08 Μαΐου, 2025

ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

 2.2.3. Η κοινοτική οργάνωση των Χριστιανών και οι Γραμματικοί της Πόρτας 

 Οι κοινότητες ως θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν λειτούργησε στην Κρήτη κατά την πρώιμη τουρκική περίοδο. Ωστόσο γίνεται αναφορά σε τουρκικό έγγραφο όπου διορίζονται δημογέροντες ή κοτζαμπάσηδες στο Χάνδακα για την είσπραξη φόρων84. Εξαίρεση αποτελούσαν τα Σφακιά διότι είχαν μία υποτυπώδη κοινοτική οργάνωση.  Ωστόσο, στην Κρήτη καθιερώθηκε ο θεσμός του «κετχουντά», ο οποίος ήταν ο πρόεδρος της επαρχίας και διατηρήθηκε μέχρι τον 18ο αιώνα. Ο πρόεδρος εκλεγόταν από τους κατοίκους της επαρχίας και ήταν υπεύθυνος για την διεκπεραίωση των υποθέσεων που είχαν οι Χριστιανοί της επαρχίας τους. Παράλληλα ήταν εκπρόσωπος της επαρχίας στις τουρκικές αρχές και είχε την ευθύνη για την είσπραξη του κεφαλικού φόρου. Ο «κετχουντάς» ήταν κάτι αντίστοιχο με τον Κοντζάμπαση σε επίπεδο επαρχίας85. Ένας άλλος θεσμός, ο οποίος εφαρμόστηκε στην Κρήτη ήταν οι επαρχιακοί διερμηνείς ή δραγουμάνοι. Οι Γραμματικοί της πόρτας, όπως τους ονόμαζαν ήταν τουρκομαθείς ντόπιοι, οι οποίοι ήταν επίσημοι διερμηνείς των πασάδων και πρόσωπα που τους είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη86. Τα καθήκοντά τους δεν περιοριζόταν στη διερμηνεία, είχαν συνεργασία με τον δεφτερδάρη για ζητήματα φορολογίας, ήταν υπεύθυνοι για να βρουν το προσωπικό των αγγαρειών και άλλων εργασιών σε Τούρκους αξιωματούχους. Κάθε Γραμματικός της Πόρτας είχε τρεις υπαλλήλους, οι  οποίοι τον βοηθούσαν στο έργο του και ιδιαιτέρως για την είσπραξη του φόρου της δεκάτης. Αρχικά οι Γραμματικοί της Πόρτας εκλέγονταν από τους προέδρους των επαρχιών , αργότερα ο διορισμός τους ήταν αποτέλεσμα πρότασης από τον ιεροδίκη ή τον πασά της Κρήτης στην κυβέρνηση. Η έδρα του Γραμματικού της Πόρτας ήταν στον Χάνδακα και είχε εκπροσώπους στα Χανιά και το Ρέθυμνο. Οι Γραμματικοί της Πόρτας συνήθως ήταν άνθρωποι φιλοχρήματοι και καταπιεστές των κατοίκων της περιοχής όπου είχαν υπό την ευθύνη τους, ενώ είχαν «μειωμένη εθνική και χριστιανική συνείδηση»87. Ακόμα και Τουρκικά έγγραφα αναφέρουν την καταπίεση και τις αδικίες των Γραμματικών της Πόρτας.  

2.2.4. Οικονομία και εμπόριο 

 Η οικονομία της Κρήτης μετά την κατάληψή της από τους Τούρκους ήταν γεωργική και κτηνοτροφική για τα πρώτα πενήντα χρόνια. Η μείωση του πληθυσμού, οι  σκληρές συνθήκες διαβίωσης, οι εξισλαμισμοί και η εξαντλητική φορολογία δεν ευνοούσαν την ανάπτυξη της Κρητικής οικονομίας88. Ωστόσο σε αυτή την υποτυπώδη μορφή οικονομίας υπήρχε επάρκεια στην παραγωγή των σιτηρών. Σε δημοσιευμένα έγγραφα του Τουρκικού αρχείου Ηρακλείου αναφέρεται «ότι γινόταν από την Κρήτη εξαγωγές σιτηρών και οσπρίων σε πολλές αγορές (Βεγγάζη, Τρίπολη, Ρόδο, Χίο, Εύβοια)»89. Επίσης, στις αλυκές της Σπιναλόγκας παράγεται μεγάλη ποσότητα αλατιού. Αντίθετα οι κτηνοτρόφοι δεν έχουν μεγάλο αριθμό ποιμνίων. Ο 18ος αιώνας ήταν κομβικό σημείο για το εμπόριο διότι αυξάνεται η εμπορική κίνηση κυρίως από γαλλικά πλοία. Την συγκεκριμένη χρονική περίοδο αναπτύσσεται η σαπωνοποιία και οι κάτοικοι του νησιού στρέφουν το ενδιαφέρον τους στην ελαιοκαλλιέργεια, όπου η παραγωγή αυξάνεται θεαματικά τα επόμενα χρόνια. Η καλλιέργεια σιταριού υποχωρεί και πλέον γίνεται εισαγωγή ποσοτήτων σιταριού από την Κωνσταντινούπολη, την Εύβοια και τη Μικρά Ασία για να καλυφθούν οι ανάγκες του νησιού. Παράλληλα, η Κρήτη εξάγει μεγάλες ποσότητες λαδιού στην Μασσαλία και στην Κωνσταντινούπολη. Αναπτύσσεται η σαπωνοποιία, η οποία ήταν η βιομηχανία της εποχής, με πρώτη ύλη το λάδι και γίνονται εξαγωγές στη Γαλλία. Τα πρώτα σαπωνοποιία ιδρύθηκαν στη Κρήτη το 1696 και από την έναρξη της λειτουργίας τους ήταν επικερδείς επιχειρήσεις τις οποίες κατείχαν κυρίως Τούρκοι90.  Η Κρήτη είχε μεγάλη παραγωγή και σε άλλα προϊόντα όπως αμύγδαλα, κάστανα, μέλι, κερί, σταφίδες, μετάξι, κρασί, ρύζι μπαμπάκι λινάρι, αρωματικά και φαρμακευτικά βότανα. Άξια αναφοράς είναι τα κεντήματα και τα κρητικά υφαντά, τα οποία υφαίνονται κυρίως σε γυναικεία μοναστήρια όπως της Παλιανής91.

-34-

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου