Παράλληλα, η Κρήτη αποκόπηκε από τη Δύση και συνδέθηκε με το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Κωνσταντινούπολη. Η Εκκλησία έθεσε υπό την πνευματική της ευθύνη τον κρητικό λαό ώστε να ενισχύσει την πίστη και την εθνική του συνείδηση.
Οι Οθωμανοί μετά την άλωση του Χάνδακα οργάνωσαν άμεσα την νέα κτήση τους σε διοικητικό και στρατιωτικό επίπεδο. Αρχικά διατήρησαν το διοικητικό σύστημα των Βενετών, όπου είχαν διαιρέσει την Κρήτη σε τέσσερα διαμερίσματα.
Τα τέσσερα πασσαλίκια ή σαντζάκια όπως τα ονόμασαν οι Οθωμανοί ήταν:
α) της Σητείας
β) του Χάνδακα
γ)του Ρεθύμνου και
δ)των Χανίων.
Λίγους μήνες μετά την κατάκτηση της Κρήτης περιόρισαν τα διαμερίσματα σε τρία, χωρίς να είναι γνωστός ο λόγος αυτής της αλλαγής, συνενώθηκε το διαμέρισμα της Σητείας με τον Χάνδακα. Η κατάσταση αυτή διατηρήθηκε μέχρι το 1867 όπου δημιουργήθηκε η διοικητική περιφέρεια Λασιθίου όπου τα διαμερίσματα έγιναν πάλι τέσσερα50. Το κέντρο της οθωμανικής διοίκησης στην Κρήτη ήταν ο Χάνδακας. Οι Τούρκοι διατήρησαν το ιστορικό όνομα της πόλης και την έλεγαν Kandiye. Κάθε διαμέρισμα της Κρήτης είχε έναν πασά ως διοικητή, τον σαντζάκ βέη, ο οποίος είχε διοριστεί από τον σουλτάνο. Ο πασάς του Χάνδακα ήταν ανώτερος από τον πασά του Ρεθύμνου και των Χανίων. Επίσης είχε τον τίτλο του Σερασκέρη δηλαδή του αρχιστράτηγου της Κρήτης, ο οποίος είχε υπό την εποπτεία του τα Τουρκικά στρατεύματα στο νησί και διόριζε τους φρούραρχους των μικρότερων φρουρίων στις πρωτεύουσες των επαρχιών. Οι επαρχίες ή κανδιλίκια ήταν υπό την διοικητική ευθύνη των τοπικών πασάδων51. Στον πασά του Χάνδακα υπάγονταν οι επτά επαρχίες του νομού Ηρακλείου και οι τέσσερις του Λασιθίου. Ωστόσο, η επαρχία Μυλοποτάμου άλλοτε άνηκε διοικητικά στον πασά του Χάνδακα και άλλοτε στον πασά του Ρεθύμνου. Οι πασάδες ήταν φορείς της σουλτανικής εξουσίας στην Κρήτη, οι οποίοι έπρεπε να εκτελούν τα διατάγματα και να εφαρμόζουν πιστά τον ιερό νόμο των μουσουλμάνων. Τα πιο σημαντικά έργα τους ήταν η είσπραξη των φόρων, η ασφαλής αποστολή τους στην Κωνσταντινούπολη και η διατήρηση αξιόμαχου στρατού για τους εσωτερικούς και εξωτερικούς κινδύνους. Ωστόσο, η εξουσία των πασάδων περιοριζόταν από τη δράση και την αυθαιρεσία των γενιτσάρων, η οποίοι «με την πάροδο του χρόνου κατάντησαν μάστιγα ακόμα και για την ίδια την τουρκική διοίκηση»52.
Ο κάθε πασάς είχε το συμβούλιο του, το διβάνιο το οποίο ήταν μικρογραφία του μεγάλου διβανίου της Κωνσταντινούπολης53.
Το συμβούλιο συνεδρίαζε κάθε εβδομάδα και εκτάκτως όποτε ήταν απαραίτητο. Στη συνεδριάσεις συμμετείχαν:
α) ο πασάς ως πρόεδρος,
β) ο Καδής, ο οποίος ήταν ο ιεροδικαστής ,
γ) ο μουφτής, ο οποίος ήταν ο ερμηνευτής του μουσουλμανικού νόμου,
δ) ο αρχηγός των γενιτσάρων ή γενιτσάρ αγασί και
ε) ο αρχηγός των στρατιωτικών ταγμάτων ή ορτάδων.
Εκει διάβαζαν και ερμήνευαν τις σουλτανικές διαταγές δηλαδή τα φερμάνια ή τα μπεράτια και έπαιρναν αποφάσεις για τοπικά ζητήματα όπως οικονομικά, διοικητικά, αστυνομικά κ.α.. Ο υπεύθυνος για την εφαρμογή των αποφάσεων ήταν ο αρχιαστυνόμος ή σερτούρνας.
-26-
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου