15 Ιουλίου, 2024

Η ΟΣΙΑ ΜΕΛΩ ΣΤΗ ΒΟΥΡΡΙΝΑ ΤΗΣ ΚΩ ΛΑΪΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΛΑΤΡΕΙΑ /3ο

 

Στό σημεῖο αὐτό θά θέλαμε νά καταγράψουμε τούς πληροφορητές, οἱ ὁποῖοι μᾶς προσέφεραν τό πηγαῖο λαογραφικό ὑλικό.

 1. Μιχάλης Δανελλάκης, κάτοικος Κῶ, 26 ἐτῶν, μέ γραμματικές γνώσεις Λυκείου καί ΤΕΕ. Συνεργάτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἱεροψάλτης καί ἐρασιτέχνης ἱστοριοδίφης. 

2. Αἰκατερίνη Τουλαντᾶ-Μαρκάκη, κάτοικος Κῶ, 35 περίπου ἐτῶν. Ἡ μητέρα τῆς μικρῆς Μελοῦς. 

3. Μανώλης Κουτελλᾶς, κάτοικος Κῶ καί Αὐστραλίας, μεσήλικας, ἰδιοκτήτης τῆς εὐρύτερης περιοχῆς ὅπου βρίσκεται τό μονύδριο. Ἡ οἰκογένειά του παραχώρησε στήν Ἱερά Μητρόπολη τήν περιοχή τοῦ μονυδρίου. Ἀπό τήν οἰκογένεια Κουτελλᾶ ἐνοικίαζε ἡ οἰκογένεια Πέτσαλη τό κτῆμα. 

4. Γεωργία Μαμουζέλου, τό γένος Πέτσαλη, κάτοικος Κῶ, 65 ἐτῶν περίπου. Κόρη τοῦ Μιχάλη Πέτσαλη, μεγαλωμένη στήν περιοχή. 

5. Παντελῆς Σβουρένος, κάτοικος Κῶ, 70 ἐτῶν περίπου. Ἐπιχειρηματίας, ἐργολάβος, γνώστης θρύλων τῆς περιοχῆς, ἐρασιτέχνης λαογράφος μέ συγγραφική δραστηριότητα στίς τοπικές ἐφημερίδες. 

6. Μανόλης Πέτσαλης, κάτοικος Κῶ, 50 περίπου ἐτῶν, ἀνηψιός τῆς κ. Γεωργίας Μαμουζέλου. Ἰδιοκτήτης κτήματος στήν περιοχή. 

7. Χαράλαμπος Πισσάρης, 85 ἐτῶν περίπου, κάτοικος Κῶ, γνώστης παραδόσεων καί θρύλων. 

8. Ἐλευθέριος Χαραπᾶς, κάτοικος Κῶ, 60 περίπου ἐτῶν, κτηνοτρόφος τῆς περιοχῆς. 

9. Σκεῦος Κασίου, κάτοικος Κῶ, 60 ἐτῶν περίπου, ἀπόγονος κτηνοτρόφων τῆς περιοχῆς. Γνώστης τοπικῶν θρύλων καί παραδόσεων.

 Ι. Ὁ Μοναχισμός στήν Κῶ κατά τόν 11ο αἰῶνα

 Μελετώντας τά ἱστορικά κείμενα τοῦ 11ου αἰῶνα ὁδηγούμαστε σέ δύο διαπιστώσεις γιά τήν κατάσταση καί τή μορφή τοῦ μοναχισμοῦ στό νησί τῆς Κῶ κατ’ αὐτή τήν περίοδο: 

1. παρά τήν περιορισμένη ἔκταση τῶν ὑπαρχουσῶν πηγῶν ἐντοπίζουμε ἀρκετές ἀναφορές σέ μοναχούς, καί 2. παρά τήν διαφαινόμενη πληθώρα μοναχῶν δέν γνωρίζουμε τήν ὕπαρξη μεγάλης ἢ μεγάλων μονῶν, οἱ ὁποῖες θά μποροῦσαν νά προσελκύσουν μοναχούς ἀπό τίς παρακείμενες περιοχές (π.χ. ἄλλα νησιά). Ἀπό τόν αἰῶνα αὐτό διασώζονται τρία ὀνόματα Κώων μοναχῶν: τοῦ μον. Ἀρσενίου Σκηνούρη, τῆς μοναχῆς Μαρίας Καβαλλουρίνας καί τοῦ μοναχοῦ Νίκωνος τοῦ Ἀσκεποῦς1 . Ἐξάλλου ἀπό τήν Κῶ πέρασε καί ὁ πλέον ἐπιφανής μοναχός τοῦ 11ου αἰῶνα, ὅσιος Χριστόδουλος, ὁ ὁποῖος προῆλθε ἀπό τήν μικρασιατική περιοχή τοῦ Ὄρους Λάτρος καί κατέληξε στή νῆσο Πάτμο, καθώς ὁ Ἀλέξιος Α΄ Κομνηνός συνήνεσε νά ἀνταλλάξει τά κτήματα πού τοῦ εἶχε παραχωρήσει ὁ μον. Ἀρσένιος Σκηνούρης στήν Κῶ καί τή Στρόβηλο, ὅπου ἀρχικά εἶχε ἀσκηθεῖ, μέ τό ἄγονο καί ἔρημο αὐτό νησί. Ὁ Κῶος μον. Ἀρσένιος Σκηνούριος, ἔχοντας φιλοξενήσει διωκόμενο τόν ὅσιο Χριστόδουλο, προερχόμενο μαζί μέ τούς συνασκητές του ἀπό τό Ὄρος Λάτρος, στήν Ἱερά Μονή Στροβήλου πού ἡ οἰκογένειά του κατεῖχε στά μικρασιατικά παράλια καί ἐπιθυμώντας τήν ἐνίσχυση τοῦ μοναχισμοῦ στό νησί τῆς Κῶ, προσκάλεσε τόν Ὅσιο σέ αὐτή καί τοῦ παραχώρησε μεγάλη ἀκίνητη περιουσία μέ  σκοπό νά ὀργανώσει βιώσιμο καί οἰκονομικά ἀνεξάρτητο κοινόβιο, τό ὁποῖο θά ἐξελισσόταν σέ μοναστικό φάρο γιά τήν περιοχή. Ἡ μοναχή Μαρία Καβαλλουρίνα, τήν ὁποία γνωρίζουμε ἀπό χρυσόβουλο τοῦ αὐτοκράτορα Νικηφόρου Γ΄ Βοτανειάτη πρός τή μονή τοῦ Προδρόμου στή Στρόβηλο, ἦταν ἀδελφή τοῦ «βεστάρχου» (προϊσταμένου τῆς ἱματιοθήκης) τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐλῆς στήν Κωνσταντινούπολη, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Κωνσταντῖνος Καβαλλούρης2 . Ἡ μονή αὐτή ἄρχισε νά οἰκοδομεῖται ἀπό τόν ἀδελφό της καί συνεχίσθηκε ἀπό τήν ἴδια μέ ἐπιχορήγηση τοῦ αὐτοκράτορα. Ἡ Μαρία Καβαλλουρίνα, ἡ μονή τῆς ὁποίας δέν ταυτίζεται3 μέ αὐτή τοῦ μον. Ἀρσενίου Σκηνούρη, διέθετε ἀκίνητη περιουσία στή Στρόβηλο, ἀλλά καί στήν Κῶ καί στή Λέρο. Ὁ ὅσιος Χριστόδουλος, σέ κείμενό του, τό ὁποῖο εἶναι γνωστό μέ τήν ὀνομασία «Κωδίκελλος», καί προσετέθη στή Διαθήκη του ὀλίγο πρό τῆς ὁσιακῆς κοιμήσεώς του ἀναφέρεται σέ δύο «προάστια» (ἰδιόκτητες γεωργικές καί οἰκιστικές μονάδες πλησίον ἀστικῶν περιοχῶν), μέ τά ὀνόματα «Ἀναβασίδιον» καί «Καρδιασμένοι», τά ὁποῖα ἡ μονή του δέχθηκε ὡς δωρεά ἀπό τόν Κωνσταντῖνο Καβαλλούρη. Ὁ Κῶος ἱστορικός Β. Σ. Χατζηβασιλείου (Ἱστορία: 233) σημειώνει ὅτι πρόκειται γιά τά ἀναφερόμενα στό χρυσόβουλο τοῦ Ἀλεξίου Α΄ Κομνηνοῦ καί ὅτι τό δεύτερο ἀπό αὐτά θά μποροῦσε νά τοποθετηθεῖ στήν περιοχή τῆς Καρδάμαινας, ὅπου οἱ ἀπόγονοι αὐτῆς τῆς ἐπιφανοῦς οἰκογένειας διατηροῦσαν κτήματα μέχρι τά τέλη τοῦ 19ου αἰῶνα4 . Ὁ ἕτερος μοναχός, Νίκων ὁ Ἀσκεπής, εἶναι παντελῶς ἄγνωστος σέ ἐμᾶς πέρα ἀπό τήν ἀναφορά, ὡς δωρητοῦ τῆς μονῆς, στή «χρυσόβουλο γραφή» τοῦ Ἀλεξίου Α΄ Κομνηνοῦ πού ἐξαπελύθη τόν Μάρτιο τοῦ ἔτους 1085  5 . Ὁ χαρακτηρισμός του ὡς «Ἀσκεποῦς» προφανῶς σχετίζεται μέ τίς μοναστικές καί ἀσκητικές ἐπιλογές του, σύμφωνα μέ τίς ὁποῖες, λόγῳ τελείας πτωχείας καί πλήρους ἀκτημοσύνης, ἴσως μετά τίς δωρεές, θά ἐμφανιζόταν δημοσίως χωρίς κάλυμμα τῆς κεφαλῆς, κάτι πού, κατά τήν ἐποχή πού ἐξετάζουμε, ἦταν ἀσυνήθιστο καί προκαλοῦσε τό ἐνδιαφέρον.

-50-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου