10 Ιανουαρίου, 2019

Η ΠΑΙΔΙΚΗ ΧΑΜΕΝΗ ΠΙΣΤΗ - Η ΒΕΡΥΚΟΚΙΑ


Δέν ἀσχολήθηκα ποτέ μέ τόν κῆπο τοῦ σπιτιοῦ μας. Πάντα τόν ἀπολάμβανα βέβαια, μά ἄλλο χέρι τόν σκάλιζε καί τόν ὀμόρφαινε. Καί νά πῶ τήν ἀλήθεια, τί δέντρα ἔχουμε καί ποῦ ἀκριβῶς εἶναι τό καθένα δέν τό ξέρω μέ βεβαιότητα. Μά μέ ἐκείνη τή βερυκοκιά ἔχω μία σχέση διαφορετική:  Ἦταν κάτω ἀπό τό παιδικό μου δωμάτιο καί δίπλα σέ μία κούνια μεγάλη πού εἴχαμε βρεῖ σέ ἕνα σιδεράδικο – ἕτοιμοι νά τήν πετάξουν ἦταν, μά τή μάζεψε καί τήν ἔφτιαξε ὁ πατέρας μου. Τά καλοκαίρια καθόμασταν μέ τούς φίλους μας στήν κούνια –ἤμασταν μικροί καί μᾶς χωροῦσε 5-6 ἄτομα– καί κόβαμε ποῦ καί ποῦ κανένα βερύκοκο. 
Ἔτσι ἤμουν καί λίγο περήφανος γιά τή βερυκοκιά μας πού κερνοῦσε τήν παρέα μου... Μέχρι πού ἄρχισε ξαφνικά νά μαραίνεται –δέ θυμᾶμαι τό λόγο– καί τέλος ξεράθηκε ἐντελῶς. Τήν κόψαμε τότε καί ἀπόμεινε ἕνας μικρός, λεπτός κορμός σέ ἕνα περιποιημένο αὐλάκι  ἄσχημο θέαμα ἀλήθεια. Στενοχωρήθηκα λίγο μέ τούτη τήν ἐξέλιξη, μά σέ λίγο μᾶλλον τήν εἶχα ξεχάσει, μέχρι πού τήν ξαναθυμήθηκα ἀνήμερα τῶν Φώτων. Μοῦ ἄρεσε νά τρέχω ἀπό τούς πρώτους νά παίρνω τόν Ἁγιασμό πού ἔδιναν στήν Ἐκκλησία. Ἄλλωστε μποροῦσα πιό εὔκολα νά χώνομαι ἀνάμεσα στόν πολύ κόσμο πού μαζευόταν μέ τά ποτηράκια. Ἐκείνη τή χρονιά ἀνέλαβα μάλιστα νά «ἁγιάσω» καί τό σπίτι ραντίζοντάς το ἀπό δωμάτιο σέ δωμάτιο. Εἶχα πάρει σοβαρά τό ρόλο μου καί βγῆκα στό μπαλκόνι νά ραντίσω καί τόν κῆπο. Τότε ἦταν πού θυμήθηκα τό δέντρο. Μέ μία βεβαιότητα σάν νά εἶχα βρεῖ τό σίγουρο φάρμακο εὐχήθηκα μέσα μου νά ξαναβγάλει καρπό καί τό ράντισα. Τό ἔκανα ἐντελῶς ἁπλά καί παιδικά, χωρίς καμία ἀμφιβολία, καί ἔτσι δέν δοκίμασα καί μεγάλη ἔκπληξη ὅταν σέ λίγο καιρό ὁ κομμένος κορμός πέταξε ἕνα κλαρί. 
Τό κλαρί σιγά-σιγά χόντρυνε, μεγάλωσε καί σήμερα συνεχίζουμε νά τρῶμε βερύκοκα τό καλοκαίρι, ἀκριβῶς ὅπως πρίν ξεραθεῖ.
 Ἀπό τότε τή βερυκοκιά αὐτή τήν ἔχω ξεχωρίσει ἀνάμεσα στά ὑπόλοιπα τοῦ κήπου. Μοῦ θυμίζει κάτι πού ἔχω χάσει καί θά ἔδινα τά πάντα γιά νά τό ἀποκτήσω ξανά  καί δέν ἀναφέρομαι μονάχα στήν παιδική μου ἡλικία. Ἀναφέρομαι σέ ἐκείνη τή σιγουριά πού εἶχα μέσα μου πώς τό δέντρο θά πετάξει πάλι μετά τό «ράντισμα» μέ τόν ἁγιασμό. 
Δέν ξέρω. Μπορεῖ καί νά ὑπάρχει κάποια γεωπονική ἐξήγηση γιά τό γεγονός, ἀλλά νομίζω δέν ἔχει σημασία. Ἄλλωστε ὅσο μεγαλώνω γυρεύω μία λογική ἐξήγηση γιά τά πάντα. Σήμερα δέν θά μποροῦσα νά κάνω τό ἴδιο χωρίς μία δόση ἀμφιβολίας καί ἀμφισβήτησης. Αὐτήν ὅμως τήν παιδική πίστη πού μέ ἔκανε τότε χαρούμενο, ἀνεξάρτητα ἀπό τό ἀποτέλεσμα, δέν ξέρω ἄν θά τήν ξαναβρῶ ποτέ. Καί ἀπέμεινε μία βερυκοκιά στή μέση τοῦ κήπου νά μοῦ τήν ὑπενθυμίζει...
ΠΡΟΣ ΤΗ ΝΙΚΗ 743

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου