Μιά πράξη τῆς πίστεώς μας πού κατά τήν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀπασχολεῖ καί γίνεται ἀπό τούς περισσότερους ἀπό ἐμᾶς, εἶναι αὐτή τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως. Μέ ἀφορμή τήν κατάσταση αὐτή, θά ἤθελα σήμερα νά ποῦμε λίγα λόγια γιά τήν ἐξομολόγηση. Αὐτό πού θά μᾶς ἀπασχολήσει θά εἶναι τό πῶς ἐμεῖς μποροῦμε νά τήν ἐνεργοῦμε, ἔτσι ὥστε νά γίνεται ὅσο γίνεται ποιό σωστά, ἄρα νά ἀποκομίζουμε καί τό ἀνάλογο ὄφελος.
Νά ποῦμε ἀρχικά πώς τό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, εἶναι ἕνα δῶρο τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς πίστώς μας Κυρίου Ἰησοῦ, πού διά τῆς Ἐκκλησίας Του τό προσφέρει στά πιστά μέλη της. Εἶναι μυστήριο! Δηλαδή ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος διά τοῦ ὁποίου ὁ ἄνθρωπος ἔρχεται σέ ἐπαφή μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί λαμβάνει ἀπό αὐτήν κάτι πού ποθεῖ. Στήν περίπτωσή μας, τή συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν.
Γιά νά μπορέσουμε νά προσεγγίσουμε καλύτερα τό μυστήριο τῆς πράξης αὐτῆς, θά πρέπει νά τό συνδέσουμε μέ ἐμᾶς καί τό μυστήριο τῆς ὑπάρξεως ἑνός ἐκάστου ἡμῶν. Ναί! Λέμε μυστήριο τῆς ὑπάρξεώς μας γιατί εἴμαστε τέτοιο, ἄσχετα ἄν ἐμεῖς δέν τό ὑποψιαζόμαστε. Στήν πείρα καί τήν ἱερά παράδοση τῆς πίστεώς μας, ἡ ἱερά ἐξομολόγηση εἶναι ἄρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν διενέργεια τῆς μετάνοιας. Γι αὐτό ἡ σωστή ὀνομασία εἶναι: Μυστήριο τῆς μετανοίας -ἐξομολογήσεως.
Ἡ ἐξομολόγηση, προϋποθέτει τήν μετάνοια! Ἡ μετάνοια εἶναι καί θά πρέπει νά εἶναι, μία συνεχής διάθεση καί ἐπιδίωξη τοῦ πιστοῦ. Ὁ χριστιανός θά πρέπει καθημερινά νά μετανοεῖ, δηλαδή νά ἔχει τή συναίσθηση αὐτοῦ πού εἶναι καί τό πῶς αὐτό ὑπάρχει ἀπέναντι στό λόγο καί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά μπορεῖ νά καταλαβαίνει, ἄν ἡ βιοτή του ἐπαληθεύει τήν πίστη πού λέει ὅτι ἔχει. Ἄν τελικά ὡς ἄνθρωπος συντάσεται μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί ἄρα ἔχει κοινωνία μέ τό Θεό. Ἕνα πράγμα σάν τό γάμο. Ἄν εἶναι πιστός καί δέν ἀπατᾶ αὐτόν πού λέει πώς ἀγαπᾶ. Στήν περίπτωσή μας, τό Θεό.
Ἡ μετάνοια δέν εἶναι τό ἴδιο μέ τήν μεταμέλεια. Ἡ μεταμέλεια εἶναι ἡ ἀναγνώριση καί ἡ παραδοχή κάποιου σφάλματος, ἑνός ἁμαρτήματος. Ἡ μεταμέλεια, εἶναι αὐτό πού λέμε «τό μετάνοιωσα». Δέν εἶναι ἀσήμαντο. Εἶναι κάτι καλό. Δέν εἶναι ὅμως καί τό δέον. Τό σωστό καί ὁλοκληρωμένο εἶναι ἡ μετάνοια. Ὁ ἀγώνας δηλαδή πού πρέπει πλέον νά κάνει ὁ πιστός, γιά νά μήν ξανακάνει τό ἴδιο ἁμάρτημα. Ἔτσι καταλαβαίνουμε πώς ἡ μεταμέλεια (τό μετάνοιωμα) εἶναι ἡ ἀρχή. Ἡ συνέχεια καί ὁλοκλήρωση γίνεται ἀπό τή διενέργεια τῆς μετάνοιας. Ἐμεῖς κατά τό πλεῖστον εἴμαστε στή μεταμέλεια.
Κάτι τώρα πού ὑπάρχει βαθιά μέσα μας, στό ἀσυνείδητο μας, δέν μᾶς ἀφήνει νά νοιώσουμε τήν ἀναγκαία συντριβή, ἡ ὁποία θά φέρει καί τήν ἀρχή τοῦ αἰσθήματος τῆς μετανοίας. Ὑπάρχει βαθιά μέσα μας κάτι, ναρκισισμός λέγεται στήν ψυχολογία, ἐγωϊσμός καί φιλαυτία λέγεται στή γλῶσσα τῆς πίστεώς μας. Γι αὐτόν τόν παράξενο καί μυστήριο λόγο, ὅλοι μας ἀντιδροῦμε καί ἐναντιωνόμαστε ἀκόμη, ὅταν κάποιος μᾶς ὑποδεικνύει ἕνα λάθος μας. Παρόλο πού μπορεῖ ἤδη νά ἔχουμε σκεφτεῖ ὅτι κάπου φταίξαμε, ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα τῆς ἀναδείξεώς του, δέν τό ἀποδεχόμαστε ἀπλά καί ἄμμεσα. Κι αὐτό ξέρετε εἶναι πανάρχαιο. Ἀρχίζει ἀπό τούς πρωτοπλάστους. «Γιατί Ἀδᾶμ ἔφαγες τὀν ἀπαγορευμένο καρπό; Ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες μέ παρέσυρε! Γιατί Εὔα ἔφαγες καί παρέσυρες καί τόν Ἀδᾶμ; Τό φίδι μέ ξεγέλασε!» Κανείς δέν ἀναλαμβάνει τήν εὐθύνη γιά ὅ,τι ἔκανε καί ψάχνει δικαιολογία γιά νά ἀθωώσει τόν ἐαυτό του. Κανείς δέν μετανοεῖ!
Αὐτή λοιπόν ἡ κατάσταση μέσα μας δέν ἐπιτρέπει νά ἐνεργηθεῖ ἡ μετάνοια. Ἀφοῦ ὅμως δέν γίνεται αὐτό, τότε καί ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ἀποκτήσει τή σχετική καί ἀπαραίτητη τελικά πνευματικότητα. Ἔτσι ἡ πίστη του δέν εἶναι κάτι πραγματικά βαθύ καί πνευματικό, ἀλλά περισσότερο μιά θρησκευτικότητα. Βαθιά πολλές φορές καί μιά ἀναγνώριση κάποιων διατάξεων καί ἐθίμων τῆς θρησκείας συνδεόμενα ὁπωσδήποτε καί μέ τήν ἱστορία καί τήν παράδοση τῆς χώρας μας. Χωρίς ὅμως τελικά νά συμβαίνει ἡ ἀπαραίτητη καλιέργεια, τῶν βαθύτερων αἰσθημάτων ὥστε νά ἀποκτήσει ἡ θρησκευτικότητα καί τήν ἀπαραίτητη πνευματικότητα. Νά γίνει πίστη. Ζωντανή σχέση δηλαδή καί γνωριμία δύο προσώπων, τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου. Πνευματικός γάμος πού ἔγινε ἀπό τόν ἐλεύθερο ἔρωτα τῶν δύο καί ὄχι ἀπο συνοικέσιο.
Κατ’αὐτή τή διαδικασία καί λόγω κάποιας ἐορταστικῆς περιόδου, σάν αὐτήν πού διερχόμαστε, γιά νά κοινωνήσω καλό θά εἶναι νά κάνω καί μιά ἐξομολόγηση. Ὁπότε, θά πάω σέ ἕνα ἐξομολόγο νά ἐξομολογηθῶ ἤ ἀπλά ὅπως λέμε νά πάρω μιά εὐχή γιά νά κοινωνήσω. Πάω λοιπόν σέ κάποιον, πολλές φορές σέ διαφορετικό (ὄχι καλό αὐτό τελικά) καί ζητάω τήν εὐχή του, χωρίς νά ἔχω νά πῶ τίποτε! Δηλαδή πάω νά βγάλω ἀπό μέσα μου ἔξω καί νά ὀμολογήσω σφάλματα καί τίς ἀστοχίες μου ἀπέναντι στό Θεό καί τήν ἀγάπη Του καί δέν ἔχω νά πῶ τίποτε,(Ἐξομολόγηση=ἐξάγω καί ὁμολογῶ αὐτά πού κρύβω μέσα μου).
Ἀπλά δηλώνω ὅτι εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀλλά καί δέν ἔχω νά πῶ τίποτε περισότερο γι αὐτό, οὔτε μπορῶ νά τό προσδιορίσω, νά γίνω συγκεκριμένος. «Ἦλθα πάτερ ἐδῶ γιατί μετανοιώνω, γι αυτό, γιά τό ἄλλο γιά τό παρ’ἄλλο, πού ἔκανα, πού εἶπα, πού σκέφτηκα, πού ἐπεθύμησα, πού περιεργάστηκα, πού ἀσχολήθηκα, πού κατέκρινα...» Κι ὅλα αὐτά νά τά ἐξαγορεύσω καί νά τά ὁμολογήσω, ἐλεύθερα κι ἀπό μόνος μου. Γιατί τελικά ἡ ἐξομολόγηση εἶναι μιά πράξη ἐλευθερίας. Μιᾶς παράξενης ἐλευθερίας πού δημιουργεῖται, ὅταν ἐνεργεῖ μέσα μας τό σωστό αἴσθημα τῆς μετανοίας. Δέν μποροῦμε νά ἐξομολογηθοῦμε σωστά, γιατί στήν πραγματικότητα εἴμαστε φυλακισμένοι ἀπό τό ἄρρωστο ἐγώ μας καί συνεχῶς δικαιολογούμαστε καί αὐτοδικαιονόμαστε.
Μιά δικαιολογία ὅμως γιά τήν ἀδυναμία μας αὐτή, εἶναι τό ὅτι δέν ἔχουμε σωστή γνώση καί ἀντίληψη γιά τό τί εἶναι ἁμαρτία. Κατά κανόνα, γιά τούς περισσότερους ἁμαρτία εἶναι ὅποιο παράπτωμα ἀπορρέει ἀπό τίς δέκα ἐντολές. Δηλαδή διάπραξη συγκεκριμένων σφαλμάτων, τό πολύ δέκα τόν ἀριθμό, ὅσες καί οἱ ἐντολές. Ὅ,τιδήποτε δέν περιλαμβάνεται σέ αὐτές δέν ἀναγνωρίζεται ὡς ἁμαρτία. Ἐντάσεται ἀπό ἐμᾶς στή γενική καί ἀφηρημένη ἁμαρτωλότητα ὅλων. Ὅμως αὐτό δέν εἶναι σωστό.
Ἀπό τήν ἄλλη ὅλοι μας κατά κανόνα ξέρουμε πώς ἀναμάρτητος εἶναι μόνο ὁ Θεός. Τί γίνεται λοιπόν; Πάω νά πλυθῶ, ἐνῶ εἶμαι καθαρός; Ταπεινή μου γνώμη εἶναι πώς ξέρουμε ὅτι δέν εἴμαστε καθαροί, γι αὐτό καί φτάνουμε ὡς τό ἐξομολογητήριο. Κάτι μέσα μας μᾶς λέει πώς κάτι πρέπει νά κάνουμε γι αὐτό! Ἀλλά θάβοντας τήν εὐθύνη μας, μέσα στήν εὐθύνη τῶν πολλῶν (ὅλοι ἁμαρτωλοί εἴμαστε), θέλουμε ἕνα ὑπνωτικό γιά τή συνείδησή μας (τήν εὐχή χωρίς ἐξομολόγηση), καί ἔτσι νά κάνουμε γιά ἄλλη μιά φορά τό θρησκευτικό μας καθήκον, χωρίς νά ἔχουμε κάνει αὐτό πού πρέπει.
Τί εἶναι ὅμως ἁμαρτία; Θεολογικά δέν εἶναι τόσο ἀπλό νά δώσουμε ἕνα ὁρισμό. Ἡ ἁμαρτία ἀρχίζει ἀπό τή στιγμή πού ἡ πυξίδα τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, τόν προσανατολίζει σέ ὅ,τι δήποτε ἄλλο ἐκτός ἀπό τό Θεό. Ἀλλά αὐτό εἶναι πολύ γενικό καί θεωρητικό. Γι αὐτό ἄς γίνουμε πιό συγκεκριμένοι καί πρακτικοί. Μποροῦμε λοιπόν μέ βάση τήν ἐμπειρία τῶν νηπτικῶν πατέρων τῆς πίστεώς μας, νά ποῦμε πώς ἁμαρτία εἶναι κάθε συγκατάθεση τοῦ νοῦ στήν σκέψη.
Δηλαδή. Τό μυαλό εἶναι ἕνα ἐργαστήριο πού δουλεύει ἀσταμάτητα. Ἡ ἐργασία του αὐτή, ἔχει ἄμμεση σχέση καί ἐξάρτηση μέ τήν καρδιά, τά αἰσθήματα καί τίς ἐπιθυμίες της. Στό ἐργαστήριο αὐτό μπαίνουν διάφορα ὑλικά (σκέψεις), ἄλλα ὡφέλιμα καί ἄλλα ἐπιβλαβή. Δουλειά τοῦ μυαλοῦ εἶναι νά διώξει ἄμμεσα τά βλαβερά καί ἐπικίνδυνα γιατί τά παράγωγά τους θά εἶναι βλαβερά γιά τόν ἄνθρωπο. Ἄν ὅμως αὐτά εἶναι ἐλκυστικά στά αἰσθήματα καί τίς ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς, τότε τό μυαλό τά κρατᾶ, προχωρᾶ στήν ἐπεξεργασία τους, ἡ ὁποία εἶναι καί ἀρεστή καί ἔτσι στοιχειοθετεῖται ἡ ἁμαρτία.
Ἀκόμα πιό ἀπλά. Ἄν ἐγώ τώρα ἐπί παραδείγματι, ὡς φιλοχρήματος, σκεφθῶ πώς τό παγκάρι εἶναι γεμάτο καί δέν διώξω ἄμμεσα τήν σκέψη αὐτή, ἀλλά προχωρήσω μέ τό μυαλό μου γιά τό πῶς μποροῦν αὐτά τά χρήματα νά γίνουν δικά μου, τότε εἶναι σάν νά τό ἔκανα καί στήν πράξη, ἄρα ἁμάρτησα, ἄρα πρέπει νά μετανοιώσω γι αὐτό καί νά τό ἐξομολογηθῶ.
Γι αὐτό τό μηχανισμό τῆς ἁμαρτίας βέβαια, μᾶς ἔχει μιλήσει καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μας καί εἶναι καταγεγραμμένο στήν «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία Του». Λέει συγκεκριμένα: «Ξέρετε πώς ἔχει εἰπωθεῖ στούς προγόνους σας νά μή μοιχεύσεις. Ἐγώ ὄμως σᾶς διαβεβαιώνω πώς καί μόνο πού μέ τό μυαλό σου περιεργάστηκες ἁμαρτωλά μιά γυναίκα πού δέν εἶναι δικιά σου, ἔχεις ἤδη μοιχεύσει μέσα σου». Τώρα, εἶναι πολλοί πού ὅπως λένε διαβάζουν τήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά ὅλως παραδόξως ὅταν πᾶνε νά ἐξομολογηθοῦν, δέν ἔχουν τίποτε νά ποῦν!
Καταλαβαίνουμε νομίζω πώς μέ τό μυαλό μας μυστικά, νοερά καί κρυφά, μποροῦμε νά εἴμαστε ἀπό λίγο ἔως πολύ ἀμαρτωλοί. Αὐτό ὄμως δείχνει καί κάτι ἄλλο πολύ σημαντικό. Τήν κατάσταση καί τήν ποιότητα τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, τοῦ ἔσω-κρυφοῦ ἀνθρώπου ὅπως χαρακτηρίζεται ἀπό τή γλώσσα τῆς πίστεώς μας. Τήν κατάσταση πού θά βρεῖ ὁ Χριστός, ὅταν μπεῖ μέσα μας διά τής θείας μεταλήψεως. Δέν θά ἔπρεπε λοιπόν ἔστω καί πρόσκαιρα νά τόν τακτοποιήσω-καθαρίσω διά τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, ἔτσι ὥστε νά ὑποδεχθῶ σωστά τό Χριστό; Μά θά πεῖ κάποιος, τί νά τό κάνω, ἀφοῦ πάλι μπορεῖ νά κάνω τά ἴδια! Μιά ζωή ἁμαρτωλοί θά εἴμαστε καί τελικά ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη καί μᾶς δέχεται μέ τίς ἁμαρτίες μας.
Δέ διαφωνῶ οὔτε γιά τήν ἀδυναμία μας οὔτε γιά τήν ἀτέλειωτη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ἐγώ τελικά πῶς θά δείξω καί στό Θεό ἀλλά καί σέ ἐμένα, πόσο τά ἐκτιμῶ ὅλα αὐτά καί κυρίως αὐτή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πόσο τήν καταλαβαίνω πραγματικά καί τήν ἀξιολογῶ. Καί ἄν τό κάνω, πῶς τελικά ἀποδεικνύω ὅτι τήν τιμῶ, τή σέβομαι, τήν ἔχω σέ μέγιστη περιοπή καί προσπαθῶ σέ κάθε περίπτωση νά φανῶ ὅτι τῆς ἀξίζω. Μόνο μέ τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καί τῆς ἀναξιότητας μου γι αὐτήν τήν ἀγάπη, ἡ ὁποία συναίσθηση θά μέ ὁδηγεῖ πρός διενέργεια τῆς μετανοίας ὡς τρόπου ζωῆς καί ἡ ὁποία συχνά θά μέ στέλνει στό πετραχήλι ἑνός καί μόνο πνευματικοῦ, γιά νά ἐκφράζεται ὡς πράξη ἡ μετάνοια μου διά τῆς ἐξομολογήσεως πού κάθε φορά θά κάνω. Ἀκόμα καί γιά τά ἴδια ἁμαρτήματα.
Γιατί νά ξέρετε πώς ἡ πραγματική μετάνοια, εἶναι δύναμη καί χάρη Θεοῦ, ἡ ὁποία κάνει τόν ἄνθρωπο πραγματικά ταπεινό καί βγάζει ἀπό μέσα του κάθε του κάθε ντροπή (τέχνασμα τοῦ πονηροῦ), τόν ἀπελευθερώνει καί τόν ὁδηγεῖ στήν ἐξομολόγηση. Καί νά θυμόμαστε πάντα. Ἡ μετάνοια εἶναι αὐτό πού κάνει ὡφέλιμη τήν ἐξομολόγηση καί ὅταν αὐτό γίνει μιά φορά σωστά, τότε ὁ πιστός εἶναι πάντα σέ ἐξομολόγηση, δηλαδή ζεῖ στήν καθημερινότητά του ὡς ἐν συνεχή ἐξομολόγηση, ἀπλά κάποια στιγμή θά πάει καί στόν πνευματικό γιά νά κάνει πράξη, τήν πνευματική αὐτή ἐσωτερική διεργασία του πού γίνεται μέ τή συνεργασία τῶν δύο ὀργάνων. Τοῦ μυαλοῦ καί τῆς καρδιᾶς. Δηλαδή τῆς συνειδήσεως.
Τό θέμα τῆς σημερινῆς συνάντησής μας, τό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, δέν εἶναι τόσο ἀπλό καί εὔκολο γιά νά ἀναλυθεῖ καί νά τελειώσει σέ μία ὁμιλία. Εἶναι βαθύ, πολύπλοκο καί πολυδιάστατο, ὅσο καί ὅπως ἀκριβῶς εἶναι καί τό μυστήριο τῆς ὑπάρξεως ἐκάστου ἡμῶν. Προσπαθήσαμε ὅσο μπορούσαμε πιό ἀπλά καί πρακτικά νά δείξουμε καί νά ἐξηγήσουμε μία πτυχή του, αὐτῆς τοῦ τρόπου πού μπορεῖ νά γίνει σωστότερα, ἄρα καί ὡφελιμότερα. Μακάρι νά ἔγινε κατανοητό καί ἀπό έκεῖ καί μετά ἡ Θεία χάρις νά μιλήσει στίς καρδιές μας, ἔτσι ὥστε νά τό διενεργοῦμε μέ τόν σωστό τρόπο γιά νά ἀποβαίνει τελικά καί σωτήριο γιά τίς ζωές μας.
π Φιλιππος Μπεναζης ΙΝ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΔΡΑΜΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου