Θυμα των βενιζελικων. Ο Γερμανός Ε΄ εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης το 1913, σε μια περίοδο που συνέβησαν σημαντικά πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα (βαλκανικοί πόλεμοι, Α΄ παγκόσμιος πόλεμος).
Γεννήθηκε στον Μπαλατά του Φαναρίου το Δεκέμβριο του 1835 και το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Καβακόπουλος. Σπούδασε στα Ιεροσόλυμα, στην Αθήνα και στη Θεολογική Σχολή Χάλκης, από όπου έλαβε πτυχίο το 1863. Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε Διάκονος και το 1864 έγινε Αρχιδιάκονος του Πατριάρχη Σωφρόνιου.
Διετέλεσε Μητροπολίτης Κω (1867), Ρόδου (1876 - 1888), Ηρακλείας (1888 - 1897) και Χαλκηδόνος (1897 - 1913). Υπήρξε από τους πρωτοστάτες, κατά τα έτη 1886 - 1897 των προσπαθειών για τη μη επάνοδο του εξόριστου Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄ του Μεγαλοπρεπούς. Εδωσε υποτροφια στον Διακονο Μιχαηλ (κατοπιν Αρχιεπισκοπο Αμερικης) για να σπουδασει σε Αγια Πετρουπολη και Κιεβο. Λόγω της αντιπαράθεσής του με την Υψηλή Πύλη στο λεγόμενο «προνομιακό ζήτημα» (προσπάθεια κατάργησης των προνομίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας) διεγράφη επανειλημμένως από τον κατάλογο των προς πατριαρχία εκλογίμων (1891, 1897, 1901). Τελικά στις 28 Ιανουαρίου του 1913 εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης.
Η Πατριαρχία του
Κατά την πατριαρχία του, χάρη στην πατριαρχική κεντρική εκπαιδευτική επιτροπή, συνετάγησαν νόμοι για τα διδακτικά βιβλία και τους δασκάλους αλλά αποσυντέθηκαν πλήρως οι διατάξεις των Εθνικών Κανονισμών για τη συγκρότηση Συνόδου και Εθνικού Συμβουλίου.
Είχε ενεργό ρόλο σε διορθόδοξες πρωτοβουλίες και συνέχισε να κρατάει σθεναρή στάση στο λεγόμενο «προνομιακό ζήτημα». Παρά ταύτα δεν ηταν συμπαθης σε μια μεριδα του ελληνισμου την Κωνσταντινουπολης. Αν και θεωρούνταν σοφός και πεπειραμένος, ο χαρακτήρας του ήταν αυστηρός και ο τρόπος διοίκησής του αυταρχικός, πράγμα που δημιούργησε αντιπάθειες ως και ρήξεις εντός της Συνόδου. Η μετριοπαθής στάση που κράτησε κατά τους χριστιανικούς διωγμούς σε Θράκη και Μικρά Ασία από τους Νεότουρκους αποδίδεται στην μεγάλη ηλικία του και την κλονισμένη υγεία του, που τον είχαν κάνει λιγότερο δυναμικό από το παρελθόν. Όλα αυτά οδήγησαν στη δημιουργία αντιπολιτευτικής μερίδας Μητροπολιτών εντός της Συνόδου.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, ενημερος για τις συνθήκες διχασμού που δημιουργήθηκαν στην ομογένεια, μεταξυ βενιζελικων και αντιβενιζελικων, και θελοντας να κρατησει τα προσχηματα, έστειλε τηλεγράφημα στην Ελληνική Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη, με το οποίο ζητούσε από τους αρχιερείς να μην προβούν σε καμιά ενέργεια κατά του Πατριάρχη, ενόψει της επικείμενης υπογραφής ανακωχής και των νέων συνθηκών που επρόκειτο να δημιουργηθούν για τον Ελληνισμό στις δυο πλευρές του Αιγαίου.
Ο Πατριάρχης Γερμανος προκειμένου να κατευνάσει τα πνεύματα, αποφάσισε να τελέσει μνημόσυνο «υπέρ των πεσόντων και εξαφανισθέντων κατά την εμπόλεμον περίοδον», το οποίο όμως μετατράπηκε σε εκδήλωση δημόσιας κατακραυγής εναντίον του. Έτσι, στις 7 Οκτωβρίου 1918 συγκεντρώθηκε μεγάλο πλήθος που οι βενιζελικοι διοργανωτές συγκέντρωσαν από ολόκληρη την Πόλη και τον αποδοκίμασαν μέσα στον Πατριαρχικό Ναό.
Αναγκάστηκε να αποσυρθεί στην Χαλκηδόνα (Kadikoy), από όπου έστειλε την παραίτηση του στις 12 Οκτωβρίου 1918.
Μετά την παραίτησή του διέμεινε στην ιδιωτική του κατοικία στην Χαλκηδόνα, όπου απεβίωσε τον Δεκέμβριο του 1920. Ετάφη στο προαύλιο του Ιερού Ναού Αγίας Τριάδος Χαλκηδόνας.
Υπήρξε ο τελευταίος εκπρόσωπος του «γεροντικού συστήματος», ο τελευταίος Πατριάρχης που εξελέγη επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο τελευταίος που έλαβε το αυτοκρατορικό βεράτιο, την πολιτειακή δηλαδή αναγνώριση από τον Σουλτάνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου