Τά ψηλά σκαλοπάτια δυσκόλευαν τά κοντά ποδαράκια της.
Τά κατάφερε ὅμως, ἔφθασε σιγά – σιγά στό τελευταῖο, κρατώντας γερά τό χέρι τοῦ παπποῦ.
Ἡ «παιδική χαρά» της τήν περίμενε, γι᾽ αὐτό καί τρέχοντας σχεδόν διέσχισε τό διάδρομο τῆς εἰσόδου, στάθηκε μπροστά στήν ἐξώπορτα κι ἕτοιμη νά βγεῖ στό δρόμο ἔχωσε πάλι τό χεράκι της στό χέρι τοῦ παπποῦ.
Τό ἄλλο, πού ἄλλοτε, στήν καθημερινή πρωινή τους βόλτα, ἔσφιγγε καί τῆς γιαγιᾶς τό χέρι, τό σήκωσε ψηλά πρός τόν οὐρανό, καί... τή χαι- ρέτησε: «καλημέρα, γιαγιά».
–Ἡ γιαγιά βρίσκεται στόν οὐρανό, κοντά στόν Χριστό καί τόν παρακαλεῖ γιά σένα, γιατί σ᾽ ἀγαπάει πολύ, τῆς εἶπαν πρίν μερικές ἑβδομάδες. Κι ἡ Νίνα ἀπό τότε κάθε πρωί τή χαιρετάει: «καλημέρα, γιαγιά»...
Κάποια μέρα ἄκουσα καί... θαύμασα τή μικρή Νίνα γιά τή μεγάλη ἀλήθεια πού μέ μεγάλη σιγουριά κατεῖχε. Ἄκουσα καί θαύμασα κι ἀναρωτήθηκα:
Τί καί πῶς μποροῦμε νά γνωρίζουμε γιά τήν ἄγνωστη «χώρα» τοῦ θανάτου;
«Χώρα ζώντων» κι ὄχι νεκρῶν τήν ἔχουν ὀνομάσει. Γιατί ὁ ἄνθρωπος μετά τό θάνατό του ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ, ἀφοῦ ζεῖ ἡ ψυχή του. Ποῦ ζεῖ, σέ ποιό τόπο;
Ἡ ψυχή, ἀφοῦ χωριστεῖ ἀπό τό σῶμα, δέν ἔχει σχέση μέ τήν ὕλη, γι᾽ αὐτό καί δέν βρίσκεται σέ κάποιον ἀλλιώτικο ὑλικό τόπο, οὔτε περιπλανᾶται στά γνωστά της μέρη ἐδῶ στή γῆ. Ὑπάρχει ὅμως ἔχοντας αὐτοσυνειδησία καί συνάμα συνείδηση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ. Ζεῖ τήν παρουσία Του κι ἀντιλαμβάνεται τήν ἀγάπη Του μέ τρόπο ἀνάλογο τῆς σχέσης πού ἔχει ἤδη διαμορφώσει μαζί του. Ἄν δηλαδή στή γῆ ἐπέλεγε νά ζεῖ μακριά ἀπό τόν Θεό, ἡ συνειδητοποίηση τῆς ὕπαρξής Του τώρα τήν ταράζει, τήν θλίβει καί ἡ πρόγευση τῶν αἰωνίων βασάνων πού τήν περιμένουν τήν πικραίνει. Ἄν, ἀντίθετα, ἀγαποῦσε τό Θεό κι ἤθελε νἆναι κοντά του, τώρα ἀναπαύεται. Ἀγάλλεται κι εὐφραίνεται καθώς δροσίζεται μέ τίς πρῶτες σταγόνες τῆς παραδείσιας χαρᾶς, πού θά ἀπολαμβάνει αἰώνια μετά τήν Μέλλουσα Κρίση.
Ἀκόμη, ὅσοι ζοῦν μέσα στό φῶς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ νιώθουν ν᾽ ἀγαποῦν πιό πολύ τούς ἀνθρώπους τους πού ἄφησαν στή γῆ. Τό Ἅγιον Πνεῦμα τούς φανερώνει τίς χαρές καί τίς λύπες τους κι ἐκεῖνοι προσεύχονται πιό θερμά γιά κάθε τους πρόβλημα. Παρακαλοῦν τόν Θεό γιά τούς δικούς τους καί... τούς περιμένουν «στό σπίτι τοῦ Πατέρα». Δέν χάσαμε λοιπόν τήν γιαγιά... τόν παππού..., ὅπως συχνά ἀκοῦμε. «Κοιμήθηκαν» μᾶς λέει ἡ ὀρθόδοξη παράδοσή μας κι ἄς παραξενεύονται κάποιοι πού δέ μᾶς καταλαβαίνουν. Τά σώματα τῶν «κεκοιμημένων» ἀνθρώπων μας ἀναπαύονται στά κοιμητήρια κι ἡ ψυχή τους ζεῖ μέ τήν προσμονή τῆς κοινῆς Ἀνάστασης.
Πῶς τό γνωρίζουμε, ἀφοῦ κανείς ποτέ δέν ἦρθε νά μᾶς τό πεῖ;
Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ κι ἡ ἑρμηνεία της ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐφοδίασε μέ τίς ἀπαραίτητες γνώσεις γιά τό ἄγνωστο ταξίδι στήν αἰωνιότητα κι ἡ Ἀνάστασή Του ἔγινε ἡ ἄγκυρα τῆς ἐλπίδας στή δική μας Ἀνάσταση.
Πόσες φορές τό ἔχουμε ἀκούσει καί τό ἔχουμε πεῖ;
«Χριστός ἀνέστη ...θανάτῳ θάνατον πατήσας». Πόσες φορές τό ἔχουμε σκεφθεῖ; Ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, ἀφοῦ πάτησε μέ τόν θάνατό του τόν θάνατο. Ὁ ἀναμάρτητος Θεάνθρωπος στήν ἐπίγεια ζωή του νίκησε τήν ἁμαρτία καί μαζί τήν αἰτία της, τόν διάβολο, καί τό ἀποτέλεσμά της, τόν θάνατο. Ὁ βασανιστικός δυνάστης στόν ὁποῖο μόνοι μας κάποτε δουλωθήκαμε εἶναι πιά ἡττημένος. Τόν ἀποδυνάμωσε ὁ Κύριος, καθώς θεληματικά παραδόθηκε στά σκληρά του χέρια.
«Χριστός ἀνέστη... καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός χαρίζοντας ζωή σ’ ὅσους βρίσκονται στά μνήματα. Ὁ θάνατός Του, ζωή μας... Χριστός ἀνέστη... Κι εἴμαστε βέβαιοι πώς δέ μᾶς περιμένει τό τέλος, ἡ «ἀξημέρωτη νύχτα» τῆς ὕπαρξής μας... Μᾶς περιμένει ἡ ἀρχή τῆς μιᾶς ἄλλης ζωῆς, τῆς αἰώνιας.
Θεοδίδακτη λοιπόν ἡ μικρή Νίνα πού κάθε πρωί στέλνει στή γιαγιά τήν «καλημέρα» της, ἀφοῦ εἶναι σίγουρη πώς ἡ γιαγιά ζεῖ τό γλυκοχάραμα τῆς πιό καλῆς ἡμέρας, τῆς «ἀβράδυαστης μέρας», τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ... ''Μ''. ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΝΙΚΗ 710
* Ἀπαντήσεις στίς πολλές, σχετικές μέ τό θέμα, ἀπορίες μας βρίσκουμε στό βιβλίο τοῦ Ν. Π. Βασιλειάδη «Τό μυστήριο τοῦ θανάτου». Ἔκ- δοση Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ». Ἀθῆναι 2007.
Ἡ «παιδική χαρά» της τήν περίμενε, γι᾽ αὐτό καί τρέχοντας σχεδόν διέσχισε τό διάδρομο τῆς εἰσόδου, στάθηκε μπροστά στήν ἐξώπορτα κι ἕτοιμη νά βγεῖ στό δρόμο ἔχωσε πάλι τό χεράκι της στό χέρι τοῦ παπποῦ.
Τό ἄλλο, πού ἄλλοτε, στήν καθημερινή πρωινή τους βόλτα, ἔσφιγγε καί τῆς γιαγιᾶς τό χέρι, τό σήκωσε ψηλά πρός τόν οὐρανό, καί... τή χαι- ρέτησε: «καλημέρα, γιαγιά».
–Ἡ γιαγιά βρίσκεται στόν οὐρανό, κοντά στόν Χριστό καί τόν παρακαλεῖ γιά σένα, γιατί σ᾽ ἀγαπάει πολύ, τῆς εἶπαν πρίν μερικές ἑβδομάδες. Κι ἡ Νίνα ἀπό τότε κάθε πρωί τή χαιρετάει: «καλημέρα, γιαγιά»...
Κάποια μέρα ἄκουσα καί... θαύμασα τή μικρή Νίνα γιά τή μεγάλη ἀλήθεια πού μέ μεγάλη σιγουριά κατεῖχε. Ἄκουσα καί θαύμασα κι ἀναρωτήθηκα:
Τί καί πῶς μποροῦμε νά γνωρίζουμε γιά τήν ἄγνωστη «χώρα» τοῦ θανάτου;
«Χώρα ζώντων» κι ὄχι νεκρῶν τήν ἔχουν ὀνομάσει. Γιατί ὁ ἄνθρωπος μετά τό θάνατό του ἐξακολουθεῖ νά ζεῖ, ἀφοῦ ζεῖ ἡ ψυχή του. Ποῦ ζεῖ, σέ ποιό τόπο;
Ἡ ψυχή, ἀφοῦ χωριστεῖ ἀπό τό σῶμα, δέν ἔχει σχέση μέ τήν ὕλη, γι᾽ αὐτό καί δέν βρίσκεται σέ κάποιον ἀλλιώτικο ὑλικό τόπο, οὔτε περιπλανᾶται στά γνωστά της μέρη ἐδῶ στή γῆ. Ὑπάρχει ὅμως ἔχοντας αὐτοσυνειδησία καί συνάμα συνείδηση τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ. Ζεῖ τήν παρουσία Του κι ἀντιλαμβάνεται τήν ἀγάπη Του μέ τρόπο ἀνάλογο τῆς σχέσης πού ἔχει ἤδη διαμορφώσει μαζί του. Ἄν δηλαδή στή γῆ ἐπέλεγε νά ζεῖ μακριά ἀπό τόν Θεό, ἡ συνειδητοποίηση τῆς ὕπαρξής Του τώρα τήν ταράζει, τήν θλίβει καί ἡ πρόγευση τῶν αἰωνίων βασάνων πού τήν περιμένουν τήν πικραίνει. Ἄν, ἀντίθετα, ἀγαποῦσε τό Θεό κι ἤθελε νἆναι κοντά του, τώρα ἀναπαύεται. Ἀγάλλεται κι εὐφραίνεται καθώς δροσίζεται μέ τίς πρῶτες σταγόνες τῆς παραδείσιας χαρᾶς, πού θά ἀπολαμβάνει αἰώνια μετά τήν Μέλλουσα Κρίση.
Ἀκόμη, ὅσοι ζοῦν μέσα στό φῶς τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ νιώθουν ν᾽ ἀγαποῦν πιό πολύ τούς ἀνθρώπους τους πού ἄφησαν στή γῆ. Τό Ἅγιον Πνεῦμα τούς φανερώνει τίς χαρές καί τίς λύπες τους κι ἐκεῖνοι προσεύχονται πιό θερμά γιά κάθε τους πρόβλημα. Παρακαλοῦν τόν Θεό γιά τούς δικούς τους καί... τούς περιμένουν «στό σπίτι τοῦ Πατέρα». Δέν χάσαμε λοιπόν τήν γιαγιά... τόν παππού..., ὅπως συχνά ἀκοῦμε. «Κοιμήθηκαν» μᾶς λέει ἡ ὀρθόδοξη παράδοσή μας κι ἄς παραξενεύονται κάποιοι πού δέ μᾶς καταλαβαίνουν. Τά σώματα τῶν «κεκοιμημένων» ἀνθρώπων μας ἀναπαύονται στά κοιμητήρια κι ἡ ψυχή τους ζεῖ μέ τήν προσμονή τῆς κοινῆς Ἀνάστασης.
Πῶς τό γνωρίζουμε, ἀφοῦ κανείς ποτέ δέν ἦρθε νά μᾶς τό πεῖ;
Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ κι ἡ ἑρμηνεία της ἀπό τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς ἐφοδίασε μέ τίς ἀπαραίτητες γνώσεις γιά τό ἄγνωστο ταξίδι στήν αἰωνιότητα κι ἡ Ἀνάστασή Του ἔγινε ἡ ἄγκυρα τῆς ἐλπίδας στή δική μας Ἀνάσταση.
Πόσες φορές τό ἔχουμε ἀκούσει καί τό ἔχουμε πεῖ;
«Χριστός ἀνέστη ...θανάτῳ θάνατον πατήσας». Πόσες φορές τό ἔχουμε σκεφθεῖ; Ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, ἀφοῦ πάτησε μέ τόν θάνατό του τόν θάνατο. Ὁ ἀναμάρτητος Θεάνθρωπος στήν ἐπίγεια ζωή του νίκησε τήν ἁμαρτία καί μαζί τήν αἰτία της, τόν διάβολο, καί τό ἀποτέλεσμά της, τόν θάνατο. Ὁ βασανιστικός δυνάστης στόν ὁποῖο μόνοι μας κάποτε δουλωθήκαμε εἶναι πιά ἡττημένος. Τόν ἀποδυνάμωσε ὁ Κύριος, καθώς θεληματικά παραδόθηκε στά σκληρά του χέρια.
«Χριστός ἀνέστη... καί τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
Ἀναστήθηκε ὁ Χριστός χαρίζοντας ζωή σ’ ὅσους βρίσκονται στά μνήματα. Ὁ θάνατός Του, ζωή μας... Χριστός ἀνέστη... Κι εἴμαστε βέβαιοι πώς δέ μᾶς περιμένει τό τέλος, ἡ «ἀξημέρωτη νύχτα» τῆς ὕπαρξής μας... Μᾶς περιμένει ἡ ἀρχή τῆς μιᾶς ἄλλης ζωῆς, τῆς αἰώνιας.
Θεοδίδακτη λοιπόν ἡ μικρή Νίνα πού κάθε πρωί στέλνει στή γιαγιά τήν «καλημέρα» της, ἀφοῦ εἶναι σίγουρη πώς ἡ γιαγιά ζεῖ τό γλυκοχάραμα τῆς πιό καλῆς ἡμέρας, τῆς «ἀβράδυαστης μέρας», τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ... ''Μ''. ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΝΙΚΗ 710
* Ἀπαντήσεις στίς πολλές, σχετικές μέ τό θέμα, ἀπορίες μας βρίσκουμε στό βιβλίο τοῦ Ν. Π. Βασιλειάδη «Τό μυστήριο τοῦ θανάτου». Ἔκ- δοση Ἀδελφότητος Θεολόγων «Ο ΣΩΤΗΡ». Ἀθῆναι 2007.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου