10 Φεβρουαρίου, 2020

ΠΡΟΤΥΠΑ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΩΣ

       Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, «οἱ μέγιστοι φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος», ποὺ λαμπρύνουν τὸ πνευματικὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ φωτίζουν τὶς γενεὲς τῶν πιστῶν μὲ τὴν ἀστραπὴ τοῦ βίου τους καὶ τὴ βροντὴ τοῦ λόγου τους. 
 Οἱ Τρεῖς αὐτοὶ «διδάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης» ἀποτελοῦν πρότυπα τῶν Χριστιανῶν, διότι ἦταν αὐθεντικοὶ ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ ἀγώνα τῆς πίστεως, βάδιζαν μὲ συνέπεια τὴν ὁδὸ τοῦ ἁγιασμοῦ καὶ στόχευαν σὲ ὑψηλὲς κορυφὲς τῆς ἀρετῆς. Ὄχι σὲ μία μόνο, ἀλλὰ «πᾶσαν τὴν ἀρετὴν συλλαβόντες καὶ πάντων τῶν ἁγίων ἀπο- μάξαντες τὰς ἀρετὰς» βίωσαν τὸ ἰδανικὸ τῆς ἁγιότητος καὶ ἔγιναν τύπος σὲ ὅλους τοὺς πιστούς. 
Ἡ ἑορτή τους εἶναι ἀκόμη νωπή, γι’ αὐτὸ καὶ θὰ τοὺς ξαναφέρουμε κοντά μας. Στὶς λίγες γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν θὰ τοὺς προβάλουμε ὡς πρότυπα πνευματικῆς ἀντιστάσεως.
    Ἦταν καὶ οἱ τρεῖς ἀνυποχώρητοι στὸ κακό. Ἀντιστέκονταν στὸν ἀντίδικο διάβολο, ὁ ὁποῖος μᾶς ἐπιτίθεται μὲ πολλὴ σφοδρότητα. «Πολὺς ὁ διάβολος ἔγκειται καὶ σφοδρός, πάντοτε πολιορκῶν τὴν σωτηρίαν τὴν ἡμετέραν», παρατηρεῖ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἂν βλέπαμε, γράφει στὸν ἕκτο λόγο του Περὶ ἱερωσύνης, μὲ τοὺς σωματικοὺς ὀφθαλμοὺς τὸν ἀόρατο πόλεμο ποὺ διεξάγει κάθε ψυχή, θὰ διαπιστώναμε ὅτι εἶναι ἀσυγκρίτως φρικωδέστερος ἀπὸ τὸν πόλεμο ποὺ διεξάγεται στὰ πεδία τῶν μαχῶν. Ὁ πόλεμος ποὺ διεξάγεται στὰ πεδία τῶν μαχῶν μοιάζει σὰν νὰ εἶναι «ἄθυρμα» (παιχνίδι - ψευτο- πόλεμος) μικρῶν παιδιῶν, ὅταν συγκρίνεται μὲ τὸν ἀόρατο πόλεμο. 
 Σ’ αὐτὸν τὸν πόλεμο, ποὺ ἔχει ὡς πεδίο μάχης τὴν καρδιὰ τοῦ κάθε ἀνθρώπου καὶ ποὺ γιὰ νὰ τὰ βγάλει πέρα κανεὶς θὰ χρειαστεῖ νὰ παλέψει σκληρά, νὰ ἱδρώσει, νὰ ματώσει, νὰ δώσει τὰ πάντα γιὰ τὴ νίκη, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες πολεμοῦσαν στὴν πρώτη γραμμὴ μέχρι τὴν τελευταία τους ἀναπνοὴ καὶ ἔστηναν τρόπαια νίκης, κα- τατροπώνοντας τὸν σατανᾶ. 
Ἐφάρμοζαν τὸ «ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καὶ φεύξεται ἀφ’ ὑμῶν» (Ἰακ. δ΄ 7). Δὲν ἐπέτρεπαν νὰ ἡττηθεῖ στὸ πρόσωπό τους ὁ ἀήττητος Κύριος Ἰησοῦς Χριστός. Ἐπίσης πρόβαλλαν γενναία ἀντίσταση στὸν παλαιὸ ἑαυτό τους. Δὲν εἶναι εὔκολο νὰ νικήσει κανεὶς τὸν σαρκικὸ ἄνθρωπο, τὰ πάθη καὶ τὶς ἀδυναμίες του. Ἂν τὸ πετύχει αὐτό, ἡ νίκη του λογίζεται ὡς ἡ μεγαλύτερη ἀπὸ ὅλες τὶς νίκες. 
Οἱ ἅγιοι τοῦ Θεοῦ Ἱεράρχες καὶ σ’ αὐτὸ τὸ πεδίο τῆς μάχης ἀναδείχθηκαν νικητὲς τροπαιοφόροι. Νίκησαν τὴ σάρκα, τοὺς ἐγωισμούς, τὰ θελήματά τους. Ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν ἀγωνιστικὴ καρδιά τους τοὺς νοητοὺς ληστές, ποὺ ἐπιχειροῦν νὰ παραμορφώσουν τὸ «κατ’ εἰκόνα». Ἔζησαν ζωὴ καθαρότητος καὶ ἁγιασμοῦ καὶ ἔγιναν ἐπίγειοι ἄγγελοι καὶ οὐράνιοι ἄνθρωποι. Ἀλλὰ καὶ στὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου πρόβαλλαν γενναία ἀντίσταση. «Ὁ μακρὰν τοῦ Θεοῦ διατελῶν κόσμος τῆς ἁμαρτίας» ἔχει δικό του φρόνημα, δική του νοοτροπία, δικό του θέλημα. 
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες δὲν συμβιβάζονταν μὲ τὸ φρόνημα τοῦ κόσμου, τὸ φρόνημα τῆς σαρκός, ἀλλὰ πήγαιναν ἀντίθετα στὸ ρεῦμα. Ὑπερασπίζονταν «ἕως θανάτου» τὴν ἀλήθεια. Ἀγωνίζονταν νὰ ζήσουν τὴ ζωὴ τοῦ Πνεύματος καὶ νὰ παρουσιάσουν τοὺς καρποὺς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στηλίτευαν τῶν ἀρχόντων τὴ δοξομανία, τοῦ λαοῦ τὴν ὑλοφροσύνη, τῶν αἱρέσεων τὸ ψεῦδος, χωρὶς νὰ φοβοῦνται τὶς ἀπειλὲς τῶν ἰσχυρῶν. Ὁ ὑπερήφανος Μόδεστος, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ αἱρετικοῦ αὐτοκράτορα Οὐάλη, ἀπείλησε τὸν Μέγα Βασίλειο μὲ δήμευση περιουσίας, ἐξορία, μαρτύριο, θάνατο. Κι ὁ Μέγας Βασίλειος τοῦ ἀπάντησε: 
 –Μὲ ἀπειλεῖς μὲ δήμευση τῆς περιουσίας; Δὲν ἔχω τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνα τριμμένο ράσο καὶ λίγα βιβλία. Θέλεις νὰ μὲ στείλεις στὴν ἐξορία; «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς» (Ψαλ. κγ΄ 1). Μὲ ἀπειλεῖς μὲ μαρτύρια; Δὲν θὰ προλάβεις. Τὸ σῶμα μου εἶναι τόσο ἀσθενικὸ ποὺ δὲν θὰ ἀντέξει. Θέλεις νὰ μὲ θανατώσεις; Θὰ πάω συντομότερα στὸν οὐρανό. 
 –Τέτοιες ἀπαντήσεις δὲν ἄκουσα ἀπὸ κανέναν ἐπίσκοπο, τοῦ εἶπε κατάπληκτος ὁ Μόδεστος. 
 Κι ὁ Μέγας Βασίλειος πρόσθεσε: 
 –Ἴσως ὣς τώρα δὲν συνάντησες ἀληθινὸ ἐπίσκοπο.  
Ὁ Μόδεστος ὁμολόγησε κατόπιν στὸν Οὐάλη τὴν ἀνωτερότητα τοῦ ἀνδρός: 
 –«Ἡττήμεθα, βασιλεῦ, κρείττων ἀπειλῶν ὁ ἀνήρ, λόγων στερρότερος, πειθοῦς ἰσχυρότερος»! Νικηθήκαμε, βασιλιά! Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ τὶς ἀπειλές, στερεότερος ἀπὸ τὰ λόγια, ἰσχυρότερος ἀπὸ τὴν προσπάθεια νὰ πεισθεῖ. 
   Ἀλλὰ καὶ ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ὡς Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως πρόταξε τὰ στήθη του στοὺς αἱρετικοὺς καὶ δέχθηκε τραύματα ἀπὸ τὶς πέτρες ποὺ τοῦ πέταξαν μέσα στὸ ναό. Ὁ δὲ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος σηκώνοντας ὅλως ἀναιτίως διπλὸ σταυρό, τὸν σταυρὸ τῆς ἀντικανονικῆς καθαιρέσεως καὶ τὸν σταυρὸ τῆς ἐξορίας, μὲ ὑψηλὸ πυρετὸ καὶ πλήρη ἐξάντληση, παρέδωσε τὴν ἡμέρα τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ τὴν ἀγωνιστικὴ ψυχή του στὸν Κύριο ἀναφωνώντας μὲ εὐγνωμοσύνη: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν». Ἦταν ἡ θριαμβικὴ ἐπωδὸς τῆς ζωῆς του! 
    Καὶ οἱ Τρεῖς μεγάλοι νίκησαν τὸν κόσμο τῆς ἀπιστίας καὶ τῆς ἀθεΐας, τῆς πλάνης καὶ τῆς κακοδοξίας, τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς ἀπάτης. Οἱ ἱστορικοὶ βεβαιώνουν ὅτι «τὰ μυρίπνοα ἄνθη τοῦ Παραδείσου» δὲν ἄνθισαν σὲ ἐποχὴ ἀκμῆς, ἀλλὰ τὴν ὑποβαθμισμένη ἐποχὴ στὴν ὁποία ἔζησαν τὴν ἀναβάθμισαν σὲ χρυσὸ αἰώνα τῆς Ἐκκλησίας. 
 Σὲ μᾶς τοὺς ἐπιγενεστέρους δίνουν τὸν τύπο τῆς πνευματικῆς ἀντιστάσεως. Μᾶς λένε μὲ τὸ παράδειγμα καὶ τὸν ἀγωνιστικὸ λόγο τους: Μὴν τοὺς φοβάστε τοὺς ἐχθρούς. Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ μπορεῖτε νὰ τοὺς νικήσετε. Βρίσκεστε σὲ πλεονεκτικότερη θέση. Ὅπως χαρακτηριστικότατα τὸ διατυπώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, «ὁ διάβολος εἶναι πεσμένος μπρούμυτα κάτω στὸ χῶμα, ἐνῶ ἐσεῖς εἶστε ὄρθιοι καὶ τὸν χτυπᾶτε ἀπὸ πάνω. Αὐτὸς εἶναι χωρὶς νεῦρα, ἐνῶ ἐσεῖς ἰσχυροί». ΟΣΩΤΗΡ2060

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου