04 Ιουνίου, 2019

ΑΤΕΝΙΖΟΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ !


Ἀλλά, ὅταν ξανάρθει, θὰ Τὸν συναντήσετε καὶ πάλι, καὶ θὰ εἶστε πάντοτε μαζί του.
Ηταν συγκλονιστικὴ ἡ ὥρα τοῦ ἀποχωρισμοῦ. Ὁ Κύριος στὸ ὄρος τῶν ἐλαιῶν, ἀφοῦ εἶχε δώσει τὶς  ­ τελευταῖες του ὑποθῆκες στοὺς 
ἀγαπη­μένους του μαθητές, κι ἐνῶ ἐκεῖνοι τὸν ἔβλεπαν, ἄρχισε νὰ ὑψώνεται πρὸς τὸν οὐρανό. Καθὼς ἀνέβαινε, οἱ μα­θητὲς ἐκστατικοὶ εἶχαν καρφωμένα τὰ βλέμματά τους πάνω του· «ἀτενίζον­τες ἦσαν εἰς τὸν οὐρανὸν πορευομέ­νου αὐτοῦ» (Πράξ. α΄ 9­10). Μὲ βλέμ­μα προσεκτικὸ παρατηροῦσαν τὸν Κύ­ριο ποὺ ἀνέβαινε στὸν οὐρανό, ὥσπου σὲ λίγο χάθηκε ἀπὸ τὰ μάτια τους. Οἱ μαθητὲς δὲν μποροῦσαν πλέον νὰ δοῦν τὸ τέλος αὐτῆς τῆς ἀνόδου. Κα­τανοοῦσαν ὅτι δὲν μποροῦσαν πλέον νὰ δοῦν αὐτὸν ποὺ τόσο ἀγάπησαν, αὐτὸν ποὺ τόσο τοὺς ἀγάπησε, τὸν θη­σαυρό τους, τὴ ζωή τους. Κι ἐπειδὴ σ’ Αὐτὸν εἶχαν δώσει ὅλη τους τὴν ἀγά­πη, σ’ Αὐτὸν εἶχαν καὶ τώρα στραμμένο τὸ βλέμμα τους καὶ τὴν καρδιά τους. Κι ἔμεναν ἀκίνητοι νὰ παρατηροῦν μὲ πόθο καὶ βλέμμα ἀμήχανο. Ὥσπου κάποια στιγμὴ δύο ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ τοὺς διέκοψαν λέγοντας: Ὁ Κύριος θὰ ξανάρθει, θὰ τὸν ξαναδεῖτε. Ἐκεῖ ποὺ πάει, ἐσεῖς τώρα δὲν μπορεῖτε νὰ Τὸν ἀκολουθήσετε. Ἀλλά, ὅταν ξανάρθει, θὰ Τὸν συναντήσετε καὶ πάλι, καὶ θὰ εἶστε πάντοτε μαζί του. Πόση παρηγοριὰ καὶ χαρὰ κι ἐλπί­δα μετάγγισαν τὰ λόγια αὐτὰ τῶν ἀγγέ­λων στὶς ψυχὲς τῶν μαθητῶν! Ἀλλὰ καὶ πόση μεταδίδουν στὶς καρδιὲς ὅλων μας, ὅλων τῶν πιστῶν κάθε ἐποχῆς! Διότι κι ἐμεῖς ὅσο ζοῦμε στὴ ζωὴ αὐτὴ «ἐκδημοῦμεν ἀπὸ τοῦ Κυρίου», εἴμαστε ξενιτεμένοι ἀπὸ τὸν Κύριο (βλ. Β΄ Κορ. ε΄ 6). Ὄχι ἐπειδὴ εἴμαστε χωρισμένοι ἀπὸ Αὐτόν, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν Τὸν βλέ­πουμε μὲ τὰ μάτια τοῦ σώματος. «Διὰ πίστεως γὰρ περιπατοῦμεν, οὐ διὰ εἴ­δους» (Β΄ Κορ. ε΄ 6­7). Πορευόμαστε τὸ δρόμο τῆς ζωῆς μας μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως, χωρὶς νὰ μποροῦμε νὰ Τὸν δοῦμε. Τὸν αἰσθανόμαστε βέβαια ἀο­ράτως δίπλα μας, μέσα μας, ἀλλὰ νὰ Τὸν δοῦμε μὲ τὰ σωματικά μας μάτια δὲν μποροῦμε. Τὸν αἰσθανόμαστε 
μὲ τὰ μάτια τῆς πίστεως.Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ ἅγιοι ζοῦσαν μὲ τὴν προσδοκία τῆς αἰώνιας ζωῆς· ζοῦσαν μὲ τὸν πόθο νὰ φύγουν ἀπὸ αὐτὴ τὴ ζωή, γιὰ νὰ συναντήσουν τὸν Κύριο. Λαχταροῦσαν νὰ πᾶνε μόνιμα κοντά του. Νά γιατί κι ἐμεῖς πρέπει νὰ ἔχουμε τέτοιους οὐράνιους πόθους. Ὅσο τὸ φῶς τῆς πίστεως φωτίζει τὴν ψυχή μας, τόσο καὶ οἱ καρδιές μας νὰ ἑλκύονται περισσότερο ἀπὸ τὰ ἀόρατα, ἀπὸ τὰ μὴ βλεπόμενα, ἀπὸ τὰ οὐράνια καὶ θεϊκά. Ὁ πόθος τῆς θέας τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ μεγαλύτερος πόθος τοῦ ἀνθρώπου. Ἕ­νας πόθος ποὺ τὸν φύτεψε μέσα μας ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Αὐτὸν τὸν ἱερὸ πόθο ἐξέφρασε πολὺ χαρακτηριστικὰ ὁ θεό­πτης Μωυσῆς ὅταν ἔλεγε στὸν Θεό: «Ἐμφάνισόν μοι σεαυτὸν γνωστῶς, ἵνα ἴδω σε» (Ἐξ. λγ΄ 13)· φανέρωσέ μου τὸ πρόσωπό σου αἰσθητὰ γιὰ νὰ Σὲ δῶ. Ἀλλὰ καὶ ὁ ἀπόστολος Πέτρος γράφει στοὺς πιστούς: Ὑποφέρετε τώρα πει­ρασμοὺς γιὰ νὰ δοξασθεῖτε ὅταν φα­νερωθεῖ ὁ Χριστός, «ὃν οὐκ εἰδότες ἀγαπᾶτε, εἰς ὃν ἄρτι μὴ ὁρῶντες, πι­στεύοντες δὲ ἀγαλλιᾶσθε χαρᾷ 
ἀνεκ­λαλήτῳ καὶ δεδοξασμένῃ» (Α΄ Πέτρ. α΄ 8)· αὐτὸν τὸν Χριστὸ Τὸν ἀγαπᾶτε, ἂν καὶ δὲν Τὸν ἔχετε γνωρίσει προσωπικὰ καὶ δὲν Τὸν εἴχατε δεῖ ὅταν ζοῦσε ὡς ἄνθρωπος στὸν κόσμο αὐτό. Κι ἐπειδὴ πιστεύετε σ’ Αὐτόν, παρόλο ποὺ δὲν Τὸν βλέπετε τώρα μὲ τὰ σωματικά σας μάτια, θὰ πλημμυρίσετε μὲ ἀγαλλία­ση στὸ μέλλον ἀπολαμβάνοντας χαρὰ ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ περιγράψει στόμα ἀνθρώπου, μιὰ χαρὰ γεμάτη δόξα. Αὐτὰ τὰ αἰσθήματα εἶχαν ἀμέτρητα ἑκατομμύρια πιστῶν ποὺ ἀγάπησαν τὸν Κύριο περισσότερο ἀπ’ ὁτιδήποτε ἄλλο καὶ προτίμησαν σκληρὰ μαρτύρια καὶ θάνατο, γιὰ νὰ μὴν Τὸν στερηθοῦν ποτέ, γιὰ νὰ ζοῦν αἰωνίως κοντά του. Γιατὶ καταλάβαιναν ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν γι’ αὐτούς, εἶναι ἡ ἀγάπη τους καὶ τὸ νόημα τῆς ζωῆς τους. Ἀλλὰ κι ἐμεῖς οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοὶ πόσο θὰ θέλαμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὴ θεϊκή του ὡραιότητα, τὴν ἀνυπέρβλη­τη τελειότητά του. Κι ἂν χωρὶς νὰ Τὸν ἔχουμε δεῖ μὲ τὰ μάτια μας, Τὸν ἀγα­ποῦμε, πόση ἀγάπη καὶ χαρὰ ἄραγε θὰ νιώσουμε ὅταν θὰ Τὸν δοῦμε μέσα στὴ θεϊκή του δόξα! Αὐτὴ ἄλλωστε ἦταν καὶ μία ἀπὸ τὶς τελευταῖες ἐπιθυμίες τοῦ Κυρίου μας, ὅπως τὴν ἐξέφρασε στὸν οὐράνιο Πα­τέρα του μετὰ τὸ Μυστικὸ Δεῖπνο: Πα­τέρα μου, αὐτοὶ ποὺ μοῦ ἔχεις δώσει θέλω νὰ εἶναι μαζί μου, «ἵνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμήν», γιὰ νὰ βλέπουν καὶ νὰ ἀπολαμβάνουν τὴ δόξα τοῦ προσώπου μου (Ἰω. ιζ΄ 24). Κι ἐμεῖς αὐτὸ νὰ θέλουμε. Αὐτὸ τὸ μο­ναδικὸ καὶ ὑπέροχο πρόσωπο τοῦ Κυ­ρίου νὰ δοῦμε. Νὰ Τὸν ἀτενίζουμε αἰ­ωνίως «πρόσωπον πρὸς πρόσωπον» στὴ Βασιλεία του.Ο ΣΩΤΗΡ2045

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου