-Εἶδες τί θαῦμα ἔκανε ἡ Παναγία στὴ Βασιλικὴ Π., τὴν ἀρχιλοχία τοῦ στρατιωτικοῦ ἑλικοπτέρου ποὺ ἔπεσε στὸ Σαραντάπορο Ἐλασσόνας; Πῶς τὴν ξεκόλλησε μὲ τὸ κάθισμά της καὶ τὴν προσγείωσε σ᾿ ἕνα πουρνάρι; Τῆς εἶπε μάλιστα νὰ διηγεῖται τὸ θαῦμα αὐτὸ παντοῦ, γιὰ νὰ ἐνισχύεται ἡ πίστη τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι καὶ σὺ νὰ ἔχεις πίστη καὶ νὰ ἐπικαλεῖσαι τὴν Παναγία πρὶν ἀπὸ κάθε σου πτώση. Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ἀπευθύνθηκε ὁ πατὴρ Ἀμφιλόχιος στὸν ἀλεξιπτωτιστή, ὑπαξιωματικὸ τῶν εἰδικῶν δυνάμεων ποὺ ὑπηρετεῖ στὸν Ἀσπρόπυργο Ἀττικῆς.
–Πάτερ, νὰ ξέρετε, πάνω μου ἔχω συνεχῶς καὶ ποτὲ δὲν ἀποχωρίζομαι δύο εἰκονίτσες: τῆς Παναγίας καὶ τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ. Ὅταν εἶναι νὰ ἔχω ἅλμα μὲ τὸ ἀλεξίπτωτο, πάντοτε τοὺς ἐπικαλοῦμαι.
–Χαίρομαι πολύ. Νὰ ξέρεις, δὲν πρόκειται νὰ σὲ ἀφήσει ἡ Παναγία, ἀφοῦ τὴν ἐπικαλεῖσαι.
–Θὰ σᾶς πῶ τώρα, πάτερ, ἀφοῦ μοῦ τὸ λέτε, τί μοῦ συνέβη πρὶν ἀπὸ λίγο καιρό.
–Γιὰ ν᾿ ἀκούσω...
–Βρισκόμασταν καὶ μὲ τὴν ὑπόλοιπη ὁμάδα μέσα στὸ ἀεροσκάφος C-130. Μαζί μας καὶ ὁ ἐκπαιδευτής. Ξέρετε, πάτερ, ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ μπαίνουμε στὸ ἀεροπλάνο ἢ τὸ ἑλικόπτερο γιὰ πῆδο, δὲν ὑπάρχει κανεὶς ποὺ νὰ μὴν κάνει τὸν σταυρό του· πιστεύει - δὲν πιστεύει, ὅλοι τὸν σταυρό τους τὸν κάνουν. Ἔφθασε λοιπὸν ἡ ὥρα, πήραμε τὶς θέσεις μας μπροστὰ ἀπὸ τὴ θύρα, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ πέφταμε. Ὅλη ἡ ἀποσκευὴ κανονικὰ στοὺς ὤμους μας. Ὅλα ἕτοιμα. Ἐγὼ ἤμουν ὁ πρῶτος ποὺ θὰ ἔκανα τὸ ἅλμα. Ὁ ἐκπαιδευτὴς δίπλα μου στὶς τελευταῖες ὁδηγίες... Ἄναψε τὸ πράσινο φωτάκι, ἄνοιξε ἡ θύρα καὶ ἀμέσως θὰ ἔκανα τὸ ἅλμα.
– Ἐν παρενθέσει νὰ σᾶς πῶ, συμβαίνει πολλὲς φορές, αὐτὸς ποὺ εἶναι πρῶτος στὴ σειρά, τελευταία στιγμὴ νὰ δειλιάζει νὰ δώσει τὴν ὤθηση στὸν ἑαυτό του γιὰ τὸ ἅλμα, ὁπότε, ξέρετε τί γίνεται; Ἀναλαμβάνουν οἱ πίσω. Τοῦ δίνουν μιὰ καί... αὐτὸ ἦταν. Μ᾿ ἐμένα δὲν συνέβη κάτι τέτοιο. Μὲ τὸ ποὺ ἄνοιξε ἡ θύρα, ἔδωσα ὤθηση στὸν ἑαυτό μου πρὸς τὰ ἐμπρός... Καὶ τότε, ἕνα κλάσμα τοῦ δευτερολέπτου προτοῦ βρεθῶ στὸ κενό, νιώθω ἕνα δυνατὸ χέρι νὰ μὲ πιάνει ἀπ᾿ τὸν ὦμο καὶ νὰ μὲ σπρώχνει πίσω. Τά ᾿χασα πρὸς στιγμήν, ἀλλὰ ἡ ψυχικὴ ἔνταση στὴν ὁποία βρισκόμουν, μ᾿ ἔκανε νὰ μὴν πολυσκεφθῶ. Ἔδωσα νέα ὤθηση, πιὸ μεγάλη τώρα, καὶ βρέθηκα στὸ κενό... Ὅλη ἡ καθυστέρηση ἦταν συνολικὰ δύο δευτερόλεπτα.
–Ἄ, ὄχι τίποτε σημαντικό.
–Ξέρετε τί σημαντικὸ ἦταν αὐτό, πάτερ; Προσγειώθηκα σὲ ἔδαφος ποὺ εἶχε χόρτα. Πίσω μου βρισκόταν περιοχή – τὸ ἀεροπλάνο μὲ τὴν ταχύτητα ποὺ πετοῦσε, διήνυσε μεγάλη ἀπόσταση μέσα στὰ δύο αὐτὰ δευτερόλεπτα – περιοχὴ βραχώδης, μὲ μεγάλες πέτρες. Ἂν ἔπεφτα πρὶν δύο δευτερόλεπτα, θὰ ἔπεφτα ἐκεῖ, ὁπότε δὲν ξέρω τί θὰ μποροῦσε νὰ μοῦ εἶχε συμβεῖ. Τὸ λιγότερο, σοβαρὸς τραυματισμός.
–Τί λές!
–Ἔχει καὶ συνέχεια τὸ πράγμα. Πάω καὶ βρίσκω τὸν ἐκπαιδευτή:
–Γιατί, κύριε ἐκπαιδευτά, μὲ κρατήσατε ἀπ᾿ τὸν ὦμο τὴ στιγμὴ ποὺ ἔκανα νὰ πηδήσω;
–Τρελὸς εἶσαι; Ποιὸς σὲ κράτησε ἀπ᾿ τὸν ὦμο; Μόνος σου ἔκανες πίσω. Ὅλοι τὸ εἶδαν. Καὶ εἴπαμε: «Ἄ, τὸν φοβιτσιάρη, φοβήθηκε».
–Ὄχι, κύριε ἐκπαιδευτά. Μ᾿ ἔχετε δεῖ ποτὲ νά ᾿χω φοβηθεῖ; Σᾶς λέω ὅτι ἕνα χέρι μὲ γράπωσε ἀπ᾿ τὸν ὦμο δυνατὰ καὶ μὲ τράβηξε πίσω. Τὸ κατάλαβα σαφῶς. Ἀφοῦ μὲ χτύπησε.
–Ἡ ἰδέα σου...
–Δὲν ξέρω ἂν μὲ πίστεψαν, πάτερ. Ἐγὼ εἶμαι σίγουρος τώρα ὅτι ἦταν τὸ χέρι τῆς Παναγίας. Εἶμαι βέβαιος γι᾿ αὐτό. Νὰ σᾶς πῶ καὶ τὸ ἄλλο; Σᾶς εἶπα ὅτι προσγειώθηκα μέσα στὰ χόρτα. Ὅμως ἡ περιοχὴ ἐκείνη δὲν ἔχει χόρτα. Ἐπειδὴ τὸ γνωρίζω αὐτό, ἐρεύνησα καὶ πάλι λίγο ἀργότερα δι᾿ αὐτοψίας ὅλη τὴν περιοχὴ καὶ πουθενὰ δὲν βρῆκα χόρτα. Τελικά, δὲν ξέρω ποῦ προσγειώθηκα. Τὸ μόνο ποὺ ξέρω εἶναι ὅτι δὲν τά ᾿χω χαμένα. Ἀκόμα γνωρίζω τί μοῦ γίνεται. Ἂν ἐσεῖς μπορεῖτε νὰ δώσετε μιὰ ἑρμηνεία...
–Ἑρμηνεύεται τὸ θαῦμα, παιδί μου; Τὸ χέρι τῆς Παναγίας, ὅπως τὸ εἶπες, αὐτὸ σὲ προστάτεψε. Καὶ δὲν θὰ πάψει νὰ σὲ προστατεύει, ὅσο ἐσὺ τὴν ἐπικαλεῖσαι μὲ πίστη θερμή.ΟΣΩΤΗΡ2223
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου