Τά πάθη, ὅπως συχνά ἀναφέρονται καί ἐννοοῦνται, μέσα στή ζωή τῆς πίστεώς μας, εἶναι κάτι κακό. Εἶναι ἕνα μεγάλο ἐμπόδιο ἀνάμεσα σέ ἐμᾶς καί τό Θεό. Εἶναι βαρίδια τά ὁποία εἶναι δεμένα ἐπάνω μας καί δέν μᾶς ἀφήνουν νά πετάξουμε κοντά Του. Εἶναι αὐτά πού μᾶς ὡθοῦν στήν ἁμαρτία. Εἶναι ἐχθροί μας οἱ ὁποίοι δέν ξέρουμε καί ἐμεῖς πῶς βρέθηκαν μέσα μας, γι αὐτό καί πρέπει ὅπως λέμε, νά τά ξεριζώσουμε,νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό αὐτά.
Νά βροῦμε ἕνα τρόπο νά ἐλευθερωθοῦμε ἀπό δαῦτα καί μετά κατά φυσική συνέπεια θά εἴμαστε ὑπόδειγμα πιστοῦ καί σωστοῦ χριστιανοῦ. Θά εἴμαστε τακτοποιημένοι μέ τό Θεό καί ἡ ζωή μας θά εἶναι μιά ζωή ἀληθινῆς λατρείας πρός Αὐτόν. Ἡ καρδιά καί τό μυαλό μας θά εἶναι πλέον στή διαρκή ἀναζήτησή Του. Τό θρησκευτικό μας συναίσθημα θά μᾶς ὁδηγεῖ καθημερινά στήν τήρηση τῶν ἐντολῶν Του καί τό Εὐαγγέλιο θά εἶναι τρόπος ζωῆς μας. Κάθε Κυριακή τά σπίτια μας θά εἶναι ἄδεια, ἀφοῦ ὅλοι ἐμεῖς θά εἴμαστε στίς Ἐκκλησίες...
Εἶναι ἄραγε λοιπόν τά πάθη τόσο μεγάλο πρόβλημα; Εἶναι ἡ αἰτία κάθε κακοῦ στή ζωή μας; Ἄς ποῦμε λίγα λόγια γι αὐτά.
Τά πάθη ὅπως ἐμεῖς τά γνωρίζουμε καί τά καταλαβαίνουμε εἶναι πράγματι κάτι κακό. Αὐτό ὅμως τό κακό τό ὁποίο ἔχουν τά πάθη δέν εἶναι καί ἡ φύση τους! Δέν εἶναι ἀπό μόνα τους κακά! Τέτοια γίνονται ὅταν ἐμεῖς, διά τοῦ τρόπου ζωῆς μας τά ὡθοῦμε νά γίνουν τέτοια. Τά πάθη προέρχονται ἀπό μία δύναμη τῆς ψυχῆς μας, πού λέγεται ἐπιθυμητικό ἤ παθητικό. Αὐτήν τή δύναμη, μαζί μέ ἄλλες δύο τό θυμοϊδές καί τό λογιστικό, ἔχει κανονίσει ὁ Θεός νά ὑπάρχουν σέ κάθε ἀνθρώπινη ψυχή. Εἶναι κατασκευαστικές προδιαγραφές τῆς ὑπάρξεώς μας.
Πρόβλημα ἀρχίζουν νά γίνονται, ἀπό τή στιγμή πού ἀρχίζουμε νά κάνουμε κακή χρήση τῆς ἐλευθερίας μας. Δηλαδή νά χάνουμε τό μέτρο καί τά ὅρια. Ὅταν ἀρχίζουμε νά θέλουμε πλεονεκτικά, εἶτε ὡς κατανάλωση, εἶτε ὡς ἐπικοινωνία. Ὅταν χάνουμε τήν αἴσθηση τοῦ κορεσμοῦ καί τῆς σωστῆς αὐτάρκειας. Τότε στήν οὐσία ἡ ὕπαρξή μας λειτουργεῖ παρά φύση καί ὄχι καταφύση. Τότε ἀρχίζουν καί οἱ δυνάμεις αὐτές νά γίνονται πάθη, κακές συνήθειες. Γιατί τό ἐπιθυμητικό λειτουργεῖ ἀχόρταγα. Ἀποκτοῦν δύναμη στή ζωή μας καί πλέον δέν τίς ὁρίζουμε. Συνεχῶς μᾶς νικοῦν. Δροῦν ἀνεξέλεγκτα καί εἶναι δύσκολο νά τίς ἀντιληφθοῦμε γιατί γίνονται μέρος τοῦ ἐαυτοῦ μας. Εἶναι ὁ ἐαυτός μας. Εἶναι ἡ «φόρα» τῆς ζωῆς μας. Χρειάζεται κάποιος νά μᾶς τό δείξει, νά μᾶς τό ἐπισημάνει. Τότε, θέλει πολύ θάρρος καί πίστη ἀφενός μέν νά ἀποδεχθοῦμε τήν ἀλήθεια, ἀφετέρου δέ πολύ δυνατό καί ἐπίπονο ἀγώνα γιά νά ἀπαλλαγοῦμε.
Καταλαβαίνουμε θαρρῶ πώς δέν εἶναι πρόβλημα ὡς δυνάμεις μέσα μας. Εἶναι ἀπαραίτητα συστατικά τίς ὑπάρξεώς μας καί ἄν αὐτά μπορέσουν κάποια στιγμή νά ξεριζωθοῦν, τότε θά εἴμαστε ζωντανοί νεκροί! Γιατί δέ θά μποροῦμε νά θέλουμε καί ἄνθρωπος πού δέ θέλει, εἶναι μισός ἤ καί λιγότερο ἀπό μισός. Τά πάθη δέ θέλουν ξερίζωμα ἀλλά ρύθμισμα, διόρθωμα. Νά λειτουργοῦν φυσιολογικά καί ὡφέλιμα γιά τόν ἄνθρωπο. Ὁ μόνος τρόπος γιά νά ἐπιτευχθεῖ αὐτή ἡ θεραπεία, εἶναι ἡ πίστη μας. Ὁ ἐκκλησιαστικός τρόπος ζωῆς καί ἡ ἐνσυνείδητη, συνεχής μετοχή μας σ’αὐτόν.
Περίτρανη ἀπόδειξη, ἀλλά καί μαρτυρία γιά τήν ὀρθότητα ὅλων αὐτῶν πού ἀναφερόμαστε, εἶναι ἡ μεγάλη ἁγία τῆς ὁποίας τή μνήμη ἐορτάζουμε σήμερα. Ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Τῆς ὁποίας ἡ ἡμέρα μνήμης ἦταν δώδεκα ἡμέρες πρίν, τήν πρώτη τοῦ μηνός. Ἐπειδή ὅμως ἡ ἁγία εἶναι παράδειγμα καί τύπος μετανοίας, δηλαδή μεταστροφῆς ἀπό τά ἁμαρτία στό σωστό δρόμο τῆς ἀρετῆς, ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας καθιέρωσε παλαιόθεν ἡ πέμπτη καί τελευταία Κυριακή τῶν νηστειῶν νά εἶναι ἀφιερωμένη σ’αὐτήν. Μέ αὐτό θέλει ἔστω καί τήν τελευταία στιγμή, λίγο πρίν τό Πάσχα, νά μᾶς ἐπισημάνει πώς δέν πρέπει ποτέ νά χάνουμε τήν ἐλπίδα μας καί ἀκόμη καί τήν τελευταία στιγμή νά προσπαθοῦμε νά ἐνεργοῦμε τήν μετάνοια. Ἡ ὁποία βέβαια εἶναι καί ἕνα προϊόν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ὅταν αὐτή βιώνεται σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῆς πίστεώς μας...
Ἡ ἁγία Μαρία ἡ Αἰγυπτία γεννήθηκε καί μεγάλωσε στήν Ἀλεξάνδρεια. Σέ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν φεύγει ἀπό τό σπίτι της καί ἐμπλέκεται μέ ἀνθρώπους ὅπου ζοῦν τήν ἁμαρτία μέ τόν ἐλεύθερο καί χωρίς ὅρια ἔρωτα. Ἔγινε μία πόρνη. Ἡ πιό διάσημη καί ποθητή. Μάλιστα τόση δυνατή ἦταν ἡ διαστροφή τοῦ ἔρωτος μέσα της, πού ἀπό ἕνα σημείο καί μετά ἡ ἴδια ἔβγαινε καί ἀναζητοῦσε ἄνδρες.
Ζῶντας ἔτσι, κάποια στιγμή βρέθηκε στό λιμάνι τῆς Ἀλεξάνδρειας καί εἶδε τούς πιστούς πού ἀνέβαιναν στό πλοίο γιά νά πάνε στά Ἰεροσόλυμα γιά τή γιορτή τῆς ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί ἀποφάσισε νά πάει κι αὐτή. Ὅταν ὅμως ἔφτασαν ἐκεῖ καί πῆγε μαζί μέ τούς ἄλλους πιστούς νά προσκυνήσει τόν Τίμιο Σταυρό, μιά δύναμη δέν τήν ἄφηνε νά πλησιάσει. Προσπάθησε ξανά καί ξανά ἀλλά δέν τά κατάφερε. Τότε κατάλαβε ὅτι ἔτσι ὅπως ἦταν δέν ἦταν σέ θέση γιά νά προσκυνήσει τό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μας.
Βγῆκε ἔξω ἀπό τό ναό, βρῆκε μία εἰκόνα τῆς Παναγίας μας καί μέ δάκρυα στά μάτια τήν παρακάλεσε νά τή βοηθήσει νά προσκυνήσει. Ἔδωσε δέ ὑπόσχεση πώς ἄν συμβεῖ αὐτό, αὐτή πάραυτα θά σταματήσει τή ζωή πού ἔκανε καί θά ἀλλάξει τελείως. Πράγματι μετά ἀπό αὐτήν τήν προσευχή καί τήν ὑπόσχεση, μπόρεσε νά προσκυνήσει τόν Τίμιο Σταυρό. Μέ δάκρυα στά μάτια εὐχαρίστησε τό Σωτῆρα Χριστό γιά τήν ἀγάπη καί τό ἔλεός Του καί μέ μιά ἀπόφαση ἔφυγε τήν ἴδια στιγμή γιά τήν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη.
Ἐκεῖ ἔζησε σαράντα ἑπτά χρόνια χωρίς νά συναντήσει ἄνθρωπο. Μέ μόνη παρέα τά ἄγρια θηρία, ἔκανε πολύ μεγάλο ἀγώνα γιά νά ζήσει. Ὄχι γιατί φοβόταν τό θάνατο, ἀλλά γιατί ἤθελε πρώτα νά μετανοήσει ὁλοκληρωτικά. Ἔζησε σχεδόν κόλαση. Ἡ προηγούμενη ζωή της μέ τά πάθη καί τίς ἀπολαύσεις της, τῆς ἐπιτίθετο μέ ὅλες τίς δυνάμεις της. Αὐτό ἦταν πολύ μεγάλη τυρανία διότι τά πάθη τά ὁποία κουβαλοῦσε μαζί της, ἐξορμοῦσαν πρός ἐκπλήρωση. Ὅμως ἡ ἀπόφαση ἦταν ὁριστική. «Δέν γυρνῶ πίσω!» Ἐκεῖνες τίς στιγμές τίς ἔντασης καί τῆς ἀγωνίας, ἔχωνε τό κεφάλι της μέσα στήν ἄμμο τῆς ἐρήμου καί παρακαλοῦσε «ὁ πλάσας με, σῶσον με!»
Ἔτσι πέρασε τά πρῶτα δεκαεπτά ἔτη. Λίγο πρίν πεθάνει, γνώρισε τόν ἁββᾶ Ζωσιμᾶ, ἀπό τά χέρια τοῦ ὁποίου κάποια στιγμή κοινώνησε τῶν ἀχράντων μυστηρίων. Ἠταν Πᾶσχα καί τοῦ ζήτησε τό ἐπόμενο Πᾶσχα νά ἔλθει καί πάλι νά τήν κοινωνήσει. Ἐτσι καί ἔγινε. Ὅμως τήν ἐπόμενη φορά πού ἦλθε ὁ Ζωσιμᾶς γιά νά τήν κοινωνήσει τή βρῆκε νεκρή. Τή βρῆκε ξαπλωμένη πάνω στήν ἄμμο, μέ τά χέρια σταυρωμένα στό στῆθος καί νά κοιτᾶ πρός τήν ἀνατολή. Δίπλα στήν ἄμμο εἶχε γράψει μέ τό χέρι της γιά τόν ἐνταφιασμό της. Ἡ Ἐκκλησία μας, ἀξίως τήν κατέταξε στό χορό τῶν ἁγίων καί τήν τιμᾶ ἱδιαιτέρως ὡς πρότυπο καί παράδειγμα μετανοίας.
Ἡ ζωή της ὅπως κάθε ἁγίου εἶναι θαυμαστή. Ἱδιαίτερα ὁ τρόπος μέ τόν ὁποίο ἔζησε καί ἐνήργησε τή μετάνοια. Τό πάθος τῆς ἁγίας τό ὁποίο ἀρχικά τήν παρέσυρε στήν καταστροφή ἦταν ὁ ἔρωτας. Ὁ ἔρωτας ὅπως ὑπάρχει παραχαραγμένος, πού κάπως ἔτσι τόν καταλαβαίνουμε κι ἐμεῖς. Ὅμως ὁ ἔρωτας ὅπως κάθε πάθος ὡς δύναμη ψυχῆς, δέν εἶναι κακό καί ἀρρώστια. Εἶναι διάθεση γιά ζωή καί δημιουργία. Εἶναι ἀκόμη περισσότερο τό κάτι παραπάνω σ’αὐτό πού λέμε πίστη. Γι αὐτό καί οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, μιλοῦν γιά θείο ἔρωτα! Ἐάν δέν ἔχουμε ἔρωτα γιά τό Θεό, τότε ἡ πίστη εἶναι σάν ἕνας γάμος πού ἔχει πάψει, ἀπλά οἱ σύζυγοι παραμένουν μαζί.
Ἡ ἁγία ζοῦσε τόν ἔρωτα μέ πάθος, εἶχε μάθει νά δίνεται. Γι αύτό καί ὅταν ἦλθε ἡ στιγμή νά δωθεῖ στό Χριστό, τό ἔκανε σωστά καί ἀληθινά. Τοῦ δώθηκε ψυχή καί σῶμα. Καί ὁ Χριστός, τή δέχθηκε, τήν περιποιήθηκε, τῆς συγχώρησε ὅλες τίς ἁμαρτίες της καί τήν ἔκανε ἁγία. Ὁ Χριστός δέχεται τόν ἔρωτά μας γι Αὐτόν, γιατί εἶναι κι αὐτός ἐρωτευμένος μέ ἐμᾶς. Γιατί ἔρωτας δέν εἶναι ἡ ἡδονή, ἡ λαγνεία καί ἡ ἐρωτική πράξη πού προκύπτει, ἀλλά τό ἄνοιγμα καί ἡ διάθεση γιά συνάντηση καί ἐπικοινωνία ἑνός προσώπου μέ ἕνα ἄλλο πρόσωπο. Ἡ διάθεση γιά ὑπαρξιακή συνάντηση δύο προσώπων καί ὄχι ἡ ἐρωτική ἔνωση δύο σωμάτων.
Εἶθε λοιπόν ἀγαπητοί μου, δι εὐχῶν τῆς ἁγίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας, νά βιώνουμε τήν μετάνοια πιό σωστά ὅσο γίνεται καί νά θυμόμαστε πάντα πώς τά πάθη δέν εἶναι κάτι κακό ἀπό μόνα τους, Φταῖμε ἐμεῖς καί ὁ τρόπος ζωῆς μας ὅταν αὐτά γίνονται κακό καί ἐξαρτήσεις. Εἶναι δέ αὐτά πού ὅταν συναντήσουμε πραγματικά τό Χριστό, αὐτά τά ἵδια θά μᾶς βοηθήσουν μέ τή χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος νά προκόψουμε στήν πίστη, νά τή ζήσουμε σωτήρια καί νά βρεθοῦμε τήν ὥρα τοῦ θανάτου μας στήν ἀγκαλιά τοῦ Χριστοῦ μας.
π.Φιλιππος Μπεναζης Ι.Ν.Αγιου Νικολαου Δραμας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου