16 Ιουνίου, 2020

Ἁγία Μόνικα

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἁγία Μόνικα, 15 Ἰουνίου
Πρότυπο ὑπομονῆς καί θυσιαστικῆς ἀγάπης
 Ο Θεός εἰσάκουσε τήν προσευχή της πού γινόταν μέ δάκρυα καί πόνο γιά τριάντα ὁλόκληρα χρόνια.
Ἡ ἁγία Μόνικα ἔζησε τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. Γεννήθηκε καί ἀνατράφηκε σέ χριστιανικό περιβάλλον ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί ἐναρέτους. Ὁ σύζυγός της, ὅμως, ἦταν εἰδωλολάτρης, καί, δυστυχῶς, ἄνθρωπος σκληρός, βίαιος καί μέθυσος, καί τήν εἰρωνευόταν γιά τόν τρόπο τῆς ζωῆς της, πού χαρακτηριζόταν ἀπό τήν ἀγάπη καί τήν φιλανθρωπία, ἀλλά, κατά τόν βιογράφο της, δέν τήν κτύπησε ποτέ, πράγμα πού συνηθιζόταν τήν ἐποχή ἐκείνη, χωρίς, βέβαια, αὐτό νά σημαίνη ὅτι τό φαινόμενο αὐτό δέν παρατηρεῖται καί στίς ἡμέρες μας. Καί, ὅπως σημειώνει, δέν τήν ἔδερνε, ἴσως ἐπειδή δέν τοῦ ἀντιμιλοῦσε. Ἀξιώθηκε, ὅμως, μέ τήν ἀγάπη της καί τήν ὑπομονή της νά δῆ τόν σύζυγό της νά βαπτίζεται, νά ἀλλάζη τρόπο ζωῆς καί νά ἔχη τέλη «χριστιανά», «ἀνεπαίσχυντα, εἰρηνικά».

Ἀπό τόν γάμο τους ἀπέκτησαν τρία παιδιά, ἤτοι τόν Αὐγουστῖνο, τόν μετέπειτα Ἐπίσκοπο Ἱππῶνος, τόν Ναβίγιο καί τήν Περπέτουα, στά ὁποῖα ἡ ἁγία Μόνικα ἀγωνίσθηκε νά ἐμπνεύση τήν πίστη καί τήν ἀγάπη στόν Χριστό καί τά κατάφερε. Βέβαια, ὁ Αὐγουστῖνος στήν νεότητά του ἀπομακρύνθηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀλλά ἡ μετά δακρύων προσευχή της τόν ἐπανέφερε. Δηλαδή, ὁ Θεός εἰσάκουσε τήν προσευχή της πού γινόταν μέ δάκρυα καί πόνο γιά τριάντα ὁλόκληρα χρόνια. Ἔχυσε δέ τόσα δάκρυα, πού ὁ Αὐγουστῖνος ἔμεινε στήν ἱστορία ὡς «ὁ υἱός τῶν δακρύων της». Γράφει ὁ ἴδιος στίς «Ἐξομολογήσεις» του: «Ἡ μητέρα μου ἔχυνε γιά μένα περισσότερα δάκρυα ἀπό ὅσα χύνουν οἱ μητέρες ἐπάνω στά νεκρά τέκνα τους. Μέ τήν θέρμη τῆς πίστης, ἡ ὁποία τῆς χάριζε τήν μεγάλη της εὐσέβεια, μέ ἔβλεπε ἠθικῶς νεκρό. Καί σύ, Κύριε, εἰσάκουσες τήν δέησή της καί δέν περιφρόνησες τά δάκρυά της, μέ τά ὁποῖα πότισε τό ἔδαφος παντοῦ ὅπου προσευχόταν. Οἱ πόνοι της για νά μέ ἀναγεννήση διά τοῦ Πνεύματος ἦταν σκληρότεροι ἀπό αὐτούς πού ὑπέφερε νά μέ γεννήση διά τῆς σαρκός».

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ καί ἐνταφιάσθηκε στήν Ὄστια τῆς Ἀφρικῆς, ἀλλά τό ἱερό λείψανό της μετακομίσθηκε μετά ἀπό λίγα χρόνια στήν Ρώμη.

Ὁ βίος της καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα.
Πρῶτον. Ἀληθινή μητέρα εἶναι αὐτή πού ὄχι ἁπλῶς γεννᾶ παιδιά, γιατί αὐτό τό κάνουν καί τά ἄλογα ζῶα, ἀλλά αὐτή πού τά ἀναγεννᾶ πνευματικά, μέ τήν ἔννοια ὅτι ἀγωνίζεται καί φροντίζει γιά τήν πνευματική ἀναγέννησή τους. Καί αὐτό συμβαίνει, ὅταν ἡ μητέρα εἶναι χριστιανή μέ ὅλη τήν σημασία τῆς λέξεως, δηλαδή πιστή, εὐσεβής, καί προσπαθεῖ νά μεταλαμπαδεύση αὐτήν τήν πίστη καί τήν εὐσέβεια στά παιδιά της μέ κάθε τρόπο, καί κυρίως μέ τό φωτεινό παράδειγμά της. Μέ ἄλλα λόγια, ἀληθινή μητέρα εἶναι αὐτή πού ἀγωνίζεται μέ κάθε τρόπο νά βοηθήση τά παιδιά της νά «γεννηθοῦν ἄνωθεν» καί νά γίνουν, ὄχι ἁπλῶς καλοί ἄνθρωποι καί «ἀγαθοί πολίτες», ἀλλά πολίτες τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν.
Γι’ αὐτήν τήν πνευματική ἀναγέννηση ὁμίλησε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός, στόν Νικόδημο, τόν κρυφό μαθητή πού τόν ἐπισκέφθηκε νύκτα, καί τοῦ εἶπε: «ἐάν μή τις γεννηθῇ ἄνωθεν, οὐ δύναται ἰδεῖν τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Καί ὅταν ὁ Νικόδημος ρώτησε: «Πῶς δύναται ἄνθρωπος γεννηθῆναι γέρων ὤν; μή δύναται εἰς τήν κοιλίαν τῆς μητρός αὐτοῦ δεύτερον εἰσελθεῖν καί γεννηθῆναι;», ὁ Χριστός τοῦ ἀπάντησε: «Ἀμήν, ἀμήν λέγω σοι, ἐάν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καί Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ». Δηλαδή, ἡ πνευματική ἀναγέννηση γίνεται μέ τά μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος, πού τελοῦνται μαζί. Μέ τό Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος γίνεται μέλος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τῆς Ἐκκλησίας, καί μέ τό Χρίσμα λαμβάνει τήν δωρεά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί φωτίζεται ὁ νοῦς του, πού εἶναι ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς, γι’ αὐτό καί τό Βάπτισμα ὀνομάζεται καί Φώτισμα, καί ὁ νεοβαπτισθείς ὀνομάζεται καί νεοφώτιστος. Ἡ Χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα ἐνοικεῖ μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐκεῖ πού προηγουμένως ἐνοικοῦσε τό πονηρό καί ἀκάθαρτο πνεῦμα. Γι’ αὐτό, πρίν τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα, τελεῖται ἡ ἀκολουθία τῶν ἐξορκισμῶν καί ὁ Ἱερεύς προσεύχεται στόν Θεό καί τοῦ λέγει: «Ἐξέλασον ἀπ’ αὐτοῦ (ἀπό τόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί νά χρισθῆ) πᾶν πονηρόν καί ἀκάθαρτον πνεῦμα, κεκρυμμένον κεί ἐμφωλεῦον αὐτοῦ τῇ καρδία». Ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὡς φλόγα πυρός μέσα στήν καρδιά, πού ὅμως, ὅταν δέν ἀναζωπυρώνεται, σιγά-σιγά καλύπτεται ἀπό τίς στάχτες τῶν παθῶν. Γι’ αὐτό καί πρέπει μετά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα ὁ ἄνθρωπος νά ἀγωνίζεται νά ζῆ σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἀναζωπυρώνεται αὐτή ἡ φλόγα. Ἐπειδή, ὅμως, οἱ ἄνθρωποι βαπτίζονται, συνήθως, στήν νηπιακή ἡλικία, γι’ αὐτό καί μεγαλώνοντας, ἄν δέν εἶναι προσεκτικοί στήν ζωή τους, ἄν ἀπομακρυνθοῦν ἀπό τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, τότε, ὅπως ἐλέχθη, αὐτή ἡ φλόγα καλύπτεται ἀπό τήν στάχτη τῶν παθῶν. Παραμένει, ὅμως στό βάθος τῆς καρδιᾶς ἡ σπίθα αὐτῆς τῆς φλόγας, καί μέ τήν μετάνοια, πού θεωρεῖται ὡς «δεύτερο βάπτισμα», καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ ἀναζωπυρώνεται καί καίει τά πάθη. Ἔτσι, καθαρίζεται ἡ καρδιά, φωτίζεται ὁ νοῦς καί ἡ προσευχή ἀναβλύζει μέσα ἀπό τήν καρδιά. Αὐτή ἡ προσευχή πού γίνεται μέ δάκρυα καί πόνο, ὅπως τό βλέπουμε στόν βίο τῆς ἁγίας Μόνικας, ἀλλά καί ὅλων τῶν ἁγίων, ἔχει μεγάλη δύναμη, κάνει θαύματα.
Δεύτερον. Ὅσο πιό μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη τόσο μεγαλύτερος εἶναι καί ὁ πόνος, καθώς, ἐπίσης, καί ἡ ἔνταση τῆς προσευχῆς πρός τόν Θεό γιά τόν ἀγαπώμενο, πού εἶναι προσευχή καρδιακή, καί γίνεται μέ δάκρυα καί κλάμα. Ἡ καρδιά πού εἶναι τρωμένη ἀπό τήν θεία ἀγάπη, κράζει «ἐκ βαθέων» πρός τόν Θεό νύκτα καί ἡμέρα. Ὁ πόνος, πού συνήθως κανένας δέν τόν θέλει, ἀποδεικνύεται τελικά μεγάλος εὐεργέτης, ἐπειδή ὁδηγεῖ τόν καλοπροαίρετο ἄνθρωπο στήν ἀδιάλειπτη προσευχή, τήν μελέτη καί τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, καί τήν ἐμπειρική γνώση Του. Ἡ προσευχή τῶν γονέων γιά τό παιδί τους, καί κυρίως τῆς μάνας, ἔχει μεγάλη δύναμη καί κάνει θαύματα. Ἔλεγε κάποιος ὅτι, ὅταν ἦταν στήν ἐφηβική του ἡλικία ἔμαθε τήν μητέρα του νά προσεύχεται, ἀλλά καί ἡ μητέρα του ὁμολόγησε ὅτι τήν περίοδο ἐκείνη, πού ὁ ἔφηβος γιός της ἀντιμετώπιζε διάφορα προβλήματα, προσευχόταν μέ τήν καρδιά της, ἡμέρα καί νύκτα.
Μή φοβόμαστε τόν πόνο, ἀλλά μᾶλλον νά τόν ἀγαπήσουμε, ἐπειδή, ὅταν μετουσιώνεται σέ προσευχή καί δοξολογία, ἀποδεικνύεται ὁ μεγαλύτερος εὐεργέτης μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου