17 Μαΐου, 2020

Οἱ ἐχθροί μας, ὅταν ἐμεῖς εἴμαστε λαος τοῦ Θεοῦ, γινονται ἀνόητοι.

Η ἁμαρτία πάντα αὐτὸ κάνει. Σκοτίζει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν ξέρει  ποιὸ εἶναι τὸ συμφέρον του.  
Ολόκληρη στρατιὰ γιὰ νὰ συλλάβει 
ἕναν ἄνθρωπο! Ἱππικὸ καὶ ἅρμα-
τα πολεμικὰ καὶ «δύναμις βαρεῖα», 
ἰσχυρὴ δύναμη πεζικοῦ. Ὅλα αὐτὰ ἐστά-
λησαν, μᾶς πληροφορεῖ ἡ Ἁγία Γραφή 
(Δ΄ Βασ. ς΄), ἀπὸ τὸν βασιλιὰ τῆς Συρί-
ας ἐναντίον τοῦ προφήτη Ἐλισαίου, μὲ 
τὴν  ρητὴ ἐντολὴ νὰ τὸν συλλάβουν...
Βρισκόταν σὲ πόλεμο ὁ εἰδωλολατρι-
κὸς λαὸς τῶν Σύρων μὲ τὸν   ἰσραηλιτικὸ 
λαό. Οἱ Σύροι μὲ ἀνταρτικὲς ὁμάδες 
προσπαθοῦσαν νὰ παρενοχλοῦν τοὺς 
Ἰσραηλίτες καὶ νὰ τοὺς φθείρουν, προ-
ξενώντας τους ἀπώλειες σὲ ἔμψυχο ὑλι-
κό. Τότε ἦταν ποὺ ὁ προφήτης, γεμάτος 
ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ἀπεκάλυπτε 
στὸ βασιλιὰ τοῦ Ἰσραὴλ Ἰωρὰμ τὰ σχέ-
δια τοῦ Σύρου βασιλιᾶ, ὁ ὁποῖος συγ-
καλοῦσε μυστικὰ συμβούλια τῶν ἀξι-
ωματικῶν του καὶ συζητοῦσε μαζί τους 
γιὰ τοὺς τόπους ὅπου θὰ ἔστηναν ἐνέ-
δρα ἐναντίον τοῦ ἰσραηλιτικοῦ στρατοῦ. 
Προτοῦ ὅμως θέσουν σὲ ἐφαρμογὴ τὰ 
σχέδιά τους αὐτά, οἱ τόποι ἤδη εἶχαν κα-
ταληφθεῖ ἀπὸ δυνάμεις ἰσραηλιτικές, μὲ 
ἀποτέλεσμα νὰ μένουν ἀτελέσφορα.
–Ποιός, ἐπιτέλους, προδίδει τὰ σχέδιά 
μου στὸ βασιλιὰ τοῦ Ἰσραήλ; εἶχε φωνά-
ξει τότε ὁ Σύρος βασιλιάς.
Καὶ κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀξιωματικούς 
του τοῦ ἀπάντησε πὼς κανεὶς ἀπὸ τοὺς 
δικούς του, ἀλλὰ ὁ προφήτης Ἐλισαῖος, 
ὁ Ἰσραηλίτης, αὐτὸς ἀπεκάλυπτε τὰ σχέ-
διά του στὸν Ἰωράμ.
–Καὶ ποῦ βρίσκεται αὐτὸς ποὺ λέτε, νὰ 
στείλω νὰ τὸν συλλάβουν; ξαναρώτησε 
ὁ βασιλιάς.
–Στὴ Δωθαΐμ, τοῦ ἀπάντησαν.
Τότε ἦταν ποὺ ἔστειλε τὴ στρατιὰ γιὰ 
νὰ συλλάβει τὸν προφήτη τοῦ Θεοῦ. Καὶ 
ἔφτασε ὅλη αὐτὴ ἡ στρατιωτικὴ δύναμη 
καὶ περικύκλωσε τὴ Δωθαῒμ τὴ νύχτα. 
Ἔτσι, ποὺ ὅταν τὴν ἄλλη μέρα νωρὶς τὸ 
πρωὶ ὁ ὑποτακτικὸς τοῦ Ἐλισαίου βγῆκε   
ἀπὸ τὸ σπίτι, τά ’χασε.
–Χαθήκαμε, φώναξε. Κύριέ μου Ἐλι-
σαῖε, εἴμαστε περικυκλωμένοι. Τί θὰ κά-
νουμε τώρα;
Ἀλλὰ ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ καθόλου 
δὲν ἀνησύχησε. 
–Μὴ φοβᾶσαι, τοῦ εἶπε. Αὐτοὶ ποὺ εἶ-
ναι μὲ τὸ μέρος μας εἶναι περισσότεροι 
ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς μας.
Καὶ σήκωσε μάτια καὶ νοῦ ὁ Ἐλισαῖος 
καὶ προσευχήθηκε στὸ Θεὸ νὰ ἀποκαλύ-
ψει στὸν ὑποτακτικό του τὴν προστασία 
του. «Κύριε, διάνοιξον δὴ τοὺς ὀφθαλ-
μοὺς τοῦ παιδαρίου καὶ ἰδέτω» (Δ΄ Βασ. 
ς΄ 17). Ἄνοιξαν τότε τὰ πνευματικὰ μάτια 
τοῦ διακόνου τοῦ προφήτη καὶ εἶδε γύρω 
τους γεμάτο τὸ ὄρος ἀπὸ ἅρματα πύρι-
να – ἀγγελικὲς δυνάμεις σταλμένες ἀπὸ 
τὸν Θεὸ πρὸς ὑπεράσπισή τους.
Ἀλλὰ ὁ προφήτης τοῦ Θεοῦ δὲν ἔμει-
νε μέχρις ἐδῶ. Πλήρης Πνεύματος καὶ 
δυνάμεως Θεοῦ θέλησε νὰ δώσει δυ-
νατὸ μάθημα στοὺς ἐχθρούς του. Ἀφοῦ 
πρῶτα προσευχήθηκε στὸν Κύριο νὰ 
τοὺς ρίξει σκοτάδι στὸ νοῦ, ὥστε νὰ μὴν 
καταλαβαίνουν, παρουσιάστηκε μπρο-
στά τους.
–Δὲν πᾶτε καλά, τοὺς εἶπε. Ἐλᾶτε πίσω 
μου, κι ἐγὼ θὰ σᾶς ὁδηγήσω. Ἀκολου-
θῆστε με!
Πῆραν νὰ τὸν ἀκολουθοῦν,   ὁλόκληρος 
στρατός, ὑποταγμένοι πλήρως, σὰν πρό-
βατα στὸν τσοπάνη τους. Καὶ μὲ χαρὰ 
μάλιστα πὼς πᾶνε νὰ συλλάβουν τὸν 
Ἐλισαῖο. Κι οὔτε ποὺ τοὺς περνοῦσε ἀπ’ 
τὸν νοῦ πὼς αὐτὸς ποὺ τοὺς ὁδηγοῦσε, 
αὐτὸς ἦταν ποὺ εἶχαν κινήσει νὰ συλ-
λάβουν. Κι ὁ προφήτης Ἐλισαῖος ἔσερ-
νε τώρα πίσω του ἀναρίθμητο στράτευ-
μα, αἰχμαλωτισμένους, θά ’λεγε κανείς, 
ἀπὸ τὸν ἴδιο, αὐτὸν ποὺ ἤθελαν ἐκεῖνοι 
νὰ αἰχμαλωτίσουν!... Τί διαπόμπευση 
πραγματικά!
Περπάτησαν, περπάτησαν... Γύρω 
στὶς 4-5 ὧρες περπατοῦσαν. Καὶ ποῦ 
τοὺς πήγαινε ὁ προφήτης, ὅλους χαρού-
μενους; Στὴν πρωτεύουσα τοῦ Ἰσραήλ, 
τὴ Σαμάρεια. Ἐκεῖ ποὺ ἦταν συγκεντρω-
μένες οἱ μεγάλες στρατιωτικὲς δυνάμεις 
τοῦ βασιλιᾶ κι ὁ βασιλιὰς ὁ ἴδιος.
Ἔφτασαν κάποτε στὴν πόλη καὶ τότε ὁ 
προφήτης προσευχήθηκε: «Κύριε, ἄνοι-
ξε τώρα τὰ μάτια τους». Καὶ ἄνοιξαν τὰ 
μάτια τους καὶ κατάλαβαν ποῦ βρίσκον-
ταν: περικυκλωμένοι ἀπὸ τὸ στρατὸ τοῦ 
Ἰωράμ! Αἰχμάλωτοι στὰ χέρια του! Τί θά 
’παθαν οἱ φτωχοὶ οἱ στρατιῶτες!...
–Νὰ τοὺς σκοτώσω, πάτερ Ἐλισαῖε; 
τὸν ρώτησε μὲ σπουδὴ ὁ βασιλιάς.
–Νὰ μὴν τοὺς σκοτώσεις, βασιλιά. Δὲν 
τοὺς συλλάβαμε στὸν πόλεμο. Δὲν κά-
νει νὰ τοὺς σκοτώσεις. Θὰ σοῦ πῶ ἐγὼ 
τί θὰ τοὺς κάνεις. Θὰ τοὺς πᾶς νὰ τοὺς 
παραθέσεις τραπέζι ἀρχοντικό, πλού-
σιο, βασιλικό. Νὰ φᾶν, νὰ πιοῦν, νὰ χορ-
τάσουν. Κι ἔτσι, χορτασμένους, θὰ τοὺς 
στείλεις πίσω στὸ βασιλιά τους. 
Ἔτσι κι ἔγινε. Χορτασμένοι καὶ καταν-
τροπιασμένοι γύρισαν πίσω στὸ   βασιλιά 
τους. Νὰ τοὺς δεῖ καὶ νὰ ντραπεῖ κι αὐ-
τός. Νὰ καταλάβει ὅτι ἕνας ἄνθρωπος 
μπορεῖ μόνος του νὰ κατατροπώσει χι-
λιάδες. Ὅταν ἔχει τὴ χάρη καὶ τὴν προ-
στασία τοῦ Θεοῦ μαζί του. Ὅταν διαθέ-
τει, λόγῳ τῆς ἐνάρετης ζωῆς του, τὸν 
φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ. Καὶ χιλιάδες, ἂς εἶναι 
καὶ ὁπλισμένοι καὶ ἀρματωμένοι, μπο-
ροῦν νὰ γίνουν παιδικὸ παιχνιδάκι στὰ 
χέρια τοῦ εὐσεβοῦς, ὅταν δὲν διαθέτουν 
τὴ χάρη καὶ τὸν φωτισμὸ τοῦ Θεοῦ.
Ἐξάλλου ἡ ἁμαρτία πάντα αὐτὸ κά-
νει. Σκοτίζει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν ξέρει 
ποιὸ εἶναι τὸ συμφέρον του. Καὶ μπορεῖ, 
ὁ ταλαίπωρος, νὰ θεωρεῖ ὅτι ὁ θρίαμβος 
εἶναι κοντά, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ βάραθρο, ὁ 
γκρεμός, ὁ ἀφανισμός του, ἡ καταστρο-
φή του δὲν ἀπέχει καθόλου.
...Γιὰ νὰ ἐπαληθεύεται πάντοτε ὁ λό-
γος τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Οἱ ἐχθροὶ ἡμῶν 
ἀνόητοι» (Δευτ. λβ΄ 31). Οἱ ἐχθροί μας, 
ὅταν ἐμεῖς εἴμαστε λαὸς τοῦ Θεοῦ, ἀπο-
δεικνύονται ἀνόητοι.
Ἀνόητοι! Ἀρκεῖ ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ὅπως 
μᾶς θέλει ὁ Θεός.
ΟΣΩΤΗΡ2067

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου