Η χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως εἶναι χαρὰ ποὺ ἀναβλύζει ἀπ’ τὴν κατάργηση τοῦ πιὸ μεγάλου φόβου τοῦ
ἀνθρώπου: τοῦ φόβου τοῦ θανάτου.
Ποτέ του δὲν μπόρεσε κι οὔτε ποτὲ θὰ
μπορέσει νὰ συμβιβασθεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸν θάνατο, γιατὶ δημιουργήθηκε ἀπὸ τὸν πανάγαθο Θεὸ «κατ’ εἰκόνα
του» «ἐπ’ ἀφθαρσίᾳ» (Γεν. α΄ 26, Σοφ.
Σολ. β΄ 23).
Κι ὅμως ἡ πτώση του, ἡ ἁμαρτία ἔγι-
νε «τὸ κεντρὶ τοῦ θανάτου» (βλ. Α΄ Κορ.
ιε΄ 56). Καὶ ὁ θεοτίμητος ἄνθρωπος, ὁ
κάθε ἄνθρωπος, βρίσκεται ἀντιμέτωπος μὲ τὸν ἀποτρόπαιο θάνατο, ποὺ
ὄχι μόνο ψυχολογικὰ τὸν καταβάλλει
καὶ τὸν συνθλίβει, ἀλλὰ καὶ σωματικὰ
μὲν τὸν ὁδηγεῖ στὸν τάφο, πνευματικὰ
δὲ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεό. «Πῶς παρεδόθημεν τῇ φθορᾷ καὶ συνεζεύχθημεν τῷ θανάτῳ;», ἀπορεῖ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Πῶς ἔγινε καὶ παραδοθήκαμε στὴ φθορὰ καὶ μπλεχτήκαμε στὰ δίχτυα τοῦ θανάτου; Πῶς;
Ἀλλὰ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀπαντήσει κανεὶς σ’ αὐτὸ τὸ ἐρώτημα καὶ νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν πραγματικότητα. Δὲν μᾶς ται-
ριάζει ὁ θάνατος! Ὅσο κι ἂν εἶναι ἡ βέβαιη κατάληξη τῆς ζωῆς μας, δὲν πρόκειται ποτὲ νὰ συμφιλιωθοῦμε μαζί του.
Γι’ αὐτὸ χαιρόμαστε τὴν Ἀνάσταση. Γι’
αὐτὸ πανηγυρίζουμε καὶ σκιρτοῦμε μὲ
τὶς λαμπάδες ἀναμμένες. Γιατὶ ζοῦμε
τὴν κατάργησή του. Γιατὶ ἐλευθερωνόμαστε ἀπὸ τὰ δεσμά του. Ἡ χαρὰ τῆς
Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι ἡ
χαρὰ τῆς νίκης μόνο τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς
πίστεώς μας ἔναντι τῶν διωκτῶν του.
Δὲν εἶναι ἡ χαρὰ τῆς ἀποκαταστάσεως τοῦ δικαίου καὶ τῆς ἀληθείας ἔναντι
τῆς ἀδικίας καὶ τοῦ ψεύδους. Εἶναι κάτι
ἀσύγκριτα βαθύτερο. Εἶναι ἡ ἀπελευ-
θέρωσή μας ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ θανάτου.
Ναί, διότι ὁ ἀναστὰς Κύριος «κατήργησε τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου», τὸν μισάνθρωπο διάβολο (βλ.
Ἑβρ. β΄ 14). «Κατῆλθε μέχρις ᾍδου
ταμείων», κατέβηκε μὲ τὴν τεθεωμένη
ψυχή του στὸ σκοτεινὸ βασίλειο τοῦ
θανάτου καὶ ἐλευθέρωσε ἀπὸ τὰ δεσμά
του ὅλους τοὺς ἀπ’ αἰῶνος νεκρούς.
Ὁ ἀναστὰς Κύριος εἶναι ὁ νικητὴς
τοῦ θανάτου. Αὐτὸς ποὺ δίνει σ’ ὅλους
τοὺς νεκροὺς καὶ σ’ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ τοὺς κατατρώγει ἡ ἀγωνία
τοῦ θανάτου, τὴ δυνατότητα τῆς ζωῆς
καὶ τὴν ἐλπίδα τῆς ἀναστάσεως.
Ὁ ἀναστὰς Κύριος εἶναι ὁ «πρωτότοκος ἐκ τῶν νεκρῶν» (Κολ. α΄ 18). Ἔγι-
νε ἡ «ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων» (Α΄
Κορ. ιε΄ 20). Καὶ ὅπως οἱ πρώιμοι καρποὶ μᾶς προαναγγέλλουν ὅτι θὰ ἐπακολουθήσει καὶ ὁλόκληρη ἡ συγκομιδή, ἔτσι καὶ ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ
μᾶς βεβαιώνει ὅτι θὰ ἀκολουθήσει καὶ
ἡ ἀνάσταση ἡ δική μας.
Αὐτὴ εἶναι ἡ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως:
ἡ χαρὰ τῆς ἐλπίδας, ἡ χαρὰ τῆς προσδοκίας.
Ὁ θάνατος συνεχίζει βεβαίως νὰ πλήττει τὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο. Πρόσκαιρα ὅμως τώρα. Χωρίζει τὴν ψυχὴ ἀπὸ
τὸ σῶμα φέρνοντάς την πλησίον τοῦ
ἀναστάντος Κυρίου, μέχρις ὅτου καὶ τὸ
νεκρὸ καὶ ἄψυχο σῶμα ἑνωθεῖ καὶ πάλι
μαζί της, γιὰ νὰ ζήσει αἰώνια στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἄφθαρτο καὶ ἀθάνατο ἐκεῖ ὅπου «ὁ θάνατος οὐκ ἔσται ἔτι»
(Ἀποκ. κα΄ 4)· ἐκεῖ ὅπου ὁ θάνατος θὰ
πάψει ἐπιτέλους νὰ ὑπάρχει.
❁ ❁ ❁
Μπροστὰ στὴν ἀγωνία τοῦ θανάτου,
μπροστὰ στὰ φρεσκοσκαμμένα μνήματα ποιὰ ἰδέα, ποιὸς παρηγορητικὸς λόγος ἢ ποιὰ φιλοσοφία μπορεῖ νὰ δώσει λύση στὴν τραγωδία καὶ νὰ μεταβάλει τὴ βαθιὰ θλίψη σὲ χαρά; Μόνο
τὸ «Χριστὸς ἀνέστη», ποὺ ψάλλουμε
οἱ πιστοὶ περιχαρεῖς στὴν Ἀνάσταση,
ἀντισταθμίζει τὴ λύπη τοῦ θανάτου χαρίζοντας στοὺς πιστοὺς τὴ χαρὰ τῆς
ἐλπίδας καὶ τὴν εὐφροσύνη τῆς προσμονῆς.
Γι’ αὐτὸ καὶ κάθε φορὰ κατὰ τὴν Ἀνάσταση «θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν
ᾍδου τὴν καθαίρεσιν... καὶ σκιρτῶντες
ὑμνοῦμεν τὸν αἴτιον, τὸν μόνον εὐλογητὸν τῶν πατέρων, Θεὸν καὶ ὑπερένδοξον».O ΣΩTHΡ2043
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου