04/05/2019 · by Πέτρος Παπαπολυβίου
Η κυπριακή κοινωνία πέρασε τη φετινή Μεγάλη Βδομάδα και τις μέρες του Πάσχα στη βαριά σκιά των αποτρόπαιων εγκλημάτων που αποκαλύφθηκαν με θύτη – κατά συρροή δολοφόνο, ένα πρόσωπο της διπλανής πόρτας υπεράνω υποψίας: πτυχιούχο αξιωματικό τοποθετημένο σε μονάδα με εκατοντάδες στρατιώτες, νέο άνθρωπο πατέρα δυο μικρών παιδιών, με καλλιτεχνικές αναζητήσεις και έφεση – ίσως και «βραβεία» – στη φωτογραφία. Και έχοντας στο βιογραφικό του, εκτός από τη στρατιωτική του εκπαίδευση, δεκάδες φωτογραφίσεις από τα πιο λαμπερά γεγονότα της κυπριακής καθημερινότητας: γάμους, βαπτίσεις, «κοινωνικές εκδηλώσεις». Την επιχρυσωμένη όψη της σύγχρονης Κύπρου.
Στην απέναντι πλευρά τα άτυχα θύματα, όσα ξέρουμε μέχρι σήμερα, καθώς ο κατάλογός τους δεν είναι ο τελικός. Η συμπλήρωσή του επαφίεται στην τύχη, στην υπομονή των ανακριτικών αρχών και στην όποια συνείδηση του αρρωστημένου δολοφόνου: Ξένες κοπέλες και δυο μικρά κοριτσάκια, που ήρθαν στην πατρίδα μας αναζητώντας καλύτερη μοίρα, δουλειά και ψωμί. Που όλες ανήκουν, όπως αποδεικνύεται, στις πιο αδύνατες και απροστάτευτες κοινωνικές και ανθρώπινες ομάδες του σημερινού πληθυσμού στην ελεύθερη Κύπρο: Γυναίκες από «φτωχές χώρες» της Ασίας και των Βαλκανίων, που εργοδοτούνται ως οικιακές βοηθοί και που πέρα από όσα βιώνουν καθημερινά στους χώρους εργασίας τους, εάν «εξαφανιστούν» δεν θα τις αναζητήσει κανένας. Ή, χειρότερα, όσοι – από το οικογενειακό και φιλικό τους περιβάλλον – θα έχουν την αγωνία να τις ψάξουν, θα προσκρούσουν πάνω στο παχύδερμο τείχος της ανάλγητης αδιαφορίας που έχει υψώσει η κοινωνία μας και η κρατική μηχανή. Η ίδια κοινωνία και η ίδια κρατική μηχανή ενός ημικατεχόμενου κράτους που ζει εν πολλοίς από τον τουρισμό (τα λεφτά των «ξένων») και την ίδια στιγμή εκποιεί κατά συρροή κυπριακές ταυτότητες, υπηκοότητες, «πύργους» και ακτές, ανάλογα με τα πόσα εκατομμύρια έχει στο πορτοφόλι του ο ίδιος «ξένος»: τότε αποκτά κύρος και υπόσταση και δικαιούται σημασία και προσοχή…
Όσο συνεχίζονται οι ανακρίσεις και η μακάβρια αναζήτηση των σορών και τεκμηρίων από τα εγκλήματα, δεν μπορούμε να αποκρυσταλλώσουμε την εικόνα για την ψυχοσύνθεση του δολοφόνου, τι τον οδήγησε στην αποτρόπαια σειρά των φόνων και στη φρικιαστική απόκρυψη των πτωμάτων σε πηγάδια και λίμνες. Για το πώς «ψήλωσε ο νους του», κατά πως θα έλεγε 120 χρόνια προηγουμένως ο Παπαδιαμάντης, όταν ψυχογραφούσε αριστουργηματικά τη Φραγκογιαννού, μιαν άλλη «κατά συρροή δολοφόνο» κοριτσιών, σε ένα νησί πολύ μικρότερο από τη σημερινή Κύπρο. Ο μεγάλος Σκιαθίτης των ελληνικών γραμμάτων παρουσιάζει την τραγική φόνισσα να δρα ως λυτρωτής για τα μικρά κορίτσια: τα έσωζε, σκοτώνοντάς τα, από τη μαρτυρική ζωή που θα τα ανέμενε ως φτωχές απροστάτευτες γυναίκες. (Θυμίζουμε ότι η φόνισσα αποκαλύπτεται τυχαία: όταν ένα κοριτσάκι πνίγεται σε ένα πηγάδι με αυτήν παρούσα. Οι συμπτώσεις με το «φρεάτιο» του Μιτσερού ανατριχιαστικές…) Μήπως, πέρα από την τιμωρία του δολοφόνου, πρέπει να αναρωτηθούμε, ως κοινωνία, για τις συλλογικές μας ευθύνες απέναντι σε όλες αυτές τις κοπέλες που φιλοξενούνται στη χώρα μας χωρίς να έχουν περισσότερες ελπίδες για το μέλλον τους από όσες θα είχαν στη μίζερη ζωή τους τα θύματα της Φραγκογιαννούς; Χωρίς να ισοπεδώνουμε στερεοτυπικά συμπεριφορές, ας ευχηθούμε να αποτελέσει αυτή η αποτρόπαια σειρά δολοφονιών την αφετηρία για να αλλάξουμε: πρώτα την κρατική στάση, εκσυγχρονίζοντας και εξανθρωπίζοντας ανακλαστικά, νοοτροπίες, συμπεριφορές και νομοθεσίες, και κατόπιν ας κοιτάξει ο καθένας τα του οίκου του. Σε ένα νησί, όπου μόλις πριν από 70-80 χρόνια στη θέση των «Φιλιππινέζων» και των «Σριλανκέζων» ως «δουλικά» στα αστικά σπίτια ήταν οι ίδιες οι γιαγιάδες μας…
Από τις αντιδράσεις που προξένησαν αρνητική εντύπωση, στέκομαι στην εκκωφαντική σιωπή της «επίσημης» Εκκλησίας. Σε μέρες όπου «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες» κατακλύζουν τους ορθόδοξους ναούς, και συμμετέχουν, όπως βούλεται ο καθένας, στο θείο δράμα και στο μεγαλείο της ανάστασης, η απουσία μιας εγκυκλίου ή έστω μιας απλής δήλωσης στοιχειώδους ευαισθητοποίησης για όσα παρακολουθεί συγκλονισμένη η κυπριακή κοινωνία, μαρτυρεί πλήρη αποξένωση από την πραγματικότητα, τον σφυγμό και τις αγωνίες του ποιμνίου. Κρίμα…
Τις ίδιες μέρες, στο περιθώριο των παραπάνω, έφυγαν από τη ζωή δυο σπουδαίοι άνθρωποι, Χριστιανοί και Έλληνες: η Στροβολιώτισσα αγωνίστρια της ΕΟΚΑ Μαρούλα Ιωσήφ και ο Καρπασίτης ακρίτας Σάββας Λιασής. Δυο άνθρωποι από την εποχή και από την Κύπρο «όπου το θαύμα λειτουργούσε ακόμη»… Ας τους μνημονεύουμε. Μαζί με τη Μαίρη Ρόουζ, τη Λίβια, τη Μαρικάρ, τη Αριάν, την κοπέλα από το Νεπάλ, και τις δυο παιδικές ψυχούλες…
Δημοσιεύθηκε στην εφημ. «Ο Φιλελεύθερος» στις 4 Μαΐου 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου