09 Ιουνίου, 2019

ΩΔΗ ΟΓΔΟΗ


Στοὺς εὐθεῖς καὶ εἰλικρινεῖς ἁρμόζει νὰ ὑμνοῦν τὸν Θεό.

Οἱ Τρεῖς Παῖδες, ἀφοῦ ἀπαρίθμησαν καὶ κάλεσαν σὲ ὕμνο καὶ δοξολογία τοῦ Θεοῦ ὅλα τὰ δημι- ουργήματά του, θέτουν τελευταίους τοὺς ἑαυτούς τους καὶ παρακινοῦνται ἀμοιβαῖα σὲ εὐλογία, ὕμνο καὶ δοξολογία τοῦ Θεοῦ λέγοντας: «Εὐλογεῖτε, Ἀνανία, Ἀζαρία, Μισαήλ, τὸν Κύριον...» (στίχ. 65). Τὸ κάνουν αὐτό, διότι θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους τελευταίους «καὶ πάντων ἀνθρώπων εὐτελεστάτους». Τέτοιον θε- ωροῦσε τὸν ἑαυτό του καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος ἔγραφε: Σὲ μένα τὸν πιὸ ἐλάχιστο ἀπ’ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς δόθηκε ἡ χάρη νὰ εὐαγγελίζομαι μεταξὺ τῶν ἐθνῶν (βλ. Ἐφ. γ΄ 8). Καὶ ἄλλοτε: Ὁ Χριστὸς Ἰησοῦς ἦλθε στὸν κόσμο νὰ σώσει ἁμαρτωλούς, πρῶτος τῶν ὁποίων εἶμαι ἐγώ (βλ. Α΄ Τιμ. α΄ 15). Ὀνόμαζε τὸν ἑαυτό του πρῶτο τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ τελευταῖο τῶν ἁγίων. Ἔτσι καὶ οἱ μακάριοι Παῖδες, οἱ ὁποῖοι παρακινοῦνται νὰ ὑμνήσουν καὶ νὰ δοξολογήσουν ὑπέρμετρα τὸν Θεὸ στοὺς αἰῶνες1. Ἡ ταπεινοφροσύνη τους ἀποδεικνύεται καὶ ἀπὸ τὸ ὅτι ἐνῶ ἔδειξαν μεγάλη ἀρετὴ καὶ ρίχτηκαν στὸ καμίνι γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὁμολογοῦν ὅτι σώθηκαν χάρη στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος εἶναι εὐεργετικὸς καὶ γεμάτος καλοσύνη. Ἐπειδὴ δὲ εἶχαν παρακινήσει σὲ δοξολογία τοῦ Θεοῦ μόνο τοὺς Ἰσραηλίτες, τώρα παρακινοῦν καὶ ὅλους τοὺς εὐσεβεῖς νὰ δοξά- ζουν τὸν Θεό (στίχ. 66-67). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σχολιάζει ὡς ἑξῆς τὸν λόγο τῶν Τριῶν Παίδων «εὐλογεῖτε, Ἀνανία, Ἀζαρία, Μισαήλ, τὸν Κύριον». Λέγει: Τί χρειαζόταν ὕστερα ἀπὸ τόσους ποὺ ἀνέφεραν, νὰ προσθέσουν καὶ τὰ δικά τους ὀνόματα; Δὲν ἦταν καὶ αὐτοὶ μεταξὺ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ποὺ εὐλόγησαν τὸν Κύριο; Δὲν ἦταν μεταξὺ τῶν δούλων τοῦ Κυρίου; Δὲν συγκαταλέγονταν μεταξὺ τῶν ὁσίων καὶ ταπεινῶν τῇ καρδίᾳ; Πρόσ- θεσαν ὅμως καὶ τὰ δικά τους ὀνόματα, ἐπειδὴ τὸ θαῦμα ἦταν κατεξοχὴν ὑπερφυσικὸ καὶ παραπάνω ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση, διότι «ἐν σώματι τὴν κάμινον εἰσελθόντες κατεπάτησαν». Γιὰ νὰ μὴν τολμήσει λοιπὸν κανεὶς πλανεμένος νὰ τοὺς ὀνομάσει «θεοὺς» γιὰ τὸ πρωτοφανὲς καὶ ἀσυνήθιστο θαῦμα καὶ νὰ προσκυνήσει ὡς «θεοὺς» αὐτοὺς ποὺ νίκησαν τὴ φωτιά· γιὰ νὰ μὴν πάθουν τίποτε τέτοιο ὅσοι παρακολουθοῦσαν τὸ θαυμαστὸ γεγονός, γι’ αὐτὸ δηλώνουν «τὴν ἑαυτῶν δουλείαν, καὶ ὁμολογοῦσι τὴν προσκύνησιν» τοῦ Κυρίου, «λέγοντες· εὐλογεῖτε, Ἀνανία, Ἀζαρία, Μισαήλ, τὸν Κύριον»2.   Ἀπὸ τὸν ὑπέροχο ὕμνο τῶν Τριῶν Παίδων ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ παραλεί- πει τοὺς στίχ. 65β-67 (Δαν. κεφ. γ΄, Πα- ράρτημα) καὶ στὴ θέση τους προσθέτει τούς: «Εὐλογεῖτε, Ἀπόστολοι, Προφῆται καὶ Μάρτυρες Κυρίου, τὸν Κύριον... (...) Εὐλογοῦμεν Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, τὸν Κύριον... (...). Αἰνοῦμεν, εὐλογοῦμεν καὶ προσκυνοῦμεν τὸν Κύριον ὑμνοῦντες καὶ ὑπερυψοῦντες αὐτὸν εἰς τοὺς αἰῶνας».  
Μερικοὶ ἀποροῦν γιατί οἱ Τρεῖς Παῖδες στὴν ὑπέροχη αὐτὴ ὠδὴ δὲν παρακινοῦν σὲ δοξολογία τοῦ Θεοῦ καὶ τοὺς ἀμετανόητους ἁμαρτωλούς. Τὸ ἴδιο κάνει καὶ ὁ Ψαλμωδὸς στὸν 148ο (ρμη΄) Ψαλμό, στὸν ὁποῖο παρακινεῖ ὅλα τὰ κτίσματα νὰ ὑμνοῦν τὸν Θεό. Τὴν ἀπορία μᾶς τὴν λύνουν οἱ θεῖοι Πατέρες. Ὁ Μέγας Βασίλειος ἑρμηνεύοντας τὸν ψαλμικὸ στίχο «τοῖς εὐθέσι πρέπει αἴνεσις» (Ψαλ. λβ΄ [32] 1) γράφει: Στοὺς εὐθεῖς καὶ εἰλικρινεῖς ἁρμόζει νὰ ὑμνοῦν τὸν Θεό. Ὅπως τὸ στραβὸ καὶ ἐντελῶς διεστραμμένο πόδι δὲν μπορεῖ νὰ ἐφαρμοσθεῖ σὲ ἴσιο καὶ κανονικὸ παπούτσι, ἔτσι καὶ στὶς δόλιες καὶ ἐντελῶς διεστραμμένες καρδιὲς δὲν ταιριάζει νὰ ἐπαινοῦν καὶ νὰ δοξάζουν τὸν Θεό3.  Ἄλλωστε καὶ ὁ σοφὸς Σειρὰχ γράφει: Δὲν ἁρμόζει στὸ στόμα τοῦ ἀμετανόητου ἁμαρτωλοῦ ἡ δοξολογία πρὸς τὸν Θεό, διότι μόνο ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ φωτίζεται καὶ ἐμπνέεται ἀπὸ τὴ Σοφία θὰ εἰπωθεῖ καὶ θὰ ἀναπεμφθεῖ δοξολογία (βλ. Σ. Σειρ. ιε΄ [15] 9-10). Ὁ Εὐσέβιος Καισαρείας ἑρμηνεύοντας τὴν ἐπιγραφὴ «Ἀλληλούϊα» τοῦ 104ου Ψαλμοῦ γράφει: Σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔφθασαν ἤδη στὴν τελειότητα τῆς ἀρετῆς, σ’ αὐτοὺς ἁρμόζει νὰ αἰνοῦν τὸν Θεό. Ἄλλοτε δὲ ἑρμηνεύοντας τὸ «εὐλογεῖτε τὸν Κύριον, πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ» (Ψαλ. ρβ΄ [102] 20) σχολιάζει: Κανεὶς ἀπὸ ἐκεί- νους ποὺ παραβαίνουν τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπειθοῦν στὴ φωνή του ἂς μὴν τολμᾶ μὲ τρόπο αὐθάδη καὶ θρασὺ νὰ εὐλογεῖ, νὰ δοξάζει δηλαδὴ τὸν Θεό4. Καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος γράφει: Πρέπει προηγουμένως νὰ ζήσει κανεὶς βίο ἀρετῆς καὶ μετὰ νὰ ὑμνεῖ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Δαβὶδ ἀρχίζει ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους λέγοντας, «αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν... αἰνεῖτε αὐτὸν πάντες οἱ ἄγγελοι αὐτοῦ» (Ψαλ. ρμη΄ [148] 1, 2)· πρέπει νὰ γίνουμε ἄγγελοι (νὰ προσπαθήσουμε νὰ ἔχουμε ἀγγελικὴ ζωή), γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ αἰνοῦμε σωστὰ τὸν Θεό5. Ὁ δὲ Θεοδώρητος Κύρου παρατηρεῖ: Δὲν εἶναι τοῦ κα- θενὸς τὸ νὰ ὑμνεῖ τὸν Θεό, ἀλλὰ ἐκείνων ποὺ ἀναγνωρίζουν ὡς Κύριο τὸν Θεὸ καὶ ἐκτιμοῦν βαθύτατα τὸ νὰ ὑπηρετοῦν τὸν Θεό. Διότι γνώρισμα ὅσων τραυματίστηκαν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία εἶναι τὸ νὰ χύνουν δάκρυα καὶ νὰ ὀλοφύρονται καὶ νὰ ζητοῦν τὴ θεία φιλανθρωπία6. Καὶ ὁ ἅγιος Νικόδημος διευκρινίζοντας τὸν πατερικὸ λόγο συμπληρώνει: «Οἱ ἁμαρτωλοὶ δὲν πρέπει νὰ δοξολογοῦν τὸν Θεὸ προπετῶς (...) ἀλλὰ νὰ δοξολογοῦν αὐτὸν καὶ νὰ ἐπικαλοῦνται αὐτὸν μὲ αὐτομεμψίαν, μὲ φόβον καὶ ταπεινὴν καὶ συντετριμμένην καρδίαν (...). Μάλιστα δὲ καὶ ἐξαιρέτως πρέπει πρῶτον νὰ ἐξομολογοῦνται τὰς ἁμαρτίας των καὶ ἔπειτα νὰ δοξολογοῦν τὸν Θεόν»7.  Γι’ αὐτὸ οἱ ἱεροὶ Πατέρες ἐξαφορμῆς τοῦ ψαλμικοῦ «ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ καὶ ἐπικαλεῖσθε τὸ ὄνομα αὐτοῦ» (Ψαλ. ρδ΄ [104] 1) σχολιάζουν: Ἄν, λέγει ὁ Ψαλμωδός, ἐξομολογηθεῖς καὶ καθαρισθεῖς ἀπὸ τὰ ἁμαρτήματα, θὰ μπορέσεις ἀφοῦ ἐπικαλεσθεῖς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐργα- σθεῖς «μεγάλα ἀγαθά. Δὲν εἶναι χωρὶς λόγο τὸ ὅτι θέλει πρῶτα νὰ ἐξομολογηθοῦμε τὶς ἁμαρτίες μας καὶ κατόπιν νὰ Τὸν ἐπικαλούμαστε. Ἀλλὰ ἀφοῦ γίνουμε καθαροὶ μὲ τὴν ἐξαγόρευση, τότε νὰ προσφέρουμε τὸν ὕμνο ἀπὸ καθαρὸ ὄργανο»8. 
 1. ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥ, Ὑπόμνημα εἰς τὰς ὁράσεις τοῦ προφήτου Δανιήλ, PG 81, 1341. 
 2. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Λόγ. εἰς τοὺς Τρεῖς Παῖδας καὶ εἰς τὴν Βαβυλωνίαν κάμινον 
3, PG 56, 599-600. 3. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ἑρμηνεία εἰς τὸν λβ΄ (32) Ψαλμὸν 1, PG 29, 325Α. 
 4. ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Εἰς Ψαλ. ρδ΄ καὶ ρβ΄, PG 23, 1296CD· 1269B. 
 5. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς Ψαλ. ριβ΄ [112], PG 55, 300. 
 6. ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥ, Ἑρμηνεία εἰς τὸν Ψαλ. ρλγ΄ [133], PG 80, 1913. 
 7. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ τοῦ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Κῆπος Χαρίτων, σελ. 189, ὑποσημ. 1. 
 8. ΕΥΣΕΒΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ, Εἰς Ψαλ. ρδ΄ [104], PG 23, 1297BC.
Ο ΣΩΤΗΡ2046

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου