21 Σεπτεμβρίου, 2022

ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΝΙΚ.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ

 Ὁ Ψαλμὸς αὐτός, 15ος στὴ σειρὰ τῶν Ψαλμῶν τῶν Ἀναβαθμῶν, εἶναι ὁ τελευταῖος τῆς σειρᾶς, τὸ «Δι’ εὐχῶν» τῆς Ὠδῆς τῶν Ἀναβαθμῶν. Ὁ Ψαλμωδὸς καλεῖ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς λευΐτες ἐξ ὀνόματος τοῦ λαοῦ ἢ τῶν προσκυνητῶν ποὺ ἔφθασαν στὸν Ναό, στὸ τέρμα τῆς ἱερῆς ἀποδημίας τους, νὰ ὑψώσουν, κατὰ τὴ διάρκεια τῆς νύκτας, μὲ εὐλάβεια τὰ χέρια τους πρὸς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων τοῦ Ναοῦ καὶ νὰ ἀνυμνήσουν τὸν Κύριο. Ἐὰν τὰ ρήματα «ἑστάναι» (νὰ στέκουν) καὶ «παρεστάναι» (νὰ παρίστανται) (Δευτ. ι΄ 8· Νεεμ. ιβ΄ 44) εἶναι συνώνυμα πρὸς τὸ «λειτουργεῖν ἔναντι Κυρίου» (νὰ ὑπηρετοῦν στὰ ἱερὰ ἔργα τῆς λειτουργίας ἐνώπιον τοῦ Κυρίου), ὄχι μόνο κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἡμέρας, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ νύκτα (βλ. Α΄ Παραλ. θ΄ 33), τότε ἡ πρόσκληση τῶν στίχ. 1 καὶ 2 τοῦ παρόντος Ψαλμοῦ, ἀπευθύνεται ἀπὸ τοὺς προσκυνητὲς στοὺς λειτουργοὺς τοῦ Ναοῦ, οἱ ὁποῖοι βρέθηκαν ἐκεῖ κατὰ τὴ νύκτα ποὺ αὐτοὶ ἔφθασαν στὸν Ναό. Ὁ κλιμακωτὸς ρυθμὸς στὸν Ψαλμὸ αὐτὸν φαίνεται στὴν ἐπανάληψη τῆς φράσεως «εὐλογεῖτε τὸν Κύριον» καὶ «εὐλογήσαι σε Κύριος ἐκ Σιών» (στίχ. 1, 2, 3). Νά τώρα, βρισκόμαστε στὸν Ναό, ἀρχίζει ὁ Ψαλμωδός. Ἐμπρὸς λοιπόν, δοξολογῆστε τὸν Κύριο ὅλοι ἐσεῖς οἱ δοῦλοι καὶ λειτουργοὶ τοῦ Κυρίου, οἱ ἱερεῖς καὶ οἱ λευΐτες ποὺ στέκεστε στὸν Ναὸ τοῦ Κυρίου καὶ στὶς αὐλὲς τοῦ οἴκου τοῦ Θεοῦ μας καὶ ὑπηρετεῖτε τὸν Κύριο (στίχ. 1). Ὅποιος εἶναι ἄξιος νὰ εἰσέρχεται στοὺς ἱεροὺς χώρους, διδάσκει ἡ χρυσὴ γλώσσα, εἶναι ἄξιος καὶ νὰ ἀνυμνεῖ τὸν Θεό. Διότι ὁ οἶκος τοῦ Θεοῦ μοιάζει μὲ τὸν οὐρανὸ καί, ὅπως ἀκριβῶς εἶναι ἀνόσιο νὰ εἰσέλθει ἐκεῖ ὁποιαδήποτε ἀντίπαλη δύναμη, ἔτσι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ εἰσέλθει βέβηλος στὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ. Σκέψου, ἄνθρωπε, πόσο μεγάλη ἀξία ἀπολαμβάνεις· καὶ ὅταν σὺ ὁ ἴδιος ἔγινες ναός, πόση καθαρότητα ὑποχρεοῦσαι νὰ ἐπιδεικνύεις. Καὶ πῶς θὰ μποροῦσες νὰ ἐκδηλώσεις τὴν καθαρότητα αὐτή; Ἐὰν ἀπεμάκρυνες κάθε πονηρὴ σκέψη, ἂν ἔκανες τὸν χῶρο τῆς διανοίας σου ἀπροσπέλαστο σὲ διαβολικὲς ἐνέργειες, ἄν, ὅπως στὰ ἅγια ἄδυτα, παραμένεις καὶ ἐξωραΐζεις τὸν λογισμό σου1 . «Ἐν τῷ ναῷ ἑστῶτες τῆς δόξης σου, ἐν οὐρανῷ ἑστάναι νομίζομεν» (Ὄρθρος Μ. Τεσσαρακοστῆς), λέγει ἕνας ὕμνος τῆς Ἐκκλησίας μας, διότι ὁ ἱερὸς ναὸς εἶναι ὁ χῶρος ὅπου γίνεται ἡ ἕνωση οὐρανοῦ καὶ γῆς. Ἀλλὰ ναὸς Κυρίου, ἔμψυχος, εἶναι καὶ τὸ ἐσωτερικό μας. «Οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν Ἁγίου Πνεύματός ἐστιν;» (Α΄ Κορ. ς΄ 19), ἐρωτᾶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος. «Καὶ ἐὰν  καθ’ οἱανδήποτε στιγμὴν συγκεντρώσωμεν τὸν νοῦν μας εἰς τὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας διὰ νὰ ἐπικοινωνήσωμεν πρὸς τὸν Κύριον, εὑρισκόμεθα ἐν τῷ ναῷ του» (Π. Ν. Τρεμπέλας). Εἶναι χαρακτηριστικὸ ὅτι στὸν Ψαλμὸ αὐτὸν ποὺ κατακλείει τοὺς 15 Ψαλμοὺς τῶν Ἀναβαθμῶν, ὁ Ψαλμωδὸς καλεῖ τὸν λαὸ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Θεό, ὁ Ὁποῖος τοὺς ἐλύτρωσε ἀπὸ τὴν Βαβυλώνια αἰχμαλωσία, τοὺς βοήθησε νὰ περάσουν ἀβλαβεῖς μέσα ἀπὸ πολλὰ εἰδωλολατρικὰ ἔθνη καὶ νὰ φθάσουν στὴν πατρίδα τους, ἀλλὰ καὶ διότι τοὺς ἐλύτρωσε ἀπὸ τοὺς πολέμους τῶν γειτονικῶν ἐθνῶν καὶ τοὺς ἐνίσχυσε νὰ ἀνοικοδομήσουν τὸν Ναὸ καὶ τὴν Ἱερουσαλήμ, νὰ κατοικήσουν πλέον ἐλεύθεροι καὶ νὰ πολιτεύονται χωρὶς φόβο. Εὐχαριστεῖτε, λοιπόν, λέγει ὁ Ψαλμωδός, σεῖς «οἱ δοῦλοι, οἱ θεράποντες. Δοῦλος δὲ Θεοῦ (εἶναι) ὁ πειθόμενος» στὰ προστάγματα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνος ποὺ Τὸν λατρεύει, Τὸν ἀγαπᾶ καὶ ἐφαρμόζει τὸ ἅγιο θέλημά Του2. Τὶς νύκτες, συνεχίζει ὁ Ψαλμωδός, ὑψῶστε προσευχητικὰ τὰ χέρια σας στραμμένοι πρὸς τὰ ἅγια τῶν ἁγίων τοῦ Ναοῦ καὶ δοξολογεῖτε μὲ ὕμνους τὸν Κύριο (στίχ. 2). Δοξολογεῖτε τὸν Κύριο καὶ κατὰ τὴ νύκτα, μᾶς συμβουλεύει ὁ εὐσεβὴς ποιητής, διότι συνεχῶς ἀπολαμβάνουμε τὶς πλούσιες δωρεὲς τοῦ Κυρίου. Στὸν Ναὸ τῶν Ἱεροσολύμων οἱ προσευχὲς ἦσαν ἀδιάκοπες, ἀνεπέμπονταν ἡμέρα καὶ νύκτα. Μὴ δαπανᾶτε ὅλη τὴ νύκτα στὸν ὕπνο, σχολιάζει ὁ Ζιγαβηνός, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ νύκτα νὰ ὑψώνετε τὰ χέρια σας στὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων, ὅπου δέχονταν ὅτι κατοικεῖ ὁ Θεός, ἀπὸ ὅπου ἐκπέμπεται Χάρις· καὶ δοξολογεῖτε τὸν Θεὸ περισσότερο στὸν καιρὸ τῆς νύκτας, διότι τότε ὁ νοῦς εἶναι πιὸ ἐλαφρὺς καὶ ἔχει περισσότερη ἡσυχία καὶ χρόνο. Ἐὰν δὲ ὁ Δαβὶδ προστάζει τοὺς παλαιοὺς Ἰουδαίους νὰ σηκώνονται ἀπὸ τὸ κρεβάτι τους τὴ νύκτα καὶ νὰ πηγαίνουν στὸν Ναὸ τοῦ Κυρίου γιὰ νὰ προσεύχονται, ποιὰ συγχώρηση θὰ λάβει ὁ Χριστιανός, ποὺ δὲν κάνει τὴν προσευχή του οὐδὲ κἂν μέσα στὸ σπίτι του3 ; Γιατί λέγει νὰ ὑψώνουμε προσευχητικὰ τὰ χέρια μας κατὰ τὴ νύκτα; ἐρωτᾶ ὁ θεῖος Χρυσόστομος, καὶ ἀπαντᾶ: Διότι θέλει νὰ μᾶς διδάξει νὰ μὴν ἀναλώνουμε ὅλη τὴ νύκτα στὸν ὕπνο καὶ γιὰ ν᾿ ἀποδείξει ὅτι στὴ διάρκεια τοῦ χρόνου αὐτοῦ οἱ προσευχὲς εἶναι καθαρότερες ὅταν ὁ νοῦς εἶναι καθαρότερος καὶ ἡ ἀνάπαυση μεγαλύτερη. Καὶ ἂν εἶναι ἀνάγκη νὰ προσέρχεται κανεὶς στὴ διάρκεια τῆς νύκτας στὸν ναὸ γιὰ νὰ προσευχηθεῖ, σκέψου ποιὰ συγγνώμη θὰ ἔχει ἐκεῖνος, ποὺ οὔτε στὸ σπίτι του κατὰ τὸν χρόνο αὐτὸν δὲν προσεύχεται. Συμβουλεύει δὲ ὁ θεῖος Πατήρ, ὅτι πρέπει νὰ προσεύχεται καθεὶς χωρὶς πονηρὲς σκέψεις, χωρὶς μνησικακία, χωρὶς πλεονεξία καὶ χωρὶς καμιὰ ἄλλη ἁμαρτία αὐτοῦ τοῦ εἴδους, ποὺ μολύνει τὸν νοῦ4 . Ἀλλὰ μήπως καὶ ὁ Κύριος δὲν μᾶς δίδαξε, ὅταν προσευχόμαστε, νὰ μπαίνουμε στὸ δωμάτιό μας καὶ ἀφοῦ κλείσουμε τὴν πόρτα του, νὰ κάνουμε τὴν προσευχή μας στὸν Πατέρα μας, ποὺ εἶναι ἀόρατος καὶ κρυμμένος; Καὶ ὁ Θεὸς Πατέρας μας ποὺ βλέπει στὰ κρυφά, θὰ μᾶς ἀνταποδώσει τὴν ἀμοιβὴ στὰ φανερά (Ματθ. ς΄ 6). Ὁ δὲ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς συμβουλεύει: «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α΄ Θεσ. ε΄ 17)· νὰ ἐπικοινωνεῖτε μὲ τὸν Θεὸ ἀδιά λειπτα καὶ ἀκατάπαυστα μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν εὐλαβικὴ διάθεση. 

1. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Εἰς Ψαλ. ρλγ΄ [133], PG 55, 386. 

2. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, Εἰς Ψαλ. ρλγ΄ [133], PG 128, 1229Β. 

3. ΕΥΘΥΜΙΟΥ ΖΙΓΑΒΗΝΟΥ, ὅ.π., PG 128, 1229C.

 4. ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, ὅ.π.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου