο καὶ ζωντανό,
πλημμυρισμένο στὸ φῶς, καὶ διαπίστωσαν ὅτι ἀναδίδει ἄρρητη εὐωδία.
Ἀλλὰ καὶ ἡ τιμία του κεφαλή, ποὺ τὴ βεβήλωσαν μέσα σὲ ἀκαθαρσίες, καὶ αὐτὴ εὐωδίασε ἐξαφανίζοντας κάθε ἴχνος
δυσωδίας...
Οἱ χριστιανοὶ ἀγόρασαν τὸ ἱερὸ λεί-
ψανο τοῦ Μάρτυρος καὶ τὸ ἐνταφίασαν
στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου,
στὸν τάφο τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Δήμου, ποὺ εἶχε μαρτυρήσει τὸ 1763 στὴ
Σμύρνη.
Ἡ τιμία κάρα, τὸ δεξιὸ χέρι καὶ μιὰ
πλευρὰ τοῦ ἁγίου ἐνδόξου ὁσιομάρτυρος Ἀγαθαγγέλου ἔχουν θησαυρισθεῖ
ἀπὸ τὸ 1844 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἐσφιγμένου τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ἀγαθάγγελος, ὅσιος καὶ νεομάρτυς!
Μιὰ σπάνια νεανικὴ μορφή, ἁγία καὶ
ἔνδοξη τῆς Τουρκοκρατίας. Ἂς μὴ λησμονοῦμε ποτὲ τὸ δυνατὸ σύνθημα
ποὺ μᾶς ἀφήνει μὲ τὴ ζωή του. «Ὁ δρόμος ποὺ μᾶς ἐπανασυνδέει μὲ τὸν Χρι-
στὸ μετὰ ἀπὸ κάθε πτώση εἶναι ὁ δρόμος τῆς μετάνοιας».
Ἂς ἀγαπήσουμε καὶ μεῖς αὐτὸν τὸν
δρόμο... Ἡ μετάνοια εἶναι ἡ ἀρετὴ τῶν
Ἁγίων. Ἡ ἀρετὴ ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία καὶ τὴ δόξα τοῦ οὐρανοῦ.
Ὅσιε νεομάρτυς Ἀγαθάγγελε, πρέ-
σβευε καὶ ὑπὲρ ἡμῶν. Ο ΣΩΤΗΡ2043
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου