Α΄
Κάθε εὐλαβὴς προσκυνητὴς ποὺ επισκέπτεται τὴν φιλάγιο πόλη τῆς Θεσσαλονίκης ἔχει τὴν ἰδιαίτερη εὐλογία εἰσερχόμενος στὸ Καθολικὸ
(στὸν ἱερὸ Ναό) τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας
Θεοδώρας νὰ προσκυνήσει ὄχι μόνο
τὸ ἱερὸ λείψανο τῆς Ἁγίας ἀλλὰ καὶ τὸ
ἱερὸ λείψανο τοῦ ὁσίου Δαβίδ, ποὺ βρί-
σκεται στὸν πρόναο δεξιὰ μέσα σὲ πε-
ρίτεχνη ξύλινη λάρνακα. Στὸν μικρὸ αὐ-
τὸ κατανυκτικὸ βυζαντινὸ ναὸ πλῆθος
κόσμου εἰσέρχεται καθημερινὰ γιὰ νὰ
ἀνάψει τὸ κερί του καὶ νὰ προσευχηθεῖ.
Καὶ μέσα σὲ κλίμα ἀπόλυτης ἡσυχίας
νὰ ἀνυψωθεῖ πνευματικὰ πρὸς τὸν
Κυριο τοῦ οὐρανοῦ.
Ἀλλὰ ποιὸς ὑπῆρξε ὁ ὅσιος Δαβίδ;
Ὁ εὐλογημένος καὶ ὅσιος ἄνδρας Δα-
βὶδ εἶχε τὴν καταγωγή του ἀπὸ τὴ βό-
ρεια Μεσοποταμία. Στὴ Θεσσαλονίκη
τὸν συναντοῦμε στὰ μέσα τοῦ 5ου αἰ-
ῶνος (450 μ.Χ.) μαζὶ μὲ τὸν μοναχὸ
Ἀδολᾶ νὰ μονάζουν στὴν Ἱερὰ Μονὴ
τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Θεοδώρου καὶ
Μερκουρίου, ποὺ ἦταν στὸ βορειοα-
νατολικὸ ἄκρο τοῦ Κάστρου. Σήμερα ὁ
τόπος αὐτὸς φέρει τὴν ἐπωνυμία
«Κῆπος προβατᾶ».
Οἱ βίοι τῶν ἁγίων ἀσκητῶν καὶ πε-
ρισσότερο τῶν στυλιτῶν συγκινοῦσαν
βαθιὰ τὴν καρδιὰ τοῦ Δαβίδ. Μιμούμε-
νος τὴ θεοφιλὴ πολιτεία τους ἐπέλεξε
ἀκόμη πιὸ δύσκολο τρόπο ἀσκήσεως.
Ἀνέβηκε σὲ δένδρο ἀμυγδαλιᾶς καὶ ἐκεῖ
ἐπάνω στὰ κλαδιά του ἀπομονωμένος
«ὡς στρουθίον» ὑμνοῦσε τὸν Θεὸ καὶ
προσευχόταν νὰ τοῦ χαρίσει «σύνεσιν
καὶ ταπείνωσιν καὶ νὰ τὸν ὑπηρετῇ ἐν
φόβῳ καὶ τρόμῳ». Οὔτε οἱ καυστικὲς
ἀκτίνες τοῦ ἥλιου, οὔτε οἱ ἄνεμοι – κά-
ποτε καὶ σφοδροί – οὔτε οἱ ταλαντεύ-
σεις τῶν κλαδιῶν τὸν ἐμπόδιζαν ἀπὸ
τὸ θεάρεστο ἔργο του.
Φιλόθεοι κάτοικοι τῆς Θεσσαλονίκης
ἔφθαναν συχνὰ νὰ δοῦν καὶ νὰ θαυμά-
σουν τὸν Ὅσιό τους. Αὐτὸς ἀπορρο-
φημένος ἀπὸ τὴ μακαρία σιωπὴ στὴν
ἐνατένιση τοῦ θείου κάλλους δὲν ἔδινε
καμία σημασία στοὺς φιλοπερίεργους
ἐπισκέπτες καὶ συνέχιζε ἀπρόσκοπτα
τὴν ἱερὴ ἐργασία του.
Οἱ φίλοι συμμοναστὲς τὸν διέκοπταν
κάποτε μὲ πολὺ σεβασμὸ γιὰ νὰ τοῦ
ζητήσουν εὐχὲς καὶ συμβουλές. Μετὰ
ἀπὸ τρία χρόνια ἀσκήσεως πάνω στὸ
δένδρο ὁ ἐνάρετος μοναχὸς Δαβὶδ δέ-
χθηκε οὐράνιο μήνυμα ἀπὸ φωνὴ ἀγ-
γέλου, ποὺ τοῦ ἔλεγε ὅτι ὁ Κύριος δέ-
χθηκε τὴν ἄσκησή του καὶ ὅτι τώρα
ἔφθασε ὁ καιρὸς ποὺ ἔπρεπε νὰ κατε-
βεῖ ἀπὸ τὸ δένδρο καὶ νὰ συνεχίσει τὴν
ἄσκησή του ὡς «ἔγκλειστος».
Ἡ εἴδηση αὐτὴ ἔφερε χαρὰ σὲ ὅλους
τοὺς εὐσεβεῖς κατοίκους τῆς περιοχῆς.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τῆς Θεσσαλονίκης
Δωρόθεος τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἐτέλεσε
πανηγυρικὴ θεία Λειτουργία. Καὶ μὲ
πολλὴ συγκίνηση δέχθηκαν ὅλοι τὶς
εὐλογίες τοῦ Ὁσίου τους.
Ὁ Ὅσιος συνέχισε τὴν εὐλαβὴ ἄσκη-
σή του σὲ εἰδικὸ κελλάκι, ποὺ μὲ πολλὴ
φροντίδα καὶ ἐπιμέλεια ἔκτισαν οἱ μα-
θητές του τρία μίλια ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη
τῆς πόλεως. Ἀπὸ κεῖ πλέον θὰ ἀνέ-
πεμπε γιὰ ἑβδομήντα περίπου ἀκόμη
χρόνια δεήσεις καὶ ἱκεσίες ὑπὲρ εἰρή-
νης τοῦ σύμπαντος κόσμου καὶ ὑπὲρ
ἐλέους, ζωῆς καὶ ὑγείας ὅλων τῶν κα-
τοίκων...
Κάποτε ἡ στρατιωτικὴ φρουρὰ κα-
θὼς ἀνηφόριζε πρὸς τὴν Ἀκρόπολη
(κάστρο Ἑπταπυργίου), ἀντίκρισε
μιὰ παράδοξη φλόγα... Ἦταν ἡ πύρι-
νη προσευχὴ τοῦ Ὁσίου, ποὺ ἔβγαι-
νε ἀπὸ τὸ ταπεινὸ ἀσκητήριό του. Τί
εὐλογία γιὰ ὅλη τὴν περιοχὴ ἡ παρου-
σία ἑνὸς ἁγίου! Ὅλοι τὸ ἤξεραν ὅτι κά-
που ψηλὰ ἔξω ἀπὸ τὴν ἔνδοξη πόλη
τους κάποιος ἄνθρωπος ἀγάπης ξα-
γρυπνοῦσε γι’ αὐτούς. Ἔνιωθαν πλού-
σια τὴ θαλπωρή του καὶ δυνατὴ τὴν
προστασία του. Ὁ Κύριος ἐπέβλεπε
στὶς προσευχὲς τοῦ ἁγνοῦ αὐτοῦ δού-
λου του καὶ πολλὰ θαύματα ἐπιτε-
λοῦσε ὅσο ζοῦσε στὴ γῆ.
Δαιμονιζόμενοι ἐλευθερώθηκαν ἀπὸ τὴ μάστιγα τῶν πονηρῶν πνευμάτων, τυφλοὶ ἀνέβλεψαν καὶ πλῆθος ἄλλο ἀσθενῶν ἔγιναν ὑγιεῖς. «Ἂν δίνει ὁ Θεὸς τόση δόξα στοὺς δικούς του ὅσο ζοῦν, πόσο ἀσύγκριτα μεγαλύτερη δόξα τοὺς ἐπιφυλάσσει στοὺς οὐρανούς;», ὁμολο-
γοῦσαν μεταξύ τους οἱ φιλόθρησκοι
Θεσσαλονικεῖς.
Β΄
Τὸ 535 ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανὸς ἀπέσπασε ἀπὸ τὴν δικαιοδοσία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Θεσσαλονίκης
τὶς ἐπαρχίες τοῦ βορείου Ἰλλυρικοῦ καὶ
ἔκανε μὲ νόμο νέα ἐκκλησιαστικὴ περι-
φέρεια μὲ τὸν τίτλο «Ἀρχιεπισκοπὴ
Νεας Ἰουστινιανῆς». Ὁ τότε Ἀρχιεπίσκο-
πος Θεσσαλονίκης Ἀριστείδης δέχθη-
κε αὐτὴ τὴν ἀλλαγή. Ὅμως γιὰ νὰ περι-
σώσει τὸ πολιτικὸ κύρος τῆς Θεσσαλονί-
κης, ἐπανέφερε τὴν ἕδρα τοῦ Υπάρχου
τοῦ Ἰλλυρικοῦ ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Ἰουστι-
νιανὴ στὴ Θεσσαλονίκη. Ὡστόσο αὐτὴ
ἡ ἐνέργεια ἔπρεπε νὰ ἐγκριθεῖ ἀπὸ τὸν
Ἰουστινιανό. Τὴ μεγάλη αὐτὴ καὶ κρίσιμη
ἀποστολὴ νὰ διαβιβάσει τὸ αἴτημα στὸν
αὐτοκράτορα παρακλήθηκε νὰ ἀναλάβει
ὁ ὅσιος Δαβίδ.
Παρὰ τὶς σοβαρὲς ἐπιφυλάξεις του ὁ
Ὅσιος, καὶ προκειμένου νὰ μὴ διασα-
λευθεῖ ἡ εἰρήνη στὴν ἔνδοξη Θεσσαλο-
νίκη, ὑπάκουσε στὸν ἀρχιεπίσκοπο Ἀρι-
στείδη. Ἄφησε τὴν προσφιλή του ἄσκη-
ση καὶ μὲ δύο μαθητές του, τὸν Θεόδω-
ρο καὶ τὸν Δημήτριο, ἀπέπλευσε γιὰ τὴν
Κωνσταντινούπολη. Ἡ φήμη τοῦ Ὁσίου
εἶχε προτρέξει στὸ παλάτι. Ἡ αὐτοκράτει-
ρα Θεοδώρα δέχθηκε μὲ ἀπέραντο σε-
βασμὸ τὸν εὐλαβὴ αὐτὸ ἥρωα τῆς ἀσκή-
σεως μὲ τὴ βιβλικὴ προφητικὴ μορφή:
πρόσωπο ὁλοφώτεινο, ποὺ ἔλαμπε σὰν
ἥλιος, καὶ μακριὰ γενειάδα, ποὺ ἔφθανε
μέχρι τὴν ἄκρη τῶν ποδιῶν του. Τὸ πα-
λάτι ἔζησε ἐκεῖνες τὶς ἡμέρες τὴν ὑπερ-
κόσμια αἴσθηση τῆς παρουσίας ἑνὸς ἀ-
ληθινὰ μεγάλου Ἁγίου.
Ὁ Ἰουστινιανὸς ἔλειπε σὲ ἐπίσημες ὑ-
ποχρεώσεις. Ὅταν ἐπέστρεψε, ὑποδέ-
χθηκε τὸν Ὅσιο στὴ μεγάλη Αἴθουσα τῶν Συνεδριάσεων μὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς Συγκλήτου. Ὁ Ὅσιος εἰσῆλθε θυμιατίζοντας εὐλαβῶς ὅλους κρατώντας ἐπάνω στὴν ἀνοικτὴ παλάμη του ἀναμμένα κάρβουνα μὲ θυμίαμα χωρὶς νὰ καίγεται ὁ ἴδιος.
Ἔκπληξη καὶ ἱερὸ δέος κατέλαβε ἀμέ-
σως ὅλους. Ἡ ἀκτινοβολοῦσα θεῖο φῶς
μορφὴ τοῦ ὁσίου Δαβὶδ εἶχε μεταβάλει
τὴν αἴθουσα σὲ χῶρο οὐρανίου παρα-
δείσου. Ὁ Ἰουστινιανὸς ἄκουσε ἀπὸ τὸν
Ὅσιο τὸ αἴτημα καὶ ἀμέσως «παρέσχεν
αὐτῷ μετὰ πάσης σπουδῆς» τὴν ἄδεια.
Ὁ σκοπὸς τῆς ἱερῆς ἀποστολῆς εἶχε
ἐπιτευχθεῖ. Μὲ δοξολογία στὸν πανάγιο
Θεὸ καὶ μὲ γραπτὴ τὴν βασιλικὴ ἄδεια στὰ χέρια ἀπέπλευσε ἀπὸ τὸν Κεράτιο Κόλπο γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη ἡ μικρὴ συνοδεία.
Καθὼς ὅμως πλησίαζαν στὸν προορι-
σμό τους, διαπλέοντας τὸ Ἀκρωτήριο καὶ
περνώντας τὸν φάρο στὸ Καραμπουρ-
νάκι, ὁ Ὅσιος προεῖδε τὸ τέλος του.
Ἀντίκρισε γιὰ τελευταία φορὰ ἀπὸ τὸ φουρτουνιασμένο πέλαγος τὴ Θεσσαλονίκη
καὶ τὸ ἀγαπημένο του ἀσκητήριο καὶ ἀ-
φοῦ ζήτησε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἔδωσε
εὐχὲς καὶ ἁσπασμοὺς στοὺς προσφιλεῖςτου συνοδοὺς καὶ μαθητές, κοιμήθηκε τὸν αἰώνιο ὕπνο τοῦ ὁσίου καὶ δικαίου.
Τὸ καράβι τὴν ὥρα ἐκείνη ἀκινητοποιή-
θηκε καὶ μιὰ εὐωδία πλημμύρισε τὰ πά-
ντα, ἐνῶ ἱερὲς οὐράνιες ὑμνωδίες ἀκού-
γονταν πανηγυρικά. Ἡ γεμάτη ἀπὸ εὐω-
δία Ἁγίου Πνεύματος ψυχὴ τοῦ ὁσίου
Δαβὶδ εἶχε φτερουγίσει γιὰ τὸν θρόνο
τοῦ Κυρίου. Ἦταν περίπου τὸ ἔτος 540.
Μὲ θρήνους καὶ μὲ εὐγνωμοσύνη κή-
δευσε σύσσωμος ὁ λαὸς τῆς Θεσσαλο-
νίκης τὸν εὐεργέτη του Ἅγιο μὲ
προεξάρχοντα «περίλυπον σφόδρα» τὸν ποιμενάρχη του ἀρχιεπίσκοπο Ἀριστείδη. Ὁ ἐνταφιασμὸς τοῦ Ὁσίου ἔγινε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀπροΐτων. Τὰ θαύματα τοῦ Ὁσίου συνεχίστηκαν...
Κατὰ τὴ λατινικὴ κυριαρχία στὴ Θεσ-
σαλονίκη (1204-1222) οἱ σταυροφόροι
ἔκλεψαν τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ ὁσίου Δα-
βίδ. Τὸ 1236 βρισκόταν στὴν Παβία τῆς
Ἰταλίας καὶ τὸ 1967 στὸ Μιλάνο. Τὸ 1978 ἐπαναπατρίσθηκε στὴν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα μας πρὸς εὐλογία καὶ ἁγιασμὸ ὅλων. Βρίσκεται θησαυρισμένο στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Θεοδώρας στὸ κέντρο τῆς πόλεως τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὅσιος Δαβίδ. Μορφὴ ἁγία, δοσμένη ἐξ ὁλοκλήρου στὸν ὕψιστο Θεό, μὲ ψυχὴ ἐξαγνισμένη μέσα στὴ φωτιὰ τῆς προσευχῆς καὶ τῆς
σκληρῆς ἀσκήσεως. Ἀλλὰ καὶ μορφὴ
ποὺ ξέρει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ θυσιάζεται
γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ τὴν πόλη ποὺ ζεῖ... Ἂς εὐγνωμονοῦμε τοὺς Ἁγίους μας, γιατὶ μποροῦν μὲ τὴ γνησιότητα καὶ τὴν καθαρότητα τῆς ζωῆς τους νὰ μᾶς ἐκπροσωποῦν σὲ δύσκολες ὧρες καὶ νὰ ἐμπνέουν γύρω τους καὶ στοὺς ἄρχοντες
ἐμπιστοσύνη. Ἐμπιστοσύνη ποὺ φέρνει
σωτήριες λύσεις...
Ὅσιε πάτερ Δαβίδ, μὴν ξεχνᾶς νὰ πρε-
σβεύεις καὶ γιὰ τὸ χειμαζόμενο σήμερα
ἔθνος μας.Ο ΣΩΤΗΡ2046-2047
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου