Ο άνθρωπος, ως ον με συνείδηση και ελευθερία, έχει τη δυνατότητα να μάθει ή να μην μάθει, να πράξει ή να μην πράξει. Έτσι, είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και μπορεί να κάνει καλή ή κακή χρήση της ελευθερίας του. Από την άλλη πλευρά, ο Θεός ζητάει από τον άνθρωπο να αναλαμβάνει ευθύνες για τις πράξεις του. Έτσι, ο άνθρωπος είτε αμείβεται για την προάσπιση της ηθικής του ελευθερίας είτε κολάζεται για την υποδούλωση αυτής. Η ηθική ελευθερία συνίσταται στο να πράττουμε, με τη θέλησή μας, το καλό186 . Η πράξη μας να επιλέγουμε το αγαθό ή το κακό δεν συνιστά ηθική ελευθερία, αλλά αποτελεί κράμα ελευθερίας και δουλείας. Όταν επιλέγουμε να πράξουμε το κακό, ενεργούμε ενάντια στη συνείδησή μας και οι πράξεις μας καθορίζονται από εξωτερικούς παράγοντες ή εσωτερικές πιέσεις. Έτσι, η θέλησή μας γίνεται εξαρτημένη και κατ' επέκταση, ανελεύθερη και δούλη. Στη συνέχεια, ο Άγιος Νεκτάριος παραθέτει περικοπές από τους Αγίους Γρηγόριο Νύσσης και Μέγα Βασίλειο, καθώς και από την Παλαιά Διαθήκη, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ηθικώς ελεύθερος είναι εκείνος που, με τη θέλησή του, επιλέγει να πράττει το αγαθό. Η ηθική ελευθερία, επομένως, συνίσταται στην εκούσια προσήλωση στην τήρηση των εντολών του Θεού187 . Ο άνθρωπος είναι ηθικώς ελεύθερος να διαλέξει μεταξύ ζωής και θανάτου, αλλά η ηθική ελευθερία αναφέρεται στην ικανότητα να επιλέγει μόνο τη ζωή. Συνεχίζοντας, παραπέμπει στον απόστολο Παύλο, ο οποίος δηλώνει ότι ο Θεός «ἔθηκεν τὸν νόμον γραπτὸν ἐν τῇ καρδία τοῦ ἀνθρώπου» (Ρωμ. 2, 15). Επιπλέον, ο Παύλος αναφέρει: «τὸ γνωστὸν τοῦ Θεοῦ φανερόν ἐστιν ἐν αὐτοῖς· ὁ γὰρ Θεὸς αὐτοῖς ἐφανέρωσε. τὰ γὰρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα καθορᾶται, ἥ τε ἀΐδιος αὐτοῦ δύναμις καὶ θειότης, εἰς τὸ εἶναι αὐτοὺς ἀναπολογήτους» (Ρωμ. 1, 19-20). Έτσι, ο αληθινά ηθικά ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να γνωρίσει τον Θεό που μιλάει στην καρδιά του και αποκαλύπτεται στην εικόνα της δημιουργίας. Μέσω αυτής της γνώσης, ο άνθρωπος καλείται να μιμηθεί την αγαθότητά του188 . Αναπολόγητος είναι ο άνθρωπος που λαμβάνει τον νόμο γραπτό στην καρδιά του και δεν γνωρίζει τον Θεό, διότι ο γραπτός νόμος που είναι κατατεθειμένος στην καρδιά του αποτελεί το θέλημα του Θεού. Ο άνθρωπος, καθοδηγούμενος από τις υπαγορεύσεις της καρδιάς του και την αποκάλυψη του Θεού στη δημιουργία, οφείλει να γνωρίσει τον Θεό και να μιμηθεί την αγαθότητά του189 . Σκοπός της δημιουργίας του ανθρώπου από τον Θεό, είναι να γνωρίσει η δημιουργία τον Θεό. Ο άνθρωπος πλάστηκε για να υψωθεί προς τον Θεό, για να δοξάζει τον Θεό, για να υμνήσει συνειδητά τον Θεό190 . Το αυτεξούσιο, το νοερό και το ηθικώς ελεύθερο δόθηκαν στον άνθρωπο για να εκπληρώσει τον μεγάλο του προορισμό: να συνδέσει τη γη με τον ουρανό, βαδίζοντας την ευθεία οδό και πράττοντας μόνο το αγαθό. Διαφορετικά, αν αποκλίνει από τον προορισμό του, γίνεται ανελεύθερος και εξομοιώνεται με τα κτήνη191 .
-67-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου