Ὅταν ἀνέβαινε στὸν Γολγοθᾶ, λύγισε κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ Σταυροῦ Του. Ὄχι τόσο ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ ξύλου, ὅσο ἀπὸ αὐτὸ μὲ τὸ ὁποῖο τὸ ξύλο ἦταν ποτισμένο· τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου, τὴν ἁμαρτία μας... Ὅταν Τὸν κάρφωναν πάνω στὸ «καταραμένο» αὐτὸ ξύλο, ἱκέτευε: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λουκ. κγ΄ [23] 34). Ὁ παράφρων ὄχλος, παρασυρμένος ἀπὸ τὴ φθονερὴ ἡγεσία του, κραύγαζε «οὐά»! Ἐκεῖνος ὅμως συγχωροῦσε μὲ ἀγάπη δίχως ὅρους καὶ ὅρια. «Οὐά»! Στὴ διάρκεια τῶν εἴκοσι αἰώνων ποὺ ἀκολούθησαν, τὸ «οὐὰ» ἀκούστηκε ἀναρίθμητες φορὲς ὑβριστικό, θρασύ, χαιρέκακο. Ὅμως ὁ Γολγοθᾶς ἐπαναλάμβανε σταθερὰ τὴν ἠχὼ τοῦ ματωμένου Σταυροῦ Του: «ἄφες αὐτοῖς»! Δύο χιλιετίες μετά, στὰ δίσεκτα τοῦτα χρόνια ποὺ ἄνεμοι ἄγριοι φυσοῦν μανιασμένοι, τὰ «οὐὰ» πνίγουν τὴν ἀτμόσφαιρα. Ἐκστομίζονται μὲ πάθος, μὲ ψυχοπαθολογικὴ μανία. «Οὐά»! Νὰ ἀφαιρεθεῖ ὁ Σταυρὸς ἀπὸ τὴ Σημαία. «Οὐά»! Νὰ φύγει ὁ Ἐσταυρωμένος, τὸ Εὐαγγέλιο καὶ οἱ εἰκόνες ἀπὸ τὰ Δικαστήρια, ἀπὸ τὶς αἴθουσες τῶν Σχολείων, ἀπὸ τὰ Νοσοκομεῖα... «Οὐά»! Νὰ ἐξαλειφθεῖ ἀπὸ τὸ Σύνταγμα τοῦ κράτους ἡ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος. Νὰ γίνει τὸ κράτος οὐδετερόθρησκο. Νὰ ὁρκίζονται οἱ ὑπουργοὶ στὴ συνείδησή τους. (Ποιὰ συνείδηση!). «Οὐά»! Νὰ παύσει νὰ θεωρεῖται παράνομη ἡ βλασφημία, ἡ μεγάλη αὐτὴ πληγὴ τοῦ τόπου, ἡ κατάρα τῆς καθημερινῆς ζωῆς πολλῶν. Οἱ ἄνθρωποι διώχνουμε τὸν Σταυρὸ ἀπὸ τὴ ζωή μας καὶ ἀγριεύουμε. Ἀγριεύουμε πρωτίστως στὶς μεταξύ μας σχέσεις. Μίση, φόνοι, ἀπάτες, ἐγκλήματα φριχτά. Οἱ φυλακὲς γεμίζουν ἀσφυκτικά. Κτίζονται καινούργιες καὶ πάλι ἀσφυκτιοῦν. Οἱ κρατούμενοι ἀποφυλακίζονται πρόωρα, ἀλλὰ τὸ πρόβλημα παραμένει ὀξύ. Τὰ Δικαστήρια ἔχουν παραλύσει. Γιατί τόση ἀγριότητα; Ἂς πάψουμε νὰ ψάχνουμε ἔξω καὶ μακριὰ τὴν αἰτία. Οἱ ἄνθρωποι ἀγριεύουμε μεταξύ μας, ἀκριβῶς διότι δὲν ἔχουμε ὑψωμένο τὸν Σταυ ρὸ στὴ ζωή μας. Ἴσως τὸ ἐκφραστικότερο σύμπτωμα αὐτῆς τῆς τάσεως ὑπῆρξε ἡ ἱστορία μὲ τὸν Σταυρὸ στὴ Μυτιλήνη, τὸν ὁποῖο κάποιοι ἐπανειλημμένως γκρέμιζαν, ἕως ὅτου μιὰ μαζικὴ ἀντίδραση τοῦ πιστοῦ λαοῦ τὸν ἔστησε ἀκλόνητο καί μεγαλοπρεπὴ στὸν βράχο. Ἀρκεῖ ἄραγε αὐτό; Ναί, νὰ ὑψωθεῖ ὁ Σταυρὸς στὸν βράχο... νὰ ὑψωθεῖ ὅμως καὶ στὴ ζωὴ ὅλων μας. Διότι ὁ Σταυρὸς καὶ πολεμεῖται ἀπροκάλυπτα, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ἀναφέραμε προηγουμένως, ἀλλὰ καὶ περιφρονεῖται καὶ ἀγνοεῖται καὶ ὑποτιμᾶται. Καὶ αὐτὸ εἶναι ἐξίσου θλιβερό. Μήπως καὶ θλιβερότερο; Ἐδῶ εἶναι ποὺ καλούμαστε σὲ βαθύτερη αὐτογνωσία. Διότι, ἂν θελήσουμε νὰ δοῦμε κατάματα τὴν ἀλήθεια, θὰ διαπιστώσουμε ὅτι καὶ κάποιοι ἀπὸ μᾶς τοὺς πιστοὺς τὸν Σταυρὸ τὸν ἔχουμε ὑποτιμημένο. Τί νὰ τὸν κάνουμε νὰ μένει ὑψωμένος πάνω στὸν βράχο τῆς Μυτιλήνης, ἂν κάποιοι οὔτε κὰν κάνουμε σωστὰ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ; Πόσοι τὸν φέρουμε ἐπάνω μας; Λίγοι εἶναι αὐτοὶ ποὺ προτιμοῦν νὰ κρεμοῦν στὸν λαιμό τους ὅ,τι παράξενο μπορεῖ νὰ φανταστεῖ κανεὶς ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Σταυρὸ ποὺ εἶναι καὶ τὸ μόνο ἀναγκαῖο; Πόσοι ἔχουμε στὸ σπίτι μας ἕνα σωστὸ εἰκονοστάσι μὲ τὸν Ἐσταυρωμένο, κι ὄχι ἁπλῶς ἕνα καντήλι πάνω στὸ ψυγεῖο; Κι ἂν αὐτὰ τὰ ἔχουμε σωστά, ὡς τρόπος ζωῆς ὁ Σταυρὸς ὑπάρχει, ἢ τείνει νὰ ἐξαφανιστεῖ; Ἂς ὁμολογήσουμε τὴν ἀλήθεια: Οἱ ἄνθρωποι, παρασυρόμενοι ἀπὸ τὴν ἄνεση καὶ τὸ ἔντονο κοσμικὸ πνεῦμα, συχνὰ ἀρνούμαστε τὸν Σταυρὸ στὴ ζωή μας. Κάποιοι δὲν θέλουμε νὰ σταυρώσουμε τὰ πάθη μας, νὰ ἀντισταθοῦμε στὶς ἁμαρτωλὲς ἐπιθυμίες μας. Πολλοὶ ἐπιχειροῦμε νὰ συνδυάσουμε τὴ Χριστιανικὴ πίστη μας μὲ τὸ ἁμαρτωλὸ κοσμικὸ πνεῦμα. Κι αὐτὸ εἶναι ἴσως ὁ χειρότερος διωγμὸς τοῦ Σταυροῦ, καὶ ἡ μεγάλη ἀρρώστια τῶν καιρῶν μας. Ἀλλὰ Χριστιανισμὸς χωρὶς Σταυρὸ εἶναι ἁλάτι ἀνάλατο, ἕνα ἄχρηστο πράγμα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μέσα στὸ διάχυτο ἀντισταυρικὸ πνεῦμα καὶ τὴν ἀντισταυρικὴ μανία τῆς ἐποχῆς μας οἱ πιστοὶ ὀ φείλουμε νὰ προσκολληθοῦμε στὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ μας. Νὰ τὸν στήσουμε στὴ ζωή μας ἀκλόνητο. Νὰ τὸν κρατοῦμε ὑψωμένο! Στὴ ζωή μας καὶ στὴν Πατρίδα μας!ΟΣΩΤΗΡ2205
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου