Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, Μητροπολίτης Τομπὸλσκ καὶ πάσης Σιβηρίας, ἀνήκει στὸ ἀριστοκρατικὸ καὶ θεοφιλὲς γένος τῆς οἰκογένειας Μαξίμοβιτς, τοῦ ὁποίου τελευταῖος γόνος εἶναι καὶ ὁ ὁμώνυμός του ἅγιος Ἰωάννης, Ἐπίσκοπος Σαγκάης (1896-1966), ποὺ ἁγιοκατατάχθηκε προσφάτως (1994). Ὁ Μητροπολίτης Τομπὸλσκ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε τὸ 1651 στὸ Νεζὶν τῆς ἐπαρχίας Τσερνιγκὼφ τῆς κεντρικῆς Ρωσίας. Ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἑπτὰ ἀγόρια τῆς πολύτεκνης καὶ πιστῆς οἰκογένειας τοῦ Μαξίμου (Βασίλεβιτς) καὶ τῆς Εὐφροσύνης. Οἱ ἐνάρετοι αὐτοὶ γονεῖς ἀνέθρεψαν τὰ παιδιά τους μὲ φόβο Κυρίου καὶ τὰ μόρφωσαν μὲ τὶς σωτήριες ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Ἰωάννης ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἀγαποῦσε πολὺ τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ παρακολουθοῦσε μὲ ἱερὸ ζῆλο τὴ θεία Λειτουργία. Στὰ νεανικά του χρόνια σπούδασε τὴ Θεολογία στὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του παρέμεινε ἐκεῖ ὀκτὼ χρόνια ὡς διδάσκαλος. Ὁ βαθύτερος πόθος του ὅμως ἦταν νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεό, καὶ μάλιστα στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, μὲ τὴν ὁποία εἶχε ἰδιαίτερους πνευματικοὺς δεσμοὺς ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια. Ὁ Κύριος ἐκπλήρωσε σύντομα τὸν μεγάλο του πόθο καὶ ἔγινε ἐκεῖ μοναχός. Ὡς μοναχὸς ὁ Ἰωάννης ἀσκοῦσε μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ ὑπακοὴ τὰ μοναχικά του καθήκοντα. Τὰ κύρια διακονήματα ποὺ τοῦ εἶχαν ἀνατεθεῖ, ἦταν τὸ κήρυγμα καὶ ἡ συγγραφή. Προικισμένος μὲ σπάνιο χάρισμα εὐγλωττίας κήρυττε καὶ συγκινοῦσε τοὺς προσκυνητές. Κεντρικὴ ἰδέα τῶν ὁμιλιῶν του ἦταν ἡ πνευματικὴ ἐγρήγορση καὶ ἡ βία στὴν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν. Ἀλλὰ καὶ τὰ γραπτά του κείμενα ἐκεῖ ὁδηγοῦσαν: στὴ γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἔγραφε πρακτικὰ σὲ ἁπλὴ γλώσσα, μὲ σκοπὸ τὴν πνευματικὴ οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν. Κορυφαῖο βιβλίο του θεωρεῖται τὸ «Ἡλιοτρόπιον», μέσα στὸ ὁποῖο ἀναλύει τὴν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς νὰ βρίσκεται διαρκῶς στραμμένη στὸν «Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης», τὸν Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ ἀντλεῖ δύναμη καὶ Χάρι, ὅπως τὸ λουλούδι αὐτὸ στρέφεται πρὸς τὸν ἥλιο. Λίγο ἀργότερα ποὺ χειροτονήθηκε ἱερέας, ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἰωακείμ, ἐκτιμώντας τὰ ἱεραποστολικὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, τοῦ ἀνέθεσε καθήκοντα ἐφημερίου στὴ Μονὴ Μπριάνσκ - Σβένσκ. Συνέπεσε μάλιστα στὴν ἴδια αὐτὴ Μονὴ νὰ ἔχουν καταφύγει μοναχοὶ τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου γιὰ νὰ ἀσφαλισθοῦν ἀπὸ τοὺς Τούρκους ποὺ ἀπειλοῦσαν τότε (1677) τὴ Ρωσία. Ὁ Ἰωάννης ἐδῶ ἐπὶ εἴκοσι χρόνια – καὶ μάλιστα ὡς ἡγούμενός της – ὑπῆρξε ἀληθινὸς ποιμένας, ἄγρυπνος πνευματικὸς φρουρὸς καὶ προστάτης πλήθους πιστῶν. Ἡ ἀκτινοβολία τῆς ἀγάπης του καὶ τοῦ ἀκέραιου ἁγνοῦ ἤθους του συγκινοῦσε ὅλους. Τὸ 1695 διορίσθηκε ἀρχιμανδρίτης στὴ Μονὴ Ἐλὲτσκ ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Τσερνιγκὼφ Θεοδόσιο, ἕναν ἅγιο ἐκκλησιαστικὸ ἄνδρα, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ δύναμη τῆς θερμῆς προσευχῆς του εἶχε θεραπεύσει κάποτε τὸν Ἰωάννη ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου (ἑορτάζει στὶς 5 Φεβρουαρίου), ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἐξέλεξε τὸ 1697 νέο Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Τσέρνιγκωφ τὸν Ἰωάννη. Ὡς Ἀρχιεπίσκοπος ὁ Ἰωάννης ἐπέδειξε ἰδιαίτερο ζῆλο στὸν καταρτισμὸ ἀξίων στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἵδρυσε γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸν τὴν πρώτη Ἱερατικὴ Σχολὴ τῆς Ρωσίας. Ὀργάνωσε ἐκκλησιαστικὰ σχολεῖα καὶ ἐκκλησιαστικὸ τυπογραφεῖο. Ὅραμά του ἦταν ἕνα: ὁ κόσμος ὅλος νὰ γνωρίσει τὸν Θεὸ καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴ σωτηρία ἀπὸ ἄξιους ἱερεῖς καὶ κατηχητὲς ποὺ ἐμφοροῦνται ἀπὸ ἔνθεο ἅγιο ζῆλο. Τὸ 1711 ἡ πρόνοια τοῦ πανάγαθου Θεοῦ ὁδήγησε τὰ βήματα τοῦ Ἰωάννη στὴν ἱστορικὴ πρωτεύουσα τῆς Σιβηρίας, τὸ Τομπόλσκ, γιὰ νὰ ἀναλάβει ἐκεῖ τὴν ποιμαντικὴ φροντίδα ὡς Ἀρχιεπίσκοπός της, σὲ ἀντικατάσταση τοῦ μεγάλου Ρώσου ἱεραποστόλου Φιλοθέου ποὺ εἶχε ἀποσυρθεῖ. Ἐδῶ ἐξίσου θαυμαστὴ ὑπῆρξε ἡ ἱεραποστολικὴ δράση τοῦ Ἰωάννη. Ἤξερε ὅτι εἶχε μπροστά του ἕνα δύσκολο ἔργο: νὰ συνεχίσει τὴν ἱεραποστολὴ τοῦ προκατόχου του κατηχώντας ἕνα λαὸ ποὺ ζοῦσε στὶς ἀχανεῖς ἐκτάσεις τῆς Σιβηρίας καὶ ἦταν βυθισμένος στὸ σκοτάδι τῆς ἄγνοιας τοῦ Θεοῦ καὶ παγιδευμένος σὲ εἰδωλολατρικὲς δοξασίες καὶ προλήψεις. Αὐτὸν τὸν λαὸ ὁ Ἰωάννης ἀγάπησε καὶ διακόνησε μὲ ἀπαράμιλλη ἀνδρεία καὶ αὐτοθυσία. «Ὡς ποιμένας ἦταν ἤρεμος καὶ ἀτάραχος», εὐγενὴς καὶ δίκαιος, «εἰλικρινὴς καὶ διακριτικός». Κύριο ἔργο του ἦταν ἡ προσευχὴ καὶ ὁ προσωπικός του ἐξαγνισμὸς καὶ δεύτερο ἔργο του ἡ ἐπιμέλεια τῶν ψυχῶν τοῦ ποιμνίου του, ποὺ καθημερινὰ τὸ στήριζε μὲ πλούσιο θεῖο κήρυγμα, ἔμπειρη συμβουλευτικὴ καθοδήγηση καὶ μὲ τὶς συγγραφές του. Μὲ τὴν πηγαία καλοσύνη καὶ τὴν ἀπαράμιλλη φιλανθρωπία του κατέκτησε τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν πάντοτε δίπλα σὲ κάθε ἀναγκεμένο ἄνθρωπο, ἀσθενή, φυλακισμένο, ἐγκαταλειμμένο, πτωχό, χήρα καὶ ὀρφανό. Ἡ οἰκία τῆς Μητροπόλεως ἦταν πάντοτε ἀνοιχτὴ γιὰ ὅλους. Ὑπῆρξε ἀκαταπόνητος ἐργάτης τῆς ἀγάπης, καὶ μάλιστα τῆς ἀθόρυβης καὶ ταπεινῆς. Ἀπέφευγε τὶς δημόσιες ἐμφανίσεις καὶ τὶς ἐπισκέψεις στὰ σπίτια τῶν πλουσίων. Ἐλεοῦσε κρυφά. Ὑπῆρχαν νύχτες ποὺ ὡς ἁπλὸς ἄγνωστος μοναχὸς κτυποῦσε τὶς πόρτες τῶν πτωχῶν προσφέροντας γενναιόδωρες ἐλεημοσύνες καὶ παρακαλώντας τους: «Δεχθεῖτε αὐτὰ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ». Στὶς 10 Ἰουνίου τοῦ 1715 ὁ ἅγιος Ἰωάννης, προαισθανόμενος ὅτι εἶχε φθάσει ἡ ἡμέρα τῆς ἐκδημίας του, τέλεσε τὴν τελευταία του θεία Λειτουργία. Τὸ μεσημέρι παρέθεσε γεῦμα ἀγάπης σὲ πλῆθος πτωχῶν. Ἐκεῖ ἦταν καὶ οἱ ἱερεῖς του. Διακονητὴς ὅλων στὸ τραπέζι αὐτὸ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Ἱεράρχης. Τὸ ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, λίγο πρὶν κτυπήσουν οἱ καμπάνες τοῦ Ἑσπερινοῦ, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Κύριο σὲ ὥρα προσευχῆς στὸ κελλί του, γονατιστὸς μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Τσερνιγκώφ. Ἡ εἴδηση τῆς αἰφνίδιας ἐκδημίας τοῦ ὅσιου Ἱεράρχη συγκλόνισε βαθιὰ ὅλη τὴ Σιβηρία. Οἱ πιστοὶ τὸν κήδευσαν μὲ δάκρυα καὶ τὸν ἐνταφίασαν μὲ τιμές. Ἔπειτα ἀπὸ 200 χρόνια ἔγινε ἡ ἁγιοκατάταξή του (1916). Ἑορτάζει στὶς 10 Ἰουνίου. Τὸ χαριτόβρυτο ἄφθορο ἱερὸ Λείψανο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη εἶναι θησαυρισμένο στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Τομπόλσκ. Πολλὰ εἶναι τὰ θαύματα ποὺ μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Ἱεράρχου γίνονταν καὶ γίνονται. Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Ἰωάννη, Μητροπολίτη Τομπὸλσκ καὶ πάσης Σιβηρίας, νὰ ἀναδειχθοῦμε μιμητὲς τῆς θυσιαστικῆς του ἀγάπης, γιὰ νὰ δοξάζεται καὶ νὰ ὑμνεῖται τὸ Ὄνομα τοῦ πανάγαθου Θεοῦ τῆς ἀγάπης.ΟΣΩΤΗΡ2223
21 Ιουνίου, 2023
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης, Μητροπολίτης Τομπὸλσκ καὶ πάσης Σιβηρίας, ἀνήκει στὸ ἀριστοκρατικὸ καὶ θεοφιλὲς γένος τῆς οἰκογένειας Μαξίμοβιτς, τοῦ ὁποίου τελευταῖος γόνος εἶναι καὶ ὁ ὁμώνυμός του ἅγιος Ἰωάννης, Ἐπίσκοπος Σαγκάης (1896-1966), ποὺ ἁγιοκατατάχθηκε προσφάτως (1994). Ὁ Μητροπολίτης Τομπὸλσκ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε τὸ 1651 στὸ Νεζὶν τῆς ἐπαρχίας Τσερνιγκὼφ τῆς κεντρικῆς Ρωσίας. Ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἑπτὰ ἀγόρια τῆς πολύτεκνης καὶ πιστῆς οἰκογένειας τοῦ Μαξίμου (Βασίλεβιτς) καὶ τῆς Εὐφροσύνης. Οἱ ἐνάρετοι αὐτοὶ γονεῖς ἀνέθρεψαν τὰ παιδιά τους μὲ φόβο Κυρίου καὶ τὰ μόρφωσαν μὲ τὶς σωτήριες ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Ἰωάννης ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ἀγαποῦσε πολὺ τὴ μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ παρακολουθοῦσε μὲ ἱερὸ ζῆλο τὴ θεία Λειτουργία. Στὰ νεανικά του χρόνια σπούδασε τὴ Θεολογία στὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του παρέμεινε ἐκεῖ ὀκτὼ χρόνια ὡς διδάσκαλος. Ὁ βαθύτερος πόθος του ὅμως ἦταν νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸν Θεό, καὶ μάλιστα στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, μὲ τὴν ὁποία εἶχε ἰδιαίτερους πνευματικοὺς δεσμοὺς ἀπὸ τὰ παιδικά του χρόνια. Ὁ Κύριος ἐκπλήρωσε σύντομα τὸν μεγάλο του πόθο καὶ ἔγινε ἐκεῖ μοναχός. Ὡς μοναχὸς ὁ Ἰωάννης ἀσκοῦσε μὲ πολλὴ χαρὰ καὶ ὑπακοὴ τὰ μοναχικά του καθήκοντα. Τὰ κύρια διακονήματα ποὺ τοῦ εἶχαν ἀνατεθεῖ, ἦταν τὸ κήρυγμα καὶ ἡ συγγραφή. Προικισμένος μὲ σπάνιο χάρισμα εὐγλωττίας κήρυττε καὶ συγκινοῦσε τοὺς προσκυνητές. Κεντρικὴ ἰδέα τῶν ὁμιλιῶν του ἦταν ἡ πνευματικὴ ἐγρήγορση καὶ ἡ βία στὴν τήρηση τῶν θείων ἐντολῶν. Ἀλλὰ καὶ τὰ γραπτά του κείμενα ἐκεῖ ὁδηγοῦσαν: στὴ γνώση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἔγραφε πρακτικὰ σὲ ἁπλὴ γλώσσα, μὲ σκοπὸ τὴν πνευματικὴ οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν. Κορυφαῖο βιβλίο του θεωρεῖται τὸ «Ἡλιοτρόπιον», μέσα στὸ ὁποῖο ἀναλύει τὴν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς νὰ βρίσκεται διαρκῶς στραμμένη στὸν «Ἥλιο τῆς δικαιοσύνης», τὸν Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ ἀντλεῖ δύναμη καὶ Χάρι, ὅπως τὸ λουλούδι αὐτὸ στρέφεται πρὸς τὸν ἥλιο. Λίγο ἀργότερα ποὺ χειροτονήθηκε ἱερέας, ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἰωακείμ, ἐκτιμώντας τὰ ἱεραποστολικὰ χαρίσματα τοῦ Ἰωάννη, τοῦ ἀνέθεσε καθήκοντα ἐφημερίου στὴ Μονὴ Μπριάνσκ - Σβένσκ. Συνέπεσε μάλιστα στὴν ἴδια αὐτὴ Μονὴ νὰ ἔχουν καταφύγει μοναχοὶ τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου γιὰ νὰ ἀσφαλισθοῦν ἀπὸ τοὺς Τούρκους ποὺ ἀπειλοῦσαν τότε (1677) τὴ Ρωσία. Ὁ Ἰωάννης ἐδῶ ἐπὶ εἴκοσι χρόνια – καὶ μάλιστα ὡς ἡγούμενός της – ὑπῆρξε ἀληθινὸς ποιμένας, ἄγρυπνος πνευματικὸς φρουρὸς καὶ προστάτης πλήθους πιστῶν. Ἡ ἀκτινοβολία τῆς ἀγάπης του καὶ τοῦ ἀκέραιου ἁγνοῦ ἤθους του συγκινοῦσε ὅλους. Τὸ 1695 διορίσθηκε ἀρχιμανδρίτης στὴ Μονὴ Ἐλὲτσκ ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Τσερνιγκὼφ Θεοδόσιο, ἕναν ἅγιο ἐκκλησιαστικὸ ἄνδρα, ὁ ὁποῖος μὲ τὴ δύναμη τῆς θερμῆς προσευχῆς του εἶχε θεραπεύσει κάποτε τὸν Ἰωάννη ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου (ἑορτάζει στὶς 5 Φεβρουαρίου), ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἐξέλεξε τὸ 1697 νέο Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Τσέρνιγκωφ τὸν Ἰωάννη. Ὡς Ἀρχιεπίσκοπος ὁ Ἰωάννης ἐπέδειξε ἰδιαίτερο ζῆλο στὸν καταρτισμὸ ἀξίων στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἵδρυσε γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸν τὴν πρώτη Ἱερατικὴ Σχολὴ τῆς Ρωσίας. Ὀργάνωσε ἐκκλησιαστικὰ σχολεῖα καὶ ἐκκλησιαστικὸ τυπογραφεῖο. Ὅραμά του ἦταν ἕνα: ὁ κόσμος ὅλος νὰ γνωρίσει τὸν Θεὸ καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ στὴ σωτηρία ἀπὸ ἄξιους ἱερεῖς καὶ κατηχητὲς ποὺ ἐμφοροῦνται ἀπὸ ἔνθεο ἅγιο ζῆλο. Τὸ 1711 ἡ πρόνοια τοῦ πανάγαθου Θεοῦ ὁδήγησε τὰ βήματα τοῦ Ἰωάννη στὴν ἱστορικὴ πρωτεύουσα τῆς Σιβηρίας, τὸ Τομπόλσκ, γιὰ νὰ ἀναλάβει ἐκεῖ τὴν ποιμαντικὴ φροντίδα ὡς Ἀρχιεπίσκοπός της, σὲ ἀντικατάσταση τοῦ μεγάλου Ρώσου ἱεραποστόλου Φιλοθέου ποὺ εἶχε ἀποσυρθεῖ. Ἐδῶ ἐξίσου θαυμαστὴ ὑπῆρξε ἡ ἱεραποστολικὴ δράση τοῦ Ἰωάννη. Ἤξερε ὅτι εἶχε μπροστά του ἕνα δύσκολο ἔργο: νὰ συνεχίσει τὴν ἱεραποστολὴ τοῦ προκατόχου του κατηχώντας ἕνα λαὸ ποὺ ζοῦσε στὶς ἀχανεῖς ἐκτάσεις τῆς Σιβηρίας καὶ ἦταν βυθισμένος στὸ σκοτάδι τῆς ἄγνοιας τοῦ Θεοῦ καὶ παγιδευμένος σὲ εἰδωλολατρικὲς δοξασίες καὶ προλήψεις. Αὐτὸν τὸν λαὸ ὁ Ἰωάννης ἀγάπησε καὶ διακόνησε μὲ ἀπαράμιλλη ἀνδρεία καὶ αὐτοθυσία. «Ὡς ποιμένας ἦταν ἤρεμος καὶ ἀτάραχος», εὐγενὴς καὶ δίκαιος, «εἰλικρινὴς καὶ διακριτικός». Κύριο ἔργο του ἦταν ἡ προσευχὴ καὶ ὁ προσωπικός του ἐξαγνισμὸς καὶ δεύτερο ἔργο του ἡ ἐπιμέλεια τῶν ψυχῶν τοῦ ποιμνίου του, ποὺ καθημερινὰ τὸ στήριζε μὲ πλούσιο θεῖο κήρυγμα, ἔμπειρη συμβουλευτικὴ καθοδήγηση καὶ μὲ τὶς συγγραφές του. Μὲ τὴν πηγαία καλοσύνη καὶ τὴν ἀπαράμιλλη φιλανθρωπία του κατέκτησε τὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ἦταν πάντοτε δίπλα σὲ κάθε ἀναγκεμένο ἄνθρωπο, ἀσθενή, φυλακισμένο, ἐγκαταλειμμένο, πτωχό, χήρα καὶ ὀρφανό. Ἡ οἰκία τῆς Μητροπόλεως ἦταν πάντοτε ἀνοιχτὴ γιὰ ὅλους. Ὑπῆρξε ἀκαταπόνητος ἐργάτης τῆς ἀγάπης, καὶ μάλιστα τῆς ἀθόρυβης καὶ ταπεινῆς. Ἀπέφευγε τὶς δημόσιες ἐμφανίσεις καὶ τὶς ἐπισκέψεις στὰ σπίτια τῶν πλουσίων. Ἐλεοῦσε κρυφά. Ὑπῆρχαν νύχτες ποὺ ὡς ἁπλὸς ἄγνωστος μοναχὸς κτυποῦσε τὶς πόρτες τῶν πτωχῶν προσφέροντας γενναιόδωρες ἐλεημοσύνες καὶ παρακαλώντας τους: «Δεχθεῖτε αὐτὰ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ». Στὶς 10 Ἰουνίου τοῦ 1715 ὁ ἅγιος Ἰωάννης, προαισθανόμενος ὅτι εἶχε φθάσει ἡ ἡμέρα τῆς ἐκδημίας του, τέλεσε τὴν τελευταία του θεία Λειτουργία. Τὸ μεσημέρι παρέθεσε γεῦμα ἀγάπης σὲ πλῆθος πτωχῶν. Ἐκεῖ ἦταν καὶ οἱ ἱερεῖς του. Διακονητὴς ὅλων στὸ τραπέζι αὐτὸ ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Ἱεράρχης. Τὸ ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, λίγο πρὶν κτυπήσουν οἱ καμπάνες τοῦ Ἑσπερινοῦ, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Κύριο σὲ ὥρα προσευχῆς στὸ κελλί του, γονατιστὸς μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Τσερνιγκώφ. Ἡ εἴδηση τῆς αἰφνίδιας ἐκδημίας τοῦ ὅσιου Ἱεράρχη συγκλόνισε βαθιὰ ὅλη τὴ Σιβηρία. Οἱ πιστοὶ τὸν κήδευσαν μὲ δάκρυα καὶ τὸν ἐνταφίασαν μὲ τιμές. Ἔπειτα ἀπὸ 200 χρόνια ἔγινε ἡ ἁγιοκατάταξή του (1916). Ἑορτάζει στὶς 10 Ἰουνίου. Τὸ χαριτόβρυτο ἄφθορο ἱερὸ Λείψανο τοῦ ἁγίου Ἰωάννη εἶναι θησαυρισμένο στὸν Καθεδρικὸ Ναὸ τοῦ Τομπόλσκ. Πολλὰ εἶναι τὰ θαύματα ποὺ μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Ἱεράρχου γίνονταν καὶ γίνονται. Εἴθε μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ ἁγίου Ἰωάννη, Μητροπολίτη Τομπὸλσκ καὶ πάσης Σιβηρίας, νὰ ἀναδειχθοῦμε μιμητὲς τῆς θυσιαστικῆς του ἀγάπης, γιὰ νὰ δοξάζεται καὶ νὰ ὑμνεῖται τὸ Ὄνομα τοῦ πανάγαθου Θεοῦ τῆς ἀγάπης.ΟΣΩΤΗΡ2223
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου