''Αν γνωρίζουμε ἢ μαθαίνουμε κάτι γιὰ τὸν Χριστό, τὸ ὀφείλουμε σ’ Ἐκεῖνον.''
1. Τὸ πρῶτο βῆμα
Στὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γε-
νετῆς τυφλοῦ ποὺ περιγράφει ἡ ση-
μερινὴ εὐαγγελικὴ περικοπή, βλέπου-
με τὸν Κύριο Ἰησοῦ νὰ κάνει τὸ πρῶτο
βῆμα πρὸς αὐτόν. «Αὐτὸς εἶδε τὸν τυ-
φλόν, οὐχ ὁ τυφλὸς αὐτῷ προσῆλθε»,
σημειώνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Δὲν
κάλεσε ὁ φτωχὸς τυφλὸς τὸν Κύριο
ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος τὸν πλησί-
ασε καὶ μὲ ἰδιαίτερη στοργὴ τὸν θερά-
πευσε καὶ τοῦ χάρισε τὸ φῶς του.
Κι ἐμεῖς, ἂν γνωρίζουμε ἢ μαθαίνου-
με κάτι γιὰ τὸν Χριστό, τὸ ὀφείλουμε
σ’ Ἐκεῖνον... Δὲν γνωρίσαμε ἐμεῖς τὸν
Θεό, ἀλλὰ Ἐκεῖνος μᾶς ἀποκάλυψε
τὸν Ἑαυτό του (Γαλ. δ΄ 9). Αὐτὸς ἔτεινε
πρῶτος τὸ χέρι καὶ μᾶς ἔδωσε γνωρι-
μία. Αὐτὸς πρῶτος χτύπησε τὴν πόρ-
τα τῆς καρδιᾶς μας γιὰ νὰ εἰσέλθει.
Αὐτὸς μᾶς πιάνει ἀπὸ τὸ χέρι καὶ μᾶς
κρατᾶ γερά, μᾶς προστατεύει καὶ μᾶς
ὁδηγεῖ στὴ λύτρωση καὶ τὴ σωτηρία.
Ἂς δοξάσουμε λοιπὸν τὸν Κύριο ὡς
τὸν αἴτιο τῆς σωτηρίας μας κι ἂς Τὸν
ἀγαποῦμε ὅλο καὶ περισσότερο διότι
«αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς» (Α΄Ἰω. δ΄ 19).
2. Κάθε θλίψη ἔχει τὸν σκοπό της.
Ἦταν εὔλογη ἡ ἀπορία τῶν μαθητῶν
ὅταν εἶδαν τὸν ἐκ γενετῆς τυφλό, κι
ἀμέσως τὴν ἐξέφρασαν:
–Διδάσκαλε, ποιὸς ἁμάρτησε γιὰ νὰ
γεννηθεῖ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τυφλός;
Ἁμάρτησε ὁ ἴδιος ὅταν ἦταν ἀκόμη μέσα
στὴν κοιλιὰ τῆς μητέρας του, ἢ
αμάρτησαν οἱ γονεῖς του καὶ τιμωρεῖται
αὐτὸς γιὰ τὶς ἁμαρτίες τους;...
Καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς τοὺς ἀπάντησε:
–Οὔτε αὐτὸς ἁμάρτησε, οὔτε οἱ γονεῖς
του, «ἀλλ’ ἵνα φανερωθῇ τὰ ἔργα τοῦ
Θεοῦ ἐν αὐτῷ». Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς
γεννήθηκε τυφλός, γιὰ νὰ φανερωθοῦν
μὲ τὴν ὑπερφυσικὴ θεραπεία τῶν μα-
τιῶν του τὰ ἔργα ποὺ ἐπιτελεῖ ἡ δύνα-
μη καὶ ἡ ἀγαθότητα τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι δύσκολο νὰ διακρίνουμε
γιατί ὁ πανάγαθος Θεὸς ἐπιτρέπει
τὴν κάθε δοκιμασία στὴ ζωή μας.
Ἕνα εἶναι βέβαιο: ὅτι κάθε δοκιμα-
σία ἢ θλίψη ποὺ ἀντιμετωπίζου-
με ἔχει τὸν σκοπό της. Τὴν ἐπιτρέπει
ὁ Θεὸς εἴτε γιὰ νὰ μᾶς παιδαγωγή-
σει γιὰ κάποιο λάθος μας, εἴτε γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει νὰ καλλιεργήσουμε ἅγιες ἀρετές, ὅπως ἡ πίστη, ἡ ὑπομονή, ἡ ταπείνωση καὶ ἡ
ἀγάπη, εἴτε γιὰ νὰ φανερώσει τὴ δύ-
ναμή Του στὴ ζωή μας μὲ τρόπο θαυ-
μαστὸ καὶ συγκλονιστικό. Σὲ κάθε πε-
ρίπτωση, πολλὲς καὶ μεγάλες εἶναι οἱ
ὠφέλειες ποὺ θὰ ἀποκομίσουμε. Ἂς
κάνουμε λοιπὸν ὑπομονὴ καὶ μὲ εἰρή-
νη ψυχῆς ἂς λέμε πάντοτε: «Τὸ θέλημα
τοῦ Κυρίου γινέσθω» (Πράξ. κα΄ 14).
3. Ὁ γενναῖος ὁμολογητὴς.
Ὕστερα ἀπὸ τὴ θεραπεία του ὁ πρώ-
ην τυφλὸς ἔγινε τὸ ἐπίκεντρο τοῦ ἐν
διαφέροντος στὰ Ἱεροσόλυμα. Πολλοὶ
ποὺ τὸν συναντοῦσαν δὲν πίστευαν
ὅτι αὐτὸς εἶναι πράγματι ὁ γνωστὸς τυφλὸς ζητιάνος. Ἐκεῖνος ὅμως τοὺς βε-
βαίωνε: «Ἐγώ εἰμι». Καὶ ἄρχιζε νὰ δι-
ηγεῖται πῶς ὁ Κύριος τὸν θεράπευσε.
Θεωροῦσε τὸν Ἰησοῦ εὐεργέτη του,
καὶ τὸ διεκήρυττε παντοῦ, χωρὶς νὰ ὑπολογίζει τὶς ἀντιδράσεις τῶν φανα-
τικῶν Ἰουδαίων. Κι ὅταν τὸν ὁδήγησαν
μπροστὰ στοὺς Φαρισαίους, δὲν δίστα-
σε νὰ ὁμολογήσει μὲ παρρησία ὅτι ὁ
Χριστὸς «προφήτης ἐστὶ» καὶ ὅτι Αὐτὸς
τὸν θεράπευσε.
Τότε οἱ Φαρισαῖοι τὸν ἔδιωξαν μὲ
θυμό. Τὸν ἔβγαλαν ἔξω, ἀλλὰ
βγῆκε νικητής. Διότι ὁ πρώην τυφλὸς ἀναδείχθηκε
ὁμολογητὴς τῆς Ἐκκλησίας.
Τὸ παράδειγμά του διδάσκει κι ἐμᾶς νὰ μὴ διστάζουμε νὰ ὁμολο-
γοῦμε τὴν ἀλήθεια, ὅ,τι κι ἂν μᾶς κοστίζει. Στὴν καθημερινή μας ζωή, στὸ χῶρο τῆς ἐργασίας μας, ἴσως καὶ στὸ συγγενικό μας πε-
ριβάλλον, σὲ κάθε περίσταση, καὶ πολὺ
περισσότερο ὅταν ἡ ἀλήθεια διαστρέφεται καὶ ὁ Χριστὸς ὑβρίζεται καὶ περι-
φρονεῖται, ἔχουμε χρέος νὰ μιλοῦμε καὶ
νὰ ὑπερασπιζόμαστε τὴν πίστη μας.
Αὐτὴ ἡ μαρτυρία τῆς πίστεως δὲν
εἶναι ἔργο μόνο τῶν ἱερέων καὶ τῶν θε-
ολόγων. Εἶναι ἔργο ὅλων μας. Ἡ ὁμο-
λογία πίστεως δὲν ἀπαιτεῖ ρητορικὰ
προσόντα οὔτε ἀπομνημόνευση κά-
ποιων συγκεκριμένων ἐπιχειρημάτων.
Ὁμολογία πίστεως εἶναι ἡ κατάθεση
τῆς προσωπικῆς μας ἐμπειρίας ὄχι μόνο μὲ τὸν λόγο ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ παρά-
δειγμά μας· μὲ τὴν ὅλη ζωή μας.
ΟΣΩΤΗΡ2068
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου