26 Μαρτίου, 2020

Το να Μπορεσει Ενας Θεος να Παρουσιασθει με Ανθρωπινη Φυση, ειναι Αποδειξη της Μεγιστης Δυναμεως Του


Η ταπεινοφροσύνη τῆς Θεοτόκου φαίνεται καὶ στὴν ὁμολογία της ὅτι τὰ μεγαλεῖα της ὀφείλονται στὸν παντοδύναμο Κύριο· «ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ δυνατός», λέγει (Λουκ. α΄ 49). 
 Ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου ἀποδεικνύεται ἀφενὸς μὲν ἀπὸ τὸ ὅτι Παρθένος συλλαμβάνει καὶ γεννᾶ χωρὶς τὴ σπορὰ ἀνδρός. Καὶ ἀφετέρου ἀπὸ τὸ ὅτι ἔργο τῆς παντοδυναμίας τοῦ Θεοῦ ἦταν «τὸ νὰ ἑνώσῃ εἰς μίαν ὑπόστασιν καὶ ἓν πρόσωπον δύο φύσεις ἄκρως καὶ ἀπείρως ἀντικειμένας, Θεὸν ὁμοῦ καὶ ἄνθρωπον, καὶ μετὰ τὴν ἕνωσιν νὰ διαφυλάξῃ καὶ τὰς δύο φύσεις ἀσυγχύτους, καὶ τὰς τούτων φυσικὰς θελήσεις καὶ ἐνεργείας νὰ διατηρήσῃ ἀναλλοιώτους»1. 
 Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος, ἑρμηνεύοντας τὸ Ψαλμικὸ «περίζωσαι τὴν ρομφαίαν σου ἐπὶ τὸν μηρόν σου, δυνατέ» (Ψαλ. μδ΄ [44] 4), διδάσκει: Πολὺ καλὰ ἔχει προστεθεῖ τὸ «δυνατέ». 
Διότι τὸ νὰ μπορέσει ἕνας Θεὸς νὰ παρουσιασθεῖ μὲ ἀνθρώπινη φύση, εἶναι ἀπόδειξη τῆς μεγίστης δυνάμεώς Του
 Ἐπειδὴ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ δὲν τὴν φανερώνει τόσο ἡ δημιουργία οὐρανοῦ, γῆς, θάλασσας, ἀέρα «καὶ τῶν μεγίστων ἡ γένεσις» καὶ ὅ,τι ἄλλο ὑπερκόσμιο ἢ καταχθόνιο νοεῖται, ὅσο ἡ οἰκονομία τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του καὶ ἡ συγκατάβασή Του ἀπὸ τὴ θεότητα στὴν ταπείνωση καὶ ἀδυναμία τῆς ἀνθρωπότητος2. 
 Ἐὰν λοιπόν, παρατηρεῖ ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός, ὁ Δαβὶδ γεμάτος ἀπορία θαύμαζε γιὰ τὰ μεγαλεῖα ποὺ τοῦ χάρισε ὁ Θεὸς λέγοντας «ἐποίησάς (μοι) μεγαλεῖα ὁ Θεός» (Ψαλ. ο΄ [70] 19), πολὺ περισσότερο εἶχε κάθε λόγο ἡ Θεοτόκος νὰ εὐχαριστεῖ καὶ νὰ δοξάζει τὸν Θεὸ γιὰ τὰ μεγαλεῖα ποὺ «ἐποίησεν» εἰς αὐτήν. 
 Καὶ ὁ μὲν Δαβὶδ δόξαζε τὸν Θεὸ γιὰ τὶς ἐγκόσμιες δόξες, τοὺς προγόνους καὶ τοὺς ἀπογόνους του, ἡ Παρθένος ὅμως, ὅπως γράφει ὁ ὅσιος Νικόδημος, ὑπερέβη εἰς δόξαν «καὶ Προπάτορας καὶ Προφήτας καὶ Ἀποστόλους καὶ Μάρτυρας καὶ Ὁσίους καὶ ὅλους ἁπλῶς τοὺς Δικαίους· μᾶλλον δὲ ὑπερέβη καὶ Ἀγγέλους καὶ Ἀρχαγγέλους καὶ πάσας τὰς χοροστασίας τῶν οὐρανίων Δυνάμεων ὄχι μὲ ἕνα μέτρον συγκριτικόν, ἀλλὰ μὲ ἀσύγκριτον». 
Καὶ συμβουλεύει ὁ Ὅσιος: «Ἂν θέλῃς καὶ σὺ νὰ ἀπολαύσῃς ἀπὸ τὰ μεγαλεῖα αὐτά, τίμα τὴν Παρθένον μὲ καθαρὰν καὶ σώφρονα ζωὴν καὶ ἐνάρετον». 
Δόξαζέ την μὲ θεομητορικοὺς ὕμνους καὶ ἐγκώμια. Νὰ τὴν ἐπαινεῖς μὲ εὐλάβεια, μὲ ἅγιο πόθο, μὲ κατάνυξη καὶ προπαντὸς νὰ φυλάσσεις τὶς ἅγιες ἐντολὲς τοῦ Υἱοῦ της. 
Κάνοντας αὐτά, ἡ Παρθένος θὰ μεταδώσει καὶ σὲ σένα «μέρος τι ἀπὸ τὰ μεγαλεῖα καὶ τὰς χάριτάς της»3. 
 Ἡ Θεοτόκος στὴ δοξολογία της πρὸς τὸν παντοκράτορα Θεὸ πρόσθεσε καὶ τοῦτο: «Καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ» (Λουκ. α΄ 49). 
Ἡ παντοδυναμία τοῦ Θεοῦ «ἐνήργησε ὄχι ἁπλῶς καὶ μόνον ὡς φυσικὴ δύναμις», ἀλλὰ σὲ ἁρμονία «πρὸς τὴν ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ»4. 
Κατ’ ἄλλους ὅμως ἡ Παρθένος πρόσθεσε τὸν πιὸ πάνω λόγο γιὰ νὰ λύσει τὴν ἀπορία ἐκείνων ποὺ τυχὸν θὰ διερωτηθοῦν: «Πῶς ὁ Θεὸς εἰσῆλθεν εἰς κοιλίαν γυναικός;». 
Ἡ Παρθένος λοιπὸν λέγοντας «καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ» δήλωνε «ὅτι οὐδὲν μολύνεται ἐν γυναικὸς μήτρᾳ συλλαμβανόμενος ὁ καθαρώτατος, ἀλλ’ ἅγιος μένει»5. 
Ἄλλωστε «τὸ χαρακτηριστικὸν τοῦτο τῆς ἁγιότητος διακρίνει ἐκτάκτως τὴν σάρκωσιν τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὰ βδελυρὰ καὶ ἀπεχθὴ ἀντίστοιχα τῆς εἰδωλολατρικῆς μυθολογίας»6. 
 Δὲν μολύνεται λοιπὸν ὁ καθαρότατος Θεός, ὁ νοητὸς Ἥλιος τῆς Δικαιοσύνης, μὲ τὸ νὰ συλληφθεῖ στὴ μήτρα γυναικός, ὅπως δὲν μολύνεται ὁ αἰσθητὸς ἥλιος εὑρισκόμενος σὲ διαφόρους τόπους. 
 Ἀπεναντίας καὶ τοὺς μολυσμένους τόπους τοὺς καθιστᾶ καθαρούς. 
Ὁ καθαρότατος Θεὸς λοιπὸν ὄχι μόνο δὲν μολύνθηκε, ἀλλὰ καὶ τὴ μήτρα τῆς Κόρης τῆς Ναζαρὲτ τὴν κατέστησε καθαρότατη καὶ τὴν ἁγίασε. Αὐτὸ ἀκριβῶς διδάσκει καὶ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ ὁποῖος γράφει: «Δυνάμεως καὶ Πνεύματος ἐπλή- σθη ἡ Παρθένος» καὶ βεβαίως «πρὸς ἁγιασμὸν τῆς σαρκὸς αὐτῆς», ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μπορέσει «φέρειν (=νὰ βαστάσει) τὸ σωτήριον κύημα» καὶ ἔτσι «ἀκολούθως ἡ θεία τοῦ Λόγου ὑπόστασις ἐνσκηνώσασα ἐν αὐτῇ, ἐσαρκώθη καὶ ἐνηνθρώπησεν· οὐ δυνάμει καὶ ἐνεργείᾳ, ἀλλ’ ὑποστάσει, καθ’ ὅλον τὸ πλήρωμα τῆς θεότητος, αὐτὴ ἡ ἀρχίθεος καὶ ὑπεράρχιος τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ὑπόστασις ἐσαρκώθη καὶ ἐνηνθρώπησε»7. Βεβαιώνει ἐπίσης καὶ ὁ ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων διδάσκοντας ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἀφοῦ κατῆλθε στὴν Παρθένο, «ἡγίαζεν αὐτήν», ὥστε νὰ μπορέσει νὰ δεχθεῖ Αὐτὸν διὰ τοῦ Ὁποίου δημιουργήθηκαν «τὰ πάντα»8. 
 Πιθανῶς ὅμως ἡ Παρθένος λέγοντας «καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ» νὰ ἐννοεῖ ὅτι δι’ ἐμοῦ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου θὰ καταστεῖ ἅγιο καὶ δοξασμένο μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων. 
Ἄλλωστε, ὅπως προφήτευσε ὁ Μαλαχίας, ὁ παντοκράτωρ Κύριος λέγει: «Ἀπὸ ἀνατολῶν ἡλίου ἕως δυσμῶν τὸ ὄνομά μου δεδόξασται ἐν τοῖς ἔθνεσι» (Μαλ. α΄ 11). 
Σημειώνουμε ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ὅτι ὁ ἑρμηνευτὴς Εὐθύμιος Ζιγαβηνὸς τὴ λέξη «ἅγιον» τὴν ἑρμηνεύει «ἐξαίρετον, μέγα»9. 
 Ὅσοι βαπτισθήκαμε στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ σφραγισθήκαμε μὲ τὴ σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ προσευχόμαστε μὲ τὸ «Πάτερ ἡμῶν...», διὰ τοῦ ὁποίου παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ «ἁγιασθήτω τὸ ὄνομά σου», ἂς ἀγωνιζόμαστε νὰ ἔχουμε καὶ ἁγνὴ ζωή, καθαροὺς λογισμούς, λόγια γεμάτα χάρη, ποὺ οἰκοδομοῦν. 
Διότι αὐτὸ εἶναι «τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ», νὰ ἁγιάζουμε τοὺς ἑαυτούς μας μὲ τὴν ἁγνότητα (Α΄ Θεσ. δ΄ 3). 
Ἄλλωστε χωρὶς τὸν ἁγιασμὸ καὶ τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὰ πάθη κανεὶς δὲν θὰ ἀξιωθεῖ νὰ δεῖ τὸν Κύριο (Ἑβρ. ιβ΄ [12] 14). 
 Μὲ τέτοιον τρόπο, χριστιανέ, φωνάζει ὁ ὅσιος Νικόδημος, «κι ἐσὺ γίνεσαι ἅγιος καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ἁγιάζεται διὰ μέσου σοῦ». 
 1. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Κῆπος Χαρί- των, σελ. 216. 
 2. Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Eἰς Ψαλ. μδ΄ [44], 5, PG 29, 400B. 
 3. ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, ὅ.π., σελ. 217. 
 4. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον, ἔκδ. «Ὁ Σωτήρ», σελ. 65. 
 5. ΘΕΟΦΥΛΑΚΤΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ, Ἑρμηνεία εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, κεφ. 1, PG 123, 709D. 
 6. Π. Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, ὅ.π., σελ. 66. 
 7. Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Κηρυκτικὸν εἰς τὸν Εὐαγ- γελισμὸν τῆς ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτό- κου, 9 PG 28, 929D. 
 8. ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ, Κατήχησις 17 Φωτιζομένων, 6, PG 33, 976ΑΒ. 
 9. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, Εἰς τὸ κατὰ Λουκᾶν, κεφ. Α΄, PG 129, 873A.
ΟΣΩΤΗΡ2064

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου